ΑΡΧ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΙΒΗΡΙΤΗΣ
Πάν μέτρον άριστον.
Ο άνθρωπος είναι τό μέτρο, ο άγιος άνθρωπος. Κι ο Αββάς Ισαάκ είναι ένα μέτρο γιά τόν άνθρωπο, τή ζωή καί τήν τέχνη καί τή δράσι.
Πού βρίσκεται! Πώς ζή! Πώς γράφει! Τί ποίησι, τί φιλοσοφία, τί ψυχολογία κάνει! Πώς δρά, ησυχάζει, κινείται καί ακινητεί!
Μπορούμε δι’ αυτού νά κρίνωμε τούς ανθρώπους; Δέν είναι μεγάλος, μέγιστος, μοναδικός; Δέν είναι αδικία ή αυθάδεια νά συγκρίνωμε μέ τέτοια μεγέθη όλους τούς άλλους, εμάς, τούς κοινούς;
Θά απαντούσα αδίσταχτα: όχι. Άν ήταν κάποιος πού ανέπτυξε μιά δράσι ή κάποιος πού είχε μερικά όλως εξαιρετικά φυσικά χαρίσματα καί δι’ αυτών κατέπληξε τήν ανθρωπότητα, δέν θά ήταν σωστό νά τόν πάρωμε σάν μέτρο κρίσεως καί συγκρίσεως τών ανθρώπων. Εδώ, όμως, συμβαίνει κάτι άλλο: Τούτος ο Αββάς είναι μέγιστος καί ανθρωπινότατος. Είναι μεγάλος καί προσηνής. Κοντά του οι μεγάλοι νοιώθουν ελάχιστοι καί οι μικροί παίρνουν θάρρος, μπορούν νά κινηθούν.
Δέν κολακεύει τόν ένα, ούτε περιφρονεί τόν άλλο. Δέν αγνοεί τούς πόνους, τίς κλίσεις καί τούς καημούς κανενός. Αυτός είναι ένα άρτιο σύνολο. Ένας ώριμος καρπός τού Πνεύματος, πού τήν ωριμότητά του φανερώνει μέ τό χρώμα, τό άρωμα, τήν απαλότητα, τή γεύσι.
Είναι ανθρώπινος, ταπεινός· καταλαβαίνει, γνωρίζει βαθειά τίς αδυναμίες τού ταλαίπωρου κόσμου. Δέν είναι κανείς κριτής άτεγκτος ή ιεροεξεταστής ανίλεως. Είναι γνώστης τών αδυναμιών καί τής πτωχείας μας, μέτοχος τής φύσεώς μας καί -ταυτόχρονα- κοινωνός τής χαράς καί τής παρακλήσεως τού μέλλοντος αιώνος.
Δέν διαπληκτίζεται μέ κανένα. Δίδει αφορμές καί περιμένει. Λέει τήν αλήθεια καί τήν αφήνει νά δράση μέσα μας.
Καί γιά τή λογοτεχνία καί εξομολόγησι τών λογοτεχνών: Τίς ξέρει, τίς καταλαβαίνει, τίς γνωρίζει, τίς δέχεται. Είναι καί ο ίδιος λογοτέχνης. Καί τόσο πολύ λογοτέχνης, πού φτάνει στό σημείο νά μήν είναι. Έχει ξεπεράσει τή λογοτεχνία καί βρίσκεται στόν επέκεινα χώρο, όπου οδηγεί τόν άνθρωπο ο αληθινός πόνος καί ο καημός τής λογοτεχνίας.
Όντας μεγάλος, σέβεται τόν μικρό, τόν ταπεινό. Σέβεται καί τούς λογοτέχνες, τούς αγώνες καί τίς εξομολογήσεις τους, περισσότερο απ’ ό,τι οι ίδιοι οι λογοτέχνες, πού λίγο-πολύ όλοι βρίσκονται στόν χώρο τής φθοράς, τής άμιλλας, τής ζήλειας καί τής προσπάθειας νά τά ξεπεράσουν όλα αυτά.
Τό μήνυμα: Μπορεί νά γίνη ο άνθρωπος λίγο σάν τόν Αββά Ισαάκ. Νά ησυχάση εν όσω ζή επί γής. Καί νά επιβιοί μέσα στούς πολλούς αειζώως, ενώ θά έχη απέλθει εις τάς αιωνίους μονάς.
Ακούγοντας ένα λογοτέχνη (παίρνουμε ως παράδειγμα τόν Γιώργο Ιωάννου, όπως παρουσιάζεται στά “εις εαυτόν”) βλέποντάς τον νά αγωνίζεται νά βρή μιά ισορροπία· νά ακροζυγιάση δίκαια τή ζωή του, τό έργο του· βλέποντάς τον νά θέτη προβλήματα μεγάλα τιμίως, νά ψάχνη γιά τό γνήσιο καί αυθεντικό στό περιεχόμενο καί στήν έκφρασι τής δουλειάς του, δέν μπορείς νά μείνης ασυγκίνητος. Όλος αυτός ο αγώνας κάτι σού λέει. Κάτι μπορεί νά πή σ’ όποιον αγωνίζεται τίμια στόν οποιονδήποτε δικό του τομέα. Μόνο κάτι μένει νά πής -εφ’ όσον τόν βλέπεις νά βασανίζεται γιά τό γνήσιο. Καί αυτό είναι ο λόγος τού Κυρίου: “Έτι έν σοι λείπει”:
Αφού τά δίνεις όλα· αφού εγκαταλείπεις τά σχετικά· αφού έφτασες στό σημείο νά μή σέ ενδιαφέρει η προβολή· αφού πονάς, σκέπτεσαι τόν αναγνώστη σου, τόν άνθρωπο· τότε γιατί δέν κάνεις ένα ακόμη βήμα; Τό βήμα αυτό σού τό δείχνει ο Αββάς Ισαάκ.
Δέν σού λέει ο Αββάς, μέ τή ζωή καί τά γραπτά του, “εγκατάλειψε τόν αγώνα σου”. Δέν απορρίπτει τήν προσπάθειά σου. Νοιώθει τή χαρά πού ζής καί απολαμβάνεις, γράφοντας καί δημιουργώντας τίμια. Δέν σού τό αρνείται. Δέν θέλει νά σέ σταματήση. Θέλει νά σέ ελευθερώση από τήν ανακύκλωσι τής φθοράς: νά σπάση τό φράγμα πού σού δεσμεύει τήν πορεία· νά σέ σπρώξη στά άπατα νερά τού μυστηρίου τής ζωής
Αυτός βλέπει ότι εσύ κλείνεις τόν εαυτό σου. Φυλακίζεις τό είναι σου, πού διψά τήν ελευθερία. Σταματάς τή λογοτεχνική σου εξέλιξι, περιορίζεις τόν ορίζοντα τής ζωής σου, στερείς από τόν εαυτό σου ανοίγματα πρός νέες επεκτάσεις -θανάτους καί αναστάσεις- πού καταξιώνουν τόν άνθρωπο καί καθιστούν ατέρμονη καί αέναη τή λογοτεχνική δημιουργία καί τή χάρι της.
Ακολουθώντας πιστά τόν Αββά μπαίνεις πιό πολύ μέσα στόν άνθρωπο. Καί ο κάθε άνθρωπος σέ σένα. Όλοι μαζί προχωρείτε αδελφωμένοι πρός τήν καινή κτίσι, αναπνέετε στόν ήσυχο αέρα τής αδέσμευτης ελευθερίας. Αυξάνεστε ατελείωτα καί διαστέλλεστε ασταμάτητα, ταπεινούμενοι, συστελλόμενοι, θυσιαζόμενοι γιά τά μέγιστα.
Στή σοβαρή λογοτεχνία αναμφίβολα βρίσκεις συμπυκνωμένη κάποια ανθρωπιά. Αναπαύεσαι, συμφωνείς. Παίρνεις στοιχεία ζωής. Η ανάπαυσι έρχεται μέσα σου, καί μιά καινούργια δύναμι καί όρεξι αποκτά ο εαυτός σου γιά τή συνέχισι τού αγώνα. Αλλά η τελική απειλή μένει ανοιχτή. Προχωρείς. Καί φτάνεις στόν θάνατο, στόν τάφο. Τότε οι φίλοι λογοτέχνες μπορεί νά σού φέρουν μέ αγάπη ένα μπουκέτο λουλούδια ή μιά ανθοδέσμη καλών καί μετρημένων λόγων. Δέν μπορούν, όμως, νά σέ απαλλάξουν από τόν θάνατο· νά ακυρώσουν τόν “έσχατο εχθρό”. Τό νοιώθουν -άσχετα άν πολύ θά τόθελαν νά είναι διαφορετικά- ότι βρίσκονται δώθε τού θανάτου.
Μπορεί, όμως, ο άνθρωπος νά μπολιαστή σέ ένα δέντρο αείζωο. Μπορεί νά γίνη “κλήμα τής αμπέλου τής Ζωής”. Μπορεί η άσκησί του νά συνδεθή μέ μιά άλλη. Μπορεί νά βαφτιστή ολόκληρος. Νά προσφερθή, νά πεθάνη, όπως τό ζητούν οι αληθινοί εραστές τής Αλήθειας. Καί πεθαίνοντας, συνθαπτόμενος εν τώ θανάτω τού Ιησού, νά συναναστηθή μαζί Του σέ μιά καινή ζωή.
Έτσι, από τήν πολλή ανθρωπιά, τήν οποία πετυχαίνουν μέ τόν αγώνα καί τόν κόπο πού καταβάλλουν, οι αληθινοί λογοτέχνες μπορούν νά προχωρήσουν φυσιολογικά στή θεανθρωπία.
Ο λόγος καί η ύπαρξι τού λογοτέχνη εγκεντρίζεται στή ζωή τήν αιώνιο. Τρέφεται απ’ αυτήν. Τρέφεται από τόν ένα Λόγο, “δι’ ού τά πάντα εγένετο καί χωρίς αυτού εγένετο ουδέ έν ό γέγονεν”.
Τότε βρίσκουν αυτό πού προσδοκούν. Ψηλαφούν αυτό πού υπαινίσσονται καί ενσαρκώνουν αυτό πού επιθυμούν. Συνεχίζουν τόν αγώνα τόν λογοτεχνικό. Τούς δίδεται τό ανέφικτο, τούς χαρίζεται εκείνο πού “επί καρδίαν ανθρώπου ουκ ανέβη”.
Δέν σταματά κάπου η πορεία, η επέκτασι, η άνοδος. Συνέχεια προχωρείς. Απεκδύεσαι τήν προβολή. Εγκαταλείπεις τήν άμυνα. Όλα σού κάνουν καλό. Μέ άλλο ασχολείσαι. Αποφεύγεις τά ανθρώπινα καί βρίσκεις τούς ανθρώπους. Φτάνεις στή σιωπή. Καί μιλά μέ άλλο τρόπο ο λόγος καί η ζωή σου.
Όταν ανεβή η θερμοκρασία, κολλούν τά μέταλλα. Άν είσαι απαιτητικός στή ζωή σου, μπορείς νά έλθης σέ επαφή μέ τόν Αββά Ισαάκ. Αυτός θά σέ μυσταγωγήση στά κεκρυμμένα. Θά σέ παραλάβη από εκεί πού σταματάς. Θά σέ πιάση από τό χέρι τότε πού νοιώθεις ότι δέν μπορείς νά ανεβής. Θά σέ βοηθήση νά προχωρήσης στόν δρόμο σου. Θά σού αποκαλύψη -θά τό δής καί θά τό ζήσης μόνος σου- ότι η βασιλεία τού Θεού η μέλλουσα χαρίζεται στούς ανθρώπους, ήδη από σήμερα.
Καί μένει ο Αββάς κριτήριο καί μέτρο· γιά τούτη τή ζωή καί τήν άλλη· γιά τή διαγωγή καί τό γράψιμο· γιά τή δράσι καί τή θεωρία· γιά τήν αντιμετώπισι κάθε ευτυχίας ή συμφοράς· γιά τήν αποκρυβή καί τή φανέρωσι· γιά τή σιωπή καί τόν λόγο.
Όταν μετά από κάποια εμπειρία, μετά από γνωριμίες άλλης λογικής, χαρακτήρος, γραψίματος, ήθους ή καί λόγου, γυρίσης στόν Αββά, πάντοτε η ίδια εντύπωσι: Σέ όλα τά σημεία, γιά όλα τά θέματα -γράψιμο, ήθος, λόγο- παίρνει άριστα. Δέν υπάρχει άλλο μέτρο πιό σταθερό, γιά νά μπορής γνήσια νά κρίνης τά πάντα: συμπεριφορά ανθρώπινη, φιλοσοφία ζωής· διάθεσι χρόνου· πορεία από τό πρόσκαιρο στό αιώνιο· αυστηρότης καί επιείκεια…
Νά μήν έχη χαλαρή μιά φράσι! Νά μήν υπάρχη ένα πέρασμά του, τρόπος αντιμετωπίσεως, χαρακτήρας κριτικής, πού νά μήν τού βάζης άριστα!
Καλής καί ευλογημένης ώρας γέννημα. Καρπός ώριμος, πού θέλγει καί χορταίνει κάθε πείνα. Κατανόησι, πού αγκαλιάζει τήν υφήλιο. Κλάμα, πού μαλακώνει κάθε καρδιά. Μορφή, πού εμπνέει κάθε χαρακτήρα. Ευλογία, πού φτάνει σέ κάθε απασχόλησι καί δρόμο πού μπορεί ο άνθρωπος νά διαλέξη καί νά πάρη: Ο μουσικός βρίσκει τήν αρμονία. Ο φιλόσοφος τή σοφία. Ο ανθρωπολόγος καί ψυχίατρος, τήν πληρότητα τής επιστήμης του. Ο επαναστάτης, τή δύναμι. Ο ησυχαστής, τήν καθοδήγησι. Ο γέρος, τήν κατανόησι καί τή συντροφιά. Ο νέος, τόν αέρα γιά τήν περιπέτεια στήν πιό ανοικτή καί φουρτουνιασμένη θάλασσα· καί ακόμη πιό πέρα. Ο πατέρας, τόν δάσκαλο τής συμπεριφοράς πρός τό παιδί του. Ο σύζυγος, τήν καθοδήγησι γιά τή συμβίωσι μέ τή σύζυγό του. Η μητέρα, τήν άκρα στοργή, λεπτότητα καί τρυφερότητα. Ο ετοιμοθάνατος, τήν παρηγοριά. Ο μπλεγμένος, τήν απολύτρωσι. Ο φυλακισμένος ισόβια, τήν απόλυτη ελευθερία τής κινήσεως καί βιοτής. Ο ανίατος, τή θεία επίσκεψι καί τήν ολοσώματη ανάληψι σέ τόπο, χώρο καί πολιτεία όπου τά πάντα μεταβάλλονται σέ έκχυσι δακρύων ευγνωμοσύνης.
Αυτός βρίσκεται εκεί όπου δέν βρίσκεται κανείς άλλος. Καί όμως, βρίσκει εν αρμονία όλους. Καί όλοι τόν θεωρούν αδιάπτωτα τόν μόνον άνθρωπο, τόν δικό τους, πού τούς καταλαβαίνει, τούς μιλά μέ λεπτότητα. Τούς θεραπεύει τά πάθη, τούς χαρίζει κουράγιο, τούς “σφάζει” μέ τήν άκρα του συμπάθεια.
Εάν κάποιος ή κάποιοι έπεσαν κάτω νεκροί, πληγωμένοι από ένα λόγο ή συμπεριφορά, έστω ακούσια, κάποιων· τούτος ο Αββάς μόνο συγχωρεί τά ασυγχώρητα τών πολλών. Γνωρίζει τά ακατανόητα. Μαλακώνει τόν πόνο τών φονιάδων. Ανασταίνει τή ζωή τών σκοτωμένων. Φωτίζει τούς τυφλούς. Χαρίζει πόδια στούς κουτσούς καί κάνει τούς σκληρούς καί εγκληματίες νά κινούνται δίπλα του σάν μικρά παιδιά, αθώα, άκακα καί άπλαστα.
Πώς συμβαίνει αυτό; Τού χαρίστηκε, γιατί δέχτηκε άμεσα τήν ευλογία ολόκληρης τής Τριαδικής Θεότητος, επειδή ήλθε η ώρα η καλή, πού τά πρόσφερε όλα γιά πάντα διά τής ταπεινώσεως στόν Ένα καί Μόνον. Καί Αυτός τού χάρισε τήν αιωνιότητα τής ευλογίας σ’ όλο τό είναι του διά παντός.
Φαίνεται, όταν γεννήθηκε, βαπτίσθηκε. Βαπτίσθηκε όντως εν τώ θανάτω τού Ιησού. Καί έζησε τήν υπέρ ζωήν καί υπέρ θάνατον πολιτείαν.
Καί όταν πέθανε, πέρασε στή ζωή ολόκληρη αυτός, ο πανάγιος καί υπέρ ών, άλλως. Δέν ξέρεις άν η παρουσία του ήταν εναργέστερη όταν ζούσε τήν πρόσκαιρη ζωή ή άν η βοήθεια καί συμπαράστασι πρός όλους είναι πιό ενεργής, αφού άφησε τήν ιστορία καί τήν εν σαρκί βιοτή του· καί απομακρύνθηκε αισθητώς από όλους.
Η ζωή του διεστάλη διά τού θανάτου. Ο νούς του κατηυγάσθη διά τής Χάριτος· τό σώμα του γέμισε από τή ζωή πού ξεπερνά τόν κόσμο όλο. Βρήκε άλλη βάσι στηρίξεως· άλλη λογική ομιλίας· άλλη συμπεριφορά πολιτείας· άλλη αίσθησι πληροφορίας· άλλη αγάπη τής Αλήθειας· άλλη Αλήθεια -ακατανόητη καί άφατη- πού ταυτίζεται μέ τό έλεος. Καί αυτή η κατάστασι, η λογική, τό ήθος, η ελευθερία, η λεπτότης, τό άφοβο καί ατρόμητο, ζύμωσαν όλη του τήν ύπαρξι, πολιτεία καί τό είναι.
Έτσι, τό πρίν καί τό μετά σ’ αυτόν δέν χωρίζονται (χωρίς νά μπλέκωνται). Η αυστηρότης καί η επιείκεια, τό ίδιο· ο λόγος καί η σιωπή, η στάσι καί η κίνησι, η ζωή καί ο θάνατος, η αλήθεια καί η αγάπη, τό φώς καί τό σκότος, η πάλη καί η ησυχία· γιατί έφτασε ολόκληρος, μέ όλο τό σώμα τής υπάρξεώς του, πάνω από τήν ύπαρξι. Προχώρησε εκεί πού παύουν όλα: η δράσις, ο αγώνας, η προσευχή, η ελευθερία. Όλα αυτά πού αγάπησε, επεδίωξε καί πέτυχε ξεπεράστηκαν. Πέρασαν σέ άλλο χώρο καί πολιτεία, ξένη, απλησίαστη γιά τόν άνθρωπο. Καί τό απρόσιτο καί ανέφικτο -γιά τόν άνθρωπο- πήρε τόν ίδιο τόν Αββά, μέ όλη τήν πραμάτεια του, εκεί.
Χάθηκε. Καί βρέθηκε άλλως εις τό διηνεκές, καί γι’ αυτούς πού δέν τόν ζήτησαν, δέν τόν γνώρισαν, δέν ενδιαφέρθηκαν ποτέ γιά τή ζωή του, τόν λόγο καί τά ενδιαφέροντά του.
Εάν πολλοί δέν ενδιαφέρθηκαν, ο Αββάς όμως ενδιαφέρθηκε. Καί επειδή έκανε τόν εαυτό του κουρέλι, τόν μοίρασε, τόν διέλυσε· τόν βρήκε άλλως, τού δόθηκε από τόν Ένα καί Μοναδικό.
Τώρα, αυτόν, τόν εκ νεκρών αναστάντα καί μετά τήν απώλεια ευρεθέντα εαυτό του· αυτόν πού “θάνατος ουκέτι κυριεύει”, τόν σκόρπισε καί τόν σκορπά, ως ευλογία ελεημοσύνης καί πλούτο κατανοήσεως πρός πάντας· μή ζητώντας από κανένα τίποτε γιά τόν εαυτό του, θέλοντας μόνο οι άλλοι νά κινηθούν ελεύθερα εν Χριστώ Ιησού ελπίζοντες. Καί νά ξέρουν ότι άν κάποτε κάπου βρεθούν, πού ο δρόμος τελειώνει, η μέρα τους σβήνει, η μοναξιά τούς πνίγει…, τότε νά μήν τά χάσουν. Νά κάνουν λίγο υπομονή. Νά περιμένουν. Καί θά ανοίξη πόρτα· θά απλωθή μπροστά τους δρόμος βατός· φώς ανέσπερο θά ανατείλη· καί τό αστρικό χάος, πού περόνιασε μέ τή μοναξιά τό είναι τους, θά γεμίση από παρουσία αγάπης, ελεημοσύνης. Θά φανερωθή τό αφανέρωτο καί άγνωστο γι’ αυτούς.
Θά ακούσουν τά ανήκουστα, θά ψηλαφήσουν τά αναφή. Θά αναπαυθούν. Καί θά συνεχίσουν άλλως οι ίδιοι, όντας διαφορετικοί, τήν πορεία τους τήν ασταμάτητη, πού είναι Αυτός, ως πάσχα ιερώτατο καί επέκτασι ατελεύτητη.
* * *
Άν ο Αββάς Ισαάκ έχη τόν ανεξιχνίαστο πλούτο τής Χάριτος· εάν πολλοί λογοτέχνες μπορούν πολλά νά πάρουν καί νά βοηθηθούν απ’ αυτόν…
Υπάρχει καί η ξεχωριστή περίπτωσι τού Ντοστογιέβσκι, όπου η πνευματική συγγένεια καί ομοιότης -παρ’ όλη τήν εμφανή καί μεγάλη διαφορά- μέ τόν Αββά είναι αναμφισβήτητη. Μπορούμε νά πούμε: κοσμικός Αββάς Ισαάκ.
Έτσι, μπορείς καί γι’ αυτόν, τόν ιερό καί μέγιστο λογοτέχνη, νά μιλήσης στόν υπερθετικό βαθμό, γιατί παραμένει εσαεί στό παγκόσμιο στερέωμα ένα παρήγορο φαινόμενο, ως δώρο τού Θεού καί καρπός τού Πνεύματος.
Δέν σού παριστάνει τόν δάσκαλο. Δέν σού λέει κάτι εξωτερικά καί ανώδυνα. Σού προσφέρει αυτό πού έρρευσε από τήν καρδιά του, πού δέν είναι δικό του, αλλά τού Πνεύματος.
Αυτός ο επαναστάτης πίστεψε στόν Θεάνθρωπο καί ομολόγησε: “Άν μού αποδείξετε ότι ο Χριστός είναι έξω από τήν αλήθεια, εγώ θέλω τόν Χριστό, κι όχι τήν αλήθεια”· τόν Χριστό πού είπε: “Ο πιστεύων εις εμέ, ποταμοί εκ τής κοιλίας αυτού ρεύσουσιν ύδατος ζώντος. Τούτο είπε περί τού Πνεύματος ού έμελλον λαμβάνειν οι πιστεύοντες” (Ιω. 7, 38-39).
Από μέσα του ρέουν ποταμοί παρακλήσεως, πού τήν κέρδισε μετά από χίλια βάσανα, πόνους, πειρασμούς, θανατικές απειλές καί κάτεργα. Αυτή παρασύρει καί ζωογονεί τούς πάντας. Έτσι, έχει νά πή καί λέει πολλά. Καί δι’ όλων προσφέρεται τό ένα· η παράκλησι, η παρηγοριά τού Πνεύματος.
Αυτός, σάν νά κάθεται κάπου μόνος. Συζητά μέ τόν εαυτό του. Διαλέγεται μέ τό πολυπρόσωπο είναι του. (Είναι γνωστό τό λεγόμενο ότι στούς Αδελφούς Καραμάζωφ ο ίδιος ο συγγραφέας αυτοπεριγράφεται σ’ όλες τίς μορφές τών αδελφών). Καί είναι αληθινός. Δημιουργεί κλίμα εύκρατο γύρω του. Αναδίδει μαγευτική μουσική. Σκορπά υλικό πολύτιμο δωρεάν. Καί μαζεύεται όλος ο κόσμος γύρω του. Τόν ακούει. Μένει μαζί του. Τόν παίρνει μέσα του. Τόν δέχεται σάν δικό του. Ποτίζεται η ρίζα η βαθειά τού κάθε μαραμένου μέ τό νερό πού ρέει από εδώ. Γιατρεύονται οι πόνοι καί συσφίγγονται οι παράλυτοι στά θερμά νερά τούτης τής ιαματικής πηγής.
Ο Ντοστογιέβσκι παρακολουθεί τήν ιστορία έσωθεν. Ζή τήν εμπειρία τών ηρώων του. Γνωρίζει μέ κοινωνία ζωής τί συμβαίνει μέσα τους. Καί αυτή η πείρα, η μέσα γνώσις, συνέχεια φανερούται στή διήγησι. Συναρμολογεί τά γεγονότα. Πλέκει τούς διαλόγους. Στρώνει τίς φράσεις. Λέει κάτι ξεκάθαρα ή τό αφήνει νά εννοηθή. Πάντοτε, όμως, αυτός από μέσα οδηγεί απαρασάλευτα τά πράγματα εκεί πού θέλει. Ή, καλύτερα, ο Χριστός τά κατευθύνει μέ τό πανάγιο θέλημά Του.
Είναι όλα δονήσεις σεισμού, τού οποίου τό επίκεντρο βρίσκεται στά βάθη τής ζωής τού Ντοστογιέβσκι Έτσι, όταν κάτι φανερώνεται, κάτι κινήται στήν επιφάνεια, σημαίνει ότι ταυτόχρονα, από τό βάθος μέχρι τήν επιφάνεια, όλο τό σώμα τής γής -τό είναι τού Ντοστογιέβσκι- δονείται καί μετέχει στό γεγονός. Αυτός βρίσκεται ολόκληρος μέσα σέ όλους τούς ήρωές του. Ταυτίζεται μ’ αυτούς ασυγχύτως.
Πόσο παθιασμένα καί πειστικά υποστηρίζει τήν κάθε μιά θέσι! Πώς καί οι δύο πλευρές, οι δύο απόψεις τού ίδιου θέματος, έχουν τά δίκια τους! Καί πώς η Αλήθεια, πού είναι πρόσωπο θεανθρώπινο, ξεπερνά τούς στοχασμούς πού θέλουν νά πούν τό άρρητο ή τίς απόψεις πού χωρίζουν τούς ανθρώπους!
Καί ο Ντοστογιέβσκι κυκλοφορεί αοράτως εν λευκοίς μετά τού Αναστάντος χαρίζοντας ειρήνη καί χαρά στούς απεγνωσμένους καί καταφρονημένους.
Σού κάνει κριτική, χωρίς νά σού τό λέη. Σού προσφέρει υγεία ψυχής ασχολίαστα. Σού μιλά, χωρίς νά απευθύνεται σέ σένα. Σού αναμοχλεύει σοβαρότατα προσωπικά θέματα, μονολογώντας καθ’ εαυτόν.
Καί επειδή σέ αφήνει ελεύθερο, πάς κοντά του. Επειδή δέν σού κάνει τόν δάσκαλο, τεντώνεις τό αυτί σου. Επειδή έχει αυτό πού θέλεις, μένεις πάντα, άθελά σου, δίπλα του.
Άν ζητούσε νά τόν ακούσουν, αυτό καί μόνο θά ήταν ικανό νά διώξη τούς ανθρώπους από κοντά του. Θά ήταν απόδειξι ότι λέει ψέματα.
Τό ψεύτικο προβάλλεται καί ζητά οπαδούς. Τό αληθινό τιμάται περιφρονούμενο καί σώζει αυτούς πού μπορούν νά νοιώσουν τήν αξία του.
Δέν επιδιώκει κάτι δικό του, αλλά φανερώνει εκείνο πού λειτουργεί καί καταλήγει κατά τό θέλημα τού Θεού.
Κάνει φαινομενικά κάτι τό άσχετο ή καί μπλεγμένο. Οι ήρωές του είναι συχνά παράφρονες, δαιμονισμένοι ή καί εγκληματίες. Οι ιστορίες του είναι φορτωμένες καί περιπεπλεγμένες, αλλά ο άξονάς του σταθερός. Καί τό σημείο όπου οδηγεί, σαφές καί παρήγορο. Όλοι έρχονται εκούσια πρός αυτόν, εκεί πού βρίσκεται τό άγνωστο είναι τους, τό άλγος τού νόστου.
“Όπου εάν ή τό πτώμα, εκεί συναχθήσονται οι αετοί”. Καί οι άνθρωποι έρχονται στό πτώμα, στόν πόνο, στόν τάφο, απ’ όπου η ζωή.
Πόσοι πολλοί αλληλοσπαρασσόμενοι, πού δέν μπορούν νά ανεχθούν ο ένας τόν άλλον, έχουν τόν Ντοστογιέβσκι μέσα στήν καρδιά τους! Έχουν τή φωτογραφία του μέσα στόν πιό δικό τους χώρο! Έχουν τή μαχαιριά τού πόνου του νά αιμορραγή καί νά μαλακώνη τά σωθικά τους!
Δέν μπορείς νά διαβάσης τόν Ντοστογιέβσκι, άν ζητάς τά τίμια, καί νά μείνης ο ίδιος. Δέν μπορείς νά τόν διαβάσης, τήν ώρα πού μπορείς νά πάρης τό μήνυμά του, καί νά τόν ξεχάσης. Γίνεται δικός σου. Γίνεσαι δικός του. Αδελφωθήκατε σ’ ένα χώρο βαθύ, υψηλό, ευρύχωρο· σ’ ένα χώρο πού ανήκει σ’ όλους. Καί χωρούν όλοι.
Η φωνή του καταργεί τούς χωρισμούς. Ο λόγος του πάει βαθειά. Περνά όλα τά γρανιτώδη πετρώματα τής ανθρώπινης σκληρότητος. Η ψυχή του έχει αντοχή ατσαλιού καί ευαισθησία αγγέλου. Μπαίνει στόν πιό βαθύ χώρο τού σπιτιού σου, όπου δέν μπήκες ακόμη. Σού τραγουδά κάποιο τραγούδι τών προγόνων σου, πού δέν τό άκουσες ποτέ, ενώ ο σκοπός του μυρμιδίζει στό αίμα σου. Σέ πάει πολύ πίσω, στήν αρχή, απ’ όπου όλοι ξεκινάμε. Σέ προχωρεί πολύ μπροστά, στό μέλλον, όπου όλοι συναντιόμαστε, καί αγκαλιάζει ο φονιάς τό θύμα καί ο σκοτωμένος τόν φονιά.
Αυτός πού έχει μέσα του ένα πυράκτωμα αγάπης, ως πλούτο προσωπικής ζωής, καί μιά παράφορη δίψα τού απολύτου. Αυτός πού νοιώθει τή χάρι τής ταπεινώσεως καί τήν αγγελική λεπτότητα τού μικρού παιδιού, αλλά καί τής καρδιάς τού πληγωμένου μέθυσου ή εγκληματία… Αυτός πού ζή, αισθάνεται καί κρύβει μέσα του όλους τούς πόνους τού κόσμου, τούς τύπους τών ανθρώπων, καί σέ τίποτε δέν θέλει νά βλάψη κανένα. Αυτός πού κρατά όλα τά θέματα ανοιχτά, γιατί δέν ελέχθη ακόμη ο τελικός λόγος από τόν Θεόν Λόγον, πού μπορεί καί οφείλει νά τόν πή, επειδή είναι η Αγάπη. Αυτός πού έχει αυτή τήν ευαισθησία, μεγαλοθυμία καί ευθύνη. Αυτός πού κανένα δέν αγνοεί, δέν απορρίπτει, δέν αδικεί, καί μάς αφήνει μόνους νά τό καταλάβωμε. Αυτός πού βασανίζεται, θυσιάζεται, πεθαίνει γιά τήν ελευθερία καί τήν ενότητα όλων μας. Αυτός πού δέν ζή χωρίς τούς άλλους, αλλά χάριν τών άλλων.
Αυτός όταν μιλά, όλοι σιωπούν, γιά νά τόν ακούσουν. Ακούγοντάς τον, σβήνουν οι θόρυβοι καί τά παράσιτα. Καθένας ακούει τή βαθύτερη φωνή τού εαυτού του, γιατί αληθινά ακούγεται ο απ’ αρχής καί ένας Λόγος.
Αυτός ανέβασε τό επίπεδο τής ζωής τού ανθρώπου, τής δουλειάς καί τής δημιουργίας του, πιό ψηλά από όλους τούς άλλους. Γιατί κατέβηκε στά κατώτατα μέρη. Δοκίμασε τόν αβάστακτο πόνο καί δέν δυσανασχέτησε. Αλλά από μέσα του βγήκε λόγος καί διάθεσι ευγνωμοσύνης γιά όλα του τά βάσανα. Πήρε βοήθεια. Βρήκε τό μυστικό. Δέχτηκε τό προζύμι τής Βασιλείας. Καί όλο τό φύραμα τής ζωής καί τής δημιουργίας του ανέβηκε μέ τή δραστική ζύμη τής μελλούσης Βασιλείας.
Είναι ο πολύ βασανισμένος καί παρηγορημένος· στόν πιό βαθύ άδη κατεβασμένος καί σέ ολοφώτεινο ουρανό ανεβασμένος. Πέρασε τή ζωηφόρο νέκρωσι. Ζή τή νεκρανάστασι. Γι’ αυτό, έχει τή δυνατότητα καί τή χάρι νά δώση τό ευαγγέλιο τής χαράς πρός όλους.
Αυτό γίνεται, επειδή τό ζή. Λέγεται μόνο του. Καί δι’ όλων όσα λέει, δι’ όλων όσα βάζει τούς ήρωές του νά λένε, νά τσακώνωνται, νά χαριεντίζωνται, φανερώνεται καί προσφέρεται αυτό, τό ένα καί σωτήριο.
Νομίζει ο άλλος ότι, διαβάζοντας Ντοστογιέβσκι, διαβάζει αστυνομικά μυθιστορήματα ή συγγραφέα ανατόμο τής ανθρώπινης ψυχής, πού κάνει τή χαρτογράφησι τού άγνωστου καί απλησίαστου είναι μας. Έτσι είναι. Τά κάνει όλα αυτά. Αλλά τό σημαντικότερο είναι ότι, δι’ όλων αυτών, ενσταλάζει μέσα μας τήν παράκλησι τού Πνεύματος καί τή βεβαιότητα ότι υπάρχει Εκείνος πού συνέχει τά πάντα· αγαπά καί σώζει τόν άνθρωπο.
Αυτός ξέρει τήν αλήθεια τής ζωής. Είναι γεμάτος βαριά χαρά. Ξέρει τί περιμένουν οι άλλοι απ’ αυτόν. Καί πού οφείλει καί μπορεί τώρα νά τούς κατευθύνη:
Νά μή βιαστούν νά ελπίσουν, στηριζόμενοι σέ πράγματα πρόσκαιρα, “εν οίς ουκ έστι σωτηρία”.
Νά μή βιαστούν νά απελπιστούν, νομίζοντας ότι η όποια δοκιμασία τους είναι αρρώστεια πρός θάνατον.
Έχει ο Θεός γιά όλους μας, αρκεί νά ταπεινωθούμε, νά συγχωρούμε καί νά περιμένωμε.
Έτσι, είτε διαβάσεις τόν Αββά Ισαάκ, είτε τόν Ντοστογιέβσκι, παίρνεις εν τέλει τό ίδιο μήνυμα, τή χάρι καί τήν παρηγοριά.
Αυτός ο συγγραφέας είναι ένα βιωματικό καί ολοζώντανο σχόλιο στόν Αββά Ισαάκ. Καί “ντοστογιεβσκικά”, μέ όλα του τά έργα, πιστοποιεί καί επικυρώνει τή διπλή βεβαιότητα τού Αββά (πού είναι καί δική του):
Χωρίς μεγάλους πειρασμούς, δέν δίδονται μεγάλα χαρίσματα. Καί: Η χαρά η εν τώ Θεώ είναι ισχυροτέρα τής παρούσης ζωής.
<!–[if !supportEmptyParas]–> <!–[endif]–>