Στη συνέχεια της μελέτης του π. Χαριλάου Παπαγεωργίου για τη θεολογία του Γέρ. Αιμιλιανού (προηγούμενη δημοσίευση:www.pemptousia.gr/?p=84598), εξετάζεται η σχέση του σύγχρονου νεοφιλοκαλικού ρεύματος με τη θεολογία του αγ. Νεκταρίου.
Μετά την περίοδο της εθνικής συρρίκνωσης και της δουλείας, ως καρπός της ζώσας συνείδησης του χριστεπωνύμου πληρώματος και σε απόλυτη αρμονία με το φαινόμενο των νεομαρτύρων[185] προκύπτει μια αναγεννητική δράση. Οι απαρχές της νεοφιλοκαλικής κίνησης των γερόντων του 20ου αιώνος βρίσκονται στο κίνημα των Κολλυβάδων[186] που αναπτύσσεται στα τέλη του 18ου και εκτείνεται ως τις αρχές του προηγουμένου αιώνος [187]. Με το ανανεωτικό αυτό κίνημα [188], αποσοβήθηκε ο κίνδυνος «μουσειοποίησης» της ορθόδοξης πνευματικότητας , αναδείχθηκε η αξία του βιώματος , της λαϊκής ευσέβειας και η σπουδαιότητα της λατρείας για τη μοναστική ζωή[189].
Ουσιαστικά διατηρήθηκε η καθαρότητα της πίστεως[190] σε μια δύσκολη εποχή όπως και η αυτοσυνειδησία – η ιερή ανάμνηση – ότι ο λαός της Εκκλησίας παραμένει ο περιούσιος λαός του Θεού. Με επίκεντρο τη μετοχή στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας[191], αναλήφθηκε από τους πρωτεργάτες του κινήματος άγιο Νικόδημο Αγιορείτη [192], άγιο Μακάριο Νοταρά[193] και άγιο Αθανάσιο Πάριο μια τιτάνια προσπάθεια για συνειδητή συμμετοχή του λαού στη λατρεία[194]. Η διασπορά των εξορίστων από τον Άθωνα μοναχών στα νησιά του Αρχιπελάγους και αλλού, είχε ως συνέπεια τον πολλαπλασιασμό της ασκητικής – ησυχαστικής τους εμπειρίας. Η πολυμέρεια και η ποικιλία των συμπτωμάτων του κολλυβαδικού κινήματος[195] αποδεικνύει ότι δεν επρόκειτο για μία νεωτεριστική μεταρρύθμιση αλλά για μια ανατροπή των τυποποιήσεων και επιστροφή στο γνήσιο πατερικό και πρωτοχριστιανικό πνεύμα [196]· δεν επρόκειτο για μια ισχυρογνωμία η ιδιορρυθμία αλλά για μια ενσυνείδητη αγωνία διαφύλαξης της ακαινοτόμητης ορθόδοξης παράδοσης[197]. Μέσα από το κίνημα αυτό προήλθε ο πνευματικός φωτισμός του λαού του Θεού, ο οποίος για πρώτη φορά μετά από εκατονταετίες αμάθειας και παρακμής ερχόταν σε επαφή με τις πηγές της ευσεβείας και αποκτούσε επίγνωση των θησαυρών της πίστεως. Οι κολλυβάδες ερχόταν να συνεχίσουν το έργο των διδασκάλων – φωτιστών του γένους[198] και να επισφραγίσουν με θεολογική διατύπωση το μαρτυρικό φρόνημα των νεομαρτύρων[199]˙ ένα φρόνημα που διαποτίζει εξάλλου τη μοναχική ζωή και το οποίο αποτυπώνει σε επίσημο κείμενό του ο γέροντας Αιμιλιανός [200].
Δ. Ο Άγιος Νεκτάριος ως ενδιάμεσος κρίκος παλαιάς παραδόσεως και νεοφιλοκαλικού ρεύματος.
Η παρουσία του αγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως στη ζωή της Εκκλησίας μπορεί να χαρακτηριστεί ως ο ενδιάμεσος κρίκος που ενώνει τη φιλοκαλική και τη νεοφιλοκαλική πνευματική κίνηση[201]. Ο Ιεράρχης αυτός εμφανίζεται στην εκπνοή του κολλυβαδικού κινήματος ως συνεχιστής και ομόφρων. Μάλιστα συντελεί στη διατήρηση και τον εμπλουτισμό του με νέες θεολογικές και ασκητικοπατερικές απόψεις και θέσεις [202]. Ο Άγιος ασχολείται καταρχήν με την απόκτηση γνώσεων και επιστημονικής καταρτίσεως[203] και ως πεπαιδευμένος μεταδίδει την γνήσια αρετή και σοφία[204]. Ως ικανός παιδαγωγός[205] γίνεται χειραγωγός εις Χριστόν της νεότητος καταρχήν και των μαθητριών-μοναστριών του κατόπιν στο κοινόβιο της Αγίας Τριάδος Αιγίνης[206]. Ασκεί για ικανό χρονικό διάστημα καθήκοντα κήρυκα του θείου λόγου[207] αναπτύσσοντας αλήθειες και έννοιες πέραν των γνωστών και συνηθισμένων[208]. Διενεργεί ιερές αποδημίες στο Άγιον Όρος[209] και συνάπτει πνευματικούς δεσμούς με επιφανείς αγιορείτες πατέρες αποσκοπώντας στην πρόσκτηση και τον ενστερνισμό ιερών βιωμάτων[210].
Κατεξοχήν έργο μετά την απόσυρσή του από τη διεύθυνση της Ριζαρείου Σχολής είναι η προετοιμασία και η εγκατάσταση της άτυπης μοναστικής αδελφότητας των μαθητριών του στο μοναστήρι της Αίγινας και η καλλιέργεια της εσωτερικής ζωής , της χάριτος και του αγιασμού [211]. Η απόσυρσή του από την ενεργό εκκλησιαστική – ποιμαντική δραστηριότητα προς αναζήτηση της κατά Θεόν ησυχίας και νήψεως υπήρξε κορύφωση των έως τότε πετυχημένων πνευματικών προσπαθειών του. Η οδός αυτή θα προσπόριζε στον έως τότε φλογερό ρήτορα, επιτυχημένο ποιμένα-ιεράρχη, άριστο επιστήμονα – συγγραφέα, εκλεκτό παιδαγωγό, τη μετάβαση από την ασκητική πράξη στη νηπτική θεωρία. Την επιθυμία του αποτυπώνει εναργώς στην επιστολογραφία του[212]. Χαρακτηριστική είναι η ταπείνωση, η διάκριση, η αυθεντικότητα, η πληρέστατη γνώση της ασκητικοπατερικής παράδοσης, η βίωση μιας αγιοπατερικής αγάπης. Αναδεικνύεται συνεχιστής της πατερικής παράδοσης και απλανής διδάσκαλος της ορθόδοξης πνευματικότητας. Διήλθε αρχικώς όλα τα στάδια της κοινωνικότητας μέσα στην Εκκλησία, αλλά κατόπιν βίωσε μοναστικά το πλήρωμα της θεοποιού εμπειρίας με ήθος προσευχητικό – ασκητικό – νηπτικό, μέσα σε πλήρωμα χαράς και θείας ευφροσύνης[213]. Ως πνευματικός πατέρας των μοναχών, ο άγιος Νεκτάριος ανανεώνει στον 20ο αιώνα το χάρισμα της πνευματικής πατρότητας[214] με μια αγία πατρική φροντίδα , πλήρη αγάπης προς τον μοναχισμό ως οδό τελειότητος.