Ομοφυλοφιλία, ομοφοβία, Ορθόδοξη προσέγγιση και στάση.του Θεολόγου, Θεόδωρου Ι. Ρηγινιώτη

 

Οµοφυλοφιλία και Ορθόδοξη Εκκλησία
του Θεολόγου, Θεόδωρου Ι. Ρηγινιώτη
Εδώ και μερικά χρόνια εξελίσσεται µια διεθνής εκστρατεία προβολής της ομοφυλοφιλίας. Οργανώσεις ομοφυλόφιλων, αντρών και γυναικών, και ομοφυλόφιλοι αγωνιστές (ακτιβιστές) δραστηριοποιούνται για να πείσουν την κοινή γνώμη ότι η ομοφυλοφιλία δεν αποτελεί διαταραχή, αλλά είναι µια υγιής σεξουαλική επιλογή, τόσο φυσιολογική όσο και ο έρωτας προς άνθρωπο του άλλου φύλου. Όποιος τολμά να ισχυριστεί το αντίθετο χαρακτηρίζεται «οµοφοβικός», δηλ. άνθρωπος µε κομπλεξική φοβία και ρατσιστική συμπεριφορά προς τους ομοφυλόφιλους.
Το ελληνικό κράτος καταγγέλλεται επειδή καθυστερεί να δεχτεί ως έγκυρο νοµικά το σύµφωνο ελεύθερης συμβίωσης ομοφυλόφιλων ζευγαριών και την υιοθεσία παιδιών από οµοφυλόφιλα ζευγάρια – πράγµατα που απαιτεί από µας η Ευρώπη απειλώντας τη χώρα µας µε πρόστιµο και που έχουν καθιερωθεί από χρόνια στο εξωτερικό. Η Εκκλησία, φυσικά, είναι πρώτη στο στόχαστρο των οµοφυλόφιλων αγωνιστών: θεωρείται «ρατσιστική», «οµοφοβική» και … «µισογυνική» (ότι µισεί τις γυναίκες).
Ποια είναι η στάση της Εκκλησίας απέναντι στην οµοφυλοφιλία και τον οµοφυλόφιλο;
Κατ’ αρχάς, πρέπει να ξεκαθαρίσουµε κάτι: Ο οµοφυλόφιλος άνθρωπος είναι απόλυτα αποδεκτός από την Ορθόδοξη Εκκλησία, όσο και κάθε άλλος άνθρωπος. Δεν υπάρχει άνθρωπος, που κάποια ιδιότητά του ή προτίµηση ή πράξη του να κάνει την Εκκλησία να τον απορρίψει. Υπάρχουν µόνο άνθρωποι που οι ίδιοι έχουν απορρίψει την Εκκλησία και πορεύονται προς το Θεό απ’ το δρόµο που νοµίζουν αυτοί, ο οποίος όµως συνήθως είναι λάθος δρόµος.
Αν ένας δολοφόνος είναι αποδεκτός από την Εκκλησία, γιατί δεν είναι ένας οµοφυλόφιλος; Αν εγώ, µε τη χλιαρή και συχνά υποκριτική πίστη και αγάπη, είµαι αποδεκτός από την Εκκλησία, γιατί δεν είναι ένας οµοφυλόφιλος; Εκείνος µάλιστα µπορεί να έχει πολύ πιο θερµή πίστη και αγάπη από τη δική µου. Καµιά ρατσιστική διάθεση δεν υπάρχει στην Εκκλησία απέναντι σε κανένα άνθρωπο ή οµάδα ανθρώπων. Ρατσιστές γίνονται οι άνθρωποι που δεν έχουν καταλάβει καθόλου τι είναι ο ορθόδοξος χριστιανισµός ή που δε µπορούν να κάνουν έστω ένα βήµα για ν’ αποµακρυνθούν από τις φοβίες και τα πάθη τους.
Κι αυτούς ακόµη τους ανθρώπους, η Εκκλησία τους αποδέχεται, γιατί η Εκκλησία υπάρχει για να θεραπεύει τον κόσµο από τα πάθη και τις φοβίες (µε τη βοήθεια του Ιατρού Ιησού Χριστού φυσικά), όχι για να κρίνει τους ανθρώπους.
Από την άλλη, η οµοφυλοφιλία δε µπορεί να γίνει αποδεκτή από την Εκκλησία ως σωστός δρόµος που οδηγεί τον άνθρωπο στο Θεό. Ακριβώς από αγάπη προς τον οµοφυλόφιλο και ανησυχία για τη σωτηρία του στην αιωνιότητα, η Εκκλησία δε µπορεί να αποκρύψει ότι ο γάµος άντρα και γυναίκας είναι ένας δρόµος που οδηγεί στο Θεό, ενώ η οµοφυλοφιλία δεν είναι τέτοιος δρόµος. Στη ζωή µας τις πιο πολλές φορές διαπράττουµε αµαρτίες, υπακούοντας στα πάθη µας κι όχι στο Θεό – η Εκκλησία όµως, ακριβώς επειδή νοιάζεται για µας, δεν πρέπει να µας ξεγελάσει λέγοντάς µας ότι είναι εντάξει να κάνουµε ό,τι µας υπαγορεύουν τα πάθη µας («πάθη» ονοµάζονται οι σωµατικές και ψυχικές εξαρτήσεις που παρεµποδίζουν τον άνθρωπο από την ενότητά του µε το Θεό, στρέφοντάς τον προς άλλες κατευθύνσεις- ολόκληρη η ηθική και ασκητική προσπάθεια του χριστιανού αποσκοπεί στην κάθαρση της καρδιάς του από τα πάθη).
Έχουµε τη δυνατότητα να κάνουµε ό,τι θέλουµε. Απλά, δεν οδηγούν όλοι οι δρόµοι στο Θεό. Αυτό δεν είπε κι ο απόστολος Παύλος (Α’ Κορινθ. 6, 12);
Αν µιλάµε µε έναν άθεο, δεν έχει νόηµα ν’ αναφερθούµε σε Θεό, αµαρτία και σωτηρία. Εκείνος τοποθετεί υποκειµενικά, όπου ο ίδιος θέλει, το όριο ανάµεσα στο «καλό» και το «κακό» και το κρίνει µε τα δικά του κριτήρια. Αν όµως συζητάµε µε χριστιανούς, και µάλιστα της αρχαίας παράδοσης, της Ορθοδοξίας, πρέπει µε αγάπη να µοιραστούµε µαζί τους τα παρακάτω:
Ο Χριστός, στα καταγεγραµµένα λόγια Του, δεν καταδικάζει ρητά την οµοφυλοφιλία, όµως ούτε για την πολυγαµία ή την αιµοµιξία κάνει κάτι τέτοιο. Κι όµως οι χριστιανοί, από την αρχή και µέχρι σήµερα, θεωρούµε αυτονόητο πως αυτές οι δύο πρακτικές (πολυγαµία και αιµοµιξία) δεν υπάρχουν στο χριστιανισµό. ‘Ετσι είναι σαφές στα λόγια του Χριστού ότι, όποτε μιλάει για γάµο, αναφέρεται σε ζεύγος άντρα και γυναίκας (πχ. Ματθ. 19, 3-12). Πώς θα μπορούσε να είναι αλλιώς, αφού ο Θεός δηµιούργησε ως πρωταρχικό ζεύγος έναν άντρα και µια γυναίκα (Ματθ. 19, 4-5), σ’ αυτούς έδωσε την ευλογία του γάµου και δεν υπάρχει άλλος γάμoς.
Οι ορθόδoξoι χριστιανoί όμως βασιζόµαστε όχι μόνo σ’ αυτά πoυ είπε ο Χριστός, μά και σ’αυτα που είπε το Άγιο Πνευµα µεσω των µαθητων του Χριστου και των αγιων Πατερων και διδασκάλων του χριστιανικού αγώνα σε όλες τις εποχές.
Ο απόστολος Παύλος ήταν ένας απ’ αυτούς, τα λόγια του είναι για εµάς ιερές γραφές, και ο άγιος αυτός άνδρας γράφει πως η οµοφυλοφιλία είναι συνέπεια της διαστροφής που υπέστη το ανθρώπινο γένος µε το προπατορικό αµάρτηµα. Προέρχεται από την αποµάκρυνση της θείας χάρης απ’ την καρδιά του ανθρώπου, αφού οι άνθρωποι την έχουν διώξει ξεµακραίνοντας από το Θεό (Ρωµ.1, 27, και γενικώς 1, 18-32).
Μια ολοκληρη κοινωνια, οπου η πλειοψηφια των ανθρωπων δεν εχει µπει σε θεραπευτικο πνευµατικό δρόµο προς το Θεό, µπορεί να καλλιεργήσει την οµοφυλοφιλία στα νέα µέλη της, που δεν ‘ευθύνονται, φυσικά, γι’ αυτό, αλλά αυτό δε σηµαίνει ότι είναι όλα εντάξει. Ιστορικά, έχουν υπάρξει και υπάρχουν ακόµη πάρα πολλές κοινωνίες που το θρησκευτικό και αξιακό τους σύστηµα αποµακρύνει τους ανθρώπους από το Θεό και τη σωτηρία, όπως τα δίδαξε ο Χριστός και τα γνώρισαν οι άγιοι όλων των εποχών στην ενότητά τους µε το Θεό εν Χριστώ. Για την ακρίβεια, κάθε κοινωνία έχει ανάγκη να κεντριστεί στην ήµερη ελιά, τον Ιησού χριστό, για να
θεραπευτεί το θρησκευτικό και αξιακό της σύστηµα από τα στοιχεία που της φόρτωσε η πτωτική κατάσταση του ανθρώπου. Το ίδιο και κάθε άνθρωπος, ακόµη και ο ορθόδοξος χριστιανός. Αλλιώς στην καρδιά των ανθρώπων κυριαρχούν τα πάθη και αποδιώχνεται η θεία χάρη. Σε σχέση µε την οµοφυλοφιλία, ίσως είναι χρήσιµο να θυµηθούµε ότι αυτή ήταν η αµαρτία των Σοδόµων.
Επειδή η οµοφυλοφιλία, κατά την ορθόδοξη πνευµατική κληρονοµιά, όπως εκφράζεται στην Καινή Διαθήκη (Παύλος) και στη διδασκαλία των αγίων, συνιστά πάθος, ο άνθρωπος που άρχισε τη ζωή του ως οµοφυλόφιλος ή στράφηκε στην οµοφυλοφιλία κάποια στιγµή, όταν προοδεύει στην αγιότητα καθαρίζοντας την καρδιά του από τα πάθη, παύει να είναι oµoφλόφιλoς. Δεν έχουµε οµοφυλόφιλους αγίους. Αν υπήρχαν άγιοι οµοφυλόφιλοι που αγίασαν µέσω της οµοφυλοφιλίας (όπως οι έγγαµοι άγιοι αγιάζονται µέσω του γάµου), οι άγιοι Πατέρες δε θα το έκρυβαν, ούτε θα θεωρούσαν -µαζί µε τον απόστολο Παύλο- την οµοφυλοφιλία πάθος που χωρίζει τον άνθροπο από το Θεό, γιατί η Εκκλησία δεν ενδιαφέρεται να συντηρήσει τον κοινωνικό ηθικισµό, αλλά αντίθετα γκρεµίζει τα ηθικά στερεότυπα (ταµπού) για να θεραπεύσει τον άνθρωπο.
Ασφαλώς έχουµε αγίους που υπήρξαν κάποτε οµοφυλόφιλοι (όπως και αγίους που υπήρξαν πόρνοι, έκφυλοι ή δέσµιοι διαφόρων άλλων παθών, µη σαρκικών), αλλά ανέλαβαν τιτάνιο αγώνα ενάντια στα πάθη τους και µε τη χάρη του Αγίου Πνεύµατος τα νίκησαν, γι’ αυτό και είναι άγιοι. Οι άγιοι Πρωτάς και Υάκινθος, ευνούχοι της αγίας Ευγενίας που την ακολούθησαν στο μοναχικό βίο και στο μαρτύριο, ο άγιος Αζάτ, ευνούχος του Πέρση βασιλιά Σαπώρ, που το μαρτύριό του προκάλεσε τόση θλίψη στο βασιλιά, ώστε σταμάτησε τους δίωγμούς, είναι μερικά παραδείγματα. Από το Γεροντικό ξέρουμε την περίπτωση ενός ασκητή που εξομολογήθηκε τον έρωτά του στον όσιο Αχιλλά στη συνέχεια όμως έφυγε αμέσως, προφασιζόμενος ότι ντράπηκε ένα γέρο ασκητή, τυφλό και παράλυτο, που ζούσε εκεί Τότε ο άγιος, εγκρίνοντας τη φυγή του μακριά από το πάθος, τον επαίνεσε ως αγωνιστή, λέγοντας: «Αυτό δεν είναι πορνεία, αλλά πόλεμος με τους δαίμονες».
Από τη σύγχρονη εποχή, ξέρουμε την περίπτωση του αγίου Αμερικανού ιερομόναχου π. Σεραφείμ Ρόουζ, που πριν μεταστραφεί στην Ορθοδοξία ήταν ομοφυλόφιλος, έπαψε όμως να ασκεί την ομοφυλοφιλία και την απέρριψε ως πάθος όταν έγινε ορθόδοξος χριστιανός. Ξέρουμε επίσης την ανάλογη περίπτωση μοναχού από το Ρέθυμνο, πού εγκατέλειψε την ομοφυλοφιλία και εξελίχθηκε σε σοβαρό πνευματικό αγωνιστή, ασκητεύοντας κοντά σ’ ένα εκκλησάκι νότια της πόλης, όπου και κοιμήθηκε γύρω στο 1990. Ασφαλώς υπάρχουν πολλές ακόμη παρόμοιες περιπτώσεις. Είναι άνθρωποι που (μεταφορικά) «ευνούχισαν τον εαυτό τους για τη βασιλεία των ουρανών» (λόγια του Χριστού, στο Ματθ. 19, 12).
Ενα αμαρτωλό πάθος δε συνδέεται οπωσδήποτε με την κακία ενάντια στο συνάνθρωπο. Η λαγνεία και η πορνεία είναι οπωσδήποτε αμαρτωλά πάθη, χωρίς να έχει σημασία αν ο άνθρωπος, που είναι αιχμάλωτός τους, είναι καλός ή κακός.
Η αυτοκτονία, συνέπεια του πάθους της απελπισίας, αποκόπτει τον άνθρωπο απ’ το Θεό, άσχετα αν ο αυτόχειρας είναι καλός ή κακός άνθρωπος. Συχνά, επηρεασμένοι από μια βιαστική ανθρωπιστική ηθική, θεωρούμε αμαρτία μόνο κάτι που στρέφεται ενάντια στους ανθρώπους. Όμως οι άγιοι Πατέρες δε διδάσκουν αυτό. Αμαρτία είναι κάτι που με δεσμεύει και εμποδίζει τη θεία χάρη να με μεταμορφώσει σε αυτό που θέλει ο Θεός για μένα (σε άγιο). Αμαρτωλός δεν είναι ο «κακός» άνθρωπος, αλλά ο. παγιδευμένος και ανελεύθερος άνθρωπος.
Ο «κακός» ή ο άπληστος, ο εγωιστής κ.τ.λ. είναι απλά ένας τέτοιος παγιδευμένος και ανελεύθερος αδελφός μας. Έτσι ο χριστιανός είναι καλεσμένος να αναλάβει αγώνα ενάντια στα πάθη του και, όπως η λαγνεία, η σκληρότητα, η απληστία, ο εγωισμός κλ. π, αλλά και ο αλκοολισμός, ο τζόγος (και ο σαδισμός, ο μαζοχισμός, η κτηνοβασία, η νεκροφιλία κλπ – για ν’ αναφερθούμε σε πάθη σχετικά με. το σεξ), και η ομοφυλοφιλία είναι ένα τέτοιο πάθος.
Αν η ομοφυλοφιλία προέρχεται από βιολογικές αιτίες και δε γεννιέται από την κοινωνία είναι συζητήσιμο. Ακόμη κι αν συμβαίνει αυτό όμως, δεν μετατρέπεται σε μια μη εμπαθή κατάσταση. Κάποιος μπορεί αντίστοιχα να είναι βίαιος από βιολογική αιτία (πχ. επειδή το σώμα του παράγει περισσότερη αδρεναλίνη), αλλά αυτό δε σημαίνει πως γι’ αυτόν «είναι εντάξει» η επιθετικότητά του και πως δεν πρέπει ν’ αγωνιστεί για να θεραπευτεί από το πάθος του.
Φυσικά δεν αγωνίζεται μόνος του. Έχει βοηθό στον ουρανό τις πρεσβείες των αγίων και στη γη τον πνευματικό του πατέρα και την εκκλησιαστική ζωή. Μ’ αυτά θα προσελκύσει τη θεία χάρη και εκείνη είναι που θα τον θεραπεύσει (συγχωρέστε μου τη λέξη) από το πάθος του. Ααυτό ισχύει για όλα τα πάθη, για τον εγωισμό, την απληστία, τη λαγνεία, το θυμό, το μίσος κ.τ.λ. και για την ομοφυλοφιλία.
Ενας ομοφυλόφιλος μπορεί να σωθεί, παραμένοντας ομοφυλόφιλος;
Δε μπορούμε, ούτε και είναι δουλειά μας, να κρίνουμε ποιος θα σωθεί και ποιος όχι, πράγμα που είναι δουλειά του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Επιθυμία καθε χριστιανού είναι να σωθούν όλοι οι άνθρωποι και δεν κρίνει τους άλλους – απλώς επισημαίνει ότι μία επιλογή, ή μία άλλη, βλάπτει τη σωτηρία σύμφωνα με την Αγία Γραφή και τους αγίους Πατέρες, τους γνώστες όλων των δρόμων της σωτηρίας. Όλοι ελπίζουμε στη σωτηρία μας, αν και η συντριπτική πλειοψηφία των χριστιανών είμαστε ακόμη δέσμιοι σε κάποια πάθη, όπως αυτά που κατονομάσαμε πριν (την απληστία, το θυμό, τη λαγνεία κ.τ.λ,.). Ελπίζουμε να σωθούμε όχι λόγω της «αρετής» μας, αλλά λόγω της αγάπης και του ελέους του Θεού, το οποίο αποζητάμε κάθε μέρα στις προσευχές μας, μετανοώντας και αγωνιζόμενοι με τη βοήθειά Του ενάντια στα πάθη μας.
Αν όμως, αντί γι’ αυτό, προσπαθούμε να πείσουμε τους άλλους (και τον εαυτό μας) ότι τα Πάθη μας «είναι εντάξει» και δεν αποτελούν, αμαρτωλά Πάθη, τότε μάλλον είμαστε υποκριτές και η σωτηρία μας κινδυνεύει ακόμη περισσότερο.
Πώς, μπορεί κάποιος να δώσει το δύσκολο αγώνα για την αποδέσμευσή του από τα πάθη του; Αυτό δε μπορούμε να το διδάξουμε σε κανέναν εμείς. Γνώστες και αρμόδιοι για κάτι τέτοιο είναι οι άγιοι Πατέρες όλων των εποχών (που η ζωή και η διδασκαλία τους είναι καταγεγραμμένες σε βιβλία εξαιρετικής σπουδαιότητας) και οι θεοφόροι Γέροντες της εποχής μας, άντρες και γυναίκες. Σ’ αυτούς πρέπει να καταφύγει όποιος νοιάζεται ειλικρινά να βεβαιωθεί αν ο δρόμος που βαδίζει τον οδηγεί πράγματι στην πνευματική πρόοδο, δηλαδή στην ενότητα με τον Τριαδικό Θεό εν Χριστώ.
Πρέπει βέβαια να προσέξει, γιατί συχνά πέφτουμε στην παγίδα να απορρίψουμε τις συμβουλές ενός θεοφόρου ορθόδοξου πνεματικoύ διδασκάλου, επειδή τραυματίζει τον εγωισμό και την πνευματική μας οκνηρία και μας προκαλεί συνειδησιακούς κραδασμούς. Είναι εντελώς διαφορετικό να παραδεχτούμε ταπεινά πως είμαστε αδύναμοι ή απρόθυμοι να εφαρμόσoυμε τις δύσκολες συμβουλές ενός Γέροντα από το να υψώσουμε εγωιστικά τον εαυτό μας πάνω από τη δική του πείρα, σοφία και αγιότητα και να ισχυριζόμαστε στη συνείδησή μας και στoυς άλλους πως εκείνος έχει άδικο ή βρίσκεται σε λάθος δρόμο, ή ακόμη πως οι άγιοι των αρχαίων χρόνων έχουν πια σκουριάσει και οι θεραπευτικές τους οδηγίες είναι «ξεπερασμένες» για την εποχή μας. Η παγίδα αυτή είναι καλοστημένη μπροστά στον καθένα, πολλοί έχουμε πέσει μέσα περισσότερες από μία φορές κι αυτό προκαλεί πρόσθετα εμπόδια στην ηθική και πνευμdτικη μας καλλιέργεια.
Διευκρινίζουμε ότι όλοι έχουμε ανάγκη από μετάνοια. Ο καθένας για διαφορετικους λόγους. Ο καθένας έχει να αντιμετωπίσει τα δικά του πάθη, όχι να τ’ αποδεχτεί, αλλά να τα πολεμήσει σκληρά. Ένας ετεροφυλόφιλος ενδεχoμένως έχει να αντιμετωπίσει πολλά πάθη που σχετίζονται με το σεξ – και ο γάμος δε μπορεί πάντα να τον θεραπεύσει, γιατί μπορεί να αισθάνεται την ανάγκη της μοιχείας, ή ακόμη και συνεύρεσης με πολλούς ερωτικούς συντρόφους ή της παιδειραστίας, της αιμομιξίας, της κτηνoβασίας και άλλα πολλά, πoυ «αισχρόν εστί και λέγειν» (Εφεσιους 5, 12). Ολα αυτα τα παθη δεν ειναι «ενταξει» και ο ετεροφυλοφιλος δεν ειναι οπωσδήποτε πιο ενάρετος ή πιο κοντά στο Θεό από τον ομοφυλόφιλο. Και οι δύο μπορούν να σωθούν λόγω της αγάπης του Χριστού, με τον αγώνα που θα δώσουν με τη βοήθεια της θείας Χάριτος.
Κλείνοντας με αγάπη αυτό το άρθρο θα μεταφέρω το διάλογο του αγίου Γέροντα Παϊσίου, (1924-1994) με ένα νεαρό ομοφυλόφιλο, που αγωνιζόταν ενάντια στο πάθος του, αλλά ένιωθε αδύναμος γι’αυτό τον αγώνα (φυσικά ένας άθεος θα θεωρήσει πως ένας τέτοιος αγώνας ισοδυναμεί με ακρωτηριασμό του εαυτού μας, αλλά ας πούμε ότι τώρα ζητάμε να επιτραπεί και σε μας τους ορθόδοξους χριστιανούς να υπάρχουμε).
Ο νέος είπε στο Γέροντα ότι δε μπoρoύσε να σταματήσει να ζει ως ομοφυλόφιλος. Και ο Γέροντας, αφού του είπε να εξομολογηθεί, τον ρώτησε «Μπορείς να διαβάζεις (κάθε μέρα) ένα κεφάλαιο από την Αγ. Γραφή;». «Μπορώ». Μπορείς να, πηγαίνεις κάθε Kυριακή στην Εκκλησία;». «Μπορώ». «Μπορείς να νηστεύεις Τετάρτη και Παρασκευή;». «Μπορώ». «Μπορείς ένα μικρό ποσό να το δίνεις ελεημοσύνη;». «Μπορώ». «Μπορείς … ». «Μπορώ … ». (πολλά ακόμα).
Στο τέλος του λέει: «Βλέπεις ότι μπορείς να κάνεις χίλια πράγματα και δε μπορείς ένα .. Κάνε εσύ τα χίλια και άφησε στο Θεό το ένα!!!».

Share Button