Η Μονή της Όπτινα και η Σκήτη της

 

Η Όπτινα
Το περίφημο μοναστήρι της Όπτινα, το πνευματικό καύχημα της Ρωσικής Εκκλησίας, είναι σήμερα ενα μεγάλο μοναστηριακό συγκρότημα που το αποτελούν:
1. Η κυρίως μονή.
2. Η σκήτη.
3. Το Σαμορντίνο, που είναι γυναικεία μονή υπό την πνευματική εποπτεία των γερόντων της Όπτινα.
Η Όπτινα βρίσκεται 250 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά της Μόσχας. Το μοναστήρι είναι κτισμένο στη δεξιά όχθη του ποταμού Ζίρντρα, ο οποίος διασχίζει ενα πυκνό και πολύ όμορφο δάσος. Η παράδοση αναφέρει ότι ιδρυτής του μοναστηριού ήταν κάποιος Όπτα, αρχηγός συμμορίας ληστών. Γυρνώντας σ’ αυτά τα δάση κάποτε, άκουσε τη φωνή του Θεού να τον καλεί. Μετανόησε για τη μέχρι τότε ζωή του κι αποφάσισε να μείνει εκεί και να γίνει μοναχός. Έτσι έφτιαξε το πρώτο ξύλινο κελί, και άρχισε η μοναστική ζωή. Απ’ το όνομα του Όπτα, λένε πως πήρε την ονομασία το μοναστήρι. Αργότερα κτίστηκαν και αλλά κελιά, ναοί κ.λπ. Όμως παρέμεινε ενα μικρό μοναστήρι. Κάποτε καταστράφηκε από τους Λιθουανούς. Παρέμεινε έτσι πολλά χρόνια. Το 1724 μάλιστα περιήλθε σε δεινή οικονομική κατάσταση. Οι μοναχοί δεν μπορούσαν να το συντηρήσουν και μετακόμισαν. Τότε η Όπτινα μετετράπη σε ενορία. Αργότερα ανακαινίστηκε αλλά και πάλι έπεσε σε παρακμή. Παρ’ όλες τις δυσκολίες όμως επιβίωσε ως το 19ο αιώνα, οπότε και γνώρισε μέρες δόξας. Ο 19ος αιώνας ήταν ο χρυσός αιώνας της Όπτινα. Η μεγάλη πνευματική της αναγέννηση ήλθε στην κατάλληλη στιγμή.
Το 18ο αιώνα ο τσάρος Πέτρος έβαλε στόχο να καταστρέψει την ορθόδοξη παράδοση και να εκδυτικίσει βίαια τη Ρωσία και την Εκκλησία. Παρά τις αντιδράσεις, η ρωσική γη αλλά και η Εκκλησία δέχθηκαν σε μεγάλο βαθμό δυτικές επιδράσεις. Ο ρωσικός λαός φάνηκε να χάνει τον πνευματικό πλούτο του. Όμως ο Θεός δουλεύει μυστικά. «Ου δε επλεόνασεν η αμαρτία, υπερεπερίσσευσεν η χάρις». Και ο 18ος αιώνας σφραγίζεται από τη μεγάλη μορφή του αγίου Παϊσίου Βελιτσκόφσκι, που γεννήθηκε στην Πολτάβα της σημερινής Ουκρανίας. Αυτός μόνασε στο Άγιον Όρος κι έζησε από κοντά τη γνήσια ορθόδοξη παράδοση. Αργότερα, πήγε σε διάφορα μέρη για να καταλήξει στο μοναστήρι Νεάμτς της Ρουμανίας. Σε λίγο διάστημα συγκεντρώθηκαν κοντά του 500 μοναχοί, οι οποίοι υπό την καθοδήγησή του ζούσαν τη μοναχική ζωή όπως την παρέδωσαν οι παλαιοί πατέρες. Μερικοί μαθητές του κατόπιν πήγαν σε άλλα μέρη και μετέφεραν εκεί την παράδοση που εβίωσαν. Κάποιοι άπ’ αυτούς ήλθαν στην Όπτινα και αποτέλεσαν το συνδετικό κρίκο με το μεγάλο γέροντα Παΐσιο. Έτσι ο σπόρος της ορθόδοξης πνευματικότητας μεταφέρθηκε στην Όπτινα και άρχισε η μεγάλη φιλοκαλική αναγέννηση στη Ρωσία.
To 1825 είναι το έτος ορόσημο για την αναγέννηση της Όπτινα. Με την έμπνευση και καθοδήγηση του Μητροπολίτη Καλούγκα Φιλάρετου (κατόπιν Μητροπολίτη Κιέβου) εγκαταστάθηκαν εκεί ο στάρετς Μωϋσής και ο αδελφός του Αντώνιος. Πρώτα έμειναν στη σκήτη από το 1821 έως το 1825. Το έτος αυτό ο στάρετς Μωϋσής ανέλαβε την ηγουμενία και ξεκίνησε γενική ανακαίνιση της Όπτινα. Σε λίγο διάστημα η Όπτινα είχε 300 μοναχούς και χρειάστηκε να κτιστούν νέα κτήρια. Δίκαια, λοιπόν, ο στάρετς Μωϋσής φέρεται ως ο δεύτερος κτήτορας, για να μην πούμε ο ιδρυτής της Όπτινα. Το μοναστήρι έγινε το μεγαλύτερο πνευματικό κέντρο της Ρωσίας και ξεπέρασε σε φήμη πολλά αλλα ιστορικά μοναστήρια. Έλεγαν μάλιστα και μια παροιμία: Στη Ρωσία υπάρχουν πολλά μοναστήρια, αλλά μόνο μια Όπτινα. Όλο το 19ο αιώνα, ως τις αρχές του 20ου, έζησαν πολλοί μεγάλοι στάρετς, εκτός των δύο αδελφών, όπως οι Ιωσήφ, Λεωνίδας, Μακάριος, Αμβρόσιος, Βαρσανούφιος, Ανατόλιος κ.ά. Κοντά τους αμέτρητοι άνθρωποι ανακάλυψαν τον Θεό, αναπαύθηκαν εσωτερικά, βρήκαν λύσεις στα προβλήματά τους. Οι στάρετς διακρίνονταν για την απέραντη αγάπη στον Θεό και στα πλάσματα Του. Ήταν γεμάτοι κατανόηση για τους ανθρώπους. Είχαν πλούσια τη χάρη του Θεού και πολλά πνευματικά χαρίσματα όπως το διορατικό, το προορατικό, το θαυματουργικό κλπ. Τους επισκέπτονταν όχι μόνον απλοί άνθρωποι απ ‘όλη τη Ρωσία, αλλά και επώνυμοι˙ Πατριάρχες, αρχιερείς, πρίγκιπες ή άνθρωποι των Γραμμάτων όπως οι Ντοστογιέφσκι, Ρόζανωφ, Τουργκένιεφ, Τολστόι, Γκόγκολ, Κιέγιεβσκι, Σολοβιώφ, Λεόντιεφ, Στράχωβ κ.ά.
Να τι γράφει ο Ντοστογιέφσκι στους Αδελφούς Καραμαζώφ, όπου μας δίνει τη μορφή του στάρετς Ζωσιμά, εμπνευσμένος μάλλον από τον στάρετς Αμβρόσιο:
«Τί είναι λοιπόν στάρετς; Στάρετς είναι αυτός που παίρνει την ψυχή σας, τη θέλησή σας, στη δική του ψυχή και στη δική του θέληση. Εκλέγοντας το στάρετς σας, απαρνιέστε τη θέλησή σας και την παραδίνετε σ’ αυτόν με την υποχρέωση της ολοκληρωτικής υπακοής και ολοκληρωτικής αυταπάρνησης. Αυτή τη δοκιμασία, αυτό το τρομερό σχολείο της ζωής, ο απαρνούμενος τον εαυτό του το αποδέχεται θεληματικά, με την ελπίδα πως ύστερα από μακρόχρονη δοκιμασία θα νικήσει τον εαυτό του. Θα γίνει τόσο κύριος του εαυτού του με το μέσο της έφ’ όρου ζωής υπακοής, που τελικά θα φτάσει πιά στην απόλυτη ελευθερία…».
Συχνά οι στάρετς προφήτευαν για την ερήμωση της Όπτινα, αλλά και για τα δεινά που θα ακολουθούσαν για την Εκκλησία και τους πιστούς. Ειδικότερα ο στάρετς Βαρσανούφιος τόνιζε: «Οι διωγμοί και τα μαρτύρια των πρώτων χριστιανών θα επαναληφθούν στους έσχατους καιρούς. Οι εκκλησίες θα γκρεμιστούν. Τα μοναστήρια θα καταστραφούν όλα. Το ιδιο και η Όπτινα…». Τόνιζε δε με έμφαση: «Να θυμάστε, το 1925 συμπληρώνονται εκατό χρόνια από την ίδρυση της Όπτινα ».
Και οι δύσκολοι αυτοί καιροί ήλθαν. Μετά την επανάσταση των Μπολσεβίκων το μοναστήρι αρχικά μετετράπη σε Μουσείο Ντοστογιέφσκι. Οι περισσότεροι μοναχοί διώχθηκαν και παρέμειναν μόνον είκοσι με καθηγούμενο τον ιερομόναχο Νίκωνα. Το 1925, ακριβώς μετά από εκατό χρόνια, διώχθηκαν κι αυτοί και κατέφυγαν στη διπλανή πόλη Κοξέλσκ. Οι δυο τελευταίοι γέροντες, Νεκτάριος και Νίκων, συνελήφθησαν, φυλακίστηκαν κι εξορίστηκαν. Ο πρώτος πέθανε το 1928. Ο δεύτερος, αφού εξορίστηκε στα νησιά Σολοφκύ και στον Αρχάγγελο, πέθανε το 1931. Τα κτήρια και οι ναοί καταστράφηκαν. Σε μερικά μόνον εγκαταστάθηκαν οικογένειες. Το κοιμητήριο ισοπεδώθηκε. Οι σταυροί των τάφων καταστράφηκαν. Ο τόπος ερήμωσε. Κανείς δεν ήξερε που είναι ακριβώς οι τάφοι. Ο μόνος τάφος που ξεχώριζε κάπως, ήταν του στάρετς Αμβροσίου. Ήταν εγκαταλελειμμένος, αλλά οι πιστοί προσπαθούσαν κρυφά να τον συντηρούν. Έφερναν και άναβαν κεριά, άφηναν λουλούδια. Βεβαίως οι άθεοι έλαβαν μέτρα για να εμποδίσουν τους πιστούς.
Το 1987 ήλθε στην Όπτινα ένας εκπρόσωπος του Κόμματος για να δει και να αποφασίσει τι θα γίνει με το μοναστήρι. Το δίλημμα ήταν αν θα δοθεί στην Εκκλησία ή θα μετατραπεί σε τουριστικό θέρετρο. Είδε λοιπόν οτι δεν υπήρχε τίποτα όρθιο. Τα πάντα κείτονταν σε ερείπια. Έτσι και αποφάσισε να επιστραφεί στην Εκκλησία. Τη χρονιά εκείνη συνέβη κι ένα θαύμα. Η εικόνα της Παναγίας του Καζάν, που βρισκόταν στο καθολικό, άρχισε να τρέχει μύρο. Μαζεύτηκε πολύς κόσμος και είδαν με τα μάτια τους την ευλογία αύτη της Παναγίας. Αργότερα μυρόβλισε και η εικόνα του αγίου Αμβροσίου.
Το 1988 εγκαταστάθηκαν εκεί οι πρώτοι μοναχοί και άρχισε με εντατικό ρυθμό η ανακαίνιση. Έκτοτε, πολλά από τα ερείπια έχουν αναστηλωθεί, μετά από σκληρή δουλειά. Και ό,τι έχει γίνει, είναι ένα θαύμα. Όπως σημειώσαμε, οι τάφοι των στάρετς καταστράφηκαν και ο χώρος ισοπεδώθηκε. Ευτυχώς όμως σώθηκε ένα τοπογραφικό της Όπτινα, που έδειχνε που ακριβώς βρισκόταν το κοιμητήριο και ποια θέση κατείχε κάθε τάφος. Έτσι οι τάφοι αναγνωρίστηκαν, βρέθηκαν τα λείψανα των γερόντων και έγινε ανακομιδή. Τώρα βρίσκονται σε λάρνακες μέσα στο ναό. Επίσης οι τάφοι επισκευάστηκαν και τοποθετήθηκαν σταυροί. Η Όπτινα μέσα σε λίγα χρόνια μεταμορφώθηκε και η νέα αδελφότητα προσπαθεί να συνεχίσει την πλούσια πνευματική παράδοση που κληρονόμησε.
Η Σκήτη της Όπτινα
Η σκήτη βρίσκεται μόλις 400 μ. ανατολικά του μοναστηριού. Δεν είναι γνωστή η ακριβής χρονολογία της ίδρυσής της. Όταν οι Λιθουανοί κατέστρεψαν την Όπτινα, κατέστρεψαν και τη σκήτη. Η καθαυτό ιστορία της σκήτης αρχίζει το 1821, όταν εγκαταβίωσε ο στάρετς Μωϋσής με τον αδελφό του Αντώνιο. Τότε δεν υπήρχε τίποτα, παρά μόνον ενα ξύλινο σπίτι. Οι πατέρες με τη βοήθεια εργατών και μοναχών καθάρισαν τον τόπο από τα δέντρα και κατασκεύασαν τα πρώτα ξύλινα κτήρια καθώς και το ναό, που τον αφιέρωσαν στον άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο. Το 1825 ανέλαβε την ευθύνη της σκήτης ο στάρετς Αντώνιος. Όταν το μοναστήρι της Όπτινα έφτασε να έχει τριακόσιους μοναχούς, η σκήτη είχε πενήντα. Εδώ έμεναν οι περισσότεροι στάρετς κι εδώ δέχονταν τους προσκυνητές. Το εσωτερικό της ήταν άβατο. Οι στάρετς δέχονταν τους προσκυνητές σε ειδικό χώρο που βρίσκεται δεξιά της πύλης. Το κτήριο είχε μια εξωτερική πόρτα και από κει επικοινωνούσαν.
Share Button