τῆς Μαργαρίτας Πουρνάρα
Πῶς καὶ γιατί ἔγινε ἅγιος ὁ π. Παΐσιος
Ὁ Ἀρχιγραμματεὺς τῆς Ἱερᾶς Συνόδου
τοῦ Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως δίνει τὶς ἀπαντήσεις
στὸ WE τοῦ news247
τῆς Μαργαρίτας Πουρνάρα
. Τὴν Κυριακὴ 18 Ἰανουρίου στὴν Μονὴ Ἁγίου Ἰωάννη Θεολόγου στὴ Σουρωτὴ Θεσσαλονίκης, ὅπου βρίσκεται ὁ τάφος τοῦ Ἁγίου – πλέον – Παϊσίου τοῦ Ἀθωνίτου, θὰ συρρεύσουν χιλιάδες πιστοὶ γιὰ νὰ προσκυνήσουν. Εἶναι μία πολὺ σημαντικὴ ἡμέρα γιὰ τὰ χρονικά τῆς σύγχρονης ὀρθοδοξίας, καθὼς ὁ γέροντας, ποὺ πέθανε πρὶν ἀπὸ 22 χρόνια, ὑπῆρξε ξεχωριστὴ προσωπικότητα τοῦ καιροῦ μας.
. Γιὰ ὅσους τὸν συνάντησαν ἀπὸ κοντά, ἦταν φανερὸ τὸ χάρισμα τῆς προόρασης καὶ τῆς διόρασης: λένε ὅτι εἶχε τὴν ἀναμφισβήτητη δύναμη νὰ ἀντιλαμβάνεται τὸ πρόβλημα τοῦ ἀνθρώπου, ποὺ ἦταν ἀπέναντί του, πρὶν ἀκούσει ἔστω καὶ μία λέξη. Μὲ προσευχὴ καὶ πνευματικὴ καθοδήγηση, τοῦ ἔδινε λύση, φώτιση καὶ δύναμη.
. Μὲ τὸν καιρὸ ἡ φήμη του ἁπλώθηκε σὲ ὁλόκληρη τὴν Ἑλλάδα ἀλλὰ καὶ τὴν Ὀρθοδοξία, καθὼς τὸ ὄνομά του εἶναι εὐρέως γνωστό. […]
. Τὸ NEWS 247 ἐπικοινώνησε μὲ τὸν Ἀρχιμανδρίτη Βαρθολομαῖο Σαμαρᾶ στὸ Φανάρι, ὁ ὁποῖος εἶναι Ἀρχιγραμματεὺς τῆς Ἱερᾶς Συνόδου καὶ μέλος τῆς Κανονικῆς Ἐπιτροπῆς, ποὺ ἐπιλήφθηκε τοῦ θέματος. Ἔχοντας γνώση τοῦ Τυπικοῦ, ὁ πατέρας Βαρθολομαῖος μᾶς ἐξήγησε τὴν διαδικασία σύμφωνα μὲ τὴν ὁποία ἡ Ἐκκλησία ἀποφασίζει νὰ ἀνακηρύξει κάποιον μοναχό, κληρικὸ ἢ μάρτυρα σὲ ἅγιο.
. «Κατὰ τοὺς πρώτους χρόνους τῆς Χριστιανοσύνης, γιὰ νὰ ἀναγραφεῖ κάποιος ἅγιος, ἔπρεπε νὰ ἔχει μαρτυρήσει, δηλαδὴ νὰ ἔχει δώσει τὴν ζωή του γιὰ τὸν Χριστό. Ἀναφερόμαστε στὴν ἐποχὴ ὅπου γίνονταν οἱ διωγμοὶ τῶν Χριστιανῶν. Μετὰ τὴν παροχὴ ἐλευθερίας στὴν ἔκφραση χριστιανικῆς πίστης ἀπὸ τὸν Μεγάλο Κωνσταντῖνο στὸν 4ο αἰώνα μ.Χ. ἀναδείχθηκαν καὶ ἄλλοι μάρτυρες μέσα ἀπὸ τὶς διάφορες ἱστορικὲς περιπέτειες, σὲ κάθε χριστιανικὸ ἔθνος. Ὑπῆρχαν μάλιστα καὶ περιπτώσεις μαρτύρων, σὲ χρόνους πολὺ πιὸ κοντινοὺς στοὺς δικούς μας, ὅπως λ.χ. στὴν κομμουνιστικὴ περίοδο τῆς Σοβιετικῆς Ἕνωσης ὅταν εἶχε ἐπιβληθεῖ ὁ ἀθεϊσμὸς καὶ ὑπῆρχαν ἄνθρωποι ποὺ ἔχασαν τὴν ζωή τους γιὰ τὴν πίστη τους».
. «Μετὰ τὸν 4ο αἰώνα μ.Χ, γιὰ νὰ ἀναγραφεῖ κάποιος ἅγιος, ἔπρεπε ἡ ζωή του νὰ εἶναι τὸ ὑπόδειγμα τῆς ἀπόλυτης ἐφαρμογῆς τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς διδασκαλίας τῆς Ἐκκλησίας, ἀνεξαρτήτως τῆς θαυματουργίας. Δηλαδή, δὲν ἦταν ἀπαραίτητο νὰ ἔχει κάνει θαύματα. Μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο ξεχώρισαν κληρικοί, μοναχοὶ καὶ λαῖκοι ποὺ ἀνεδείχθησαν σὲ ἁγίους . Ὅμως, βασικὸ κριτήριο γιὰ τὴν ἀνάδειξη κάποιου σὲ ἅγιο, εἶναι αὐτὸς νὰ εἶναι ἅγιος στὴν συνείδηση τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ. Τότε, ἔρχεται ἡ Ἱερὰ Σύνοδος νὰ ἀναγνωρίσει τὴν ἁγιότητα ἑνὸς προσώπου καὶ νὰ ἀναγράψει αὐτὸ τὸ πρόσωπο μεταξὺ τῶν Ἁγίων, ὅταν διαπιστώσει τὴν ὕπαρξη αὐτῆς τῆς κοινῆς συνείδησης. Πρόκειται λοιπὸν γιὰ συνδυασμὸ ὑποδειγματικῆς ἐφαρμογῆς τῶν ἀρχῶν τῆς ὀρθοδόξου πίστεώς μας καὶ τὴν ὕπαρξη τοῦ λαϊκοῦ αἰσθήματος ποὺ νὰ τὸ ἐπιβεβαιώνει. Αὐτὸ εἶναι τὸ κυριότερο κριτήριο ἀναγραφῆς στὸ ἁγιολόγιο τῆς Ἐκκλησίας, πέραν τοῦ μαρτυρίου.
. Μὲ βάση αὐτὰ τὰ κριτήρια, τὶς τελευταῖες δεκαετίες εἴχαμε περιπτώσεις ὅπως ὁ Ἅγιος Νεκτάριος καὶ ὁ Ἅγιος Πορφύριος ὁ Καυσοκαλυβίτης, γνωστὸς ὡς ἱερέας στὴν Πολυκλινικὴ Ἀθηνῶν, ὁ ὁποῖος συνέδεσε τὸ ὄνομα καὶ τὴν διακονία του μὲ τὴν Μονὴ Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος στὸ Δήλεσι. Πρέπει μάλιστα νὰ σᾶς πῶ ὅτι ὁ τελευταῖος, ὅπως ἄλλωστε καὶ ὁ Ἅγιος Παϊσιος- εἶχαν ζήσει στὸ Ἅγιον Ὅρος καὶ γνωρίζονταν μεταξύ τους. Ὑπάρχει καὶ ἀλληλογραφία τους».
. Ὁ π. Βαρθολομαῖος συνεχίζει, μιλώντας γιὰ τὴν πρόσφατη ἀναγραφὴ τοῦ Πατρὸς Παϊσιου στὸ ἁγιολόγιο: «Ὑπῆρξε ὁπωσδήποτε μία μεγάλη μορφή, ποὺ ἐκπληρώνει ὅλα κριτήρια ἁγιότητας. Στὴν συνείδηση τῶν ἀνθρώπων ὅλα αὐτὰ τὰ χρόνια εἶχε διαμορφωθεῖ ἡ ἄποψη ὅτι ὁ γέροντας Παΐσιος ἔκανε θαυματουργίες ἀλλὰ καὶ ὅτι ἡ ζωή του ὑπῆρξε ὑπόδειγμα πίστεως. Τὰ πιστοποιημένα του θαύματα ἀφοροῦν σὲ θεραπεῖες ἀσθενειῶν, κατόπιν προσευχῆς τοῦ ἰδίου ἐν ζωῇ ἢ κατόπιν ἐπικλήσεως τοῦ ὀνόματός του μετὰ θάνατον. Ὑπάρχουν 150 καὶ πλέον βιβλία γραμμένα σὲ διαφορετικὲς γλῶσσες ποὺ μιλοῦν γιὰ τὸν βίο καὶ τὴν πολιτεία του. Ἡ μορφη του ἔχει εἰκονογραφηθεῖ ὡς ἁγίου ἐξ εὐλαβείας πολλῶν πιστῶν, ἐνῶ ὑπάρχουν ἰδιωτικοὶ εὐκτήριοι οἶκοι ἀφιερωμένοι σὲ αὐτόν. Ἀκόμα καὶ ἐπιστημονικὲς μελέτες ἔγιναν ἀπὸ Θεολογικὲς Σχολὲς ὅπως αὐτὴ τῆς Θεσσαλονίκης».
. «Βεβαίως ὑπάρχει μία βασικὴ ἀρχὴ στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, νὰ ἔχει παρέλθει ἕνα ἱκανὸ χρονικὸ διάστημα ἀπὸ τὴν κοίμηση ἑνὸς προσώπου, πρὶν αὐτὴ ἀποφανθεῖ γιὰ τὴν ἁγιότητά του. Καὶ αὐτὸ γιὰ νὰ ἐκλείψουν βιολογικά, οἱ ἄνθρωποι οἱ ὁποῖοι συνδέθηκαν μαζὶ καὶ θὰ εἶχαν συναισθηματικοὺς ἢ προσωπικοὺς ἢ ἄλλους λόγους γιὰ νὰ καλλιεργήσουν τὸ κοινὸ συναίσθημα περὶ ἁγιότητας εἴτε νὰ ἐπηρεάσουν ἀρνητικῶς τὴν κοινὴ γνώμη περὶ αὐτοῦ. Αὐτὸς εἶναι ὁ γενικὸς κανών. Ὑπάρχουν ὅμως καὶ ἐξαιρέσεις καὶ εἰδικὰ γιὰ περιπτώσεις ποὺ τὰ κριτήρια ἁγιότητας εἶναι ἀδιάσειστα. Τέτοια περίπτωση ἦταν ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, Ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης (14ος αἰώνας μ.Χ.), ὁ ὁποῖος πολὺ λίγα χρόνια μετὰ τὴν κοίμησή του ἀνεγράφη στὸ Ἁγιολόγιο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας». Ὁ π. Βαρθολομαῖος ἔκλεισε τὴν συνέντευξη λέγοντας: «Οἱ Ἅγιοι Νεκτάριος, Πορφύριος καὶ Παΐσιος εἶναι μεγάλοι σύγχρονοι Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας, γιὰ τοὺς ὁποίους ἡ συνείδηση τοῦ λαοῦ εἶναι ἀπολύτως βεβαία, καὶ ἀποδεικνύουν περίτρανα δύο πράγματα: Πρῶτον ὅτι ἡ Ἁγία Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία δὲν εἶναι ἕνας μουσειακὸς ἱστορικὸς θεσμὸς ἀλλὰ ἕνα ζωντανὸ δένδρο ποὺ ἀναφύει καινούριους κλάδους συνεχῶς, τοὺς ἁγίους μας. Δεύτερον ὅτι ἡ ἁγιότητα εἶναι ὑπόθεση προσωπικὴ ὅλων μας, ἐφικτὴ ἀρκεῖ νὰ τὴν ἐπιδιώξουμε”.
ΠΗΓΗ: NEWS247