Ο άγιος Συμεών Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης, ο μέγας Πατήρ και λειτουργιολόγος δίδει μια σύντομη αλλά θαυμάσια πνευματική ερμηνεία της ιερατικής αμφιέσεως, εξηγώντας έτσι τη σημασία που έχει η κληρική ενδυμασία τόσο για τους κληρικούς όσο και για τους λαϊκούς. Στο βιβλίο “Περί των ιερών χειροτονιών” και στα κεφάλαια ΡΠΕ καί ΡΠΣΤ ὁμιλεῖ “περί ενδυμάτων ανηκόντων κοσμικοίς χειροτονηθείσι διακόνοις και πρεσβυτέροις” και πιο συγκεκριμένα “Περί ιερών ενδυμάτων, ιματίου, καμισίου και των λοιπών”. Λέγει λοιπόν ότι μετά την χειροτονία του ο ιερεύς αν μεν προέρχεται από τη μοναχική τάξη ενδύεται τα συνήθη, μοναχικά δηλ. ενδύματα ενιω αν είναι από τους “κοσμικούς” δηλ. τους λαϊκούς “περιβάλλεται άμφια α και ο διάκονος αμφιέννυται, σημαντικά της ιερωσύνης, και δια την ευλάβειαν οξέα η μέλανα και κατά το λεγόμενον ιμάτιον εραμμένα” δηλ. φοράει ενδύματα σαν κι αυτά του διακόνου που φανερώνουν την ιερωσύνη και τα οποία είναι χάριν ευλαβείας σκούρα η μαύρα και ραμμένα όπως το ιμάτιο. Και πιο κάτω λέγει ότι ο αναγνώστης πριν δεχθεί τη σφραγίδα της χειροθεσίας ευλογείται από τον αρχιερέα και ενδύεται το ιμάτιο “μέλαν ον δια την ταπείνωσιν ως ειρήκαμεν τε και συστολήν. τοιαύτα γαρ τα του πένθους.και άχρι ποδών και ευρύχωρον δια την ευλάβειαν μετά της θείας αγάπης…Σταυρού δε τύπον επέχει τιω μήκει τε και τοις μανικίοις. Tαύτα μεν ουν τα ιμάτια κοινά πάσι…εις τιμήν της ιερωσύνης…Τοίνυν οι διάκονοί τε και ιερείς όμοια τοις ιματίοις άνωθεν ενδύονται άμφια και επί κεφαλής τα σκιάδια και λοιπά συνήθη φορέματα, πάντα σταυρόν εκτυπούντα, ως και αυτό το σκιάδιον. επεί και του εσταυρωμένου δι ἡμᾶς εισί λειτουργοί…” Μεταφράζουμε : “Αυτό το ιμάτιο είναι μαύρο, όπως είπαμε, χάριν ταπεινώσεως και συστολής που είναι τα χαρακτηριστικά του κατά Χριστόν πένθους. Κι είναι μακρύ ως τα πόδια και ευρύχωρο χάριν ευλαβείας και ως εικόνα της θείας αγάπης. Παρουσιάζει ακόμα τύπο του Σταυρού με το μήκος και τα μανίκια του. Λοιπόν αυτά τα ιμάτια είναι κοινά σ ὃλους τους κληρικούς ως τιμή προς την ιερωσύνη. Και οι διάκονοι και οι ιερείς φορούν ενδύματα όμοια με τα ιμάτια και στην κεφαλή τους σκιάδια και τα υπόλοιπα συνήθη για τους ιερείς φορέματα που όλα τους τυπώνουν (εικονίζουν )το Σταυρό καθώς και το σκιάδιο. Κι αυτό, γιατί είναι λειτουργοί του Εσταυρωμένου”
Τι μας διδάσκει εδώ ο άγιος Συμεών; ας το δούμε αναλυτικά:
α) ότι οι κληρικοί άμα τιη χειροτονία τους φορούν ενδύματα σ η μ α ν τ ι κ α της ιερωσύνης. Με τα ράσα τους οι κληρικοί φανερώνουν στον κόσμο τη δωρεά τ ὴς ιερωσύνης που έλαβαν. Η ιερωσύνη είναι η ένσαρκη μαρτυρία σωτηρίας του κόσμου, η οποία πρέπει να φανερώνεται στους μεν πιστούς και καλοπροαιρέτους ως ελπίδα, στους δε απίστους ως έλεγχος.
β) ότι τα ενδύματα αυτά είναι σκούρα και συνηθέστερα μ α υ ρ α. Γιατί; Για να δηλώνεται η ευλάβεια, η συστολή η ταπείνωση δηλ. το κατά Χριστόν πένθος που πρέπει να χαρακτηρίζει τον κληρικό. Εξάλλου το μαύρο χρώμα είναι απόλυτα συμβατό με την αισθητική της ενδυμασίας γενικώτερα, τόσο της επισήμου όσο και της σύγχρονης καθημερινής, ανδρικής και γυναικείας. Το μαύρο ράσο με τις χειρίδες του, είναι εν ταυτιω ταπεινό και μεγαλειώδες, όπως είπε και ο Γκόγκολ. (ας τ ἀκούσει ο κ. Μπούμης που συνεχίζει να μιλάει για δυνατότητα των τοπικών συνόδων να επιτρέπουν ακόμα και λευκά ράσα α λα…Μπιν Λάντεν!).
γ) ότι τα ιερατικά ενδύματα ε ναι ραμμένα σαν ιμάτια δηλ. είναι ε υ ρ υ χ ω ρ α και μ α κ ρ ι α μέχρι τα πόδια χάριν ευλαβείας και για να εικονίζεται η ευρυχωρία της θείας αγάπης κατ εἰκόνα της οποίας πρέπει να ζει και να κινείται ο ιερεύς.
δ) ότι υπάρχουν κι άλλα ιερατικά ενδύματα, αντίστοιχα με το ζωστικό (αντερί) καθώς και κ α λ υ μ μ α κ ε φ α λ η ς που τότε ήταν το σκιάδιο και τώρα είναι ο …απόγονος του το κ α λ λ υ μ α υ χ ι.
ε) ότι όλη η ιερατική αμφίεση είναι ένας ζωντανός τύπος του Σταυρού επειδή οι κληρικοί είναι λειτουργοί του Εσταυρωμένου, επειδή πρέπει η ζωή τους να σφραγίζεται από φρόνημα σταυρικό και με την αμφίεσή τους ακόμη να κηρύττουν τον λόγον του Σταυρού, ο οποίος “τοις μεν απολλυμένοις” (για όσους χλευάζουν το ράσο κι ο,τι αυτό κατά τη διδασκαλία του Αγίου Συμεών εκφράζει) “μωρία εστί, τοις δε σωζομένοις” (για όσους τιμούν κι ευλαβούνται το τίμιο ράσο κι ο,τι αυτό εκφράζει) δύναμις Θεού εστί” (Κορ.Α 1,18). Αυτά μας λέγει ο Αρχιεπίσκοπος Συμεών.
Ας έλθουμε τώρα σε κάποιον άλλο άγιο Αρχιεπίσκοπο, τον άγιο Λουκά τον Θαυματουργό, Αρχιεπίσκοπο Συμφερουπόλεως και Κριμαίας, ο οποίος ζει περίπου 500 χρόνια αργότερα(1887-1961), στις μέρες μας, στη Ρωσία. Το Βίο του στα Ελληνικά (“ O Αρχιεπίσκοπος Λουκάς”), πλήρη χάριτος και ωφελείας πνευματικής, οφείλουμε στον παιδικό φίλο, αδελφό και συλλειτουργό π. Νεκτάριο Αντωνόπουλο, Καθηγούμενο της Ιεράς Μονής Σαγματά Θηβών. Από κει είναι και οι σελίδες στις οποίες παραπέμπουμε. Ο άγιος Λουκάς, διάσημος χειρουργός και καθηγητής στη Ρωσία και στο εξωτερικό ανταποκρίθηκε αμέσως στην κλήση του Θεού και δέχθηκε με χαρά τη δωρεά της ιερωσύνης και το συνακόλουθο ιερατικό ένδυμα το 1921, μέσα δηλ. στη φωτιά του κομμουνισμού. “Από την ημέρα της χειροτονίας του” διαβάζουμε, “…χειρουργούσε καθημερινά, παρέδιδε μαθήματα στην Ιατρική Σχολή πάντα με το ράσο του και το σταυρό του”.(σ.86) “…παντού όπου πήγαινε κυκλοφορούσε με την ιερατική του περιβολή…Πολλές φορές προσπάθησαν (οι άθεοι) να τον πείσουν να σταματήσει να κυκλοφορεί με το ράσο και το σταυρό και να αφήσει την ιερωσύνη…δεν υποχωρούσε με τίποτα. Λειτουργούσε, κήρυττε, δίδασκε στο Πανεπιστήμιο με το ράσο του…(σ.87).Κατά την εξορία του “κάποια μέρα τον κάλεσαν στην G.P.U. Παρουσιάστηκε, όπως πάντα, ως επίσκοπος, με το ράσο του και το εγκόλπιό του..”(σ.129). “Στο Λένιγκραντ τον κάλεσε προσωπικά ο..πρόεδρος των Σοβιέτ της πόλης..τον προέτρεψε να παραιτηθεί από την ιερωσύνη και να βγάλει το ράσο του. Του υποσχέθηκε δε, ότι θα δημιουργούσαν ειδικό ερευνητικό ινστιτούτο για τον ίδιο…Ο επίσκοπος Λουκάς αρνήθηκε να παραιτηθεί από την ιερωσύνη”.(σ.213). Κατά την τέταρτη(!) σύλληψή του ο άγιος έλεγε σ ἓνα συγκρατούμενό του: “Μου λένε να βγάλω το ράσο, αλλά δε θα το κάνω ποτέ. Το ράσο μέχρι το θάνατό μου θα μείνει μαζί μου…”(σ. 242) “Ο γιατρός των φυλακών Ομπόγιεφ τον κάλεσε στο γραφείο του. Του είχαν δώσει εντολή να τον πείσει να βγάλει το ράσο του, να μη δίνει “ευλογία” και γενικά να μην “τ ρ αβ α ε ι τ η ν π ρ ο σ ο χ η “.έδωσε (ο άγιος) στον Ομπόγιεφ να καταλάβει με ευγενικό τρόπο αλλά και σταθερότητα ότι αυτό που του ανέθεσαν να κάνει ήταν υπεράνω των δυνάμεών του”.(σ.243).
Σε άλλη περίπτωση διηγείται ο ίδιος: “Είχα πρόταση από το υπουργείο Υγείας να μιλήσω σ ἒνα συνέδριο…έδωσα τη συγκατάθεσή μου, αλλά έγραψα πως ο διευθυντής του Υγειονομικού μου απαγορεύει να βγαίνω με το ράσο και ότι ο Πατριάρχης μου απαγορεύει να βγαίνω χωρίς ράσο. Εγραψα σχετικά στον Πατριάρχη. Μου απάντησε μ ἓνα γράμμα ότι συμφωνούσε μαζί μου. Η άποψή του είναι ότι ότι το να εμφανίζομαι ντυμένος στα πολιτικά και να κρύβω τα μαλλιά μου μπροστά στο ακροατήριο, όταν όλοι γνωρίζουν πως είμαι αρχιερέας, σημαίνει πως ντρέπομαι για το ιερατικό μου αξίωμα. αν το συνέδριο θεωρεί απαράδεκτη και προσβλητική για το κοινό την παρουσία του αρχιερέα, τότε και ο αρχιερέας πρέπει να θεωρεί αναξιοπρεπές για τον εαυτό του να παρευρίσκεται σ αὐτό το συνέδριο…”.όταν του αρνήθηκαν να εμφανισθεί με το ράσο του “…Ζήτησα”, λέει, “να μεταβιβάσουν στο διευθυντή την απόφασή μου να αποστασιοποιηθώ από τους επιστημονικούς κύκλους”.(σ.302)
Σχετικά με τους ιερείς της επαρχίας του “αγανακτούσε όταν έβλεπε να πίνουν η να καπνίζουν η να κυκλοφορούν χωρίς την ιερατική τους ενδυμασία. Στους ιερείς αυτούς έβαζε επιτίμιο τρίμηνης αργίας”.(σ.312), ενιω σε επιστολή του έγραφε: “Στην επαρχία μας δεν υπάρχουν πια ξυρισμένοι ιερείς, αλλά πόσοι τέτοιοι υπάρχουν σε άλλους τόπους. Πόσοι είναι που ντρέπονται να φορέσουν τα ράσα τους, που είναι ντυμένοι σύμφωνα με τους κοσμικούς! Χρόνια πριν ο Γκόγκολ έγραφε για την ενδυμασία του κληρικού: “Το ένδυμά τους είναι υπέροχο και μεγαλειώδες. δεν υπόκειται στις αλλαγές της ανόητης μόδας”.(σ.314) Μήπως όμως ο άγιος φορούσε τα ράσα για επίδειξη; Γράφει μια δασκάλα: “Ο σεβασμιώτατος πάντα φορούσε επιδιορθωμένα παπούτσια και μπαλωμένο ράσο με ξεφτισμένους αγκώνες. Κάθε φορά που η ανηψιά του του έλεγε να ράψει καινούργια ρούχα απαντούσε: – Μπάλωνε, μπάλωνε Βέρα. Οι φτωχοί είναι πολλοί”.(σ.320) κι άλλη γράφει: “Φοράει το παλιό ράσο από καραβόπανο και το πολύ παλιό αντερί από πολύ φτηνό ύφασμα. Για να πάει επίσκεψη στον Πατριάρχη, έπρεπε να πλύνω και το ένα και το άλλο” (σ.330)
Με όλον αυτόν τον καταιγισμό των παραπομπών από το Βίο του Αγίου Λουκά γίνεται φανερή η σημασία που έδινε ο άγιος στο τιμημένο ράσο. Από την αρχή της ιερατικής του ζωής έγινε “ σαρξ εκ της σαρκός του”, καύχημά του, προτιμότερο από την κοσμική του “υπόληψη”, την επιστημονική του ιδιότητα (ας το προσέξουν οι ποικίλοι επιστήμονες-κληρικοί που προφασίζονται ότι δεν μπορούν να κυκλοφορούν στο χώρο εργασίας τους με τα ράσα, αρνούμενοι έτσι την μαρτυρία τους και τον ονειδισμό του Χριστού)την δράση του την ελευθερία του και την ίδια του τη ζωή! Στην πραγματικότητα δεν έκανε άλλο από το να εφαρμόσει στην πράξη τη διδασκαλία του Αγίου Συμεών Θεσσαλονίκης, που δεν είναι μια αυθαίρετη, ιδιότροπη ερμηνεία της σημασίας του ράσου αλλά η εμπειρία της Εκκλησίας καταγεγραμμένη και αποκρυσταλλωμένη. Με όλη του την πολιτεία ο άγιος Λουκάς τι άλλο δείχνει σ ὃλους μας παρά το σταυρικό και πενθικό φρόνημα συμπυκνωμένο στο μπαλωμένο του ράσο. Αυτό το φρόνημα το απαραίτητο σ ἐκείνους τους δίσεκτους καιρούς που διωκόταν η Ορθόδοξη Εκκλησία, που κρεμούσαν τους ιερείς στους στύλους και γκρέμιζαν τους ναούς, που οδηγούσαν στα στρατόπεδα και την εξορία τους πιστούς. Ο άγιος Λουκάς προτίμησε”συγκακουχείσθαι τιω λαιω του Θεού η πρόσκαιρον έχειν αμαρτίας απόλαυσιν” (Εβρ.11,25). Ταυτόχρονα με το ράσο του εικόνιζε την ευρυχωρία της θείας αγάπης που την είχε κάμει δική του θυσιάζοντας τα πάντα τόσο σα γιατρός, όσο και σαν επίσκοπος για να θεραπεύσει τις σωματικές και πνευματικές ασθένειες των χριστιανών και ελεώντας τους πάντας αδιακρίτως.
Μας λένε τίποτα όλα αυτά; Μήπως δεν είναι απαραίτητο το ίδιο σταυρικό-ασκητικό-πενθικό φρόνημα και σήμερα που διώκεται λυσσαλέα μέσα κι έξω από το χώρο της Εκκλησίας η ακρίβεια της Ορθοδόξου πίστεως με τον συγκρητιστικό Οικουμενισμό, το ορθόδοξο ήθος με την προσπάθεια εξευτελισμού της παρθενίας και της σωφροσύνης με την προσπάθεια κατοχυρώσεως του “επιστημονικού” φόνου της δωρεάς οργάνων σώματος κ.λ.π. και της ευλογίας των αθέσμων μικτών γάμων, που διώκεται η ορθόδοξη παράδοση με την προσπάθεια μειώσεως των ιερών νηστειών, αλλοιώσεως της θείας λατρείας κ.λ.π.; Μήπως και σήμερα δεν πολεμείται το ιερό ράσο, ώστε με το πρόσχημα της “ποιμαντικής του συγχρόνου ανθρώπου” να απονευρωθεί η ιερατική παρουσία στην καθημερινή ζωή, να μεταβληθεί ο ιερεύς σε υπάλληλο με μαύρο – και όχι πάντα – κουστουμάκι, στην καλλίτερη περίπτωση σε κοινωνικό εργάτη που ικανοποιεί τις ψυχολογικές θρησκευτικές ανάγκες του λαού, οπλισμένος μάλιστα με ψυχολογικές γνώσεις ικανές για να προσφέρουν υπηρεσίες στον β ι ο των ανθρώπων αλλά ανήμπορες γιά να παράσχουν την όντως ζ ω η, τον Χριστό στην κάθε ψυχή; Μήπως αυτές οι δυνάμεις που μάχονται τα ράσα μας δεν επιδιώκουν όπως έκαναν και με τον άγιο Λουκά-τι σύμπτωση αλήθεια!- “να μην προκαλούμε γύρω μας(στο δρόμο, στα μαγαζιά, στις συγκοινωνίες) την προσοχή”; Δεν καίγονται τα σωθικά τους όταν κάθε στιγμή κυκλοφορώντας παντού με τα ράσα μας δίνουμε την ευλογία του Κυρίου μας στους πιστούς, την εν Χριστιω μαρτυρία μας; όταν υπενθυμίζουμε με το αγιασμένο ράσο μας “τα άνω”; Δεν φθονούν την ιερατική μας, πνευματική εξουσία εξουσία κατά πνευμάτων ακαθάρτων, εξουσία τελέσεως των μυστηρίων, διδασκαλίας ακριβούς των αληθειών της πίστεως, εξουσία ελέγχου της πλάνης,της ανομίας και της αδικίας, αφέσεως αμαρτιών) “ήν έδωκεν ο Κύριος ημών εις οικοδομήν και ουκ εις καθαίρεσιν”ψυχών (B Κορ.10,8); Δεν τονίζουν επίμονα με ένα περίεργο τρόπο δια των θεωρητικών εκφραστών τους ότι η ιερωσύνη δεν είναι καθόλου εξουσία αλλά μόνο διακονία, που στην πράξη βέβαια εκφυλίζεται σε διακονία τούτου δω του βίου, καθώς προείπαμε, σπρώχνοντας έτσι τα πράγματα στην αποϊεροποίηση του κλήρου, και την αλλοίωση της ιερατικής μας περιβολής, όπως το πέτυχαν με τους κληρικούς του εξωτερικού;
Είπαμε, προς το παρόν, αρκετά. Συνειρμικά όμως οδηγείται η σκέψη μας και σ ένα τρίτο αρχιεπίσκοπο, τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Χριστόδουλο και την ημερίδα που διοργανώνεται στο Συνοδικό Μέγαρο στις 4 Οκτωβρίου 2001 με θέμα: “Τα ιερά άμφια και η περιβολή του Ορθοδόξου Κλήρου”. Περίεργα κι ανήσυχα ηχεί στ αὐτιά μας ο τίτλος της τελευταίας εισηγήσεως που θα παρουσιάση ο π. Βασίλειος Θερμός: “Ποιμαντικές και ψυχολογικές διαστάσεις της ιερατικής περιβολής” δεδομένου ότι ο εν λόγω κληρικός έχει εκφράσει γραπτά και προφορικά ανατρεπτικές για την παράδοσή μας απόψεις όπως π.χ. στο Συλλογικό τόμο “2000 χρόνια μετά” (σ.294) όπου ζητεί την κατάργηση του σάκκου και της μίτρας των αρχιερέων, τροποποίηση του ευχελαίου, των προβαπτισματικών ευχών δηλ. των ευχών για τις λεχώνες κ.λ.π. Πιστεύουμε όμως ότι ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος μας παρά τις δυσκολίες και προκλήσεις θα συνεχίσει την υπεράσπιση της παραδεδομένης ιερατικής αμφιέσεως κόντρα στο αντίχριστο φιλόσαρκο φρόνημα των καιρών μας όπως έκαμαν και οι προμνημονευθέντες άγιοι Αρχιεπίσκοποι εξασφαλίζοντας έτσι τις αγιώτατες ευχές τους, καθώς και την προστασία και τη βοήθειά τους στο δύσκολο και βαρύ αρχιεπισκοπικό του έργο.