Φιλοκαλικό κείμενο του νέου Αρχιεπισκόπου Αυστραλίας για την προσευχή


Του Εμμανουήλ Κ. Δουνδουλάκη – Romfea.gr
Επίκουρου Καθηγητή ΠΑΕΑΚ

Ο Σεβασμιώτατος Αρχιεπίσκοπος Αυστραλίας κ.κ. Μακάριος, παρουσιάζει στο κείμενο που ακολουθεί, με λόγο εύληπτο, μεστό, πατρικό, εμπειρικό και συνάμα Φιλοκαλικό, βασικά στοιχεία της προσευχής: της “λογικής” και της “νοεράς ή καρδιακής”, με έμφαση στη δεύτερη.

Ο χαρισματικός Πρωθιεράρχης της Αυστραλίας κ.κ. Μακάριος, με την ευαισθησία και τη διάκριση που κοσμούν το πρόσωπο και χαρακτηρίζουν τις πράξεις του, καταθέτει ένα θεολογικό κείμενο για την προσευχή, χωρίς να εστιάζει σε “τεχνικούς όρους”, στην απαρίθμηση Πατερικών κειμένων.

Επιδεικνύει με τη στάση του αυτή, πατρική μέριμνα και ποιμαντική διάκριση ως Ιεράρχης και συνάμα παιδαγωγική ευαισθησία και αγαπητική “συγκατάβαση” προς τους αναγνώστες του ως Διδάσκαλος, αγκαλιάζοντας με το λόγο του “τοις πάσι”, ανεξαρτήτως απόστασης ή εγγύτητας των τελευταίων προς τη Λατρευτική πράξη της Εκκλησίας ή της μετοχής τους στο Λειτουργικό βίωμα.

Όταν ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος σημειώνει ότι: “Μνημονευτέον Θεού μάλλον ή αναπνευστεύον” υπογραμμίζει την αναγκαιότητα της διαρκούς κοινωνίας μεταξύ Θεού και ανθρώπου και καταδεικνύει, μεταξύ άλλων, τη σχέση ζωής που απορρέει από αυτήν, όπως ακριβώς το ηλιοτρόπιο “υποκλίνεται” και ακολουθεί ευλαβικά τις κινήσεις του αισθητού φωστήρα που του δίνει τη ζωή.

Ο φωτισμένος Ιεράρχης του Οικουμενικού μας Πατριαρχείου κ.κ. Μακάριος, εστιάζει με το κείμενό του στην κοινωνία αυτή και επικοινωνία, στο Χριστοκεντρικό, Εκκλησιοκεντρικό -κατ’ επέκτασιν- Ορθόδοξο χαρακτήρα της προσευχής, ο οποίος διακρίνεται από τα Προτεσταντικά μοντέλα και συγκεκριμένες πρακτικές φιλοσοφικών συστημάτων της Ανατολής, που είναι εύκολο να δημιουργήσουν σύγχυση στον λιγότερο υποψιασμένο, ως προς τα εκκλησιαστικά, άνθρωπο της σύγχρονης κοινωνίας.

Κάτω από το πρίσμα αυτό κατανοούμε εκείνο που σημειώνεται από το Σεβασμιώτατο Αρχιεπίσκοπο Αυστραλίας ότι η προσευχή δεν στρέφεται προς τον εαυτό μας• ότι έχει βιωματικό – εμπειρικό χαρακτήρα, ότι δεν είναι προϊόν διεργασιών του νου, της λογικής, αλλά έκφραση της χάριτος του Θεού που εκχέεται προς τον άνθρωπο.

Δεν πρέπει να διαλάθει επίσης της προσοχής μας εκείνο που σημειώνεται στο κείμενο του Σεβασμιωτάτου και συνδέεται άμεσα με την Ορθόδοξη Παράδοση, ότι η “κατ’ ιδίαν” προσευχή ενός χριστιανού, δεν έχει σε καμία περίπτωση ατομικό χαρακτήρα, αλλά εντάσσεται σε κείνη των μελών του ενιαίου Σώματος της Εκκλησίας, με κεφαλή της το Χριστό.

Ο Σεβασμιώτατος αναφέρεται σε ορισμένα χαρακτηριστικά της προσευχής, στο “παιδικό φρόνημα” με το οποίο πρέπει να προσεγγίζουμε το Θεό, στις δυσκολίες κατά την άσκησή της, οι οποίες συναρτώνται με την πορεία και πρόοδο του πιστού στην πνευματική τελείωση.

Ο λόγος του Ιεράρχου ότι η προσευχή συνδέεται άμεσα με την αγάπη μας προς το Θεό και ότι “είναι οδυνηρή, γιατί θέλει μεγάλη τόλμη και υπομονή”, θυμίζει, μεταξύ άλλων, το Φιλοκαλικό κείμενο που συμβουλεύει ότι: “… ανάλογα με το μερίδιο της δωρεάς και της χάρης που ελπίζομε να μετάσχομε, πρέπει να καταβάλομε και τους αγώνες γι’ αυτήν (προσευχή) και να προσθέσομε επιπλέον ώρες” (Άγιοι Ιγνάτιος & Κάλλιστος οι Ξανθόπουλοι).

Ο Σεβασμιώτατος Αρχιεπίσκοπος Αυστραλίας κ.κ. Μακάριος, ως επίλεκτο μέλος της Αγίας του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας – η Οποία πορεύεται εν σιγή και περισυλλογή, εν μέσω δυσκολιών και θλίψεων-, υπενθυμίζει στο κείμενό του ότι, ιστάμενος ο άνθρωπος ενώπιον του Θεού, δηλαδή προσευχόμενος, εισέρχεται στο χώρο της ησυχίας και της σιωπής, του ατελεύτητου μυστηρίου της αγάπης, της Θείας συγκατάβασης.

Share Button