18 πρώην πρέσβεις ζητούν να μην ψηφιστεί η Συμφωνία των Πρεσπών – «Βλάπτει τα εθνικά μας συμφέροντα»
Αποδομώντας ένα-ένα τα επιχειρήματα της κυβέρνησης, οι πρώην διπλωμάτες προειδοποιούν για ολέθριες συνέπεις και ζητούν να πραγματοποιηθεί δημοψήφισμα επί του κεφαλαιώδους σημασίας εθνικού αυτού θέματος
Τις ολέθριες συνέπειες που θα υπάρξουν για τη χώρα μας εάν ψηφιστεί τελικά η «λεόντεια» και «ετεροβαρής» Συμφωνία των Πρεσπών επισημαίνει σε ανοιχτή επιστολή του προς τα μέλη του Ελληνικού Κοινοβουλίου, ο «Διπλωματικός Κύκλος Συνταξιούχων Πρέσβεων».
Αποδομώντας όλα τα επιχειρήματα της κυβέρνησης περί των υποτιθέμενων οφελών της Συμφωνίας, δεκαοκτώ πρώην πρέσβεις που υπογράφουν την επιστολή υπογραμμίζουν ότι, πέραν της διαστρέβλωσης της ιστορικής αλήθειας που επιχειρείται, θα δημιουργηθούν προβλήματα σε πολλαπλά επίπεδα και θα προκύψουν προστριβές και αποσταθεροποίηση.
Ακολουθεί η επιστολή του «Διπλωματικού Κύκλου Συνταξιούχων Πρέσβεων»
«Αξιότιμοι Κυρίες και Κύριοι Βουλευτές,
Οι κάτωθι υπογράφοντες Πρέσβεις ε.τ. εκφράζουμε την ανησυχία μας και τον έντονο προβληματισμό μας για την υπογραφείσα στις Πρέσπες την 17η Ιουνίου 2018 συμφωνία μεταξύ των Υπουργών Εξωτερικών της Ελλάδος και της Π.Γ.Δ.Μ. παρουσία των Πρωθυπουργών των δύο χωρών.
Η συμφωνία αυτή, όπως πιστεύουμε, αποτελεί πλήρη αποδοχή- και κατά συνέπεια δική μας υποχώρηση- των απαιτήσεων της σκοπιανής πλευράς, η οποία ήδη από της σύστασης του ομόσπονδου κρατιδίου των Σκοπίων μέσα στα πλαίσια της άλλοτε Γιουγκοσλαβίας, αλλά και σήμερα το προκύψαν μετά την διάλυση της Γιουγκοσλαβίας νέο κρατικό μόρφωμα της Π.Γ.Δ.Μ εξακολουθεί να εκδηλώνει “αλυτρωτικές” τάσεις κατά της χώρας μας, ενώ ταυτόχρονα δεν φαίνεται να έχει εγκαταλείψει την επεκτατική πολιτική του Τίτο περί “Ενοποιήσεως όλου του μακεδο-νικού χώρου συμπεριλαμβανομένης και της ελληνικής ιστορικής Μακε-δονίας”.
Φοβούμεθα ότι ούτε η νέα ονομασία που συμφωνήθηκε στις Πρέσπες, ούτε οι τροποποιήσεις των σχετικών με τον “αλυτρωτισμό” διατάξεων του σκοπιανού συντάγματος θα μπορέσουν να ανακόψουν τις ε-πεκτατικές βλέψεις των “πολιτών της Δημοκρατίας της Βόρειας Μακε-δονίας” και ιδιαίτερα της νέας γενιάς, η οποία γαλουχήθηκε με το όνειρο επέκτασης της χώρας τους στην κατ’ αυτούς “Μακεδονία του Αιγαίου”.
Οι πολίτες της χώρας αυτής αρνούνται να δεχθούν την ιστορική αλή-θεια, ότι η περιοχή των Σκοπίων ήταν τμήμα της Αρχαίας Δαρδανίας, ως τούτο επιβεβαιώνεται από αδιάσειστα αρχαιολογικά, εθνολογικά, γλωσσικά και άλλα στοιχεία.
Ενδεικτικά παραθέτουμε περικοπή από το έργο (Περιηγηματικόν Πικτά-κιον εκδοθέν στο Αμστερνταμ το 1706) του νεοέλληνα διανοητή που δι-ακρίθηκε στον Ευρωπαϊκό χώρο Αναστασίου Μιχαήλ, όπου υπογραμμίζει ότι “με τη Μοισία (σημερινή Σερβία) προσομορούσιν (συνορεύουν) οι Δαρδανικοί Σκούποι (δηλ. τα σημερινά Σκόπια)”.
Πέραν όμως της διαστρέβλωσης της ιστορικής αλήθειας, που επιχει-ρείται με την συμφωνία των Πρεσπών, η τελευταία θα δημιουργήσει σειρά προβλημάτων σε πολλαπλά επίπεδα και θα αποτελέσει αιτία προστριβών και αποσταθεροποίησης. Διότι αναγνωρίζεται, εντελώς ε-σφαλμένα, “η μακεδονική γλώσσα” και “ταυτότητα”, ήτοι τα κυριότερα συστατικά στοιχεία για την δημιουργία μιας εθνικής οντότητας. Οι σχε-τικές διατάξεις της συμφωνίας των Πρεσπών παρέχουν το νομικό πλέον κάλυμμα για να συνεχίσει η σκοπιανή πλευρά την “αλυτρωτική” της πο-λιτική με άλλα πιο ισχυρά από τα μέχρι τώρα μέσα και μία πιο έντονη ρητορική προβολή τους. Οι δηλώσεις, άλλωστε, του Πρωθυπουργού της Π.Γ.Δ.Μ . στις Πρέσπες, πριν καν στεγνώσει το μελάνι της υπογραφής της εν λόγω συμφωνίας, όπου διαχώρισε τους Έλληνες από τους “Μα-κεδόνες”, ως και εκείνες παρόμοιας φύσης άλλων αξιωματούχων του κράτους αυτού, δεν αφήνουν περιθώρια αισιοδοξίας ως προς τις προ-θέσεις των βορείων γειτόνων μας.
Έχοντας αντιμετωπίσει το πρόβλημα αυτό καθ’όλη την διάρκεια της θητείας μας στη διπλωματική υπηρεσία και γνωρίζοντας τις τακτικές, μεθόδους, υστεροβουλίες και αρνητικές έναντι της χώρας μας διαθέσεις των βορείων γειτόνων μας, θεωρούμε χρέος μας να επισημάνουμε, όπως έπραξε και ο διακεκριμένος Έλληνας πατριώτης Μίκης Θεοδωράκης, τις “ολέθριες συνέπειες” που θα επιφέρει η συμφωνία των Πρεσπών.
Η εν λόγω συμφωνία θα αποτελέσει το εφαλτήριο για τη συνέχιση της “αλυτρωτικής” πολιτικής από τους βόρειους γείτονες μας, αναπρο-σαρμοσμένης στα νέα δεδομένα που τους παραχωρούνται (γλώσσα, ταυτότητα, εθνική υπόσταση) και θα ενσπείρει σύγχυση ως προς την ελληνικότητα της ιστορικής ελληνικής Μακεδονίας. Είναι δε εξωπραγ-ματικό να πιστεύεται, ότι ο πολίτης μιας τρίτης χώρας (π.χ. Αφρικής, Λατινικής Αμερικής κλπ) θα ενδιαφερθεί να ανατρέξει στην παραπάνω συμφωνία για να πληροφορηθεί ότι η “μακεδονική γλώσσα της Βορείου Μακεδονίας” είναι σλαβική και “ουδεμία σχέση έχει με την γλώσσα του Μεγάλου Αλεξάνδρου”.
Ομοίως δεν θα πρέπει να θεωρείται λήξαν το θέμα του “αλυτρωτι-σμού” με την τροποποίηση ορισμένων διατάξεων του σκοπιανού συ-ντάγματος, διότι οι διατάξεις αυτές είναι πλέον περιττές, εφόσον η σκοπιανή πλευρά με την συμφωνία των Πρεσπών -μια διεθνή συνθήκη- πήρε ό,τι μέχρι τώρα επεδίωκε.
Πέραν των ανωτέρω η εν λόγω συμφωνία, ως διαφαίνεται από τις μέχρι τώρα αντιδράσεις, τόσο στο εσωτερικό όσο και στην διασπορά, τείνει να επιφέρει διχασμό στην ελληνική κοινωνία. Συναφώς, με λύπη διαπιστώνουμε ότι χαρακτηρίζονται από ορισμένους κύκλους ως “α-κραίοι” οι αντιτιθέμενοι στην συμφωνία αυτή.
Δεν πρέπει όμως αυτοί οι κύκλοι, αλλά και οι ξένοι, να λησμονούν ότι οι Έλληνες απέδειξαν το 1940 – 1941 ότι μπορούν να συσπειρωθούν “α-κραία” και αποτελεσματικά, όταν η χώρα απειλείται από ξένο επεκτατι-σμό φασιστικό ή άλλον
Έχοντας υπ’όψη την ανωτέρω διαμορφωθείσα κατάσταση, ως και την πολύχρονη πείρα μας στον χειρισμό και εξέλιξη του εθνικού αυτού θέ-ματος συντασσόμαστε και εμείς με την έκκληση της Εταιρείας Μακεδο-νικών Σπουδών και
1. Διακηρύσσουμε την αντίθεσή μας στην ετεροβαρή, λεόντεια συμ-φωνία των Πρεσπών που βλάπτει τα εθνικά μας συμφέροντα.
2. Καλούμε τους εκπροσώπους του έθνους να μη συμβάλουν στην αποδοχή της συμφωνίας αυτής.
3. Καλούμε την Κυβέρνηση να εξετάσει την δυνατότητα – είμαστε πεπεισμένοι ότι τούτο επιθυμεί η πλειοψηφία του ελληνικού λαού— δημοψηφίσματος επί του κεφαλαιώδους σημασίας εθνικού αυτού θέ-ματος.
Με ιδιαίτερη τιμή
Τα Μέλη του Διπλωματικού Κύκλου
Αιλιανός Κωνσταντίνος,
Αλιάγας Σπύρος,
Βάσσης Κωνσταντίνος,
Γεννηματάς Ιωάννης,
Δεναξάς Ευάγγελος,
Δοκιανός Σπύρος,
Δρακουλαράκος Ιωάννης,
Θεοδωρακόπουλος Αθανάσιος,
Κοραντής Ιωάννης,
Μεγαλοκονόμος Μάνος,
Νομικός Αντώνιος,
Παπαδόπουλος Ιωάννης,
Παπασλιώτης Απόστολος,
Πολίτης Κωνσταντίνος,
Σταματίου Εμμανουήλ,
Στοφορόπουλος Θέμος,
Φραγκούλης Ευάγγελος,
Χισκάκης Μιλτιάδης.»