Πρωτ. Θεόδωρος Ζήσης – Βιογραφικό Πρωτοπρεσβύτερος Θεόδωρος Ζήσης Ομότιμος Καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ. BΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ


Ο Πρωτοπρεσβύτερος Θεόδωρος Ζήσης, Καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (Α.Π.Θ.), γεννήθηκε το 1941 στο χωριό Παναγία της Θάσου, πέμπτος από επτά τέκνα. Μετά τη λήξη του πολέμου, το 1945, εγκαταστάθηκαν οικογενειακώς στο χωριό Μέση της Κομοτηνής, όπου ο Iερεύς πατήρ του Νικόλαος διορίσθηκε εφημέριος. Εκεί ο Θεόδωρος περάτωσε το Δημοτικό Σχολείο. Στη συνέχεια ενεγράφη στην Εκκλησιαστική Σχο­λή της Ξάνθης, επταετούς φοιτήσεως, αριστεύων και πρωτεύων καθ’ όλη τη διάρκεια των σπουδών του (1953-1961).
Εισήχθη πρώτος στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, της οποίας το πτυχίο έλαβε το 1965 με το βαθμό Άριστα (10). Ενεγράφη ως αριστούχος στη Νο­μική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, της οποίας παρηκολούθησε τα πρώτα έτη, διέκοψε όμως τη φοίτηση, όταν άρχισε να σταδιοδρομεί στη Θεολογική Σχολή. Υπηρέτησε επί διετία στις τάξεις του ελληνικού στρατού, στη Θρησκευτική Υπηρεσία, ως θεολόγος-οπλίτης (1966-1968). Ενυμφεύθη (1968) τη θεολόγο Χριστίνα Μπουλάκη, κόρη ιερέως, επίκουρη Καθηγήτρια κατόπιν της Θεολογικής Σχολής στο γνω­στικό αντικείμενο της Ιστορίας των Σλαβικών και λοιπών Ορθοδόξων Εκκλησιών, και απέκτησαν δύο τέκνα.
Μεταπτυχιακές σπουδές πραγματοποίησε στη Θεσσαλονίκη, στον ιστορικό κλάδο της Θεολογίας, όπου ανήκε και το γνωστικό αντικείμενο της Πατρολογίας, με σύμβουλο Καθηγητή το γνωστό Πατρολόγο αείμνηστο Παναγιώτη Χρήστου. Ανηγορεύθη με άρι­στα Διδάκτωρ Θεολογίας το 1971, υποβάλλοντας διατριβή με τίτλο «Άνθρωπος και κόσμος εν τη οικονομία του Θεού κατά τον ιερόν Χρυσόστομον». Εξελέγη Υφηγητής της Πατρολο­γίας το 1973 στη Θεολογική Σχολή, με τη μελέτη «Τέχνη Παρθενίας. Η επιχειρηματολογία των Πατέρων της Εκκλησίας περί της εν Χριστώ αγαμίας και αι πηγαί αυτής». Το 1980 εξελέγη Τακτικός Καθηγητής της Πατρολογίας στην ενιαία τότε Θεολογική Σχο­λή, καταθέτοντας μαζί με άλλα δημοσιεύματα και τη μεγάλη μονογραφία «Γεννάδιος Β’ Σχολάριος. Βίος-Συγγράμματα-Διδασκαλία». Μετά το χωρισμό της Σχολής σε δύο τμήματα (1982) ενετάχθη στο Τμήμα Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας, όπου υπηρέτησε μέ­χρι της συνταξιοδοτήσεώς του (2008), διατελέσας και πρόεδρος αυτού επί δύο θητείες. Διετέλεσε ακόμη και Διευθυντής του τομέως Αγίας Γραφής και Πατερικής Γραμματείας. Στις πρυτανικές εκλογές του 1986 ορίσθηκε υποψήφιος αντιπρύτανις παρά τω υποψηφίω Πρυτάνει Καθηγητή της Ια­τρικής κ. Δ. Παπαπαναγιώτου με δεύτερο αντιπρύτανι τον Καθηγητή της Πολυτεχνικής κ. Δ. Ψωϊνό· τελικώς, εξελέγη άλλο σχήμα με Πρύτανι τον Καθηγητή κ. Δ. Φατούρο.
Μετεκπαιδεύθηκε επί δύο έτη στη Δυτική Γερμανία (Βόννη) ως υπότροφος της Humboldt-Stiftung (1972-1973 και 1979-1980). Γνωρίζει εκτός από τη γερμανική και τη γαλ­λική γλώσσα.
Διετέλεσε επιστημονικός συνεργάτης, άμα τη ιδρύσει του, του Πατριαρχικού Ιδρύ­ματος Πατερικών Μελετών της Ιεράς Μονής Βλατάδων, συντάκτης και γραμματεύς του περιοδικού του Ιδρύματος «Κληρονομία» (1968-1970), κατόπιν δε και έφορος του Ιδρύματος (1977-1986). Διορίσθηκε ερευνητής στο Κέντρο Βυζαντινών Ερευνών (Κ.Β.Ε.) του Πανεπι­στημίου Θεσσαλονίκης (1970-1974), διευθυντής του Τμήματος Θεολογίας του ιδίου Κέν­τρου (1988-1998), πρόεδρος του Κέντρου (1991-1995), συνδιευθύνων μετά των λοιπών μελών του Διοικητικού Συμβουλίου το περιοδικό «Βυζαντινά» και τις άλλες εκδόσεις του Κ.Β.Ε. Κατά το διάστημα της επταετούς παραμονής του στο Κέντρο, ως διευθυντής Τμήματος και Πρόεδρός του, εξασφάλισε ερευνητικά κονδύλια από κρατικούς φορείς, τα οποία διέθεσε καθ’ ολοκληρίαν στον καταρτισμό ερευνητικών προγραμμάτων και στην απασχόληση δεκαπέντε νέων ερευνητών, από τους οποίους οι πε­ρισσότεροι είναι τώρα μέλη ΔΕΠ ελληνικών Πανεπιστημίων. Μνημονεύουμε το πρόγραμμα «Τα Μοναστήρια της Μακεδονίας κατά την Βυζαντινή και Μεταβυζαντινή περίοδο», τα αποτελέσματα του οποίου έχουν δημοσιευθεί μερικώς σε ένα τόμο. Συνεκάλεσε επίσης υπό την προεδρία του διεθνές Επιστημονικό Συμπόσιο με τίτλο «Μνήμη Αγίων Γρηγορίου Θεολόγου και Με­γάλου Φωτίου (14-17 Οκτωβρίου 1993)» στη Μεγάλη Αίθουσα Τελετών του Α.Π.Θ.
Επί πολλά έτη διετέλεσε πρόεδρος της Ενώσεως Θεολόγων Βορείου Ελλάδος (Ε.ΘΕ.Β.Ε.) με πλήθος δραστηριοτήτων στο χώρο της εκπαιδεύσεως· επί της προεδρίας του ιδρύθη το περιοδικό της Ενώσεως «Θεολόγος».
Οργάνωσε με συνεργάτες του πολλά επιστημονικά συνέδρια, ελληνικά και διεθνή, και συμμετέσχε σ’ αυτά και σε άλλα με εισηγήσεις και ανακοινώσεις. Την επιτυχή και διαρκή συνεδριακή του δραστηριότητα κορύφωσε με την οργάνωση του μεγάλου διεθνούς επιστη­μονικού συνεδρίου για τον Άγιο Ιωάννη Χρυσόστομο, το Σεπτέμβριο του 2007, του οποίου την προεδρία τού ανέθεσε το Τμήμα Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας.

 

Κληθείς για παραπάνω από τρείς δεκαετίες από Ιερές Μητροπόλεις, Μονές και Συλλόγους βοήθησε, ως σύμβουλος ή ως πρόεδρος και μέλος οργανωτικών επιτροπών, στη σύγκληση και οργάνωση επιστημονικών συνεδρίων, εκόσμησε δε ως ομιλητής πολλά βήματα απανταχού της Ελλάδος σε εκα­τοντάδες εκδηλώσεων. Μνημονεύουμε τη συμβολή του στην οργάνωση των δύο επιστημονικών συνεδρίων για τον Άγιο Νεκτάριο στην Αίγινα (1996), των δύο μεγάλων διεπιστημονικών συνεδρίων στην Πάρο για την Παναγία την Εκατονταπυλιανή (1997) και για τον Άγιο Αθανάσιο Πάριο (1999) ως πρόεδρος και μέλος της Οργανωτικής Επιτροπής, καθώς και του μεγάλου επίσης συνεδρίου για τον Άγιο Νικόδημο Αγιορείτη (1999), υπό την ιδιότητα του προέδρου της Οργανωτικής Επιτροπής, το οποίο συνεκάλεσε η Ιερά Μονή Οσίου Νικοδήμου Γουμενίσσης. Επί σειρά ετών προεδρεύει στα οργανούμενα κατ’ έτος συνέδρια με διαφορετικό κάθε έτος θέμα, που οργανώνει ο Πολιτιστικός Σύλλογος Ράχης Πιερίας «Τα Πάτρια». Για την πο­λύπλευρη προσφορά του ετιμήθη με ειδικές τελετές και διακρίσεις (ως λ.χ. της Ιεράς Μητροπόλεως Μα­ρωνείας)· η Ιερά Μητρόπολις Παροναξίας σε επίσημη τελετή τον ανεκήρυξε επίτιμο μέ­λος του Διοικητικού Συμβουλίου του Ιερού Προσκυνήματος της Εκατονταπυλιανής. Το 2005 αναγορεύθηκε αντεπιστέλλον μέλος του Φιλολογικού Συλλόγου «Παρνασσός» και το 2006 επίτιμο μέλος αυτού, τιμηθείς στην Αθήνα με ειδική εκδήλωση.
Ως σύμβουλος Καθηγητής ανέλαβε την επιστημονική καθοδήγηση πλήθους μεταπτυχιακών φοιτητών και συμμετέσχε σε πλήθος επιτροπών κρίσεως μεταπτυχιακών εργασιών. Καθοδήγησε επίσης ως σύμβουλος Καθηγητής πολυάριθμους υποψηφίους διδάκτορες, πολ­λοί των οποίων είναι τώρα μέλη ΔΕΠ στις Θεολογικές Σχολές των Πανεπιστημίων Αθηνών και Θεσσαλονίκης ή διδάσκουν στις Ανώτατες Εκκλησιαστικές Ακαδημίες και στη Δευ­τεροβάθμια Εκπαίδευση.
Από το 1990 μέχρι το 2007 υπήρξε κληρικός του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Χειροτονήθηκε Διάκονος το Δεκέμβριο του 1990 και Πρεσβύτερος το Μάρτιο του 1991 στην Ιερά Πατριαρχική Σταυροπηγιακή Μονή της Αγίας Αναστασίας της Φαρμακολυτρίας, όπου ιεράτευσε μέχρι και των αρχών του 1993. Από τον Απρίλιο του 1993 μέχρι σήμερα (άνοιξη 2011) ιερατεύει στον Ιερό Ναό του Αγίου Αντωνίου Θεσσαλονίκης, εγγραφείς κατά το παρόν έτος (2008) και στο σώμα των κληρικών της Ιεράς Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης.
Εκπροσώπησε το Οικουμενικό Πατριαρχείο και την Εκκλησία της Ελλάδος σε διορθόδοξες και διαχριστιανικές συναντήσεις. Έλαβε μέρος στο Διάλογο Ορθοδόξων και Παλαιοκαθολικών, στο Διάλογο Ορθοδόξων και Ρωμαιοκαθολικών, όπως και σε διορθόδοξες συναντήσεις στη Γενεύη για την προετοιμασία της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Συνέταξε πολλά πατριαρχικά κείμενα και εγκυκλίους, επί τη ευκαιρία επετειακών εκδηλώσεων και πατριαρχικών επισκέψεων. Συνέβαλε αποφασιστι­κά στην κοινή καταδίκη της Ουνίας από θεολόγους Ορθοδόξους και Ρωμαιοκαθολικούς, στο Freising του Μονάχου τον Ιούνιο του 1991. Επειδή άσκη­σε αυστηρή κριτική στο αθωωτικό της Ουνίας και εκκλησιολογικά απαράδεκτο κείμενο του Balamand του Λιβάνου (1993), τού απαγορεύθηκε από το Οικουμενικό Πατριαρχείο να συμμετέχει στο Διάλογο με τους Ρωμαιοκαθολικούς, έστω και ως εκπρόσωπος της Εκκλησίας της Ελλάδος (λόγω της κληρικής του ιδιότητος υπό το Πατριαρχείο ΚΠόλεως).
Το 1998 ίδρυσε με συνεργάτες του την «Εταιρεία Ορθοδόξων Σπουδών», της οποί­ας το τριμηνιαίο θεολογικό περιοδικό «Θεοδρομία» διευθύνει, εκδιδόμενο ανελλιπώς από τον Ιανουάριο του 1999 μέχρι σήμερα.
Από το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων ορίσθηκε μέλος της Εποπτεύουσας Επιτροπής του ιστορικού επιστημονικού περιοδικού «Νέα Σιών», όπου και υπηρέτησε επί τριετία (2006-2008), συνεισφέρων στον εκδοθέντα τόμο της «Νέας Σιών» του έτους 2006.
Συνέγραψε πολλές μονογραφίες, ως και άρθρα και μελέτες σε επιστημονικά περιοδικά. Μερικές από τις μελέτες του έχουν μεταφρασθεί, και άλλες μεταφράζονται σε άλλες γλώσσες. Η μελέτη του «Ευεργετικό και καθαρτικό το τσουνάμι. Ευθύνεται ο Θεός για τις φυσικές καταστροφές;» μεταφράσθηκε στα ρωσικά και βραβεύθηκε από την «Ένωση Συγ­γραφέων της Ρωσίας» ως η καλύτερη μελέτη του έτους 2006 στον τομέα της Θεολογίας. Η ίδια μελέτη μεταφράσθηκε και στα βουλγαρικά από την Ιερά Μονή Ζωγράφου Αγίου Όρους (Βλ. κατάλογο των σπουδαιοτέρων βιβλίων και εργασιών του στο τέλος του άρθρου).
Πέραν της πολύ σημαντικής καθαρώς ακαδημαϊκής και επιστημονικής του συνεισφοράς στη σύγχρονη θεολογία, όπως φερ’ ειπείν η αποκάθαρσις της μορφής του Πατριάρχου Γενναδίου Σχολαρίου από τη ρωμαιοκαθολική προπαγανδιστική φαλκίδευση, η αρχή εκείνη η οποία διήκει ανέκαθεν τη διδασκαλία του Πρωτοπρεσβυτέρου π. Θεοδώρου Ζήση, είναι το να καθίσταται η Θεολογία, πάντοτε βάσει των διδαχών των Αγίων Πατέρων, εύληπτη και πρακτική χάριν των ακροατών, μακράν από λεξιθηρία, περιττούς φιλολογικούς στολισμούς και πολύπλοκους στοχασμούς. Η φράση του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου περί της προτιμήσεως των απλών και χρησίμων διδαγμάτων χάριν του ποιμνίου, είναι ο κατευθυντήριος δείκτης στη διδακτική προσπάθεια του π.Θεοδώρου: «Ἐμοὶ δὲ γένοιτο πέντε λόγους ἐν ἐκκλησίᾳ λαλῆσαι μετὰ συνέσεως, ἢ μυρίους ἐν γλώσσῃ, καὶ φωνῇ σάλπιγγος ἀσήμῳ, τὸν ἐμὸν ὁπλίτην οὐκ ἐγειρούσῃ πρὸς τὸν πνευματικὸν πόλεμον». Ο προσωπικός και θεολογικός του σεβασμός στους Πατέρες της Ορθοδόξου Εκκλησίας, εδηλώνεται μεταξύ άλλων και στην εκτενή επιστημονική του ενασχόληση με τα θέματα του Μοναχισμού.
Το δημοκρατικό και ακαδημαϊκό του ήθος, το διαλεκτικό του πνεύμα, ο σεβασμός στην προσωπικότητα και το έργο των άλλων ερευνητών, η πατρική του συμπεριφορά προς τους φοιτητές, η αρίστη συνεργασία του με τους συναδέλφους του όλων των βαθ­μίδων και η επιστημονική του αρτιότητα, ως και η διεθνής και διορθόδοξη προβολή του, αποτελούν ορισμένα από τα προσόντα του π. Θεοδώρου Ζήση, με τα οποία συνέβαλε στην άριστη λειτουργία του Τμήματος Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας καθώς και στην προαγωγή της Επιστήμης της Θεολογίας.
Τα πλείστα εκ των επιστημονικών του άρθρων σε συλλογικούς τόμους έχουν μετά ταύτα εκδοθεί είτε αυτοτελώς είτε εντεταγμένα σε εκτενέστερα έργα του. Ενδεικτικώς αναφέρουμε τα σπουδαιότερα από τα έργα του π. Θεοδώρου:

ΕΚΤΕΝΗ ΕΡΓΑ
• Άνθρωπος και κόσμος εν τη οικονομία του Θεού κατά τον ιερόν Χρυσόστομον, Θεσσαλονίκη 1971.
• Τέχνη Παρθενίας. Η επιχειρηματολογία των Πατέρων περί της εν Χριστώ αγαμίας και αι πηγαί αυτής,
Θεσσαλονίκη 1973, 2α εκδ. 1996.
• Γεννάδιος Β’ Σχολάριος. Βίος-συγγράμματα-διδασκαλία, Θεσσαλονίκη 1980,2α εκδ. 1988 (επανεκδίδεται).
• Ο Πατριάρχης Γρηγόριος Ε’ στη συνείδηση του Γένους, Θεσσαλονίκη 1986.
• Επιστημονική Τεχνογραφία. Πώς γράφεται μία επιστημονική εργασία, Θεσσαλονίκη 1985, 2α εκδ. 1992,
3η εκδ. 1996.
• Πλατωνικά. Εισαγωγή στον Πλάτωνα, Θεσσαλονίκη 1989, 2α εκδ. 1996.
• Θεολόγοι της Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη 1989, 2α εκδ. 1996.
• Κωνσταντινούπολη και Μόσχα, Θεσσαλονίκη 1991.
• Επόμενοι τοις Θείοις Πατράσι. Αρχές και κριτήρια της Πατερικής Θεολογίας, Θεσσαλονίκη 1993.
• Φραγκέψαμε. Η ευρωπαϊκή μας αιχμαλωσία, Θεσσαλονίκη 1994.
• Οι εικόνες στην Ορθόδοξη Εκκλησία, Θεσσαλονίκη 1995.
• Η σωτηρία του ανθρώπου και του κόσμου, Θεσσαλονίκη 1997 (επηυξημένη έκδοση του ως άνω «Άνθρωπος και κόσμος … »).
• Μοναχισμός. Μορφές και θέματα, Θεσσαλονίκη 1998.
• Ηθικά Κεφάλαια, Θεσσαλονίκη 2002.
• Ιεράρχες Εθνάρχες, Θεσσαλονίκη 2003.
• Διαθρησκειακές συναντήσεις, Θεσσαλονίκη 2003.
• Τα όρια της εκκλησίας. Οικουμενισμός και Παπισμός, Θεσσαλονίκη 2004.
• Κολλυβαδικά. Άγιος Αθανάσιος Πάριος, Άγιος Νικόδημος Αγιορείτης, Θεσσαλονίκη 2004.
• Ο Απόστολος Παύλος, Θεσσαλονίκη 2004.
• Κακή υπακοή και αγία ανυπακοή (Η πνευματική και διοικητική κρίση στην Εκκλησία της Ελλάδος),
Θεσσαλονίκη 2006.
• Ο Άγιος Νεκτάριος ως διδάσκαλος, Θεσσαλονίκη 2000.

ΕΚΔΟΣΕΙΣ
• Νικήτα Σεΐδου, Λόγος κατά Ευστρατίου Νικαίας, Θεσσαλονίκη 1976.
• Νικολάου Μουζάλωνος, Περί εκπορεύσεως του Αγίου Πνεύματος, Θεσσαλονίκη 1978.

ΜΕΛΕΤΗΜΑΤΑ
• Οι λαϊκοί στην Ορθόδοξη Εκκλησία, Θεσσαλονίκη 1991.
• Ουνία. Νεώτερες εξελίξεις, Θεσσαλονίκη 1994.
• Ορθοδοξία και Οικολογία, Θεσσαλονίκη 1994.
• Η «Ορθοδοξία» των Αντιχαλκηδονίων Μονοφυσιτών Θεσσαλονίκη 1994.
• Ψυχαγωγία. Κοσμική και Χριστιανική, Θεσσαλονίκη 1994.
• Είναι οι Αρμένιοι Ορθόδοξοι; Οι θέσεις του Μ. Φωτίου, Θεσσαλονίκη 1995.
• Τα γηρατειά. Ένα μεγάλο υπαρξιακό και κοινωνικό πρόβλημα, Θεσσαλονίκη 1995.
• Ορθοδοξία και Ελληνισμός. Νέα αιχμαλωσία και αντίσταση, Θεσσαλονίκη 1995.
• Η ανατροφή των παιδιών κατά τον άγιο Ιωάννη Χρυσόστομο, Θεσσαλονίκη 1998.
• Θεσσαλονίκη, η φιλομόναχος, Θεσσαλονίκη 1998.
• Η Ροτόντα του Αγίου Γεωργίου. Οι λόγοι της διαμάχης, Θεσσαλονίκη 1998.
• Θεολογική Σχολή Θεσσαλονίκης. Η προσφορά της (1942-1992), Θεσσαλονίκη 1998.
• Γάμος και Αγαμία. Ποιό υπερέχει; Θεσσαλονίκη 1999.
• Οι νέες ταυτότητες. Ποιοί δημιούργησαν το πρόβλημα, Θεσσαλονίκη 2000.
• Εκκλησιαστική Περιουσία, Θεσσαλονίκη 2000.
• Από τη Νίκαια της Βιθυνίας στη Νίκαια της Γαλλίας, Θεσσαλονίκη 2001.
• Το Χριστουγεννιάτικο δένδρο, Θεσσαλονίκη 2000.
• Παρηγορία πενθούντων. Παραμυθητικές επιστολές του Μ. Βασιλείου, Θεσσαλονίκη 2001.
• Η Ιερά Σύνοδος και ο πάπας. Τα παραλειπόμενα μιας ομιλίας, Θεσσαλονίκη 2001.
• Μετά την επίσκεψη του πάπα. Διαπιστώσεις και εκτιμήσεις, Θεσσαλονίκη 2001.
• Ουνία. Η καταδίκη και η αθώωση, Θεσσαλονίκη 2002.
• Πρέπει να μεταφρασθούν τα λειτουργικά κείμενα; 2003.
• Ευεργετικό και καθαρτικό το τσουνάμι. Ευθύνεται ο Θεός για τις φυσικές καταστροφές; Θεσσαλονίκη 2005.
• Εκκλησία και ποδόσφαιρο. Χριστιανική ζωή και αθλητισμός, Θεσσαλονίκη 2005.
• Εκκλησία και Πολιτεία. Χωρισμός ή συναλληλία;, Θεσσαλονίκη 2006.

ΥΠΟ ΕΚΔΟΣΗ
• Θεολογία και Γραμματεία μεγάλων Πατέρων και Θεολόγων
• Αθανασίου Παρίου, Επιτομή των θείων της Πίστεως δογμάτων
• Αγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως, Επιστολές

Share Button