Υπάρχει μια ιστορία στο Πρώτο Ρωσικό χρονικό, για το πως ο Βλαδίμηρος, πρίγκηπας του Κιέβου, ενώ ήταν ακόμα ειδωλολάτρης, θέλησε να μάθει ποιά είναι η αληθινή θρησκεία και γι’ αυτό έστειλε τους ακολούθους του να επισκεφθούν τις διάφορες χώρες του κόσμου με τη σειρά. Πρώτα πήγαν στους μουσουλμάνους Βούλγαρους του Βόλγα, αλλά παρατηρώντας πως αυτοί όταν προσεύχονταν κοιτούσαν γύρω τους σαν δαιμονισμένοι, οι Ρώσοι, συνέχισαν ανικανοποίητοι το δρόμο τους. «Δεν υπάρχει χαρά ανάμεσα τους», έστειλαν αναφορά στο Βλαδίμηρο, «μόνο θλίψη και δυσωδία· και δεν υπάρχει τίποτε το καλό στο σύστημά τους». Ταξιδεύοντας κατόπιν στη Γερμανία και στη Ρώμη βρήκαν τη λατρεία πιό ικανοποιητική, παραπονέθηκαν όμως πως κι εδώ δεν υπήρχε ομορφιά. Τελικά έφτασαν στην Κωνσταντινούπολη κι εδώ, επί τέλους, καθώς παρακολουθούσαν τη Θεία Λειτουργία στην εκκλησία της Αγίας Σοφίας, ανακάλυψαν αυτό που ποθούσαν. «Δεν ξέραμε αν βρισκόμαστε στη γη ή στον ουρανό, γιατί σίγουρα, τέτοια λαμπρότητα και ομορφιά δεν υπάρχουν πάνω στη γη. Δεν μπορούμε να το περιγράψουμε: μόνο αυτό ξέρουμε, πως ο Θεός κατοικεί εκεί ανάμεσα στους ανθρώπους και πως η λατρεία τους ξεπερνά τη λατρεία όλων των άλλων λαών. Γιατί δεν μπορούμε να ξεχάσουμε εκείνη την ομορφιά».
Στην ιστορία αυτή μπορούμε να δούμε πολλά χαρακτηριστικά της Ορθόδοξης Χριστιανοσύνης. Είναι πρώτα απ’ όλα η έμφαση στη θεϊκή ομορφιά: «Δεν μπορούμε να ξεχάσουμε εκείνη την ομορφιά: φαίνεται σε πολλούς πως το ιδιαίτερο δώρο των Ορθοδόξων λαών -και ιδιαίτερα του Βυζαντίου και της Ρωσίας- είναι αυτή η δύναμη να συλλαμβάνουν την ομορφιά του πνευματικού κόσμου, και να εκφράζουν αυτή την ουράνια ομορφιά στη λατρεία τους.
Είναι δε χαρακτηριστικό το ότι οι Ρώσοι είπαν: «Δεν ξέρουμε αν βρισκόμαστε στον ουρανό ή στη γη». Η λατρεία για την Ορθόδοξη Εκκλησία, δεν είναι τίποτε άλλο παρά ο «ουρανός επί γης». Η Θεία Λειτουργία είναι κάτι που αγκαλιάζει δυο κόσμους συγχρόνως, γιατί και στον ουρανό και στη γη η Λειτουργία είναι η ίδια -ένας βωμός, μια θυσία, μια παρουσία. Σε κάθε τόπο λατρείας, όσο ταπεινή κι αν είναι η εξωτερική του εμφάνιση, ενώ οι πιστοί συναθροίζονται για να εκτελέσουν τη θεία Ευχαριστία, ανυψώνονται σε «ουράνιους χώρους».
Σε κάθε τόπο λατρείας, όταν προσφέρεται η θεία θυσία, δεν παρευρίσκονται μόνο το τοπικό εκκλησίασμα, αλλά ολόκληρη η Εκκλησία -οι άγιοι, οι άγγελοι, η Μητέρα του Θεού, και ο Χριστός ο ίδιος: -Νυν αι δυνάμεις των ουρανών συν ημίν αοράτως λατρεύουσιν». «Αυτό ξέρουμε, ότι ο Θεός κατοικεί εκεί ανάμεσα στους ανθρώπους».
Οι Ορθόδοξοι, εμπνευσμένοι απ’ αυτό το όραμα του «ουρανού επί γης», πάσχισαν να κάνουν τη λατρεία τους σε εξωτερική λαμπρότητα και ομορφιά εικόνα της μεγάλης Λειτουργίας στον ουρανό. Το έτος 612 μ.Χ. στο προσωπικό της Αγίας Σοφίας άνηκαν 80 ιερείς, 150 διάκονοι, 40 διακόνισσες, 70 υποδιάκονοι, 160 αναγνώστες, 25 ψάλτες και 75 φύλακες• αυτό δίνει μια αμυδρή ιδέα του μεγαλείου της Λειτουργίας που παρακολουθούσαν οι ακόλουθοι του Βλαδίμηρου. Ωστόσο, κι’ αυτοί που είχαν την εμπειρία της Ορθόδοξης λατρείας κάτω από πολύ διαφορετικό εξωτερικό περιβάλλον ένοιωσαν, όχι λιγότερο από εκείνους τους Ρώσους του Κιέβου την παρουσία του Θεού ανάμεσα στους ανθρώπους. Ας γυρίσουμε, για παράδειγμα, από το πρώτο Ρωσικό χρονικό σε ένα γράμμα μιας Αγγλίδας, γραμμένο το 1935:
«Το πρωινό ήταν τόσο παράξενο. Μια πολύ βρώμικη και ελεεινή πρεσβυτεριανή αίθουσα ιεραποστολής σ’ ένα στάβλο πάνω από ένα συνεργείο που παραχωρείται κάθε 15 μέρες στους Ρώσους για να λειτουργούνται. Ένα στημένο τέμπλο και μερικές σύγχρονες εικόνες. Ένα ακάθαρτο πάτωμα για να γονατίσεις…Κι έδώ μέσα, δύο μεγαλοπρεπείς γέροντες ιερείς και ένας διάκονος, σύννεφα από λιβάνι και, κατά την Αναφορά, μια κυρίαρχη, υπερφυσική αίσθηση».
Υπάρχει και ένα τρίτο χαρακτηριστικό της Ορθοδοξίας το οποίο διευκρινίζει η ιστορία των ακολούθων του Βλαδίμηρου.
Όταν θέλησαν να ανακαλύψουν την αληθινή πίστη, οι Ρώσοι δεν ζήτησαν ηθικούς κανόνες, ούτε απαίτησαν λογική διατύπωση του δόγματος, αλλά παρακολούθησαν τα διάφορα έθνη στην προσευχή τους. Η Ορθόδοξη προσέγγιση της θρησκείας είναι βασικά λειτουργική προσέγγιση, που κατανοεί το δόγμα στα πλαίσια της θείας λατρείας: δεν είναι σύμπτωση το ότι η λέξη «Ορθοδοξία» δηλώνει ταυτόχρονα ορθή πίστη και ορθή λατρεία, γιατί αυτά τα δύο είναι αχώριστα. Αληθώς έχει ειπωθεί για τους Βυζαντινούς ότι: «Το δόγμα γι’ αυτούς δεν είναι μόνο ένα διανοητικό σύστημα το οποίο καταλαβαίνεται από τον κλήρο και ερμηνεύεται στους λαϊκούς, αλλά ένα πεδίο όρασης μέσα στο οποίο βλέπουμε όλα τα πράγματα στη γη σε σχέση των πραγμάτων στον ουρανό, πρωταρχικά διά του λειτουργικού εορτασμού. Με τα λόγια του Γεωργίου Φλωρόφσκυ: «Ο Χριστιανισμός είναι μία λειτουργική θρησκεία. Η Εκκλησία είναι πρώτα απ’ όλα μια λατρευτική κοινότητα. Η λατρεία έρχεται πρώτη, το δόγμα και η ηθική δεύτερα».
Αυτοί που επιθυμούν να μάθουν για την Ορθοδοξία δεν χρειάζεται τόσο να διαβάσουν βιβλία, όσο να ακολουθήσουν το παράδειγμα της συνοδείας του Βλαδίμηρου και να παρευρεθούν στη Λειτουργία. Όπως ο Φίλιππος είπε στο Ναθαναήλ: «Έρχου και ίδε» (Ιωάν. α΄ 47).
Επειδή προσεγγίζουν τη θρησκεία μ’ αυτό το λειτουργικό τρόπο, οι Ορθόδοξοι συχνά αποδίδουν σε λεπτομερή σημεία τελετουργίας μια σπουδαιότητα που εκπλήσσει τους δυτικούς χριστιανούς. Αλλά μιας και καταλάβαμε την κύρια θέση της λατρείας στη ζωή του Ορθοδόξου, ένα περιστατικό όπως το σχίσμα των Παλαιοπίστων δεν θα φαίνεται πια εντελώς ακατάληπτο: εάν η λατρεία είναι η πίστη σε δράση, τότε λειτουργικές αλλαγές δεν μπορούν να αντιμετωπίζονται επιπόλαια. Είναι χαρακτηριστικό το ότι ένας Ρώσος συγγραφέας του ΙΕ΄ αιώνα όταν επιτίθετο κατά της Συνόδου της Φλωρεντίας, βρήκε σφάλμα στους Λατίνους, όχι για οτιδήποτε λάθος στο δόγμα, αλλά για τη συμπεριφορά τους στη λατρεία:
«Τί έχετε δει που να αξίζει ανάμεσα στους Λατίνους; Ούτε καν ξέρουν πως να σέβονται το ναό του Θεού. Υψώνουν τις φωνές τους σαν τρελοί και το τραγούδι τους είναι ένας παράφωνος θρήνος. Δεν έχουν ιδέα περί ομορφιάς και ευλάβειας στη λατρεία, γιατί κτυπούν τρομπόνια, παίζουν σάλπιγγες, χρησιμοποιούν όργανα, κουνούν τα χέρια τους, κτυπούν τα πόδια τους, και κάνουν πολλά άλλα ανευλαβή και ακατάστατα πράγματα που φέρνουν χαρά στο διάβολο».
Η Ορθοδοξία βλέπει τον άνθρωπο πάνω απ’ όλα σαν λειτουργικό ον, που βρίσκει τον αληθινό του εαυτό όταν δοξάζει το Θεό και φτάνει στην τελειότητα και την ολοκλήρωση μέσα από τη λατρεία. Μέσα στη θεία Λειτουργία που εκφράζει την πίστη τους, οι Ορθόδοξοι λαοί διοχέτευσαν όλη τη θρησκευτική τους εμπειρία. Είναι η Λειτουργία που ενέπνευσε την καλύτερή τους ποίηση, τέχνη και μουσική. Ανάμεσα στους Ορθοδόξους, η Λειτουργία δεν κατάντησε το πε¬δίο δράσεως των μορφωμένων και του κλήρου, όπως έτεινε να γίνει στη μεσαιωνική Δύση, αλλά παρέμεινε λαϊκή (το κοινό κτήμα ολόκληρου του χριστιανικού λαού):
«Ο κανονικός ορθόδοξος λαϊκός πιστός, με την οικειότητα που αναπτύχθηκε νωρίς στην παιδική ηλικία, νοιώθει εντελώς σαν σπίτι του στην Εκκλησία, και λαμβάνει μέρος με ασυναίσθητη και αυθόρμητη ευκολία κατά τη διάρκεια της τελετής, σε τέτοια έκταση που μπορούν να μετέχουν μόνο οι πάρα πολύ θεοσεβείς και με ψηλό εκκλησιαστικό φρόνημα άνθρωποι της δύσης».
Γι’ αυτό σ’ όλες τις σκοτεινές μέρες της ιστορίας τους – κάτω από τους Μογγόλους, τους Τούρκους, ή τους κομμουνιστές – οι Ορθόδοξοι λαοί, πάντα στρέφονται στη Θεία Λειτουργία για έμπνευση και νέα ελπίδα. Και δεν στρέφονται μάταια.
(Μετάφραση: Ελένη Χατζηγεωργίου, Περιοδικό «Ορθόδοξη Μαρτυρία» -Λευκωσία, Κύπρος)
Στην ιστορία αυτή μπορούμε να δούμε πολλά χαρακτηριστικά της Ορθόδοξης Χριστιανοσύνης. Είναι πρώτα απ’ όλα η έμφαση στη θεϊκή ομορφιά: «Δεν μπορούμε να ξεχάσουμε εκείνη την ομορφιά: φαίνεται σε πολλούς πως το ιδιαίτερο δώρο των Ορθοδόξων λαών -και ιδιαίτερα του Βυζαντίου και της Ρωσίας- είναι αυτή η δύναμη να συλλαμβάνουν την ομορφιά του πνευματικού κόσμου, και να εκφράζουν αυτή την ουράνια ομορφιά στη λατρεία τους.
Είναι δε χαρακτηριστικό το ότι οι Ρώσοι είπαν: «Δεν ξέρουμε αν βρισκόμαστε στον ουρανό ή στη γη». Η λατρεία για την Ορθόδοξη Εκκλησία, δεν είναι τίποτε άλλο παρά ο «ουρανός επί γης». Η Θεία Λειτουργία είναι κάτι που αγκαλιάζει δυο κόσμους συγχρόνως, γιατί και στον ουρανό και στη γη η Λειτουργία είναι η ίδια -ένας βωμός, μια θυσία, μια παρουσία. Σε κάθε τόπο λατρείας, όσο ταπεινή κι αν είναι η εξωτερική του εμφάνιση, ενώ οι πιστοί συναθροίζονται για να εκτελέσουν τη θεία Ευχαριστία, ανυψώνονται σε «ουράνιους χώρους».
Σε κάθε τόπο λατρείας, όταν προσφέρεται η θεία θυσία, δεν παρευρίσκονται μόνο το τοπικό εκκλησίασμα, αλλά ολόκληρη η Εκκλησία -οι άγιοι, οι άγγελοι, η Μητέρα του Θεού, και ο Χριστός ο ίδιος: -Νυν αι δυνάμεις των ουρανών συν ημίν αοράτως λατρεύουσιν». «Αυτό ξέρουμε, ότι ο Θεός κατοικεί εκεί ανάμεσα στους ανθρώπους».
Οι Ορθόδοξοι, εμπνευσμένοι απ’ αυτό το όραμα του «ουρανού επί γης», πάσχισαν να κάνουν τη λατρεία τους σε εξωτερική λαμπρότητα και ομορφιά εικόνα της μεγάλης Λειτουργίας στον ουρανό. Το έτος 612 μ.Χ. στο προσωπικό της Αγίας Σοφίας άνηκαν 80 ιερείς, 150 διάκονοι, 40 διακόνισσες, 70 υποδιάκονοι, 160 αναγνώστες, 25 ψάλτες και 75 φύλακες• αυτό δίνει μια αμυδρή ιδέα του μεγαλείου της Λειτουργίας που παρακολουθούσαν οι ακόλουθοι του Βλαδίμηρου. Ωστόσο, κι’ αυτοί που είχαν την εμπειρία της Ορθόδοξης λατρείας κάτω από πολύ διαφορετικό εξωτερικό περιβάλλον ένοιωσαν, όχι λιγότερο από εκείνους τους Ρώσους του Κιέβου την παρουσία του Θεού ανάμεσα στους ανθρώπους. Ας γυρίσουμε, για παράδειγμα, από το πρώτο Ρωσικό χρονικό σε ένα γράμμα μιας Αγγλίδας, γραμμένο το 1935:
«Το πρωινό ήταν τόσο παράξενο. Μια πολύ βρώμικη και ελεεινή πρεσβυτεριανή αίθουσα ιεραποστολής σ’ ένα στάβλο πάνω από ένα συνεργείο που παραχωρείται κάθε 15 μέρες στους Ρώσους για να λειτουργούνται. Ένα στημένο τέμπλο και μερικές σύγχρονες εικόνες. Ένα ακάθαρτο πάτωμα για να γονατίσεις…Κι έδώ μέσα, δύο μεγαλοπρεπείς γέροντες ιερείς και ένας διάκονος, σύννεφα από λιβάνι και, κατά την Αναφορά, μια κυρίαρχη, υπερφυσική αίσθηση».
Υπάρχει και ένα τρίτο χαρακτηριστικό της Ορθοδοξίας το οποίο διευκρινίζει η ιστορία των ακολούθων του Βλαδίμηρου.
Όταν θέλησαν να ανακαλύψουν την αληθινή πίστη, οι Ρώσοι δεν ζήτησαν ηθικούς κανόνες, ούτε απαίτησαν λογική διατύπωση του δόγματος, αλλά παρακολούθησαν τα διάφορα έθνη στην προσευχή τους. Η Ορθόδοξη προσέγγιση της θρησκείας είναι βασικά λειτουργική προσέγγιση, που κατανοεί το δόγμα στα πλαίσια της θείας λατρείας: δεν είναι σύμπτωση το ότι η λέξη «Ορθοδοξία» δηλώνει ταυτόχρονα ορθή πίστη και ορθή λατρεία, γιατί αυτά τα δύο είναι αχώριστα. Αληθώς έχει ειπωθεί για τους Βυζαντινούς ότι: «Το δόγμα γι’ αυτούς δεν είναι μόνο ένα διανοητικό σύστημα το οποίο καταλαβαίνεται από τον κλήρο και ερμηνεύεται στους λαϊκούς, αλλά ένα πεδίο όρασης μέσα στο οποίο βλέπουμε όλα τα πράγματα στη γη σε σχέση των πραγμάτων στον ουρανό, πρωταρχικά διά του λειτουργικού εορτασμού. Με τα λόγια του Γεωργίου Φλωρόφσκυ: «Ο Χριστιανισμός είναι μία λειτουργική θρησκεία. Η Εκκλησία είναι πρώτα απ’ όλα μια λατρευτική κοινότητα. Η λατρεία έρχεται πρώτη, το δόγμα και η ηθική δεύτερα».
Αυτοί που επιθυμούν να μάθουν για την Ορθοδοξία δεν χρειάζεται τόσο να διαβάσουν βιβλία, όσο να ακολουθήσουν το παράδειγμα της συνοδείας του Βλαδίμηρου και να παρευρεθούν στη Λειτουργία. Όπως ο Φίλιππος είπε στο Ναθαναήλ: «Έρχου και ίδε» (Ιωάν. α΄ 47).
Επειδή προσεγγίζουν τη θρησκεία μ’ αυτό το λειτουργικό τρόπο, οι Ορθόδοξοι συχνά αποδίδουν σε λεπτομερή σημεία τελετουργίας μια σπουδαιότητα που εκπλήσσει τους δυτικούς χριστιανούς. Αλλά μιας και καταλάβαμε την κύρια θέση της λατρείας στη ζωή του Ορθοδόξου, ένα περιστατικό όπως το σχίσμα των Παλαιοπίστων δεν θα φαίνεται πια εντελώς ακατάληπτο: εάν η λατρεία είναι η πίστη σε δράση, τότε λειτουργικές αλλαγές δεν μπορούν να αντιμετωπίζονται επιπόλαια. Είναι χαρακτηριστικό το ότι ένας Ρώσος συγγραφέας του ΙΕ΄ αιώνα όταν επιτίθετο κατά της Συνόδου της Φλωρεντίας, βρήκε σφάλμα στους Λατίνους, όχι για οτιδήποτε λάθος στο δόγμα, αλλά για τη συμπεριφορά τους στη λατρεία:
«Τί έχετε δει που να αξίζει ανάμεσα στους Λατίνους; Ούτε καν ξέρουν πως να σέβονται το ναό του Θεού. Υψώνουν τις φωνές τους σαν τρελοί και το τραγούδι τους είναι ένας παράφωνος θρήνος. Δεν έχουν ιδέα περί ομορφιάς και ευλάβειας στη λατρεία, γιατί κτυπούν τρομπόνια, παίζουν σάλπιγγες, χρησιμοποιούν όργανα, κουνούν τα χέρια τους, κτυπούν τα πόδια τους, και κάνουν πολλά άλλα ανευλαβή και ακατάστατα πράγματα που φέρνουν χαρά στο διάβολο».
Η Ορθοδοξία βλέπει τον άνθρωπο πάνω απ’ όλα σαν λειτουργικό ον, που βρίσκει τον αληθινό του εαυτό όταν δοξάζει το Θεό και φτάνει στην τελειότητα και την ολοκλήρωση μέσα από τη λατρεία. Μέσα στη θεία Λειτουργία που εκφράζει την πίστη τους, οι Ορθόδοξοι λαοί διοχέτευσαν όλη τη θρησκευτική τους εμπειρία. Είναι η Λειτουργία που ενέπνευσε την καλύτερή τους ποίηση, τέχνη και μουσική. Ανάμεσα στους Ορθοδόξους, η Λειτουργία δεν κατάντησε το πε¬δίο δράσεως των μορφωμένων και του κλήρου, όπως έτεινε να γίνει στη μεσαιωνική Δύση, αλλά παρέμεινε λαϊκή (το κοινό κτήμα ολόκληρου του χριστιανικού λαού):
«Ο κανονικός ορθόδοξος λαϊκός πιστός, με την οικειότητα που αναπτύχθηκε νωρίς στην παιδική ηλικία, νοιώθει εντελώς σαν σπίτι του στην Εκκλησία, και λαμβάνει μέρος με ασυναίσθητη και αυθόρμητη ευκολία κατά τη διάρκεια της τελετής, σε τέτοια έκταση που μπορούν να μετέχουν μόνο οι πάρα πολύ θεοσεβείς και με ψηλό εκκλησιαστικό φρόνημα άνθρωποι της δύσης».
Γι’ αυτό σ’ όλες τις σκοτεινές μέρες της ιστορίας τους – κάτω από τους Μογγόλους, τους Τούρκους, ή τους κομμουνιστές – οι Ορθόδοξοι λαοί, πάντα στρέφονται στη Θεία Λειτουργία για έμπνευση και νέα ελπίδα. Και δεν στρέφονται μάταια.
(Μετάφραση: Ελένη Χατζηγεωργίου, Περιοδικό «Ορθόδοξη Μαρτυρία» -Λευκωσία, Κύπρος)