Μαθητικός διαγωνισμός – «Ένας σύγχρονος νέος – νέα συζητά με τον άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο»

 

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΝΑΥΠΑΚΤΟΥ ΚΑΙ ΑΓΙΟΥ ΒΛΑΣΙΟΥ
Μαθητικός διαγωνισμός για την εορτή των Τριών Ιεραρχών (30-1-2020)
ΘΕΜΑ: «Ένας σύγχρονος νέος – νέα συζητά με τον άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο»

Μαθητικός διαγωνισμός – «Ένας σύγχρονος νέος – νέα συζητά με τον άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο»Τι θα μπορούσε να ρωτήσει, να ζητήσει, να εκφράσει, να συζητήσει ένας νέος – μιά νέα της εποχής μας με έναν από τους Τρείς Ιεράρχες, οι οποίοι είχαν ελληνική παιδεία και χριστιανική πίστη, και τους διέκριναν πολλά χαρίσματα, αρετές, αναζητήσεις, ευαισθησίες κλπ.;

Να μελετήσετε τα παρακάτω κείμενα, που έχει γράψει ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος ή αναφέρονται σε αυτόν, τα οποία φανερώνουν μερικές ενδεικτικές πτυχές της παιδείας του (ευαισθησίες, προβληματισμούς, φιλομάθεια, αγάπη για την παιδεία και την αρχαιοελληνική και την χριστιανική, μετάνοια, αυτογνωσία, καθαρότητα από πάθη, αγώνα για την απόκτηση και κατοχή του αγαθού και των αρετών, οικουμενικότητα, αγάπη και γνώση του Θεού, φιλίες, φιλότιμο, δικαιοσύνη, απλότητα, λιτότητα, κλπ.).

Στα πλαίσια της μικρής αυτής γνωριμίας μέσα από τα κείμενα αυτά, τι νομίζετε ότι θα μπορούσε να γράψει, να ρωτήσει, να ζητήσει, να εκφράσει, να συζητήσει ένας σημερινός νέος – μιά νέα με τον άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο;

Σκεφτείτε και γράψτε ένα ποίημα ή ένα πεζό κείμενο με τον παραπάνω τίτλο.

Εναλλακτικά μπορείτε να χρησιμοποιήσετε και πληθυντικό αριθμό, δηλαδή: «Σύγχρονοι νέοι – νέες συζητούν με τον άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο».

*
Α) Ενδεικτικοί λόγοι του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου

Ι) «Γιά τήν ζωή του». Ποίημα του αγίου Γρηγορίου (ἀπόσπασμα-παράφραση)

Σ’ ἄλλους εἶναι ἀγαπητός ὁ χρυσός καί τ’ ἀσήμι,
τά ὁποῖα ποθοῦν, καί καθισμένοι σέ ἀμέτρητους θησαυρούς
ὅλο τούς φροντίζουν, γιά νά ἔχουν λίγη εὐχαρίστηση καί πολύ πόνο.
Γιά μένα, ὅμως, φθάνει τό γλυκό ψωμί, τό λίγο φαΐ,
τό πρόχειρο τραπέζι καί λίγο νερό νά πίνω, γιά νά ἔχω καθαρό μυαλό.
Αὐτά εἶναι ἄριστος πλοῦτος γιά μένα,
ἀλλά καί ὁ Χριστός εἶναι πλοῦτος μου, πού πάντα ὑψώνει τόν νοῦ μου.
Δέν ἐπιθυμῶ χωράφια γόνιμης γῆς καί καλούς δενδρῶνες
οὔτε κοπάδια βοδιῶν καί ἁπαλά μαλλιά προβάτων
οὔτε μ’ εὐχαριστοῦν οἱ δοῦλοι, πού εἶναι δική μου γενιά,
τούς ὁποίους ἡ τυραννία ἡ ἀρχαία τούς χώρισε,
καί μᾶς ἔδωσε ὄνομα διπλό, εὐγενεῖς καί δούλους,
ἐνῶ εἴμαστε μιᾶς γῆς βλαστήματα, εἴτε τῆς γῆς εἴτε τοῦ Θεοῦ.
… … …
Σέ μένα εἶναι ἀγαπητή μόνο ἡ δόξα τῶν λόγων (τῶν γραμμάτων),
τούς ὁποίους συνέλεξα σ’ ἀνατολή καί δύση,
καί στό καύχημα τῆς Ἑλλάδος, τήν Ἀθήνα.
Σ’ αὐτούς πολύ κόπιασα πολλά χρόνια,
ἀλλά κι αὐτούς γονατιστούς τούς ἔριξα μπροστά στά πόδια τοῦ Χριστοῦ,
ἀφοῦ οἱ λόγοι (τά γράμματα) πού ἔμαθα ὑποχώρησαν στόν λόγο τοῦ μεγάλου Θεοῦ,
πού ξεπερνᾶ κάθε πολύμορφο καί πολύπλοκο λόγο τοῦ ἀνθρώπινου μυαλοῦ.

ΙΙ) Από τον λόγο του Αγίου Γρηγορίου «Ἐπιτάφιος εἰς τόν Μέγαν Βασίλειον»

«…Ἀπό ἐδῶ (τό Βυζάντιο) κατευθύνεται (ὁ Βασίλειος) ἀπό τόν Θεό καί ἀπό τήν ἐπαινετή ἀπληστία γιά τήν παιδεία (τήν μόρφωση, τήν μάθηση) στήν Ἀθήνα, τήν γῆ τῶν λόγων (τῶν γραμμάτων). Στήν Ἀθήνα πού στάθηκε πράγματι χρυσή γιά μένα καί μοῦ προξένησε καλό, περισσότερο ἀπό κάθε ἄλλον. Αὐτή ἔγινε αἰτία νά γνωρίσω καλύτερα τόν Βασίλειο, πού καί προηγουμένως δέν μοῦ ἦταν ἄγνωστος. Γράμματα ἐπιζητοῦσα καί βρῆκα εὐδαιμονία» …..
«Νομίζω πώς ἔχει γίνει παραδεκτό ἀπ’ ὅλους τούς συνετούς ἀνθρώπους ὅτι ἡ παιδεία εἶναι τό πρῶτο ἀπό τά ἀγαθά πού ἔχουμε. Καί ὄχι μόνο ἡ χριστιανική μας παιδεία, πού εἶναι ἡ ἐκλεκτότερη καί ἐπιδιώκει τή σωτηρία καί τό κάλλος τῶν θείων πραγμάτων, τά ὁποῖα μόνο μέ τόν νοῦ συλλαμβάνονται.
Ἀλλά καί ἡ ἐξωχριστιανική παιδεία, τήν ὁποία πολλοί χριστιανοί, ἔχοντας σχηματίσει λανθασμένη ἀντίληψη γι’ αὐτήν, τήν περιφρονοῦν, ἐπειδή, λέγουν, κρύβει δόλιους σκοπούς, εἶναι ἐπικίνδυνη καί ἀπομακρύνει ἀπό τόν Θεό. …..
Ἀπό αὐτά πού μᾶς προσφέρει ἡ ἐξωχριστιανική παιδεία παραδεχτήκαμε ὅ,τι εἶναι χρήσιμο στήν ἔρευνα καί στίς θεωρητικές ἀναζητήσεις, ἐνῶ ἀποκρούσαμε καθετί πού ὁδηγεῖ στήν εἰδωλολατρεία, στήν πλάνη καί στό βάθος τῆς καταστροφῆς.
Μάλιστα ἀπό τήν ἐξωχριστιανική παιδεία ἔχουμε καί ὠφεληθεῖ στήν εὐσέβεια καί στή λατρεία τοῦ Θεοῦ, γιατί γνωρίσαμε καλά τό ἀνώτερο ἀπό τό χειρότερο καί ἔχουμε κάμει δύναμη τῆς διδασκαλίας μας τίς ἀδυναμίες ἐκείνης».

ΙΙΙ. Ἀπό τόν λόγο τοῦ ἁγίου Γρηγορίου: «Ἀπολογητικός γιά τήν φυγή στόν Πόντο ἤ γιά τήν Ἱερωσύνη»

Ἄριστη συνήθεια εἶναι καθένας πού ἀρχίζει ἕναν λόγο ἤ μιά ἐργασία νά ἀρχίζει ἀπό τόν Θεό καί στόν Θεό νά καταλήγει.
Τίποτε δέν εἶναι τόσο εὐχάριστο στούς ἀνθρώπους, ἀπό τό νά ἀσχολοῦνται μέ τίς ξένες ὑποθέσεις. Καί μάλιστα ἄν τύχει νά παρασύρονται εἴτε ἀπό κάποια συμπάθεια εἴτε ἀπό μίσος. Ἀπό τήν συμπάθεια ἤ τό μίσος συνηθίζεται τίς περισσότερες φορές νά κλέβεται ἡ ἀλήθεια.

Γνωρίζω ὅτι ἡ ἀναρχία καί ἡ ἀταξία δέν εἶναι πιό ὠφέλιμη ἀπό τήν τάξη καί τήν διοίκηση. Καί αὐτό ἰσχύει καί γιά τά ἄλλα ὄντα καί γιά τούς ἀνθρώπους. Στούς ἀνθρώπους μάλιστα ἰσχύει πολύ περισσότερο, ἐπειδή αὐτοί κινδυνεύουν ἀπό πολύ μεγαλύτερα πράγματα.

Καί εἶναι πολύ μεγάλο πράγμα γιά τούς ἀνθρώπους, καί ἄν ἀκόμη δέν καταφέρουν νά τηρήσουν τήν ἐντολή καί νά ἀποφύγουν τό κακό, τοὐλάχιστον μετά πού θά κάνουν τό κακό νά μετανοήσουν καί νά ἐπανέλθουν στό σωστό.

Ἐγώ γνωρίζω καί θεωρῶ μεγάλο πράγμα γιά κάθε δημιούργημα τό νά πλησιάσει κατά κάποιον τρόπο τόν Θεό, τόν μόνον φωτεινότατο καί λαμπρότατο, ὁ ὁποῖος ξεπερνᾶ σέ καθαρότητα κάθε ὑλική καί ἄϋλη φύση.

… Νά ζῶ πάνω ἀπό αὐτά πού βλέπουμε καί νά φέρω πάντα στόν ἑαυτό μου καθαρή τήν θεία εἰκόνα, ἀμόλυντη ἀπό τά γήϊνα καί πεπλανημένα χαρακτηριστικά, νά εἶμαι πραγματικά καθαρός καθρέπτης τοῦ Θεοῦ καί τῶν θείων πραγμάτων καί νά μένω καί νά γίνομαι διαρκῶς τέτοιος. Καθρέπτης πού θά παίρνει φῶς ἀπό τό φῶς καί θά τό κάνει νά φαίνεται λαμπρότερο μέσα ἀπό τό σκοτεινότερο…

Πίστευα καί πιστεύω καί τώρα ὅτι δέν εἶναι τό ἴδιο νά ἐξουσιάζει κανείς ἕνα κοπάδι πρόβατα ἤ βόδια μέ τό νά ἐπιβλέπει ψυχές ἀνθρώπων. Γιατί στήν πρώτη περίπτωση εἶναι ἀρκετό τό νά κάνει κανείς παχύτερα τά πρόβατα καί τά βόδια… καί νά ἀντιμετωπίσει γιά λίγο τούς λύκους καί πότε-πότε ὅταν ἀρρωστήσει κανένα μέλος τοῦ κοπαδιοῦ νά τό περιποιηθεῖ. Γιά τήν ἀρετή ὅμως τῶν κοπαδιῶν δέν φρόντισε ποτέ κανείς. Γιατί ποιά μπορεῖ νά εἶναι ἡ ἀρετή τους;
Στόν ἄνθρωπο ὅμως, ὁ ὁποῖος εἶναι δύσκολο νά μάθει νά διοικεῖται, ὑπάρχει ὁ κίνδυνος νά εἶναι πολύ δυσκολότερο τό νά μάθει νά κυβερνᾶ ἀνθρώπους. Καί μάλιστα μέ τήν δική μας ἀρχή, ἡ ὁποία δόθηκε ἀπό τόν θεῖο νόμο καί ὁδηγεῖ στόν Θεό…

Ἡ κακία εἶναι κάτι τό ὁποῖο τό ἐπιδιώκει κανείς εὔκολα καί βρίσκεται παντοῦ καί τίποτε δέν εἶναι τόσο εὔκολο ἀπό τό νά γίνουμε κακοί, ἔστω καί ἄν δέν ὑπάρχει κάποιος πού νά μᾶς ὁδηγήσει στήν κακία.
Ἐνῶ ἡ κατοχή τοῦ ἀγαθοῦ εἶναι κάτι σπάνιο καί πολύ δύσκολο, ἔστω καί ἄν ὑπάρχει κάτι τό πολύ μεγάλο, τό ὁποῖο νά μᾶς σύρει καί νά μᾶς καλεῖ πρός τό ἀγαθό.

Τό καλό εἶναι δύσκολο νά τό ἀφομοιώσει ἡ φύση τοῦ ἀνθρώπου, ὅπως εἶναι δύσκολο νά ἑνωθεῖ ἡ φωτιά μέ τό νερό. Ἐνῶ οἱ περισσότεροι εἶναι πρόθυμοι νά δεχθοῦν τό κακό, ὅπως μεταδίδεται ἡ σπίθα στήν καλαμιά καί μέ τήν βοήθεια τοῦ ἀνέμου τήν ἀνάβει καί τήν καίει, ἐπειδή εἶναι ξερή. Γιατί πολύ γρηγορότερα δέχεται κανείς πλουσίως λίγη κακία, παρά νά δεχθεῖ μεγάλη ἀρετή λίγο-λίγο. Ὅπως καί τό μέλι τό κάνει πικρό καί μιά μικρή ποσότητα πικρίδας. Ἐνῶ ἀντίθετα ἀκόμη καί ἄν βάλουμε διπλάσια ποσότητα μέλι σέ λίγη πικρίδα δέν θά μπορέσουμε νά τήν γλυκάνουμε.

Δέν ἀρκεῖ νά μήν εἶναι κακός (αὐτός πού φροντίζει γιά τίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων) ἀλλά πρέπει νά διακρίνεται καί γιά τήν ἀρετή του…
Οὔτε πρέπει νά ἐξαλείψει μόνον τά κακά στοιχεῖα ἀπό τήν ψυχή, ἀλλά πρέπει καί νά χαράξει σέ αὐτή τά καλά, μέ τέτοιο τρόπο ὥστε νά ὑπερέχει περισσότερο ὡς πρός τήν ἀρετή παρά ὡς πρός τό ἀξίωμά του.
Καί νά μή γνωρίζει μέτρο ὡς πρός τό καλό καί ὡς πρός τήν ἀνοδική πορεία, καί νά μήν θεωρεῖ ὡς κέρδος ἐκεῖνο πού διατήρησε, ἀλλά νά θεωρεῖ ζημία αὐτό πού τοῦ διέφυγε. …
Καί νά μή ζυγίζει τήν ἀρετή μέ μικρά μέτρα, ἀλλά νά τήν ζυγίζει μέ τό μεγαλύτερο, μέ ἐκεῖνο ἀπό τό ὁποῖο δημιουργήθηκαν τά πάντα καί στό ὁποῖο χρωστᾶ ἡ ἀρετή τά πάντα.
Οὔτε νά νομίζει ὅτι τά ἴδια πράγματα ταιριάζουν σέ ὅλους…

Τό νά πράττει κανείς τά κακά καί τά ἄξια τιμωρίας καί ὅσα ὁ νόμος τιμωρεῖ αὐστηρά εἶναι ἐλάττωμα τοῦ ἁπλοῦ ἀνθρώπου.
Γιά τόν ἄρχοντα ὅμως ἤ τόν προϊστάμενο ἐλάττωμα ἀποτελεῖ τό νά μήν εἶναι ἄριστος καί νά μή διακρίνεται πάντα γιά τήν ἀρετή του.

Ὅτι γίνεται μέ τήν βία, σημαίνει ὅτι εἶναι ἀκούσιο καί δέν μπορεῖ κανείς νά τό ἐπαινέσει. Ἐκεῖνο τό ὁποῖο ἐκβιάζεται, ὅταν ἀφεθεῖ ἐλεύθερο ἐπιστρέφει πάλι στόν ἑαυτό του, ὅπως τό φυτό πού τό λυγίζουμε μέ βία, ἐπιστρέφει πίσω ὅταν τό ἀφήσουμε.
Τό νά ἀλλάξει ὅμως κανείς μέ τήν θέλησή του εἶναι καί νόμιμο καί ἀσφαλές καί διατηρεῖται ἀπό τήν καλή διάθεση. Γιά τόν λόγο αὐτό ὁ νομοθέτης ζητᾶ νά καθοδηγοῦνται οἱ ἄνθρωποι μέ τήν θέλησή τους καί ὄχι ἐξαναγκαστικά.

IV. Διάφορα ρητά του αγίου Γρηγορίου

• Ο Θεός από κάθε άνθρωπο που είναι βαπτισμένος, αυτά τα τρία ζητάει: Από την ψυχή ορθή πίστη, από τη γλώσσα την αλήθεια και από το σώμα τη σωφροσύνη.
• Τι είναι η βασιλεία του Θεού; Θεωρία του Θεού, δοξολογία και υμνωδία μαζί με τους αγγέλους.
• Το Άγιο Πνεύμα αποκαλύπτεται, φωτίζει, ζωοποιεί, μάλλον είναι το ίδιο φώς και ζωή. Καθιστά τους ανθρώπους ναούς, τους θεοποιεί και τους τελειοποιεί.
• Πρέπει κανείς να βαδίζει στη μέση, πιο φιλοσοφικά από τους εντελώς άσχετους και πιο ανθρώπινα από όσους φιλοσοφούν δίχως μέτρο.
• Αρετή που δεν ασκείται με πράξεις, γρήγορα κάτω από την επήρεια των διαφόρων περιστάσεων εξαφανίζεται.
• Καλύτερα να νικιέται κάποιος όταν πρέπει, παρά να νικά με τρόπο αθέμιτο και επικίνδυνο.
• Ο ευεργετημένος πρέπει να θυμάται το καλό που του έκαναν, ο ευεργέτης όμως καθόλου.
• Ας κερδίζουμε τις ψυχές μας με τις ελεημοσύνες, ας δώσουμε από τα υπάρχοντά μας στους φτωχούς, για να γίνουμε πλούσιοι σε ουράνια αγαθά.

V. Λίγοι από τους πολλούς στίχους του αγίου Γρηγορίου

Ἀπό βρέφος μέ κάλεσε ὁ Θεός μέ ὄνειρα νυχτερινά.
Ἔφθασα στά πέρατα τῆς σοφίας.
Μέ τόν Λόγο ἅγνισα τό σῶμα καί τήν καρδιά μου.

Γιατί μέ γέννησες, μητέρα μου, ἀφοῦ τόν Θεό οὔτε νά Τόν ἐννοήσω
οὔτε νά Τόν ἐκφράσω μπορῶ, ὅπως τό ποθῶ;
Κάποια μικρή λάμψη τῆς ἐπουράνιας ἰσόφωτης Τριάδας
περιέλαμψε τά μάτια τοῦ νοῦ μου. Σκόρπισε ὅμως (καί ἔχω ἀγωνία)
καί σάν ἀστραπή, πρίν μέ χορτάσει μέ φῶς, πέταξε ἀπό δίπλα μου.

Εἶναι πρωί καί δίνω ὑπόσχεση στόν Θεό,
τίποτε σκοτεινό οὔτε νά πράξω οὔτε νά δεχθῶ,
μά ὅσο μπορῶ καλύτερα θά Τοῦ ἀφιερώσω τήν ἡμέρα,
μένοντας ἀκλόνητος καί κυριαρχώντας στά πάθη μου. …

Σέ γέλασα, Λόγε, ἐσένα τήν ἀλήθεια,
ἐνῶ σοῦ εἶχα τάξει ἁγνή τήν σημερινή ἡμέρα,
ἡ νύχτα δέν μέ ὑποδέχθηκε ὁλοφώτεινο.
Προσευχήθηκα ὡστόσο καί αὐτό περίμενα.
Εἶναι ὅμως πού κάπου σκόνταψαν τά πόδια μου,
γιατί ἦρθε τό σκοτάδι πού δέν θέλει τήν σωτηρία μου.
Ἐμφανίσου καί πάλι, Χριστέ μου, καί λάμψε φῶς γιά μένα.

*
Β) Ενδεικτικοί λόγοι του αγίου Γρηγορίου και αντίστοιχα αρχαία γνωμικά

• Είναι γνώρισμα της ψυχής που αγαπά τον Θεό να υποτάσσει στα θεία καθετί το ανθρώπινο.
Αντίστοιχο αρχαιολογικό γνωμικό:
Βέλτιστοι γιγνόμεθα προς τους Θεούς βαδίζοντες. (=Γινόμαστε καλύτεροι όταν πλησιάζουμε το Θεό) (Πυθαγόρας)

• Πράγματι, είναι στενός ο δρόμος της αλήθειας, είναι μονοπάτι που και από τις δύο πλευρές έχει γκρεμό, γεμάτο από δυσκολίες.
Αντίστοιχο αρχαιολογικό γνωμικό:
Ούτως αταλαίπωρος τοις πολλοίς η ζήτησις της αληθείας, και επί τα ετοίμα μάλλον τρέπονται. (=Τόσον απρόθυμοι είναι οι περισσότεροι άνθρωποι να υποβάλλωνται εις κόπον προς αναζήτησιν της αληθείας και τρέπονται μάλλον προς ό,τι ευρίσκουν έτοιμον. (Θουκιδίδης)

• Περισσότερο εξέταζε τον εαυτό σου και όχι τους άλλους γιατί στο ένα θα είσαι κερδισμένος εσύ, στο άλλο οι άλλοι.
Αντίστοιχο αρχαιολογικό γνωμικό
Γνώθι σαυτόν. (=Να έχεις αυτογνωσία) (Επιγραφή στο ναό του Απόλλωνα στους Δελφούς. Ρητό αποδιδόμενο σε διάφορους Έλληνες φιλοσόφους)

• Για τους ανθρώπους μεγάλη δόξα στη ζωή είναι η γνώση, αλλά και κακό για όσους την χρησιμοποιούν άσχημα.
Αντίστοιχο αρχαιολογικό γνωμικό
Γράμματα μαθείν δει και μαθόντα νουν έχειν. (=Πρέπει να μαθαίνει κάποιος γράμματα και αφού μάθει να είναι σώφρων). (Μένανδρος)

• Μη θέλεις να πείσεις με τα λόγια, αλλά με τα έργα. Μισώ την διδασκαλία που είναι αντίθετη με τον τρόπο ζωής.
Αντίστοιχο αρχαιολογικό γνωμικό
Έργω κ’ουκέτι μύθω. (=Με έργα και όχι με λόγια…..) (Αισχύλος ).

• Ούτε μ’ευχαριστούν οι δούλοι, δική μου γενιά, που η τυραννία η αρχαία τους χώρισε, κι όνομα τους έδωκε διπλό, ευγενείς και δούλους, μιας γης βλαστήματα.
Αντίστοιχα αρχαιολογικά γνωμικά:
α) Πάσα δουλεία παρά φύσιν εστί (=κάθε μορφή δουλείας είναι αφύσικη) (Αντιφάνης).
β) Δούλοι γαρ και δεσπότης ουκ αν ποτέ γένοιντο φίλοι (=Διότι οι δούλοι και ο αφέντης τους δεν θα μπορούσαν ποτέ να γίνουν φίλοι (Πλάτων).
Σημείωση: Τα αποφθέγματα του Αγίου Γρηγορίου αντλήθηκαν από την ιστοσελίδα www.agiospatrokosmas.gr, ενώ τα αρχαιολογικά γνωμικά από την ιστοσελίδα www.gnomikologikon.gr.

*
Γ) Σύντομο βιογραφικό Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου

Ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος είναι ένας από τους τρεις μεγάλους ιεράρχες και οικουμενικούς διδασκάλους της Εκκλησίας μαζί με τον Μέγα Βασίλειο και τον Ιωάννη το Χρυσόστομο. Μετά τον απόστολο και ευαγγελιστή Ιωάννη, είναι ο δεύτερος στον οποίο η Εκκλησία απένειμε τον τίτλο του Θεολόγου. Η μνήμη του γιορτάζεται στις 25 Ιανουαρίου και μαζί με τους άλλους Ιεράρχες στις 30 Ιανουαρίου. Γεννήθηκε τό 329 μ.Χ. στήν Ἀριανζό ἤ στήν Ναζιανζό τῆς Καππαδοκίας. Ο Άγιος Γρηγόριος έλαβε χριστιανική αγωγή από την μητέρα του Νόννα και τον πατέρα του Γρηγόριο, ο οποίος από ειδωλολάτρης βαπτίσθηκε χριστιανός και έπειτα χειροτονήθηκε Επίσκοπος.

Από μικρός ήταν φιλομαθής και επιμελής. Σπούδασε στήν Καισάρεια τῆς Καππαδοκίας, στήν Καισάρεια τῆς Παλαιστίνης, στήν Ἀλεξάνδρεια τῆς Αἰγύπτου, στήν Ἀθήνα καί τήν Ἀντιόχεια. Ο Γρηγόριος ήταν λόγιος, αγάπησε τα «γράμματα», την ελληνική παιδεία, γνώριζε άριστα την ομηρική διάλεκτο, στην οποία μάλιστα έγραψε ποιήματα με υψηλότατα θεολογικά νοήματα (συνέγραψε 407 ποιήματα, με 20.000 στίχους). Απέκτησε μεγάλη μόρφωση και σοφία, ώστε οι συμφοιτητές του τον ζήτησαν για διδάσκαλό τους. Ήταν συμφοιτητής του Μ. Βασιλείου, με τον οποίο είχαν παροιμιώδη φιλία.

Μετά τις σπουδές του γύρισε στη Ναζιανζό, σε ηλικία 30 ετών. Αφού βαπτίστηκε, έφυγε για την έρημο, όπου έγινε μοναχός. Από την έρημο τον κάλεσε ο ηλικιωμένος πατέρας του για να τον βοηθήσει στο ποιμαντικό του έργο και κατ’ απαίτηση των χριστιανών χειροτονήθηκε πρεσβύτερος. Αργότερα, ο Μέγας Βασίλειος, που ήταν αρχιεπίσκοπος στην Καισάρεια, τον χειροτόνησε επίσκοπο Σασίμων, παρά την θέλησή του. Μετά τον θάνατο του πατέρα του προτίμησε να φύγει και πάλι στην έρημο για να αφοσιωθεί στην προσευχή και την μελέτη.

Ήταν, όμως, γνωστός για την αρετή, την σοφία και την ορθή πίστη του, ώστε οι χριστιανοί της Κωνσταντινούπολης τον κάλεσαν να στηρίξει με τον δυνατό του λόγο την πίστη τους στην Αγία Τριάδα, πού κλονιζόταν εξαιτίας του πολέμου που δέχονταν από αιρετικούς που είχαν ψευδή διδασκαλία.
Στην Κωνσταντινούπολη, στον μικρό Ναό της Αγίας Αναστασίας, ο άγιος Γρηγόριος εκφώνησε τους περίφημους θεολογικούς λόγους του, για τους οποίους ονομάστηκε Θεολόγος. Με τους λόγους του αυτούς ύμνησε την Αγία Τριάδα, και παρουσίασε την αλήθεια για την θεότητα του Χριστού και του Αγίου Πνεύματος. Αυτή την αλήθεια την γνωρίζουν οι Προφήτες και οι Απόστολοι, έχει καταγραφεί στην Αγία Γραφή, την γνωρίζουν οι Άγιοι και την γνώριζε και ο ίδιος από δική του πείρα. Γι’ αυτό μπορούσε να ξεχωρίσει την αλήθεια από το ψέμα, να κηρύξει την αλήθεια και να καταδικάσει το ψέμα.

Στα 381 έγινε στην Κωνσταντινούπολη η Β΄ Οικουμενική Σύνοδος, στην οποία είχε σημαντικό ρόλο ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος. Εξελέγη Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως και Πρόεδρος της Β΄ Οικουμενικής Συνόδου. Παραιτήθηκε όμως και από τις δύο υψηλότατες αυτές θέσεις, εξαιτίας της διαμαρτυρίας των αντιπάλων του. Πέρασε τον υπόλοιπο χρόνο της ζωής του στην αγαπημένου έρημο, με προσευχή, μελέτη και συγγραφή. Κοιμήθηκε στην αφάνεια και την σιωπή, στις 25 Ιανουαρίου του 390 μ.Χ. σε ηλικία 61 ετών.

Ήταν σοφός, πολυμαθής, διακριτικός, άριστος χειριστής της ελληνικής γλώσσας και της αρχαίας ομηρικής γλώσσας, ευαίσθητος αλλά και ειλικρινής, αγωνιστής αλλά και ευγενής, διάφανος στην ζωή του, ποιητής, φιλόσοφος (αγαπούσε την σοφία), θεολόγος (γνώριζε και μιλούσε για τον Θεό), αγνός Ιεράρχης, φίλος της Αγίας Τριάδας, ανώτερος από όλα τα πάθη, ενάρετος, καθαρός στην καρδιά.

*
Δ) Οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες καί ἡ ταυτότητα τοῦ Ἑλληνισμοῦ

(Αποσπάσματα από ομιλία-εισήγηση του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου κ. Ιεροθέου για τους Τρεις Ιεράρχες και την ταυτότητα του Ελληνισμού στην αίθουσα τελετών του Πανεπιστημίου Πατρών, στις 29-1-2005)

«Οἱ τρεῖς Ἱεράρχες εἶναι οἱ προστάτες τῶν Ἑλληνικῶν γραμμάτων διότι μέσα ἀπό τά ἔργα τους ἐκφράζεται ἡ διαχρονική παράδοση καί παρουσία τοῦ Ἑλληνισμοῦ. Μέσα ἀπό τήν διδασκαλία τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν τιμᾶται καί ὁ Ἑλληνισμός, ἀφοῦ στόν Χριστιανισμό αὐτός βρῆκε τήν οὐσιαστική δικαίωση καί τήν γονιμοποίησή του. Ἡ θεολογία τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν ἦταν μιά δημιουργική ἐξέλιξη τοῦ Ἑλληνισμοῦ, μιά ἔκφραση τοῦ ἐκχριστιανισμένου Ἑλληνισμοῦ, ἀφοῦ οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες προσέλαβαν ὅλα τά θετικά στοιχεῖα τοῦ Ἑλληνισμοῦ.

Πρέπει νά κρατᾶμε σταθερά τήν ἑνότητα τοῦ Ἑλληνισμοῦ καί τήν ταυτότητα τοῦ Ἑλληνικοῦ πνεύματος, ὅπως διασώθηκε μέσα στήν Ἐκκλησία μέ τό ἔργο τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν καί νά μή περιπίπτουμε στά ρεύματα τοῦ παγανισμοῦ, τοῦ ὀρθολογισμοῦ, τῆς μεταφυσικῆς καί τοῦ μυστικισμοῦ. …

Θεωρῶ ὅτι οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες εἶναι πολύ σύγχρονοι καί ἐκφράζουν τήν διαχρονική παρουσία τοῦ Ἑλληνισμοῦ. Ὁ Μέγας Βασίλειος καί ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος σπούδασαν στήν Ἀθήνα καί γνώρισαν πολύ καλά ὅλη τήν ἑνιαία παράδοση τοῦ Ἑλληνισμοῦ. Στά ἔργα τους φαίνεται αὐτή ἡ γνώση καί ἡ παιδεία πού ἀπέκτησαν. Ὁ Μέγας Βασίλειος στήν «Ἑξαήμερό» του καί σέ ἄλλα κείμενα καί ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος κυρίως στίς ἐπιστολές καί τά ποιήματά του δείχνουν καθαρά τίς γνώσεις πού εἶχαν, τήν ἐπιλογή τήν ὁποία ἔκαναν καί τήν γονιμοποίηση τήν ὁποία προξένησαν στόν Ἑλληνισμό πού συνάντησαν. Ἐπίσης καί ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος σπούδασε ρητορεία στόν ἐθνικό Λιβάνιο στήν Ἀντιόχεια, στήν ὁποία ἐπικρατοῦσε τέτοια παιδεία, ὥστε νά χαρακτηρίζεται «Συριάδες Ἀθῆναι». Καί οἱ Τρεῖς, ὡς μέλισσες, προσέλαβαν ὅ,τι καλύτερο ἀπό τόν Ἑλληνισμό καί ἀπάντησαν σέ ὅλα τά ὀντολογικά, κοσμολογικά καί ὑπαρξιακά ἐρωτήματα πού εἶχαν θέσει οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες φιλόσοφοι. Ἀκριβῶς γι’ αὐτόν τόν λόγο ἡ διδασκαλία τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν ἐκφράζει τήν δυναμικότητα καί τῆς ὀρθοδόξου ἀποκαλυπτικῆς ἀλήθειας καί τοῦ ἑλληνικοῦ πνεύματος.

Τό τελευταῖο αὐτό συμπέρασμά μου προέρχεται ὄχι μόνον ἀπό τίς ἐπιστημονικές μου ἔρευνες, ἀλλά καί ἀπό τήν προσωπική μου πείρα. Ἐπιτρέψτε μου νά ὑπογραμμίσω ὅτι προσπαθῶ στήν ζωή μου νά διατυπώνω καί νά μεταδίδω αὐτήν τήν διδασκαλία τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν. Καί παρατηρῶ ὅτι ὑπάρχει πολύ μεγάλη ἀπήχηση αὐτῆς τῆς διδασκαλίας στόν σύγχρονο ἄνθρωπο. Εἶναι χαρακτηριστικό ὅτι ἀπό τά 64 βιβλία (σημείωση: σήμερα εἶναι 106) πού ἔχω συγγράψει, τά 45 (σήμερα 88) κυκλοφοροῦν σέ δεκαεπτά γλῶσσες, μέ ἀλλεπάλληλες ἐκδόσεις, ἀπό τά ἀγγλικά ἕως τά σουαχίλι καί τά κινέζικα. Τό σημαντικό εἶναι ὅτι οἱ μεταφραστές μετέφρασαν τά βιβλία μέ δική τους πρωτοβουλία καί στό τέλος ζήτησαν τήν ἄδειά μου γιά τήν ἔκδοσή τους. Στό διαδίκτυο δέ γίνεται μεγάλη συζήτηση πάνω στά θέματα πού θίγονται, πού δείχνει τήν ἐπικαιρότητα τοῦ λόγου καί τῆς διδασκαλίας τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν.

Παρατηρῶ, λοιπόν, καί ἀπό τό παράδειγμα αὐτό, ὅτι σήμερα οἱ ἄνθρωποι πού ζοῦν σέ ὅλες τίς Ἠπείρους ἔχουν ἀνάγκη ἀπό τήν διδασκαλία τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν, στήν ὁποία γίνεται λόγος γιά τό ὅτι ὁ Θεός εἶναι Πρόσωπο, ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωση Θεοῦ δημιουργημένος, ἔχει ἐλευθερία καί ἀγάπη, ὅτι ὁ κόσμος εἶναι δῶρο Θεοῦ καί χῶρος συνάντησης Θεοῦ καί ἀνθρώπων, ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι τό θεραπευτήριο πού νοηματοδοτεῖ τήν ὕπαρξη τοῦ ἀνθρώπου, ὅτι ὑπάρχει ἑνότητα μεταξύ Θεοῦ καί κόσμου, σώματος καί ψυχῆς, ἀγγέλων καί ἀνθρώπων, ὅτι ἡ Ἐκκλησία ἐκφράζει τήν οἰκουμενικότητα, ὅπως μέ ἄλλο βαθμό καί τρόπο τήν ἐξέφρασε καί ὁ Ἑλληνισμός.

Αὐτός εἶναι ὁ λόγος γιά τόν ὁποῖο, ὅπου βρέθηκα καί ὁμίλησα, στήν Ἀνατολή καί στόν Νέο Κόσμο, στήν Εὐρώπη καί σέ ἄλλα μέρη τῆς γῆς, κυρίως σέ πανεπιστημιακούς χώρους, (ἐνδεικτικά ἀναφέρω τό Πανεπιστήμιο τοῦ Λιβάνου, τό Πανεπιστήμιο τοῦ Σηάτλ τῶν ΗΠΑ, τήν Βοστώνη, τήν Ἀτλάντα καί τό Βανκοῦβερ τοῦ Καναδᾶ) αἰσθάνθηκα τήν ἀπήχηση τήν ὁποία ἔχει τό οἰκουμενικό πνεῦμα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Αἰσθάνθηκα ὅτι μέσα ἀπό τήν διδασκαλία τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν τιμᾶται καί ὁ Ἑλληνισμός μέ ὅλη τήν διαχρονική παράδοσή του, ἀφοῦ στόν Χριστιανισμό βρῆκε τήν οὐσιαστική δικαίωσή του. Εἶμαι Ὀρθόδοξος Ἕλληνας καί ἔχω μεγάλη κληρονομιά σέ ὀντολογικά, κοσμολογικά καί ὑπαρξιακά ζητήματα.

Ἑπομένως, εἶναι τιμή γιά τήν ἑλληνική παιδεία πού ἔχει ὡς πρότυπο τά πρόσωπα, τό ἔργο καί τήν διδασκαλία τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν. Εἶναι εὐθύνη σέ μᾶς τό νά μελετοῦμε μέ ὅλη τήν ἐνάργεια τῆς προσοχῆς μας τήν διδασκαλία τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν. Καί ἀπευθύνουμε τίς εὐχαριστίες μας στόν Πρύτανη, τούς Ἀντιπρυτάνεις καί τούς Καθηγητές τοῦ Πανεπιστημίου σας, διότι ἐξακολουθεῖτε νά τιμᾶτε αὐτές τίς μεγάλες προσωπικότητες.

Καί θά ἤθελα νά εὐχηθῶ ἐμεῖς οἱ Νεοέλληνες νά κρατοῦμε ἀδιάσπαστη τήν ἑνότητα τοῦ Ἑλληνισμοῦ καί τήν γονιμοποίησή του πού ἔγινε ἀπό τόν Χριστιανισμό, καί νά μή περιπίπτουμε στά ρεύματα τοῦ παγανισμοῦ, τοῦ ὀρθολογισμοῦ, τῆς μεταφυσικῆς καί τοῦ μυστικισμοῦ πού εἶναι πραγματικές αἱρέσεις τοῦ Ἑλληνισμοῦ. Θά πρέπη νά κρατοῦμε σταθερά τήν ταυτότητα τοῦ ἑλληνικοῦ «πνεύματος» ὅπως διασώθηκε μέσα στήν Ἐκκλησία, μέ τό ἔργο καί τίς προσπάθειες τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν. –

Share Button