
υπάρχεις γάρ καθηγητής, ως τα θεία σαφών..”
Ένα βράδυ στον δρόμο για την εξορία ο διωχθείς από τον Αρχιεπισκοπικό θρόνο Ιωάννης Χρυσόστομος είδε μπροστά του τον Άγιο Βασιλίσκο που είχε μαρτυρήσει στα χρόνια του Μαξιμιανού να του λέει…
31 χρόνια μετά (438 μ.Χ) ο Αυτοκράτωρ Θεοδόσιος προσπάθησε να μεταφέρει το Άγιο Λέιψανο του Χρυσοστόμου στην Βασιλεύουσα χωρίς όμως επιτυχία αφού ο Άγιος αρνείτο μένοντας ακίνητος κατά τρόπο θαυματουργικό. Τότε συνέβει κάτι το συγκλονιστικό.
Ο Αυτοκράτωρ συνέταξε γράμμα μετανοίας,
που έλεγε τα εξής:
«Ἐπειδή νομίσαμε ὅτι καὶ τὸ δικό σου σῶμα,
τίμιε Πάτερ, εἶναι νεκρό σὰν τῶν ἄλλων,
θελήσαμε ἁπλὰ νὰ τὸ μεταφέρουμε κοντά μας.
Γι᾽ αὐτό καὶ εὔλoγα ἀποτύχαμε.
Ἐσὺ ὅμως, τιμιώτατε πάτερ,
ποὺ δίδαξες τὴ μετάνοια γιὰ ὅλους,
συγχώρεσε μας.
Χάρισέ μας τὸν ἑαυτό σου,
σὰν πατέρας στὰ παιδιά ποὺ τὸν ἀγαποῦν,
καὶ δῶσε μας χαρὰ μὲ τὴν παρουσία σου».
Και ώ του θαύματος η μεταφορά κατέστη δυνατή και ο Μέγας αυτός Άγιος της Οικουμένης γύρισε στην Αιώνια Βασιλεύουσα με βασιλικές τιμές και πομπή που οδηγούσε στο θρόνο του!
Εκεί στον καθεδρικό ναό της Αγίας Ειρήνης (η Αγιά Σοφιά του Ιουστινιανού θα χτιζότανε ένα αιώνα μετά) στον θρόνο του, τοποθετήθηκε το Αγιασμένο και άφθαρτο λείψανό του με τις ιαχές και επεφημίες του κόσμου να βροντοφωνάζουν:

