* Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, Τόμος Δ΄ (σελ. 161-171).
Όσιος Νικηφόρος ο Μονάζων
Λόγος για τη νήψη και τη φύλαξη της καρδιάς
Όσοι επιθυμείτε σφοδρά ν” αξιωθείτε τη μεγαλόπρεπη θεϊκή φωτοφάνεια του Σωτήρα μας Ιησού Χριστού· όσοι θέλετε να δεχθείτε με αίσθηση μέσα στην καρδιά σας το υπερουράνιο πυρ· όσοι σπεύδετε να επιτύχετε τη συμφιλίωση σας με το Θεό, να τη ζήσετε και να την αισθανθείτε· όσοι απορρίψατε όλα τα πράγματα του κόσμου, για να βρείτε και να αποκτήσετε το θησαυρό που είναι κρυμμένος στον αγρό των καρδιών σας· όσοι θέλετε ν” ανάψουν ολόλαμπρες οι λαμπάδες των ψυχών σας από αυτόν τον κόσμο κι έτσι απαρνηθήκατε όλα τα παρόντα· όσοι θέλετε να γνωρίσετε και ν” αποκτήσετε με πείρα τη βασιλεία των ουρανών που είναι μέσα σας, ελάτε να σας εκθέσω την επιστήμη, ή μάλλον τη μέθοδο, της αιώνιας, ή καλύτερα της ουράνιας ζωής. Η επιστήμη αυτή εισάγει χωρίς κόπο και ιδρώτα τον εργάτη της στο λιμάνι της απάθειας, και δε διατρέχει κανένα κίνδυνο ταραχής ή πλάνης από τους δαίμονες. Τέτοιος φόβος υπάρχει τότε μόνον, όταν λόγω παρακοής ζούμε έξω και μακριά από τη ζωή που σας προτείνω, όπως παλιά ο Αδάμ, που αψήφησε εντελώς την εντολή του Θεού, έπιασε φιλία με το φίδι θεωρώντας το αξιόπιστο, κι έτσι έφαγε κατά κόρον από τον καρπό της απάτης κι έριξε αξιοθρήνητα τον εαυτό του κι όλους τους απο-γόνους του στον πυθμένα του θανάτου, του σκότους και της διαφθοράς.
Επιστρέψετε λοιπόν· ή μάλλον, για να πούμε το πιο αληθινό, ας επανέλθομε, αδελφοί, στους εαυτούς μας, ας αποστραφούμε μια για πάντα τη συμβουλή του φιδιού και την περιφορά μας στα χαμαίζηλα. Γιατί δεν είναι δυνατό να επιτύχομε με άλλο τρόπο τη συμφιλίωση και την οικείωσή μας με το Θεό, αν πρώτα δεν επανέλθομε, ή καλύτερα δεν εισέλθομε στους εαυτούς μας, όσο εξαρτάται από μας. Γιατί θα είναι παράδοξο, ενώ αποχωρίσαμε τους εαυτούς μας από την περιφορά του κόσμου και τις μάταιες μέριμνες, να τον εμποδίζομε ασυγχώρητα από τη βασιλεία των ουρανών που είναι μέσα μας. Γι” αυτό και η αγία μοναχική ζωή έχει ονομαστεί τέχνη τεχνών και επιστήμη επιστημών, επειδή δεν μας προξενεί όσα αυτές οι φθαρτές τέχνες και επιστήμες, ώστε να στρέφομε και προς αυτές το νου μας και να τον κατακαλύπτομε μ” αυτές παίρνοντάς τον από τα ανώτερα, αλλά μας υπόσχεται παράδοξα και απόρρητα αγαθά, τα οποία μάτια δεν είδαν κι αυτιά δεν τ” άκουσαν και άνθρωπος δεν τα διανοήθηκε. Ως εκ τούτου, δεν έχομε να παλέψομε μέ όντα από σάρκα και αίμα, αλλά με τις δαιμονικές δυνάμεις, με τους κοσμοκράτορες του σκοτεινού αυτού αιώνα. Αν λοιπόν ο παρών αιώνας είναι σκότος, ας φύγομε απ” αυτόν, απομακρύνοντας από αυτόν και τα νοήματά μας· τίποτε κοινό μεταξύ ημών και του εχθρού του Θεού. Γιατί εκείνος που θα θελήσει να φιλιώσει με αυτόν, γίνεται εχθρός του Θεού. Κι εκείνον που έγινε εχθρός του Θεού, ποιος μπορεί να τον βοηθήσει;
Γι” αυτό ας μιμηθούμε τους πατέρες μας, και ας αναζητήσομε το θησαυρό που είναι μέσα στις καρδιές μας, όπως εκείνοι. Και αφού τον βρούμε, ας τον κρατήσομε με πολύ μεγάλη δύναμη, εργαζόμενοι συγχρόνως και φυλάγοντάς τον, αφου σ” αυτό έχομε ταχθεί απ” την αρχή. Κι αν παρουσιαστεί κανείς να φέρνει αντιρρήσεις σ” αυτά και να λέει: «Πώς μπορεί κανείς να εισέλθει στην καρδιά του κι εκεί να εργάζεται ή να μένει;», όμοια με το Νικόδημο που είπε κάποτε στον Σωτήρα: «Πώς μπορεί κανείς να μπει για δεύτερη φορά στην κοιλιά της μητέρας του και νά γεννηθεί ενώ είναι γέρος;», θ” ακούσει και αυτός: «Το Πνεύμα πνέει όπου θέλει». Αν λοιπόν αμφιβάλλομε και δυσπιστούμε έτσι στα έργα της πρακτικής, πώς θα έρθουν σ” εμάς τα έργα της θεωρίας; Γιατί η πρακτική είναι που ανεβάζει στη θεωρία. Αλλ” επειδή χωρίς αποδείξεις από τις Γραφές είναι αδύνατο να βεβαιωθεί εκείνος που έτσι αμφιβάλλει, θα εντάξομε σ” αυτό το λόγο, για την ωφέλεια των πολλών, αποσπάσματα από τους βίους και τους λόγους των Αγίων, ώστε να βεβαιωθεί από αυτούς και ν” αποβάλει κάθε αμφιβολία. Θ” αρχίσομε το λόγο από τους παλιούς, από αυτόν τον μεγάλο πατέρα μας Αντώνιο, συνεχίζοντας με τους επομένους, όσο μου είναι δυνατόν, και θά παραθέσομε μια συλλογή αποσπασμάτων από τους λόγους και τις πράξεις τους προς απόδειξη όσων είπαμε.
Από το βίο του οσίου πατέρα μας Αντωνίου
Πήγαιναν κάποτε στον Αββά Αντώνιο δύο αδελφοί. Και επειδή τους έλειψε στο δρόμο το νερό, ο ένας πέθανε, κι ο άλλος κινδύνευε να πεθάνει. Μην μπορώντας να βαδίσει άλλο, έπεσε κατά γης περιμένοντας το θάνατο. Ο δε Αντώνιος, που καθόταν στο όρος, κάλεσε γρήγορα δύο Μοναχούς που έτυχε να είναι εκεί και τους είπε: «Πάρετε μια στάμνα νερό και τρέξετε στο δρόμο της Αιγύπτου. Έρχονταν δύο κατά εδώ και ο ένας μόλις πέθανε, ενώ ο άλλος κινδυνεύει, αν δε βιαστείτε. Τούτο μου φανερώθηκε εκεί πού προσευχόμουν». Πήγαν λοιπόν οι Μοναχοί και βρήκαν τον ένα νεκρό και τον έθαψαν, ενώ τον άλλον τον συνέφεραν με το νερό και τον πήγαν στον Γέροντα. Η απόσταση ήταν μιας ημέρας δρόμος.
Αν τώρα ρωτήσει κανείς, γιατί δεν το είπε πριν πεθάνει ο άλλος Μοναχός, δε ρωτάει σωστά. Γιατί η κρίση για το θάνατο δεν είναι του Αντωνίου, αλλά του Θεού, ο οποίος και αποφάσισε για τον ένα και αποκάλυψε για τoν άλλον. Τo θαυμαστό μe τον Aντώνιο ήταν ότι, εκεί που καθόταν στο όρος είχε νήψη στην καρδιά του και ο Κύριος του έδειχνε όσα γίνονταν μακριά. Βλέπεις ότι, για να έχει ο Αντώνιος νήψη στην καρδιά του, έγινε θεόπτης και προορατικός; Γιατί ο Θεός εμφανίζεται στο νου μέσω της καρδίας, στην αρχή μεν, όπως λέει ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος, σαν φωτιά που καθαρίζει τον εραστή Του, έπειτα δε και σαν φως που κάνει το νου λαμπρό και θεοειδή. Και τώρα ας προχωρήσομε στους επομένους.
Από το βίο του άγιου Θεοδοσίου του Κοινοβιάρχου
Ο θείος Θεοδόσιος είχε πληγωθεί τόσο πολύ από το γλυκό βέλος της αγάπης και ήταν δεμένος τόσο πολύ από τά δεσμά της, ώστε το «Θ” αγαπήσεις τον Κύριο, το Θεό σου, με όλη σου την καρδιά, με όλη σου την ψυχή και με όλη τη διάνοιά σου», αυτή την υψηλή και θεία εντολή, φρόντιζε να την εκπληρώνει με έργα, πράγμα που δεν μπορεί να γίνει με άλλον τρόπο παρά με την συγκέντρωση των φυσικών δυνάμεων της ψυχής μόνο στον πόθο του Δημιουργού και σε κανένα άλλο από τα παρόντα. Νουθετώντας λοιπόν μ” αυτές τις νοερές ενέργειές της ήταν φοβερός στους πολλούς, αλλά και όταν μάλωνε τους υποτακτικούς του, τους ήταν ποθητός και γλυκύς σε όλα. Ποιος άλλος ήταν σαν κι αυτόν τόσο ωφέλιμος ενώ συναναστρεφόταν με πολλούς; Ή τόσο ικανός να μαθαίνει στους υποτακτικούς του να συνάγουν τις αισθήσεις τους και να τις στρέφουν στο εσωτερικό τους, έτσι ώστε αυτοί, παρά τους θορύβους του Κοινοβίου, να ζουν με περισσότερη γαλήνη από τους ερημίτες; Και συγχρόνως ο ίδιος και με το πλήθος να βρίσκεται αλλά και απομονωμένος να είναι;
Ιδού λοιπόν και ο Μέγας Θεοδόσιος, με το να συνάγει και να στρέφει μέσα του τις αισθήσεις, πληγώθηκε από την αγάπη του Θεού.
Από το βίο του αγίου Αρσενίου
Ο άγιος Αρσένιος φύλαγε και τούτη την αξιοθαύμαστη συνήθεια: δεν ανακινούσε αγιογραφικά ζητήματα ούτε για συζήτηση ούτε για αλληλογραφία. Όχι πως δεν είχε τη δυνατότητα —κάθε άλλο. Γι” αυτόν η ωφέλιμη ομιλία ήταν τόσο εύκολη, όσο για τους άλλους η συνηθισμένη ομιλία. Αλλά η συνήθεια της σιωπής και η αποστροφή που ένιωθε για την επίδειξη ήταν τα αίτια της τακτικής του. Γι” αυτό λοιπόν και στις εκκλησίες και στις συνάξεις φρόντιζε πάρα πολύ μήτε άλλους να βλέπει, μήτε άλλοι να τον βλέπουν, αλλά στεκόταν πίσω από καμία κολώνα ή κάτι άλλο που εμπόδιζε τη θέα κι έκρυβε τον εαυτό του, ώστε αθέατος ν” αποφεύγει τη συντροφιά των άλλων. Και τούτο γιατί ήθελε να προσέχει στον εαυτό του και να συγκεντρώνει το νου του μέσα του, κι έτσι να ανυψώνεται εύκολα στο θεό.
“Ιδού λοιπόν και τούτος ο θείος άνθρωπος, ο επίγειος άγγελος, συγκεντρώνει το νου του μέσα του, για να ανυψώνεται από εκεί εύκολα στο Θεό.
Από το βίο του αγίου Παύλου του Λατρηνού
Ο θείος Παύλος ζούσε πάντοτε στα όρη και στις ερημιές, έχοντας τα άγρια θηρία γείτονές του και ομοτράπεζους. Κάποτε κατέβαινε και στη Λαύρα για να επιβλέπει τους αδελφούς. Τους συμβούλευε και τους δίδασκε να μη μικροψυχούν και να μην παραμελούν τα επίπονα έργα της αρετής, αλλά ν” ακολουθούν τη σύμφωνη με το Ευαγγέλιο ζωή με πολλή προσοχή και διάκριση και ν” αγωνίζονται εναντίον των πονηρών πνευμάτων μέ γενναιοψυχία. Επίσης τους δίδαξε και μέθοδο, με την οποία θα μπορούσαν να απαλείφουν τις παλιές εμπαθείς μνήμες και ν” αποτρέπουν τη νέα σπορά των παθών.
Ω, πώς ο θείος αυτός Πατέρας διδάσκει στους αγνοούντες μαθητές του μέθοδο για να μπορούν ν” αποκρούουν τις προσβολές των παθών! Αυτή η μέθοδος δεν είναι άλλη από τη φύλαξη του νου· γιατί αυτή πετυχαίνει αυτό το κατόρθωμα και όχι άλλη. Αλλά ας προχωρήσομε παρακάτω.
Από το βίο του αγίου Σάββα
Όταν λοιπόν ο θείος Σάββας έβλεπε ότι κάποιος που απαρνήθηκε τα εγκόσμια, έμαθε πια με ακρίβεια τον κανόνα της ζωής των Μοναχών και ότι μπορούσε να φυλάει το νου του και να πολεμά εναντίον των πονηρών λογισμών, κι ακόμη ότι απέβαλε τελείως τη μνήμη των κοσμικών, τότε του έδινε κελί στη Λαύρα, αν ήταν αδύναμος στο σώμα και φιλάσθενος. Αν όμως ήταν υγιής και δυνατός, του έδινε άδεια να κτίσει ο ίδιος κελί.
Βλέπεις ότι και ο θεσπέσιος Σάββας απαιτούσε από τους μαθητές του τη φύλαξη του νου και κατόπιν τους επέτρεπε να καθίσουν μόνοι σε κελί; Τι θα κάνομε εμείς που καθόμαστε στα κελιά αργοί και δε γνωρίζομε ούτε αν υπάρχει φύλαξη του νου;
Από το βίο του αββά Αγάθωνος
Ένας αδελφός ρώτησε τον Αββά Αγάθωνα: «Πες μου Αββά, ποιο είναι μεγαλύτερο, o σωματικός κόπος, ή η φύλαξη του εσωτερικού ανθρώπου;» Κι αυτός αποκρίθηκε: «Ο άνθρωπος μοιάζει με δένδρο. Ο σωματικός κόπος λοιπόν είναι τα φύλλα, ενώ η φύλαξη του εσωτερικού είναι ο καρπός. Επειδή λοιπόν, σύμφωνα με τη Γραφή, όποιο δένδρο δεν κάνει καλό καρπό το κόβουν και το ρίχνουν στη φωτιά, είναι φανερό ότι όλη η επιμέλειά μας, δηλαδή η φύλαξη του νου, αποβλέπει στους καρπούς. Χρειάζεται όμως και το σκέπασμα και ο στολισμός των φύλλων, τα οποία είναι ο σωματικός κόπος».
Είναι αξιοθαύμαστο, πώς αποφάνθηκε ο Άγιος αυτός για όλους όσους δεν έχουν φύλαξη του νου, αλλά καυχώνται μόνο για την πρακτική άσκηση, με το να πει ότι κάθε δένδρο που δεν κάνει καρπό, δηλαδή φύλαξη του νου, κι έχει μόνο φύλλα, δηλαδή την πράξη, κόβεται και ρίχνεται στη φωτιά. Τρομακτική, πάτερ, η απόφανσή σου!
Από την επιστολή του αββά Μάρκου προς το Νικόλαο *
Αν λοιπόν θέλεις, παιδί μου, να αποκτήσεις δικό σου λύχνο νοητού φωτός και πνευματικής γνώσεως μέσα σου, για να μπορέσεις να περπατήσεις ανεμπόδιστα μέσα στο βαθύτατο σκοτάδι αυτού του αιώνα και αν θέλεις νά καθοδηγούνται τα βήματά σου από τον Κύριο, με σκοπό να θελήσεις σφοδρά το δρόμο του Ευαγγελίου κατά το προφητικό ρητό, δηλαδή να θελήσεις με φλογερή πίστη να γίνεις κοινωνός των τελείων ευαγγελικών εντολών του Κυρίου με πόθο και προσευχή, εγώ σου υποδεικνύω μια θαυμαστή μέθοδο και πνευματική επινόηση. Αυτή δε χρειάζεται σωματικό κόπο ή αγώνα, αλλά θέλει πνευματικό κόπο και νου και προσεκτική διάνοια που βοηθείται από το φόβο και την αγάπη του Θεού. Με την επινόηση αυτή θα μπορέσεις με ευκολία να κατατροπώσεις τη φάλαγγα των εχθρών. Αν λοιπόν θέλεις να νικήσεις τα πάθη, αφού συγκεντρωθείς στον εαυτό σου με την προσευχή και τη βοήθεια του Θεού και βυθιστείς στα βάθη της καρδίας σου, ψάξε να βρεις τους τρεις αυτούς δυνατούς γίγαντες, δηλαδή τη λησμοσύνη, τη ραθυμία και την άγνοια, που είναι τα στηρίγματα των νοητών εχθρών, μέσω των οποίων επιστρέφουν και τα λοιπά πάθη της κακίας και ενεργούν και δρουν και δυναμώνουν μέσα στις ψυχές των φιλήδονων. Και αφού με μεγάλη προσοχή και επιμέλεια του νου και με τη θεία βοήθεια βρεις εκείνα που οι περισσότεροι τα αγνοούν, θα μπορέσεις με πολλή προσοχή και προσευχή να σωθείς από αυτούς τους τρεις γίγαντες. Γιατί όταν με την ενεργό χάρη επιδιωχθεί να εγκατασταθεί στην καρδιά και να διαφυλαχθεί επιμελώς η αρμονική συνύπαρξη της αληθινής γνώσεως, της μνήμης του λόγου του Θεού και της αγαθής προθυμίας, τότε εξαφανίζεται από αυτήν κάθε ίχνος λησμοσύνης και άγνοιας και ραθυμίας.
Βλέπεις πώς συμφωνούν τα πνευματικά λόγια; Βλέπεις πώς δίνουν σαφή πληροφορία για την προσευχή; Και τώρα παρακολούθησε και τους άλλους Πατέρες, τι θα μας πουν.
* Φιλοκαλία, τόμος Α΄, σελ. 174-176.
Του αγίου Ιωάννου της Κλίμακος
Ησυχαστής είναι εκείνος που αγωνίζεται να περιορίσει τον ασώματο νου σε σωματικό οίκο, δηλαδή μέσα στην καρδιά, πράγμα παράδοξο. Ησυχαστής είναι εκείνος που είπε: «Εγώ κοιμάμαι, μα η καρδιά μου αγρυπνεί». Κλείνε τη θύρα του κελιού σου για το σώμα, τη θύρα της γλώσσας για τα λόγια, και την πύλη του εσωτερικού σου για τα πονηρά πνεύματα. Να κάθεσαι ψηλά και να παρατηρείς —αν βέβαια ξέρεις να το κάνεις αυτό— και τότε θα βλέπεις πως και πότε και από που και πόσοι και ποιοι κλέφτες έρχονται να μπουν και να κλέψουν τα σταφύλια. Αν κουραστεί ο σκοπός να παρατηρεί, σηκώνεται και προσεύχεται, και αφού καθίσει πάλι, συνεχίζει με ανδρεία την ίδια εργασία. Άλλο είναι η φύλαξη των λογισμών και άλλο η φύλαξη του νου. Όσο απέχει η ανατολή από τη δύση, τόσο απέχει το δεύτερο και είναι πιο κοπιαστικό από το πρώτο. Όπως τα βασιλικά όπλα που βρίσκονται κάπου, ενώ τα βλέπουν οι κλέφτες, δεν τα πλησιάζουν, έτσι κι εκείνον που ένωσε την καρδιά του με την προσευχή δεν τον κλέβουν εύκολα οι νοεροί ληστές.
Είδες λόγια που αποκαλύπτουν τη θαυμαστή πνευματική εργασία του μεγάλου αυτού Πατέρα; Εμείς όμως, σαν να βαδίζομε μέσα στο σκοτάδι και σαν να περπατούμε πάνω από τα ψυχωφελή λόγια του Πνεύματος όπως σε νυκτομαχία, τά παρατρέχομε κωφεύοντας θεληματικά. Αλλά πρόσεξε και τα ακόλουθα, με τα οποία οι Πατέρες μας οδηγούν στη νήψη.
Του αββά Ησαΐα *
Όταν χωρίσει κανείς τον εαυτό του από το μέρος των αμαρτω-λών, τότε θα γνωρίσει ακριβώς όλα τα αμαρτήματα που διέπραξε στο Θεό (επειδή δεν μπορεί να δει τις αμαρτίες του αν δε χωριστεί απ” αυτές με πικρό χωρισμό). Εκείνοι που έφτασαν σ” αυτό το μέτρο, αυτοί βρήκαν το κλάμμα και τη δέηση και ντρέπονται μπροστά στο Θεό, φέρνοντας στο νου τους την πονηρή φιλία των παθών. Ας αγωνιστούμε λοιπόν αδελφοί κατά τη δύναμή μας, και ο Θεός βοηθεί κατά το πλήθος του ελέους Του. Κι αν δεν φυλάξαμε την καρδιά μας όπως έκαναν οι Πατέρες μας, ας φροντίσομε τουλάχιστον να βάλομε τα δυνατά μας να φυλάξομε τα σώματά μας αναμάρτητα όπως ζητεί ο Θεός, και πιστεύομε ότι στον καιρό της πείνας που μας βρήκε, Αυτός θα δείξει το έλεός Του, καθώς έκανε και με τους Αγίους Του.
Εδώ ο μέγας αυτός Ησαΐας παρηγορεί τους πάρα πολύ ασθενείς, λέγοντας ότι κι αν δε φυλάξαμε την καρδιά μας όπως οι Πατέρες μας, ας φυλάξομε τουλάχιστον τα σώματά μας αναμάρτητα, όπως ζητεί ο Θεός, κι Αυτός θα δείξει σε μας το έλεός Του. Είναι μεγάλη η ευσπλαχνία και η συγκατάβαση αυτού του Πατέρα.
* Φιλοκαλία, τόμος Α΄, σελ. 60, κεφ. 17.
Του Μεγάλου Μακαρίου
Το κυριότατο έργο του πνευματικου αθλητή είναι να εισέλθει στην καρδιά του και να πολεμήσει το σατανά και να τον μισήσει. Και αφού παλέψει εναντίον των λογισμών που αυτός προκαλεί, να δώσει μάχη μαζί του. Αν όμως κανείς εξωτερικά μόνο φυλάει το σώμα του από τη διαφθορά και την πορνεία, ενώ εσωτερικά μοιχεύει ενώπιον του Θεού και πορνεύει με τους λογισμούς του, αυτός δεν ωφελήθηκε τίποτε διατηρώντας παρθένο το σώμα του. Γιατί λέει η Γραφή: «Καθένας που βλέπει γυναίκα και την επιθυμεί, ήδη διέπραξε μοιχεία μέσα στην καρδιά του». Υπάρχει πορνεία που γίνεται με το σώμα, και πορνεία της ψυχής που επικοινωνεί με τον σατανά.
Μας φαίνεται ίσως ότι ο μεγάλος αυτός Πατέρας λέει αντίθετα απ” ό,τι ο αββάς Ησαΐας που αναφέραμε· αλλά δεν είναι έτσι. Γιατί κι εκείνος σύμφωνα με το θέλημα του Θεού μας παραγγέλλει να φυλάξομε τα σώματά μας, ζητάει όμως όχι μόνο την καθαρότητα των σωμάτων, αλλά και των πνευμάτων· κι έτσι μας συμβουλεύει κι αυτός τα ίδια ευαγγελικά προστάγματα.
Του αγίου Διαδόχου *
Εκείνος που διατρίβει πάντοτε μέσα στην καρδιά του, απομακρύνεται οπωσδήποτε απ” όσα θεωρούνται ωραία στη ζωή. Γιατί καθώς ζεί κατά τις εμπνεύσεις του Πνεύματος, δεν μπορεί να γνωρίσει τις επιθυμίες της σάρκας. Επειδή λοιπόν ο άνθρωπος αυτός περιφέρεται μέσα στο φρούριο των αρετών, έχοντας για φρουρούς των πυλών τις ίδιες τις αρετές, μένουν χωρίς αποτέλεσμα οι εναντίον του πολιορκητικές μηχανές των δαιμόνων.
Καλά είπε ο Άγιος ότι μένουν χωρίς αποτέλεσμα οι μηχανές των δαιμόνων, όταν δηλαδή διατρίβομε κάπου στο βάθος της καρδίας, και τόσο περισσότερο, όσο περισσότερο χρόνο κάνομε εκεί. Αλλά γνωρίζω ότι δεν θα μου φτάσει ο χρόνος αν θελήσω να αναφέρω εδώ τους λόγους όλων των Πατέρων. Γι” αυτό, αφού θυμηθώ ένα-δύο ακόμη, θα ολοκληρώσω το λόγο μου.
* Φιλοκαλία, τόμος Α΄, σελ. 301, κεφ. 57.
Του αββά Ισαάκ του Σύρου
Αγωνίσου να εισέλθεις στο θάλαμο που βρίσκεται μέσα σου, και θα δεις τον ουράνιο θάλαμο. Γιατί και τούτος κι εκείνος είναι ένας, και από μία είσοδο τους βλέπεις και τους δύο. Η σκάλα της βασιλείας εκείνης είναι κρυμμένη μέσα σου, δηλαδή μέσα στην ψυχή σου. Καθάρισε λοιπόν τον εαυτό σου από την αμαρτία και θα βρεις εκεί σκαλοπάτια, με τα οποία θα μπορέσεις να ανεβαίνεις.
Του αγίου Ιωάννη του Καρπαθίου *
Έχομε ανάγκη από μεγάλο αγώνα και κόπο στις προσευχές, για να βρούμε την απαλλαγμένη από κάθε ενόχληση κατάσταση της διάνοιας, σαν έναν άλλον ουρανό μέσα στην καρδιά μας όπου κατοικεί ο Χριστός, όπως λέει ο Απόστολος: «Μήπως δε γνωρίζετε ότι ο Χριστός κατοικεί μέσα σας; Εκτός βέβαια αν αποτύχατε στη δοκιμασία».
* Φιλοκαλία, τόμος Α΄, σελ. 341, κεφ. 52.
Του αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου
Αφ” ότου έκανε τον άνθρωπο να εξοριστεί εξαιτίας της παρακοής του από τον Παράδεισο και το Θεό, ο διάβολος με τους δαίμονες έχει τη δυνατότητα να σαλεύει νοητά το λογιστικό κάθε ανθρώπου ημέρα και νύχτα· άλλου πολύ, άλλου λίγο και άλλου περισσότερο. Και το λογιστικό δεν είναι δυνατό να οχυρωθεί διαφορετικά, παρά με την ακατάπαυστη μνήμη του Θεού. Αν δηλαδή με τη δύναμη του σταυρού εντυπωθεί στην καρδιά η θεία μνήμη, θα το στερεώσει και θα το κάνει ακλόνητο. Σ” αυτό το σκοπό οδηγεί ο νοητός αγώνας, στον οποίο κάθε χριστιανός αποδόθηκε να αγωνιστεί μέσα στο στάδιο της πίστεως του Χριστού· αλλιώς θ” αγωνιστεί μάταια. Εξαιτίας αυτού του αγώνα γίνεται όλη η ποικιλότροπη άσκηση καθενός που κακοπαθεί για το Θεό, κι αυτό για να κάμψει τα σπλάχνα του Αγαθού και να του δώσει πάλι τό αρχικό αξίωμα και να σφραγιστεί στο λογιστικό του ο Χριστός, καθώς λέει ο Απόστολος: «Παιδάκια μου, για σας περνώ πάλι τους πόνους του τοκετού, ώσπου να εντυπωθεί μέσα σας ο Χριστός».
Είδατε, αδελφοί, ότι υπάρχει τέχνη πνευματική, δηλαδή μέθοδος, η οποία γρήγορα ανεβάζει αυτόν, που την ασκεί, στην απάθεια και στη θεοπτία; Βεβαιωθήκατε τώρα ότι όλη η πρακτική άσκηση θεωρείται από το Θεό όπως τα φύλλα στο δένδρο που δεν έχει καρπό; Και ότι θα πάει χαμένη σε κάθε ψυχή που δεν έχει φύλαξη του νου; Ας σπεύσομε λοιπόν, για να μην πεθάνομε άκαρποι και μετανοήσομε ανώφελα.
Ερώτηση: Από αυτό το σύγγραμμα μαθαίνομε ποια ήταν η πρακτική εκείνων που ευαρέστησαν τον Κύριο και ότι υπάρχει κάποια εργασία πνευματική, η οποία ελευθερώνει γρήγορα την ψυχή από τα πάθη και την συνδέει με την αγάπη του Θεού, η οποία είναι υποχρεωτική σε καθέναν που έγινε στρατιώτης του Χριστού· σ” αυτά δεν αμφιβάλλομε, αλλά έχομε πεισθεί τελείως. Παρακαλούμε όμως να μάθομε τι είναι προσοχή και με ποιον τρόπο αξιώνεται κανείς να την επιτύχει. Γιατί είμαστε ολότελα αμύητοι σ” αυτό το πράγμα.
Απόκριση: Στο όνομα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού που είπε: «Χωρίς εμένα δεν μπορείτε να κάνετε τίποτε», κι αφού Τον επικαλεστώ ως βοηθό και συνεργό, θα προσπαθήσω κατά τη δύναμή μου να σας παρουσιάσω τι είναι προσοχή και πώς αυτή, Θεού θέλοντος, μπορεί να κατορθωθεί.
Η προσοχή, είπαν μερικοί Άγιοι, είναι φύλαξη του νου· άλλοι, φύλαξη της καρδιάς· άλλοι την είπαν νήψη, άλλοι νοερή ησυχία και άλλοι αλλιώς. Όλα αυτά σημαίνουν ένα και τό αυτό. Όπως όταν πει κανείς ψωμί, κομμάτι και μπουκιά, έτσι σκέψου και γι” αυτά. Μάθε τώρα με ακρίβεια τι είναι προσοχή και ποιά είναι τα ιδιώματά της. Η προσοχή είναι γνώρισμα της αληθινής μετάνοιας. Η προσοχή είναι ανόρθωση της ψυχής, μίσος του κόσμου και επιστροφή της στο Θεό. Η προσοχή είναι αποδοκιμασία της αμαρτίας και επαναφορά της αρετής. Η προσοχή είναι ανεπιφύλακτη βεβαιότητα για τη συγχώρηση των αμαρτιών μας. Η προσοχή είναι η αρχή της θεωρίας, ή μάλλον η βάση της θεωρίας, γιατί μέσω αυτής ο Θεός συγκαταβαίνει κι εμφανίζεται στο νου. Η προσοχή είναι αταραξία του νου, ή μάλλον ακινησία της ψυχής, που της δόθηκε ως βραβείο από το έλεος του Θεού. Η προσοχή είναι κατάργηση των λογισμών, ανάκτορο της μνήμης του Θεού, θησαυροφυλάκιο της υπομονής των επερχομένων δοκιμασιών. Η προσοχή είναι αιτία της πίστεως, της ελπίδας και της αγάπης. Γιατί αν κανείς δεν πιστέψει, δε θα δεχτεί τα επερχόμενα λυπηρά· κι αν δεν τα δεχτεί με χαρά, δε θα πει στον Κύριο: «Είσαι βοηθός μου και καταφύγιο μου»· κι αν δεν έχει καταφύγιό του τον Ύψιστο, δε θα ενστερνιστεί την αγάπη Του.
Αυτό λοιπόν το μέγιστο των μεγίστων κατόρθωμα, οι περισσότεροι, ή και όλοι, το αποκτούν κυρίως με τη διδασκαλία. Γιατί σπανίζουν εκείνοι που χωρίς διδαχή άλλου, με την ένταση της εργασίας τους και τη θέρμη της πίστεως, το έλαβαν από το Θεό· μα το σπάνιο δεν είναι νόμος. Γι” αυτό πρέπει ν” αναζητήσομε οδηγό που δε θα πέφτει σε πλάνη, ώστε με την καθοδήγησή του να διδασκόμαστε και να διορθωνόμαστε στις δεξιές και τις αριστερές μεταπτώσεις της προσοχής, εννοώ τις ελλείψεις και τις υπερβολές που εισάγει ο πονηρός· να μας τις φανερώνει σύμφωνα με όσα έπαθε και δοκιμάστηκε ο ίδιος, και να μας υποδεικνύει τη νοητή αυτή οδό ώστε να μη μας μένει αμφιβολία, κι έτσι να την βαδίζομε με ευκολία.
Αν δεν έχεις οδηγό, πρέπει να τον αναζητάς με επιμονή. Αν όμως δε βρίσκεις, τότε αφού επικαλεστείς το Θεό και Τον ικετεύσεις με συντριβή πνεύματος και δάκρυα και ακτημοσύνη, κάνε αυτό που θα σου πω. Γνωρίζεις ότι αυτό που αναπνέομε είναι ο κοινός αέρας, και τον εκπνέομε όχι για άλλο τίποτε, παρά για την καρδιά, γιατί αυτή είναι η αιτία της ζωής και της θερμότητας του σώματος. Η καρδιά, δηλαδή, φέρνει προς τον εαυτό της τον αέρα της αναπνοής ως ένα μέσο που θα μεταφέρει έξω, με την εκπνοή, μέρος της θερμότητάς της, ώστε η ίδια να διατηρεί τη σωστή θερμοκρασία. Αίτιος, ή μάλλον υπηρέτης αυτής της λειτουργίας είναι ο πνεύμονας, που τον έκανε ο Δημιουργός με αραιή δομή ώστε σαν ένα φυσερό να εισάγει και να εξάγει χωρίς δυσκολία τον αέρα. Έτσι η καρδιά με την αναπνοή ψύχεται, αποβάλ-λοντας θερμότητα, και επιτελεί απαράβατα αυτή τη λειτουργία, στην οποία έχει οριστεί για τη διατήρηση της ζωής.
Εσύ, λοιπόν, αφού καθίσεις και συγκεντρώσεις το νου σου, πέρασέ τον στην αναπνευστική οδό που αρχίζει από τη μύτη και οδηγεί τον αέρα στην καρδιά· και ώθησε το νου σου κι ανάγκασέ τον να κατεβεί μαζί με τον εισπνεόμενο αέρα στην καρδιά. Κι όταν εισέλθει εκεί, τα μετέπειτα δεν θα είναι πλέον χωρίς ευφροσύνη και χαρά. Όπως δηλαδή ένας άνδρας που είχε απουσιάσει μακριά από το σπίτι του, όταν επιστρέψει, δεν ξέρει τι κάνει απ” τη χαρά του που αξιώθηκε να συναντήσει τα παιδιά του και τη γυναίκα του, έτσι και ο νους όταν ενωθεί με την ψυχή, γεμίζει από ανείπωτη ηδονή και ευφροσύνη. Λοιπόν, αδελφέ, συνήθισε το νου σου να μη βγαίνει γρήγορα από εκεί. Στην αρχή στενοχωρείται πάρα πολύ από το εκεί κλείσιμο και τον περιορισμό· όταν όμως συνηθίσει, δεν ανέχεται πια να περιφέρεται έξω. Γιατί η βασιλεία των ουρανών είναι μέσα μας, και καθώς ο νους την παρατηρεί εκεί και με την καθαρή προσευχή την επιδιώκει, νομίζει βδελυρά και μισητά όλα τα έξω.
Αν λοιπόν με την πρώτη προσπάθεια εισέλθεις με το νου σου στον καρδιακό τόπο που σου υπέδειξα, ευχαρίστησε και δόξασε το Θεό, και σκίρτησε και εξακολούθησε αυτή την εργασία για πάντα. Αυτή είναι που θα σε διδάξει εκείνα που δε γνωρίζεις. Πρέπει ακόμη να μάθεις και τούτο· όταν ο νους σου βρίσκεται εκεί, να μη σιωπά και να μην κάθεται αργός, αλλά να έχει ως έργο και ακατάπαυστη μελέτη του το «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με», και να μην το σταματά ποτέ. Γιατί αυτό διατηρεί το νου συγκεντρωμένο, τον αναδεικνύει ανίκητο και απρόσβλητο κατά τις επιθέσεις του εχθρού και του αυξάνει καθημερινά την αγάπη και τον πόθο του Θεού.
Αν πάλι, αδελφέ, παρά τις εντατικές σου προσπάθειες, δεν μπορείς να εισέλθεις στην περιοχή της καρδίας καθώς σου περιέγραψα, κάνε αυτό που σου λέω τώρα, και με τη βοήθεια του Θεού θα βρεις ό,τι ζητάς. Γνωρίζεις ότι το λογιστικό μέρος της ψυχής κάθε ανθρώπου βρίσκεται στο στήθος. Εκεί, μέσα στο στήθος, και όταν σωπαίνουν τα χείλη, μιλάμε και σκεπτόμαστε και συνθέτομε προσευχές και ψαλμούς και άλλα. Αφαίρεσε λοιπόν από το λογιστικό κάθε λογισμό —μπορείς, αν θέλεις—, και δώσε σ” αυτό το «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με». Και ανάγκασέ το να φωνάζει εσωτερικά πάντοτε αυτό αντί οποιαδήποτε άλλη έννοια. Αν αυτό το τηρήσεις γι” αρκετό καιρό, αναμφίβολα θα σου ανοιχτεί μέσω αυτού και η καρδιακή είσοδος, όπως έχομε γράψει και όπως κι εμείς από την πείρα έχομε μάθει. Κι ακόμη, θα έρθει σε σένα, μαζί με την πολυπόθητη και τερπνή προσοχή, κι όλη η χορεία των αρετών, αγάπη, χαρά, ειρήνη κλπ., που θα ικανοποιήσουν όλα τα αιτήματά σου με τη χάρη του Ιησού Χριστού, του Κυρίου μας. Σ” Αυτόν, μαζί με τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα, ανήκει η δόξα, η εξουσία, η τιμή και η προσκύνηση, και τώρα και πάντοτε και σ” όλους τους αιώνες. Αμήν.
Πηγή : Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, μεταφρ. Αντώνιος Γαλίτης, εκδ. Το περιβόλι της Παναγίας, 1986, δ΄τόμος, (σελ. 161-171).