Πρωτοπρεσβύτερος Θεόδωρος Ζήσης
Ὁμότιμος Καθηγητής Θεολογικῆς Σχολῆς Α.Π.Θ.
ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΚΗ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΤΕΣΣΕΡΙΣ ΚΑΘΗΓΗΤΕΣ
Ματθ. 6, 32: «Πάντα γάρ ταῦτα τά ἔθνη ἐπιζητεῖ»
1. Ἡ μετάφραση ἐπιτρέπεται ὑπό ὅρους
Εἶναι γνωστόν ὅτι ὁ Προτεσταντισμός ἀπό τήν ἐποχή πού ἐμφανίσθηκε τόν 16ο αἰώνα, γιά νά θεραπεύσει τίς ἀκρότητες καί παρεκκλίσεις τοῦ Παπισμοῦ, περιέπεσε σέ χειρότερες ἀκρότητες καί πλάνες μέ τήν ὁλοκληρωτική ἄρνηση τῆς Πατερικῆς Παραδόσεως καί τήν μονομερῆ ἔξαρση τῆς Βίβλου ὡς μοναδικῆς πηγῆς τῆς ἐκκλησιαστικῆς διδασκαλίας καί ζωῆς. Πιστεύοντας ὅτι ὅλα τά κακά ὀφείλονται στήν ἄγνοια τῆς Βίβλου ἐπιδόθηκαν σέ ἐντατική προσπάθεια νά τήν διαδώσουν σέ ὅλους τούς λαούς μέ τήν ἵδρυση βιβλικῶν ἑταιρειῶν καί ἱεραποστολῶν, μέ τήν καλλιέργεια καί ἀνάπτυξη τῶν βιβλικῶν σπουδῶν καί τήν μετάφραση τῆς Βίβλου σέ πλῆθος γλωσσῶν καί διαλέκτων.
Καί μολονότι δέν μπορεῖ κανείς νά ἀγνοήσει ὅτι τό Εὐαγγέλιο μέ τήν διάδοση καί τίς μεταφράσεις ἔγινε γνωστό σέ πολλούς λαούς, ἐπίσης δέν μπορεῖ νά ἀμφισβητήσει ὅτι μαζί μέ τό πλῆθος τῶν μεταφράσεων συνεισῆλθε καί πλῆθος παρανοήσεων καί ἑρμηνευτικῶν ἀτοπημάτων, διότι οἱ μεταφραστές ἐμπιστευόμενοι τήν σοφία τους ἤ παρακινούμενοι ἀπό ὁμολογιακές δογματικές σκοπιμότητες παρερμήνευαν τά βιβλικά κείμενα καί ἐπρόδιδαν πολλές φορές τό νόημά τους, γιά νά ἐξυπηρετήσουν προσηλυτιστικούς σκοπούς.
Γιά τόν λόγο αὐτό ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἀρχικά ἀπαγόρευσε παντελῶς τήν μετάφραση τῶν κειμένων τῆς Ἁγίας Γραφῆς, εἶναι δέ γνωστόν ὅτι ἀκόμη καί ἐξεγέρσεις σημειώθηκαν στήν Ἀθήνα ἀπό τούς φοιτητές τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τό 1901, τά γνωστά «Εὐαγγελικά», ἐναντίον τῆς μετάφρασης τοῦ Ἀλ. Πάλλη στήν δημοτική γλώσσα. Τελικῶς ἐπεκράτησε ἡ ἄποψη ὅτι ἐπιτρέπονται οἱ μεταφράσεις μετά ἀπό ἔγκριση τῶν ἐκκλησιαστικῶν ἀρχῶν, οἱ ὁποῖες ὑποτίθεται ὅτι ἐλέγχουν τήν ὀρθότητα τῆς μετάφρασης, καί ἐφ᾽ ὅσον πάντοτε μαζί μέ τήν μετάφραση συνεκδίδεται καί τό ἀρχαῖο κείμενο, ὥστε νά εἶναι εὐχερής ὁ ἔλεγχος τῶν μεταφραζομένων.
Οὐδέποτε πάντως καί εἰς οὐδένα περνοῦσε ἡ σκέψη ὅτι στό θέμα τῶν μεταφράσεων θά συνεργαζόταν ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μέ τίς προτεσταντικές Βιβλικές Ἑταιρεῖες, οἱ ὁποῖες ἦσαν πρόθυμες καί νά χρηματοδοτήσουν τήν ἔκδοση τῶν μεταφράσεων σέ ἑκατομμύρια ἀντιτύπων καί νά συνεργασθοῦν μέ τούς δικούς τους ἀντιπροσώπους στήν μεθοδολογία τῆς μετάφρασης. Δυστυχῶς μέ τήν διάδοση καί ἐνίσχυση τοῦ συγκρητιστικοῦ Οἰκουμενισμοῦ καί τήν συμμετοχή μας στό προτεσταντικό «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν» ἡ Ὀρθόδοξη αὐτοσυνειδησία ἔχει διαβρωθῆ, καί ὁ Προτεστανισμός, ὅπως βέβαια καί ὁ Παπισμός καί ἄλλες αἱρέσεις, δέν ἀντιμετωπίζονται ἀμυντικά καί θεραπευτικά, ἀλλά «ἀγαπητικά» ὡς ἐκκλησίες καί ὄχι ὡς αἱρέσεις, κατά ἐπίσημη μάλιστα τώρα ἀπόφαση τῆς ψευδοσυνόδου τῆς Κρήτης.
Ὅ,τι ὅμως ἦταν ἀδιανόητο πρίν ἀπό μερικές δεκαετίες, τώρα εἶναι πραγματικότητα πού δέν ἐνοχλεῖ κανένα, ἀκόμη καί ὅταν ἀπό εἰδήμονες ἐπισημαίνονται λάθη καί διαστρεβλώσεις τῶν βιβλικῶν κειμένων. Τώρα ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, ἀντί νά φροντίσει μέ δικά της ἐπιτελεῖα ἐπιστημόνων νά ἐκδώσει μετάφραση τῆς Κ. Διαθήκης στήν ἁπλοελληνική γλώσσα μέσῳ τῆς Ἀποστολικῆς Διακονίας, ἐπέτρεψε νά κυκλοφορήσει ἡ «Βιβλική Ἑταιρεία» μέ πατριαρχικό μάλιστα ἐγκριτικό ἔγγραφο τοῦ 1973 τό βιβλίο «Ἡ Καινή Διαθήκη. Τό πρωτότυπον κείμενον μέ νεοελληνικήν μετάφρασιν», τῶν παλαιῶν καθηγητῶν Β. Βελλα, Ἀρχιμ. Ευαγ. Αντωνιαδη, Αμ. Αλιβιζατου καί Γερασ. Κονιδαρη. Ἦταν δύσκολο νά στεγάσει ἡ Ἀποστολική Διακονία αὐτήν τήν μετάφραση; Ἔπρεπε νά ἀφήσουμε τήν «Βιβλική Ἑταιρεία» τῶν Προτεσταντῶν νά ἐμφανίζεται στά μάτια τῶν Ὀρθοδόξων ὡς ἀθώα περιστερά, συνεργαζόμενη μέ Ὀρθοδόξους καθηγητές καί εὐεργετοῦσα τούς Ὀρθοδόξους; Τουλάχιστον ὅμως σ᾽ αὐτήν τήν περίπτωση τῆς μετάφρασης τῶν τεσσάρων παλαιῶν καθηγητῶν συνεκδίδεται τό κείμενο μαζί μέ τή μετάφραση, καί δέν ἔχουν καταγγελθῆ ὁμολογιακές προσηλυτιστικές παρερμηνεῖες.
2. Ἡ Μετάφραση τῶν νέων τεσσάρων κρινόμενη
Τά πράγματα εἶναι πολύ χειρότερα μέ τήν μετάφραση τῶν νέων τεσσάρων καθηγητῶν Γ. Γαλιτη, Ιω. Καραβιδοπουλου, Ιω. Γαλανη καί Π. Βασιλειαδη πού κυκλοφορήθηκε σέ βιβλίο μέ τίτλο: «Ἡ Καινή Διαθήκη. Σέ μετάφραση στή δημοτική». Ἐκδίδεται ἀπό τήν «Ἑλληνική Βιβλική Ἑταιρεία» τῆς ὁποίας οἱ σχέσεις μέ τήν «Βιβλική Ἑταιρεία», τῶν Προτεσταντῶν πρέπει νά ἐρευνηθοῦν. Κυκλοφορεῖ μόνο σέ μετάφραση, χωρίς νά συνεκδίδεται τό κείμενο, ὥστε νά μή γίνεται ἀμέσως ὁ ἔλεγχος καί ἡ σύγκριση. Καί τό σημαντικώτερο καί σπουδαιότερο· ἡ μετάφραση τεκμηριωμένα καί ἀποδεικτικά ἐπικρίθηκε ἀπό τόν ἀείμνηστο καθηγητή Ἰωάννη Παναγόπουλο, ὁ ὁποῖος μέ σχετικό Ὑπόμνημα πρός τήν Ἱερά Σύνοδο παρουσίασε τίς ἀστοχίες καί τίς ἐλλείψεις τῆς μετάφρασης, μέ συνέπεια ἡ Ἱερά Σύνοδος νά ἀπαγορεύσει τήν κυκλοφορία της. Ἀναγκάσθηκαν τότε οἱ μεταφραστές νά κάνουν κάποιες διορθώσεις καί βελτιώσεις, οἱ ὁποῖες, μολονότι δέν ἄλλαξαν τήν γενική εἰκόνα τῶν πολλῶν ἀτελειῶν σύμφωνα μέ νέο Ὑπόμνημα τοῦ καθηγητοῦ Ἰω. Παναγόπουλου, θεωρήθηκαν ἀπό τήν Ἱερά Σύνοδο ἐπαρκεῖς γιά νά ἐπιτραπεῖ ἡ κυκλοφόρηση τῆς μετάφρασης στούς Ὀρθοδόξους πιστούς.
Προηγοῦνται μάλιστα στήν ἀρχή τῆς μετάφρασης ἐγκριτικά γράμματα τῶν πατριαρχῶν Κωνσταντινουπόλεως, Ἀλεξανδρείας, Ἱεροσολύμων καί τοῦ ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν.
Μέ τό παρόν ἄρθρο δέν προτίθεμαι βέβαια νά προβῶ σέ κριτική ὅλης τῆς μετάφρασης. Ἡ ἀνάγνωση τῶν ὅσων εἶχε ἐπισημάνει ὁ καθηγητής Ἰω. Παναγόπουλος μέ εἶχε πείσει ὅτι ἦταν ἀπολύτως δικαιολογημένη ἡ κριτική του, καί ἡ ἀρχική καί ἡ μετά τίς βελτιώσεις καί διορθώσεις. Ἁπλῶς θά παρουσιάσω ἕνα μικρό δεῖγμα τῆς ἀπροσεξίας τους, ἡ ὁποία δέν δικαιολογεῖται μέ τίποτε, παρά μόνον ἄν ἡ παρερμηνεία ἔγινε γιά λόγους πού εὐνοοῦν τήν πλουτομανία τῶν Προτεσταντῶν, τήν διαθρησκειακή ἀνεκτικότητα καί τήν δῆθεν ἀγάπη πρός ὅλους μέ τήν ἀποφυγή τῆς κριτικῆς καί τοῦ ἐλέγχου.
Συγκεκριμένα: Ἀσχολούμενος μέ τήν ἐπί τοῦ Ὄρους Ὁμιλία τοῦ Κυρίου σέ σειρά μαθημάτων σέ ὑπαίθριο Ἀρχονταρίκι κατά τό ἐφετινό καλοκαίρι (2019) συμβουλευόμουν τίς πιό γνωστές νεοελληνικές μεταφράσεις γιά τά κείμενα πού ἑρμήνευα καί ἐσχολίαζα. Ὅταν λοιπόν παρουσίαζα τό 6ο κεφάλαιο τοῦ Κατά Ματθαῖον Εὐαγγελίου στό δεύτερο μισό του, πού γίνεται λόγος γιά τό πῶς πρέπει οἱ Χριστιανοί νά ἀντιμετωπίζουμε τούς θησαυρούς τῆς γῆς, τά ὑλικά ἀγαθά δηλαδή καί τόν πλοῦτο καί ὅτι πρέπει νά μή μεριμνοῦμε μέ ἄγχος γιά τήν τροφή καί τήν ἔνδυσή μας, ἀφοῦ ὁ οὐράνιος Πατέρας φροντίζει γιά μᾶς πολύ περισσότερο ἀπό ὅσο φροντίζει γιά τά πετεινά τοῦ οὐρανοῦ καί γιά τά κρίνα τοῦ ἀγροῦ, παρατήρησα ὅτι τή φράση τοῦ Εὐαγγελίου «πάντα γάρ ταῦτα τά ἔθνη ἐπιζητεῖ», πού σημαίνει ὅτι ὅλα αὐτά, τόν πλοῦτο δηλαδή καί τήν καλοπέραση τά ἐπιθυμοῦν οἱ εἰδωλολάτρες, γιατί αὐτό σημαίνει ἡ λέξη «τά ἔθνη», ἡ μετάφραση τῶν τεσσάρων καθηγητῶν μεταφράζει διαφορετικά, ἀντίθετα πρός ὅλες τίς ἄλλες νεοελληνικές μεταφράσεις, ἀντίθετα πρός τήν πατερική ἑρμηνευτική Παράδοση, ἀντίθετα καί πρός ὅσα οἱ ἴδιοι σημειώνουν πίσω στό Γλωσσάριο γιά τήν ἔννοια τῆς λέξεως «ἔθνη – ἐθνικοί». Θέλουν ἆραγε νά ἀποσείσουν, νά διαγράψουν, τήν ἐκτίμηση τοῦ ἴδιου τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ ὅτι ἡ εἰδωλολατρία, γνώρισμα τοῦ ἀρχαίου κόσμου, ἦταν συνδεδεμένη μέ τήν ἐπιδίωξη τοῦ πλούτου, τῶν χρημάτων, τῆς καλῆς διατροφῆς καί ἔνδυσης, ἐνῶ ἀντίθετα ὁ Χριστιανισμός εἶναι ἀσκητικός, ὀλιγαρκής, δέν ἐνδιαφέρεται γιά τά παρόντα, ἀλλά γιά τά μέλλοντα; Μήπως αὐτό δέν θά ἦταν ἀρεστό στούς Προτεστάντες τῆς «Βιβλικῆς Ἑταιρείας», πού δέν θέλουν τόν ἀσκητικό Χριστιανισμό οὔτε εὐνοοῦν τόν Μοναχισμό, ἀλλά εἶναι ὑπέρ τοῦ πλούτου καί μακαρίζουν τούς πλουσίους καί οὐσιαστικῶς εἶναι καί αὐτοί «ἔθνη», εἰδωλολάτρες;
Ἄς παραθέσουμε ὅμως ἐνδεικτικά κάποιες νεοελληνικές μεταφράσεις, πού ὅλες συμφωνοῦν ὅτι ἡ λέξη «ἔθνη» σημαίνει τούς εἰδωλολάτρες, ἐκτός ἀπό τήν μετάφραση τῶν τεσσάρων νέων καθηγητῶν. Τό χωρίο Ματθ. 6, 32 ἔχει ὡς ἑξῆς στό πρῶτο του ἡμιστίχιο:
«Πάντα γάρ ταῦτα τά ἔθνη ἐπιζητεῖ»
Ι. Μετάφραση παλαιῶν τεσσάρων καθηγητῶν Β. Βελλα, Ευ. Αντωνιαδη, Αμ. Αλιβιζατου, Γερ. Κονιδαρη: «Διότι ὅλα αὐτά τά ἐπιδιώκουν οἱ ἐθνικοί»1.
ΙΙ. Μετάφραση καθηγητοῦ Π. Τρεμπελα: «Διότι οἱ ἐθνικοί καί εἰδωλολάτραι ζητοῦν ὅλα αὐτά ὡς τά μόνα σοβαρά καί ἀπαραίτητα»2.
ΙΙΙ. Μετάφραση Ι. Κολιτσαρα: «Διότι οἱ εἰδωλολάτραι (πού δέν γνωρίζουν τά αἰώνια ἀγαθά καί τήν στοργικήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ), ἐπιζητοῦν ἀποκλειστικά καί μόνον αὐτά τά φθαρτά ἀγαθά»3.
IV. Μετάφραση Ν. Σωτηροπουλου: «Ὅλα δέ αὐτά ἐπιδιώκουν (σάν νά εἶναι μέγιστα ἀγαθά) οἱ ἐθνικοί (οἱ εἰδωλολάτρες)»4.
V. Μετάφαση τεσσάρων νέων καθηγητῶν Γ. Γαλιτη, Ιω. Καραβιδοπουλου, Ιω. Γαλανη, Π. Βασιλειαδη: «Γιατί γιά ὅλα αὐτά ἀγωνιοῦν ὅσοι δέν ἐμπιστεύονται τό Θεό»5.
Ἡ τελευταία μετάφραση, ὅπως ἐλέχθη, διαφοροποιεῖται ἀπ᾽ ὅλες τίς ἄλλες, διότι, ἐκτός τοῦ ὅτι δέν συμπαραθέτει καί τό ἀρχαῖο κείμενο, ἀποκρύπτει τό ὅτι ὁ Χριστός ὁμιλεῖ γιά τούς εἰδωλολάτρες καί ὄχι γιά ὅσους δέν ἐμπιστεύονται τό Θεό, οἱ ὁποῖοι μπορεῖ νά εἶναι καί Ἰουδαῖοι καί Χριστιανοί, πού δέν ἔχουν ἀπόλυτη, ἀνεπτυγμένη πίστη, τούς λείπει ἡ πλήρης ἐμπιστοσύνη στό Θεό. Ἑπομένως ἡ προσκόλληση στά ὑλικά ἀγαθά δέν χαρακτηρίζει μόνον τούς εἰδωλολάτρες, ὅπως λέγει ὁ Χριστός, ἀλλά ὅσους δέν ἐμπιστεύονται τόν Θεό. Διορθώνουν οἱ μεταφραστές τόν Θεάνθρωπο Χριστό, ὅπως τόν διόρθωσε τελευταῖα ὁ πάπας σέ φράση τῆς Κυριακῆς Προσευχῆς, στό «Πάτερ ἡμῶν». Τό καταπληκτικό πού δείχνει ὄχι λεξιλογική καί ἐννοιολογική ἄγνοια ἀλλά μᾶλλον σκόπιμη παρερμηνεία εἶναι ὅτι στό «Γλωσσάριο» πού παραθέτουν στό τέλος τῆς μετάφρασης ἔχουν καί τήν λέξη «ἐθνικοί»,τῆς ὁποίας τό νόημα δίνουν ὡς ἑξῆς: «Ἐθνικοί ἤ ἔθνη ὀνομάζονται οἱ εἰδωλολατρικοί λαοί»6. Ἡ ἔκπληξη μεγαλώνει, ὅταν διαπιστώνει κανείς ὅτι οἱ ἴδιοι οἱ μεταφραστές ἑρμηνεύουν ἀλλοῦ τήν λέξη «ἔθνη» ὡς σημαίνουσα τούς εἰδωλολάτρες. Ὅταν π.χ. ὁ Χριστός ἀποστέλλει τούς Μαθητές Του εἰς τό κήρυγμα πρό τῆς Πεντηκοστῆς, τούς λέγει: «Εἰς ὁδόν ἐθνῶν μή ἀπέλθητε καί εἰς πόλιν Σαμαρειτῶν μή εἰσέλθητε» (Ματθ. 10, 5). Ἐδῶ οἱ τέσσερις νέοι καθηγητές μεταφράζουν σωστά γράφοντας: «Μή πάρετε τό δρόμο γιά τήν περιοχή πού κατοικοῦν εἰδωλολάτρες καί μήν μπεῖτε σέ πόλη Σαμαρειτῶν»7. Φαντασθῆτε νά μετέφραζαν καί ἐδῶ ὅπως στό Ματθ. 5, 32 καί νά ἔλεγαν: «Μήν πάρετε τό δρόμο γιά τήν περιοχή πού κατοικοῦν αὐτοί πού δέν ἐμπιστεύονται τόν Θεό».
Οὔτε στήν Ὀρθόδοξη Ἑρμηνευτική Πατερική Παράδοση ὑπάρχει ἔστω κάποια ὑπόνοια πού θά δικαιολογοῦσε τήν δική τους μεταφραστική παραδοξότητα, νά μεταφράζουν δηλαδή τή λέξη «ἔθνη» ὄχι πώς σημαίνει τούς εἰδωλολάτρες, ἀλλά ὅσους δέν ἐμπιστεύονται τόν Θεό. Καί δέν χρειαζόταν νά ψάξουν πολύ. Ὁ ἀείμνηστος καθηγητής Παν. Τρεμπέλας στό ἑρμηνευτικό του Ὑπόμνημα εἰς τό κατά Ματθαῖον Εὐαγγέλιον ἔχει σχετικές γνῶμες Ἁγίων Πατέρων.
Ἡ μόνη ἄλλη ἐξήγηση πού θά ἐφώτιζε αὐτήν τήν ἀπίστευτη διαστρέβλωση τῆς ἔννοιας τοῦ βιβλικοῦ αὐτοῦ χωρίου εἶναι ὁ ἐκ τῶν τεσσάρων μεταφραστής τοῦ Κατά Ματθαῖον νά εἶχε ὡς βοήθημα κάποια ξένη προτεσταντική μετάφραση, ἀγγλική, γαλλική, γερμανική, καί αὐτήν νά ἀκολούθησε, χωρίς οἱ ἄλλοι τρεῖς νά τό ἐλέγξουν. Ἄς τό ἐρευνήσουν αὐτό οἱ ἴδιοι ἤ ἄλλοι ὁμότεχνοι καί μαθητές τους καί ἄς μᾶς δώσουν κάποια ἐξήγηση. Ἐμεῖς θά ἐξακολουθήσουμε, ὅσο ἐπιτρέπει ὁ Θεός, νά προβάλλουμε τήν Ὀρθόδοξη Ἑρμηνευτική Παράδοση καί νά μήν ἐνισχύουμε τόν προτεσταντικό ἀντιπατερικό Βιβλικισμό καί τίς αὐθαιρεσίες του.
1. Ἡ Καινή Διαθήκη. Τό πρωτότυπον κείμενον μέ νεοελληνικήν μετάφρασιν, ἔκδ. Βιβλικῆς Ἑταιρείας, Ἀθῆναι 1967, σελ. 12.
2. Ὑπόμνημα εἰς τό κατά Ματθαῖον Εὐαγγέλιον, ἔκδ. Ἀδελφότητος Θεολόγων «Ὁ Σωτήρ», Ἀθῆναι 1989, σελ. 128-129.
3. Ἡ Καινή Διαθήκη. Κείμενον – Ἑρμηνευτική ἀπόδοσις, Ἀδελφότης Θεολόγων ἡ «Ζωή», Ἀθῆναι 199116, σελ. 35.
4. Ἡ Καινή Διαθήκη. Σέ μετάφραση στή δημοτική, Ἀθήνα 2001, ἔκδ. Ἀδελφότητος «Ὁ Σταυρός», σελ. 33.
5. Ἡ Καινή Διαθήκη. Σέ μετάφραση στή δημοτική, Ἑλληνική Βιβλική Ἑταιρεία, Ἀθήνα 2003, σελ. 18.
6. Αὐτόθι, σελ. 670.
7. Αὐτόθι, σελ. 27.