1. Ο Παπισμός και ο Προτεσταντισμός διέστρεψαν το Ευαγγέλιο
Πολλά μέλη του πληρώματος της Εκκλησίας αγωνιούν τον τελευταίο καιρό για την καταστροφική και ραγδαία εξέλιξη των λεγομένων διαχριστιανικών σχέσεων της Ορθοδοξίας προς τις δύο μεγάλες αιρέσεις της Δύσεως, τον Παπισμό και τον Προτεσταντισμό. Η ανησυχία τους αυτή έχει εκφρασθή πολλαχώς, εφέτος δε με την σύνταξη της γνωστής «Ομολογίας Πίστεως κατά του Οικουμενισμού», η οποία, διαδιδόμενη και υπογραφόμενη από πολλούς, για πρώτη φορά ενόχλησε και ετάραξε τους εφησυχάζοντας και καυχωμένους για τις επιτυχίες τους Οικουμενιστάς.
Η περιρρέουσα πολιτική και πολιτισμική ατμόσφαιρα της παγκασμιοποίησης τείνει στην εξάλειψη όχι μόνον των γεωγραφικών ορίων μεταξύ των εθνών, αλλά και στο γκρέμισμα των πνευματικών, πολιτιστικών και θρησκευτικών ορίων. Στόχος και όραμα να ισοπεδωθούν οι διαφορές και οι ιδιαιτερότητες, να ομογενοποιηθούν οι άνθρωποι στα πιστεύω τους και στον τρόπο ζωής, να δημιουργηθεί νέος τύπος ανθρώπου, χωρίς πνευματικές ανησυχίες και υπερκόσμιες αναζητήσεις, αλλά προσκολλημένος στη γη, στην υλική ευμάρεια και ευημερία. Αυτό εξυπηρετεί δύο συγκεκριμένους στόχους των σχεδιαστών· να καταντήσουν οι άνθρωποι υλικά καταναλωτικά όντα, που θα αυξάνουν τα υλικά και οικονομικά κέρδη των επιχειρήσεων και θα υποδουλώνονται συγχρόνως στην καθημερινή βιοπάλη για την εξασφάλιση των υλικών αγαθών, ο βαθμός της απόλαυσης των οποίων είναι στα χέρια των ισχυρών, ώστε με ελεγχόμενες οικονομικές κρίσεις η παροχές να κρατούν τους λαούς πειθήνιους και υπάκουους.
Ο δεύτερος εμφανής στόχος είναι να θέσουν στο περιθώριο το Ευαγγέλιο του Χριστού και την Εκκλησία, που αποτελούν τις μόνες δυνάμεις αντιστάσεως στην υλοκρατία, ώστε η νέα Οικουμένη να κυβερνάται όχι από τον Χριστό, αλλά από τον Αντίχριστο. Μόνον ο Χριστός ενίκησε τον πειρασμό του Σατανά για τα υλικά αγαθά και εδίδαξε ότι “ουκ επʼ άρτω μόνω ζήσεται άνθρωπος”[1], ιεραρχώντας δε ύλη και πνεύμα, κόσμο και Θεό, έδωσε προτεραιότητα στον Θεό και στο πνεύμα· “Ζητείτε πρώτον την βασιλείαν του Θεού και την δικαιοσύνην αυτού, και ταύτα πάντα προστεθήσεται υμίν”[2]. Και αλλού· “Τι ωφελήσει άνθρωπον, εάν κερδήση τον κόσμον όλον και ζημιωθή την ψυχήν αυτού; Η τι δώσει άνθρωπος αντάλλαγμα της ψυχής αυτού;”[3].
Η Χριστιανική Οικουμένη του Μ. Κωνσταντίνου, της Νέας Ρώμης – Κωνσταντινουπόλεως, της Ορθοδοξίας, στην οποία συμμετέχει πνευματικά και η Τρίτη Ρώμη, η Μόσχα, εβίωσε και έκανε πράξη ζωής αυτήν την ασκητική και τελειοποιό διδασκαλία του Ευαγγελίου.Τώρα πρέπει να αντικατασταθεί από την νέα Οικουμένη της υλόφρονος Αμερικής και της Ευρώπης, η Pax Christiana από την Pax Americana.
Ο Παπισμός, αφʼ ότου αποσχίσθηκε από την Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία, υπέκυψε στους πειρασμούς του Σατανά και μεταμορφώθηκε σε εγκόσμια δύναμη με οικονομικές, δυναστικές, κατακτητικές, πολιτικές επιδιώξεις, με δόγματα και τρόπο ζωής, που δεν έχουν καμμία σχέση με τη ζωή και τη διδασκαλία του Ευαγγελίου. Οπως με δύναμη είπε ο μεγάλος Ρώσος διανοητής Θεόδωρος Ντοστογιέφσκυ, ο Παπισμός δεν είναι καν Χριστιανισμός· αν ο Χριστός ξαναρχόταν στη γη, θα τον εδίκαζαν και θα τον εσταύρωναν οι Ιεροεξετασταί της Ρώμης.
Διέστρεψαν λοιπόν και παραμόρφωσαν το Ευαγγέλιο οι του Πάπα, δεν ελειτούργησαν ως φως του κόσμου και ως άλας της γης, γιʼ αυτό και δεν επέδρασαν στις ψυχές των ανθρώπων της Δύσεως. Η Δύση, Ευρώπη και Αμερική, γρήγορα πήρε αποστάσεις από τον αναξιόπιστο Παπισμό και αποχριστιανίσθηκε, διότι “εάν το άλας μωρανθή, εν τίνι αλισθήσεται;”[4]. Πέταξαν και καταπάτησαν δικαιολογημένα τον ψευδεπίγραφο Χριστιανισμό του Πάπα.
Ο Προτεσταντισμός δικαιολογημένα αντέδρασε εναντίον των αυθαιρεσιών και των παρεκκλίσεων του Παπισμού, επιχειρήσας όμως μόνος, χωρίς να ζητήσει την βοήθεια της Εκκλησίας, να επιστρέψει στην καθαρότητα της ευαγγελικής αληθείας, χωρίς αποστολική διαδοχή και μυστηριακή Χάρη, οδηγήθηκεσύν τω χρόνω σε πλήθος διαιρέσεων και διδασκαλιών που αμφισβητούν ακόμη και την Ανάσταση του Χριστού, σε επίπεδο δε ηθικής ζωής δικαιολογούν ακόμη και “πάθη ατιμίας”, όπως ονομάζει ο Απόστολος Παύλος την ομοφυλοφιλία στο πρώτο κεφάλαιο της Προς Ρωμαίους Επιστολής.
2. Διπλό λάθος· Συμπερίληψη με τις αιρέσεις και δεκανίκι του Παπισμού
Με αυτόν λοιπόν τον παραμορφωμένο, κακοποιημένο και αναξιόπιστο Χριστιανισμό του Παπισμού και του Προτεσταντισμού θέλουν να μας ενώσουν και να μας ταυτίσουν οι σχεδιαστές της Νέας Εποχής και της Παγκοσμιοποίησης, ένα Χριστιανισμό υλόφρονα, γήϊνο, εγκοσμιοκρατικό, για να παύσει η ευεργετική επίδραση του Ευαγγελίου και της Εκκλησίας στον κόσμο, για να μη βρίσκουν πουθενά οι άνθρωποι τον αληθινό Χριστό, για να υποκύψουμε σε όλους τους πειρασμούς του Διαβόλου, ώστε να εγκαθιδρυθεί η βασιλεία του Αντιχρίστου. Επέτυχαν ήδη να μας τσουβαλιάσουν και να μας εντάξουν στο παμπροτεσταντικό «Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών», δηλαδή στο Παγκόσμιο Συμβούλιο Αιρέσεων και Πλανών. Τι αισχύνη και τι εντροπή! Η νύμφη του Χριστού, το σώμα του Χριστού, η Μία, ῾Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία, εξισωμένη και ισοδύναμη με τις πάμπολες προτεσταντικές παραφυάδες, η κάθε μία από τις οποίες ισχυρίζεται ότι είναι αληθής Εκκλησία. Τελικώς υπάρχει μία η πολλές εκκλησίες; Είναι και οι αιρέσεις εκκλησίες; ῾Η Εκκλησία διαχρονικά ουδέποτε ταυτίσθηκε η συνυπήρξε με συσσωματώσεις και οργανισμούς αιρετικών. Το έπραξε όχι από έλλειψη αγάπης, αλλά για να βοηθήσει τους αιρετικούς να επιστρέψουν μετανοούντες και συγχρόνως να προφυλάξει τους πιστούς από την αίρεση. Κηρύσσει αυθεντικά την αλήθεια, όταν υπάρξει κίνδυνος αιρέσεως, και αναμένει την ανταπόκριση εκ μέρους των πλανηθέντων. Αν ταυτισθεί μαζί τους, που θα επιστρέψουν; Θα μείνουν εκεί που είναι, αν δεχθούμε, όπως διακηρύσσουν μερικοί «Ορθόδοξοι», ότι και εκεί υπάρχει σωτηρία και εκεί υπάρχει αλήθεια. Φέρνουμε σε πολύ δύσκολη θέση όσους ετεροδόξους προσήλθαν στην Ορθοδοξία, οι οποίοι, αν δεν είναι σταθεροί και πεπεισμένοι για τη σωτήρια ενέργειά τους, σκανδαλίζονται και απαγοητεύονται.
Ο Παπισμός με χαρά και ικανοποίηση είδε κατʼ αρχήν την είσοδό μας στο «Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών», γιατί τον αφήσαμε μόνο διεκδικητή της Μιας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας. Επειδή όμως, αντίθετα προς εμάς, δεν ξεχνά ότι στο πρώτο μισό του 15ου αιώνος η πιθανή συμμαχία των Ορθοδόξων στις μεταρρυθμιστικές συνόδους της Κωνσταντίας (1414 – 1418) και της Βασιλείας (1431 – 1439), πρόδρομες κινήσεις του Προτεσταντισμού, θα οδηγούσε στην επικράτηση του συνοδικού συστήματος και θα ακύρωνε το πρωτείο εξουσίας του πάπα, δεν μας αφήνει μόνο με τους Προτεστάντες, αλλά μας θέλει και μαζί του εναντίον των απορριψάντων πολλές καινοτομίες Προτεσταντών. Και όπως μας παρέσυρε τότε στην επαίσχυντη Φερράρα – Φλωρεντία, για να μη ενισχύσουμε την συνοδική μεταρρύθμιση, που έφθασε ακόμη και στην καθαίρεση του πάπα από τους ίδιους τους καρδιναλίους του, το ίδιο κάνει και τώρα. Μας παρασύρει σε διαλόγους αγάπης με τις καραμέλες του ότι είμαστε δήθεν “αδελφές εκκλησίες” και διαλεγόμαστε “επί ίσοις όροις” . Εξακολουθεί όμως επισήμως να μας θεωρεί σχισματικούς και εκκλησιολογικά ελλιπείς, για να μας οδηγήσει με την αναγνώριση του πρωτείου στην Ουνία (=ένωση), την καταδίκη της οποίας στο Freising του Μονάχου από την Ολομέλεια της Μικτής Επιτροπής του Διαλόγου (1990) έθαψε και εξαφάνισε. Με την μονομερή αυτή ενέργεια, την οποία αδιαμαρτύρητα και σιωπηρά δεχθήκαμε, αποδεικνύει ο πάπας ότι ακόμη και στον Θεολογικό Διάλογο κάνει ό,τι θέλει ως πρώτος και αλάθητος. Επομένως, γιατί να συζητούμε, αφού το Βατικανό αποδέχεται μόνον ό,τι του συμφέρει, τα ιδικά μας δε τα απορρίπτει και τα εξαφανίζει; Εμείς ανοήτως, όπως τότε στη Φερράρα – Φλωρεντία που υπογράψαμε την Ουνία, επαναλαμβάνουμε το λάθος και γινόμαστε πάλι δεκανίκι του Παπισμού με το απαράδεκτο κείμενο της Ραβέννας και το χειρότερο προσχέδιο της Κύπρου για το πρωτείο του πάπα.
Πρέπει να επισημάνουμε ότι μέσα στις ίδιες αναλογικά συνθήκες διαπράττουμε τα ίδια λάθη, χωρίς να διδαχθούμε από την ιστορία. Η Ελλάδα και η Κύπρος, για να βοηθηθούν από την Δύση και τον πάπα, υπογράφουν και πάλι, όπως στη Φερράρα-Φλωρεντία (1438–1439), απαράδεκτα ενωτικά κείμενα, υποδέχονται και τιμούν τον παναιρετικό και διαστροφέα του Ευαγγελίου πάπα, απωθούν όμως και απομακρύνουν γιʼ αυτό την θεία βοήθεια και προσβάλλουν τους Αγίους Μάρτυρας και Ομολογητάς της Πίστεως. Η Κωνσταντινούπολη, που εδοκίμασε την θεία εγκατάλειψη, ηγείται δυστυχώς στις ψευδενωτικές διεργασίες, μας οδηγεί σε νέα Φερράρα – Φλωρεντία, στα βήματα του μετέπειτα καρδιναλίου Βησσαρίωνος Νικαίας και όχι του Αγίου Μάρκου Ευγενικού, συγκακοποιούσα το Ευαγγέλιο και περιπτυσσομένη τους “βαρείς λύκους” του Παπισμού και του Προτεσταντισμού. Γιʼ αυτό χρειάζεται εγρήγορση κατά την σύσταση του Αποστόλου Παύλου, ο οποίος προέβλεψε ότι “και εξ υμών αυτών αναστήσονται άνδρες λαλούντες διεστραμμένα του αποσπάν τους μαθητάς οπίσω αυτών”[5]. +
1. Λουκά 4, 4.
2. Ματθ. 6, 33.
3. Μάρκ. 8, 36.
4. Ματθ. 5, 14.
5.Πράξ. 20, 29 – 31.