Και, λοιπόν, στο σημερινό Ευαγγέλιο βλέπουμε πώς ήρθε ο Χριστός, πώς ο δαιμονισμένος άνθρωπος – με τον οποίον καμιά φορά τόσο μοιάζουμε – στάθηκε μπροστά Του – πρόσωπο με πρόσωπο –, και Τον ρώτησε – Τον Άνθρωπο, Τον μοναδικό γνήσιο Άνθρωπο: Τί δουλειά έχεις μ΄εμένα, Ιησού; Τί κοινό υπάρχει μεταξύ μας; Γιατί ήρθες; Για να με βασανίσεις; Και ο Χριστός διέταξε να βγει το κακό και καταστρεπτικό πνεύμα από τον άνθρωπο. Και ο νους του ανθρώπου φωτίστηκε, η καρδιά του ηρέμησε, και ο ίδιος έγινε πάλι άνθρωπος και άρχισε, στα πόδια του Χριστού, να Τον ακούει, να ακούει το λόγο της ζωής.
Όλοι εμείς μπορούμε να πλησιάσουμε έτσι προς το Χριστό, έστω στις προσευχές μας, έστω μέσω των μυστηρίων, εκείνων των ισχυρών, αήττητων ενεργειών του Θεού για να γίνουμε ελεύθεροι, ελεύθεροι από όλες τις καταστροφικές δυνάμεις μέσα μας – αν μόνο διαμένουμε μαζί με το Χριστό για να γίνουμε εντελώς υγιές και δεν επιστρέφουμε ξανά σε ό,τι μας δηλητηριάζει και μας καταστρέφει, αλλά κηρύττουμε στον κόσμο τί μας έχει προσφέρει ο Χριστός.
Γι΄αυτό ας μην διαβάσουμε αυτή την ιστορία σαν να είναι μακριά από μας σαν να μην έχει καμία σχέση με μας. Μας αφορά άμεσα. Ας κοιτάξουμε μέσα μας. Τί υπάρχει, που μας σκοτεινιάζει το νου, συσκοτίζει την καρδιά μας, οδηγεί τη θέλησή μας στο κακό, κάνει τα λόγια μας κενά, κακά, τρομερά και νεκρά, και τις πράξεις μας καταστροφικές; Ας πλησιάσουμε προς τον Χριστό, όπως δαιμονισμένος, στην εξομολόγηση, στη μετάληψη, στο ευχέλαιο και στις προσευχές μας. Μα, ας ζητήσουμε και από τους δικούς μας και τους φίλους μας να μας θυμηθούν στις δικές τους προσευχές. Και θα θεραπευτούμε.
+ μητρ. Αντώνιος Bloom