Πρωτοπρεσβύτερος Θεόδωρος Ζήσης ΟΣΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ (1924-1994) Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΙΣΤΗ ΚΑΙ ΖΩΗ

 


1. Ἀσκητικὴ Ἀνατολὴ καὶ ὑλιστικὴ Δύση.
Ὁ εἰκοστὸς αἰώνας σημάδεψε ἀποφασιστικὰ τὴν ζωὴ ὁλόκληρης τῆς ἀνθρωπότητας, ἀναπόφευκτα δὲ καὶ τὴν ζωὴ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, τῆς μόνης ἀληθινῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Ἡ ἀνθρωποκεντρικὴ διαστροφὴ τῆς εὐαγγελικῆς ἀλήθειας ἀπὸ τοὺς Φράγκους θεολόγους τοῦ Παπισμοῦ μετὰ τὸ σχίσμα (1054) καὶ ὁ ἀπὸ ὀρθὴ ἀντίδραση, ἀλλὰ σὲ λάθος κατεύθυνση, προκύψας καὶ πορευθεὶς ἀνθρωποκεντρικὸς Προτεσταντισμὸς συνετέλεσαν στὴν δυσφήμηση καὶ ἀπαξίωση τοῦ Χριστιανισμοῦ, μὲ συνέπεια νὰ κυριαρχήσει στὴν Εὐρώπη καὶ στὴν ἐπέκτασή της πέραν τοῦ Ἀτλαντικοῦ ὁ ἄθεος καὶ ἐκκλησιομάχος Οὐμανισμὸς τῆς ἀναγεννήσεως καὶ τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ Διαφωτισμοῦ ἢ καλύτερα Διασκοτισμοῦ τοῦ 18ου αἰῶνος καὶ τῆς Γαλλικῆς Ἐπαναστάσεως.
Οἱ ἀρχὲς καὶ οἱ ἀξίες τοῦ Εὐαγγελίου, τῆς μόνης ἀληθινῆς θεϊκῆς ἀποκαλύψεως, ἔπαυσαν νὰ ἐπιδροῦν ἐπὶ τῆς ζωῆς τῶν ἀνθρώπων, νὰ ἐξημερώνουν καὶ νὰ ἐξυψώνουν τὰ ἤθη τῶν λαῶν, νὰ ὁδηγοῦν στὴν ἀγάπη, τὴν ταπείνωση, τὴν ὀλιγάρκεια, τὴν καταλλαγή, τὴν συμφιλίωση, τὴν εἰρήνη. Ὁ ἀθεϊσμὸς μὲ τὸν συμπαρομαρτοῦντα ὑλισμὸ ἀγρίεψαν τοὺς ἀνθρώπους, τοὺς ἔστρεψαν ἐγωϊστικὰ στὴν ἀπόλαυση τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν, στὴ σαρκολατρεία καὶ ἡδονοθηρία, στὸν ἀθέμιτο πλουτισμὸ καὶ στὴν ἐκμετάλλευση τῶν πτωχῶν καὶ ἀδυνάτων. Ἡ ἀπόκτηση χρημάτων καὶ ἡ ὑλικὴ εὐημερία, τὸ ὑλικὸ κέρδος καὶ ἡ κοσμικὴ δύναμη καὶ ἐξουσία, θεωρήθηκαν ὡς οἱ ἀπόλυτες ἀξίες τῆς ζωῆς, ὄχι μόνο στὰ φιλελεύθερα καπιταλιστικὰ συστήματα, ἀλλὰ καὶ στὰ ἀνταγωνιστικά τους σοσιαλιστικὰ συστήματα τοῦ Κομμουνισμοῦ καὶ τῆς εὐρωπαϊκῆς σοσιαλδημοκρατίας. Ὁ ἀσκητικὸς Χριστιανισμὸς τοῦ Εὐαγγελίου καὶ τῶν Ἁγίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας ὑποχώρησε μπροστὰ στὸν ἐγωκεντρικὸ καὶ γεωκεντρικὸ Παπισμὸ καὶ τὸν ἐκκοσμικευμένο ἀμόναχο καὶ πλουτομανῆ Προτεσταντισμό. Ὁ ἀσκητὴς τοῦ Χριστιανισμοῦ παρεχώρησε τὴν θέση του στὸν ἔμπορο, τὸν ἐπιχειρηματία, τὸν ἐπιστήμονα. Ὁ Homo Oeconomicus ἔβαλε στὸ περιθώριο τὸν Homo Asceticus· ὁ ἄνθρωπος τῆς οἰκονομίας ἐξαφάνισε τὸν ἄνθρωπο τῆς ἀσκήσεως.
Οἱ δύο καταστροφικοὶ παγκόσμιοι πόλεμοι τοῦ 20οῦ αἰῶνος καὶ οἱ ἐμφύλιοι σπαραγμοὶ κατὰ τὴν βίαιη ἐπιβολὴ τῶν κομμουνιστικῶν καθεστώτων στὶς χῶρες τῆς Ἀνατολικῆς Εὐρώπης καὶ στὴν Ρωσία ἦσαν καρποὶ ὅλων αὐτῶν τῶν ἀντιχριστιανικῶν ἀθέων καὶ ὑλιστικῶν διεργασιῶν τῆς δεύτερης μετὰ Χριστὸν χιλιετίας, τὶς ὁποῖες δὲν μπόρεσαν πνευματικὰ νὰ ἀποτρέψουν οἱ ἐκτραπέντες ἀπὸ τὴν εὐαγγελικὴ ἀλήθεια Παπισμὸς καὶ Προτεσταντισμός.

Ἡ Ὀρθόδοξη Ἀνατολὴ ὑπὸ διαφορετικὲς ἱστορικὲς συνθῆκες, κάτω ἀπὸ τὴν φωτισμένη συμπόρευση καὶ συναλληλία κράτους καὶ Ἐκκλησίας στὴν Ρωμιοσύνη τοῦ Βυζαντίου, ἀφοῦ γνώρισε τὴν ἐπιθετικότητα καὶ ἁρπακτικὴ βουλιμία καὶ τυρρανία τῶν σταυροφόρων τοῦ πάπα ἐπὶ ἑξήντα χρόνια (1204-1261) καὶ ἀπέκρουσε τὸν λογοκρατούμενο, χωρὶς τὸν θεῖο φωτισμό, ἀντιασκητικὸ Χριστιανισμὸ τοῦ Βαρλαὰμ τοῦ Καλαβροῦ, μὲ τὸν Ἅγιο Γρηγόριο Παλαμᾶ, φυλάχθηκε στὴν πίστη καὶ στὴν ζωή της ἀπὸ τὶς δυτικὲς ἐπιρροὲς καὶ ἀπέφυγε τὴν διάβρωση καὶ ἀλλοτρίωση κάτω ἀπὸ τὴν σκληρὴ κατάκτηση τῶν Τούρκων, τοὺς ὁποίους ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλὸς θεωρεῖ ὅτι τοὺς ἔβαλε ὁ Θεὸς γιὰ νὰ μᾶς προφυλάξουν ἀπὸ τοὺς Εὐρωπαίους, ποὺ θὰ μᾶς ἔβλαπταν στὴν πίστη1.
Δυστυχῶς μετὰ τὴν ἀπελευθέρωση τῆς Ἑλλάδος ἀπὸ τοὺς Τούρκους τὸ 1821 ὅλες οἱ προσπάθειες τῶν Εὐρωπαίων συμμάχων καὶ φίλων μας ἀπέβλεπαν στὸ νὰ μᾶς ἐκδυτικίσουν, νὰ μᾶς ἐξευρωπαΐσουν, νὰ μᾶς ἀποκόψουν ἀπὸ τὸ ἁγιοπνευματικὸ καὶ ἀσκητικὸ κλίμα τῆς Ὀρθόδοξης Ἀνατολῆς καὶ νὰ μᾶς ἐντάξουν στὴν λογοκρατούμενη ὑλιστικὴ Δύση. Κατὰ τὴν διάρκεια τῶν διακοσίων περίπου ἐτῶν ἀπὸ τότε ὑπῆρξαν πνευματικὲς ἀντιστάσεις καὶ ὑπάρχουν τώρα λιγότερες. Πολλοὶ πάντως εἰδικοὶ ἐπιστήμονες, ὅπως παρουσιάσαμε σὲ ἄλλη μας μελέτη2, πιστεύουν ὅτι ἤδη ἔχει ἐπιτευχθῆ ὁ ἐκδυτικισμὸς τῆς Ἑλλάδος.

2. Ὁ Ὅσιος Παΐσιος διαψεύδει τὸν ἐκδυτικισμὸ τῆς Ἑλλάδος.
Δὲν εἶναι πάντως τυχαῖο ὅτι ἡ δράση καὶ ἡ ἐπίδραση τοῦ Ὁσίου Παϊσίου κορυφώνονται καὶ ἐπεκτείνονται κατὰ τὸ δεύτερο μισὸ τοῦ 20οῦ αἰῶνος, ὅταν πολιτικὰ καὶ πολιτιστικὰ γεγονότα ἐνισχύουν τὶς δυνάμεις καὶ τοὺς θεσμοὺς ποὺ σπρώχνουν τὴν Ἑλλάδα στὴν ἀγκαλιὰ τῆς ἄθεης καὶ ἠθικὰ ἐκπεσμένης Εὐρώπης καὶ τῆς συγγενικῆς Ἀμερικῆς. Ἡ ἔνταξη τῆς Ἑλλάδος στὴν Εὐρωπαϊκὴ Οἰκονομικὴ Κοινότητα (ΕΟΚ) καὶ κατόπιν στὴν Εὐρωπαϊκὴ Ἕνωση (Ε.Ε.), χωρὶς μάλιστα τὴν γνώμη τοῦ Ἑλληνικοῦ λαοῦ, χωρὶς δημοψήφισμα, ἀπὸ πολλοὺς χαιρετίσθηκε ὡς σπουδαῖο ἱστορικὸ ἐπίτευγμα, πολλαπλᾶ ὠφέλιμο, ἐνῶ δὲν ἔλειψαν καὶ ἀφυπνιστικὲς φωνὲς ποὺ ἐπεσήμαιναν τοὺς κινδύνους καὶ τὶς καταστροφικὲς ἐπιρροές, ὅπως πράξαμε καὶ ἐμεῖς μὲ τὸ βιβλίο μας «Φραγκέψαμε» καὶ ἄλλα δημοσιεύματα3.
Αὐτὸ ὅμως ποὺ ἐπεδίωκαν οἱ πολιτικοὶ στὴν πλειονότητά τους, νὰ μᾶς ἐξευρωπαΐσουν δηλαδή, ὅπου ἡ ἐπίσημη Ἐκκλησία ἀδιαφόρησε, καὶ ὁ ἀκαδημαϊκὸς λόγος πολλῶν ἐξ ἡμῶν δὲν εἶχε ἐσωτερικὴ πνευματικὴ δύναμη γιὰ νὰ ἀγγίξει τὶς καρδιὲς τῶν πιστῶν, αὐτὸ τὸ ἀπέτρεψε ἕνας καὶ μόνο ἀσκητής, ὀλιγογράμματος, ἀλλὰ πλουτισμένος ἀπὸ τὸν ὑπέρφωτο Φωτισμὸ τοῦ Παναγίου Πνεύματος, καρπὸ τῆς καθάρσεώς του ἀπὸ τὰ πάθη μὲ μακροχρόνιους καὶ σκληροὺς ἀγῶνες στὴν Κόνιτσα, στὸ Σινᾶ, στὸ Ἅγιον Ὄρος.
Τὸ ἀπέτρεψε ἐν πρώτοις στὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό του. Ἔδειξε ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία, ἀντίθετα μὲ τὴν Εὐρώπη, διακρίνεται καὶ στὶς ἡμέρες μας γιὰ τὰ μεγάλα ἀσκητικὰ κατορθώματα τῶν ἁγίων μοναχῶν της, ὅτι ἡ πατερικὴ ἐποχὴ δὲν εἶναι μακρινὸ παρελθόν, κατὰ τοὺς θιασῶτες τῆς αἱρετικῆς «Μεταπατερικῆς Θεολογίας» τῆς Ἀκαδημίας Θεολογικῶν Σπουδῶν τοῦ Βόλου, ὅτι ἀληθινὸς Χριστιανὸς δὲν εἶναι ὁ ἐκκοσμικευμένος Εὐρωπαῖος τοῦ Παπισμοῦ καὶ τοῦ Προτεσταντισμοῦ, ἀλλὰ ὁ ἀσκητὴς Παΐσιος τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ποὺ ἐπέτυχε στὶς ἡμέρες μας τὰ ἀσκητικὰ παλαίσματα καὶ κατορθώματα τῶν παλαιῶν μεγάλων ἀσκητικῶν μορφῶν.
Τὸ ἀπέτρεψε ἔπειτα μὲ τὴν γοητεία καὶ ἕλξη ποὺ ἀσκοῦσε ὁ φωτισμένος καὶ χαριτωμένος λόγος του, ποὺ δὲν ἦταν καρπὸς κοσμικῆς παιδείας καὶ γνώσεως, ἀφοῦ μόνον τὸ δημοτικὸ σχολεῖο εἶχε τελειώσει, ἀλλὰ τῆς φωτιστικῆς Χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. ῾Ο Δυτικὸς Διαφωτισμὸς (Διασκοτισμός) τοῦ ὀρθοῦ λόγου καὶ τῆς ἐπιστήμης ἀνήμπορος νὰ βοηθήσει πνευματικὰ τοὺς ἀνθρώπους, στὰ πρόσωπα παιδαγωγῶν, φιλοσόφων, πολιτικῶν, νομικῶν, ἰατρῶν, ψυχαναλυτῶν, ἔβλεπε ταπεινωμένος πλήθη προσκυνητῶν νὰ τρέχουν στὸν ἀσκητὴ Παΐσιο στὴν Παναγούδα, στὸ Ἅγιον Ὄρος, καὶ στὸ μοναστήρι τῆς Σουρωτῆς, ὅταν ἔβγαινε στὸν κόσμο, γιὰ νὰ ἀποθέσουν τὸν πόνο καὶ τὰ προβλήματά τους καὶ νὰ ἀκούσουν λόγο παρακλήσεως. Ἡ ἄκτιστη Χάρη τοῦ Θεοῦ νικοῦσε τὸν κτιστὸ ἀνθρώπινο λόγο, ὁ Ὀρθόδοξος Ἁγιορείτης Ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς τὸν ἐπηρμένο ὀρθολογιστὴ Εὐρωπαῖο Βαρλαάμ, ἡ ταπεινὴ καὶ ἀσκητικὴ Ὀρθοδοξία τὴν ὑπερήφανη ὑλιστικὴ Εὐρώπη τοῦ πάπα καὶ τοῦ Λουθήρου, ὁ θεῖος Φωτισμὸς τὸν ἀνθρώπινο Διαφωτισμό.
Ἡ ἕλξη τοῦ ἁγιοπνευματικοῦ λόγου τοῦ ὁσίου Παϊσίου ἔφθασε και στὰ αὐτιὰ τῶν Εὐρωπαίων καὶ πολλοὶ ἐξ αὐτῶν ἐρχόμενοι στὸ Ἅγιον Ὄρος ἐπισκέπτονταν εἴτε ἀπὸ θαυμασμὸ εἴτε ἀπὸ περιέργεια τὸ κελλὶ τῆς Παναγούδας. Κάποιος παπικὸς ρώτησε τὸν Ὅσιο: «Μόνο οἱ Ὀρθόδοξοι εἶναι κοντὰ στὸ Θεὸ καὶ μόνο αὐτοὶ θὰ σωθοῦνε; Ὁ Θεὸς εἶναι μὲ ὅλο τὸν κόσμο». Καὶ ἀπάντησε ὁ Ὅσιος: «Ἐσὺ μπορεῖς νὰ μοῦ πεῖς πόσος κόσμος εἶναι κοντὰ στὸ Θεό; Ἔχουμε διαφορές. Εἴμαστε φυσικὰ παιδιὰ τοῦ ἑνὸς Πατέρα, ἀλλὰ μερικὰ παιδιὰ μένουν στὸ σπίτι καὶ μερικὰ γυρίζουν ἔξω»4. Σὲ ἄλλον παπικὸ εἶπε: «Ἐσεῖς βάζετε τὸν ἐγκέφαλο ἐμεῖς τὴν πίστη…. Μὲ τὴ λογική σας περιορίζετε τὴ θεϊκὴ δύναμη, γιατὶ τὴ Θεία Χάρη τὴν πετᾶτε στὴν ἄκρη. Ἐσεῖς στὸν ἁγιασμὸ ρίχνετε συντηρητικό, γιὰ νὰ μὴ χαλάσει. Ἐμεῖς στὰ χαλασμένα ρίχνουμε ἁγιασμό, γιὰ νὰ γίνονται καλά. Πιστεύουμε στὴ Χάρη ποὺ ἁγιάζει καὶ ὁ ἁγιασμὸς κρατάει καὶ 200 καὶ 300 χρόνια· δὲν χαλάει ποτέ»5. Σὲ Προτεστάντη πάστορα ποὺ ἀμφέβαλλε γιὰ τὴν ἀξία τῶν Ἁγίων εἶπε: «Θὰ σοῦ πῶ κάτι, δὲν θέλω ὅμως νὰ μὲ παρεξηγήσεις, ἐπειδὴ δὲν τὸ λέω ἀπὸ ὑπερηφάνεια, ἀλλὰ ἀπὸ ταπείνωση καὶ ἀγάπη. Ἐμεῖς ἔχουμε τὴν Παναγία ὡς μητέρα μας, ἐνῶ ἐσεῖς εἶστε ὀρφανὰ δίχως μητέρα, γιατὶ δὲν τὴν δέχεστε»6. Ἀκόμη καὶ ὁ πάπας ἐντυπωσιάσθηκε ἀπὸ τοὺς δύο σύγχρονους Ἁγιορεῖτες Ἁγίους, τὸν Γέροντα Παΐσιο καὶ τὸν Γέροντα Πορφύριο καὶ μέσῳ Ἀμερικανίδας καθηγήτριας τοὺς προσκάλεσε στὸ Βατικανὸ γιὰ νὰ τοὺς γνωρίσει. Ἡ ἀπάντηση καὶ τῶν δύο δείχνει σαφέστατα τὴν ἀντίσταση τῶν Ὀρθοδόξων στὴν προσπάθεια ἐκδυτικισμοῦ, ποὺ υἱοθέτησε ἡ πλειονότητα τῶν πολιτικῶν καὶ ἐκκλησιαστικῶν ἡγετῶν, ἀλλὰ καὶ τὴν κριτικὴ τους ἀπέναντι στὸν ἐγωϊσμὸ τοῦ Παπισμοῦ καὶ στὴν ἐκ μέρους του ἄρνηση νὰ δεχθεῖ ὅτι μόνον οἱ Ὀρθόδοξοι ἔχομε τὴν ἀλήθεια. Δείχνει ἀκόμη καὶ τὸν λάθος δρόμο ποὺ ἀκολουθοῦν οἱ ἐκ τῶν Ὀρθοδόξων Οἰκουμενιστὲς Ἱεράρχες καὶ θεολόγοι, οἱ ὁποῖοι ἀντίθετα πρὸς τὴν στάση τῶν Ἁγίων ὅλων τῶν ἐποχῶν κοινωνοῦν καὶ ἐπικοινωνοῦν στὶς ἡμέρες μας μὲ τοὺς αἱρετικοὺς Μονοφυσίτες, Παπικοὺς καὶ Προτεστάντες, συμπροσευχόμενοι καὶ θεωροῦντες ὅτι δὲν εἶναι αἱρετικοί, ἀλλὰ ἀδελφὲς ἐκκλησίες μὲ ἔγκυρα μυστήρια. Στὴν πρόσκληση λοιπὸν τοῦ πάπα οἱ δύο Ἁγιορεῖτες Ἅγιοι ἀπήντησαν: «Ὄχι δὲν μποροῦμε νὰ πᾶμε. Διότι ἡ Ρωμαιοκαθολικὴ Ἐκκλησία καὶ ὁ Πάπας δὲν εἶναι ἕτοιμοι. Ἔχουν πολὺ ἐγωϊσμό. Ὄχι μόνο θέλουν νὰ μᾶς ὑποτάξουν, ἀλλὰ καὶ δὲν πιστεύουν ὅτι ἔχουμε τὴν ἀλήθεια ἐμεῖς. Δὲν χρειάζεται νὰ πᾶμε. Καλύτερα θὰ βοηθήσουμε τὴν ὑπόθεση μὲ τὴν προσευχή μας»7.
Πόσο πραγματικὰ θὰ τιμοῦσε τὸν Ἅγιο Παΐσιο τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο, ἄν, μετὰ τὴν ἐπίσημη ἐκκλησιαστικὴ πράξη τῆς ἐντάξεώς του στὸ Ἁγιολόγιο τῆς Ἐκκλησίας, ὅπου ἤδη τὸν εἶχαν ἐντάξει ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ συνείδηση τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας, ἀκολουθοῦσε τὴ στάση του καὶ τὴν γραμμή του στὸ βασικὸ θέμα τῆς σχέσεως τῶν Ὀρθοδόξων μὲ τοὺς ἑτεροδόξους, ποὺ εἶναι ἡ διαχρονικὴ στάση τῶν Ἁγίων Πατέρων ἀπέναντι στὴν αἵρεση καὶ στὴν πλάνη! Διαφορετικά, τὰ ἔργα διαψεύδουν τοὺς λόγους καὶ τὰ ἐγκώμια καὶ οἱ τιμὲς μεταβάλλονται σὲ εἰρωνία καὶ βλασφημία.

3. Ἐπικρίνει τὰ ἀνοίγματα τοῦ Ἀθηναγόρα πρὸς τὸν Παπισμὸ καὶ τὸν Οἰκουμενισμό.
Ὑπάρχουν στὸ ἀνὰ χεῖρας ἀφιερωματικὸ τεῦχος τῆς «Θεοδρομίας» μελέτες συνεργατῶν ποὺ παρουσιάζουν ἐπαναληπτικὰ γιὰ καλύτερη ἐμπέδωση τὴν αὐστηρὴ στάση τοῦ Ὁσίου Παϊσίου ἀπέναντι στὶς ἀντιπατερικὲς καὶ ἀντιπαραδοσιακὲς ἐνέργειες τοῦ πατριάρχου Ἀθηναγόρα σὲ σχέση μὲ τοὺς ἑτεροδόξους τῶν χριστιανικῶν ὁμολογιῶν καὶ αἱρέσεων. Δὲν θὰ τὶς ἐπαναλάβουμε. Ἁπλῶς θὰ προβοῦμε σὲ κάποια σχόλια καὶ ἐκτιμήσεις.
Ἀποδεικνύεται τώρα περίτρανα ὅτι ὁ ἐξ Ἀμερικῆς ἀποσταλεὶς γιὰ νὰ καταλάβει τὸν πατριαρχικὸ θρόνο τῆς Κωνσταντινουπόλεως, τότε ἀρχιεπίσκοπος Ἀμερικῆς, Ἀθηναγόρας, μὲ ἐξαναγκασμὸ σὲ παραίτηση καὶ ἐκδίωξη τοῦ προκατόχου του πατριάρχου Μαξίμου τοῦ Ε´, εὑρίσκετο σὲ διατεταγμένη ἀποστολή. Νὰ ἀνατρέψει τὰ μέχρι τότε κρατοῦντα στὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο, τὸν δῆθεν ἐκκλησιαστικὸ «ἐπαρχιωτισμό», νὰ ὁλοκληρώσει τὸ ἔργο ποὺ ἄρχισε, ἀλλὰ δὲν πρόλαβε νὰ ὑλοποιήσει ὁ προκάτοχός του μασόνος πατριάρχης Μελέτιος Δ´ ὁ Μεταξάκης, νὰ πρωτοστατήσει δηλαδὴ στὸ χῶρο τῆς Ὀρθοδοξίας, δῆθεν στὸ ὄνομα τῆς ἀγάπης καὶ τῆς χριστιανικῆς ἑνότητος, στὴν οἰκοδόμηση τοῦ διαχριστιανικοῦ Οἰκουμενισμοῦ τῆς Νέας Ἐποχῆς, ποὺ γρήγορα ἐξελίχθηκε, μὲ τὴν σχεδιασμένη ἐπίσης παράλληλα σύγκληση τῆς Β´ Βατικανῆς Συνόδου (1963-1965) καὶ τὴν ἵδρυση καὶ ὀργάνωση τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου τῶν Ἐκκλησιῶν σὲ διαθρησκειακὸ Οἰκουμενισμό, στὴν παναίρεση αὐτὴ τοῦ νέου συγκρητισμοῦ, τῆς ἐξίσωσης τῆς αἱρέσεως καὶ τῆς Ὀρθοδοξίας, τῆς ἀλήθειας καὶ τῆς πλάνης, τοῦ φωτὸς καὶ τοῦ σκότους, τοῦ Χριστοῦ καὶ τοῦ Ἀντιχρίστου, ὅπως συστηματικὰ ἐπιδιώκουν οἱ Μασόνοι καὶ οἱ Σιωνιστές. Ὅλη αὐτὴ ἡ σκοτεινὴ πλεκτάνη γίνεται εἰς βάρος τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας Του, γιὰ νὰ ἐπιτευχθεῖ δηλαδὴ εἰς μὲν τὸν χῶρο τῶν θρησκειῶν νὰ παύσει νὰ θεωρεῖται ὁ Χριστὸς ὡς ὁ Θεάνθρωπος λυτρωτὴς καὶ σωτήρας, ὡς ἡ μόνη σώζουσα ἀλήθεια καὶ ζωή, καὶ νὰ ἐξισωθεῖ μὲ τὶς ἄλλες θρησκεῖες, ποὺ ἀποτελοῦν δῆθεν καὶ αὐτὲς ὁδοὺς σωτηρίας, εἰς δὲ τὸν χῶρο τοῦ Χριστιανισμοῦ νὰ παύσει νὰ θεωρεῖται ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ὡς ἡ μόνη ἀληθὴς Ἐκκλησία, ποὺ διεφύλαξε τὴν δογματικὴ καὶ ἠθικὴ καθαρότητα τοῦ Εὐαγγελίου, καὶ νὰ θεωρηθοῦν ὡς ἀδελφὲς ἐκκλησίες οἱ μέχρι τότε αἱρέσεις τοῦ Μονοφυσιτισμοῦ, τοῦ Παπισμοῦ καὶ τοῦ πολυποίκιλου Προτεσταντισμοῦ.
Εἶναι ἄγνωστα στοὺς πολλοὺς τὰ τολμηρὰ ἀνοίγματα τοῦ Ἀθηναγόρα πρὸς τὴν κατεύθυνση αὐτή, τὸ γκρέμισμα τῶν ὁρίων ποὺ ἔθεσαν ἀπέναντι στὴν αἵρεση οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι καὶ οἱ Ἅγιοι Πατέρες. Καὶ εἶναι πάμπολλοι οἱ θαυμαστὲς καὶ οἱ ἐπαινέτες του, ἄλλοι παρασυρμένοι ἀπὸ τὸν ψευτοαγαπισμὸ καὶ τὴν ψευτοενότητα τῆς οἰκουμενιστικῆς προπαγάνδας καὶ ἄλλοι, οἱ λιγότεροι, γιατὶ δουλεύουν στοὺς ἴδιους κυρίους, στὰ ἴδια σκοτεινὰ καταγώγια. Ἡ μεγάλη συμβολὴ τοῦ Ὁσίου Παϊσίου ἔγκειται στὸ ὅτι διέγνωσε μὲ τὸν φωτισμένο καὶ καθαρμένο νοῦ του τὰ τεχνάσματα αὐτὰ τοῦ Διαβόλου καὶ ἐνίσχυσε μὲ τὴν στάση καὶ τὴν γραφίδα του τὴν παναγιορειτικὴ τότε ἀντίδραση ἐναντίον λόγων καὶ ἐνεργειῶν τοῦ πατριάρχου Ἀθηναγόρα.
Ἐπαναδημοσιεύσαμε ἤδη πρὸ καιροῦ στὴν «Θεοδρομία»8, τὴν ἐξαιρετικὴ ἀντιοικουμενιστικὴ ἐπιστολή του πρὸς τὸν ἱδρυτή τοῦ «Ὀρθοδόξου Τύπου» Γέροντα Χαράλαμπο Βασιλόπουλο, τὴν ὁποίαν παρουσιάζουν οἱ καλοί μας συνεργάτες καὶ στὸ ἀνὰ χεῖρας τεῦχος τῆς «Θεοδρομίας». Ἐκφράζει σ᾽ αὐτὴν τὸν πόνο του γιὰ τὶς φιλενωτικὲς κινήσεις καὶ ἐπαφὲς τοῦ Πατριάρχου μὲ τὸ Πάπα, ποὺ ξεσκίζουν περισσότερο τὸ πολυκομματιασμένο φόρεμα τῆς Μητέρας μας Ἐκκλησίας, καὶ θέλει ἡ ἐπιστολή του αὐτὴ νὰ εἶναι μιὰ μικρὴ βελονιὰ στὴν ἐπιδιόρθωση τοῦ σχισίματος. Εἶναι βαθὺς ὁ πόνος του, γιατὶ ἡ ἀγάπη αὐτὴ ποὺ κηρύσσει ὁ Ἀθηναγόρας δὲν εἶναι χριστιανική, ἀλλὰ κοσμική: «Τὰ γραφόμενά μου δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο παρὰ ἕνας βαθύς μου πόνος, διὰ τὴν γραμμὴν καὶ κοσμικὴν ἀγάπην δυστυχῶς τοῦ πατέρα μας κ. Ἀθηναγόρα. Ὅπως φαίνεται, ἀγάπησε μίαν ἄλλην γυναῖκα μοντέρνα, ποὺ λέγεται Παπικὴ Ἐκκλησία, διότι ἡ Ὀρθόδοξος Μητέρα μας δὲν τοῦ κάμνει καμμίαν ἐντύπωσι, ἐπειδὴ εἶναι πολὺ σεμνή». Στὴ συνέχεια γράφει ὅτι φροντίζει ὁ πατριάρχης νὰ ἀναπαύει τοὺς κοσμικοὺς ἀνθρώπους καὶ κατασκανδαλίζει τὰ τέκνα τῆς Ὀρθοδοξίας ποὺ ἔχουν φόβο Θεοῦ. Ἀπαντώντας δὲ προορατικὰ καὶ σὲ ὅσους ἀκόμη καὶ στὶς ἡμέρες μας, εἴτε ἐκ δεξιῶν εἴτε ἐξ εὐωνύμων, ζηλωτὰς καὶ μεγαλοσχήμους οἰκουμενιστάς, τὸν παρουσιάζουν θαυμαστὴ καὶ ἐπαινέτη τοῦ νῦν οἰκουμενικοῦ πατριάρχου Βαρθολομαίου, ὁ ὁποῖος εἶναι τολμηρότερος τοῦ Ἀθηναγόρα στὰ οἰκουμενιστικὰ ἀνοίγματα γράφει: «Μετὰ λύπης μου, ἀπὸ ὅσους φιλενωτικοὺς ἔχω γνωρίσει, δὲν εἶδα νὰ ἔχουν οὔτε ψίχα πνευματικὴ οὔτε φλοιό. Ξέρουν, ὅμως, νὰ ὁμιλοῦν γιὰ ἀγάπη καὶ ἑνότητα, ἐνῶ οἱ ἴδιοι δὲν εἶναι ἑνωμένοι μὲ τὸν Θεόν, διότι δὲν Τὸν ἔχουν ἀγαπήσει».
Ὑπάρχει καὶ δεύτερη ἐπιστολὴ συνυπογραφόμενη ἀπὸ τὸν Ὅσιο Παΐσιο, τὸν τότε ἡγούμενο τῆς Ἱ. Μ. Σταυρονικήτα Ἀρχιμ. Βασίλειο (Γοντικάκη) καὶ τὸν ἱερομόναχο Γρηγόριο (Χατζηεμμανουήλ), ποὺ εἶχαν ἀναλάβει νὰ μετατρέψουν σὲ κοινόβιο τὴν πρώην ἰδιόρρυθμη Μονὴ Σταυρονικήτα. Ἡ προσπάθεια αὐτή, βοηθούμενη καὶ ἀπὸ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο, ἑρμηνεύθηκε ἀπὸ κάποιους δημοσιογράφους ὅτι ἀπέβλεπε στὸ νὰ ἔχει τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο τὴν συμπαράσταση τοῦ Ἁγίου Ὄρους στὴν προώθηση τῶν οἰκουμενιστικῶν του σχεδίων. Ἡ δεύτερη αὐτὴ ἐπιστολὴ μὲ ἡμερομηνία 21.11.1968 ἀποσκοπεῖ νὰ δείξει ὅτι ἡ συμβολὴ τῶν ἀνωτέρω τριῶν μοναχῶν στὴν ὀργάνωση τοῦ κοινοβίου δὲν ἐσήμαινε ὅτι συμφωνοῦν μὲ τὰ οἰκουμενιστικὰ σχέδια τοῦ πατριάρχου Ἀθηναγόρα. Παραθέτουν μάλιστα καὶ κάποιες ἀντορθόδοξες θλιβερὲς δηλώσεις τοῦ πατριάρχου, προσθέτοντας ὅτι τὸ γεγονὸς ὅτι ἐξακολουθοῦν νὰ μνημονεύουν στὸ Μοναστήρι ἀκόμη τὸ ὄνομα τοῦ Πατριάρχου, ἐνῶ οἱ περισσότερες Μονὲς εἶχαν παύσει νὰ τὸ μνημονεύουν, αὐτὸ γίνεται κατ᾽ ἀνοχὴν καὶ ὄχι ὡς συμφωνία πρὸς τὴν γραμμὴ τοῦ Πατριάρχου. Λίγο ἀργότερα τὸ 1970 καὶ ἡ Μονὴ Σταυρονικήτα διέκοψε τὸ μνημόσυνο συνεργήσαντος εἰς αὐτὸ τὰ μέγιστα καὶ τοῦ Ὁσίου Παϊσίου: Γράφουν μεταξὺ ἄλλων οἱ τρεῖς συνυπογράφοντες: «Ἀπὸ τὸ σημεῖο ὅμως αὐτὸ μέχρι τοῦ νὰ παρουσιάζεται ἡ Μονή -ἀπὸ τῆς ἐγκαταβιώσεώς μας καὶ ἑξῆς- σὰν προπύργιο προωθήσεως τῶν πατριαρχικῶν σχεδίων, ὑπάρχει μεγάλη διαφορά. Καὶ σπεύδομε στὴν διασάφησι αὐτὴ ἀκριβῶς, γιατί, ἂν καὶ εἶναι τόσο σημαντικὴ ἡ προσφορὰ τοῦ Πατριάρχου στὴν Ἐκκλησία μὲ τὴν σύγκληση τῶν Πανορθοδόξων Διασκέψεων καὶ τόσων ἄλλων ἐνεργειῶν του, συγχρόνως δημιουργεῖ σοβαρωτάτους ἐνδοιασμούς καὶ ἐπιφυλάξεις μὲ ἄλλες κινήσεις καὶ ἐκφράσεις ὅπως: «Ἀπατώμεθα καὶ ἁμαρτάνομεν, ἐὰν νομίζωμεν ὅτι ἡ Ὀρθόδοξος πίστις κατῆλθεν ἐξ οὐρανοῦ καὶ ὅτι τὰ ἄλλα δόγματα εἶναι ἀνάξια… Σκοπὸς κάθε θρησκείας εἶναι νὰ βελτιώση τὸν ἄνθρωπον» (Ἐφημ. «Ἔθνος», 15. 11.66). «Δὲν πρόκειται ἡ μία Ἐκκλησία νὰ ὑποταχθῆ εἰς τὴν ἄλλην, ἀλλ᾽ ὁμοῦ νὰ ἐπανιδρύσωμεν τὴν Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικὴν καὶ Ἀποστολικὴν Ἐκκλησίαν»! (Περιοδικόν «Ὁ Ποιμήν», Μυτιλήνη, Φεβρουάριος 1968).
«Τὸ νόμισμα τῆς ἀγάπης» ποὺ κυκλοφορεῖ μετὰ τό «κλείσιμο τῶν δογμάτων», ἡ ἐπανίδρυση τῆς Μιᾶς …. Ἐκκλησίας καὶ τόσα ἄλλα εἶναι ἀκατανόητα καὶ κυριολεκτικῶς βλάσφημα διὰ τὴν Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία. Τὸ ὅτι στὴ Μονὴ Σταυρονικήτα μνημονεύεται σήμερα τὸ ὄνομα τοῦ Πατριάρχου -πρᾶγμα σπάνιο γιὰ Κοινόβιο τοῦ Ἁγίου Ὄρους- τοῦτο γίνεται κατ᾽ ἀνοχήν, ἀπὸ σεβασμὸ στὴν Ἐκκλησία, καὶ ὄχι σὰν ἔκφρασι καταφάσεως στὴ γραμμὴ αὐτή»9.
Μετὰ ἀπὸ δύο χρόνια διέκοψε καὶ ἡ Μονὴ Σταυρονικήτα τὸ μνημόσυνο τοῦ Ἀθηναγόρα συνεργοῦντος, ὅπως εἴπαμε, καὶ τοῦ ὁσίου Παϊσίου. Στὸ πρὸς τὴν Ἱερὰ Κοινότητα γράμμα τῆς Μονῆς (7 Ὀκτωβρίου 1970), ποὺ ὑπογράφει ὁ καθηγούμενος Ἀρχιμ. Βασίλειος Γοντικάκης, μεταξὺ ἄλλων γράφονται καὶ τὰ ἑξῆς: «Συγκεκριμένως εἰς τὴν ἡμετέραν Μονήν, παρ᾽ ὅλην τὴν ἁγιορειτικὴν ἀντίδρασιν, ἐμνημονεύαμεν μέχρι τινος τοῦ Πατριαρχικοῦ ὀνόματος, φειδόμενοι τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἑνότητος. Μετὰ δὲ τὴν περὶ Φιλιόκβε καὶ Πρωτείου, ὡς ἁπλῶν ἐθίμων δήλωσιν τοῦ Πατριάρχου ἐπαύσαμεν τὸ μνημόσυνον, αἰσθανθέντες ὅτι ἐξέλιπε πᾶν περιθώριον ἀνοχῆς ἢ προθεσμία ἀναμονῆς»10.

4. Οἱ ἐκδηλώσεις στὴν Σουρωτὴ κατὰ τὴν πρώτη ἑορτὴ τῆς μνήμης τοῦ Ὁσίου Παϊσίου (12 Ἰουλίου 2015).
Ἡ αὐστηρὴ στάση τοῦ Ὁσίου Παϊσίου ἀπέναντι στὸν πατριάρχη Ἀθηναγόρα καὶ στοὺς Οἰκουμενιστὰς γενικῶς κρίνει ἀρνητικὰ τὴν ἀνεπίτρεπτα χλιαρή, καὶ μερικὲς φορὲς θετική, ἀντιμετώπιση τοῦ πατριάρχου Βαρθολομαίου ἀπὸ τὴν πλειονότητα τῶν Ἱ. Μονῶν τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ἐκτὸς βέβαια ἐπαινετῶν ἐξαιρέσεων μερικῶν ἡγουμένων καὶ πλήθους κελλιωτῶν. Θὰ μποροῦσαν νὰ γίνουν ἀπογοητευτικὲς συγκρίσεις τοῦ τότε καὶ τοῦ τώρα, ὅπως ἄλλωστε φαίνεται καὶ ἀπὸ τὴν ἀγωνιώδη ἀνησυχία τῶν Ἁγιορειτῶν Πατέρων ποὺ ἐξέδωσαν τὸ ἐξαίρετο κείμενο «Ἅγιον Ὄρος. Διαχρονικὴ μαρτυρία στοὺς ἀγῶνες ὑπὲρ τῆς Πίστεως».
Δὲν περιμέναμε πάντως ὁ Ὅσιος Παΐσιος, καύχημα καὶ σέμνωμα τῶν ἁπανταχοῦ Ὀρθοδόξων, νὰ γίνει ἀφορμὴ γιὰ προβολὴ τοῦ ἐπὶ κεφαλῆς τῶν ἁπανταχοῦ Οἰκουμενιστῶν πατριάρχου Βαρθολομαίου. Εἴχαμε πάλιν καὶ πολλάκις εἰς τὸ παρελθὸν τὴν κρυφὴ ἐλπίδα ὅτι μελετώντας τὴν ζωὴ παλαιῶν καὶ νέων Ἁγίων θὰ συναισθανόταν τὴν λάθος πορεία ποὺ ἀκολουθεῖ, ἐκτὸς τῆς ὁδοῦ τῶν Ἁγίων Πατέρων, καὶ θὰ ἐμείωνε τουλάχιστον τὶς οἰκουμενιστικές του ἐνέργειες, ἐν ἔργοις καὶ λόγοις, μπροστὰ στὶς ὁποῖες ὠχριοῦν, εἶναι μηδαμινές, οἱ τοῦ Πατριάρχου Ἀθηναγόρα. Ἂν ἐκεῖνος ἀγάπησε μία ξένη γυναίκα, τὴν Παπικὴ «Ἐκκλησία» καὶ ἄφησε τὴν σεμνὴ Μητέρα μας Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία κατὰ τὰ λεγόμενα τοῦ Ὁσίου Παϊσίου, ὁ πατριάρχης Βαρθολομαῖος ἀγάπησε πολλὲς ξένες γυναῖκες, ὁμόθρησκες καὶ ἀλλόθρησκες, τὸν Παπισμό, τὸν Μονοφυσιτισμό, τὸν Προτεσταντισμό, τὸν Ἰουδαϊσμό, τὸ Ἰσλάμ, τὴν παγανιστικὴ Οἰκολογία καὶ κατέστη πολύγαμος. Ἔπραξε ἄριστα ἡ πατριαρχικὴ σύνοδος ποὺ ἐνέταξε ἐπίσημα τὸν Γέροντα Παΐσιο στὸ Ἁγιολόγιο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἀφοῦ ἤδη ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ μὲ πλῆθος θαυμάτων ἐφανέρωσε τὴν ἁγιότητά του, καὶ ἡ συνείδηση τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας τὸν θεωροῦσε ἅγιο, ἐν ὅσῳ ἀκόμη ζοῦσε στὴ γῆ. Ἡ ἀπόφαση πάντως νὰ προστῆ ὁ πατριάρχης τῶν ἀκολουθιῶν κατὰ τὴν πρώτη ἑορτὴ τῆς μνήμης του ἦταν λάθος. Δὲν προσέφερε τίποτε στὴν τιμὴ τῆς μνήμης τοῦ Ὁσίου Παϊσίου, ἀντίθετα ἐσκανδάλισε πολλούς, οἱ ὁποῖοι ἀπέφυγαν νὰ τιμήσουν τὸν Ἅγιο τὴν ἡμέρα τῆς μνήμης του καὶ τὸ ἄφησαν γιὰ ἄλλη ἡμέρα.
Δὲν γνωρίζουμε ποιός εἶχε τὴν ἔμπνευση τῆς προσκλήσεως τοῦ πατριάρχου· ἡ Μητρόπολη Κασσανδρείας ἢ ἡ Ἱερὰ Μονὴ τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου Θεολόγου στὴ Σουρωτή, ὅπου εἶναι ὁ τάφος τοῦ Ὁσίου. Δὲν ἀποκλείεται ὁ ἴδιος ὁ πατριάρχης νὰ ἐζήτησε τὴν πρόσκληση. Οἱ προσφωνήσεις πάντως ἐκ μέρους τῶν προσκαλεσάντων ἔπρεπε νὰ εἶναι τυπικὰ εὐγενεῖς, ὄχι ὅμως καὶ νὰ παρουσιάζουν τὸν πατριάρχη ὅτι «συνεχίζει νὰ ὀρθοτομεῖ τὸν λόγον τῆς ἀληθείας» καὶ τόσα ἄλλα ἐμετικὰ καὶ κολακευτικὰ ἐγκώμια καὶ ἐπαίνους. Δὲν ἐσκέφθησαν ὅτι μὲ αὐτὰ θλίβουν, λυποῦν καὶ διαψεύδουν τὸν τιμώμενο Ὅσιο Παΐσιο, ὁ ὁποῖος ἤλεγξε τὸν Ἀθηναγόρα γιὰ μικρότερα ὀλισθήματα ἀπὸ αὐτὰ τοῦ Βαρθολομαίου καὶ θεωροῦσε ὅτι ὅλοι οἱ οἰκουμενιστὲς πολὺ περισσότερο ὁ κορυφαῖος Βαρθολομαῖος δὲν ἔχουν «οὔτε ψίχα πνευματικὴ οὔτε φλοιό» καὶ ὅτι «ὁμιλοῦν γιὰ ἀγάπη καὶ ἑνότητα, ἐνῶ οἱ ἴδιοι δὲν εἶναι ἑνωμένοι μὲ τὸν Θεό, διότι δὲν τὸν ἔχουν ἀγαπήσει»;

5. Ἄλλα ἀξιοσημείωτα γεγονότα ἀπὸ τὴν ἀντιαιρετικὴ καὶ ὁμολογητικὴ δράση τοῦ Ὁσίου Παϊσίου.
Ἡ πίστη καὶ ἡ βεβαιότητα τοῦ Ὁσίου Παϊσίου γιὰ τὴν ἀλήθεια τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως δὲν προέρχονταν ἀπὸ λογικὲς διεργασίες καὶ ἐπιχειρήματα. Ἦσαν ἐμπειρικές, βιωματικές. Τοῦ ἐμφανίσθηκαν πολλὲς φορὲς ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, ἡ Παναγία, ἡ Ἁγία Εὐφημία, ὁ ὅσιος Ἀρσένιος ὁ Καππαδόκης, γιὰ νὰ ἐνισχύσουν τὴν πίστη του καὶ νὰ τοῦ δώσουν λύσεις σὲ θεολογικὰ καὶ πνευματικὰ προβλήματα ποὺ τὸν ἀπασχολοῦσαν.
Στὰ νεανικά του χρόνια, σὲ ἡλικία δεκαπέντε ἐτῶν, ἀθεϊστικὰ κηρύγματα καὶ ἡ θεωρία τοῦ Δαρβίνου γιὰ τὴν ἐξέλιξη, ποὺ τοῦ ἀνέπτυξε μεγαλύτερος συγχωριανός του, τὸν ἀνάγκασαν νὰ ζητήσει λύση στὴν προσευχή, μὲ τὴν σκέψη «ἂν ὁ Χριστὸς εἶναι Θεός, θὰ μοῦ παρουσιαστῆ νὰ πιστέψω. Μιὰ σκιά, μιὰ φωνή, κάτι θὰ μοῦ δείξει». Καὶ πράγματι τοῦ παρουσιάσθηκε ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, ὁ ὁποῖος τὸν κοίταξε μὲ πολλὴ ἀγάπη καὶ τοῦ εἶπε: «Ἐγώ εἰμι ἡ ἀνάστασις καὶ ἡ ζωή. Ὁ πιστεύων εἰς ἐμὲ κἂν ἀποθάνῃ ζήσεται»11. Οἱ λογισμοὶ ἀμφιβολίας ποὺ εἶχε ὁ δεκαπενταετὴς Ἀρσένιος διαλύθηκαν ἀμέσως καὶ στερεωμένος στὴν πίστη μονολογοῦσε ἀναφερόμενος στὸν ἄθεο συγχωριανό του: «Κώστα, ἅμα θέλης τώρα, ἔλα νὰ συζητήσουμε»12. Καὶ ἐπειδὴ γίνεται λόγος γιὰ ἀθεΐα καὶ ἀθέους ἀξίζει νὰ ἀναφέρουμε τὴν στάση του ἀπέναντι στὸν μεγάλο ἄθεο συγγραφέα Ν. Καζαντζάκη, τὸν ὁποῖο δυστυχῶς, λόγῳ ἀκρίτου τοπικισμοῦ, τιμοῦν πολὺ οἱ συμπατριῶτες του Κρῆτες, ἀκόμη καὶ ἀρχιερεῖς, υἱοθετώντας καὶ ἐνισχύοντας τὶς κατὰ τῆς πίστεως βλασφημίες του, ἀλλὰ καὶ κάποιοι ἄλλοι ἐλευθερόφρονες καὶ «προοδευτικοί» θεολόγοι. Ἦταν ὄντως ταλαντοῦχος συγγραφεὺς ὁ Καζαντζάκης· ἀλλὰ τὸ ταλέντο του τὸ ἔθεσε στὴν ὑπηρεσία ὄχι τοῦ Θεοῦ ἀλλὰ τοῦ Διαβόλου. Ὅταν ἀσκήτευε στὸ Σινᾶ ὁ Ὅσιος Παΐσιος, ἀνέβηκε στὴν κορυφὴ τῆς Ἁγίας Αἰκατερίνης, μὲ δύο Σιναΐτες Πατέρες γιὰ νὰ τελέσουν τὴν Θεία Λειτουργία. Ὅταν κατέβαιναν ἀπὸ τὴν κορυφή, ὁ Ὅσιος διέλαθε γιὰ λίγο τῆς προσοχῆς τῶν ἄλλων πατέρων, ἕνας ἀπὸ τοὺς ὁποίους μάλιστα ἦταν Κρητικός, καὶ μὲ ἕνα κοπίδι ποὺ εἶχε φέρει μαζί του πῆγε στὸ βράχο ποὺ εἶχε γράψει τὸ ὄνομά του ὁ Καζαντζάκης καὶ ἔσβησε τὸ ὄνομα τοῦ δεδηλωμένου ἀθέου. Θεωροῦσε ἀταίριαστο σ᾽ ἐκεῖνο τὸν ἅγιο τόπο οἱ προσκυνητὲς νὰ βλέπουν τὸ ὄνομα ἑνὸς βλασφήμου, τὸ «βδέλυγμα τῆς ἀθεΐας ἐν τόπῳ ἁγίῳ». Ὅπως παρατηρεῖ ὁ βιογράφος του ἱερομόναχος Ἰσαάκ «ὁ π. Παΐσιος ἀποστρεφόταν τόν Καζαντζάκη, λόγῳ τῆς ἀθεΐας καὶ τῶν βλασφημιῶν του καὶ δὲν ἤθελε οὔτε νὰ βλέπῃ οὔτε νὰ ἀκούει τὸ ὄνομά του»13. Εἶναι παραδειγματικὴ καὶ διδακτικὴ ἡ συμπεριφορὰ τοῦ Ὁσίου Παϊσίου, ἀλλὰ καὶ ἡ φωτισμένη ἐπιχειρηματολογία του, στὴν περίπτωση ποὺ κατέβηκε ὁ ἴδιος στὴ Θεσσαλονίκη (1988) καὶ πρωτοστάτησε σὲ διαδήλωση μπροστὰ σὲ αἴθουσα κινηματογράφου γιὰ νὰ ματαιωθεῖ, ὅπως καὶ ἔγινε, ἡ προβολὴ τῆς βλάσφημης ταινίας τοῦ Σκορτσέζε «Ὁ τελευταῖος πειρασμός», ποὺ βασιζόταν στὸ ὁμώνυμο ἔργο τοῦ Καζαντζάκη. Διηγεῖται σχετικὰ ὁ βιογράφος του: «Πέρα ἀπὸ τὶς μεμονωμένες ἀντιδράσεις τοῦ εὐσεβοῦς ἑλληνικοῦ λαοῦ, ἀποφασίσθηκε ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία συντονισμένη διαμαρτυρία, στὶς 6-7 Νοεμβρίου (ν.ἡ.) τοῦ ἰδίου ἔτους (1988). Ζητήθηκε και ἡ συμμετοχὴ τοῦ Ἁγίου Ὄρους.
Ὅμως ἀρκετοὶ ἀντέδρασαν ἀρνητικά. Δὲν θεωροῦσαν καὶ τόσο πνευματικὸ νὰ ἀσχολοῦνται μὲ τέτοια θέματα λέγοντας ὅτι ἡ περιφρόνησή τους πρὸς τὸ ἔργο γίνεται αἰτία νὰ προβληθῇ λιγώτερο.
Ὁ Γέροντας εἶχε τελείως ἀντίθετη ἄποψη: “Στὴν περίοδο τῆς εἰκονομαχίας”, ἔλεγε “δέκα Χριστιανοὶ ὑπερασπίστηκαν δυναμικὰ τὴν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ στὴν Χρυσῆ Πύλη καὶ μαρτύρησαν γι᾽ αὐτήν. Τώρα ποὺ βλασφημεῖται τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ δὲν πρέπει νὰ ἀδιαφοροῦμε. Ἂν ζούσαμε τότε ἐμεῖς οἱ “διακριτικοί” καὶ “γνωστικοί” θὰ λέγαμε στοὺς δέκα μάρτυρες: “Ἔτσι δὲν ἐνεργεῖτε πνευματικά· περιφρονεῖστε τὸν Σπαθάριο ποὺ ἀνεβαίνει νὰ γκρεμίσει τὴν εἰκόνα, καὶ ὅταν ἀλλάξη ἡ κατάσταση, θὰ βάλουμε στὴ θέση της ἄλλη εἰκόνα, καὶ μάλιστα πιὸ βυζαντινή. Αὐτὸ εἶναι τὸ φοβερό! Τὴν πτώση μας, τὴν δειλία, τὸ βόλεμά μας τὸ παρουσιάζομε σὰν κάτι ἀνώτερο!”.
Τὴν διαμαρτυρία γιὰ τὴν βλάσφημη ταινία τὴν θεωροῦσε ὁμολογία πίστεως, γι᾽ αὐτὸ ἔσπευσε νὰ συμπαρασταθῆ στὴν ἀγωνιζομένη Ἐκκλησία. Ἐκτὸς ἀπὸ τὶς ἰδιαίτερες προτροπές του, ὑπέγραψε μαζὺ μὲ ἄλλους πατέρες δήλωση πρὸς τὴν Ἱ. Μ. Κουτλουμουσίου, ἐκφράζοντας τὴν ἐπιθυμία του νὰ συμμετάσχη στὴν ἔξοδο τῶν Ἁγιορειτῶν στὴν Θεσσαλονίκη γιὰ τὴν σχετικὴ ἐκδήλωση διαμαρτυρίας. Μὲ τὴν στάση του βοήθησε, ὥστε ἡ Ἱερὰ Κοινότης νὰ ἀποφασίση τὴν ἐπίσημη καὶ πολυάριθμη συμμετοχὴ τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Ἡ παρουσία τοῦ Πρωτεπιστάτου, τῶν περισσοτέρων ἀντιπροσώπων ἡγουμένων καὶ ἑκατὸ Ἁγιορειτῶν ἔφεραν ἐνθουσιασμό καὶ συγκίνηση στὸ συγκεντρωμένο πλῆθος. Ἰδιαίτερη αἴσθηση προκάλεσε ἡ παρουσία τοῦ Γέροντα. Καθ᾽ ὅλην τὴν διάρκεια τῆς ἐκδηλώσεως στεκόταν ὄρθιος παρὰ τὰ σοβαρὰ προβλήματα τῆς ὑγείας του. Στὸ τέλος κινδύνευσε νὰ συνθλιβῆ ἀπὸ τὶς ἐκδηλώσεις εὐλαβείας τοῦ πλήθους.
Ἀκόμη ἔλαβαν μέρος μοναχοὶ καὶ μοναχὲς ἀπὸ μοναστήρια τοῦ κόσμου καὶ πλῆθος λαοῦ. Ἡ συντονισμένη ἐνέργεια καὶ οἱ προσευχὲς ὅλων καὶ τοῦ Γέροντα ἔφεραν ἀγαθὰ ἀποτελέσματα. Ἡ Πολιτεία ἀπαγόρευσε τὴν προβολὴ τοῦ βλάσφημου ἔργου. Ἔτσι ἀποσοβήθηκε ὁ “τελευταῖος πειρασμός”. Εἴθε νὰ ἦταν ὁ τελευταῖος»14.
Πολλὰ μᾶς διδάσκει καὶ πρὸς πολλὲς κατευθύνσεις ἡ ἐπιτυχὴς προσπάθεια τοῦ Ὁσίου Παϊσίου νὰ ἐπαναφέρει στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία πολλοὺς συμπατριῶτες του στὴν Κόνιτσα, οἱ ὁποῖοι εἶχαν παρασυρθῆ ἀπὸ τοὺς αἱρετικοὺς Εὐαγγελικοὺς καὶ προσχώρησαν στὴν αἵρεσή τους, ἐνῶ ζοῦσαν ἀκόμη στὰ Φάρασα τῆς Καππαδοκίας. Κατὰ τὸ τριετὲς διάστημα τῆς παραμονῆς του στὴν Ἱερὰ Μονὴ Στομίου (1958-1961) μὲ κείμενα, συναντήσεις, διδαχὲς κατόρθωσε νὰ τοὺς ἐπαναφέρει ὅλους στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, μέχρι σημείου νὰ θεωρεῖ ὁ βιογράφος του, στηριζόμενος βέβαια σὲ ἐκτιμήσεις τοῦ Ὁσίου, ὅτι ἡ μετάβασή του στὴν Κόνιτσα κατὰ θεία παρακίνηση εἶχε βέβαια ὡς στόχο τὴν ἀνακαίνιση τοῦ Μοναστηριοῦ καὶ τὴν πνευματικὴ ἐνίσχυση τῶν συμπατριωτῶν του, κυρίως ὅμως ἀπέβλεπε στὸ νὰ παρεμποδίσει τὴν ἐξάπλωση τῆς αἱρέσεως τῶν Προτεσταντῶν Εὐαγγελικῶν15.
Τί νὰ πεῖ κανεὶς γιὰ τὰ σημερινὰ πνευματικά μας χάλια, ὅταν σὲ ἀνώτατο ἐκκλησιαστικὸ ἐπίπεδο συμμετέχουμε στὸ παμπροτεσταντικὸ «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν», καλύτερα, Αἱρέσεων, τὶς ὁποῖες τώρα ἀναγνωρίζουμε ὡς κανονικὲς ἐκκλησίες μὲ ἔγκυρα μυστήρια, βάσει τῆς «βαπτισματικῆς θεολογίας» τοῦ μητροπολίτου Περγάμου τὴν ὁποία ἀποδέχεται πλήρως καὶ ὁ πατριάρχης Βαρθολομαῖος; Ὅταν ἐπιτρέψαμε τὴν προτεσταντικὴ «Βιβλικὴ Ἑταιρεία» νὰ συνεργάζεται μὲ τὴν «Ἀποστολικὴ Διακονία» τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἱδρύοντας θυγατρική «Ἑλληνικὴ Βιβλικὴ Ἑταιρεία»; Ὅταν πολλοὶ Ἀρχιερεῖς ἐπιτρέπουν νὰ διανέμεται μετάφραση τῆς Καινῆς Διαθήκης, τῆς Βιβλικῆς Ἑταιρείας, καὶ μαζὺ μὲ αὐτὴν προτεσταντικὸ προπαγανδιστικὸ ὑλικό; Ὅταν νέοι ἀρχιερεῖς ἀναλαμβάνοντες τὰ καθήκοντά τους στὶς ἐπαρχίες τους, ἀντὶ νὰ φροντίσουν νὰ ἐκδιώξουν αὐτὲς τὶς αἱρετικὲς παρασυναγωγές, τὶς ἐπισκέπτονται ἰσχυριζόμενοι ὅτι τίποτε δὲν μᾶς χωρίζει καὶ ὅτι θὰ συνεργαστοῦν μαζί τους; Ὅταν, τὸ χειρότερο, στοὺς χώρους τῆς Διασπορᾶς πολλοὶ Προτεστάντες ζητοῦν νὰ γίνουν Ὀρθόδοξοι, καὶ οἱ δικοί μας ἐπίσκοποι τοὺς ἀποτρέπουν μὲ τὸ ἐπιχείρημα ὅτι τὸ ἴδιο εἴμαστε, δὲν μᾶς χωρίζει τίποτε, καὶ ἐκεῖ ποὺ εἶσθε θὰ σωθεῖτε; Ὅταν ὑπάρχει αὐτὴ ἡ μίξη, τὸ μπέρδεμα, ὁ συγκρητισμός, τότε τὸ παράδειγμα τοῦ Ὁσίου Παϊσίου, ἀφήνει κάποιες ἐλπίδες καὶ ὁδηγεῖ στὴν διαπίστωση ὅτι ἡ παρουσία του στοὺς δύσκολους αὐτοὺς καιροὺς εἶναι «σημεῖο» σημάδι ὅτι ὁ Θεὸς δὲν μᾶς ἐγκατέλειψε.
Στὴ συνάφεια αὐτὴ θὰ μπορούσαμε νὰ ἀναφέρουμε καὶ ἄλλα περιστατικά, στὰ ὁποῖα ὁ Ὅσιος Παΐσιος βοήθησε ἀνθρώπους νὰ ἀπεμπλακοῦν ἀπὸ τὰ δίχτυα ἄλλων θρησκειῶν, τοῦ Ἰνδουϊσμοῦ, τοῦ Βουδισμοῦ, τοῦ Ἰσλάμ, ποὺ περιγράφονται ἀπὸ τὸν βιογράφο του. Μὲ συμπάθεια εἶδε στὴν Ναζαρὲτ καὶ ἕνα Ἑβραῖο κρυπτοχριστιανό, ποὺ ἔβγαλε μὲ εὐλάβεια τὸ σκουφάκι του καὶ πῆγε καὶ ἤπιε ἀπὸ τὸ ἁγίασμα τῆς Παναγίας, ἐνῶ πρόσεχε νὰ μὴ γίνει ἀντιληπτὸς ἀπὸ τὸν κόσμο. Προορατικὰ δὲ εἶπε τὰ ἑξῆς: «Ὑπάρχουν πολλοὶ κρυπτοχριστιανοὶ Ἑβραῖοι ποὺ φοβοῦνται νὰ ἐκδηλωθοῦν, διότι διώκονται καὶ ἀργότερα θὰ βαπτισθοῦν περισσότεροι καὶ αὐτοὶ θὰ εἶναι οἱ καλύτεροι φίλοι μας»16.
Ἰδιαίτερη ἀναφορὰ μὲ κάποιες λεπτομέρειες κάνει ὁ βιογράφος στὴν περίπτωση τοῦ Γιωργάκη ἀπὸ τὸ Θιβέτ, τὸν ὁποῖο ἀπὸ τὴν ἡλικία τῶν τριῶν ἐτῶν τὸν ἔβαλαν οἱ γονεῖς του σὲ βουδιστικὸ μοναστήρι στὸ Θιβέτ. Σὲ ἡλικία 16-17 χρόνων, ἀφοῦ προχώρησε πολὺ στὴν Γιόγκα, ἔγινε τέλειος μάγος καὶ μποροῦσε νὰ καλεῖ ὅποιον δαίμονα ἤθελε, ἦλθε καὶ στὸ Ἅγιο Ὄρος γιὰ νὰ κάνει ἐπίδειξη τῶν δυνάμεών του, ἀλλὰ ὅπως συνέβη μὲ παλαιοὺς μάγους ὁ Γέροντας Παΐσιος ἀχρήστευσε τὶς σατανικές του δυνάμεις καὶ ἔδειξε τὴν δύναμη τοῦ Θεοῦ, ὁπότε συγκλονισμένος ὁ νεαρὸς θέλησε νὰ γίνει μοναχός. Ὁ βιογράφος ἱερομόναχος Ἰσαὰκ μετὰ τὴν διήγηση τῶν ὅσων συνέβησαν μὲ τὸν νεαρὸ μάγο ἐπιλέγει: «Ὁ Γέροντας χρησιμοποιοῦσε τὴν περίπτωση τοῦ Γιωργάκη γιὰ νὰ ἀποδείξει πόσο μεγάλη εἶναι ἡ πλάνη αὐτῶν ποὺ νομίζουν ὅτι ὅλες οἱ θρησκεῖες εἶναι ἴδιες, ὅλες τὸν ἴδιο Θεὸ πιστεύουν, καὶ ὅτι δὲν διαφέρουν οἱ Θιβετιανοὶ μοναχοὶ ἀπὸ τοὺς Ὀρθοδόξους»17.
Τί ἄλλο νὰ κάνουμε καὶ νὰ ποῦμε μετὰ ἀπὸ ὅλα αὐτὰ ἐμεῖς; Νὰ γεμίσουμε σελίδες μὲ δηλώσεις πατριαρχῶν, ἐπισκόπων, θεολόγων ποὺ μοιράζουν μάλιστα τώρα καὶ τὸ «ἱερό» Κοράνιο ὡς δῶρο, καὶ ἰσχυρίζονται ὅτι καὶ οἱ ἄλλες θρησκεῖες εἶναι ὁδοὶ σωτηρίας; Τὸ ἐπράξαμε ἤδη αὐτὸ ἐδῶ καὶ πολλὰ χρόνια μὲ εἰδικό βιβλίο μας18. Τὸ βέβαιο πάντως εἶναι ὅτι βρίσκονται σὲ πλάνη, ὅπως λέγει ὁ Ὅσιος Παΐσιος, καὶ εὐχόμαστε πρὸ τοῦ τέλους τῆς ζωῆς τους νὰ τὸ ἀντιληφθοῦν.

6. Ἡ ἀνάδειξη πολλῶν Ἁγίων τὸν 20ὸ αἰώνα θεϊκὸ σημάδι.
Ἀναφερθήκαμε στὴν ἀρχὴ τοῦ ἄρθρου μας στὴν ὑλιστικὴ καὶ ἠθικὴ κατάπτωση τοῦ δυτικοῦ κόσμου κατὰ τὸν 20ὸ αἰώνα καὶ στὴν ἀδυναμία τοῦ ἐκεῖ διαφθαρέντος καὶ ἀλλοτριωθέντος Χριστιανισμοῦ νὰ ἀντιμετωπίσει τὴν ἀποχριστιάνιση τῆς Δύσεως, ἡ ὁποία ἐπιχειρήθηκε καὶ ἐπιχειρεῖται ἀκόμη καὶ τώρα πιὸ ἔντονα νὰ κατορθωθεῖ καὶ στὴν Ἑλλάδα. Ἰδιαίτερα μετὰ τὴν πτώση τοῦ στρατιωτικοῦ καθεστῶτος (1974) ἐκκλησιομαχικὲς πολιτικὲς δυνάμεις, εἴτε ὡς κόμματα εἴτε ὡς πρόσωπα ἐντὸς κομμάτων, εὐνοούμενες τώρα καὶ ἀπὸ τὴν οἰκονομικὴ καὶ πολιτικὴ ἔνταξη τῆς Ἑλλάδος στὴν Εὐρωπαϊκὴ Ἕνωση, προσπάθησαν καὶ προσπαθοῦν νὰ ἀλλάξουν τὸ πνευματικὸ κλῖμα εἰς βάρος τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως καὶ ζωῆς συνεργούσης ἐν πολλοῖς καὶ τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἡγεσίας ὑπὸ τὴν πρωτοπορία καὶ καθοδήγηση τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, ποὺ ἐμφανῶς κατήντησε ὄργανο τῆς δυτικῆς διπλωματίας, τῶν σχεδιαστῶν τῆς Νέας Ἐποχῆς καὶ τῆς Νέας Τάξεως πραγμάτων. Χωρὶς ἀμφιβολία στόχος ὅλων αὐτῶν τῶν διεργασιῶν εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία, ἀφοῦ διαπιστώθηκε ὅτι εἶναι ἡ μόνη πνευματικὴ δύναμη μὲ θεϊκὴ ἰσχὺ καὶ κάλυψη ποὺ μπορεῖ νὰ ἀντισταθεῖ καὶ νὰ ἀνατρέψει τὰ σχέδια τῆς Νέας Ἐποχῆς τοῦ Ἀντιχρίστου. Εἶναι ἀκριβέστατη καὶ ἀντικειμενικὴ ἡ ἐκτίμηση τοῦ γνωστοῦ Ἄγγλου ἱστορικοῦ καὶ βυζαντινολόγου Στεφάνου Ράνσιμαν ὅτι κατὰ τὴν ἀρξάμενη τρίτη χιλιετία ἀπὸ τὶς χριστιανικὲς κοινότητες τῆς Δύσεως θὰ ἐπιβιώσει μόνον ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία· Παπισμὸς καὶ Προτεσταντισμὸς βαδίζουν πρὸς τὴν αὐτοκαταστροφή.
Εἰς αὐτὸν λοιπὸν τὸν κρίσιμο 20ὸ αἰώνα, τὸν ἀπατεώνα, τὸν αἰώνα τοῦ ἀποχριστιανισμοῦ τῆς Εὐρώπης καὶ συνακόλουθα καὶ τῆς Ἀμερικῆς, ἡ Ὀρθόδοξη Ἑλλάδα μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ, παρὰ τὴν μεθοδευμένη προσπάθεια νὰ γνωρίσει νέα χειρότερη ἅλωση, πνευματική, καὶ νὰ ἀκολουθήσει τὴν Δύση στὸν πνευματικό της κατήφορο, ἀντιστέκεται καὶ ἀντιδρᾶ. Θυμίζει λίγο τοὺς τελευταίους αἰῶνες πρὶν ἀπὸ τὴν ἅλωση τῆς Κωνσταντινούπολης ἀπὸ τοὺς Τούρκους (1453), κατὰ τοὺς ὁποίους ἀποδυναμωμένη οἰκονομικὰ καὶ στρατιωτικὰ ἡ Ρωμιοσύνη καὶ ἐδαφικὰ κατακερματισμένη ἀπὸ τοὺς δυτικοὺς «φίλους» μας καὶ τὸν πανίσχυρο πάπα, ὅπως συμβαίνει καὶ σήμερα, ἐγνώρισε καταπληκτικὴ πολιτιστικὴ καὶ πνευματικὴ ἄνθηση ἐπὶ τῆς ἐποχῆς τῶν Παλαιολόγων, τὴν ὁποία οἱ εἰδικοὶ ὀνομάζουν «Παλαιολόγεια Ἀναγέννηση». Στὸ χῶρο τῆς Ἐκκλησίας ἡ ἀντιπαράθεση Ἀνατολῆς καὶ Δύσεως στὰ πρόσωπα τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ καὶ τοῦ Βαρλαὰμ Καλαβροῦ κατέληξε στὸ θρίαμβο καὶ στὴν συνοδικὴ ἀναγνώριση τῆς διδασκαλίας τοῦ Ἁγιορείτου μοναχοῦ καὶ κατόπιν ἀρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης, ὡς μία πνευματικὴ προπαρασκευὴ γιὰ τοὺς σκληροὺς καὶ μαύρους ἀγῶνες τῆς Τουρκοκρατίας ποὺ ἐπρόκειτο νὰ ἀκολουθήσουν.
Ἀξίζει νὰ σημειώσουμε ὅτι καὶ κατὰ τὸν 18ο αἰώνα, ποὺ τὸ δοῦλον Γένος, ταλαιπωρημένο πάλι καὶ ἐξουθενωμένο, δοκίμαζε τὶς ἀντοχές του στὶς δυτικὲς ἐπιδράσεις τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ Διαφωτισμοῦ καὶ στὴν λαίλαπα τῶν ἀθεϊστικῶν ἀρχῶν τῆς Γαλλικῆς Ἐπανάστασης, ποὺ μετέφεραν ἐδῶ ὁ Ἀδαμάντιος Κοραῆς καὶ ὁ κύκλος του, ἡ ὑγιαίνουσα τότε Μεγάλη Ἐκκλησία τῆς Κωνσταντινουπόλεως καὶ τὸ Ἁγιορειτικὸ νέο ἡσυχαστικὸ κίνημα τῶν Ἁγίων Κολλυβάδων, σὲ εὐθεῖα σύνδεση μὲ τὸν 14ο αἰώνα τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ καὶ ὅλους τοὺς προηγουμένους τῶν Ἁγίων Πατέρων, ἀπέτρεψαν τὸν ἐκδυτικισμὸ καὶ τὸν ἐκλατινισμὸ καὶ ἐκράτησαν ἀνόθευτες καὶ γνήσιες τὴν Ὀρθόδοξη Πίστη καὶ Ζωή, ὅπως, φαίνεται στὰ πρόσωπα καὶ στὰ πιστεύω τῶν ἀγωνιστῶν τοῦ 1821, ἀλλὰ καὶ στὴν ἀνάδειξη πληθώρας Ἁγίων κατὰ τὸν 20ὸ αἰώνα, συνδεδεμένων μὲ τὴν ἡσυχαστικὴ ἀντιδυτικὴ καὶ ἀντιπαπικὴ παράδοση τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ καὶ τῶν Ἁγιορειτῶν Κολλυβάδων. Κρίμα ποὺ τώρα ἡ Ἐκκλησία Κωνσταντινουπόλεως ἐργάζεται πρὸς τὴν κατεύθυνση τοῦ ἐκδυτικισμοῦ, τοῦ ἐκλατινισμοῦ, τοῦ φραγκέματος τῶν Ὀρθοδόξων, πρωτοστατοῦσα στὸ κίνημα τοῦ συγκρητιστικοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ἀλλὰ καὶ τῆς ἐκκοσμικεύσεως τοῦ κλήρου.
Εἶναι μακρὸς ὁ κατάλογος τῶν νέων ἁγίων τοῦ 20οῦ αἰῶνος, κορυφαῖοι δὲ μεταξὺ αὐτῶν, ὁ ἕνας στὴν ἀρχὴ καὶ ὁ ἄλλος στὸ τέλος τοῦ αἰῶνος, ὁ Ἅγιος Νεκτάριος, ἀρχιεπίσκοπος Πενταπόλεως ὁ Θαυματουργός, καὶ ὁ Ὅσιος Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης· θὰ ἀναφέρω τοὺς περισσοτέρους τῶν νέων αὐτῶν ἁγίων ποὺ ἐνεγράφησαν στὸ Ἁγιολόγιο τῆς Ἐκκλησίας καὶ θὰ ἐξηγήσω, γιατὶ θεωρῶ ὡς κορυφαίους καὶ μεγαλυτέρους τὸν Ἅγιο Νεκτάριο καὶ τὸν Ὅσιο Παΐσιο: 1. Ὁσία Μεθοδία ἡ ἐν Κιμώλῳ (ἐκοιμήθη τὸ 1908, μνήμη 5 Ὀκτωβρίου). 2. Ἅγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως (ἐκοιμήθη τὸ 1920, μνήμη 9 Νοεμβρίου) 3. Ὅσιος Ἀρσένιος ὁ Καππαδόκης (ἐκοιμήθη τὸ 1924, μνήμη 10 Νοεμβρίου) 4. Ἅγιος Νικόλαος Πλανᾶς (ἐκοιμήθη τὸ 1932, μνήμη 2 Μαρτίου). 5. Ὅσιος Σιλουανὸς ὁ Ἀθωνίτης (ἐκοιμήθη τὸ 1936, μνήμη 24 Σεπτεμβρίου) 6. Ὅσιος Σάββας ὁ ἐν Καλύμνῳ (ἐκοιμήθη 1948, μνήμη 5 Δεκεμβρίου). 7. Ὅσιος Γεώργιος Καρσλίδης (ἐκοιμήθη τὸ 1959, μνήμη 4 Νοεμβρίου) 8. Ὅσιος Ἄνθιμος ὁ ἐν Χίῳ (ἐκοιμήθη τὸ 1960, μνήμη 15 Φεβρουαρίου) 9. Ὅσιος Νικηφόρος ὁ Λεπρός (ἐκοιμήθη τὸ 1964, μνήμη 4 Ἰανουαρίου) 10. Ὁσία Σοφία τῆς Κλεισούρας (ἐκοιμήθη τὸ 1974, μνήμη 6 Μαΐου). 11. Ἱερομάρτυς Φιλούμενος (μαρτύρησε τὸ 1979, μνήμη 29 Νοεμβρίου). 12. Ὅσιος Πορφύριος ὁ Καυσοκαλυβίτης (ἐκοιμήθη τὸ 1991, μνήμη 2 Δεκεμβρίου). 13. Ὅσιος Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης (ἐκοιμήθη τὸ 1994, μνήμη 12 Ἰουλίου).
Ἡ παρουσία ὄντως τόσων ἁγίων κατὰ τὸν 20ὸ αἰώνα καὶ ἡ σύνθεση τῆς ὁμάδος ὁδηγεῖ σὲ σημαντικὲς ἐπισημάνσεις. Πρέπει κατ᾽ ἀρχὴν νὰ παρατηρήσουμε ὅτι ἀναφέρονται μόνον οἱ ἑλληνικῆς καταγωγῆς Ἅγιοι, ἐνῶ ὑπάρχουν Ἅγιοι τὸν 20ὸ αἰώνα καὶ σὲ ἄλλες ὀρθόδοξες ἐκκλησίες, ἰδιαίτερα μάρτυρες, ὁσιομάρτυρες καὶ ἱερομάρτυρες στὶς χῶρες ὅπου ἐπεβλήθη σχεδιασμένα καὶ ἐκεῖ, ὁ ἄθεος Κομμουνισμός. Ἡ πρώτη ἐπισήμανση εἶναι ὅτι, ἂν ἐξαιρέσει κανεὶς τὸν Ἅγιο Νικόλαο Πλανᾶ, ὅλοι οἱ ἄλλοι Ἅγιοι εἶναι μοναχοὶ καὶ ἐκ μοναχῶν. Ἀκόμη καὶ ὁ Ἅγιος Νεκτάριος ἐκ μοναχῶν προέρχεται καὶ θεωρεῖται ὁ ἀναγεννητὴς τοῦ γυναικείου Μοναχισμοῦ μὲ τὴν γυναικεία Ἱερὰ Μονὴ ποὺ ἵδρυσε τῆς Ἁγίας Τριάδος στὴν Αἴγινα. Κανένας ἐκκλησιαστικὸς ἀξιωματοῦχος, πατριάρχης, ἀρχιεπίσκοπος, ἐπίσκοπος ἐπαρχιοῦχος, μεταξὺ τῶν Ἁγίων καὶ κανένας ἐπίσης οἰκουμενιστής. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἡ ἁγιότητα βλαστάνει, ἀναπτύσσεται καὶ καρποφορεῖ σὲ περιβάλλον σωματικῆς κακοπαθείας, παντοδαπῆς ἀσκήσεως, προσευχῆς καὶ νηστείας· σὲ ἐκκοσμικευμένα περιβάλλοντα ἄνεσης, καλοπέρασης, συμποσίων καὶ πολυτελείας δὲν εὐδοκιμεῖ ἡ ἁγιότητα. Σημαίνει ἐπὶ πλέον ὅτι ἡ ἀκλινὴς στάση καὶ ἀταλάντευτη σὲ θέματα πίστεως καὶ ἡ συμπόρευση μὲ τοὺς Ἁγίους Πατέρες, τῶν ὁποίων κοινὸ γνώρισμα ἦταν ἡ καταπολέμηση καὶ ὁ ἔλεγχος τῶν αἱρέσεων, ποὺ ἀλλοιώνουν καὶ νοθεύουν τὴν Πίστη, εἶναι ἀπαραίτητος ὅρος, ἐκ τῶν ὧν οὐκ ἄνευ, γιὰ νὰ ἐνεργήσει ἡ ἁγιαστικὴ καὶ φωτιστικὴ χάρη τοῦ Παναγίου Πνεύματος. Ἂν οἱ θεωρούμενοι ἀπὸ τοὺς Οἰκουμενιστὰς μεγάλοι πατριάρχες Ἰωακεὶμ ὁ Γ´, Μελέτιος Μεταξάκης καὶ Ἀθηναγόρας, πρὸς τιμὴν τῶν ὁποίων ὀργανώνουν συμπόσια, ἐκδίδουν τιμητικοὺς τόμους καὶ στήνουν ἀνδριάντες εἶχαν εὐαρεστήσει τὸν Θεὸ καὶ δὲν διέκοπταν τὴν Ἀποστολικὴ καὶ Πατερικὴ Παράδοση στὸ βασικὸ θέμα τῆς ἀντιμετωπίσεως τῶν αἱρετικῶν, ὁ Θεὸς ἀσφαλῶς θὰ τοὺς ἐδόξαζε, θὰ φανέρωνε διὰ σημείων τὴν ἁγιότητα καὶ μεγαλωσύνη τους.
Τοὺς Ἁγίους φανερώνει καὶ ἀναδεικνύει πρῶτα ὁ Θεὸς μὲ διάφορα σημεῖα τῆς Χάριτος, μυροβλυσία καὶ ἀφθαρσία λειψάνων, θαύματα, ἔκτακτα ἄλλα χαρίσματα παραμυθίας καὶ διδαχῆς, τοὺς ἀναγνωρίζει καὶ τοὺς ἀποδέχεται ἡ συνείδηση τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἀκολουθεῖ ὡς ἐπισφράγισμα ἡ ἐπίσημη ἔνταξή τους στὸ Ἁγιολόγιο τῆς Ἐκκλησίας καὶ ὄχι τὸ ἀντίστροφο, ὅπως γίνεται στὸν Παπισμό, ὅπου, ἐπειδὴ ὡς αἵρεση στεροῦνται τῆς Θείας Χάριτος ποὺ ἀναδεικνύει τοὺς Ἁγίους, ἀναλαμβάνουν τὰ παπικὰ δικαστήρια κυριολεκτικὰ τὴν «ἁγιοποίηση» ὅσων προήγαγαν, ἐνίσχυσαν καὶ ἐστερέωσαν τὸν Παπισμό. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ὡς ἡ μόνη ἀληθὴς Ἐκκλησία καὶ ταμιοῦχος τῆς Θείας Χάριτος συνέχισε καὶ στὸν 20ὸ αἰώνα καὶ θὰ συνεχίσει καὶ στοὺς ἑπόμενους αἰῶνες νὰ παράγει Ἁγίους, ὡς καρποὺς τοῦ ἐν αὐτῇ οἰκοῦντος καὶ ὁδηγοῦντος εἰς πᾶσαν τὴν ἀλήθειαν Ἁγίου Πνεύματος.

7. Κορυφαῖοι μεταξὺ τῶν Ἁγίων τοῦ 20οῦ αἰῶνος ὁ Ἅγιος Νεκτάριος καὶ ὁ Ὅσιος Παΐσιος
Δὲν θὰ βαθμολογήσουμε οὔτε θὰ ἱεραρχήσουμε ἐδῶ τοὺς Ἁγίους. Αὐτὸ εἶναι ἔργο τοῦ Θεοῦ, τοῦ ἐτάζοντος καρδίας καὶ νεφρούς. Στὰ μάτια καὶ στὴν κρίση τοῦ Θεοῦ ὁ πιὸ ἄσημος καὶ μικρὸς ἀπὸ τοὺς Ἁγίους μπορεῖ νὰ εἶναι ὁ πιὸ κορυφαῖος καὶ ἐγγύτερος, καὶ τὸ ἀντίστροφο. Ὁ Θεὸς ἐπιλέγει καὶ κρίνει ποιοί Ἅγιοι, μὲ ποιούς τρόπους καὶ σὲ ποιές ἐποχὲς θὰ ἐμφανισθοῦν, γιὰ νὰ βοηθήσουν τοὺς πιστοὺς καὶ νὰ ἀντιμετωπίσουν τοὺς κινδύνους στὴν πορεία τῆς Ἐκκλησίας, ἀνάλογα μὲ τὶς ἀπαιτήσεις τῶν καιρῶν, τὰ φυσικὰ καὶ ἐπίκτητα χαρίσματά τους, ποὺ δὲν τὰ ἀκυρώνει ἡ Θεία Χάρη, ἀλλὰ τὰ χρησιμοποιεῖ καὶ τὰ ἐνισχύει. Ἐπεμβαίνει ὁ Θεὸς σοφώτατα στὴν πορεία τῆς ζωῆς τῶν Ἁγίων καὶ μέσῳ, πολλὲς φορές, πειρασμῶν καὶ δοκιμασιῶν ἐξάγει Ἐκεῖνος τὸ καλύτερο ἀποτέλεσμα.
Ἐμεῖς κρίνουμε καὶ ἐκτιμοῦμε, γιὰ νὰ χαρακτηρίσουμε τοὺς Ἁγίους Νεκτάριο καὶ Παΐσιο ὡς κορυφαίους μεταξὺ τῶν Ἁγίων τοῦ 20οῦ αἰῶνος, ἔχοντας ὡς βάση τὴν ἀπήχηση ποὺ εἶχε ἡ ζωὴ καὶ τὸ ἔργο τους στὰ πλήθη τῶν ἀνθρώπων καὶ τὴν οἰκουμενικὴ ὑπερτοπικὴ ἀκτινοβολία τους, ὡς καὶ τὴν συμβολή τους στὸ νὰ ἀνταποκριθεῖ ἡ Ἐκκλησία ποιμαντικὰ στὴν κρισιμότητα τῶν καιρῶν. Δὲν θὰ ἐπιχειρήσουμε σύγκριση τῶν βίων καὶ τῶν ἰδιαιτέρων γνωρισμάτων τους· εἶναι πολὺ περισσότερα τὰ κοινὰ ποὺ τοὺς ἑνώνουν ἀπὸ τὰ ἰδιαίτερα ποὺ τοὺς ξεχωρίζουν. Ἴσως τὸ πράξουμε αὐτό, σὺν Θεῷ, σὲ ἄλλη εὐκαιρία.
Ἔζησαν πράγματι καὶ οἱ δύο σὲ κρίσιμες ἐποχὲς γιὰ τὴν ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος κατὰ τὶς τελευταῖες δεκαετίες τοῦ 19ου αἰῶνος καὶ τὶς δύο πρῶτες τοῦ 20οῦ. Μὲ τὴν ἵδρυση τοῦ νεοελληνικοῦ κράτους καὶ τὴν ἐπικράτηση στὸ χῶρο τῆς παιδείας τῆς ἀρχαιολατρείας τοῦ Κοραῆ ἄλλαξαν κατεύθυνση ἡ παιδεία καὶ ὁ πολιτισμός, περιθωριοποιήθηκαν τὸ Βυζάντιο, ἡ Ρωμιοσύνη, καὶ οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας. Μετὰ μάλιστα τὴν δολοφονία τοῦ μόνου Ρωμηοῦ καὶ Ὀρθοδόξου στὸ φρόνημα κυβερνήτη Ἰωάννη Καποδίστρια καὶ τὴν ἐγκατάσταση στὴν Ἀθήνα τῶν Βαυαρῶν τοῦ Ὄθωνος, ἁλώθηκε ὁλοκληρωτικὰ καὶ ὁ χῶρος τῆς Ἐκκλησίας ἀπὸ τὶς πολιτειοκρατικὲς μεταρρυθμίσεις τοῦ Μάουερ καὶ τοῦ Φαρμακίδη καὶ τὸν ἀμείλικτο διωγμὸ ποὺ ἐξαπολύθηκε ἐναντίον τοῦ Ὀρθοδόξου Μοναχισμοῦ. Τὰ περισσότερα Μοναστήρια ἔκλεισαν διὰ νόμου. Οἱ μοναχοὶ συκοφαντήθηκαν ὡς κοινωνικὰ ἄχρηστοι καὶ ἐπιζήμιοι, μὲ συνέπεια ὁ ἀκμάζων ἀκόμη καὶ κατὰ τὴν Τουρκοκρατία Μοναχισμὸς νὰ ὑποστεῖ τέτοια παρακμή, ὥστε νὰ κινδυνεύει νὰ ἀφανισθεῖ. Δέσμια τοῦ κράτους ἡ Ἐκκλησία καὶ μὲ ἀλλοτριωμένες δυνάμεις ἀπὸ τὰ δυτικὰ πρότυπα, ποὺ ἐπέδρασαν ἀκόμη καὶ στὶς δυτικόστροφες Θεολογικὲς Σχολὲς καὶ στοὺς πτυχιούχους των, ἀδυνατοῦσε νὰ ἀντιμετωπίσει τὸν προσηλυτισμὸ ποὺ ἀσκοῦσαν παπικὲς καὶ προτεσταντικὲς ἱεραποστολές, μὲ τὴν ἵδρυση καλὰ ὀργανωμένων σχολείων, τὴν ἄσκηση φιλανθρωπίας, ἔκδοση βιβλίων, κ.τ.λ. Ἡ ἀθεΐα καὶ ὁ ὑλισμὸς τῆς Εὐρώπης, μεταμορφωμένα σὲ τρόπο ζωῆς, ἀλλοίωναν τὸν παραδοσιακὸ τρόπο ζωῆς τῶν Ὀρθοδόξων Ἑλλήνων σὲ ὅλες τὶς ἐκφάνσεις τῆς καθημερινότητας, διατροφή, ἔνδυση, ψυχαγωγία, λογοτεχνία. Ἀποφεύχθηκε κατὰ τὴν δουλεία ὁ βίαιος ἐξισλαμισμός, καὶ βρισκόμασταν τώρα μπροστὰ σὲ ἕνα ἑκούσιο ἐκλατινισμὸ καὶ ἐκδυτικισμό.
Ἡ ἄδικη ἐκδίωξη τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου ἀπὸ τὸ Πατριαρχεῖο Ἀλεξανδρείας τὸ 1890 σὲ ἡλικία 44 ἐτῶν, ὅπου μόλις πρὶν ἀπὸ ἕνα ἔτος εἶχε ἐκλεγῆ μητροπολίτης Πενταπόλεως, ἦταν μέτρο τῆς προνοίας τοῦ Θεοῦ, ἀφ᾽ ἑνὸς γιὰ νὰ ἀναδειχθεῖ ἡ ἀνεξικακία καὶ ἡ ταπείνωση τοῦ ἁγίου ἱεράρχου καὶ ἀφ᾽ ἑτέρου, γιατὶ ἡ ἐγκατάσταση καὶ ἡ μετέπειτα δράση καὶ προσφορά του στὴν Ἀθήνα καὶ τελευταῖα στὴν Αἴγινα ἦσαν περισσότερο ἀπαραίτητες καὶ ἀναγκαῖες, δεδομένων τῶν δυσμενῶν καὶ ἀλλοτριωτικῶν ἐπιρροῶν ποὺ ἐταλάνιζαν τὸν ἑλληνικὸ ἐκκλησιαστικὸ καὶ ἐκπαιδευτικὸ χῶρο. Τί θὰ ἀπέδιδε ἡ παραμονὴ τοῦ θεοπρόβλητου καὶ θεόσταλτου αὐτοῦ ἁγίου στὸν ὀλιγάριθμο ἀπόδημο Ἑλληνισμὸ τῆς Αἰγύπτου, τοῦ ὁποίου τὸ μέλλον στὰ μάτια τοῦ παντεπόπτου καὶ παντογνώστου Θεοῦ ἦταν ὁλοφάνερο; Ἡ Ἑλλάδα ἐπρόκειτο νὰ μεγαλώσει καὶ νὰ αὐξηθεῖ γεωγραφικὰ καὶ πληθυσμιακά, εἶχε περισσότερες δυνατότητες, ἀλλὰ καὶ μεγαλύτερες ἀνάγκες, χρειαζόταν διαφορετικὴ πνοή, ἐκκλησιαστικὴ καὶ θεολογική, ἄλλη σπορὰ γιὰ νὰ βλαστήσουν ὄχι τὰ ζιζάνια καὶ τὰ ἀγκάθια τῶν ξενικῶν ἐπιδράσεων, ἀλλὰ ὁ σῖτος γιὰ τὸν ἐπιούσιο ἄρτο τῆς Ὀρθοδοξίας. Ὁ καλὸς ἐργάτης, ὁ πολυτάλαντος, ἦταν ἕτοιμος στὸ πρόσωπο τοῦ διωγμένου ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο ἀσκητικοῦ καὶ πεπαιδευμένου μητροπολίτου Πενταπόλεως.
Ἐκτιμώντας πράγματι κανεὶς τὰ τριάντα ὁλόκληρα χρόνια τῆς προσφορᾶς τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου στὸν ἑλλαδικὸ χῶρο, ἀπὸ τὸ 1890 μέχρι τὸ 1920 ποὺ ἐκοιμήθη, τὰ ὁποῖα κατανέμονται σὲ τρεῖς διακονίες καὶ ἀξιώματα, τέσσερα χρόνια ἱεροκῆρυξ στὴν Εὔβοια καὶ στὴ Φθιώτιδα (1890-1894), δεκατέσσερα χρόνια σχολάρχης στὴ Ριζάρειο Ἐκκλησιαστικὴ Σχολὴ (1894-1908), καὶ δώδεκα χρόνια Γέροντας καὶ πνευματικὸς τῆς γυναικείας Ἱερᾶς Μονῆς τῆς Ἁγίας Τριάδος Αἰγίνης (1908-1920), τὴν ὁποία ὁ ἴδιος ἵδρυσε καὶ ηὔξησε, συμπεριλαμβανομένης δὲ τῆς πολὺ πλούσιας συγγραφικῆς παραγωγῆς του καθ᾽ ὅλην αὐτὴν τὴν περίοδο, καὶ προστιθεμένης τῆς μεγάλης ἐπιδράσεως καὶ ὠφελείας πρὸς τὰ πλήθη τῶν προσκυνητῶν τῶν τιμίων λειψάνων του μετὰ τὴν κοίμηση καὶ τὴν ἀνάδειξή του ἀπὸ τὸν Θεό, ἔχει μία πολυποίκιλη καὶ πλούσια εἰκόνα γιὰ τὸ μοναδικὸ καὶ ὑψηλὸ ἔργο ποὺ ἐπετέλεσε καὶ ἐξακολουθεῖ νὰ ἐπιτελεῖ καὶ θὰ ἐπιτελεῖ ὁ Ἅγιός μας, πλουτίζοντας τὴν Ἐκκλησία καὶ τὸ πλήρωμά της μὲ τοὺς θησαυροὺς τῆς θείας σοφίας καὶ τῆς ἁγιαστικῆς χάριτος.
Σὲ παλαιότερο κείμενο γιὰ τὸν Ἅγιο Νεκτάριο συνοψίσαμε σὲ ἑπτὰ σημεῖα τὴν προσφορὰ τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου: α) Σὲ ἐποχὴ ποὺ ἡ Ἐκκλησία διέθετε λίγους ἢ ἀκατάλληλους ἐργάτες συνέβαλε ἀποφασιστικὰ στὴν πνευματικὴ ἀφύπνιση τῶν πιστῶν. β) Ἡ ἀφύπνιση αὐτὴ ἦταν σφραγισμένη μὲ παραδοσιακὸ ἐκκλησιαστικὸ χρῶμα, μυρωμένη ἀπὸ τὸ ἄρωμα τῆς διδασκαλίας καὶ ζυμωμένη ἀπὸ τὰ βιώματα τῶν Ἁγίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας. γ) Ἡ προσφορά του γενικῶς στὴν παιδεία καὶ εἰδικῶς στὴν ἐκκλησιαστική, μὲ ἔμφαση στὸν ἑλληνοχριστιανικό της χαρακτήρα, εἶναι τεράστια. δ) Μὲ τὴν ἵδρυση τῆς Ἱερᾶς Μονῆς τῆς Ἁγίας Τριάδος στὴν Αἴγινα καὶ τὴν γενικώτερη ἐπίδρασή του θεωρεῖται ὡς ὁ ἀναμορφωτὴς τοῦ γυναικείου Μοναχισμοῦ, μετὰ μάλιστα τὴν καταστροφικὴ λαίλαπα τοῦ ἀντιμοναχικοῦ πνεύματος ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τῶν Βαυαρῶν. ε) Πολύτιμη εἶναι καὶ ἡ συγγραφικὴ παραγωγὴ τοῦ Ἁγίου. Πενήντα περίπου τίτλοι μελετῶν, πολλοὶ ἀπὸ τοὺς ὁποίους καλύπτουν ὀγκώδη συγγράμματα ποικίλου περιεχομένου, ἱστορικά, ἑρμηνευτικά, δογματικά, ἠθικά, ποιμαντικά, φιλοσοφικά, ἀπολογητικά, παιδαγωγικά, ποιητικά, ὑμνολογικά, λειτουργικά, κηρύγματα, ἐκδόσεις πατερικῶν ἔργων. στ) Ἐντυπωσιακὴ εἶναι ἡ καταπληκτικὴ ἀφυπνιστικὴ ἐπίδραση ποὺ ἀσκεῖ στὰ πλήθη τῶν προσκυνητῶν μὲ τὰ μυροβόλα λείψανά του καὶ τὴν ἰαματικὴ τῶν ἀσθενειῶν Χάρη ποὺ δίκαια τοῦ ἔδωσε τὸ ἐπίθετο Θαυματουργός καὶ ζ) Στὸν αἰώνα τῶν ὁμολογιακῶν συγχύσεων καὶ οἰκουμενιστικῶν παρεκκλίσεων μὲ τὶς ἐκκλησιολογικὲς ἀσάφειες καὶ ἀμφιταλαντεύσεις τῶν Ὀρθοδόξων Οἰκουμενιστῶν ὁ μυροβλύζων καὶ θαυματουργὸς Ἅγιος ἀποτελεῖ θεϊκὴ ἐπιβεβαίωση καὶ μαρτυρία ὅτι μόνον ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία εἶναι ἡ ἀληθὴς Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία, ἐκτὸς τῆς ὁποίας ὅλες οἱ ἄλλες μορφὲς Χριστιανισμοῦ εἶναι σχίσματα καὶ αἱρέσεις, ἄμοιρες τῶν ἐνεργειῶν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος19.
Τέσσερα χρόνια μετὰ τὴν κοίμηση τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου (1920) βλέπει τὸ φῶς τοῦ ἥλιου στὰ Φάρασα τῆς Καππαδοκίας (1924) ὁ Ὅσιος Παΐσιος, ὁ ὁποῖος τὴν ἴδια χρονιά, βρέφος ἀκόμη, παίρνει τὸν δρόμο τῆς προσφυγιᾶς μαζὺ μὲ τὴν οἰκογένειά του, τῇ συνοδείᾳ τοῦ ἱερέως – ἐφημερίου στὰ Φάρασα, ποὺ τὸν ἐβάπτισε καὶ τοῦ ἔδωσε τὸ ὄνομά του Ἀρσένιος, τοῦ ὁσίου Ἀρσενίου τοῦ Καππαδόκη, καὶ ἐγκαθίστανται οἰκογενειακῶς στὴν Κόνιτσα. Σὲ λίγο ὑπὸ διαφορετικὲς ἀλλὰ καὶ πάλι κρίσιμες ἱστορικὲς συνθῆκες, μετὰ τὴν σχετικὴ ἀσκητικὴ προετοιμασία, παίρνει ἀπὸ τὸν Ἅγιο Νεκτάριο τὴν σκυτάλη ὁ Ὅσιος Παΐσιος ὡς πρὸς τὴν ὀρθὴ ἐκκλησιαστικὴ ἐπίδραση στὰ πλήθη τῶν πιστῶν ποὺ συρρέουν στὸ ἀσκητικό του κελλὶ στὸ Ἅγιον Ὄρος, ἀλλὰ καὶ στὸ Μοναστήρι τῆς Σουρωτῆς, ὅταν ἔβγαινε στὸν κόσμο. Ἦταν πρωτοφανὲς ὄντως τὸ θέαμα νὰ βλέπει κανεὶς καθημερινὰ νὰ κατηφορίζουν ἀπὸ τὶς Καρυὲς πρὸς τὸ Κουτλουμουσιανὸ κελλὶ τῆς Παναγούδας, ὅπου ἔμεινε τὰ τελευταῖα δεκαπέντε χρόνια τῆς ζωῆς του (1979-1994), δεκάδες καὶ ἑκατοντάδες προσκυνητῶν, γιὰ νὰ ἀκούσουν τὶς χαριτωμένες διδαχές του, νὰ ζητήσουν συμβουλὲς γιὰ τὰ προβλήματά τους καὶ τὴν προσευχητική του παρέμβαση. Πολὺ σωστὰ ὁ βιογράφος του ἱερομόναχος Ἰσαὰκ ὀνομάζει τὸ σχετικὸ κεφάλαιο τοῦ βιβλίου γιὰ τὴν παραμονή του στὴν Παναγούδα ὡς «Δόσιμο στοὺς πονεμένους»20. Ἡ ἴδια καὶ μεγαλύτερη συρροὴ τοῦ κόσμου, λόγῳ τῆς προσελεύσεως τῶν γυναικῶν, ὅταν γιὰ κάποιους λόγους, κυρίως ὑγείας, ἔβγαινε στὸ γυναικεῖο Μοναστήρι τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου στὴν Σουρωτὴ τῆς Θεσσαλονίκης. Τέτοια λαϊκὴ ἀνταπόκριση καὶ ἀποδοχὴ εἶχε πολὺ καιρὸ νὰ γνωρίσει ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία στὸν ἑλληνικὸ χῶρο, ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τοῦ μεγάλου ἐπίσης λαϊκοῦ διδάχου Ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ καὶ τῶν ὁσιακῶς ἐπίσης βιωσάντων Χριστοφόρου Παπουλάκου καὶ Κοσμᾶ Φλαμιάτου.
Δὲν διέθετε περγαμηνὲς κοσμικῆς παιδείας ὁ Ὅσιος Παΐσιος. Μόνον τὸ Δημοτικὸ Σχολεῖο εἶχε τελειώσει. Διέθετε ὅμως τὸ θεῖο φωτισμὸ καὶ μία φυσικὴ χάρη, γοητεία καὶ ἁπλότητα, πρὸ παντὸς δὲ πολλὴ ἀγάπη καὶ ἐσωτερικὸ δόσιμο πρὸς ὅσους τὸν ἄκουγαν ἢ ζητοῦσαν τὴν βοήθειά του. Πανεπιστημιακοὶ θεολόγοι μὲ πολυχρόνιες σπουδές, ὅπως καὶ ἐπίσκοποι μορφωμένοι καὶ ἄλλοι ἐπιστήμονες, στὸν Γέροντα Παΐσιο προστρέχαμε γιὰ συμβουλὲς καὶ πνευματικὴ ἀνακούφιση. Πόσο πραγματικὰ διαφορετικὴ θὰ ἦταν ἡ εἰκόνα τῆς Ἐκκλησίας καὶ τοῦ κόσμου, ἂν ὁ κλῆρος ἀλλὰ καὶ οἱ μοναχοὶ ἐκοσμοῦντο ἀπὸ τὶς ἀρετὲς τοῦ Ὁσίου Παϊσίου; Πολλὲς φορὲς οἱ κληρικοὶ μὲ τὶς κακίες, τὰ πάθη μας, τὴν ἀντιπνευματικὴ συμπεριφορά μας διώχνουμε τὸν κόσμο ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, σκανδαλίζουμε τοὺς πιστούς. Αὐτὸ ἐκμεταλλεύονται οἱ ἀντίχριστες ἐκκλησιομαχικὲς δυνάμεις γιὰ νὰ ἐπιτεθοῦν ἐναντίον τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας.
Ὁ ἀθεϊστικὸς ὑλισμὸς εἶχε ἐπιβληθῆ ὡς κρατικὴ ἰδεολογία στὴν Ρωσία καὶ στὶς ἄλλες χῶρες τοῦ ὑπαρκτοῦ σοσιαλισμοῦ, δὲν ἔπαυσε ὅμως νὰ δρᾶ διαβρωτικὰ καὶ στὸν «ἐλεύθερο» δυτικὸ κόσμο, ὑποκινούμενος καὶ βοηθούμενος ἀπὸ τὴν Μασονία καὶ τὸν Σιωνισμό. Ἔφηβος ἀκόμη στὴν Κόνιτσα, ὅπως εἴδαμε, ὁ ὅσιος Παΐσιος, ἦλθε ἀντιμέτωπος μὲ τὴν ἀθεΐα ποὺ ὑποκρύπτεται στὴν θεωρία τοῦ Δαρβίνου γιὰ τὴν ἐξέλιξη τῶν εἰδῶν, ἀλλὰ καὶ ὡς στρατιώτης ἔζησε τὴν ἐμφύλια σύρραξη, ἀγωνιζόμενος ἐναντίον ὅσων εἶχαν παρασυρθῆ ἀπὸ τὴν κομμουνιστικὴ ἰδεολογία καὶ ἐπιχειροῦσαν μὲ τὸ ἀντάρτικο νὰ προσδέσουν τὴν Ἑλλάδα στὸ κομμουνιστικὸ μπλόκ.
Μετὰ τὸν δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο καὶ τὴν ἐμφύλια σύρραξη ἀκολούθησαν πνευματικὰ δημιουργικὲς καὶ καρποφόρες διεργασίες, ὅπως εἶναι τὸ κίνημα γιὰ τὴν ἐπιστροφὴ στὶς πηγές, ἡ νεοπατερικὴ ἄνθηση, ἡ ἀναβίωση τοῦ Μοναχισμοῦ στὸ Ἅγιον Ὄρος, ἡ στροφὴ πολλῶν πιστῶν στὴν παραδοσιακὴ ὀρθόδοξη ζωή, ἡ ἔκδοση φιλοκαλικῶν καὶ νηπτικῶν ἔργων, ἡ ἐπιστροφὴ στὴ βυζαντινὴ μουσικὴ καὶ στὴν βυζαντινὴ ἁγιογραφία, ἡ τέλεση μακρῶν καὶ κατανυκτικῶν ἀγρυπνιῶν στοὺς ἐνοριακοὺς ναούς, ἡ συχνὴ θεία κοινωνία, ἡ προσέλευση στὸ μυστήριο τῆς Ἐξομολογήσεως καὶ πολλὰ ἄλλα, ποὺ καθιστοῦσαν τὴν Ἑλλάδα σὲ σχέση μὲ τὶς ἄλλες ὀρθόδοξες χῶρες τῶν κομμουνιστικῶν καθεστώτων εὐλογημένο ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ τοὺς Ἁγίους τόπο.
Ὁ βάσκανος ὀφθαλμὸς τοῦ Πονηροῦ δὲν ἄντεχε νὰ βλέπει παραδοσιακὴ καὶ Ὀρθόδοξη τὴν Ἑλλάδα. Ἀπὸ τὴν σύγχρονη Βαβυλώνα, τὴν Ἀμερική, ὅπου τὰ κέντρα τῶν σκοτεινῶν δυνάμεων, μεθοδεύθηκε ἡ ἀνατροπὴ αὐτῆς τῆς εἰκόνας μὲ τὴν ἀποστολὴ τοῦ Ἀθηναγόρα ὡς πατριάρχου στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπως νωρίτερα περιγράψαμε, καὶ μὲ τὴν ἐνίσχυση κατὰ τὴν δεκαετία τοῦ 1980 πολιτικῶν δυνάμεων ποὺ προκάλεσαν πνευματικὴ καταστροφή. Ὅ,τι δὲν κατόρθωσαν οἱ δυτικὲς ἐπιρροὲς νὰ ἐπιτύχουν μετὰ τὸ 1821 τὸ ἐπέτυχαν οἱ κυβερνῶντες τὴν χώρα μετὰ τὸ 1980· πλήρη ἀποχριστιανισμὸ τῆς κοινωνίας, ἀντιχριστιανικὴ παιδεία καὶ νομοθεσία, διάλυση τοῦ γάμου καὶ τῆς οἰκογενείας, ἐκμαυλισμὸ ἀκόμη καὶ τῶν γερόντων, ἐξορία τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ Εὐαγγελίου, προσχώρηση τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἡγεσίας στὸν συγκρητισμὸ τοῦ διαχριστιανικοῦ καὶ διαθρησκειακοῦ Οἰκουμενισμοῦ.
Ἀπέναντι ὅλων αὐτῶν ὁ Ὅσιος Παΐσιος, ὁ ἁπλὸς καὶ διδακτικὸς Γέροντας καὶ Παπούλης, ἀποδείχθηκε ἕνα ἰσχυρὸ καταφύγιο, ἕνα ἀνάχωμα στὴν πλημμυρίδα τῆς Νεοεποχίτικης καὶ Νεοταξικῆς δυτικῆς ἀμαυρότητος, ἕνας ὄντως στύλος Ὀρθοδοξίας, κορυφαῖος Ἅγιος στὸ τέλος τοῦ εἰκοστοῦ αἰῶνος, ὅπως ὁ Ἅγιος Νεκτάριος στὶς ἀρχὲς τοῦ ἰδίου αἰῶνος. Εἴκοσι χρόνια μετὰ τὴν κοίμησή του ὁ τάφος του κατακλύζεται ἀπὸ ὀρθοδόξους προσκυνητάς, Ἕλληνες καὶ μή, καὶ τὰ βιβλία μὲ τὶς χαριτωμένες διδαχές του, ὅπως καὶ ὁ βίος του, μεταφρασμένα σὲ πολλὲς γλῶσσες, γνωρίζουν μεγάλη διάδοση. «Θαυμαστὸς ὁ Θεὸς ἐν τοῖς Ἁγίοις Αὐτοῦ»21.
1. «Τριακοσίους χρόνους μετὰ τὴν Ἀνάστασιν τοῦ Χριστοῦ μᾶς ἔστειλεν ὁ Θεὸς τὸν Ἅγιον Κωνσταντῖνον καὶ ἐστερέωσε βασίλειον χριστιανικόν· καὶ τὸ εἶχαν χριστιανοὶ τὸ βασίλειον 1150 χρόνους. Ὕστερον τὸ ἐσήκωσεν ὁ Θεὸς ἀπὸ τοὺς Χριστιανοὺς καὶ ­ἔφερε τὸν Τοῦρκον καὶ τοῦ τὸ ἔδωσε διὰ ἰδικόν μας καλὸν καὶ τὸ ἔχει ὁ Τοῦρκος 320 χρόνους. Καὶ διατί ἔφερεν ὁ Θεὸς τὸν Τοῦρκον καὶ δὲν ἔφερεν ἄλλο γένος; Διὰ ἰδικόν μας ­συμφέρον· διότι τὰ ἄλλα ἔθνη θὰ μᾶς ἔβλαπτον εἰς τὴν πίστιν, ὁ δὲ Τοῦρκος ἄσπρα ἅμα τοῦ δώσῃς, κάμνεις ὅ,τι θέλεις». Βλ. εἰς Ἐπισκόπου Αυγουστινου Καντιωτου, Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός (1714-1779) (Συναξάριον – Διδαχαί – Προφητεῖαι – Ἀκολουθία), Ἀθῆναι 2005, σελ. 154 καὶ Ι. Μενουνου, Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ Διδαχές, Διδαχή Ε´, 105, 106, Ἀθήνα, σ. 270.
2. Πρωτοπρεσβυτέρου Θεοδωρου Ζηση, Τὸ ἁγιασμένο καὶ προδομένο ᾽21, Θεσσαλονίκη 2015, σελ. 24 ἑ.
3. Πρωτοπρεσβυτέρου Θεοδωρου Ζηση, Φραγκέψαμε. Ἡ Εὐρωπαϊκή μας αἰχμαλωσία, Θεσσαλονίκη 1994. Τοῦ αὐτοῦ, Ὀρθοδοξία καὶ Ἑλληνισμός. Νέα αἰχμαλωσία καὶ ἀντίσταση, Θεσσαλονίκη 1995. Τοῦ αὐτοῦ, Ἀπὸ τὴ Νίκαια τῆς Βιθυνίας στὴ Νίκαια τῆς Γαλλίας. Ὁ Μ. Κωνσταντῖνος καὶ οἱ μικροί τῶν καιρῶν μας, Θεσσαλονίκη 2001.
4. Γέροντος Παϊσιου Αγιορειτου, Χαριτωμένες Διδαχές. Μὲ παραβολὲς καὶ παραδείγματα, Θεσσαλονίκη 2012, σελ. 48.
5. Αὐτόθι, σελ. 50-51.
6. Αὐτόθι, σελ. 51-52.
7. Αὐτόθι, σελ. 51.
8. Θεοδρομία, ΙΒ3, Ἰούλιος-Σεπτέμβριος 2010, σσ. 420-423.
9. Βλ. Ὀρθόδοξος Τύπος 9.3.2007, φ. 1680, σελ. 1.5. Δημοσιεύεται ὁλόκληρη καὶ ἐδῶ.
10. Ὁλόκληρο τὸ κείμενο εἰς «Ὀρθόδοξος Τύπος», 15.6.1971, φ. 142, σ. 4 καὶ εἰς τὸ προσφάτως κυκλοφορηθὲν τεῦχος «Ἅγιον Ὄρος. Διαχρονικὴ μαρτυρία στοὺς ἀγῶνες ὑπὲρ τῆς Πίστεως», Ἔκδοση Ἁγιορειτῶν Πατέρων, Ἁγίου Ὄρους 2014, σελ. 104-107.
11. Ἰω. 11, 25.
12. Ἱερομονάχου Ισαακ, Βίος Γέροντος Παϊσίου τοῦ Ἁγιορείτου, Ἅγιον Ὄρος 2004, σελ. 50-51.
13. Ἱερομονάχου Ισαακ, Αὐτόθι, 173.
14. Αὐτόθι, 304-305.
15. Αὐτόθι, 137. 153.
16. Αὐτόθι, 292.
17. Αὐτόθι, 236.
18. Πρωτοπρεσβυτέρου Θεοδωρου Ζηση, Διαθρησκειακὲς Συναντήσεις. Ἄρνηση τοῦ Εὐαγγελίου καὶ τῶν Ἁγίων Μαρτύρων, Θεσσαλονίκη 2003.
19. Λεπτομερέστερη ἀνάλυση τῶν σημείων αὐτῶν τῆς προσφορᾶς τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου βλ. εἰς Πρωτοπρεσβυτέρου Θεοδωρου Ζηση, Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος ὡς διδάσκαλος, Θεσσαλονίκη 2000, σελ. 56ἑ.
20. Ἱερομονάχου Ισαακ, Αὐτόθι, 275ἑ.
21. Ψαλμ. 67, 36.

Share Button