«Όταν αναθέτουμε το μέλλον μας στον Θεό, Τον υποχρεώνουμε να μας βοηθήση» «Ή εμπιστοσύνη στον Θεό έχει μητέρα την πίστη »

– Γέροντα, νιώθω μιά ανασφάλεια, εχω άγχος.
– Άσφαλίσου, βρέ παιδάκι μου, στον Θεό. Μόνον την ασφάλεια τού αυτοκινήτου ξέρεις; Τήν ασφάλεια τού Θεού δέν τήν ξέρεις;
Κάνε τόν σταυρό σου καί, πρίν κάνης οτιδήποτε, πές: «Χριστέ μου, Παναγία μου, βοήθησε με». Υπάρχει μεγαλύτερη ασφάλεια άπό τήν εμπιστοσύνη στον Θεό;
Όταν ό άνθρωπος εμπιστεύεται τόν εαυτό του στον Θεό, δέχεται συνέχεια άπό τόν Θεό βενζίνη «σούπερ» καί τό πνευματικό του όχημα δέν σταματάει ποτέ- τρέχει συνέχεια.
Όσο μπορείς, νά προσεχής, νά προσεύχεσαι καί νά εμπιστεύεσαι στον Θεό, καί Εκείνος θά σε βοηθήση σέ κάθε σου δυσκολία.
Απλοποίησε την ζωή σου με την απόλυτη εμπιστοσύνη στον Θεό, για να έλευθερωθής από το άγχος και την αγωνία.
– Γέροντα, όταν μου λένε νά κάνω κάτι, ξεκινώ πάντα με έναν φόβο και έναν δισταγμό, και τελικά μπορεί από τόν φόβο μου νά μην το κάνω όπως πρέπει.
– Νά κάνης τόν σταυρό σου, καλό μου παιδί, και νά το κάνης αυτό πού σού λένε. Άν πής «Δι’ ευχών των Αγίων Πατέρων ημών», τόσοι Άγιοι είναι, ένας άπό αυτούς δεν θά σέ βοηθήση;
Νά μη χάνης ποτέ την εμπιστοσύνη σου στον Θεό. Μη σφίγγεσαι μέ την στενή σου ανθρώπινη λογική και βασανίζεσαι και εμποδίζεις την θεία βοήθεια. Ή εμπιστοσύνη τοϋ εαυτού σου και της εργασίας σου στον Θεό, μετά άπό την ανθρώπινη συνετή ενέργεια σου, πολύ θά σέ βοηθήση, άλλα θά βοηθήση
και τους άλλους.
Είναι μεγάλο πράγμα ή εμπιστοσύνη στον Θεό. Μιά φορά ήταν νά μοϋ πάρουν αίμα. Ήταν τέσσερις γιατρέσσες. Έρχεται ή πρώτη, μέ παίδεψε· δέν μπόρεσε νά βρή φλέβα. Έρχεται ή δεύτερη, τά ίδια. Έρχεται ή τρίτη, πού ήταν καί ειδικευμένη σέ αυτό, τίποτε.
Εκείνη τήν ώρα περνούσε καί ή τέταρτη γιατρέσσα. Είδε πού μέ παίδευαν καί ήρθε νά δοκιμάση καί αυτή. Έκανε πρώτα τόν σταυρό της καί αμέσως βρήκε φλέβα, γιατί ζήτησε τήν βοήθεια του Θεού. Οι άλλες κατά κάποιον τρόπο είχαν εμπιστοσύνη μόνο στον εαυτό τους.
Μεγάλη υπόθεση νά αφήνεται κανείς στά χέρια του Θεού! Οι άνθρωποι βάζουν στόχους καί προσπαθούν νά τους επιτύχουν, χωρίς νά άφουγκράζωνται ποιο είναι το θέλημα του Θεού καί χωρίς νά συμμορφώνωνται προς αυτό.
Πρέπει νά αφεθούμε μέ εμπιστοσύνη στον Θεό νά κατευθύνη τά πράγματα καί έμεϊς νά κάνουμε το χρέος μας μέ φιλότιμο. Άν ό άνθρωπος δέν έμπιστευθή στον Θεό, ώστε νά εγκατάλειψη τελείως τόν εαυτό του στά χέρια Του, θά βασανίζεται.
Οί άνθρωποι συνήθως κατά φεύγουν πρώτα στην ανθρώπινη παρηγοριά καί, όταν απογοητευθούν από τους ανθρώπους, τότε καταφεύγουν στον Θεό.
Αν όμως θέλουμε να μη βασανιζώμαστε, να ζητούμε την θεία παρηγοριά, γιατί αυτή είναι καί ή μόνη αληθινή παρηγοριά. Δεν φθάνει ή πίστη[1] στον Θεό· χρειάζεται καί ή εμπιστοσύνη στον Θεό. Ή εμπιστοσύνη στον Θεό ελκύει τήν βοήθεια Του.
Ό Χριστιανός πιστεύει καί εμπιστεύεται τον εαυτό του στον Θεό μέχρι θανάτου, καί τότε βλέπει καθαρά το χέρι τοϋ Θεού πού τόν σώζει.
Ό Απόστολος Παύλος λέει ότι πίστη είναι νά πιστεύουμε στά μη βλεπόμενα, όχι απλώς στά βλεπόμενα[2]. Όταν αναθέτουμε τό μέλλον μας στον Θεό, Τόν υποχρεώνουμε νά μας βοηθήση. Ή απόλυτη εμπιστοσύνη στά χέρια τοϋ Θεού έχει μητέρα τήν πίστη, με τήν οποία προσεύχεται κανείς μυστικά καί απολαμβάνει τους καρπούς της ελπίδος.
Είναι μία συνεχής προσευχή καί φέρνει θεία αποτελέσματα τήν ώρα πού πρέπει. Τότε φυσικά ο άνθρωπος ζή αγγελική ζωή καί ξεσπάει σε δοξολογία: «Άγιος, Άγιος, Άγιος Κύριος Σαβαώθ»[3]. Γιατί δ άνθρωπος μπορεί νά κάνη τήν ζωή του παραδεισένια, εάν εχη εμπιστοσύνη στον Θεό, Τόν δοξάζη γιά όλα καί δέχεται νά τόν κυβερνάη σάν καλός Πατέρας.
Διαφορετικά, κάνει τήν ζωή του κόλαση. Είναι μεγάλο πράγμα νά νιώθη δ άνθρωπος άπό τούτη τήν ζωή ένα μέρος της χαράς του Παραδείσου.
– Γέροντα, όσον άφορα στην σωματική ή τήν ψυχική υγεία, μέχρι ποιο σημείο πρέπει νά άφήνη κανείς τόν εαυτό του στά χέρια τοϋ Θεού;
– Εμπιστεύεται κανείς πρώτα τόν Θεό, καί μετά άπό τόν Θεό, θά έμπιστευθή καί τόν κατάλληλο άνθρωπο.

 

« Πίστη και αγάπη»

– Γέροντα, τί σχέση υπάρχει ανάμεσα στην πίστη και την αγάπη;
– Πρώτα είναι ή πίστη καί μετά έρχεται ή αγάπη. Πρέπει να πιστεύη κανείς, γιά νά άγαπάη. Δεν μπορεί νά άγαπήση κάτι πού δεν το πιστεύει.
Γι’ αυτό, γιά νά αγαπήσουμε τόν Θεό, πρέπει νά πιστέψουμε στον Θεό. Ανάλογη με την πίστη πού έχει κανείς είναι καί ή ελπίδα καί ή αγάπη καί ή θυσία γιά τόν Θεό καί τόν πλησίον.
Ή θερμή πίστη στον Θεό γεννάει τήν θερμή αγάπη προς τόν Θεό καί προς την εικόνα τού Θεού, τόν συνάνθρωπο μας.
Καί από τήν υπερχείλιση της αγάπης μας – πού δεν χωράει στην καρδιά καί χύνεται έξω – ποτίζονται καί τα καημένα τά ζώα. Πιστεύουμε πολύ, αγαπάμε πολύ.
Άν ή πίστη μας είναι χλιαρή, καί ή αγάπη μας θά είναι χλιαρή. Άν ή πίστη μας είναι θερμή, καί ή αγάπη μας θά είναι θερμή.
Ή πίστη μας πρέπει νά εχη φιλότιμο καί άπό ‘κεί ξεκινάει ό φιλότιμος αγώνας. Καί όσο αγωνίζεται κανείς φιλότιμα, τόσο αυξάνει καί ή πίστη, αυξάνει καί ή αγάπη.
Πολύ βοηθάει στον φιλότιμο αυτόν αγώνα νά σκέφτεται ό άνθρωπος τις ευεργεσίες τού Θεού. Ένας πού έχει φιλότιμο δεν σκέφτεται άν ύπάρχη ή δεν ύπάρχη Παράδεισος, άλλα αγωνίζεται, γιατί πιστεύει στον Θεό καί Τόν αγαπάει.
Ένώ ένας πού δεν έχει φιλότιμο, θά άρχίση νά σκέφτεται: «Καί γιατί νά αγωνισθώ; Άραγε υπάρχει Παράδεισος; Υπάρχει Κρίση;».
Καί όταν κανείς είναι αχάριστος, ό,τι καί νά τόν κάνης, αχάριστος θά είναι. Ό φιλότιμος καί στους πειρασμούς δοξολογεί τόν Θεό, καί σιγά-σιγά φθάνει νά εύγνωμονή συνέχεια τόν Θεό, οπότε έρχεται ή θεία αλλοίωση στην ψυχή του καί χαίρεται συνέχεια καί άγάλλεται.
Άλλος καί πειρασμούς μπορεί νά μήν έχη, άλλα μόνον ευλογίες, καί ποτέ νά μήν είναι ευχαριστημένος.
Μετά τήν αγάπη προς τόν Θεό έρχεται ή θυσία. Καί όταν ύπάρχη θυσία χωρίς ιδιοτέλεια, τότε αρχίζει κανείς νά έχη καί θεια γεγονότα. Νά κάνω μιά θυσία όχι γιά τίποτε άλλο, αλλά γιά τόν Θεό πού έφτιαξε αυτό το σύμπαν καί μας δίνει τόσες ευλογίες.
Βλέπεις, οι ειδωλολάτρες πού θεοποιούσαν τήν φύση, λάτρευαν τόν ήλιο, τά ποτάμια καί έφθαναν νά θυσιασθουν γι’ αυτή τους τήν πίστη. Αν λοιπόν εκείνοι θυσιάζονταν γιά τήν δημιουργία, πόσο μάλλον εμείς πρέπει νά θυσιασθούμε γιά τόν Δημιουργό!
Οι άνθρωποι δεν πιστεύουν καί γι’ αυτό δεν θυσιάζονται. Όλη ή αδιαφορία άπό ΄κει ξεκινάει. Άλλος βρίζει τά θεία, άλλος μισοπιστεύει καί ταλαιπωρείται. Γιά νά χαίρεται πραγματικά κανείς, πνευματικά, πρέπει νά πιστεύη καί νά άγαπάη.

1. Στο σημείο αυτό ή πίστη έχει τήν έννοια της αποδοχής απλώς τής υπάρξεως του Θεού, ή όποια δέν αρκεί γιά τήν έν Χριστώ ζωή.
2. Βλ. Έβρ. 11, 1.
3. Ήσ. 6, 3.

Share Button