Του Δημήτρη Ριζούλη
Μια μοναδική εξομολόγηση του μοναχού που είχε την ευλογία να βρίσκεται δίπλα στον Άγιο της εποχής μας, γέροντα Πορφύριο κατά τις τελευταίες στιγμές της ζωής του, φέρνει σήμερα στο φως η «κυριακάτικη δημοκρατία».
Ο αρχιμανδρίτης π. Γεώργιος Αλευράς, μιλά για πρώτη φορά για τις συγκλονιστικές τελευταίες ημέρες του γέροντα που τον συγκλόνισαν και σημάδεψαν τη ζωή του.
Η γνωριμία του π. Γεωργίου με τον γέροντα Πορφύριο έγινε το 1985 όταν πήγε να τον επισκεφτεί στο Μοναστήρι στο Μήλεσι (όπου ζούσε τότε ο π. Πορφύριος) με σκοπό να τον ρωτήσει αν πρέπει να γίνει μοναχός.
«Γνώριζα ότι επρόκειτο για έναν άνθρωπο που είχε τη χάρη του Αγίου πνεύματος» λέει ο π. Γεώργιος και προσθέτει «άκουγα ότι ήταν χαρισματικός αλλά η αλήθεια είναι ότι ήξερα πολύ λίγα πράγματα. Από την πρώτη στιγμή ένιωσα ότι ήταν ένα οικείο μου πρόσωπο».
Στη συνέχεια όμως αυτής της πρώτης γνωριμίας συμβαίνει ένα αξιοθαύμαστο γεγονός που εξέπληξε τον π. Γεώργιο.
«Όταν του είπα τι δουλειά κάνω και ότι έχω ένα κτήμα με το οποίο θέλω να ασχοληθώ μου περιέγραψε με κάθε λεπτομέρεια την τοποθεσία που βρισκόταν, τι δέντρα έχει, που είναι το κάθε δέντρο ακόμα και μια μικρή αποθήκη που υπήρχε στο πίσω μέρος χωρίς φυσικά να το έχει επισκεφθεί ποτέ. Ένα γεροντάκι λοιπόν μια νύχτα του χειμώνα μέσα στο κελί του είδε όλη μου την περιουσία με κάθε λεπτομέρεια παρότι η όρασή των ματιών του ήταν εξαιρετικά αδύναμη».
Αυτό που συνέβη στον π. Γεώργιο είναι ένα από τα αμέτρητα περιστατικά που διηγούνται άνθρωποι που τον γνώρισαν. Το μεγάλο χάρισμά του γέροντα Πορφυρίου ήταν να βλέπει πέρα από τον χώρο και τον χρόνο.
Η συνάντηση συγκλόνισε τον π. Γεώργιο. «Μην γυρίσεις στα Τρίκαλα και τα διηγηθείς αυτά και έρχονται πούλμαν πιστών» ήταν η εντολή που του έδωσε ο γέροντας φεύγοντας. Στο δρόμο της επιστροφής από το Μοναστήρι είχε τόση μεγάλη χαρά που ήθελε να κατέβει από το αυτοκίνητο και να γυρίσει στην Αθήνα τρέχοντας. Ο ίδιος έμαθε μετά από χρόνια ότι εκείνη την ημέρα ο γέροντας είπε «αυτό το παιδί μέθυσε σήμερα με το Άγιο πνεύμα».
Μετά από 2 χρόνια ο γέροντας Πορφύριος κάλεσε τον π. Γεώργιο στο κελί του στα Καυσοκαλύβια του Αγίου Όρους και του άνοιξε το δρόμο του μοναχισμού. Έμεινε ως δόκιμος για 4 χρόνια και έζησε από κοντά τις τελευταίες στιγμές του.
«Στην ηλικία του και με τα προβλήματα υγείας που είχε κανείς άλλες δε θα μπορούσε να αντέξει ούτε για λίγες μέρες στο Άγιον Όρος» λέει ο π. Γεώργιος.
«Ο γέροντας όμως παρακαλούσε τον Θεό να αφήσει την τελευταία του πνοή εκεί γνωρίζοντας ότι δεν θα είχε κατάλληλη ιατρική περίθαλψη. Έπασχε από καρκίνο, είχε προβλήματα καρδιάς, ήταν τυφλός αλλά δεν λύγιζε. Ήταν τόσο ευαίσθητη η υγεία του που ακόμα και το νερό που έπινε έπρεπε να είναι ειδικά επεξεργασμένο για να μην του προκαλεί μολύνσεις.
Στο κελί του δεν είχε ούτε ιατρικά μηχανήματα ούτε τα απαραίτητα φάρμακα και η πρόσβαση με το καράβι ήταν πολύ δύσκολη. Ακόμα και το φαγητό ήταν περιορισμένο.
Άντεξε όμως για δυο μήνες σ’ αυτή την κατάσταση με τη χάρη του Θεού. Οποιοσδήποτε άλλος άνθρωπος θα θεωρούσε αυτοκτονία να βρίσκεται σε αυτή την κατάσταση σε ένα απομονωμένο κελί του Αγίου Όρους. Για τον γέροντα όμως ήταν επιλογή και ευλογία» αναφέρει ο π. Γεώργιος.
Εκείνους τους δυο τελευταίους μήνες της ζωής του (το 1991) τον διακονούσαν πέντε μοναχοί. Η πιο ωραία στιγμή ήταν όταν το βράδυ τους καλούσε για να τους μιλήσει. Εκεί τους προετοίμαζε για να αντιμετωπίσουν όλες τις δυσκολίες της ζωής.
Ο π. Γεώργιος είχε αναλάβει να ψαρεύει για να εξασφαλίζεται η τροφή. Πολλές φορές όμως δεν τα κατάφερνε και ο γέροντας έμενε χωρίς φαγητό.
«Ο γέροντας μπορούσε να σου πει ακόμα και σε ποια σημεία της θάλασσας υπήρχαν ψάρια και όχι μόνο. Μια μέρα μου είπε να πάω σε ένα συγκεκριμένο σημείο για να μαζέψω σαλιγκάρια. Εγώ απόρησα γιατί ήξερα ότι εκεί δεν υπήρχαν σαλιγκάρια αλλά τελικά ο γέροντας είχε δίκαιο. Πήγα εκεί που μου υπέδειξε και μάζεψα εκατοντάδες! Ο γέροντας όχι μόνο τα είχε δει αλλά επιστρέφοντας μου είπε ότι είχα γλιστρήσει στο δρόμο και ότι κάποια στιγμή βαρέθηκα να τα μαζεύω και έφυγα. Καταλαβαίνετε λοιπόν την έκπληξή μου. Ένιωθα ότι είχα δίπλα μου την προστασία αυτή της θείας παρουσίας» λέει ο π. Γεώργιος.
Τους τελευταίους δυο μήνες λίγοι γνώριζαν ότι ο γέροντας είχε επιστρέψει στα Καυσοκαλύβια γι’ αυτό και οι επισκέπτες ήταν ελάχιστοι. Όσο περνούσαν οι μέρες ήξερε ότι πλησίαζε το τέλος. Τις τελευταίες 10 μέρες δεν έτρωγε καθόλου. Ο π. Γεώργιος δεν ήθελε να το πιστέψει και ήλπιζε σε ένα θαύμα, όμως ο γέροντας φρόντισε να τον προετοιμάσει.
«Με κάλεσε την τελευταία μέρα στις 2 Δεκεμβρίου 1991, ζήτησε να είμαι μόνος μου και μου είπε “παιδί μου να ρίξεις τα κοφίνια αύριο στη θάλασσα και όσα ψάρια πιάσεις να τα στείλεις στο Μοναστήρι μου στο Μήλεσι”.
Ουσιαστικά μου είπε ότι από την επόμενη μέρα δε θα χρειάζεται πλέον να φροντίζω για την τροφή του και αντιλήφθηκα ότι ο γέροντας φεύγει …;» διηγείται με συγκίνηση ο π. Γεώργιος και συμπληρώνει: «Έπεσα τότε στο προσκέφαλό του, προσευχόμενος και σκεπτόμενος όλη την πορεία της ζωής του.
Ο γέροντας που γνώριζε τις σκέψεις μου συγκινήθηκε και τράβηξε τα χέρια του από πάνω μου για αποφορτιστεί. Δε μου ζήτησε όμως να φύγω. Ήθελε να μείνω δίπλα του γονατιστός και αυτό κράτησε ώρες. Ήξερα ότι ζούσα τις τελευταίες του στιγμές. Στις 9 το βράδυ ξεκίνησε η πρώτη καρδιακή κρίση που υποχώρησε για να επανέλθει αργότερα. Ο γέροντας υπέφερε αλλά ήταν γαλήνιος. Ακόμα και εκείνη την ώρα προσευχόταν με την αρχιερατική προσευχή του Ιησού και επαναλάμβανε τη φράση «ινα ώσιν εν». Αυτά ήταν και τα τελευταία λόγια του.
Σήμερα μπορεί κάποιος να καταλάβει πολύ καλύτερα από τότε πόση ανάγκη έχει ο λαός του Θεού αυτή την αρχιερατική προσευχή του Ιησού.
Ο γέροντας είναι βέβαιο ότι ήθελε να προειδοποιήσει για τις δύσκολες μέρες που θα ερχότανε γι’ αυτό και πάντα μας έλεγε “μέσα από τη συμφορά θα έρθει η ελπίδα και θα εμφανιστεί ένας σπουδαίος άνθρωπος του Θεού που θα συνεγείρει και θα ενώσει τον κόσμο στο καλό» καταλήγει ο π. Γεώργιος.
Έτσι ο γέροντας εκοιμήθη ταπεινά στο κελί του, όπως επιθυμούσε, μέσα στη γαλήνη του Θεού.
Κανείς δεν πληροφορήθηκε το θάνατό του . Είχε ζητήσει στην κηδεία του να μην υπάρχει κόσμος. Φρόντισε γι’ αυτό ο Θεός και τις δυο επόμενες μέρες η σφοδρή κακοκαιρία δεν επέτρεψε σε κανέναν να πλησιάσει στα Καυσοκαλύβια.
Ετάφη στο προαύλιο, σε μια λωρίδα γης του περιβολιού της Παναγίας, καλογερικά, ήσυχα και ταπεινά.
«Ο γέροντας δεν ήθελε ούτε στη ζωή του ούτε μετά θάνατον να φανούν σημεία Aγιότητος και το ζητούσε αυτό από το Θεό στην προσευχή του, ωστόσο τα δυο του χέρια κατά την εκταφή του (τρια χρόνια μετά) ήταν άφθαρτα» λέει ο π. Γεώργιος και καταλήγει λέγοντας: «Όλοι όσοι ήμασταν κοντά του νιώθουμε συνεχώς την παρουσία του.
Εγώ όταν αντιμετώπισα ένα σοβαρό πρόβλημα και τον επικαλέστηκα είχα βοήθεια. Ήρθε στον ύπνο μου και με συμβούλευσε. « Ένα όνειρο ήταν» μπορεί να πουν κάποιοι, αλλά για μένα ήταν κάτι πολύ σπουδαιότερο και αληθινό».
Το 1986 ο γέροντας είχε αποκαλύψει στα πνευματικά του παιδιά ότι σκεφτόταν να δημιουργήσει κάτι σπουδαίο (ισάξιο με τις Πράξεις των Αποστόλων όπως έλεγε) για να βοηθήσει χιλιάδες ανθρώπους αλλά συναντούσε τεράστια εμπόδια.
Ο π. Γεώργιος πιστεύει σήμερα ότι ο γέροντας ήθελε να δημιουργήσει ένα Ίδρυμα συμπαράστασης σε όσους έχουν ανάγκη και είναι αποφασισμένος να το υλοποιήσει έστω και τώρα.
Ήδη κατασκεύασε μια μεγάλη εικόνα της Παναγίας που την αφιέρωσε στον γέροντα και την ονόμασε «ινα ωσιν εν» ενώ αντίγραφό της δόθηκε και στη Ρωσική Εκκλησία γιατί ο γέροντας είχε πάρει τη χάρη να γίνει μοναχός από έναν Ρώσο ασκητή.
Παράλληλα σε συνεργασία με τον Ιωάννη Κορνιλάκη και την μη κερδοσκοπική οργάνωση «Ελαία» προετοίμασε την έκδοση ενός μνημειώδους βιβλίου με τα ανέκδοτα χειρόγραφα του «Αγίου της πολιτικής» Ιωάννη Καποδίστρια.
Τα σχέδια του για το μέλλον αφορούν την επέκταση αυτού του έργου και σε άλλες δραστηριότητες για την διατήρηση της παρακαταθήκης του γέροντα Πορφυρίου.