π. Άνθιμος Γκαίνα(1894-1974)-Ο αγιασμένος γέροντας της μονής Σέκου
Α) Ή ζωή του
Ό πατήρ Άνθιμος ήταν ένας μοναχός με γνήσια πνευματικά βιώματα και ένας από τούς σπουδαιότερους μαθητάς του μεγάλου Πνευματικού π. Βικέντιου Μαλάου.
Γεννήθηκε στην κοινότητα Πρισακάνι του Ιασίου και αφιερώθηκε από τη νεανική του ηλικία στην μοναχική ζωή μαζί με τον πατέρα του και την γιαγιά του. Το έτος 1920 έλαβε το μοναχικό Σχήμα στο μοναστήρι του Σέκου, ενώ μετά ένα έτος αξιώθηκε του βαθμού της ιεροσύνης. Μεταξύ των ετών 1921-1928 ήταν ιερεύς και Πνευματικός στο μοναστήρι της μετανοίας του. Μετά από τρία χρόνια, υπηρέτησε ως Ιερεύς ενορίας στο χωριό Πλότουν – Πιπιρίγκ, ενώ με¬ταξύ των ετών 1934-1956 χρημάτισε Πνευματικός στο μοναστήρι Άγαπία.
Αφού επανήλθε στην μετάνοιά του, το 1974 τελείωσε ειρηνικά την ζωή του, αφού έζησε με βαθειά ταπείνωση και αυταπάρνηση.
Β) Έργα και λόγοι διδασκαλίας
2) Λέγουν οι μαθηταί του ότι ό π. Άνθιμος επιθυμούσε πολύ να άσκητεύση στο Αγιο Ορος. Και κάποια ημέρα είπε στόν Πνευματικό του.
—Πάτερ Βικέντιε, φεύγω για το Άγιο Όρος.
—Δεν σου δίνω ευλογία, απάντησε ό γέροντας, διότι δεν θα μπορέσεις να ζήσης εκεί. Μετά από πολλές παρακλήσεις του επέτρεψε, λέγοντάς του:
—Καλά, πήγαινε. Αλλά να γνωρίζεις ότι δεν θα μείνεις πολύ στον Άθωνα και όταν θα επιστρέφεις θα περάσει το τραίνο επάνω από την οσιότητα σου.
Μετά από μερικούς μήνες ό π. Άνθιμος επέστρεψε στην Χώρα Τούρνου – Σεβερίν, όπου ή διάβασης είναι αφύλακτος, τον κτύπησε ένα τραίνο και τον ξάπλωσε κάτω. Με την προσευχή όμως του γέροντά του γλύτωσε τον θάνατο.
Το έτος 1928 ό π. Άνθιμος άπεστάλη ως ιεραπόστολος ιερεύς στην κοινότητα Πιπιρίγκ για την διαφώτιση των παλαιοημερολογιτών χριστιανών, οι όποιοι αρνούντο να υποταχτούν στην Εκκλησία. Στην αρχή ό πατήρ δεν δεχόταν. Κατόπιν με την συμβουλή του Πνευματικού του δέχθηκε την υπηρεσία αυτή και σε λίγα χρόνια ανανέωσε τελείως την πνευματική ζωή στο χωριό Πλότουν. Επειδή έβλεπαν οι άνθρωποι την πραότητα και αγιότητα τής ζωής του, και οι 150 οικογένειες επέστρεψαν στους κόλπους τής Εκκλησίας του Χριστού. Στο χωριό επεκράτησε μια χριστιανική ατμόσφαιρα αρμονίας και ενότητας, πού σπάνια συναντάται σ’ άλλα μέρη. Επίσης πολλούς βοήθησε στην άσκηση τής νηστείας, τής ελεημοσύνης και τής νηπτικής εργασίας τής νοεράς προσευχής. Και σήμερα ακόμη υπάρχουν γέροντες πού έχουν αυτή την ζωή τής προσευχής και τής μυστικής ευφροσύνης.
3) Στο μοναστήρι Άγαπία υπηρέτησε ομοίως ως ιερεύς στολισμένος με τον φόβο του Θεού, και ως Πνευματικός ήταν περιζήτητος. Πάντοτε θεωρούσε τον εαυτό του ανάξιο τής ιεροσύνης και έτρεμε από θειο φόβο στην Θεία Λειτουργία. Όταν επρόκειτο να λειτουργήσει ετοιμαζόταν με αυστηρή νηστεία και προσευχή και δεν δεχόταν να μιλήσει με κανέναν.
Τα λείψανα του γέροντα Ανθίμου και του πνευματικού του,Βικέντιου Μαλάου στην Μονή Σέκου
4) Ως Πνευματικός, ό π. Άνθιμος δεχόταν στην εξομολόγηση μόνο αυτούς πού επιθυμούσαν πραγματικά να σωθούν. Ήταν πάρα πολύ διακριτικός και ζητούσε από τα πνευματικά του παιδιά ν’ αγαπούν ιδιαίτερα την σιωπή, την υπακοή και την ευχή του Ιησού. Γι’ αυτό οι μαθηταί του ήταν λίγοι σε αριθμό, αλλά με τούς κανονισμούς αυτούς και την εσωτερική εργασίας προώδευσαν πνευματικά όπως οι άλλοι μοναχοί.
5)Λέγουν οι μαθηταί του, ότι ό π. Άνθιμος απομάκρυνε αυτούς πού επέμεναν στα ίδια αμαρτήματα και αυτούς οι όποιοι δεν εκτελούσαν τον κανόνα πού τούς έβαζε στην εξομολόγηση. Ένα από τα πνευματικά του παιδιά μιλούσε πολύ και ό γέροντας του έδωσε κανόνα να μιλά λίγο και να προσεύχεται. Βλέποντας ότι δεν του έκανε υπακοή, στην τρίτη εξομολόγηση του είπε:
—Αδελφέ, τώρα μιλάς περισσότερο από’ ότι πριν. Γι` αυτό δεν σε δέχομαι πάλι στην εξομολόγηση.
6) Έλεγαν ακόμη γι’ αυτόν ότι εάν του ζητούσε κάποιος ωφέλιμες συμβουλές, σκεπτόταν πολύ και μετά δυσκολίας απαντούσε. Μερικές φορές ανέβαλε την απάντηση για την δεύτερη ημέρα και ενίσχυε τις σκέψεις του με κείμενα από την Αγία Γραφή και τούς Άγιους Πατέρες.
7) Αυτός ό πατήρ είχε μεγάλη αυταπάρνηση και αποστρεφόταν το υλικό. Δεν ελάμβανε ούτε ένα δώρο από τούς πιστούς στο κελί του, ούτε χρήματα, ούτε τροφές, ούτε ενδύματα. Οτιδήποτε του έφερναν το έδινε στην αδελφότητα και τούς πτωχούς. Μερικές φορές έτρεχε στον δρόμο για τούς πτωχούς και τούς μοίραζε ότι περισσεύματα εύρισκε στο κελί του.
8) Λέγουν οι πατέρες, ότι ό γέροντας δεν δεχόταν κανέναν στο κελί του εκτός από τον στάρετς και τον υποτακτικό του. Ούτε αυτός ήθελε να μπαίνει στα κελιά των άλλων. Αλλά κτυπούσε στην πόρτα και περίμενε από έξω. Ό λόγος του ήταν πάντοτε συνετός, σύντομος και πολύ πράος.
9)Στην εκκλησία ό πατήρ Άνθιμος στεκόταν πίσω και ουδέποτε καθόταν στους χορούς. Κρατούσε πάντοτε το βλέμμα του χαμηλωμένο και ψιθύριζε την ευχή του Ιησού με σιωπή και βαθειά ησυχία. Στο Άγιο Βήμα έμπαινε μόνο όταν έκανε τις ακολουθίες και στεκόταν πάντοτε με το πρόσωπο στραμμένο προς το Άγιο Θυσιαστήριο.
10) Ό πατήρ Άνθιμος ήταν ένας ακούραστος εργάτης της νοεράς προσευχής. Αυτή έφερνε στην ψυχή του την μυστική χαρά, πού είναι άγνωστη στους πολλούς. Γι’ αυτό δεν τον τραβούσε τίποτε το εξωτερικό. Ούτε τα λουλούδια, ούτε οι ψαλμωδίες, ούτε τα ενδύματα, ούτε τα φαγητά, ούτε ή ανάπαυσις, ούτε οι έπαινοι των ανθρώπων. Ή καρδιά του ήταν τραυματισμένη από την αγάπη του Χριστού.
11) Αυτός ό ταπεινός πατήρ δεν κοίταζε ποτέ άνθρωπο στο πρόσωπο ούτε κατέκρινε κανέναν, ούτε επέτρεπε σε κανέναν να ειπεί κάτι κακό πλησίον του. Μόνο όταν μάλωνε τούς μαθητές του, τούς κοίταζε μια στιγμή στο πρόσωπο και κατόπιν τούς άφηνε.
12) Λέγουν οι μαθηταί του ότι ό γέροντας δεν έμπαινε μέσα στο κελί του όταν ήταν συγχυσμένος ή όταν είχε κάποια προσωπική στενοχώρια. Διότι ή ψυχή του δεν είχε ανάπαυσις και δεν μπορούσε να προσευχηθή. Γι` αυτό, κατ’ αρχήν τριγύριζε έξω από το κελί του μερικές φορές και ύστερα ό ίδιος ζητούσε συγχώρηση από’ αυτόν πού πίκρανε . Και, όταν έμπαινε στο κελί του, παίδευε τον εαυτό του με νηστεία και προσευχή επί τρεις μέρες μέχρις ότου ειρήνευση ή συνείδηση
13) Έλεγαν ακόμη οι μαθητές του ότι ο π. Άνθιμος ήταν πολυάγωνιστής. Το φαγητό ήταν μόνο λαχανικά μια φορά την μέρα και αυτά λιγοστά. Ενώ κρασί, τυρί και γάλα λάμβανε μερικές φορές το χρόνο. Φορούσε παλαιά ρούχα και φτωχικά, δεν άναβε φωτιά στο κελί του και δεν είχε τίποτε ως περιουσία, παρά μια προβιά και τρία βιβλία: το Ωρολόγιο, το Ψαλτήρι και το Γεροντικό.
14)Ένα άλλο αγώνισμα του π. Ανθίμου ήταν ή ολονύκτιος αγρυπνία. Λέγουν οι πατέρες, ότι ό γέροντας δεν κοιμόταν ποτέ στο κρεβάτι. Αφού τελείωνε την βραδινή προσευχή, έκανε εκατό μετάνοιες, κατόπιν κοιμόταν μια ώρα ή δύο γονατιστός μπροστά στις εικόνες. Όταν ξυπνούσε συνέχιζε την προσευχή μέχρι τα μεσάνυκτα και πάλι κοιμόταν μια ώρα μπροστά στις εικόνες.
15) Κάποτε διανυκτέρευσε στην πόλη Τιργόβιστα – Νεάμτς, σ’ ένα πνευματικό του παιδί, πού το αγαπούσε πάρα πολύ. Λοιπόν, αφού τούς ευχαρίστησε όλους με τα εκλεκτά λόγια από τούς Αγίους Πατέρας ό σπιτονοικοκύρης του ετοίμασε το κρεβάτι και τον άφησε μόνο του στο δωμάτιο. Την άλλη ημέρα το πρωί το κρεβάτι ήταν τελείως απείρακτο. Ό πατήρ Άνθιμος είχε αγρυπνήσει όλη την νύχτα μπροστά στις άγιες εικόνες.
16)Λέγουν πάλι οι μοναχοί, ότι όλη την νύκτα το κελί του πατρός Ανθίμου ήταν πάντοτε με φως, και οποιαδήποτε ώρα του κτυπούσαν αυτός προσευχόταν. Μερικές φορές, όταν δυσκολευόταν από τον ύπνο έβγαινε έξω από το κελί του, έκανε μερικές βόλτες και πάλι έμπαινε μέσα.
17) Τα τελευταία χρόνια ό γέροντας δεν τελούσε πια την Θεία Λειτουργία, αλλά ούτε απουσίαζε ποτέ από την εκκλησία. Κάποτε τον ρώτησε ένας από τούς μαθητές του:
—Πάτερ Άνθιμε, δός μου την τελευταία συμβουλή προτού αποχωριστούμε.
Και ό γέροντας του είπε:
—Να μη χάνεις ποτέ καμιά ακολουθία της Εκκλησίας.
18)Φθάνοντας στην ηλικία των 80 ετών αρρώστησε ό π. Άνθιμος και έλαβε το μακάριο τέλος στις 29 Αύγουστου 1974 όταν ετελείτο ή πανήγυρης του μοναστηριού, ακριβώς την ώρα της Θείας Λειτουργίας. Δίπλα του άφησε ένα κομμάτι χαρτί με τις εξομολογήσεις του ζητώντας από’ όλους συγχώρηση και προσευχή.
Κύριε, ανάπαυσε μετά δικαίων τον πατέρα Άνθιμος!
Από το Ρουμανικό γεροντικό.Εκδ.Ορθοδόξου Κυψέλης/apantaortodoxias