Αρχιμ. Διονυσίου Καραγιάννη για την Romfea.gr
Κυριακή Β’ Νηστειών και η Εκκλησία μας φέρνει παράδειγμα πίστεως και ζωής τον Άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, Αρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης, που κατά τον υμνογράφο είναι ‘’τὸν τῆς Ἐκκλησίας διδάσκαλον τοῦ φωτὸς τοῦ θείου τὸν κήρυκα’’.
Η διάκριση ουσίας και ενεργειών στο Θεό συνεπάγεται με το μεθεκτό και το αμέθεκτο του Θεού. Η ουσία του θεού είναι απρόσιτη και άγνωστη στην δημιουργία, συμπεριλαμβανομένων και των άνθρωπών. Ωστόσο ο άνθρωπος μπορεί να έρθει σε σχέση και κοινωνία με τον θεό μέσα από τις άκτιστες ενέργειές του, και την χάρη που προσφέρεται απλόχερα.
Σε αυτήν την σχέση αγιασμού και κοινωνίας η καρδιά και όχι ο νους είναι αυτή που είναι η οδός για να έχει ο άνθρωπος την θεία εμπειρία του ακτίστου φωτός. Έτσι ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς μας φέρνει το παράδειγμα του ήλιου.
Ενώ είναι μακριά από εμάς, και αν μπορούσαμε να πάμε θα καιγόμασταν, και θα είμασταν και τυφλοί, έτσι και στο Θεό η ουσία είναι άγνωστη και αμέθεκτη και μόνο από τις άκτιστες ενέργειές του, που ακτινοβολούν, αγγίζουν την ανθρώπινη ύπαρξη και την μεταμορφώνουν. Έτσι και το πρόσωπο του προφήτου Μωυσή έλαμψε στο όρος Σινά.
Αλλά ίσως αναρωτηθεί κανείς σε τι μας ωφελεί εμάς σήμερα μια διδασκαλία ενός Αγίου, Ησυχαστή, που επικεντρώθηκε στην νοερά προσευχή, ως πρακτική εφαρμογή των μοναχών και των λαϊκών του 14ου αιώνα;
Γιατί σε εμάς σήμερα η διάκριση ουσίας και ενέργειας του Θεού είναι βασικό στοιχείο της ορθόδοξης πνευματικότητας και της προσωπικής μας σχέσης με το Θεό; Πολλοί από εμάς, ως επί το πλείστον δεν είναι μοναχοί και ασκητές.
Η εν Χριστώ μάθηση στην ασκητική προσευχητική μέθοδο των Πατέρων, μας δίνει και μας προσφέρει την δυνατότητα να γευτούμε και εμείς από το Άκτιστο φως του Θεού και σήμερα, μας δίνει τα εφόδια και τα απαραίτητα εκείνα πνευματικά αγαθά που θα μετέχουμε και εμείς σ’αυτήν την εμπειρία.
Δεν είναι, επομένως, απλός προβληματισμός που αποτελεί τη βάση του Ησυχασμού. Ούτε είναι κάποια υπερ-γνωστική εσωτερική αυτο-αποκάλυψη του νου, που αποτελεί την ησυχαστική εμπειρία.
Αισθανόμαστε από αυτές τις βαθιές δηλώσεις του Αγίου Γρηγορίου του Παλάμα, τα όρια της θείας παρουσίας, έξω από τις ψυχικές δυνατότητες, που στα βάθη της καρδιάς του ανθρώπου, η προσευχή είναι η εργασία για ένωση με τον Θεό.
Η νοερά προσευχή που μας καταθέτει ο Άγιος ως πνευματική παρακαταθήκη δεν είναι μόνο για αυτούς που ζουν στα μοναστήρια και στις ερήμους, αλλά και για τους πιστούς στον κόσμο. Αυτή η προσευχή κατεβάζει τον νου του ανθρώπου στην καρδιά. Η καρδιά στην νηπτική ησυχαστική παράδοση είναι στο κέντρο του ηθικού και πνευματικού, και περισσότερο ο θρόνος και ο τόπος της χάριτος του Θεού.
Εκεί συναντά ο άνθρωπος τον Θεό και ο Θεός τον άνθρωπο. Σε αυτήν την συνάντηση θα έρθουν οι ρυπαρές, αμαρτωλές σκέψεις και επιθυμίες που προσπαθούν να μολύνουν την καρδιά μας και να διακόψουν αυτήν την γεύση του ακτίστου φωτός.
Γι’αυτό και χρειάζεται ησυχία, ένας ιδιαίτερος τρόπος που μας προφυλάσσει από τις πανουργίες του διαβόλου και τις επιθυμίες μας.
Η νοερά προσευχή με την βασική προϋπόθεση της διάκρισης ουσίας και ενέργειας είναι φως που φωτίζει την ψυχή του ανθρώπου. Είναι μια αλυσίδα που συνδέει τον άνθρωπο με τον Θεό.
Αυτά τα δύο δεν είναι δογματικές ή αφηρημένες έννοιες και πολύ περισσότερο κάποιες φιλοσοφικές απόψεις του Αγίου. Στην Κυριακή β΄ των Νηστειών μας υπενθυμίζει ο κήρυξ της χάριτος ότι ο Θεός είναι φως, αυτό μας λέει ο άγιος, ένα φως στο οποίο δεν υπάρχει το σκοτάδι.
Η νοερά προσευχή μας βοηθά να γευθούμε αυτήν τη θεοποιό κατάσταση και εμπειρία, γιατί αλλιώς και σε εμάς ο Θεός, το άκτιστο φως θα παραμένει άγνωστο και αόρατο και δεν θα αγγίξει την καθημερινή μας ζωή.
Αυτό το φως και την εμπειρία μας την δίνει η Εκκλησία μέσω των μυστηρίων της και με την νοερά προσευχή αυξάνεται για να γίνουμε και εμείς δοχεία της χάριτος του Θεού. Αμήν.