Ερώτηση: Σε ποιο βαθμό ο μοναχικός τρόπος ζωής στη θεολογία της θεωρίας είναι πιο υψηλά από την κατάσταση του γάμου;
Απάντηση: Όταν κανείς εισέρχεται στην Εκκλησία και βαπτίζεται έχει σκοπό να φθάσει στη θέωση. Η θέωση είναι για κάθε άνθρωπο, για κάθε Χριστιανό. Αυτό ακριβώς φαίνεται στην ακολουθία του Βαπτίσματος και στην όλη πνευματική ζωή.
Υπάρχει ο εν Χριστώ γάμος και η εν Χριστώ παρθενία. Αν ο γάμος δεν είναι εν Χριστώ δεν σώζει. Και αν η παρθενία δεν είναι εν Χριστώ δεν σώζει. Το πρόβλημα δεν είναι γάμος ή παρθενία, αλλά το πώς ο άνθρωπος θα ζει εν Χριστώ και εν τη Εκκλησία.
Βέβαια, όταν κανείς είναι καλός μοναχός, τότε του δίνονται μεγαλύτερες δυνατότητες για να σωθεί και να φτάσει σε υψηλό βαθμό πνευματικής ζωής. Γιατί στον γάμο πρέπει κανείς να συνυπάρχει με ένα άλλο πρόσωπο και να βαδίζουν με ένα ζυγό και οι δυο. Υπάρχουν, όμως, περιπτώσεις που ένας έγγαμος φθάνει σε μεγάλο ύψος πνευματικής ζωής και ένας μοναχός παραμένει στα χαμηλά επίπεδα πνευματικής ζωής.
Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος λέγει ότι ο Προφήτης Ησαΐας ήταν έγγαμος, αλλά αυτό δεν τον εμπόδισε να φθάσει στη θεωρία του Θεού. Γι’ αυτό και λέω ότι, όταν κανείς έχει δίψα για τον Θεό, δεν τον εμποδίζει ούτε ο γάμος, ούτε η παρθενία. Βέβαια υπάρχουν βαθμοί θεωρίας και αγιότητας.
Ο π. Παΐσιος κάποτε είπε ότι ο Θεός έχει τη δική του αριθμητική. Η δική μας αριθμητική είναι διαφορετική από την αριθμητική του Θεού. Για παράδειγμα, το εννιά για τον Θεό μπορεί να μην είναι άριστα, ενώ το τέσσερα ή το δυο να είναι άριστα. Και εξήγησε ότι ο Χριστός με την παραβολή των ταλάντων είπε ότι στον έναν δόθηκαν πέντε τάλαντα, στον άλλο δυο και στον τρίτο ένα, για να τα διπλασιάσουν. Εκείνος που πήρε τα πέντε τάλαντα, έπρεπε να τα κάνει δέκα για να πάρει το άριστα. Εάν τα έκανε εννιά, δεν πήρε το άριστα. Εκείνος που πήρε τα δυο έπρεπε να τα κάνει τέσσερα, για να πάρει το άριστα. Για τον Θεό το εννέα δεν είναι άριστα, ενώ το τέσσερα είναι. Έτσι η αριθμητική του Θεού είναι διαφορετική από την αριθμητική του ανθρώπου.
Το θέμα είναι ότι ο Χριστιανός ό,τι κάνει στη ζωή του, πρέπει να το κάνει εν Χριστώ. Ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος λέγει ότι μερικοί μακάρισαν τον ερημητικό βίο ως καλύτερο και άλλοι μακάρισαν τον κοινοβιακό βίο. Για μένα, λέγει ο Συμεών ο Νέος Θεολόγος, καλύτερος είναι αυτός ο βίος που γίνεται για τον Χριστό, για την δόξα του Χριστού και σύμφωνα με το θέλημα του Θεού.
Υπάρχουν έγγαμοι άνθρωποι που σώζονται, μπαίνουν στον Παράδεισο, και υπάρχουν μοναχοί που δεν θα σωθούν. Οπότε, το θέμα είναι να ζούμε εκκλησιαστική ζωή, να ρωτάμε τον Πνευματικό Πατέρα τι πρέπει να κάνουμε στη ζωή μας και αυτό που θα κάνουμε να το κάνουμε κατά Θεό.
Ο πατέρας μου ήθελε να γίνει μοναχός. Πήγε στο μοναστήρι αλλά την πρώτη εβδομάδα, πριν γίνει μοναχός, έγινε πόλεμος με τους Ιταλούς και τον επιστράτευσαν. Ο ηγούμενος του είπε να πάει στον πόλεμο και αν σωθεί και επιθυμεί να γίνει μοναχός μπορούσε να επανέλθει στο μοναστήρι. Κατά τη διάρκεια του πολέμου προσευχόταν, κοινωνούσε συχνά και όταν τελείωσε ο πόλεμος ο Πνευματικός τού είπε: «Εσύ πρέπει να παντρευθείς» και του υπέδειξε ένα πρόσωπο. Εκείνος έκανε υπακοή και παντρεύθηκε. Κάποτε μου έγραψε σε γράμμα: «Εάν παντρεύθηκα το έκανα για δυο λόγους: πρώτον, γιατί ήθελα να κάνω υπακοή στον Πνευματικό μου Πατέρα και δεύτερον, ήθελα να κάνω παιδιά για να τα υπηρετήσω». Αγαπούσε πάρα πολύ τους μοναχούς, διάβαζε μοναχικά βιβλία, διάβαζε το βιβλίο του αγίου Ιωάννη της Κλίμακος. Και η μητέρα μου ζούσε πολύ μοναχικά. Με προσευχή, με νηστεία. Εισήλθα μια φορά μέσα στο σπίτι και την είδα να κάνει μετάνοιες και να προσεύχεται. Εγώ δεν έχω την πίστη και την πνευματική ζωή που είχαν οι γονείς μου.
Η μητέρα μου στο τέλος της ζωής της ήταν για πέντε χρόνια κατάκοιτη και συνεχώς προσευχόταν στον Θεό. Τότε τη ρώτησα αν είχε κάποιο παράπονο. Μου απάντησε: «Δεν έχω κανένα παράπονο, χίλιες δόξες να έχει ο Θεός. Δεν είμαι άξια να Τον δοξάζω». Και όμως ήταν κατάκοιτη.
Ο πατέρας μου πέθανε στο Νοσοκομείο. Όταν τον έφεραν στο σπίτι, κάθισε δίπλα στο φέρετρό του, τον χάιδεψε στο μέτωπο και του είπε: «Γιατί έφυγες; Γιατί δεν με χαιρέτησες; Τόσα χρόνια περάσαμε καλά, γιατί έφυγες τόσο ξαφνικά;». Και μετά είπε: «Άντε, δεν πειράζει. Πήγαινε στο καλό και καλή αντάμωση».
Οι γονείς μου σώθηκαν, εγώ δέν ξέρω ακόμη αν θα σωθώ. Γι’ αυτό να προσεύχεσθε και εσείς για να σωθώ και εγώ και να μη διαψεύσω τους γονείς μου που με γέννησαν και με αγάπησαν.
Επομένως, η παρθενία είναι μια ευλογημένη κατάσταση, η οποία δίνει πολλές προϋποθέσεις, για να ανεβεί κανείς σε μεγάλο ύψος πνευματικής ζωής. Όμως, όταν κανείς δεν τις αξιοποιεί, τότε αποτυγχάνει. Αλλά και ο γάμος ευλογείται από τον Θεό με το Μυστήριο του γάμου και μπορεί ο άνθρωπος με την υπακοή στο θέλημα του Θεού να σωθεί. Όλα πρέπει να γίνονται εν Χριστώ. Ο Απόστολος Παύλος μιλώντας για τον γάμο και την παρθενία λέγει: «ἕκαστος ἴδιον χάρισμα ἔχει ἐκ Θεοῦ, ὃς μὲν οὕτως, ὃς δὲ οὕτως» (Α’ Κορ. ζ’, 7).