Μορφές της Κυριλλομεθοδιανής παράδοσης: Άγ. Μάξιμος Γραικός-2

Η πρώτη του αποστολή αφορούσε τη μετάφραση και το σχολιασμό στο βιβλίο των Ψαλμών, το Ψαλτήριο που αποτελούσε και το πρώτο αναγνωστικό κάθε Ρώσου που ήθελε να μάθει να διαβάζει και να γράφει. Η ανάγκη διόρθωσής του ήταν άμεση, γιατί τα λάθη του είχαν καταστεί αιτία παρερμηνειών και στήριξης αιρετικών απόψεων. Ο ηγούμενος του Βατοπεδίου είχε γράψει στον τσάρο ότι ο Μάξιμος δε γνώριζε Ρωσικά. Έτσι με την άφιξή του, αρχικά στην Κριμαία, ξεκίνησε να μαθαίνει, φθάνοντας μετά από καιρό, να γνωρίζει Ρωσικά αλλά και Σερβικά, Βουλγαρικά και την Εκκλησιαστική Σλαβονική. Σύμφωνα με το Ρώσο κορυφαίο διπλωμάτη και κύριο συνεργάτη του Μάξιμου, Dimitri Gerasimov, ο Μάξιμος μετέφραζε, το συγκεκριμένο έργο, από τα Ελληνικά στα Λατινικά και οι Ρώσοι συνεργάτες του απέδιδαν έπειτα στα Σλαβονικά. Ο Μάξιμος ολοκλήρωσε το έργο αυτό σε δεκαεπτά μήνες. Αυτό ήταν το πρώτο από τα πολλά λογοτεχνικά του έργα στη Ρωσία. Ο Σοβιετικός μελετητής Aleksey Ivanov το 1969, κατέγραψε και έδωσε τις περιλήψεις 365 έργων του Μάξιμου, τα μισά από τα οποία ήταν ανέκδοτα. Καλύπτουν μια μεγάλη ποικιλία θεμάτων και έχουν χωριστεί από τον Jack Haney, το συγγραφέα του μοναδικού βιβλίου για το Μάξιμο στα Αγγλικά, σε τέσσερις γενικές κατηγορίες: Θεολογία, φιλοσοφία, κρατική διοίκηση και κοινωνικά προβλήματα.

Agios-Maximos-o-Graikos-93

Η κατηγοριοποίηση είναι χρήσιμη παρόλο που αφήνει εκτός δύο σημαντικά είδη έργων: μεταφράσεις από τα Ελληνικά (περισσότερες από 100) και έργα γραμματικής και λεξικογραφίας, πεδία στα οποία ο Μάξιμος ήταν πρωτοπόρος στη Ρωσία. Είναι επιτακτική η ανάγκη μιας κριτικής έκδοσης των γραπτών του Μάξιμου. Η μόνη υπάρχουσα έκδοση, δημοσιευμένη στο Καζάν από το 1859 ως το 1862, δεν ικανοποιεί αυτήν την απαίτηση.

Ο Μάξιμος είχε κάθε λόγο να πιστεύει ότι με τη συμπλήρωση της μετάφρασης των σχολίων στο Ψαλτήριο θα του επιτρεπόταν να επιστρέψει στο Άγιο Όρος. Άλλωστε και ο ηγούμενος του Βατοπεδίου είχε ζητήσει ο Μάξιμος και οι δύο άλλοι μοναχοί που τον συνόδευαν να επιστρέψουν με καλή υγεία στον Άθωνα. Πάντως οι μοσχοβίτικες αρχές σαφώς και δεν βιάζονταν να τον επιτρέψουν να γυρίσει στην πατρίδα του. Είχαν άλλα σχέδια για τον Μάξιμο.

Σύντομα του ανέθεσαν και άλλες μεταφράσεις και την αναθεώρηση των υπαρχόντων Σλαβονικών κειμένων των Γραφών και των λειτουργικών βιβλίων, τα οποία βρήκε ανεπαρκή αφού οι προηγούμενοι Ρώσοι μεταφραστές είχαν ελλιπή γνώση της Ελληνικής. Αυτό, παρατήρησε ο Μάξιμος με συγκαταβατικότητα, δεν τον εξέπληξε. Επειδή η Ελληνική γλώσσα, σημειώνει, είναι δύσκολη και περίπλοκη και απαιτεί πολλά χρόνια μελέτης για την πλήρη εκμάθησή της, ειδικά όταν ο σπουδαστής δεν είναι Έλληνας, οξυδερκής και δεν έχει υψηλό κίνητρο. Έγινε προφανές σε αυτόν ότι τα χονδροειδή λάθη που έγιναν από προηγούμενους μεταφραστές, συνδυασμένα με αβλεψίες, οδήγησαν σε παρανοήσεις που στην καλύτερη περίπτωση ήταν παράλογες και στη χειρότερη αιρετικές. Κάποιες από τις πιο φανερές, τις διόρθωσε αυτόβουλα, μην υπολογίζοντας τις μελλοντικές δυσάρεστες συνέπειες. Ο ηγέτης των «ακτημόνων» – δηλαδή αυτών που όπως και ο Μάξιμος πίστευαν ότι τα μοναστήρια δεν έπρεπε να κατέχουν χωριά και δουλοπάροικους – Βασιανός, σημείωνε: «Τώρα, μέσω του Μάξιμου, γνωρίσαμε το Θεό».

Δυστυχώς οι διορθώσεις του, οι απόψεις του για το μοναχισμό και την ορθή αντιμετώπιση των αιρετικών, η αντίθεση του σε δεισιδαιμονίες και στην αστρολογία, η προσήλωσή του στην Ορθοδοξία και τον Ελληνισμό και το θάρρος της γνώμης του, οδήγησαν στην παραπομπή του σε δίκη με αβάσιμες και ψευδείς κατηγορίες. Εκείνη την εποχή η Ρωσία από τη μια δεχόταν την επιρροή της Δύσης και τις προσπάθειες του Πάπα να προσεταιριστεί τον Μεγάλο Ηγεμόνα της Μόσχας. Είναι χαρακτηριστικό ότι είχαν εμφανιστεί θαυμαστές της Ισπανικής Ιεράς Εξέτασης. Από την άλλη, πλήθος αιρετικών και σκοταδιστικών βιβλίων, προερχόμενα κυρίως από τη Βουλγαρία, γινόταν άκριτα αποδεκτά ως ιερά από τον αμαθή λαό. Σε πολιτικό επίπεδο, η Ρωσία δεν επιθυμούσε να ανοίξει μέτωπο με τους Οθωμανούς, έχοντας ήδη προβλήματα στα δυτικά και ανατολικά της σύνορα. Μοιραία ο Μάξιμος, με μια μικρή ομάδα μορφωμένων ανθρώπων, συγκρούστηκαν με την καθεστηκυία τάξη.

Το χειμώνα του 1524/1525 ο Μάξιμος συνελήφθη. Την σύλληψη του ακολούθησε το Φεβρουάριο η δίκη δύο από τους τακτικούς συνομιλητές του.

Και οι δύο αυτοί Ρώσοι συνεργάτες του Μάξιμου βρέθηκαν ένοχοι για εσχάτη προδοσία. Ο ένας αποκεφαλίστηκε και ο άλλος καταδικάστηκε σε αποκοπή της γλώσσας του. Τον Μάιο του 1525 ο ίδιος ο Μάξιμος πέρασε από δίκη όπου προέδρευε ο ίδιος ο Μεγάλος Ηγεμόνας Βασίλειος ο Γ΄ (Τρίτος) και ο Μητροπολίτης Δανιήλ της Μόσχας που ενεργούσε και ως κύριος κατήγορος.

Μετά από μια καταφανώς προκατειλημμένη δίκη ο Μάξιμος καταδικάστηκε σε απομόνωση στο μοναστήρι του Βολοκολάμσκ (προπύργιο αυτών που υποστήριζαν ότι τα μοναστήρια μπορούν να κατέχουν ολόκληρα χωριά), αλυσοδέθηκε, του επιβλήθηκε ακοινωνησία και του απαγορεύτηκε να διαβάζει και να γράφει. Η φυλάκισή του θα διαρκούσε είκοσι τρία χρόνια. Το 1531 ξαναδικάστηκε, εν μέρει λόγω της άρνησής του να δηλώσει ένοχος στις παλιότερες κατηγορίες, και καταδικάστηκε σε φυλάκιση σε μοναστήρι στο Τβερ.

Η σκληρή μεταχείριση του Μάξιμου σιγά-σιγά μειώθηκε την δεκαετία του 1530, χάρη στην ανθρωπιά του τοπικού επισκόπου Ακακίου και ιδιαίτερα μετά την απομάκρυνση του Μητροπολίτη Δανιήλ – κύριου διώκτη του Μάξιμου – από τη θέση του το 1539. Αν και ακόμα του απαγορευόταν να κοινωνήσει, του δόθηκαν πίσω τα βιβλία του και του επιτράπηκε να γράφει. Στα μέσα της δεκαετίας του 1540 οι Πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως και Αλεξανδρείας έγραψαν στον Ιβάν τον Δ΄- τον Τρομερό -, ζητώντας την απελευθέρωσή του. Ο Μάξιμος επανειλημμένα εκλιπαρούσε τους δεσμοφύλακές του να τον αφήσουν να επιστρέψει στο Άγιο Όρος. Οι άκαρδες ρωσικές αρχές αρνήθηκαν όλες τις αιτήσεις του να του επιτραπεί να επιστρέψει στην πατρίδα του, επικαλούμενες το γεγονός ότι γνώριζε πολλά για τη χώρα τους.

Στα τελευταία χρόνια της ζωής του, τα μαρτύριά του έλαβαν τέλος.

Απελευθερώθηκε, πιθανότατα το 1548, όταν ήρθη το επιτίμιο της ακοινωνησίας και του επιτράπηκε να διαμείνει στο μοναστήρι του Αγίου Σεργίου της Αγίας Τριάδας κοντά στη Μόσχα (το σημερινό Ζαγκόρσκ). Πέρασε το υπόλοιπο της ζωής του διαβάζοντας, γράφοντας και διδάσκοντας. Παρά την εξασθένιση της όρασής του, δίδαξε Ελληνικά σε ένα Ρώσο μοναχό, ενώ λίγο νωρίτερα, είχε γράψει στον κύριο κατήγορό του Μητροπολίτη Δανιήλ, παρηγορώντας τον για την απώλεια της θέσης του και απλώνοντάς του χέρι συμφιλίωσης. Απεβίωσε στο μοναστήρι της Αγίας Τριάδας σε ηλικία ενενήντα ετών.

agmaximosvatopaidinosgr (1)

Ο περίτεχνος λευκός Ναός του Αγίου Πνεύματος στη Λαύρα του Αγίου Σεργίου της Ιεράς Μονής Αγίας Τριάδος στο Ζαγκόρσκ στη βορειοδυτική γωνιά του οποίου ευρίσκετο ο τάφος του Αγίου Μαξίμου του Γραικού.

Η μεταθανάτια μοίρα του Μάξιμου του Γραικού στη Ρωσία ήταν πολύ παράξενη. Οι απόψεις του για πολλά ζητήματα μεγάλου ενδιαφέροντος για τη Ρωσική κοινωνία διέφεραν κατά πολύ από την επίσημη πολιτική, ώστε να τον καταστήσουν πλήρως αποδεκτό, τουλάχιστον στις αμέσως επόμενες γενιές. Είναι αλήθεια ότι η θαυμαστή υπομονή με την οποία άντεξε είκοσι τρία χρόνια σκληρών μαρτυρίων προκάλεσε τον σεβασμό του ως Αγίου και μάρτυρα, ιδιαίτερα από αυτούς τους Ρώσους που διαφοροποιούνταν από την επίσημη εκκλησία. Αυτή την μακραίωνη ευλάβεια και τιμή επικύρωσε η Εκκλησία με την επίσημη ανακήρυξη του ως Αγίου, τόσο από το Οικουμενικό Πατριαρχείο όσο και από το Πατριαρχείο Μόσχας, μόλις το 1988!

Ακόμα είχε κατά τη διάρκεια της ζωής του έναν μικρό κύκλο Ρώσων θαυμαστών, κάποιοι από τους οποίους ήταν διαπρεπείς προσωπικότητες. Είναι ίσως εκπληκτικό ότι βρίσκουμε ανάμεσα τους τον τσάρο Ιβάν τον Τρομερό. Με δική του διαταγή αποφυλακίστηκε. Αλλά παραμένει το γεγονός ότι η επιρροή του Μάξιμου ήταν πάντα περιορισμένη. Είναι αξιοσημείωτο ότι αυτός ο Βυζαντινός λόγιος ήταν αξιοσέβαστος περισσότερο για τις προτάσεις του για το σωστό τρόπο που γίνεται το σημείο του Σταυρού, ενώ οι αναφορές του στην Ελληνική Κλασσική λογοτεχνία στην πλειοψηφία τους αγνοούνταν. Στον πρόλογο των έργων του από την Ακαδημία του Καζάν το 1859 αναφέρεται: « Οι σύγχρονοί του δεν μπορούσαν να εκτιμήσουν την αξία του Μάξιμου. Για μας όμως είναι ανεκτίμητα τα έργα του, στα οποία αντανακλά πλήρως η υψηλή και φωτεινή του προσωπικότητα και τα σκοτεινά γνωρίσματα της εποχής του».

Πρέπει αλήθεια να υπάρχει κάτι συμβολικό στο ρωσικό πεπρωμένο του Μάξιμου. Η απόρριψη ενός ανθρώπου που το βάθος της πνευματικότητάς του και της λογιοσύνης του, αντιπροσώπευε ό,τι καλύτερο υπήρχε στον πολιτισμό της μεταβυζαντινής Ελλάδας, σηματοδοτούσε κατά κάποιον τρόπο την απομάκρυνση της Ρωσίας από την αρχαία κληρονομιά του Βυζαντίου. Είναι αλήθεια ότι τον καιρό που ήταν στη Μόσχα, οι ρωσικοί εκκλησιαστικοί κύκλοι ανέπτυσσαν την αυθαίρετη θεωρία της Μόσχας ως Τρίτης Ρώμης που απέδιδε στην πρωτεύουσα τους το ρόλο της εστίας της διεθνούς ισχύος και του κεντρικού εγγυητή για την αληθινή Ορθόδοξη πίστη. Αλλά η στάση του Μάξιμου απέναντι σε αυτή τη θεωρία υπήρξε αμφίσημη. Ως Έλληνας πατριώτης, δέχτηκε ευχαρίστως την εκδοχή της Μεγάλης Ιδέας του δέκατου έκτου αιώνα – της προοπτικής για μια νικηφόρα είσοδο της Ρωσίας στην Κωνσταντινούπολη, οδηγώντας στην απελευθέρωση του λαού του και την αναζωογόνηση του, κάτω από το σκήπτρο ενός Ορθόδοξου τσάρου. Στην εισαγωγή του στην μετάφραση των σχολίων του Ψαλτηρίου, του πρώτου του έργου που ανέλαβε στη Ρωσία, ο Μάξιμος απευθυνόταν στο Μεγάλο Ηγεμόνα της Μόσχας, Βασίλειο τον Γ΄(Τρίτο) ως εξής:

«Αφήστε τους δυστυχείς Χριστιανούς που ζουν εκεί (στην Ελλάδα) να μάθουν από εμάς ότι ακόμη έχουν βασιλέα, που όχι μόνο κυβερνά σε αναρίθμητους ανθρώπους και κατέχει πλήθος από όλα τα υπόλοιπα που είναι βασιλικά και άξια θαυμασμού, αλλά και που έχει δοξαστεί πάνω από όλους λόγω της δικαιοσύνης του και της Ορθοδοξίας του, τόσο που μπορεί να παρομοιαστεί με τους Κωνσταντίνο και Θεοδόσιο τους Μεγάλους, που η μεγαλειότητα σας διαδέχεται. Ω, αν μόνο μια μέρα μπορούσαμε να απελευθερωθούμε χάρη σε σας από την υποταγή στους απίστους και λαμβάνοντας το δικό μας βασίλειο…Ακόμη και τώρα, μπορεί ο Θεός να ευαρεστηθεί να ελευθερώσει τη Νέα Ρώμη (την Κωνσταντινούπολη), που βάναυσα βασανίζεται από τους άθεους Μουσουλμάνους, μέσω της ευσεβούς μεγαλειότητάς σας και να φέρει μπροστά από τον πατρικό σας θρόνο μια κληρονομιά και μπορεί εμείς οι δύστυχοι να λάβουμε διαμέσου σας το φως της ελευθερίας…».

Ίσως ο Μάξιμος πραγματικά πίστευε ότι αυτή η ρητορική θα προωθούσε την υπόθεση της απελευθέρωσης του λαού του. Έγραψε αυτά τα λόγια στις πρώτες του μέρες στη Ρωσία. Η πίστη του ότι η Μόσχα, ως διάδοχος της Κωνσταντινούπολης, ήταν η Τρίτη και τελευταία Ρώμη, αν ήταν ποτέ ειλικρινής, σύντομα βούλιαξε στην πραγματικότητα που έβλεπε γύρω του. Ήταν πολύ Βυζαντινός στην καρδιά ώστε να δέχεται για πολύ αυτό το ευκαιριακό υποκατάστατο της Ανατολικής Ρωμαϊκής οικουμενικής ιδέας, που αναπτυσσόταν στη Ρωσία από τους ορκισμένους αντιπάλους του. Και ήταν πιθανώς πολύ ρεαλιστής ώστε να μην παρατηρήσει πως, στη Ρωσία του δέκατου έκτου αιώνα, μέσα από τον περιορισμό των πολιτιστικών οριζόντων και την αφύπνιση της Realpolitik από τους κυβερνήτες της, η Χριστιανική παγκοσμιότητα του Βυζαντίου μεταμορφώνονταν και παραμορφώνονταν στα πιο στενά πλαίσια του μοσχοβίτικου εθνικισμού. Αυτός ίσως είναι ο λόγος που το όραμα του Μάξιμου για την Χριστιανική κοινοπολιτεία κατέληξε τελικά απαισιόδοξο. Σε ένα απόσπασμα εμφανώς αλληγορικό, γραμμένο στις αρχές της δεκαετίας του 1540, μας λέει ότι περπατώντας με κόπο σε έναν σκληρό και δύσβατο δρόμο, συνάντησε μια γυναίκα ντυμένη στα μαύρα, που καθόταν στην άκρη του δρόμου και έκλαιγε απαρηγόρητη. Γύρω της υπήρχαν άγρια ζώα, λιοντάρια και αρκούδες, λύκοι και αλεπούδες.

“Ο δρόμος” είπε στο Μάξιμο “είναι ερημωμένος και προεικονίζει αυτούς τους έσχατους και καταραμένους καιρούς”. Το όνομά της, του είπε, ήταν Βασιλεία.

Δεν είναι εύκολο να εντοπίσουμε ακριβώς τη θέση που πρέπει να καταλάβει ο Μιχαήλ – Μάξιμος – Μαξίμ στην ιστορία του πολιτισμού καθενός από τους τρεις κόσμους στους οποίους ανήκε. Έζησε σε ένα κοσμοπολίτικο περιβάλλον όπου η Βυζαντινή κληρονομιά, οι υστερομεσαιωνικές Ιταλό Ελληνικές σχέσεις και οι παραδοσιακοί δεσμοί μεταξύ της Ρωσίας, του Αγίου Όρους και της Κωνσταντινούπολης ήταν ακόμα σε κάποιο βαθμό ζωντανοί. Ήταν μια από τις τελευταίες προσωπικότητες αυτού του είδους.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

D.Obolensky, Six Byzantine portraits, Oxford 1988.

E.M.Vereshagin,V.G. Kostomarov, Язык и культура (Language and culture), Moscow 2005.

Ιερά Μονή Οσίου Γρηγορίου Αγίου Όρους, Άγιος Μάξιμος ο Γραικός ο φωτιστής των Ρώσων, 1991.

ΑΡΧΕΙΟ  Πρωτοπρεσβυτέρου Δημητρίου Αθανασίου.

Πηγή:fdathanasiou.wordpress.com
Share Button