Γέροντες
Ρουμάνοι Αγιορείτες, σοφοί διδάσκαλοι και πνευματικοί οδηγοί, του 19ου αιώνα
20 Οκτωβρίου 2017
Ρουμάνοι Αγιορείτες, σοφοί διδάσκαλοι και πνευματικοί οδηγοί, του 19ου αιώνα
Μοναχός Δαμασκηνός Γρηγοριάτης
‘Αγιον Όρος, Μοναχισμός
Η Ρουμανική Σκήτη του Τιμίου Προδρόμου κτίσθηκε το 1853 στην περιοχή της Βίγλας, που απέχει από την κυρίαρχη Μονή της Μεγίστης Λαύρας μια ώρα.
Στη βιβλιοθήκη της Σκήτης υπάρχει ένα εικοσάτομο έργο του μοναχού Ειρηνάρχου. Κάθε τόμος, καλαίσθητος και χειρόγραφος με άφθονες καλλιτεχνικές μινιατούρες, σχέδια και σκηνές από το Άγιον Όρος, περιγράφει όλα τα στοιχεία για κάθε Μονή του Όρους. Το έργο αυτό είναι πολυτιμότατο, διότι μπορούμε να μάθουμε την ιστορία και την τότε κατάσταση, δηλαδή τέλη του 19ου αιώνα, εκάστης Μονής.
Από τα γραφόμενα στο έργο αυτό για τη Ρουμανική Σκήτη μεταφέρουμε στα ελληνικά τα εξής συναξάρια.
Μοναχός Λεόντιος Προδρομίτης
Ο όσιος Γέροντας Λεόντιος Θεοδωρέσκου, ιερέας και μεγαλόσχημος, καταγόταν από την Κοινότητα Νεγκρέτ του Νομού Νεάμτς. Ο πατέρας του ονομαζόταν Θεόδωρος, ενώ η μητέρα του έγινε μοναχή με το όνομα Γλυκερία. Το έτος 1838 πήγε να μονάσει στο Μοναστήρι Χωραΐτσα της Μολδαβίας-Ρουμανίας. Τότε Ηγούμενος ήταν ο ονομαστός π. Ειρήναρχος Ροσέτς. Εκάρη μοναχός με το όνομα Ειρήναρχος και χειροτονήθηκε ιερέας.
Το 1852 αναχώρησε για το Άγιον Όρος και εγκαταστάθηκε στην τότε ιδρυθείσα Σκήτη του Τιμίου Προδρόμου. Εκεί εκάρη μεγαλόσχημος μοναχός με το όνομα Λεόντιος. Ηγούμενος τότε ήταν ο κτίτορας της Σκήτης ιερομόναχος Νηφων. Προείδε τον θάνατό του, ότι θα φύγει πριν από το Πάσχα του έτους 1901, και έλαβε την πληροφορία ότι θα εισέλθει στην αιώνια ζωή. Εκοιμήθη σε ηλικία 85 ετών, από τα οποία τα 49 έζησε στο Άγιον Όρος. Επί 9 χρόνια υπηρέτησε ως εφημέριος στον Ναό της Θεοτόκου στη Γεσθημανή της Παλαιστίνης (1882-1891).
Ως προς τον χαρακτήρα του ήταν πολύ πράος, ευπρόσιτος, ευλαβής και απλός. Ουδέποτε θύμωνε ό,τι και να του έκανε κάποιος. Δεν σκανδαλιζόταν για ό,τι άσχημο έβλεπε ή άκουγε. Έκοβε το θέλημά του προς όλους βοηθώντας όλους στα διακονήματά τους. Είχε βαθιά ειρήνη και απέφευγε τους πειρασμούς. Ήταν ο πιο ενάρετος και αγιασμένος μοναχός και πάντοτε εύθυμος.
Μια φορά τον ρώτησα: «Τίμιε πάτερ, πώς συμβαίνει να μη σκανδαλίζεσαι ποτέ για ό,τι κακό βλέπεις και ακούς;» Δυστυχώς δεν μου απάντησε, και αυτό πολύ με λύπησε.
Ήταν αγαπητός, όχι μόνο στους μοναχούς, αλλά και στους επισκόπους, προς τους οποίους έτρεφε πολύ σεβασμό και ευλάβεια.
Ενώ ήταν 78 ετών (δηλαδή το 1894), το πρόσωπό του ήταν ροδοκόκκινο σαν το τριαντάφυλλο και λευκό σαν το λινό ύφασμα. Είχε δυνατή και μελωδική φωνή και έψαλλε ωραία στην εκκλησία. Τη νύκτα πρώτος κατέβαινε στην ακολουθία του Όρθρου και έφευγε τελευταίος. Ο ίδιος κάθε νύκτα θα περνούσε να κτυπήσει τις πόρτες των κελλιών των πατέρων για να κατεβούν στην ακολουθία.
Κάθε βράδυ φορώντας το επιτραχήλιό του και μ’ ένα αναμμένο κερί πήγαινε στο κοιμητήρι της Σκήτης και διάβαζε επιμνημόσυνη δέηση για τους κοιμηθέντες αδελφούς. Μου διηγήθηκαν άλλοι πατέρες, ότι ο παπα-Λεόντιος διάβαζε μεγαλοσχήμους πολλούς ηλικιωμένους πατέρες, οι οποίοι μετά την κουρά τους αναχωρούσαν για τις αιώνιες μονές.
Αγάπησε τη σιωπή, αλλά με διάκριση, διότι μία σοφή παροιμία λέει: “Άλλοι μιλούν όλη την ημέρα και δεν σφάλλουν, ενώ άλλοι δεν μιλούν και αμαρτάνουν» Απ’ αυτά τα λόγια καταλαβαίνουμε ότι δεν έχουν αξία τα λόγια ή η σιωπή καθ’ εαυτά, αλλά η καρδιά και ο νους του ανθρώπου κατά πόσο εργάζονται τις εντολές του Θεού ή κυριεύονται από τα πάθη.
Μοναχός Ησαΐας Προδρομίτης
Ο μεγαλόσχημος μοναχός Ησαΐας Ντραγκιτσέσκου γεννήθηκε στην κοινότητα Ανινοάσα του νομού Μουσκέλ Ρουμανίας τη Μεγάλη Πέμπτη του έτους 1807. Στο βάπτισμά του πήρε το όνομα Ιωάννης. Κατ’ αρχήν μόνασε στη Μονή Χωραΐτσα και το έτος 1845 ήλθε στο Άγιον Όρος και εγκαταστάθηκε στο Κελλί Ευαγγελισμός της Θεοτόκου της Αγίας Άννης. Το 1857 ήλθε στη Ρουμανική Σκήτη, όπου και έμεινε μέχρι τον θάνατό του, που συνέβη στις 23 Σεπτεμβρίου 1902. Εκοιμήθη σε ηλικία 95 ετών, από τα οποία τα 57 έζησε στο Άγιον Όρος.
Ο π. Ησαΐας ήταν ένας σοφός διδάσκαλος και πνευματικός οδηγός, παρότι δεν σπούδασε στα σχολεία του κόσμου, αλλά στο πανεπιστήμιο της ερήμου. Με τις ψυχωφελείς διηγήσεις του και τον ευπροσήγορο τρόπο του στήριζε πνευματικά πολλούς ανθρώπους, συμβούλευε κυρίως τους νέους μοναχούς και είχε το χάρισμα να μαλακώνει και την πιο σκληρή καρδιά.
Όσα χρόνια έζησε στη Σκήτη, με το χάρισμα του λόγου του, πολλούς Χριστιανούς επέστρεψε από την αμαρτία, ενώ άλλους βοήθησε ν’ αφιερωθούν στη μοναχική ζωή.
Πέρασε με μεγάλη πτωχεία τη ζωή του, κοπιάζοντας να εφαρμόσει πλήρως την αρετή της ακτημοσύνης. Μεχρι τα γεράματά του διατηρούσε το αγωνιστικό του φρόνημα και απέφευγε τη σπατάλη για οτιδήποτε πράγμα.
Μαζί του μόνασε και ο κατά σάρκα αδελφός του Μαρίνος, ο οποίος στην κουρά του έλαβε το όνομα Μάρκος μοναχός και εκοιμήθη 15 ημέρες μετά από τον αδελφό του.
Όταν ζούσε, μας είχε διηγηθεί από παλαιοτέρους του μοναχούς με ποιο τρόπο βρέθηκε το νερό του κήπου της Σκήτης. Σ’ εκείνο το μέρος υπήρχε, πριν ιδρυθεί η Σκήτη, το Κελλί προς τιμήν της Αποτομής της Κεφαλής του Τιμίου Προδρόμου, στο οποίο μόναζαν κυρίως Ρουμάνοι μοναχοί.
Το 1720 ένας μοναχός, μετά από πολλές προσευχές για την ανεύρεση νερού, αξιώθηκε να δεχθεί την επίσκεψη των Τριών Ιεραρχών, οι οποίοι του είπαν: «Σκάψε κοντά στις ελιές του κήπου και θα βρεθεί το νερό». Πράγματι το νερό βρέθηκε στα τέσσερα μέτρα και υπάρχει μέχρι σήμερα. Για ανάμνηση και ευχαριστία προς τους Τρεις Ιεράρχες, οι αγιογράφοι Πατέρες τότε ζωγράφισαν μία εικόνα με τους Αγίους να υποδεικνύουν στον μοναχό το σημείο της ανευρέσεως του νερού. Αυτή η εικόνα σήμερα υπάρχει στο παρεκκλήσιο της Αποτομής του Τιμίου Προδρόμου. Στη ίδια εικόνα έχουν ζωγραφισθεί και άλλα θαύματα που έγιναν κατά καιρούς στη Ρουμανική Σκήτη παλαιότερα.
Ο ερημίτης Μοναχός Σάββας Μπάνκο
Ο π. Σάββας γεννήθηκε στην πόλη Αλεξάνδρεια της Ρουμανίας στις 29 Αυγούστου 1837. Στο βάπτισμά του πήρε το όνομα Στέφανος. Οι γονείς του Χρήστος και Νόννα ήσαν Βούλγαροι και κατοικούσαν στο Τύρνοβο της Βουλγαρίας. Λόγω του επισυμβάντος πολέμου μεταξύ Τουρκίας και του τότε σκλαβωμένου ελληνικού Έθνους, αυτοί για περισσότερη ασφάλεια αναχώρησαν για τη Ρουμανία.
Στη Ρουμανική Σκήτη ήλθε το 1859 σε ηλικία 22 ετών. Μεγαλόσχημος έγινε το 1863 και το 1867 εξήλθε στο ησυχαστικό στάδιο αγωνιζόμενος μέχρι τον θάνατό του που συνέβη στις 20 Σεπτεβρίου 1902. Διακρίθηκε για τη φιλοξενία και την ταπείνωσή του. Το Κελλί στο οποίο αγωνίσθηκε με άκρα αυταπάρνηση και υπομονή είναι πλησίον του αγιάσματος του Αγίου Αθανασίου του Αθωνίτη και ονομάζεται μέχρι σήμερα «Τουρλωτή». Όταν τον επισκέπτονταν αδελφοί στο Κελλί του, προσφερόταν ολοκληρωτικά σ’ αυτούς αφήνοντας όλα τα δικά του καθήκοντα. Μετά την αναχώρησή τους νήστευε επί διήμερο επιτελώντας ταυτόχρονα και τα καθήκοντα της προσευχής που παρέλειψε λόγω της φιλοξενίας των προσκυνητών.
Κάποτε, θέλοντας να τον πειράξω, τον πλησίασα εκεί που καθόταν, κάτω από την κληματαριά και του είπα:
– Πάτερ Σάββα, στην εκκλησία κάπου-κάπου μου έρχεται λίγη κατάνυξη, αλλά όταν κάνω στο κελλί μου τον κανόνα της προσευχής μου, ο νους μου σκορπίζεται εδώ και εκεί.
– Πίστεψε με, πάτερ Ειρήναρχε, μου είπε, πολλές φορές και χωρίς τη θέλησή μου μού έρχεται πένθος και δάκρυα. Έτσι καθαρίζει ο νους και η καρδιά από τα πονηρά νοήματα και αισθήματα και μπορώ να προσεύχομαι πλέον απερίσπαστα, χωρίς νοερό διασκορπισμό.
Τότε εγώ κατάλαβα ότι αυτός έχει υψηλή πολιτεία και πολλά χαρίσματα. Γι’ αυτό ήταν γνωστός και ξακουστός όχι μόνο στο Άγιον Όρος και στην Ελλάδα, αλλά και έξω απ’ αυτή, λόγω της αγάπης και της φιλοξενίας που πρόσφερε στους διάφορους προσκυνητές.
Ποτέ δεν τον έβλεπες σκυθρωπό, αλλά πάντοτε χαρούμενο και με βλέμμα ταπεινό. Η ομιλία του ήταν γλυκιά και ελκυστική σαν τον μαγνήτη. Φορούσε απλά ενδύματα και πάντοτε περπατούσε έχοντας το κομβοσχοίνι στο χέρι του.
Ευλαβείτο πολύ την Υπεραγία Θεοτόκο και συχνά διάβαζε τους Χαιρετισμούς της, καθώς και την προσευχή του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου «Κύριε Ιησού Χριστέ, ο Θεός μου, ο ενδοξαζόμενος ποιητής πάσης της κτίσεως ορατής τε και νοεράς…».
Αιωνία του η μνήμη.
Από το βιβλίο: Μοναχού Δαμασκηνού Γρηγοριάτου, “Σύγχρονοι Γεροντάδες του Άθωνος”. Ι. Μ. Οσίου Γρηγορίου 2005