ΟΙ ΠΑΠΙΚΟΙ ΤΟΛΜΗΣΑΝ ΝΑ ΒΑΛΟΥΝ ΧΕΡΙ

 

Στό προηγούμενο κήρυγμα μας, αγαπητοί μου αδελφοί, είπαμε ότι γιά νά μετέχουμε στή μεγάλη Θυσία καί τό μέγα μυστήριο της Θείας Λειτουργίας πρέπει νά εχουμε αυτά τά δύο: Τήν πίστη στό Θεό καί τήν αγάπη μεταξύ μας. Τήν αγάπη τήν ομολογήσαμε καί τήν δείξαμε μέ τό «Αγαπήσωμεν αλλήλους», όπου στά πρώτα χρόνια γινόταν καί ασπασμός μεταξύ τών χριστιανών. Τώρα ήρθε ή ωρα νά όμολογήσουμε τήν πίστη μας στό Θεό. Καί τήν πίστη μας αυτή θά τήν όμολογήσουμε μεταξύ μας, σάν μιά οικογένεια του Θεου, πού τήν λέμε «Εκκλησία». Στήν οικογένειά μας αυτή μπαίνουμε μέ τό Βάπτισμα. Ώστε λοιπόν οι κατηχούμενοι, πού ήταν αβάπτιστοι, δέν πρέπει νά βρίσκονται τώρα μέσα στό Ναό. Αλλά ήδη ό Ιερέας, μετά τό Ευαγγέλιο, τούς είχε πεί νά φύγουν από τό Ναό μέ τό «Οι κατηχούμενοι προέλθετε». Αυτοί όμως, χριστιανοί μου, έφευγαν μέν, αλλά δέν ήθελαν νά φύγουν. Καί γι’ αυτό στέκονταν στήν πόρτα καί εσπρωχναν τήν πόρτα νά ξαναμπούν μέσα. Τόσο πολύ πόθο είχαν νά παρακολουθήσουν καί τήν υπόλοιπη Θεία Λειτουργία! Δέν επρεπε όμως, γιατί ήταν αβάπτιστοι. Γι’ αυτό καί ό Ιερέας τώρα, πού όλοι οι χριστιανοί θά όμολογήσουν τήν πίστη τους, ελεγε δυνατά στούς θυρωρούς: «Προσοχή τίς πόρτες!», γιά νά μή μπούν οι κατηχούμενοι μέσα. «Τάς θύρας, τάς θύρας, εν σοφία πρόσχωμεν!».

Αλλά εκλειναν καί γιά εναν άλλο λόγο οι πόρτες. Έκλειναν γιά νά μή βγούν καί οι βα­πτισμένοι εξω από τό Ναό! Έτσι είναι, χριστιανοί μου! Δέν επιτρέπεται, όταν γίνεται Θεία Λειτουργία καί μάλιστα όταν ή Θεία Λειτουργία εχει προχωρήσει καί πηγαίνει γιά τή Θυσία τοϋ Χριστού, δέν επιτρέπεται, λέγω, νά βγαίνουμε εξω από τό Ναό. Αλλά τό ότι ό Ιερέας ελεγε μέ τό «Τάς θύρας, τάς θύρας» νά κλείνουν στό σημείο αυτό οι πόρτες του Ναού, σήμαινε γιά μας νά κλείσουμε περισσότερο τώρα τό νού μας από τά εξω καί νά τόν προσηλώσουμε σ’ αυτά πού θά γίνουν παρακάτω στή Θεία Λειτουργία.

Καί τώρα θά απαγγείλουμε τήν πίστη μας. Δέν πρόκειται γιά μιά πίστη αόριστη, αλλά γιά μιά συγκεκριμένη καί προσωπική πίστη, όπως τήν διατύπωσαν οι άγιοι Πατέρες στήν Α’ καί Β’ Οικουμενική Σύνοδο. Οι σοφοί αυτοί άγιοι Πατέρες της Α’ καί Β’ Οικουμενικης Συνόδου εκαναν ενα μεγαλειώδες μνημείο μέ δώδεκα άρθρα, πού περιλαμβάνει τίς κεφαλαιώδεις χριστιανικές αλήθειες. Είναι τό ΠΙΣΤΕΥΩ μας. Η Α’ Οικουμενική Σύνοδος στή Νίκαια, τό 325 μ.Χ., διετύπωσε τά 7 πρώτα άρθρα του «Πιστεύω». Καί ή Β’ Οικουμενική Σύνοδος στήν Κωνσταντινούπολη, τό 381 μ.Χ., διετύπωσε τά υπόλοιπα 5 άρθρα.Αυτό τό «Πιστεύω» μας είναι ή σημαία της ‘Εκκλησίας μας, είναι τό φλάμπουρο μας, είναι τό καύχημά μας, γιατί είναι η πίστη μας. Καί πρέπει νά τό ξέρουμε απ’ εξω καί νά τό λέμε κάθε μέρα στήν προσευχή μας. Η Εκκλησία μας μάλιστα καθόρισε τό «Πι­στεύω» νά λέγεται όχι μόνο τό πρωί στίς ακολουθίες της, αλλά καί τό βράδυ στό από­δειπνο. Γιατί; Γιατί, άν μας συμβεί τίποτα κακό τή νύχτα — μή γένοιτο, Χριστέ! — καί φύγουμε από τή ζωή, νά φύγουμε μέ τήν όμολογία της πίστεως καί τότε θά εχουμε παρ­ρησία στό Θεό. Νά λέτε, σας παρακαλώ, χριστιανοί μου, μιά φορά τήν ήμέρα τό «Πι­στεύω».

Αν θά ήθελα νά σας πώ μέ λίγα λόγια τί λέει τό «Πιστεύω» μας, λέει γι’ αυτά τά τέσσερα: Λέει πρώτα γιά τό Θεό Πατέρα, τόν Παντοκράτορα καί τό Δημιουργό τοϋ σύμ­παντος. Λέει επειτα γιά τό Δεύτερο Πρόσωπο της Αγίας Τριάδος, τόν Κύριο ήμών ‘Ιη-σοϋ Χριστό, ότι γεννήθηκε προαιώνια από τό Θεό Πατέρα, αλλά γιά τή δική μας σωτη­ρία εγινε άνθρωπος καί σταυρώθηκε καί αναστήθηκε καί ανέβηκε πάλι στούς ουρανούς μέ τήν Ανάληψή Του καί από ‘κεί, αφού πρώτα γίνει ή ανάσταση τών νεκρών, θά ξανάρθει πάλι ό Χριστός μας μέ τή Δεύτερή Του Παρουσία καί θά μας πάρει στή Βασιλεία Του τήν επουράνιο, γιά νά ζούμε αιώνια μαζί Του. «Καί ζωήν τοϋ μέλλοντος αιώνος»! Τρίτον, τό «Πιστεύω» λέει γιά τό Άγιο Πνεύμα, τό Τρίτο Πρόσωπο της Αγίας Τριάδος, πού συμπροσκυνείται καί συνδοξάζεται μαζί μέ τόν Πατέρα καί τόν Υιό, γιατί καί τά Τρία Πρόσωπα είναι όμοούσια. Καί, τέταρτον, τό «Πιστεύω» μας λέει γιά τήν Αγία του Χριστού ‘Εκκλησία, στήν οποία ανήκουμε εμείς, σάν παιδιά του Θεού βαπτισμένα, καί μέσα στήν όποία απολαμβάνουμε τά Άγια Μυστήρια. Καί από τά Μυστήρια τό «Πιστεύω», χάριν συντομίας, αναφέρει τό βασικό μόνο μυστήριο, τό Βάπτισμα. «Ομολογώ εν βάπτι­σμα εις άφεσιν αμαρτιών»!

Τό αθάνατο αυτό μνημείο, αγαπητοί μου χριστιανοί, πού λέγεται «Πιστεύω», ή ‘Εκ­κλησία μας τό διαφύλαξε αναλλοίωτο. Ουτε πρόσθεσε ουτε αφαίρεσε τίποτα απ’ αυτό. Γιατί, άν γινόταν κάτι τέτοιο, θά ήταν προσβολή στούς άγίους Πατέρες της Α’ καί της Β’ Οικουμενικης Συνόδου- ότι τάχα αυτοί οι Πατέρες δέν τά σκέφτηκαν καλά καί ερχό­μαστε εμείς καί τά διορθώνουμε. Έτσι, ή ‘Ορθόδοξη ‘Εκκλησία μας, μέ αγώνες πολλούς καί μέ αίματα, διαφύλαξε τό «Πιστεύω» ανόθευτο διά μέσου τών αιώνων. Δέν συνέβη όμως τό ίδιο μέ τούς Φραγκολατίνους, τούς «Ρωμαιοκαθολικούς» πού λέμε, οι όποίοι τόλ­μησαν νά βάλουν βέβηλο χέρι στό «Πιστεύω» καί τό νόθευσαν μέ τή λέξη «Φιλιόκβε», πού πρόσθεσαν. Καί μόνο αυτή ή πράξη τών «Ρωμαιοκαθολικών» δείχνει τήν ασέβειά τους πρός τά ιερά καί θεόπνευστα δημιουργήματα τών άγίων Πατέρων. Καί πρώτο καί μεγαλύτερο τέτοιο δημιούργημα είναι τό αθάνατο «Πιστεύω» μας.

Τέλος, αγαπητοί μου, θά σας πώ ενα ωραίο, πού μου είπε ενας ευσεβής λαϊκός γέ­ροντας, όταν ήμουν νεαρός κληρικός. Μέ ρώτησε: «Ποιό γράμμα απουσιάζει από τό “Πι­στεύω”;». Καί εγώ δέν ήξερα νά του απαντήσω. «Τό “Πιστεύω” — μού είπε—, δέν εχει τό γράμμα ψ, γιατί δέν εχει κανένα ψέμα, αλλά είναι όλο ΑΛΗΘΕΙΑ»!

Share Button