30 χρόνια από την εκδημία του γέροντος Φιλοθέου

324809-philotheos

Μέ τήν ευκαιρίαν συ­μπληρώσεως τριάντα χρό­νων από τήν όσιακήν κοίμησίν του εν Κυρίω (έξεδήμησε τήν 8ην Μαΐου 1980), ή μνήμη μας στρέφεται ευλα­βικά στήν μεγάλην μορφήν τού “Οσίου Γέροντος τής Πάρου Φιλοθέου Ζερβάκου. Καί λέγοντας μεγάλη μορ­φή κυριολεκτούμε γιά τόν άκούραστον άγωνιστήν τής Πίστεως, πού έμαθήτευσε τήν έν Χριστώ άλήθειαν καί δικαιοσύνην παρά τούς πό­δας τού Αγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως τού Θαυματουργού.

‘Άναπηδα ή μνήμη καί ή προσοχή πρός τήν μορφήν τού Όσίου Πατέρα Φιλοθέ­ου, άλλά ή λογική τοϋ κό­σμου μας έπιτίθεται μέ τά δαιμονοκίνητα έρωτηματικά: Μήπως υπερβάλλεις μιλώντας γιά Οσίους καί Αγίους σ’ αυτήν τήν έποχή; Υπάρχουν σήμερα Άγιοι στίς μέρες μας τίς σκοτεινές;

Καί ή φωνή τής Πίστεως άπαντά: Υπάρ­χουν χωρίς άμφιβολία καί πολλοί μάλιστα, τού Θεού συνεργοϋντος. Καί όντως υπάρχουν “Άγιοι στήν έποχή μας, όχι μόνον οΐ γνωστοί Γέροντες Παΐσιος ό “Άγιορείτης, ό Πορφύριος Μπαϊρακτάρης, ό Ιάκωβος Τσαλίκης, ό Ιερώνυμος Άιγίνης καί πολλοί άλλοι, γιά νά μνημονεύσουμε μό­νον τούς κοιμηθέντες. “Υπάρχουν όμως καί έν ζωή πολλοί “Άγιοι καί ή προσευχή τους έξιλεώνει τόν Θεόν καί γιά μας τούς άμαρτωλούς καί άχάριστους άπέναντι τού Θεού.
Oi άληθινοί Άγιοι δέν παίρνουν μιά σάλπιγγα γιά νά διαλαλήσουν: Προσέξετέ μας, γιατί έμεϊς είμαστε Άγιοι, όπως έκαναν οΐ Φαρισαίοι. ‘Άντίθετα είναι ταπεινοί, ταπεινώτατοι. Καί τό σπουδαιότερον, δέν τό γνωρίζουν οΐ ϊδιοι όχι είναι άγιοι, άλλά πιστεύουν ότι είναι άμαρτωλοί καί παρακαλούν τόν Θεόν γιά τήν σωτηρία τους. “Υπάρχουν λοιπόν “Άγιοι καί στίς δικές μας ήμέρες, όπως ο θαυματουργός “Άγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως καί ό άξιος μαθητής του Φιλόθεος Ζερβάκος ό Όσιος.

Σύντομο Συναξάρι

Τό σύντομον συναξάρι τής μεγάλης καί άγίας μορ­φής του μακαριστού Γέρο­ντος Φιλοθέου τό άρχίζουμε άπό τή γέννησή του τόν Μάϊον τού1884 στήν κωμόπολιν Πάκια τών Μολάων Λακωνίας. τi ευσεβείς γο­νείς του Παναγιώτης καί Άικατερίνα, πού τόν έβάπτισαν μέ τό όνομα Κωνσταντϊνος, τόν άνέθρεφαν μέ «παιδείαν καί νουθεσίαν Κυρίου». Τοϋ έβαλαν «νοϋν Κυρίου» στήν άθώα ψυχή του (νουθεσία σημαίνει θέτω νοϋν). ‘Εκεί στό χωριό του, έμαθε τά πρώτα γράμματα άπό τόν παπα τής ένορίας του πού τόν βοηθοϋσε στόν ναόν, ψάλλοντας καί υπηρετώντας σάν «παπαδάκι».

Προχώρησε λοιπόν στίς σπουδές καί στήν ήλικία ό μικρός Κωνσταντϊνος καί, όταν έγινε 18 χρονών, διορίστηκε διδάσκαλος στό χω­ριό Φοινίκι τής Λακωνίας, όπου καί παρέμενε γιά μιά τριετία. Στή συνέχεια παρα­κολουθεί στήν Πάτρα το κηρυκτικόν έργον τών μεγά­λων ιεροκηρύκων ‘Ηλία Βλαχοπούλου καί Ευσεβίου Ματθοπούλου. ‘Άργότερα συνδέεται μέ τούς δύο «Κολλυβάδες» τής λογοτεχνίας μας, τόν ‘Άλέξανδρον Παπαδιαμάντην καί τόν ‘Άλέξανδρον Μωραϊτίδην, καθώς έπίσης μέ τόν Κων. Διαλησμα, τόν Μιχ. Γαλατνόν καί κυρίως τόν “Άγιον Νεκτάριον Κεφαλάν, πρώην Μητροπολίτην Πενταπόλε­ως, τοϋ όποίου έγινε μαθη­τής, μετά τό πέρας τής στρατιωτικής του θητείας. Τότε ό “Άγιος Νεκτάριος ήτο διευθυντής τής Ριζαρείου τΙερατικής Σχολής καί έξομολόγος τών ΐεροσπουδαστών. “Ο νεαρός Κωνσταντίνος τοϋ άπεκάλυψε τούς μυχίους πόθους του καί τά σχέδιά του νά άφιερωθή διά βίου στόν Χριστόν καί νά υπηρετήση στόν άμπελώνα τοϋ Κυρίου.
Τήν άγαθήν μερίδα έξέλεξες, παιδί μου, τοϋ είπε ό “Άγιος Νεκτάριος. Εις ποίαν Μονήν σκέπτεσαι νά υπάγης;

…Δέν άπεφάσισα άκόμη…

Πρόσεξε καί άκουσε τήν συμβουλήν μου, ξανάπε ό “Άγιος. ‘Εάν μείνης εις τήν “Ελλάδα (σ.σ. τότε ή “Ελλάδα έφθανε μέχρι τήν Θεσσαλίαν μόνον), νά προτιμήσης νά υπάγης εις τήν Μονήν Λογγοβάρδας τής Πάρου καί αν δέν υπάγης έκεί, νά μή γίνης Μοναχός, άλλά νά υπηρετήσης τόν Θεόν ώς λαϊκός…
Καί ό ταπεινός Κωνσταντίνος υπάκουσε στόν λόγον τοϋ Άγίου καί τόν Δεκέμβριον τοϋ 1907, τήν 29ην ήμέραν, έκάρη Μοναχός, λαβών τό όνομα Φιλόθεος, ότι πολύ άγάπησε τόν Θεόν. Τήν έπομένην ήμέραν έχειροτονήθη Διάκονος καί μετά μίαν πενταετίαν γονίμου διακονίας καί υπακοής έγι­νε “Ιερεύς καί έλαβε καί τήν χειροθεσία τοϋ Πνευματικοϋ (‘Εξομολόγου). “Ο ϊδιος ό π. Φιλόθεος έλεγε πολύ άργότερον:
…Μέγα τό άξίωμα ότι έπωνομάσθην Χριστιανός, μείζων ότι ήξιώθην νά γίνω Μοναχός καί μέγιστον ότι έγινα “Ιερεύς… 

Τό 1913 έλαβε τόν τίτλον καί τό όφφίκιον τοϋ ‘Άρχιμανδρίτου καί τό 1930 σέ ήλικία 46 έχών, έξελέγη, κατ’ έντολήν τοϋ Γέροντος “Ιερόθεου Βουσυνιώτου καί τής όμοφώνου θελήσεως τών άδελφών τής Μονής, καί έδέχθη τήν “Ηγουμενίαν τής Λογγοβάρδας τής Πάρου, πού τιμαται, στό όνομα τής Θεοτόκου ώς Ζω­οδόχου Πηγής. Καί έκεί έστάθη ώσάν στϋλος άκλόνητος έπί μισόν άκριβώς αιώνα.
Μακροχρόνιος ό βίος του έπί τής γής, άλλά όχι έπί ματαίω. Πολλούς άγώνες έδωσε καί πολυνίκης έξήλθε τών έγκοσμίων. ‘Επροσευχήθη όσον όλίγοι, κλαίων καί στενάζων ήμέρας καί νυκτός, όχι μόνον για τόν έαυτόν του, άλλά υπέρ τοϋ σύμπαντος κό­σμου. “Υπέρ φίλων καί έχθρών, υπέρ νεκρών καί ζώντων, καί έποίμανε μυ­ριάδες ψυχών ώς πνευματικός πατήρ. ‘Εδίδαξε γραπτώς καί προφορικώς καί δι’ έργων τήν “Άγίαν Πίστιν, περιοδεύων συχνά σέ όλη τήν Ελλάδα, ώς άληθινός ΐεραπόστολος.

“Εγραψε πάνω άπό εϊκοσι βιβλία καί υπέρ τίς 10.000 έπιστολές πρός τά πνευματικά του παιδιά, ώς τήν τελευταία ήμέρα του, καί έλεγε άπό τό κρεββάτι τής άσθενείας του:
‘Εάν βρώ παρρησίαν ένώπιον τού Θεοϋ, θά ΐκετεύσω υπέρ όλων υμών…
Εϊναι πολλά καί τά άλλα του έργα. Oi ναοί καί τά σχολεία καί τά μοναστήρια καί τά φιλανθρωπικά ΐδρύματα, πού άνήγειρε, κινού­μενος άπό τήν άσβεστη φωτιά τής άγάπης καί έχοντας πάντοτε βοηθόν του τόν Θε­όν καί τά πιστά του πνευ­ματικά τέκνα, πού τόν άγαποϋσαν άληθινά καί τούς προσέλκυε ή άκτινοβολία τής άρετής του.

‘…Εδώ δέν έχουμε μόνι­μη πατρίδα, τούς έλεγε, εϊμεθα ξένοι, διαβάται αυτής τής γής, καί γι’ αυτό πρέπει νά έτοιμαζόμαστε γιά τήν αιώνια πατρίδα…

Ταπεινός σάν μικρό παι­δί, άπλός, άγγελικός, μέ όπλα τήν Πίστη καί τήν ‘Άγάπη, πορευόταν «έν τώ μέσω τής νυκτός» αυτής τής ζωής.

Πώς νά διηγηθή κανείς τόν βίο καί τήν πολιτεία ένός Άγίου; Διότι τά ό­ντως μεγάλα γεγονότα εϊναι πνευματικά, έσωτερικά καί ό χιτώνας τής ταπεινοφροσύνης τά σκεπάζει. Πώς νά διηγηθή κανείς τά πολλά όράματα, τίς συναρπαγές έν προσευχή τά όσα εϊδε καί ακουσε; Πώς νά περιγράψη τούς πολέμους τών δαιμόνων; Τίς πονηρές μεθοδεύσεις έκ δεξιών καί τίς άναρίθμητες παγίδες τους στήν καθημερινή ζωή.

Τόν άσκητικόν καί αγιον Γέροντα Φιλόθεον Ζερβακον ή Εκκλησία μας θά τόν άνακηρύξη κάποτε καί έπισήμως Άγιον, κατά τήν έκκλησιαστικήν τάξιν. Διό­τι αγιος υπήρξε κατά τήν μαρτυρίαν καί τήν πίστιν χιλιάδων πιστών. Εϊναι έπί­σης χαρακτηριστικόν τής άγιότητός του ή άποφυγή κάθε προβολής καί δόξας, ενώ θά μποροϋσε νά άνέλθη στά υψηλά έκκλησιαστικά άξιώματα. Ήταν όμως «πραος καί ταπεινός τή καρ­δία». Γι’ αΰτό καί τόν σέβονταν καί τόν ευλαβοϋντο καί ό πιστός λαός, άλλά καί οΐ πνευματικοί άνθρωποι, όπως ό Φ. Κόντογλου, ό Κ. Μπαστιας, οΐ Άγιορείτες Πατέρες, οΐ Αρχιερείς καί άλλοι πολλοί, διότι σττό πρό­σωπον του άνεβίωνε όλη ή ‘Ορθόδοξη Παράδοση.

Ολοι οΐ άληθινοί Άγιοι έχουν κατά κανόνα πρόγνωσιν τοϋ τέλους τής έπιγείου ζωής τους. Τό ϊδιο συνέβη καί μέ τόν Γέροντα Φι­λόθεον, ώς πρόσθετον δείγμα τής άγιότητός του. “Ετσι τό πρωΐ τής 8ης Μαΐου 1980, άφοϋ έτέλεσε τόν “Ορθρον εις μνήμην τών τιμωμένων άγίων τής ήμέρας, τοϋ ‘Άποστόλου καί Ευαγγελιστοϋ ‘Ιωάννου, τοϋ Μεγάλου ‘Άρσενίου, κατάκοιτος έπί τής κλίνης του, πάσχων έκ πέντε άσθενειών, εϊπε στούς παρισταμένους:
Παιδιά μου, τώρα πλέ­ον φεύγω. Τώρα θά κοιμηθώ έν Κυρίω…
‘Εκοινώνησε τών ‘Άχράντων Μυστηρίων, ευλόγησε ειρηνικά όλους, έκανε τό σημείον τοϋ σταυροϋ, ψελλίζοντας κάποια προσευχή, καί έκλεισε τά μάτια του, γιά νά μήν τά ξανανοίξη ποτέ στόν κόσμον τοϋτον. ‘Άνεχώρησε, όπως τό έπιθυμοϋσε άπό χρόνια, γιά νά συναντήση τόν Κύριον τών πνευμάτων καί πάσης σαρ­κός».

“Άς εϊναι μικρό κερί στήν άγία μνήμη του ή ταπεινή δέηση:
Όσιε τοϋ Θεού, Φιλό­θεε, πρέσβευε υπέρ ήμών!…

(του συγγραφέως Π.Σωτήρχου από την εφημερίδα Χριστιανική)

Share Button