Πλησιάζει, αγαπητοί μου, πλησιάζει συν Θεώ η εορτή των Χριστουγέννων. Αλλά όταν πλησιάζει η μεγάλη αυτή εορτή, η μητρόπολη αυτή των εορτών κατά τον ιερό Χρυσόστομο, κάθε πιστός, ο οποίος γνωρίζει πώς πρέπει να εορτάζεται η γιορτή αυτή, καταλαμβάνεται από βαθύ αίσθημα λύπης, διότι ο τρόπος με τον οποίο γιορτάζεται η μεγάλη αυτή γιορτή δεν είναι σύμφωνος με το θέλημα του Θεού. Όσα λέγονται και πράττονται κατά την εορτή αυτή, ως επί το πλείστο, όχι μόνο δεν έχουν καμία σχέση με τη γιορτή, αλλά και πολλά από αυτά είναι αντίθετα προς το σκοπό της μεγάλης αυτής γιορτής.
«Χριστός επί γης, υψώθητε», ψάλλει η Εκκλησία και ζητεί, όπως ο νους και η καρδία των Χριστιανών αφήσουν τις ματαιότητες και υψωθούν σε ανώτερα επίπεδα πνευματικής ζωής αναπολώντας και ζώντας το μέγα μυστήριο. Άνω σχώμεν τας καρδίας! «Θεός εφανερώθη εν σαρκί» (Α’ Τιμ. 3,16). Θεός άνθρωπος εγένετο, ίνα Θεόν τον Αδάμ απεργάσηται, όπως κηρύττει ο Μέγας Αθανάσιος.
Αλλά αντί για πνευματική ανύψωση, κατάπτωση! Οποία κατάπτωση! Η στάθμη της ηθικής κατέρχεται. Αμαρτήματα, τα οποία σε άλλες μέρες δεν γίνονταν ή βρίσκονταν σε ύφεση, διαπράττονται κατ ιδίαν και δημοσία. Έννοια Χριστού δεν υπάρχει. Ορθώς έχει γραφεί, ότι οι πλείστοι των Χριστιανών γιορτάζουν Χριστούγεννα χωρίς Χριστό. Εορτή ονόματι μεν χριστιανική, πράγματι δε ειδωλολατρική Εορτή, για την οποία θα μπορούσε να λεχθεί το προφητικό εκείνο, ότι ο Θεός μισεί τας εορτάς υμών και πανηγύρεις (Ησ.1,14).
Να λοιπόν γιατί εκείνος που έχει επίγνωση της μεγάλης τούτης γιορτής των Χριστουγέννων, λυπάται. Αλλά δεν πρέπει μόνο να λυπάται, αλλά και να φροντίζει ώστε κάθε τι το οποίο αντίκειται στο χριστιανικό τρόπο ζωής να το ελέγχει και αποδοκιμάζει, συντελώντας στη μείωση και εξάλειψη των υποτροπών.
Δυστυχώς η ολοσχερής εξάλειψη-πρέπει να ομολογήσουμε δεν είναι ευχερής, όχι μόνο γιατί οι παρεκτροπές των εορτών και πανηγύρεων για πολλούς αιώνες έχουν διατηρηθεί άθικτες και απολέμητες, αλλά και διότι, ενώ πρόκειται για ειδωλολατρικά έθιμα, λόγω αγνοίας παρουσιάζονται ως χριστιανική ήθη και έθιμα! Ενδεικτικώς αναφέρουμε ένα παράδειγμα από τα πολλά.
Οι αρχαίοι πρόγονοί μας, όπως και άλλοι λαοί, πλην του Ισραηλιτικού, ζούσαν σε άγνοια του αληθινού Θεού. Αντί του αληθινού Θεού λάτρευαν ψευδείς θεούς. Αντί για τον Κτίστη τα κτίσματα. Λάτρευαν μεταξύ των άλλων τον ήλιο, τη σελήνη, και τους αστέρες. Λάτρευαν το πυρ. Γι αυτό και είχαν γιορτές και πανηγύρια προς τιμήν του ήλιου και εν γένει της φωτιάς. Κατά τις γιορτές τους οι ειδωλολάτρες άναβαν φωτιές, συγκεντρώνονταν και τραγουδούσαν ερωτικά και άσεμνα τραγούδια, έπιναν και χόρευαν και πηδούσαν πάνω απ τις φλόγες, νομίζοντας ότι διά μέσου της φωτιάς επέρχονταν ο εξαγνισμός των αμαρτημάτων τους! Έτσι λάτρευαν τους ψευδοθεούς τους οι ειδωλολάτρες Και έτσι ακόμη λατρεύουν σε πολλά μέρη της Ανατολής, ιδίως στην Περσία, στην οποία οι άνθρωποι εξακολουθούν να λατρεύουν το πυρ.
Τις ειδωλολατρικές αυτές εκδηλώσεις , όπως ήταν επόμενο, καταδίκασε ο Χριστιανισμός από τις πρώτες ημέρες της εμφανίσεώς του. Διδάσκαλοι και Πατέρες έχουν εκφωνήσει λόγους κατά των ειδωλολατρικών αυτών εκδηλώσεων και συνέστησαν στους χριστιανούς να απέχουν. Και επειδή το κακό συνεχιζόταν, η ΣΤ’ Οικουμενική Σύνοδος (680 μ.Χ.) ασχολήθηκε και με το θέμα αυτό και εξέδωσε τον ΞΕ’ Κανόνα με τον οποίο καταδικάζονταν τέτοιου είδους εκδηλώσεις. Ο Κανόνας αυτός απειλεί μάλιστα με αφορισμό τους Χριστιανούς εκείνους που μπροστά στα εργαστήρια και στα σπίτια τους ανάπτουν πυρές και πηδούν υπεράνω αυτών (Ιδέ Πηδάλιον, έκδοσις Ζ «Αστέρος», Αθήναι 1970, σελ.278).
Από τη σύγκληση της ΣΤ Οικουμενικής Συνόδου έχουν περάσει 13 περίπου αιώνες. Αλλά οι ειδωλολατρικές αυτές εκδηλώσεις, παρόλη την προσπάθεια της αγίας μας Εκκλησίας, παραμένουν σε πολλά μέρη. Παραμένουν ως λείψανα του αρχαίου εκείνου ειδωλολατρικού κόσμου.
Η ειδωλολατρία νικήθηκε και καταλύθηκε από το χριστιανικό κήρυγμα, αλλά μερικές εκδηλώσεις της παρέμειναν, όπως παραμένουν τα ριζίδια στη γη μετά την εκρίζωση του δένδρου.
Ειδωλολατρικές εκδηλώσεις, για τις οποίες κάνει λόγο ο ΞΕ’ Κανόνας της ΣΤ’ Οικουμενικής Συνόδου, παρατηρούνται σήμερα και σε πολλά μέρη της Μακεδονίας, και ιδίως την παραμονή της 24ης Ιουνίου, εορτής των γενεθλίων του τιμίου Προδρόμου, καθώς και τις παραμονές των Χριστουγέννων. Άτομα , τα οποία ως επί το πλείστον έχουν διακόψει κάθε σχέση με την Εκκλησία, αλειτούργητοι και ακοινώνητοι, τις παραμονές των Χριστουγέννων θέλουν και αυτοί να γιορτάσουν την εορτή με τρόπο τον οποίο καταδικάζει η Ορθόδοξη Εκκλησία. Γιά να συγκεντρώσουν ξύλα για την πυρά εισορμούν στις αυλές των σπιτιών και αρπάζουν ό,τι βρουν. Αυτό δεν θεωρείται κλοπή. Πέρυσι, σε ένα χωριό της περιφέρειάς μας οι περίεργοι αυτοί εορταστές διέλυσαν ξύλινο παράπηγμα φτωχής πολυμελούς οικογένειας και μετέφεραν εν θριάμβω τα ξύλα στον τόπο της πυράς. Κανείς από τους κατοίκους , βλέποντας την άδικη και βάρβαρη τούτη πράξη, δεν διαμαρτυρήθηκε Είναι, λένε, παλαιό έθιμο, και σαν έθιμο πρέπει να διατηρηθή! Διότι υπενθυμίζει, ισχυρίζονται, τους βοσκούς της Βηθλεέμ. Αλλά οι φωτιές που ανάπτονται δεν έχουν καμία σχέση με τους βοσκούς της Βηθλεέμ, οι οποίοι άναβαν φωτιές για να θερμανθούν τη νύχτα της γεννήσεως του Σωτήρα. Και τρανή απόδειξη είναι τα όσα λέγονται και γίνονται γύρω απ τις φωτιές που ανάπτονται. Καμία λέξη που να έχει σχέση με τη γιορτή ακούγεται. Κανένα τροπάριο ή απολυτίκιο. Αλλά γύρω απo τις φωτιές συγκεντρώνονται αγόρια και κορίτσια, τραγουδούν ερωτικά τραγούδια, γελούν και καγχάζουν, πίνουν και χορεύουν και πηδούν πάνω απ τις φλόγες και εν γένει λέγουν και πράττουν ό,τι καταδικάζει η Εκκλησία με τον ανωτέρω μνημονευθέντα κανόνα.
Τελευταία δε, ισχυροί παράγοντες, αγνοώντας, προφανώς, την προέλευση των συγκεκριμένων ειδωλολατρικών εκδηλώσεων και αμνηστεύοντας κάθε παρέκτροπο, συγκροτούν επιτροπές που περιέρχονται τις φωτιές και βαραβεύουν εκείνους των οποίων οι φωτιές διακρίθηκαν για το ύψος των φλογών!
Έτσι νομίζουν οι κύριοι αυτοί ότι ενισχύουν τις παραδόσεις του Γένους! Και σε καιρό μάλιστα οικονομιών και λιτότητας, όπως διακηρύσσεται από το στόμα του Πρωθυπουργού, είναι αμαρτία να σπαταλώνται χρήματα του Δημοσίου προς ενίσχυση ειδωλολατρικών εκδηλώσεων. Ας τονισθή ότι κατ αυτόν τον τρόπο δεν εορτάζονται οι χριστιανικές εορτές.
Γι αυτόν το λόγο εντελλόμαστε, όπως οι Εφημέριοι, στις ενορίες των οποίων συμβαίνουν οι παρεκτροπές αυτές, διαφωτίσουν τους ενορίτες τους, ώστε να πεισθούν να απέχουν από τις εκδηλώσεις αυτές, οι οποίες καταδικάζονται από την Ορθόδοξη Εκκλησία μας. Δεν αγνοούμε ότι η εκρίζωση αιωνόβιων εθίμων, όπως οι συγκεκριμένες εκδηλώσεις, δεν είναι εύκολη όπως σημειώσαμε και στην αρχή. Πιστεύουμε, όμως, ότι μία επίμονη προσπάθεια των πνευματικών πατέρων θα συντελέσει, αν μη στην παντελή εξάλειψη, τουλάχιστον στον περιορισμό του κακού. Και αν κάποιοι πείσμονες δεν θέλουν να πειθαρχήσουν στη φωνή της Εκκλησίας, η Εκκλησία δεν πρέπει να παύση να εκτελεί το ιερό της καθήκον και να διακηρύττει την αλήθεια, με την ελπίδα, ότι και αυτοί κάποτε θα ανανήψουν και θα πεισθούν. Το έργο μας είναι συνεχής, επίμονη και ζωηρή διαφώτιση. Η δε συμμόρφωση προς τα περί πίστεως και ηθικής κηρυττόμενα δεν εξαρτώνται πλέον από μας αλλά από τη θέληση των Χριστιανών.
Ο ΦΛΩΡΙΝΗΣ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ
ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΥΠ ΑΡΙΘΜΟΝ 340/9-12-1979, ΒΙΒΛΙΟ «ΥΠΟΜΝΗΣΕΙΣ», σελ. 390, ΕΚΔΟΣΙΣ ΑΔΕΛΦΟΤΗΤΟΣ «Ο ΣΤΑΥΡΟΣ»
https://katanixis.blogspot.gr/