Ἅγιος ΙΓΝΑΤΙΟΣ ὁ Νέος (+ 1971) Καθηγητοῦ Ἀντωνίου Μάρκου

Γιά τόν «Νέον Παντελεήμονα» τῆς Ἐκκλησίας, τόν ἀσκητή καί ἡσυχαστή «ἐν μέσῳ τοῦ κόσμου» μακάριο Ἱερομόναχο Ἰγνάτιο Μπέτση ὁ λόγος. Τό ἑπόμενο ἔτος 2011 συμπληρώνονται 40 ἔτη ἀπό τήν ὁσιακή του κοίμηση καί πυκνώνουν οἱ φωνές – φωνές συνετές καί σοβαρές – γιά τήν «ἐπ’ ἐκκλησίαις» τιμή του ὡς Ἁγίου, «κατά τούς ἐσχάτους τούτους χρόνους τῆς ἀποστασίας».

Τό κείμενο πού ἀκολουθεῖ ἀποτελεῖ ἕνα πρῶτο σχεδίασμα τοῦ Βίου τοῦ μακαρίου καί οὐρανοπολίτου ἀνδρός, μία κατάθεση μαρτυρίας – διαπίστωση τῆς ἁγιότητός του, μία πενιχρή συμβολή στή διαδικασία διακηρύξεως της ἀπό τήν παρ’ ἡμῖν, τήν Γνησία Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, Ἐκκλησιαστική Ἀρχή. Θά ἀκολουθήσει δευτερολογία, μέ κείμενο βελτιωμένο καί ἐπηυξημένο.

Ἀπό τόν Οἰκουμενισμό στήν Γνησία Ὀρθοδοξία

Ὁ μακάριος Ἰγνάτιος ἦταν λόγιος, ἡσυχαστής καί ἀγωνιστής Κληρικός. Πειραϊκῆς καταγωγῆς, σπούδασε Ἰατρική, ἀλλά γοητευμένος ἀπό τήν ἰδέα τῆς «εἰς Χριστόν» ἀφιερώσεως καί τῆς Ἱερατικῆς διακονίας, χειροτονήθηκε Ἱερεύς στήν Ἀγγλία, στήν ἐκεῖ Ἀρχιεπισκοπή τοῦ Πατριαρχείου ΚΠόλεως, ἀπό τόν Ἀρχιεπίσκοπο Θυατείρων καί Μεγ. Βρεττανίας Ἀθηναγόρα. Τό περιβάλλον τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς Θυατείρων ἦταν ἐξόχως οἰκουμενιστικό. Ἐπικρατοῦσε ἕνα κοσμικό – δυτικότροπο πνεῦμα, ἄσχετο πρός τό Ἁγιοπνευματικό περιεχόμενο τῆς Ὀρθοδοξίας. Ὁ Ἐπίσκοπος τοῦ π. Ἰγνατίου Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηναγόρας Κοκκινάκης, ἦταν γνωστοῦ καί δεδηλωμένου οἰκουμενιστικοῦ φρονήματος καί ἡ ὁμολογία του κάθε ἄλλο παρά Ὀρθόδοξος. Ὁ π. Ἰγνάτιος ὅμως ἦταν ἕνας ὑγιής νούς, μία ψυχή ἀγαθῶν προθέσεων καί προαιρέσεων, ἀφιερωμένος στόν Θεό καί τήν Ἁγία Του Ἐκκλησία. Ἄρχισε νά μελετᾶ συστηματικά τό θέμα τοῦ Νεοημερολογιτισμοῦ – Οἰκουμενισμοῦ καί νά προσεύχεται πολύ, ζητῶντας τήν βοήθεια τοῦ Κυρίου τῆς Ἐκκλησίας. Γιά τοῦτο καί ὁ Νυμφίος τῆς Ἐκκλησίας καί τῆς ψυχῆς του Χριστός, δέν ἐπέτρεψε νά χαθεῖ μέσα στή λύμη τῆς αἱρέσεως, ἀλλά ὁ Ἴδιος «ἐξήγαγε αὐτόν εἰς ἀναψυχήν».

Τό ἔτος 1956 ἦταν ἔτος θεοσημείας γιά τόν π. Ἰγνάτιο. Δέχθηκε τήν θαυμαστή ἐμφάνιση τοῦ Ἰδίου τοῦ Κυρίου, ὁ Ὁποῖος ὁδήγησε τά διαβήματά του στήν Μία καί Μοναδική Ἐκκλησία Του! Γιά τό γεγονός αὐτό ὁ μακάριος Πατήρ μιλοῦσε ἐλάχιστα (δέν ἔπρεπε ἄλλωστε νά ὁμιλεῖ καί νά τό ἀναφέρει, διότι κινδύνευε ἀφ’ ἑνός μέν νά παρεξηγηθεῖ ἀπό τούς κακόβουλους καί κακοπροαίρετους, ἀφ’ ἑτέρου δέ νά δώσει στόν πονηρό λαβή γιά λογισμούς ὑπερηφανείας). Τό ἀνέφερε ἐξομολογητικῶς στόν τότε Ἐπίσκοπο Πατρῶν Ἀνδρέα (ἔπειτα Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν, + 2005), ἀπό τόν ὁποῖο τό πληροφορήθηκε ὁ γράφων τό ἔτος 2000.

Ἡ θεοσημεία συνέβη στήν Ἀγγλία καί συνίστατο στήν ἐμφάνιση τοῦ Ἰδίου τοῦ Κυρίου, κατά τήν διάρκεια τῆς προετοιμασίας γιά τήν Θεία Λειτουργία. Κατά τήν Προσκομιδή, ἐμφανίστηκε ὁ Κύριος ὀφθαλμοφανῶς καί ἀπαντῶντας στούς λογισμούς καί τούς προβληματισμούς του, τοῦ ἔδειξε πού καί πῶς νά βρεῖ τήν Μία καί Γνησία Ἐκκλησία Του! Ὁ Ἴδιος τόν ἔστειλε στήν Ἱερά Μονή Παναγίας Κερατέας Ἀττικῆς καί στό ὠμοφόρειο τοῦ τότε Ἐπισκόπου Πατρῶν Ἀνδρέου!!!

Μετά τήν θεία αὐτή ἀποκάλυψη, ὁ π. Ἰγνάτιος «ὡς ἄλλη ἔλαφος ἐπιποθοῦσα ἐπί τάς πηγάς τῶν ὑδάτων», ἐγκατέλειψε τήν ἐξασφαλισμένη σταδιοδρομία του στίς τάξεις τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς Θυατείρων, διέκοψε (ὄχι βίαια, ἀλλά μέ τήν εὐγένεια ψυχῆς πού τόν διέκρινε), τίς πνευματικές καί διοικητικές του σχέσεις μέ τόν Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηναγόρα καί ἦρθε στήν Ἑλλάδα. Ὅταν συνάντησε στό Ἐπισκοπεῖο τοῦ ἁγ. Μοδέστου τόν Ἐπίσκοπο Ἀνδρέα καί ζήτησε νά ἐξομολογηθεῖ, ὁ Ἅγιος Πατρῶν κυριολεκτικῶς «δέν πίστευε στά αὐτιά του»! Δέχθηκε τήν ἐξομολόγησή του, ἀξιολόγησε τίς προθέσεις του, προσευχήθηκε καί ζήτησε καί ἀπό τόν ἴδιο νά προσευχηθεῖ. Εἰσήγαγε τό θέμα στήν Ἱερά Σύνοδο τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος καί μέ ἀπόφασή Της τόν ἔκανε δεκτό στό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας κατά τά προβλεπόμενα ἀπό τό Ἱεροκανονικό Δίκαιο, «διά Μύρου, Ὁμολογίας Πίστεως καί Χειροθεσίας».

Ὡς Κληρικός τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ὁ Ἱερομόναχος Ἰγνάτιος, δραστηριοποιήθηκε χωρίς μόνιμη ἕδρα καί ἐνορία. Κάλυπτε τίς ἔκτακτες ἀνάγκες τῆς Ἐκκλησίας, ἀνεξαρτήτως τοῦ χρόνου καί τοῦ τόπου πού ἐμφανίζονταν. Περιώδευε ἱεραποστολικά κυρίως τίς ἀκριτικές περιοχές, ὅπως τήν Ξάνθη, τήν Σάμο, τήν Κάλυμνο, καί τήν Κρήτη. (Ἡ δημοιευόμενη φωτογραφία εἶναι ἀπό τήν Ἱ. Μ. ἁγ. Σοφίας Καλύμνου). Ἐξυπηρετοῦσε ταπεινά καί ἀθόρυβα τίς πνευματικές καί λειτουργικές ἀνάγκες τῶν πιστῶν, θέτοντας τήν σφραγίδα τῆς πνευματικῆς του προσωπικότητος καί τοῦ ἁγίου βίου του.

Τό 1961 διορίστηκε Α’ Γραμματέας τῆς Ἱερᾶς Συνόδου (μέ Ἀρχιγραμματέα τόν Πρωτοσύγκελλο Πρωθιερέα Εὐγένιο Τόμπρο καί Β’ Γραμματέα τόν Ἱερομ. Ματθαῖο Μακρῆ, ἔπειτα Ἐπίσκοπο Ἀττικῆς καί Μεγαρίδος). Ὑπῆρξε πρῶτος ἐκδότης τοῦ Περιοδικοῦ «Ὀρθόδοξος Πνοή» (στή συνέχεια ἐπισήμου ὀργάνου τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μεσογαίας καί Λαυρεωτικῆς, τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἡ ὁποία Μητρόπολις τόν τίμησε μέ εἰδική ἡμερίδα) καί συγγραφέας σημαντικῶν γιά τήν ἐποχή του ἔργων, ὅπως τῆς «Μικρῆς Φιλοκαλίας» καί τοῦ ἀπολογητικοῦ βιβλίου «Βρεσθένης Ματθαῖος – Οἱ χειροτονίες του»).

Ὑπῆρξε ἕνας ἀσκητής μέσα στόν κόσμο. Στίς ἐλάχιστες φωτογραφίες πού ἔχουν διασωθεῖ, διακρίνεται σχεδόν ἀποστεωμένος. Τό φαγητό του ἦταν ἐλάχιστο, τόσο λίγο ὥστε ἀπό τήν κακουχία καί τήν στέρηση προσβλήθηκε ἀπό φυματίωση τῶν ἐντέρων! Ὁ πυρετός ἦταν καθη-μερινός του σύντροφος, ὅπως καί τοῦ Μεγάλου Βασιλείου. Ὁ «ἀδεφλός πόνος» ὅπως ἔλεγε, δέν τόν ἄφηνε ποτέ. Ὁ ὕπνος του κι αὐτός λιγοστός, ἀφ’ ὅσον ἔπρεπε νά ἐξοικονομεῖται χρόνος γιά μελέτη καί προσευχή. Κι ὅμως μέσα ἀπό αὐτό τό καταπονημένο σῶμα, πήγαζε ἕνας χείμαρος ἐν Χριστῶ ζωῆς. Στά ρουφηγμένα ἀπό τήν ἄσκηση μάτια του, ἔλαμπε τό φῶς τῆς Ἀναστάσεως καί ἡ βεβαιότητα τῆς οὐρανίου μακαριότητος. Καί ὁ λόγος του ἦταν μία παρακαταθήκη ἐλπίδος, λόγος παρηγορητικός, διανθισμένος μέ ἄνθη Πατερικῆς σοφίας καί ἐμπειρίες Ἁγίων (πολλές φορές κάλυπτε τίς δικές του ἐν Χριστῶ καί ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι ἐμπειρίες, κάτω ἀπό ἀναφορές σέ Ἁγίους καί Δικαίους τῆς Ἐκκλησίας). Ὡς Λειτουργός μετέδιδε τήν κατάνυξη καί ὡς Πνευματικός τήν βεβαιότητα τῆς θείας ἀγάπης καί τῆς ἐν Χριστῶ σωτηρίας.

Ὁ σημειοφόρος ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ

Ὁ μακάριος π. Ἰγνάτιος, ἀγωνιζόμενος ὑπερμέτρως γιά τήν ψυχική του σωτηρία, ἀγωνιζόμενος νά φανεῖ ἄξιος τῆς κλήσεως, ἐλεήθηκε ἀπό τόν καλέσαντα αὐτόν Κύριο μέ τά Ἁγιοπνευματικά χαρίσματα τῆς προοράσεως, τῆς παραμυθίας – παρηγορίας καί τῶν θεραπειῶν. Οἱ σχετικές μαρτυρίες, σοβαρές καί τεκμηριωμένες, εἶναι δεκάδες καί προέρχονται ἀπό ἐπωνύμους πιστούς ὅλων τῶν περιοχῶν τῆς χώρας πού ἐλεήθηκαν δι’ εὐχῶν του. (Ἡ δημοσιευόμενη φωτογραφία ἀπό συλλείτουργο στόν παλαιό Ἱ. Ν. Τιμίου Προδρόμου Ροῦφ, προεξάρχοντος τοῦ Ἐπισκόπου Πειραιῶς Ἀνθίμου Χαρίση).

Σέ πολλές περιπτώσεις ἔφθασε ἀπροειδοποίητα σέ οἰκογένειες Ὀρθοδόξων πού τόν χρειάζονταν (καί μάλιστα σέ ἀκριτικές καί ἀπομακρυσμένες περιοχές, λ.χ. τήν Κρήτη). Στήν ἐρώτηση, «πῶς καί μᾶς ἤρθατε, Πάτερ;», ἀπαντοῦσε ἁπλᾶ «εἶχα τήν πληροφορία, ὅτι μέ χρειάζεστε» (βεβαίως ἡ πληροφορία δέν ἦταν «ἐξ ἀνθρώπων»)!

Τό προορατικό του, οἱ προρρήσεις του, ἔμειναν παροιμιώδεις. Προεῖπε σέ πολλούς Χριστιανούς σημαντικά γεγονότα, σχετιζόμενα μέ τήν πνευματική, ἀλλά καί τήν κοσμική τους ζωή, ἀκόμη καί τήν διάλυση ἐνορίας τῆς Βορείου Ἑλλάδος (ἡ ὁποία τελικά πραγματοποιήθηκε 25 χρόνια μετά τήν μακαρία του κοίμηση)!

Πολλοί πιστοί, κυρίως παιδιά, ἀξιώθηκαν νά τόν δοῦν κατά τήν διάρκεια Ἀκολουθιῶν καί κυρίως τῆς Θείας Λειτουργίας λουσμένο στό ἄκτιστο φῶς τῆς Χάριτος, νά μήν πατᾶ στό ἔδαφος, ἀλλά νά ἱερουργεῖ ὡς ἄλλος τῶν Ἁγίων Πατέρων!

Ὅταν γιά ἕνα μικρό διάστημα ἐφημέρευε στόν Ἱ. Ν. Κοιμ. Θεοτόκου Καλιθέας, παρατήρησε μία δυστυχισμένη μητέρα, τήν εὐλαβεστάτη καί ἤδη μακαριστή Βασιλική Δ. πού εἶχε χάσει τόν 17χρονο γιό της ἀπό ἡλεκτροληξία, νά περνάει καθημερινά μπροστά ἀπό τήν ἐκκλησία, στή διαδρομή πρός τό κοιμητήριο. Σέ λίγο καιρό τῆς μίλησε, ἡ γυναῖκα ἄνοιξε τήν καρδιά της καί εἶπε τόν πόνο της. Ὁ καλός ποιμήν Ἰγνάτιος χρησιμοποίησε ἕνα παράδειγμα ἀπό τήν ζωή τοῦ χωριοῦ γιά νά τήν παρηγορήσει καί νά τήν χειραγωγήσει στά πνευματικά.

«Ἀδελφή – τήν ρώτησε – εἶστε ἀπό χωριό ἤ ἀπό πόλη;»
«Ἀπό χωριό», τοῦ ἀπάντησε.
«Στό χωριό σας ἔχετε κοπάδια;» τήν ξαναρώτησε.
«Ἔχουμε» ἀπάντησε ἡ δυστυχισμένη μητέρα.
«Μήπως ξέρετε τι κάνει ὁ τσοπάνης γιά νά φέρει κοντά του τήν προβατίνα;» τήν ρώτησε πάλι.
Ἡ ἀδ. Βασιλική σκέφτηκε καί τοῦ εἶπε μέ συντριβή: «Τῆς παίρνει τό ἀρνάκι»!
«Ἀκριβῶς – ἀπάντησε ὁ Πνευματοφόρος Κληρικός – τῆς παίρνει τό ἀρνάκι. Καί σᾶς ὁ Θεός σᾶς πῆρε τό «ἀρνάκι» σας γιά νά σᾶς φέρει κοντά Του»!

Ἀπό τότε ὁ πόνος καί τό πένθος ὑποχώρησαν καί ἔδωσαν τήν θέση τους τήν ἐμπιστοσύνη στό ἔλεος καί στήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἀδ. Βασιλική καί ἡ οἰκογένειά της ἔγιναν συνειδητά καί βιωματικά μέλη τῆς Ἐκκλησίας καί ἡ ἴδια ἀναλώθηκε σέ ἔργα ἀγάπης καί εὐποιϊας.

Ὁ πυρετός πού συνήθως κατέκαιε τόν π. Ἰγνάτιο, ὑποχωροῦσε ὅταν ἔβαζε τό χέρι του πάνω στούς κακουχούμενος ἀσθενεῖς καί οἱ εὐχές του, ἔστω καί ἐξ ἀποστάσεως, ἀποδεικνύονταν θεοπειθεῖς.

Τό χάρισμα τῆς παραμυθίας ἐκδηλώθηκε καί στίς περιπτώσεις δύο λαμπρῶν κληρικῶν τῆς Ἐκκλησίας τῶν Γ.Ο.Χ., τούς ὁποίους χειραγώγησε πνευματικά καί ἐνθάρρυνε στήν ἱερατική ἀφιέρωση. Ὁ πρῶτος ἦταν ὁ Παναγιώτης Βαγιάνας ἀπό τήν Ἁγιάσο τῆς Λέσβου. Ὅταν φλεγόμενος ἀπό τόν πόθο τῆς Ἱερωσύνης ἦρθε στήν Ἀθήνα τό 1957 γιά νά φοιτήσει στή Ριζάριο Ἐκκλησιαστική Σχολή, γνώρισε τήν Γνησία Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία ὅταν ἕνας συνάδελφός του τοῦ ἔδωσε ἕνα τεῦχος τοῦ «Κήρυκος Ἐκκλησίας Ὀρθοδόξων». Ἡ μελέτη τοῦ Περιοδικοῦ τόν συγκλόνισε. Εἶπε χαρακτηριστικά, «ἄν πιστεύουν ὅσα γράφουν, εἶναι αὐτό πού ψάχνει ἡ ψυχή μου»! Ἀμέσως ἔσπευσε στά τότε Γραφεῖα τῆς Ἱερᾶς Συνόδου (ἐπί τῆς ὁδοῦ Βεραντζέρου 22), ὅπου συνάντησε δύο Κληρικούς: Τόν Ἐπίσκοπο Πειραιῶς Ἄνθιμο Χαρίση (καθαιρέθηκε τό 1958, ὡς ἀρνητής τῆς Ἀρχιερωσύνης του) καί τόν μακαριστικό Ἱερομόναχο Ἰγνάτιο.

Ὅταν ἐξομολογήθηκε τόν πόθο του γιά τήν Ἱερωσύνη, οἱ ἀντιδράσεις τῶν δύο Κληρικῶν ὑπῆρξαν ἐκ διαμέτρου ἀντίθετες. Ὁ ἐπ. Ἄνθιμος τοῦ προκάλεσε ἀλγεινή ἐντύπωση, διότι «κλαιγότανε» ἐπειδή «οἱ Παλ/τες Κληρικοί δέν ἔχουν μισθούς καί ἔτσι ὄχι μόνον νά ζήσουν δέν μποροῦν, ἀλλά κάποιες φορές οὔτε καί τό εἰσητήριο τοῦ τράμ»! Ὁ Ἱερομ. Ἰγνάτιος ἀντίθετα τόν ἐνθάρρυνε καί οὐσιαστικά τόν χειραγώγησε στήν Ἱερωσύνη. Τόν ὁδήγησε στήν Ἱ. Μ. Παναγίας Κερατέας, ὅπου συναντήθηκε καί συνδέθηκε μέ τόν τότε Ἐπίσκοπο Πατρῶν Ἀνδρέα (ἔπειτα Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν), ἀπό τόν ὁποῖο καί χειροτονήθηκε Διάκονος καί Πρεσβύτερος τό ἑπόμενο ἔτος 1958, μέ τό ὄνομα Πανάρετος. Τό 1995 ὁ π. Πανάρετος, μετά ἀπό πολυετή εὐδόκιμη ὑπηρεσία στόν ἀγρό τοῦ Κυρίου, στήν Κοζάνη καί τά Τρίκαλα, ἐξελέγη καί χειροτονήθηκε Μητροπολίτης Λαρίσης καί Τυρνάβου. Κοιμήθηκε εἰρηνικά τό 2004.

Ὁ δεύτερος ὑποψήφιος Κληρικός ἦταν ὁ Ἀπόστολος Ταμπουρᾶς ἀπό τήν Καλαμπάκα. Θεωρεῖται τό κατ’ ἐξοχήν πνευματικό ἀνάστημα τοῦ π. Ἰγνατίου, ἀπό τόν ὁποῖο χειραγωγήθηκε στά πνευματικά καί ὁδηγήθηκε στήν Ἱερωσύνη. Χειροτονήθηκε Διάκονος ἀπό τόν μακαριστό Μητροπ. Ἀττικῆς καί Μεγαρίδος κυρό Μελέτιο καί μετά τόν θάνατό του (1966), διακόνησε τόν τότε Ἐπίσκοπο Πατρῶν καί ἔπειτα Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν κυρό Ἀνδρέα, μέχρι τήν χειροτονία του σέ Πεσβύτερο τό 1975. Πρόκειται γιά τόν διακεκριμένο Πνευματικό Ἱερομόναχο Ἀμφιλόχιο, ἐφημέριο τοῦ Ἱ. Ν. Γενν. Τιμίου Προδρόμου Λαρίσης καί Προϊστάμενο τῆς Ἱ. Μ. Τιμίου Σταυροῦ Ραψάνης Λαρίσης.

Ὁ διωγμός – Ἡ ἐξορία – Ὁ θάνατος

Θά φανεῖ παράξενο, ἀλλά εἶναι συνηθισμένο στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας. Ἕνας τέτοιος Κληρικός μισήθηκε ἀπό ζηλόφθονους συμπρεσβυτέρους του καί διώχθηκε ἀπό τήν Ἐκκλησιαστική του Ἀρχή, ἡ ὁποία δέν μποροῦσε νά ἀρθεῖ στό ὕψος τῶν περιστάσεων. Ὅταν στόν ἐκκλησιαστικό χῶρο κυριαρχεῖ ἡ μετριότητα, ἀσφαλῶς ὅποιος διακρίνεται ἐνοχλεῖ. Ὑπάρχουν Κληρικοί πού ἐπιζητοῦν τήν διάκριση, ἀλλά ὁ λαός (τό ἀλάνθαστο αὐτό κριτήριο τῆς Πίστεως, ἀλλά καί τῆς ἁγιότητος), τούς ἁγνοεῖ συστηματικά. Ὁ π. Ἰγνάτιος «λάθρα βιώσας», ἔλαμπε μέ τήν ἀρετή του καί ὁ πιστός λαός ἔτρεχε κοντά του γιά νά στηριχθεῖ.

Οἱ θέσεις τοῦ π. Ἰγνατίου – γιά τούς Πνευματικούς καί τό Μυστήριο τῆς Ἱερᾶς Ἐξομολογήσεως, τήν μυστηριακή ζωή, τήν ποιμαντική τῶν πιστῶν καί μάλιστα τῶν νέων, κ.λ.π. – ἦταν πολύ προχωρημένες γιά τό δικανικό – νομικιστικό πνεῦμα τῆς ἐποχῆς του (ἀκόμη καί γιά σήμερα).

Ἡ ἔκδοση τῆς «Φιλοκαλίας» σέ ἁπλῆ γλῶσσα ὑπῆρξε τόλμημα πού πολεμήθηκε (γι’ αὐτό καί δέν συνεχίστηκε ἡ ἔκδοση). Ἡ διαφορετική θεώρηση τοῦ θέματος τῶν Ἐπισκοπικῶν χειροτονιῶν τοῦ Ἁγίου Πατρός Ματθαίου, ὅπως αὐτές προκύπτουν ἀπό τό βιβλίο του «Βρεσθένης Ματθαῖος – Οἱ χειροτονίες του», χωρίς νά ἀποκλίνουν ἀπό τήν Ἱεροκανονική θεώρηση τοῦ ζητήματος, γέννησαν δυσαρέσκια καί προκάλεσαν τριβές. Κυρίως ὅμως οἱ καταγγελίες – ἀποκαλύψεις του του γιά τίς Παπικές ἐπιρροές στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, στά θέματα τῆς εἰκονογραφίας, τῆς λατρείας καί τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ βίου γενικώτερα, τόν ἔκαναν μισητό στούς συναδέλφους του «τοῦ ἑνός βιβλίου» καί δρομολόγησαν τήν πνευματική του ἐξόντωση, ἡ ὁποία τελικά ὁδήγησε καί στή φυσική του.

Μετά ἀπό μία δωδεκαετία οὐσιαστικῆς προσφορᾶς στά «παρ’ ἡμῖν» ἐκκλησιαστικά πράγματα, ὁ π. Ἰγνάτιος κρίθηκε ἀνεπιθύμητος καί ἀπελάθηκε μέ ἀπόφαση τῆς Ἱερᾶς Συνόδου στό Ἅγιο Ὄρος!!! Πρωτεργάτης τοῦ ἀνισιουργήματος ὑπῆρξε ὁ «μετ’ αὐτόν δεύτερος» Γραμματέας τῆς Ἱερᾶς Συνόδου Ἀρχιμ. Ματθαῖος Μακρῆς. Γνώρισα προσωπικῶς τόν ἄνδρα καί πρόσφερα κάποιες Κατηχητικές, Ἱεροκηρυκτικές κ.ἄ. ὑπηρεσίες (πενιχρές ἀσφαλῶς καί ἐκ τῶν ὑστέρων ἀποδεικνυόμενες ἄσκοπες καί ἄκαπρες, διότι δέν συμβάδιζαν μέ τό γενικώτερο νοσηρό πνεῦμα), μέ τήν εὐλογία του καί κάτω ἀπό τήν διοίκησή του ὡς Ἐπισκόπου Ἀττικῆς καί Μεγαρίδος. Τώρα πού ἔχει ἀπέλθει τῶν ἐγκοσμίων καί βρίσκεται ἐνώπιον τῆς κρίσεως τοῦ Θεοῦ (ἀτυχῶς βαρυνόμενος μέ τό Σχίσμα τῶν 5 πρ. Μητροπολιτῶν – τό 1995 – τοῦ ὁποίου οὐσιαστικῶς ἡγήθηκε, μέ προπέτασμα καί δῆθεν ἀφορμή τίς Δυτικές ἐπιρροές στήν Ὀρθόδοξη εἰκονογραφία, τίς ὁποίες ὁ μακάριος Ἰγνάτιος πρῶτος στόν χῶρο τῆς Ἐκκλησίας τῶν Γ.Ο.Χ. εἶχε ἐπισημάνει), μπορῶ νά καταθέσω τήν δική μου ἄποψη καί μαρτυρία. Ὁ ἐπ. Ματθαῖος ὁ Ἀρχιμανδρίτης ὑπέβλεπε τόν Ἱερομόναχο Ἰγνάτιο. Τόν θεωροῦσε ἐπικίνδυνο τόσο γιά τά ἐκκλησιαστικά μας πράγματα, ὅσο (πιθανῶς) καί γιά τήν προσωπική του ἐκκλησιαστική σταδιοδρομία (ἐνῶ ὁ π. Ἰγνάτιος ἀπέφευγε ἐπιμελῶς καί τήν ἀναφορά ἀκόμη σέ πιθανότητα προαγωγῆς του). Σταδιακά, κοινωνός τῶν συκοφαντιῶν τοῦ Ἀρχιμ. Ματθαίου ἔγινε καί ὁ ἰσχυρός ἄνδρας Πρωθιερεύς Εὐγένιος Τόμπρος. Ἀπό τήν στιγμή ἐκείνη ἡ τύχη τοῦ Ἱερομ. Ἰγνατίου ἔχει προγραφεῖ. Ἦταν ἐξαιρετικά εὔκολο γιά τό δίδυμο Ἀρχιγραμματέως (Πρωθιερέως Εὐγενίου ) καί Β’ Γραμματέως (Ἀρχιμ. Ματθαίου), νά πεισθοῦν οἱ ἁπλοί στήν σκέψη καί καλοκάγαθοι Ἀρχιερεῖς, νά ἀπομακρύνουν τόν π. Ἰγνάτιο.

Ἄν οἱ διαβολεῖς ἤθελαν τήν ἀπομάκρυνση τοῦ π. Ἰγνατίου ἀπό τήν ἐκκλησιαστική διοίκηση (τήν ὁποία ὁ μακαριστός ποτέ δέν εἶδε καί ἄσκησε ὡς κυριαρχεία καί ἐξουσία, ἀλλά ὡς ὑπηρεσία καί διακονία), θά ἀρκούνταν στήν ἀπομάκρυνσή του ἀπό τήν θέση τοῦ Α’ Γραμματέως τῆς Ἱερᾶς Συνόδου. Τό ζητούμενο ὅμως ἦταν ἡ ἀποκοπή του ἀπό τόν πιστό λαό, ἡ στέρηση τῆς δυνατότητος νά ἐπικοινωνεῖ μέ τούς πιστούς. Ἔτσι ἀποφασίστηκε ἡ ἐξορία του στό Ἅγιο Ὄρος.

Ὁ μακάριος δέχθηκε τήν ἀπόφαση μέ στωϊκότητα, σάν ἔκφραση τοῦ θελήματος καί τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. Κατά τήν διάρκεια μιᾶς συγκινητικῆς Θείας Λειτουργίας στόν Ἱ. Ν. Τιμίου Προδρόμου Ροῦφ, ἀποχαιρέτισε τά πνευματικά του τέκνα καί πῆρε μέ ἀξιοπρέπεια τόν δρόμο τῆς ἐξορίας. Ἀσθενῆς, ὡς ἄλλος Χρυσόστομος, πορεύτηκε στήν προσωπική του Κουκουσό.

Στόν Ἅθωνα ἐγκαταβίωσε στό Κελλί τοῦ ἁγ. Δημητρίου, κοντά στούς Ζηλωτές Ἁγιορείτες Πατέρες. Πέρασε τό ὑπόλοιπο τῆς μαρτυρικῆς ζωῆς του προσευχόμενος καί ἱερουργῶν, προετοιμαζόμενος γιά τήν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν.

Κοιμήθηκε εἰρηνικά τό 1971, στήν ἀκμή τῆς ἡλικίας του, στό Σανατόριο τοῦ Ἀσβεστοχωρίου Θεσσαλονίκης, καταπονημένος ἀπό τίς μεγάλες ἀσκήσεις καί κακοπάθειες στίς ὁποίες ὑπέβαλε τόν ἑαυτό του. Ἐνῶ νοσηλευόταν στό ἵδρυμα, δέν ἀνέφερε στούς θεράποντες γιατρούς του ὅτι καί ὁ ἴδιος ἦταν γιατρός, γιά νά μήν τύχει κάποιας καλύτερης μεταχειρίσεως ἀπό τούς ἄλλους ἀσθενεῖς! Ἐνταφιάστηκε ἀπό τούς Ζηλωτές Πατέρες στό Κελλί τοῦ ἁγ. Δημητρίου τῆς Ἀθωνικῆς ἐρήμου.

Ἡ συνείδησις τῆς Ἐκκλησίας

Ὁ μακάριος Ἱερομόναχος Ἰγνάτιος κατέλειπε μνήμη ἐναρέτου καί χαρισματικοῦ Κληρικοῦ. Στή συνείδηση τοῦ πληρώματος τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος κατέχει θέση Ἁγίου. Γιά τόν λαό τοῦ Θεοῦ εἶναι ἕνας μεσίτης ἐνώπιον τοῦ θρόνου τῆς θείας μεγαλωσύνης, ὁ Νέος Παντελεήμων ὅπως ἀποκαλεῖται ἀπό ὅσους ἔχουν εὐεργετηθεῖ δι’ εὐχῶν του.

Ὑπάρχουν σοβαρές καί ἀξιόπιστες μαρτυρίες γιά μετά θάνατον θαυμαστές ἐπεμβάσεις καί θεραπείες διά πρεσβειῶν του. Λ.χ. μία οἰκογένεια Ὀρθοδόξων, εὐλαβουμένη τήν μνήμη τοῦ μακαρίου Ἰγνατίου, ἀντιμετώπιζε θέμα στέγης. Ἐνῶ εἶχε ἐγκριθεῖ ἀπό τόν Ὀργανισμό Ἐργατικῆς Κατοικίας τό σχετικό δάνειο καί εἶχε βρεθεῖ τό κατάλληλο διαμέρισμα, τήν τελευταῖα στιγμή ὁ ἰδιοκτήτης του ὑπαναχώρησε. Περίλυπη ἡ οἰκογένεια ἐπικαλέστηκε τήν πρεσβεία του καί ἄναψε ἕνα κερί στή μνήμη του. Πρίν τό κερί καεῖ, ὁ ἰδιοκτήτης πῆρε τηέφωνο καί συμφώνησε γιά τήν ἀγορά! «Ταχύς εἰς ἀντίληψιν ὑπάρχεις Ἰγνάτιε», ὁμολόγησε δοξολογικῶς ὁ εὐτυχής πατέρας. Καί συμπλήρωσε: «Ταχύτατος, οὔτε τό κερί δέν πρόλαβε νά καεῖ»!

Ἡ τιμία Κάρα τοῦ Ὁσίου Πατρός Ἰγνατίου φυλάσσεται στό Κελλί Γεννήσεως Χριστοῦ Κατουνακίων Ἁγίου Ὄρους καί ἡ δεξιά του σέ πνευματικό του τέκνο στήν Ξάνθη. Τό 1985, ὁ Ἱ. Ν. Εὐαγγελιστρίας Λαρίσης ὀργάνωσε εἰδική ἐκδήλωση πρός τιμήν του καί μέ τήν εὐκαιρία αὐτή ἡ τιμία του Κάρα μεταφέρθηκε ἀπό τό Ἅγιο Ὄρος στή Λάρισα καί ἐκτέθηκε σέ προσκύνηση.

Τά ἄμφιά του διαμοιράστηκαν μεταξύ τῶν εὐλαβουμένων τήν μνήμη του (ἕνα ἐπιτραχήλιό του δωρήθηκε στόν γράφοντα ἀπό τόν Σεβ. Περιστερίου κ. Γαλακτίωνα καί στήν συνέχεια ἀπό τόν γράφοντα – ἀτυχῶς – στόν Πρωθιερέα Ἀντώνιο Γαβαλᾶ, Ἐφημέριο τοῦ Ἱ. Ν. Ἁγίας Σκέπης Ἀστόριας Ν. Ὑόρκης).

Τόν Βίο του συνέγραψε καί ἐξέδωσε τό 2002, ὁ Θεολόγος Σωτ. Χρυσανθακόπουλος, πνευματικό του τέκνο ἀπό τήν Θεσσαλονίκη. Ἐκεῖ τίθεται γιά πρώτη φορά τό θέμα – αἴτημα τῆς διακηρύξεως τῆς ἁγιότητός του.

Δι’ εὐχῶν τοῦ ἁγίου Ἱερομονάχου ΙΓΝΑΤΙΟΥ,
Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησον καί σῶσον ἡμᾶς. Ἀμήν

πηγή: ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΑΡΧΕΙΟ ΤΗΣ ΓΝΗΣΙΑΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

Share Button