π. Φιλόθεος Ζερβάκος,

 

π. Φιλόθεος Ζερβάκος,
(1884 – 1980),
Ὁ Ὅσιος τῆς Πάρου Ὁ Ἀσκητής καί Ἱεραπόστολος.
π. Φιλόθεος Ζερβάκος
Σύντομη βιογραφία
    Στὸν πολυτάραχον 20ὸν αἰώνα ἀνάμεσα στὸ ποικιλοτρόπως δοκιμαζόμενον ἑλληνικὸν ἔθνος ἔζησε ἕνας ἥρωας τοῦ Πνεύματος, ἕνας ἀληθινὸς ἐργάτης τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ ὁ ὁποῖος κατηνάλωσε ὅλες του τὶς δυνάμεις, σωματικὲς καὶ πνευματικές, γιὰ τὴν ἀγάπην πρὸς τὸν ἄνθρωπον, τὴν πίστιν τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν δόξαν τῆς Ὀρθοδοξίας.     Γεννήθηκε τὸν Μάϊον τοῦ 1884 στὸ χωρίον Πάκια τῆς Λακωνίας ἀπὸ εὔπορους ἀλλὰ εὐλαβεῖς καὶ θεοφοβούμενους γονεῖς, τὸν Παναγιώτην καὶ τὴν Αἰκατερίνην Ζερβάκου. Ἡ εὐσέβεια τῶν γονέων του ἀποδεικνύεται καὶ ἀπὸ τὴν θεάρεστον πρᾶξιν τῆς εὐλαβοῦς μητρός του ἡ ὁποία, μετὰ τὴν κοίμησιν τοῦ συζύγου της, ἔγινε Μοναχή. Ὁ κατὰ σάρκα υἱὸς της ἔγινε κατὰ πνεῦμα πατὴρ αὐτῆς. Ἡ εὐλογημένη βιοτὴ τοῦ εὐλαβοῦς Κωνσταντίνου (ἦτο τὸ ὄνομα ποὺ τοῦ ἐδόθη κατὰ τὸ Ἅγιον Βάπτισμα), ἐνέπνευσε καὶ τὴν κατὰ σάρκαν ἀδελφήν του καὶ τὴν ὁδήγησε εἰς τὴν τάξην τῶν μοναζουσῶν.     Ὁποῖος ἔμελλε νὰ καταστῆ ὁ μικρὸς Κωνσταντῖνος ἐφάνη ἀπὸ τὴν παιδικὴν καὶ ἐφηβικὴν του ἡλικίαν. Ἦτο στολισμένος μὲ πολλὰ χαρίσματα. Εἶχε σεβασμὸν καὶ ὑπακοὴν εἰς τοὺς καλοὺς γονεῖς ἀλλὰ κυρίως ἀγάπην ἄμετρον πρὸς τὸν Οὐράνιον Πατέρα, τὴν Παναγίαν Μητέρα Του καὶ πρὸς πάντας τοὺς Ἁγίους. Μὲ τὴν αὔξησιν τῆς σωματικῆς ἡλικίας ἡ πρὸς τὸν Θεὸν ἀγάπη γιγάντωνε καὶ κατελάμβανε τὸ εἶναι τοῦ ἐναρέτου Κωνσταντίνου.     Ὅταν ὑπηρέτησεν ἐπὶ 3 ἔτη ὡς διδάσκαλος εἰς τὸ χωρίον Φοινίκι τῆς Λακωνίας, πολλὰ θαυμαστὰ σημεῖα ἔβλεπαν οἱ μικροὶ μαθηταί του ἀλλὰ καὶ οἱ μεγάλοι ποὺ τὸν συναναστρέφοντο. Ὁ μακαριστὸς Παντελεήμων Κορωναῖος, κάτοικος τοῦ χωρίου Φοινίκι ἔλεγεν εἰς τὰς ἀδελφάς του Ἱ. Ἡσυχ. Θαψανῶν πὼς τὸν εἶδεν μὲ τὰ αἰσθητὰ μάτια του νὰ μὴν πατᾶ ἐπάνω στὴν γῆν. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ τὸ διεβεβαίωναν καὶ ἄλλοι κάτοικοι τοῦ προνομιούχου αὐτοῦ χωρίου. Καὶ πῶς νὰ μὴν ἔδειχνε ὁ Ἅγιος Θεὸς εἰς τοὺς ἁπλοϊκοὺς ἀνθρώπους θαυμαστὰ σημεῖα, ἀφοῦ ὁ ἐνάρετος Κων/νος μετὰ τὴν προσφοράν του εἰς τὸ σχολεῖον ἀναζητοῦσε τὸν Πλάστην του διὰ τῆς θερμῆς προσευχῆς σὲ χώρους ἐρημικούς;     Γρήγορα, ὁ θεῖος ζῆλος του ἀπὸ μικρὸ ρυάκι ἔγινε μεγάλος ποταμὸς ὁ ὁποῖος τὸν κατέκλυσε. Δὲν ἔβλεπε τίποτε ἄλλο ἀπὸ τὸν Ἅγιον Θεὸν καὶ τὴν Παναγίαν Μητέρα Του. Ἡ μεγάλη ἀπόφασις δὲν ἄργησε νὰ τοῦ σβύση κάθε ἄλλην ἀνθρώπινη καὶ νόμιμη ἀγάπην, ἀκόμη καὶ πρὸς τοὺς καλοὺς γονεῖς του. Ἀνυπόδητος καὶ μὲ τὸ Εὐαγγέλιο στὸ χέρι ἀνεχώρησεν ἀπὸ τὴν ἐπίγεια πατρίδα μὲ σκοπὸ νὰ φθάση στὴν Οὐράνια Πατρίδα, τὴν Ἄνω Ἱερουσαλήμ.     Ὅποιους πολέμους, θλίψεις καὶ δοκιμασίες πέρασε κατὰ τὴν διαδρομὴν αὐτήν, γνωρίζει μόνον ὁ Ἅγιος Θεὸς καὶ ὁ καλὸς Κων/νος. Πολλὲς φορὲς στερήθηκε καὶ αὐτὸν τὸν ἐπιούσιον ἄρτον, τὰ ἀναγκαῖα ἐνδύματα καὶ τὰ ὑποδήματα. Τὸ κορύφωμα τῆς δοκιμασίας του ἦτο ἡ καταπόνησις τῆς σωματικῆς του ὑγείας. Ὅμως ἡ Θεία βοήθεια δὲν ἄργησε νὰ ἔρθη. Ἐδέχθη οὐράνιαν τροφὴν ἀπὸ Ἅγιον Ἄγγελον καὶ θαυμαστὴν σωματικὴν θεραπείαν.     Κατὰ τὴν ὁδοιπορίαν του ἐγνώρισε ἐναρέτους ἄνδρας, μεγάλα ἀναστήματα τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῶν Γραμμάτων. Παρηκολούθησε τὶς ἱερὲς ἀγρυπνίες εἰς τὸν Προφήτην Ἐλισσαῖον μὲ λειτουργὸν τὸν Ἅγιον Νικόλαον τὸν Πλανᾶν καὶ ἱεροψάλτας τοὺς πρύτανεις τῶν Γραμμάτων Ἀλεξάνδρους, Παπαδιαμάντην καὶ Μωραϊτίδην. Ὅμως ἡ μεγαλυτέρα εὐλογία ἦτο ἡ πνευματικὴ γνωριμία του μὲ τὸν θαυματουργὸν Ἅγιον τοῦ αἰῶνος μας, τὸν Ἅγιον Νεκτάριον.     Ἡ ὁριστικὴ ἀπόφασις νὰ ἀκολουθήση τὴν στενὴν καὶ τεθλιμμένην ὁδὸν τῆς μοναχικῆς ζωῆς ἐλήφθη. Ὅμως ἡ ἐκλογὴ τοῦ τόπου δὲν ὁριστικοποιήθηκε. Ἡ καρδία τοῦ εὐλαβοῦς νέου ἔκλινε πρὸς τὸ Περιβόλι τῆς Παναγίας, τὸ Ἅγιον Ὄρος. Ὅμως, τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ ἦτο ἡ Ἱ. Μονὴ τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς Λογγοβάρδας εἰς τὴν νῆσον Πάρον. «Ὅπου καὶ νὰ πᾶς, στὴν Λογγοβάρδαν θὰ καταλήξης», τοῦ εἶπε ὁ Ἅγιος Νεκτάριος. Καὶ ἐκεῖ κατέληξε, σωθεὶς ἀπό βέβαιον θάνατον ὑπὸ τοῦ Ἁγίου Μεγαλομάρτυρος Δημητρίου, εἰς τὴν Θεσσαλονίκην.     Ἡ ἐπανθοῦσα Ἱ. Μονὴ τῆς Λογγοβάρδας τὸν ἐδέχθη τὸ 1907 μὲ πολλὴν ἀγάπην. Πολὺ νωρὶς λαμβάνει τὸ Μέγα καὶ Ἀγγελικὸν Σχῆμα καὶ τὸ 1912 χειροτονεῖται Ἱερεὺς καὶ στὴ συνέχεια Πνευματικός.     Τὸ πόσον εἰργάσθη εἰς τὸν πνευματικὸν ἀγρὸν τῆς Ἐκκλησίας τὸ μαρτυροῦν τὰ ἀναρίθμητα πνευματικὰ του τέκνα ὅπου γῆς εὑρισκόμενα. Μὲ τὰ πενιχρὰ συγκοινωνιακὰ μέσα τῆς ἐποχῆς ἐκείνης, ἀφήνοντας τὴν ἀγαπητὴν του ἡσυχίαν ἔφθανε σὲ κάθε σημεῖον τῆς πατρίδος προσφέροντας εἰς τοὺς πονεμένους ἀδελφοὺς χριστιανοὺς τὴν πνευματικὴν τροφοδοσίαν τοῦ Θείου Λόγου καὶ τῆς Ἱερᾶς Ἐξομολογήσεως. Ὑπὸ τὴν σκιὰν τοῦ καρποφόρου δένδρου τὸ ὁποῖον ἡ Θεία Πρόνοια ἐφύτευσεν εἰς τὴν Ἱερὰν Μάνδραν τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς Λογγοβάρδας, ποτιζόμενον ἀπὸ τὰ νάματα τῶν χαρίτων τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, ἐδροσίζοντο οἱ καταπονημένοι στρατοκόποι τῆς ζωῆς καὶ ἀπὸ τοὺς γλυκεῖς καρποὺς του ἐτρέφοντο ὑλικῶς καὶ πνευματικῶς ἀναρίθμητες ὑπάρξεις ἐπὶ δεκαετίας.     Πέραν ἀπὸ τὸ συγγραφικὸν του ἔργον, ὡς Πνευματικὸς ἀνέπτυξε μεγάλην ἀλληλογραφίαν. Τὰ ἐπιστολόχαρτα περιβεβλημένα πάμπολλα ἀνθρώπινα προβλήματα ἔφθαναν στὸ ταπεινὸ κελλάκι του. Καὶ σκυμμένος ἐπάνω στὸ ὑποτυπῶδες γραφεῖο του μὲ τὸ φῶς τοῦ λυχναριοῦ ἢ τῆς λάμπας πετρελαίου ἔγραφε, ἔγραφε μέχρι τὰ μεσάνυχτα καὶ περισσότερο, γιὰ νὰ προσφέρη τὶς λύσεις τῶν προβλημάτων χαρίζοντας τὴν παρηγορίαν καὶ τὴν ἀνακούφισιν. Καὶ ὁ Οὐρανὸς προσέφερε πλουσιοπαρόχως τὴν ἐκπλήρωσιν τῶν αἰτημάτων. Θεραπεῖαι ψυχῶν καὶ σωμάτων.     Οἱ ἄνθρωποι ἔτρεχαν στὸν Ἅγιο Γέροντα, ὅπως εἶχε ἐπικρατήσει νὰ τὸν ἀποκαλοῦν ὅλοι, μικροὶ καὶ μεγάλοι, ὅταν ἤθελαν νὰ ἀναφερθοῦν στὸν π. Φιλόθεον. Πολλὰ πνευματικὰ του τέκνα κυρίως ἀπὸ τὴν Ἀθήνα καὶ ἀλλαχοῦ ἔτρεχαν νὰ περάσουν τὶς Ἅγιες Ἡμέρες τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος, τῆς Ἀναστάσεως καὶ τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς εἰς τὴν Λογγοβάρδαν κοντὰ στὸν π. Φιλόθεον. Διότι ἦτο ἀνεπανάληπτος Λειτουργὸς τῶν Θείων Μυστηρίων. Ἡ μεγάλη εὐλάβειά του συνδυασμένη μὲ τὴν καλλιφωνίαν καὶ τὴν βυζαντινὴν ἀπόδοσιν τῶν Ὀρθοδόξων ὕμνων συνεῖχαν κάθε πιστὸν ὁ ὁποῖος εὑρίσκετο εἰς τὸν ναόν.     Καὶ ὁ ἱερὸς Λειτουργὸς μετὰ ἀπὸ τὴν τέλεσιν τῶν Ἱερῶν Ἀκολουθιῶν προσέφερε εἰς τοὺς ἐκκλησιαζομένους τὸν Θεῖον Λόγον καὶ τὴν Ἱερὰν Ἐξομολόγησιν χωρὶς νὰ ὑπολογίζη τὴν δικήν του σωματικὴν ἀνάπαυσιν. Τὴν ἀρχὴν του αὐτὴν ἐτήρησε μέχρι τὸ τέλος τῆς ζωῆς του.     Τὸ βράδυ τῆς 7ης Μαϊου τοῦ 1980 ἐξομολόγησε τὴν τελευταίαν ψυχὴν ποὺ ἐζήτησε νὰ τὴν δεχθῆ. Καὶ τὸ πρωὶ 5:00 π.μ. τῆς 8ης Μαϊου ἄφησε τὴν τελευταία του πνοὴν εἰς τὸ κελλάκι του, εἰς τὸ Ἱ. Ἠσυχ. τῆς Παναγίας Μυρτιδιωτίσσης τῶν Θαψανῶν, ὅπου παρέμενε τὴν τελευταίαν δεκαετίαν μονίμως καὶ ὅπου εἶχε ἑτοιμάσει τὸν τάφον του.     Εἰς τὴν Νεκρώσιμον Ἀκολουθίαν τὸν ἐτίμησαν μὲ τὴν παρουσίαν τους Ἀρχιερεῖς, Ἱερεῖς, Ἱερομόναχοι, Μοναχοὶ καὶ ἀναρίθμητον πλῆθος πνευματικῶν τοῦ τέκνων. Ἡ κατάθεσις τοῦ Ἱεροῦ τοῦ Σκηνώματος εἰς τὸν τάφον ἔγινε τὸ ἀπόγευμα τῆς ἑπομένης ἡμέρας. Εἶχαν περάσει 36 ὧρες. Νεκρικὴ ἀκαμψία δὲν ὑπῆρχε, ὅπως συμβαίνει εἰς ὅλους τοὺς μοναχούς. Πνευματικὸν του τέκνον σὲ ἀναπηρική καρέκλα μὴ δυνάμενον νὰ ἀσπασθῆ τὸ Ἱερὸν Λείψανον ἔλαβεν ἀπὸ τοὺς βαστάζοντας τὸ φέρετρον, τὸ χέρι του καὶ τὸ ἀσπάσθηκε.     Τὸ βράδυ τῆς 9ης Μαΐου ὁ Ἅγιος Γέροντας ἀνεπαύετο εἰς τὸν τάφον του. Τὸν εἶχεν ἑτοιμασμένον ἀπὸ τὸ 1970 ὅταν, μὲ τὴν συνδρομὴν πνευματικῶν του τέκνων, ἔκτισε τὸν πρῶτον Ἱερὸν Ναὸν τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου στὴν Πάρο εἰς τὸν αὔλειον χῶρον τοῦ Ἱ. Ἠσυχ. Παναγίας Μυρτιδιωτίσσης τῶν Θαψανῶν.     Παρέμεινε εἰς τὸν τάφον μέχρι τὸ 1993 ὁπότε ἔγινε ἡ ἀνακομιδὴ τῶν Ἱερῶν του Λειψάνων κατόπιν ἐπιμονῆς τῶν ἁπανταχοῦ πνευματικῶν του τέκνων.     Κροκοβαφῆ τὰ ἱερὰ ὀστὰ καὶ ἡ Ἁγία Κάρα φυλάσσονται εἰς τὸ Καθολικόν τοῦ Ἱ. Ἡσυχαστηρίου. Πολλοὶ Ἱερεῖς, Ἱερομόναχοι, Μοναχοί, Ἱεροὶ Ναοὶ καὶ Ἱεραὶ Μοναί μᾶς παρακαλοῦν νὰ τοὺς ἀποστείλωμεν μικρὸν τεμάχιον ἐκ τῶν Ἱερῶν Λειψάνων διὰ εὐλογίαν. Καὶ ἀπὸ αὐτὴν τὴν μακρυνὴν Αὐστραλίαν, Ἀμερικήν, Καναδᾶ, ἀκόμη καὶ ἀπὸ τὴν παγωμένην Ἀλάσκαν μᾶς ἐζητήθη ἡ εὐλογία αὐτή.     Αἱ ἅγιαι πρεσβεῖαι του εὐχόμεθα νὰ σκέπουν, νὰ εὐλογοῦν κάθε ψυχὴν ποὺ τὸν ἐγνώρισεν εἴτε ἐν ζωῇ εἴτε διὰ μέσου τῶν ὅσων ἔχουν γραφεῖ διά τὸν Ἅγιον Πατέρα καὶ νὰ προστατεύουν τὴν Ἑλλάδα, τὴν χώραν τῶν Μαρτύρων καὶ Ἁγίων, ὅλους τούς Ἕλληνας, τοὺς Ὀρθοδόξους ὅπου γῆς καὶ ὅλο τὸ ἀνθρώπινον γένος. Ἀμήν.
Share Button