Συνεχίζοντας μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ τά μαθήματα τοῦ βιβλίου τῆς Πατερικῆς Θεολογίας τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη θά μιλήσουμε γιά τήν ἔννοια τοῦ δόγματος. Πολλοί θεωροῦν σήμερα ὅτι τό δόγμα δέν χρειάζεται καί μᾶλλον εἶναι κάτι ἀποκρουστικό, στυγνό, κάτι πού μᾶς ἐπιβάλλεται ἄνωθεν καί κάτι τό ὁποῖο χωρίζει παρά ἑνώνει.
Ὁ Οἰκουμενισμός δέν εἶναι ἁπλῶς αἵρεση, εἶναι παναίρεση, εἶναι ὅλες οἱ αἱρέσεις μαζί, διότι οὐσιαστικά εἶναι συγκρητισμός, δηλαδή ἀνακάτεμα διαφόρων δογμάτων, διαφόρων πίστεων. Λένε λοιπόν οἱ Οἰκουμενιστές, πού εἶναι συγκρητιστές, νά ἀφήσουμε τά δόγματα στήν ἄκρη, νά κρατήσουμε ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι τά δικά μας, ἐμεῖς λένε οἱ παπικοί θά κρατήσουμε τά δικά μας, ἄς κρατήσουν καί οἱ προτεστάντες τά δικά τους -πού δέν ἔχουν γιατί ὁ καθένας φτιάχνει ὅ,τι θέλει σάν δόγμα καί μπορεῖ νά τό ἀλλάζει ἀπό τή μιά μέρα στήν ἄλλη- τέλος πάντων κρατῆστε ὅ,τι νομίζετε, ὅ,τι θέλετε νά κρατήσετε καί νά ἑνωθοῦμε χωρίς νά μᾶς χωρίζουν τά δόγματα.
Ὅμως εἶναι σωστό αὐτό; Δέν ἔχει καμμία σημασία τό δόγμα; Εἶναι κάτι πού ἔρχεται ἀπ’ ἔξω καί μποροῦμε νά τό ἀφήσουμε στήν ἄκρη καί νά μήν ἀσχολούμαστε μέ αὐτό; Ὄχι βέβαια!
Οἱ ἅγιοι Πατέρες μᾶς τό ξεκαθάρισαν ὅτι τό δόγμα εἶναι κάτι ἀντίστοιχο μέ τό κεφάλι. Εἶναι ὅ,τι σπουδαιότερο ἔχουμε κι, ἄν κανείς χτυπηθεῖ στό κεφάλι, εἶναι τό χτύπημα καίριο, πολύ ἐπικίνδυνο, μπορεῖ καί θανατηφόρο.
Μάλιστα ὁ ἱερός Χρυσόστομος ὁ ὁποῖος ἑρμηνεύει τόν λόγο τοῦ Κυρίου «γίνεσθε φρόνιμοι ὡς οἱ ὄφεις καί ἀκέραιοι ὡς αἱ περιστεραί» (Ματθ. 10,16), αὐτό τό «ὡς οἱ ὄφεις» τό ἀντιστοιχεῖ στό θέμα τοῦ δόγματος. Λέει: Γιατί τό φίδι θεωρεῖται φρόνιμο, συνετό, σοφό; Διότι, ὅταν ἀντιληφθεῖ κίνδυνο, βάζει τό κεφάλι του κάτω ἀπό μία πέτρα. Μπορεῖ ἡ πέτρα νά μήν καλύπτει ὅλο τό σῶμα, ἀλλά γνωρίζει ὅτι τό χτύπημα στό σῶμα του δέν εἶναι καίριο, διότι, ἄν κοπεῖ ἕνα τμῆμα ἀπό τό σῶμα του, μπορεῖ νά τό ἀναπαράγει. Ἀλλά, ἄν χτυπηθεῖ στό κεφάλι, τότε θανατώνεται.
Ἔτσι λένε οἱ Πατέρες ὅτι ἡ πίστις, τό δόγμα εἶναι τό σπουδαιότερο πράγμα πού ἔχουμε καί ἀντιστοιχεῖ στό κεφάλι μας καί θά πρέπει νά τά φυλάξουμε πάση θυσία. Ἴσως ἀναρωτηθεῖ κανείς:
– Γιατί εἶναι τόσο σημαντικό τό δόγμα;
Διότι τό δόγμα εἶναι ἡ ἀλήθεια ἡ ἐξ ἀποκαλύψεως. Μᾶς ἔχει ἀποκαλυφθεῖ ἀπό τόν Θεό. Δέν τό ἔγραψαν κάποιοι ἀπό τούς ἁγίους Πατέρες γιατί ἔτσι τούς ἦρθε καί μᾶς τό ἐπέβαλαν. Ἀλλά τό ἀποκάλυψε ὁ Θεός καί οἱ Ἅγιοι Πατέρες τό διατύπωσαν καί σέ διάφορες Οἰκουμενικές Συνόδους τό ὑπερασπίστηκαν καί μάλιστα μέχρι θανάτου.
Ἔχουμε ἀγῶνες μέχρι θανάτου γιά τό ὀρθό δόγμα. Λόγου χάρη, ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής, ἐνῶ τότε ὅλοι οἱ θεσμικοί ἐκφραστές τῆς Ἐκκλησίας, Ἀρχιερεῖς, Πατριάρχες καί οἱ σύν αὐτοίς ἱερεῖς, ὅλος δηλαδή ὁ κλῆρος, εἶχαν παρασυρθεῖ σέ μία αἵρεση, τοῦ Μονοθελητισμοῦ, εἶχε μείνει μόνος του. Καί ὅταν τόν ρωτοῦσαν ἐσύ μέ ποιόν εἶσαι; Ἔλεγε: Εἶμαι μέ τήν Ἐκκλησία, ἐσεῖς εἶστε ἐκτός Ἐκκλησίας.
Ὅταν κανείς ἀλλάξει, ἀλλοιώσει τό δόγμα, τήν ἀλήθεια γιά τόν Χριστό, γιά τήν Ἁγία Τριάδα βγαίνει ἐκτός Ἐκκλησίας. Ἄν προσθέσεις ἤ ἀφαιρέσεις ἔστω καί ἕνα ‘καί’ στό Σύμβολο τῆς Πίστεως -ὅπως τό ἔχουν κάνει οἱ Παπικοί- εἶσαι ἐκτός Ἐκκλησίας. Αὐτό εἶναι ἀπόφαση τῆς Γ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου.
– Γιατί τό δόγμα εἶναι τόσο σημαντικό;
Διότι τό δόγμα ἐπειδή εἶναι ἠ ἀλήθεια γιά τόν Χριστό, ὅταν τό ἀλλάξεις, τό ἀλλοιώσεις δηλαδή, ἀλλοιώνεις τήν ἀλήθεια γιά τόν Χριστό. Καί ὅταν λέμε ἀλήθεια γιά τόν Χριστό δέν ἐννοοῦμε μιά πρόταση, ἀλλά ἐννοοῦμε τόν ἴδιο τόν Χριστό. Γιατί ὁ Χριστός εἶπε: «Ἐγώ εἰμι ἡ Ἀλήθεια» (Ἰω. 14,6). Δέν εἶπε μάθετε κάποια πράγματα γιά Μένα, θεωρητικά. Ὄχι! Ἀλλά ἐγώ εἰμι ἡ Ἀλήθεια! Ἡ Ἀλήθεια εἶναι Ὑπόσταση, εἶναι ὑποστατική, εἶναι ὁ Χριστός. Ὅταν λοιπόν ἀλλοιώσεις τήν Ἀλήθεια, ἀλλοιώνεις τόν Χριστό. Ἑπομένως δέν ἔχεις τόν Χριστό, τόν ἀληθινό Χριστό. Ἄρα δέν ἔχεις τόν ἰατρό τῶν ψυχῶν καί τῶν σωμάτων, πού εἶναι ὁ Χριστός. Κι ἄν δέν ἔχεις τόν ἰατρό, δέν μπορεῖς νά θεραπευτεῖς. Νά ποιά εἶναι ἡ σημασία τοῦ δόγματος! Ὅταν χαλάσεις τό δόγμα δέν μπορεῖς νά θεραπευτεῖς. Γι’ αὐτό οἱ ἅγιοι Πατέρες ὑπερασπίστηκαν τό δόγμα μέχρι θανάτου. Διότι τό δόγμα εἶναι ἡ συνταγή τῆς θεραπείας μας.
Πρέπει νά γνωρίζουμε ὅτι τά βασικά δόγματα εἶναι δύο: Τό Τριαδολογικό καί τό Χριστολογικό. Ὅλα τά δόγματα βέβαια τῆς πίστεώς μας εἶναι σπουδαῖα, ὅπως γιά τίς Εἰκόνες κ.λ.π., ἀλλά τά πιό καίρια εἶναι αὐτά τά δύο. Διότι ἐπάνω σ’ αὐτά βασίζονται καί τά ἄλλα.
Τό Τριαδολογικό δόγμα λέει ὅτι ὁ Θεός μας εἶναι Τριαδικός. Εἶναι τρία Πρόσωπα καί ἕνας Θεός. Δέν εἶναι τρεῖς θεοί! Εἶναι ἔνας Θεός, ἀλλά εἶναι τρία Πρόσωπα καί ἔχουν τήν ἴδια οὐσία, τήν ἴδια ἐνέργεια, τήν ἴδια θέληση, ἀλλά καί τά ξεχωριστά προσωπικά ὑποστατικά ἰδιώματα: ὁ Πατέρας εἶναι ἀγέννητος, ὁ Υἱός εἶναι γεννητός καί τό Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι ἐκπορευτό. Αὐτά εἶναι τά ἰδιαίτερα χαρακτηριστικά.
Τό δεύτερο δόγμα τό πολύ σημαντικό εἶναι τό Χριστολογικό, τό ὁποῖο μᾶς λέει ὅτι: ὁ Χριστός εἶναι τέλειος Θεός καί τέλειος Ἄνθρωπος. Εἶναι ὁ ἐνανθρωπήσας Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, πού ἐνανθρώπησε γιά τήν δική μας σωτηρία. Ὅταν τά ἀλλάξεις αὐτά τά δόγματα, τά ἀλλοιώσεις ὅπως ἔκανε λ.χ. ὁ Ἄρειος, ὁ ὁποῖος ἀλλοίωσε καί τά δύο δόγματα (τό Τριαδολογικό καί τό Χριστολογικό), ὑποτίμησε τόν Υἱό λέγοντας ὅτι ὁ Υἱός δέν εἶναι Θεός, εἶναι κατώτερος, εἶναι κτίσμα, δηλαδή ἀλλοίωσε τό δόγμα τῆς Ἁγίας Τριάδος. Οἱ Πατέρες ἀντέδρασαν πολύ δικαίως καί τόν καθαίρεσαν μέ τήν Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδο.
Τό δόγμα, ὅπως εἴπαμε, εἶναι ἡ κεφαλή καί πρέπει πάση θυσία νά τό φυλᾶμε. Ἐμεῖς εἴμαστε Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, πού σημαίνει ὅτι ἔχουμε τό ὀρθό δόγμα, αὐτό σημαίνει ὀρθόδοξος, δέν σημαίνει ὅμως ὅτι θά σωθοῦμε κιόλας ἐπειδή ἔχουμε τήν ὀρθή πίστη. Διότι μαζί μέ τήν ὀρθή πίστη χρειάζεται κι ἕνα δεύτερο πράγμα, γιά νά σωθεῖ ὁ ἄνθρωπος. Αὐτό εἶναι ἡ ὀρθή ζωή. Ἡ σωστή ζωή. Καί γιά νά ἔχει κανείς σωστή ζωή χρειάζονται πάλι δύο πράγματα. Χρειάζεται νά ἔχει ἄσκηση, ὑπακοή στήν Ἐκκλησία, τήν λεγόμενη ἀσκητική καί ἡσυχαστική ζωή, καί δεύτερον νά ἔχει μυστηριακή ζωή. Νά μετέχει στά μυστήρια τά ἁγιαστικά καί προπάντων στά τρία βασικά μυστήρια: τό Βάπτισμα καί τό Χρίσμα, τήν ἐξομολόγηση καί τήν Θεία Κοινωνία. Στό Βάπτισμα καί στό Χρίσμα ἔχουμε ἤδη μετοχή ἀπό τήν βρεφική ἡλικία, ἀλλά πρέπει νά μετέχουμε καί στά ἄλλα δύο, στήν ἐξομολόγηση καί στήν Θεία Κοινωνία.
Αὐτά ἀπό μόνα τους πάλι δέν σώζουν τόν ἄνθρωπο. Χρειάζεται νά ὑπάρχει καί ἡ ἀσκητική ζωή, ἡ προσπάθεια δηλαδή νά νεκρώσει ὁ ἄνθρωπος τά πάθη του, νά σταυρωθεῖ ὡς πρός τόν κόσμο καί ὁ κόσμος νά εἶναι σταυρωμένος γιά αὐτόν. Δηλαδή ὁ χριστιανός νά μήν ἔχει καμιά κοσμική προσκόλληση.
– Ποιά εἶναι ἡ σχέση αὐτῶν τῶν δύο, τῆς πίστεως καί τῆς ζωῆς; Τοῦ δόγματος (ἤ ἀλλιῶς ὅπως τό λέμε τῆς πίστεως) καί, τῆς ζωῆς (ἤ ἀλλιῶς ὅπως τό λέμε ἤθους, ἤθος εἶναι ἡ ζωή πού ἔχει ὁ ἄνθρωπος);
Αὐτά τά δύο πράγματα δέν μποροῦν νά ξεχωρίζονται. Δέν ἐπιτρέπεται νά τά ξεχωρίζουμε, δηλαδή ἄλλο ἡ πίστη καί ἄλλο ἡ ζωή. Πρέπει νά εἶναι αὐτά τά δύο ἀλληλοπεριχωρούμενα. Τό ἕνα νά ζεῖ μέσα στό ἄλλο. Αὐτό σημαίνει ἀλληλοπεριχωρούμενα. Καί τό ἕνα νά νοηματοδοτεῖ τό ἄλλο. Ἄν ἡ ζωή μας δέν ἐμπνέεται ἀπό τά ὀρθά δόγματα, δέν εἶναι σωστή. Καί πάλι τό ὀρθό δόγμα, ἄν δέν ἔχουμε σωστή ζωή, εἶναι ζήτημα ἄν θά τό φυλάξουμε. Πολύ γρήγορα θά τό χάσουμε.
Πολλοί Ἕλληνες, συνάνθρωποί μας σήμερα, ὄχι μόνο ἀπαξιώνουν τά ὀρθόδοξα δόγματα, ἀλλά δέν ξέρουν οὔτε ποιά εἶναι ἡ πίστη μας, οὔτε τί λέει τό Πιστεύω, οὔτε κἄν γνωρίζουν πόσα εἶναι τά Εὐαγγέλια. Σοῦ λένε δώδεκα. Ἀφοῦ δώδεκα διαβάζουμε τήν Μεγάλη Πέμπτη! Τελεία ἄγνοια τοῦ δόγματος!
– Πῶς μπορεῖ κάποιος ἄνθρωπος νά σωθεῖ, ἄν δέν ξέρει κἄν τί λέει ὁ Χριστός;
Ἄν δέν γνωρίζει τί δίνει ὁ Χριστός ὡς θεραπεία γιά τήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου; Τά δόγματα εἴπαμε εἶναι ἐκεῖνα πού μᾶς προδιαγράφουν τόν τρόπο πού πρέπει νά ζήσουμε. Θά πεῖ κανείς τί σχέση ἔχει αὐτό;
– Πῶς τό Τριαδολογικό δόγμα μᾶς διδάσκει πῶς θά ζήσουμε;
Γιατί τό Τριαδικό δόγμα λέει ὅτι τά τρία Πρόσωπα, πού εἶναι ὁ Θεός μας, εἶναι ἕνα. Ἔχουν μιά τέλεια ἑνότητα, μιά ταυτή θέληση, ταυτή ἐνέργεια καί ταυτή οὐσία. Ταυτή. Ἔχουν ταυτότητα δηλαδή. Τήν ἴδια ἀκριβῶς οὐσία, τήν ἴδια ἐνέργεια καί τήν ἴδια θέληση. Καί ἔτσι εἶναι ἕνα. Καί ἔτσι πρέπει νά γίνουμε κι ἐμεῖς, μέσα στήν οἰκογένεια, μέσα στό μοναστήρι, μέσα στήν Ἐκκλησία, μέσα στήν ἐνορία, θά πρέπει νά φθάσουμε νά γίνουμε ὅπως στήν Ἁγία Τριάδα. Νά γίνουμε ἕνα. Καί αὐτό δέν γίνεται μέ ἄλλον τρόπο, παρά ἄν πιστεύουμε στό Τριαδικό δόγμα πού εἶναι τό πρότυπο. Ὁ Θεός εἶναι τό πρότυπό μας. Φτιαχτήκαμε κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωση τοῦ Θεοῦ. Καλούμαστε λοιπόν νά μοιάσουμε στόν Θεό καί στήν προσωπική μας ζωή, ἀλλά καί στήν κοινωνική μας ζωή.
Νά μοιάσουμε καί νά γίνουμε ἕνα μέ τούς ἀδελφούς μας διά τῆς ἑνότητος τοῦ θελήματος. Νά θέλουμε ὅλοι τό ἴδιο πράγμα. Ἀλλά αὐτό δέν γίνεται ἀλλιῶς, παρά μόνο ἄν ὅλοι θέλουμε αὐτό πού θέλει καί ὁ Θεός, τό θέλημα τοῦ Θεοῦ.
Γι’ αὐτό ἀποτυγχάνουν οἱ οἰκογένειες καί τά ἀνδρόγυνα, γιατί δέν θέλουν τό ἴδιο πράγμα. Ἄλλο θέλει ὁ σύζυγος καί ἄλλο ἡ σύζυγος. Γίνεται δέ αὐτό, γιατί δέν ἔχουν καί οἱ δύο προσανατολισμό στήν πίστη. Δέν ἔχουν ὡς κέντρο τους τήν πίστη, τό Τριαδικό δόγμα, τόν Τριαδικό Θεό, πού λέει «ἔτσι πρέπει νά ζήσεις, ἄν θέλεις νά Μοῦ μοιάσεις, πού σημαίνει νά φθάσεις νά γίνεις ἕνα μαζί Μου». Καί αὐτός πού μοιάζει μέ τόν Θεό, ἑνώνεται μέ τόν Θεό. Ὑπάρχει λοιπόν αὐτή ἡ ἀλληλοπεριχώρηση δόγματος καί ἤθους, πίστεως καί ζωῆς.
Οἱ Πατέρες τονίζουν ὅτι ἡ σωτηρία δέν ἔρχεται μόνο μέ τό Ὀρθόδοξο δόγμα, ἀλλά χρειάζεται καί ἡ ὀρθή ζωή. Βέβαια μᾶς τονίζουν πάλι οἱ Πατέρες ὅτι προηγεῖται ἡ πίστη. Πρῶτο εἶναι ἡ πίστη καί μετά ἡ ζωή. Ἡ πίστη εἶναι τό βασικότερο πράγμα. Εἶναι τό θεμέλιο, λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος. Θά πρέπει λοιπόν νά ἔχουμε αὐτή τήν ὀρθή πίστη «τήν ἅπαξ παραδοθείσα εἰς τούς ἁγίους» (Ἰούδα 1,3). Καί ἀπό τήν πίστη τήν εἰλικρινή, πάλι λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος, ἡ ἀγάπη τίκτεται. Ἀπό τήν πίστη τήν ὀρθή γεννιέται ἡ ἀγάπη ἡ ἀληθινή. Νά γιατί δέν ὑπάρχει ἀγάπη στούς ἀνθρώπους. Γιατί δέν ὑπάρχει ἡ ὀρθή πίστη. Ἡ πίστη βεβαίως συνοδεύεται μέ τήν ὀρθή ζωή. Ἄρα εἶναι προϋπόθεση τῆς ὀρθῆς ζωῆς ἡ ὀρθή πίστη.
Τήν ἀλλοτρίωση αὐτή τήν βλέπουμε στή Δύση. Ἔχει ἀλλοιωθεῖ ἡ πίστη τους, ὁπότε καί ἡ ζωή τους εἶναι ἀλλοτριωμένη. Ἔρχονται τώρα νά μᾶς ἐπιβάλλουν τούς νόμους τῶν ὁμοφυλοφίλων, νά ἀναγνωρίσουμε τήν ἐλεύθερη συμβίωση και, σιγά-σιγά ἀκόμη καί τά πιό βδελυκτά πάθη τήν παιδοφιλία, μέχρι καί τήν κτηνοβασία πού αὐτοί τήν ἔχουν δυστυχῶς πολύ διαδεδομένη.
– Γιατί ὅλη αὐτή ἡ ἀλλοτρίωση στή Δύση;
Διότι ὑπάρχει ἀλλοιωμένη πίστη.
Ἀπό τήν ἄλλη μεριά, ὅταν ὁ ἄνθρωπος δέν ἔχει σωστή ζωή, σταδιακά θά χάσει καί τήν πίστη του. Αὐτός εἶναι καί ὁ μεγάλος φόβος γιά μᾶς τούς Ἕλληνες, τούς Ὀρθοδόξους. Ἐπειδή ἡ ζωή μας ἀλλοιώνεται, ὄχι σιγά-σιγά ἀλλά μέ γρήγορους ρυθμούς καί κατακλυσμικά προχωρᾶμε στό κακό καί στή διαφθορά, εἶναι θέμα χρόνου νά χάσουμε τήν πίστη μας. Ἤδη προωθεῖται μέ τόν Οἰκουμενισμό αὐτή ἡ ἀλλοτρίωση τῆς πίστεως. Εἴδατε τό κοινό ἀνακοινωθέν πού ἔβγαλαν ὁ Πατριάρχης και ὁ Πάπας στά Ἱεροσόλυμα ὅτι εἴμαστε πολύ κοντά στό κοινό Ποτήριο. Σέ λίγο θά μᾶς ποῦν ὅτι ἔχουμε κοινό Ποτήριον καί θά δίνουμε Θεία Κοινωνία καί στούς Παπικούς. Καί αὐτό θά εἶναι ἡ χειρότερη προδοσία τοῦ Χριστοῦ.
Ὅταν κάποτε εἶχε γίνει αὐτό λίγο πρίν τήν ἅλωση στήν Κωνσταντινούπολη, ἔπεσε ἡ Πόλη μετά ἀπό λίγους μῆνες. Ἔφυγε ἡ Σκέπη τῆς Θεοτόκου. Ἡ Κωνσταντινούπολη εἶναι ἀφιερωμένη στήν Παναγία ἀπό τόν Μεγάλο Κωνσταντίνο. Τήν σκέπαζε 1000 χρόνια τήν Πόλη ἡ Παναγία. Ὅταν κάναμε αὐτή τήν προδοσία, πού συλλειτουργήσαμε μέ τούς Παπικούς, εἶδαν οἱ Ἅγιοι πώς ἔφυγε αὐτή ἡ Σκέπη. Φυσικά μετά ἦταν θέμα χρόνου νά πέσει ἡ Πόλη. Τό ἴδιο συμβαίνει καί τώρα στή Συρία. Τούς βλέπουμε, τούς λυπόμαστε, ἀλλά δυστυχῶς κανένας δέν τό λέει στά ΜΜΕ, οὔτε καί ἀπό τούς Ἀρχιερεῖς μας. Φταίει ἀκριβῶς αὐτή ἡ προδοσία πού ἔγινε στήν πίστη. Τό Πατριαρχεῖο Ἀντιοχείας ἔδινε ἐπισήμως, ἴσως καί νά δίνει ἀκόμη, Θεία Κοινωνία στούς Μονοφυσίτες πού ὑπάρχουν ἐκεῖ, στούς αἱρετικούς δηλαδή. Αὐτό φυσικά στερεῖ τήν Χάρη ἀπό τούς ἀνθρώπους καί ἀπό τήν τοπική ἐκεῖ Ἐκκλησία. Ὕστερα ἔρχεται αὐτή ἡ σφαγή καί ἡ καταστροφή.
Τό ἔχει πεῖ ὁ Θεός ὅτι: «ἐάν μή θέλητε, μηδέ εἰσακούσητέ μου, μάχαιρα ὑμᾶς κατέδεται» (Ἡσ. 1,20). Ἀκριβῶς αὐτό λέει ὅτι: ἄν δέν Μέ θέλετε καί δέν Μέ ἀκούσετε, θά σᾶς φάει μαχαίρι. Ὄχι γιατί Ἐγώ θέλω νά ἐκδικηθῶ, ὅτι σᾶς μισῶ, ἀλλά ἡ ἀπουσία τοῦ Θεοῦ ἀπό τήν ζωή σας, ἔχει ὡς ἀποτέλεσμα νά κυριαρχήσουν οἱ δαιμονικές ἐνέργειες. Καί ὁ δαίμονας τί εἶναι; Ἀνθρωποκτόνος. Θά κοιτάξει νά σᾶς σφάξει καί νά σᾶς διαλύσει.
Ἄς εὐχηθοῦμε καί ἄς προσευχηθοῦμε νά μή γίνει αὐτό στήν πατρίδα μας, ἀλλά νά μήν γίνει καί πουθενά ἀλλού. Πρέπει ὅμως νά προσέχουμε. Ἔχει πολλή μεγάλη σημασία αὐτό τό θέμα τῆς πίστεως, ὅτι πρέπει πάση θυσία νά φυλάξουμε τήν ὀρθή μας πίστη καί νά ἀντιδράσουμε μέ ὅλες μας τίς δυνάμεις σέ αὐτήν τήν προδοσία πού πάει νά γίνει.
Ὄντως σχεδιάζεται νά γίνει θεσμικά. Δικοί μας μεγαλόσχημοι κληρικοί σκοπεύουν νά δώσουν Θεία Κοινωνία καί στούς αἱρετικούς. Δυστυχῶς στήν Εὐρώπη οἱ Ὀρθόδοξοι δίνουν ἤδη στούς πιστούς τῶν ἄλλων δογμάτων τήν Θεία Κοινωνία ἐδῶ καί ἀρκετά χρόνια. Αὐτό ὅμως δέν εἶναι ἐπίσημο καί θεσμικό, μέ νόμο δηλαδή, ἀλλά ἰσχύει ἀνεπίσημα, ἄς ποῦμε κρυφά.
Οἱ Πατέρες τονίζουν ὅτι ἡ σωτηρία δέν ἔρχεται μέ τό Ὀρθόδοξο δόγμα ἀπό μόνο του. Δέν εἶναι τό δόγμα πού σώζει τόν ἄνθρωπο. Τό δόγμα ἁπλῶς ἀνοίγει τόν δρόμο στόν ἄνθρωπο, γιά νά φθάσει στήν κάθαρση καί στόν φωτισμό. Ἀνοίγει τόν δρόμο. Εἶναι προϋπόθεση. Ὅμως χωρίς τό Ὀρθόδοξο δόγμα δέν φθάνει κάποιος στήν κάθαρση καί στόν φωτισμό. Εἴπαμε εἶναι ἡ συνταγή.
Ὅπως ὅταν πᾶς στό Νοσοκομεῖο, ὁ γιατρός σοῦ δίνει τήν συνταγή γιά νά πάρεις τά φάρμακα, αὐτό δέν σημαίνει ὅτι θεραπεύτηκες κιόλας. Ἡ συνταγή ὅμως σοῦ ἀνοίγει τόν δρόμο γιά τήν θεραπεία. Ἄν δέν τηρήσεις τήν συνταγή, φυσικά δέν θά θεραπευτεῖς.
Χρειάζεται ὅμως μαζί μέ τήν ὀρθή δογματική συνείδηση, τό ὀρθό δόγμα δηλαδή, χρειάζεται καί ἡ ὀρθόδοξη πράξη, ἡ ὁρθόδοξη λειτουργική ζωή.
Ἀμελοῦμε αὐτό τό θέμα καί εἶναι τραγικό. Χριστιανοί νά πηγαίνουν στό Χερουβικό στήν Θεία Λειτουργία. Ἀπαράδεκτο. Πότε θά τούς μνημονεύσει ὁ ἱερέας αὐτούς τούς χριστιανούς; Δέν μνημονεύονται στήν Ἁγία Πρόθεση αὐτοί! Οὔτε κἄν εἶναι παρόντες γιά τόν Χριστό. Πηγαίνουν ἔτσι γιά νά ἱκανοποιήσουν τήν συνείδησή τους ὅτι ἐκκλησιάστηκαν. Δέν εἶναι ὅμως παρόντες γιά τόν Χριστό, ἀφοῦ δέν εἶναι πάνω στό Ἅγιο Δισκάριο. Ἡ Προσκομιδή τελειώνει, κλείνει ὅταν ποῦνε «τήν Τιμιωτέρα…», μετά δέν μνημονεύονται ὀνόματα. Πρέπει νά φροντίζουμε νά εἴμαστε στόν ὄρθρο καί νά ἔχουμε λειτουργική ζωή. Γιατί χωρίς αὐτή, πάλι δέν ἀποκτοῦμε τήν σωστή ζωή.
Χωρίς τήν ὀρθή δογματική συνείδηση καί χωρίς τήν Ὀρθόδοξη πράξη, χωρίς τήν Ὀρθόδοξη λειτουργική ζωή δέν φθάνει κανείς στήν κάθαρση καί στόν φωτισμό, λέει ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης. Ἀλλά ἄς προσέξουμε, Τό δόγμα καί ἡ λειτουργική ζωή δέν εἶναι, αὐτά καθ’ αὐτά, τά μέσα γιά νά φθάσει κανείς στήν κάθαρση τῆς ψυχῆς καί στόν φωτισμό. Εἶναι ὅμως οἱ ἀπαραίτητες προϋποθέσεις.
– Τί εἶναι πού μᾶς καθαρίζει;
Εἶναι ὁ Θεός. Εἶναι ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ. Ὅλα αὐτά τά κάνουμε γιά νά ἑλκύσουμε τήν Χάρη καί πιστεύουμε σωστά καί ὁμολογοῦμε σωστά τήν πίστη μας καί τήν ὑπερασπιζόμαστε καί πηγαίνουμε στήν Ἐκκλησία καί λειτουργιόμαστε καί πηγαίνουμε στούς ἑσπερινούς καί στίς ἀκολουθίες καί προσπαθοῦμε νά ζήσουμε σωστά. Ὅμως ὅλα αὐτά πάλι δέν μᾶς καθαρίζουν, αὐτά εἶναι ἁπλῶς οἱ προϋποθέσεις. Ἐκεῖνο πού θά μᾶς καθαρίσει εἶναι τό Πνεῦμα τό Ἅγιο. Ἀλλά γιά νά ἔλθει τό Πνεῦμα τό Ἅγιο πρέπει ὁ ἄνθρωπος νά συγκατατεθεῖ. Αὐτή ἡ συγκατάθεση γίνεται μέ τήν μετοχή μας στά μυστήρια, μέ τήν μετοχή μας στή λειτουργική ζωή, μέ τήν ἀποδοχή τῆς ὀρθῆς πίστεως, ἡ ὁποία εἶναι προϋπόθεση γιά νά μετάσχουμε στά μυστήρια. Στή Θεία Λειτουργία πρίν κοινωνήσουμε, λέμε τό «Πιστεύω». Γιατί τό λέμε; Διότι δέν ἐπιτρέπεται νά κοινωνήσει π.χ ἕνας παπικός γιατί ἔχει ἀλλοιώσει τό «Πιστεύω» καί εἶναι ἐκτός Ἐκκλησίας.
Εἶναι λοιπόν οἱ πρϋποθέσεις, τά ἀπαραίτητα θεμέλια, γιά νά ὁδηγηθεῖ κάποιος στήν κάθαρση καί τόν φωτισμό, τό δόγμα καί ἡ ὀρθή ζωή. Δέν εἶναι δηλαδή τό δόγμα ἕνα αὐτόματο μέσο πού μᾶς ὁδηγεῖ ἀπό μόνο του στήν κάθαρση. Δέν σημαίνει δηλαδή, ἐπειδή εἴμαστε Ὀρθόδοξοι, θά σωθοῦμε αὐτόματα. Κάθε ἄλλο.
Ἀνακεφαλαιώνοντας, ξαναλέμε πώς ἡ ὀρθή ζωή καί ἡ ὀρθή πίστη εἶναι οἱ προϋποθέσεις. Ἄν κάποιος ἀλλοιώσει ἤ τό ἕνα ἥ τό ἄλλο, δέν μπορεῖ νά σωθεῖ. Ἄν ἀλλοιώσεις τήν ὀρθή πίστη, δέν μπορεῖς νά ἔχεις σωστή ζωή, δέν μπορεῖς νά σωθεῖς. Ἄν ἀλλοιώσεις τήν ζωή, ἔστω κι ἄν ἔχεις σωστή πίστη εἶναι ζήτημα χρόνου νά χάσεις καί τήν πίστη. Καί τίποτα δέν ὡφελεῖ ἡ ὀρθή πίστη, ἄν δέν ἔχεις ὀρθή ζωή. Γιατί εἶναι μία πίστη νεκρή. Καί ὁ διάβολος ξέρει πολύ καλά γιά τόν Θεό, ἔχει ὀρθή πίστη, γνωρίζει ὅτι ὁ Θεός εἶναι Τριαδικός. Εἶναι ὁ καλύτερος θεολόγος ὁ διάβολος, ἀλλά ἡ ζωή του δέν εἶναι σωστή καί γι’ αὐτό φυσικά δέν μπορεῖ νά σωθεῖ.
Ἄς περάσουμε στό ἑπόμενο κεφάλαιο: ‘Περί τῆς πτώσεως τοῦ Ἀδάμ’.
Οἱ Πατέρες λένε ὅτι κατά τήν πτώση τοῦ ἀνθρώπου ἐσκοτίσθηκε ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου. Ἐσκοτίσθη ὁ νοῦς τοῦ Ἀδάμ. Δέν ἀσχολοῦνται οἱ Πατέρες μέ τόν Ἀδάμ ὡς Ἀδάμ, ἄλλα μέ τόν νοῦν τοῦ Ἀδάμ, ὁ ὁποῖος Ἀδάμ ἀρρώστησε, ἐπειδή ἐσκοτίσθηκε ὁ νοῦς του. Ἀσχολοῦνται δηλαδή μέ τήν ἀρρώστια τοῦ καθ΄ ἑαυτοῦ εἶναι μας. Τό καθ’ ἑαυτό εἶναι μας εἶναι ὁ νοῦς μας. Εἶναι ἡ σπουδαιότερη δύναμη τῆς ψυχῆς μας. Καί μέ τήν πτώση τῶν πρωτοπλάστων ὁ νοῦς μας σκοτίστηκε, ἀρρώστησε.
Οἱ Πατέρες μιλᾶνε γιά ἀσύνετον νοῦν. Νοῦ πού δέν ἔχει σύνεση. Παντοῦ στήν Πατερική γραμματεία τό θέμα τῆς πτώσεως εἶναι ὁ σκοτασμός τοῦ νοός τοῦ ἀνθρώπου. Αὐτό σημαίνει πτώση, ἁμαρτία, ὅτι σκοτίστηκε ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου. Δέν εἶναι μιά παράβαση νομική: Εἶχε αὐτή τήν ἐντολή ὁ Ἀδάμ καί τήν παρέβη, ὁπότε τώρα θά πάρει τήν ποινή, θά τόν τιμωρήσει ὁ Θεός. Αὐτό τό λένε στή Δύση, πού ἔχουν τό δικαιϊκό πνεῦμα καί βλέπουν τόν Θεό ὡς ἕναν δικαστή ἄτεγκτο καί ἀνελέητο, ὅπως λέγαμε τήν ἄλλη φορά. Ὅμως ὁ Θεός εἶναι Πατέρας καί εἶναι ἀγάπη.
– Ἀλλά τότε γιατί ἐμεῖς ζοῦμε αὐτή τήν ἄθλια κατάσταση μετά τήν πτώση;
Διότι τό ἐπιλέξαμε μόνοι μας. Ὁ Θεός μᾶς τό προ-εἶπε ὅτι ἄν δέν τηρήσετε τήν ἐντολή μου, ἄν φᾶτε ἀπό τό δένδρο τῆς γνώσεως τοῦ καλοῦ καί τοῦ κακοῦ, «θανάτῳ ἀποθανεῖσθε» (Γεν. 2,17), θά πεθάνετε. Λοιπόν, οἱ πρωτόπλαστοι περιφρόνησαν αὐτή τήν προειδοποήση τοῦ Θεοῦ καί ἔφαγαν. Μετά ἦλθαν οἱ συνέπειες. Πέθαναν.
Ὅπως ὅταν μία κατασκευαστική ἐταιρεία λέει νά προσέχουμε τό αὐτοκίνητο σέ αὐτά καί αὐτά τά πράγματα, γιατί ἄν δέν τά προσέξουμε, θά χαλάσει. Ἄν ποῦμε, ‘’δέν μέ ἐνδιαφέρει, ἐγώ θά κάνω αὐτό πού θέλω’’, θά ἔχουμε τίς συνέπειες. Τό αὐτοκίνητο θά χαλάσει. Δέν φταίει ὅμως ἡ ἑταιρεία γι’ αὐτό. Ἔτσι καί ὁ Θεός, μᾶς ἔφτιαξε μέ κάποιες προδιαγραφές. Δέν τίς τηρήσαμε, ὁπότε ἦλθε ἡ συνέπεια. Ἀρρωστήσαμε. Καί ποιά ἦταν ἡ ἀρρώστια μας; Σκοτίστηκε ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου. Γέμισε μέ λογισμούς καί μέ πάθη καί βέβαια μέ τό κυρίαρχο πάθος τόν ἐγωισμό, τήν ὑπερηφάνεια, τήν προσπάθεια γιά θέωση χωρίς τόν Θεό.
Αὐτό ἦταν τό ἁμάρτημα τοῦ Ἀδάμ καί τῆς Εὔας: νά φθάσουν στή θέωση χωρίς τόν Θεό, ἀπό μόνοι τους καί χωρίς ὑπακοή. Γι’ αὐτό ἔπεσαν πολύ χαμηλά παρ’ ὅλο πού ὁ Θεός τούς ἔδωσε τήν εὐκαιρία νά ἐπανορθώσουν τό λάθος τους. Αὐτοί ὅμως ἀντί νά ζητήσουν συγγνώμη γιά αὐτό πού ἔκαναν, ἄρχισαν νά δικαιολογοῦνται. Ἡ δικαιολογία εἶναι ἀμετανοησία. Γι’ αὐτό ποτέ δικαιολογία!
Ἐνῶ ἄν ἔλεγαν: Ναί, Κύριε παρακούσαμε, φάγαμε ἀπό τόν ἀπαγορευμένο καρπό συγχώρεσε μας! Θά τελείωνε ἀμέσως, δέν θά ἔφευγαν ἀπό τόν Παράδεισο. Αὐτός ὁ ἐγωισμός εἶναι πού συσκότισε τόν νοῦ τοῦ Ἀδάμ καί ἔγινε αἰτία νά χάσουμε τήν Χάρη, γιατί φυσικά σ’ ἕναν βρώμικο νοῦ δέν μένει ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ. Ἐνῶ ὁ Ἀδάμ πρίν τήν πτώση εἶχε χάρη, ἦταν σοφός, ἦταν διακριτικός, ἦταν διορατικός, εἶχε προφητικό χάρισμα.
Ἀλλά πῶς ἐμεῖς ξέρουμε ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἔπεσε; Ἀπό τήν ἱστορική περιγραφή τῆς πτώσεως πού ἀναφέρει ἡ Ἁγία Γραφή; Καί τί σημαίνει ἡ πτώσις, τί σημαίνει Παράδεισος; Δέν τήν γνωρίζουμε μόνο ἀπό τήν ἱστορική περιγραφή, ἀλλά τήν ζοῦμε κιόλας τήν πτώση, τήν κατάσταση τῆς πτώσεως.
Τί ἦταν ὁ Παράδεισος; Ὑπάρχουν δύο Πατερικές παραδόσεις -οἱ ὁποῖες δέν διαφωνοῦν ἁπλῶς λίγο διαφοροποιοῦνται- καί τίς ὁποῖες συνοψίζει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, ὁ ὁποῖος δίνει καί τίς δύο Πατερικές ἀπόψεις, χωρίς ὁ ἴδιος νά λαμβάνει θέση πάνω στό θέμα αὐτό.
Ἡ μία παράδοσις λέγει ὅτι στόν Παράδεισο ὁ νοῦς τοῦ Ἀδάμ ἦταν φωτισμένος, εἶχε φθάσει στόν φωτισμό καί τό ἑπόμενο σκαλοπάτι θά ἦταν ἡ θέωσις, ὅπου θά ἔφθαναν ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὔα ἐφ’ ὅσον ἔκαναν ὑπακοή. Ἀπό τό λίαν καλῶς θά πήγαιναν στό ἄριστα. Ἡ ἄλλη παράδοσις λέγει ὅτι ἦταν ἐν θεοπτίαις ὁ νοῦς τοῦ Ἀδάμ, ἦταν μέ συνεχή θεοπτία δηλαδή μέ θέωση. Ἦταν ἤδη σέ θέωση μέσα στόν Παράδεισο. Καί ὅτι αὐτό ἦταν ὁ παράδεισός του, τό νά βλέπει δηλαδή τήν δόξα τοῦ Θεοῦ.
Ἡ Ἀλεξανδρινή παράδοσις ὡς καί ἡ παράδοσις τῆς Καππαδοκίας (Μέγας Βασίλειος) λένε ὅτι ὁ νοῦς τοῦ Ἀδάμ πρίν τήν πτώση ἦταν ἐν θεοπτίαις. Ἡ παράδοσις τῆς Ἀντιοχείας (ἄγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος) λέγει ὅτι ὁ νοῦς τοῦ Ἀδάμ ἦταν ἁπλῶς φωτισμένος. Οἱ Πατέρες γνωρίζουν ἀπό τήν ἐμπειρία τους σέ τί συνίσταται αὐτός ὁ φωτισμός τοῦ νοός καί εἶναι κατατεθειμένο μέσα στήν Παράδοση.
– Τί σημαίνει ὅτι ὁ νοῦς εἶναι φωτισμένος, ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι φωτισμένος;
Σημαίνει ὅτι μέσα του κατοικεῖ τό Ἅγιο Πνεῦμα, ὅτι ὁ φωτισμός τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἡ κατοίκησις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μέσα στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου, ὁπότε ὁ ἄνθρωπος γίνεται ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί τό ἴδιο τό Ἅγιο Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ ἐνεργεῖ μέσα στόν νοῦ τοῦ ἀνθρώπου καί τόν φωτίζει. Καί, αὐτός ὁ ἄνθρωπος εἶναι ὁ φωτισμένος. Τέτοιος ἦταν ὁ νοῦς τοῦ Ἀδάμ, λέγει ἡ παράδοσις τῆς Ἀντιοχείας.
Στό ἄν ἦταν φωτισμένος ὁ νοῦς τοῦ Ἀδάμ πρίν τήν πτώση ἤ ἄν ἦταν ἐν θεοπτίαις, δηλαδή σέ κατάσταση διαρκοῦς θεώσεως, σ’ αὐτό ὁ Δαμασκηνός δέν λαμβάνει καμμία θέση. Γιατί; Διότι ἐκεῖνο πού ἐνδιέφερε τόν Πατέρα αὐτόν τῆς Ἐκκλησίας ἦταν νά δώσει τίς δύο ἐξηγήσεις, γιά τό πῶς ἦταν ὁ νοῦς καί σκοτίστηκε. Ἀλλά ἐμεῖς πῶς ξέρουμε ὅτι ὁ νοῦς τοῦ Ἀδάμ σκοτίσθηκε; Ἁπλούστατα, διότι γνωρίζουμε ὅτι ἐμεῖς οἱ ἴδιοι τώρα ἔχουμε ἐσκοτισμένον νοῦν, πού εἶχε καί ὁ Ἀδάμ. Καί αὐτός ὁ ἐσκοτισμένος νοῦς θέλει θεραπεία. Ἡ δέ θεραπεία συνίσταται στήν φώτιση καί στήν θέωση. Ἡ θέωσις εἶναι ἡ πλήρης θεραπεία.
– Ἀλλά τί σημαίνει ἐσκοτισμένος νοῦς;
Σημαίνει ὅτι ἡ νοερά ἐνέργεια τῆς καρδιᾶς τοῦ ἀνθρώπου δέν ἐνεργεῖ σωστά. Δέν λειτουργεῖ σωστά ἡ ἐνέργεια τοῦ νοῦ, ἡ ἐνέργεια τῆς ψυχῆς. Ἡ νοερά ἐνέργεια ἀρχίζει νά ἐνεργεῖ σωστά μόνον ὅταν ὁ ἄνθρωπος περάσει ἀπό κάθαρση καί φθάσει στόν φωτισμό. Ὅταν δηλαδή ὁ νοῦς καθαρίσει ἀπό ὅλους τούς λογισμούς. Αὐτό σημαίνει κάθαρση τοῦ νοῦ. Νά μήν ὑπάρχουν λογισμοί μέσα στόν νοῦ, ἀλλά ὁ νοῦς νά βλέπει τόν Θεό καθαρά.
– Γιατί δέν μποροῦμε νά προσευχηθοῦμε;
Διότι ἀκριβῶς ὁ νοῦς μας εἶναι σκοτισμένος ἀπό λογισμούς κι ἄν προσπαθήσεις νά πᾶς τόν νοῦ σου στόν Θεό, δέν πηγαίνει. Ἐκτρέπεται, πάει ἀπό δῶ κι ἀπό ἐκεῖ. Αὐτός εἶναι σκοτισμένος νοῦς καί σημαίνει ὅτι χρειάζεται θεραπεία. Μετά τήν πτώση, ὁ νοῦς εἶναι σκοτισμένος. Γιατί; Διότι εἶναι γεμάτος ἀπό λογισμούς καί ἔχει σκοτισθεῖ ἀπό αὐτούς τούς λογισμούς.
– Πότε συμβαίνει αὐτό, τό νά σκοτισθεῖ ὁ νοῦς ἀπό τούς λογισμούς;
Συμβαίνει –αὐτό εἶναι πολύ σημαντικό- ὅταν οἱ λογισμοί τῆς διανοίας κατεβοῦν στήν καρδιά καί γίνουν λογισμοί τοῦ νοός. Οἱ λογισμοί τῆς διανοίας πού ὑπάρχουν στόν ἐγκέφαλο, οἱ ὁποῖοι δημιουργοῦνται ἀπό τόν ἐγκέφαλο, εἶναι ἡ σκέψη. Ὁ ἐγκέφαλος παίρνει ἐρεθίσματα ἀπό τό περιβάλλον, τά μάτια, τά αὐτιά, τίς αἰσθήσεις καί ἀπό μέσα, τίς ἐσωτερικές αἰσθήσεις πού ἔχουμε, τοῦ σώματος.
Ὅλα αὐτά τά μηνύματα ὁλοκληρώνονται μέσα στόν ἐγκέφαλο καί ἔτσι ὁ ἄνθρωπος ἔχει ἀντίληψη τοῦ ποιός εἶναι, ἄν ἔχει ὑγεία ἤ ἄν πονᾶ κάπου. Ἐπίσης ἔχει ἀντίληψη τοῦ περιβάλλοντός του μέσα στόν χῶρο καί μπορεῖ νά τοποθετεῖται μέσα στόν χῶρο, νά κινεῖται καί νά ἐπικοινωνεῖ μέ τούς ἄλλους. Αὐτό ὅλο γίνεται μέ τόν ἐγκέφαλο, μέ τά νεῦρα, μέ τίς αἰσθήσεις καί μέ τό κεντρικό νευρικό σύστημα.
Ἐκεῖ μέσα ὑπάρχουν οἱ λογισμοί. Ὑπάρχουν οἱ διάφορες παραστάσεις πού ἔρχονται ἀπό τό περιβάλλον. Αὐτά ὅμως δέν πρέπει νά κατέβουν στήν καρδιά καί νά γίνουν λογισμοί τοῦ νοῦ, τῆς ψυχῆς, δηλαδή τῆς καρδίας, διότι ὁ νοῦς ἔχει τήν ἑδρα του στήν καρδιά, ἐνῶ ἡ διάνοια ἔχει τήν ἕδρα της στόν ἐγκέφαλο. Ἄν κατέβουν οἱ λογισμοί στήν καρδιά καί γίνουν λογισμοί τοῦ νοῦ καί ὁ ἄνθρωπος πλέον αὐτά πού δέχεται ἀπό τό περιβάλλον τά κάνει λογισμούς τοῦ νοῦ του, τότε αὐτός ὁ ἄνθρωπος σκοτίζεται, μολύνεται ἡ καρδιά του καί μπερδεύεται. Δημιουργεῖ καί ἄτοπες ἐπιθυμίες. Φτιάχνει καί εἴδωλα. Γιατί; Γιατί ὁ νοῦς εἶναι φτιαγμένος γιά νά βλέπει στόν Θεό.
Ὅταν μολύνεται ἀπό παραστάσεις τοῦ περιβάλλοντος, κάνει Θεό τό περιβάλλον καί φτιάχνει εἴδωλα, τά βάζει στή θέση τοῦ Θεοῦ καί ἔτσι μολύνεται ἡ καρδιά τοῦ ἀνθρώπου. Ἀντί ὁ ἄνθρωπος μέ τήν καρδιά του νά βλέπει πρός τόν Θεό, βλέπει στά χρήματα. Γίνεται χρηματολάτρης, εἰδωλολάτρης. Ἤ βλέπει στίς ἡδονές, στίς σαρκικές ἡδονές. Πῶς; Βλέποντας μέ τά μάτια διάφορες παραστάσεις. Ἄν αὐτές τώρα κατέβουν στήν καρδιά καί συγκατατεθεῖ ὁ ἄνθρωπος καί πεῖ «Ἄ! ὡραῖο, καλό πράγμα αὐτό, νά τό κυνηγήσω», μετά αὐτά τά κάνει εἴδωλα, τά κάνει Θεούς, γιατί τά βλέπει μέ τόν νοῦ του καί πλέον παίρνουν τήν θέση τοῦ Θεοῦ. Ἐνῶ ὁ νοῦς πρέπει νά εἶναι καθαρός ἀπό ὅλα καί νά βλέπει μόνο στόν Θεό. Αὐτός λοιπόν ὁ ἄνθρωπος εἶναι ὁ σκοτισμένος καί οἱ λογισμοί πού πρέπει νά εἶναι μόνο στή διάνοια ἔχουν κατέβει στήν καρδιά.
Καί γίνεται σύγχυσις λογισμῶν -μέσα στήν καρδιά- μεταξύ λογικῆς, τῶν λογισμῶν πού παράγονται μέσα στήν διάνοια, καί νοός, πού ὑπάρχουν μέσα στήν καρδιά. Ὑπάρχουν δηλαδή λογισμοί στόν νοῦν, πού δέν πρέπει νά ὑπάρχουν ἐκεῖ, διότι ἀνήκουν στήν λογική, στήν διάνοια. Ὁ νοῦς πρέπει νά εἶναι τελείως ἄδειος ἀπό λογισμούς, ὥστε νά μπορεῖ νά ἔλθει στόν ἄνθρωπο τό Πνεῦμα τό Ἅγιο νά κατοικήσει καί νά παραμείνει μέσα του.
Αὐτά εἶναι πολύ σημαντικά νά τά ξεκαθαρίσουμε μέσα μας. Νά φροντίζουμε τόν νοῦ μας νά μένει καθαρός. Νά μήν δημιουργοῦνται μέσα στήν καρδιά μας συγκαταθέσεις καί λογισμοί, οἱ ὁποῖοι εἶναι ξένοι. Ὁ μόνος λογισμός πού πρέπει νά ὑπάρχει στήν καρδιά μας εἶναι ὁ Θεός καί ἡ ἀδιάλειπτη προσευχή.
Οἱ Ἅγιοι Πατέρες δίνουν μεγάλη σημασία στήν ἀδιάλειπτη νοερά προσευχή, διότι αὐτή ἡ λειτουργία, ὅταν ἀποκατασταθεῖ στόν ἄνθρωπο μέσα στήν καρδιά του, δηλαδή διά τοῦ νοός, ὁ ἄνθρωπος βλέπει συνεχῶς τόν Θεό. Αὐτός ὁ νοῦς εἶναι θεραπευμένος, εἶναι καθαρός, αὐτός ὁ ὁποῖος συνέχεια ἀνακυκλώνει μέσα του τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, τό «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησόν με».
Ὁ ἄνθρωπος αὐτός πλέον δέν δέχεται, ἐφ’ ὅσον φυσικά προσέχει, λογισμούς ἀπό τήν διάνοιά του καί δέν μολύνεται. Στή συνέχεια ἡ ἴδια ἡ προσευχή φυλάει τόν νοῦ καθαρό καί ὁ ἄνθρωπος μέ τήν νήψη ἐπίσης προσέχει ὥστε νά μήν μπεῖ ξένο σῶμα, ξένος λογισμός μέσα στήν καρδιά.
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης
http://hristospanagia3.blogspot.gr/