Περί ενώσεως των Εκκλησιών Π. ΖΕΡΒΑΚΟΣ Ορθοδοξία και αίρεση

 

Αγαπητέ κ. Morello

Έλαβον την επιστολήν σας και μετά προσοχής την ανέγνωσα. Μας γράφετε να μην εμποδίζωμεν την ένωσιν με τον Τοποτηρητήν του θρόνου του Πρωτοκορυφαίου Πέτρου, Παύλον τον ΣΤ΄, διότι θα μετανοήσωμεν αιωνίως. Σας απαντώμεν, δεν λέγετε την αλήθειαν. Ημείς θέλομεν την ένωσιν και ευχόμεθα διαρκώς υπέρ της των πάντων ενώσεως. Υμείς, οι Παπικοί, εμποδίζετε αυτήν ουσιαστικώς. Και εάν δεν μετανοήσετε ενταύθα, εις την πρόσκαιρον ζωήν, θα μετανοήσετε εις τον Άδην, ένθα ουκ έστι μετάνοια!
Ημείς, οι Ορθόδοξοι Έλληνες, θέλομεν την ένωσιν κατά Χριστόν, υμείς οι Λατίνοι θέλετε αυτήν κατά Πάπαν. Εάν ο Πάπας ήτο σύμφωνος με τον Χριστόν, να μην αμφιβάλλετε ότι και ημείς οι Ορθόδοξοι, οι κατά Χριστόν ορθά φρονούντες, θα εδεχόμεθα την ένωσιν. Εφ΄όσον όμως ο Πάπας δεν συμφωνεί με τον Χριστόν, δεν είναι δυνατόν ποτέ , ποτέ να συμφωνήσωμεν με τον Πάπαν. Και άκουσον, αγαπητέ, την αλήθειαν, την οποίαν, όταν την γνωρίσεις και την δεχθείς, θα ομολογήσεις και θα χωρισθείς από τον Πάπαν και ενωθείς με τον Χριστόν και με ημάς, τους κατά Χριστόν φρονούντας Ορθοδόξους Χριστιανούς.
Ο Χριστός παρήγγειλλεν εις τους μαθητάς Αυτού και δι΄ αυτών και εις ημάς και εις όλους τους Χριστιανούς: «….ος αν θέλη γενέσθαι μέγας εν υμίν, έσται διάκονος υμών, και ος εάν θέλη υμών γενέσθαι πρώτος, έσται πάντων δούλος. Και γαρ ο Υιός του ανθρώπου ουκ ήλθε διακονηθήναι, άλλα διακονήσαι και δούναι την ψυχήν αυτού λύτρον αντί πολλών» (Μάρκ. 10,43-45), ίδε και (Ματθ. 20,26-28). Δεν εξήρεσε τον Πέτρον από τους άλλους μαθητάς μηδέ τους Πάπας. Δεν είπε: σύ Πέτρε και οι διάδοχοι σου Πάπαι να είσθε πρώτοι και να λέγετε ότι είσθε μεγάλοι!
Βλέπεις, αγαπητέ μοι, ότι ο Πάπας δεν συμφωνεί με τον Χριστόν; Ο χριστός λέγει: εκείνος που θέλει να είναι πρώτος, ας είναι όλων δούλος, απ΄ όλους έσχατος, τελευταίος. Ενώ ο Πάπας τι λέγει; Εγώ είμαι πρώτος. Όλοι οι άλλοι είναι κατώτεροι μου και πρέπει να με αναγνωρίσουν ως τοιούτον.
Ο Άγιος Ιωάννης ο θεολόγος γράφει: «εάν είπωμεν ότι αμαρτίαν ούκ έχωμεν, εαυτούς πλανώμεν και η αληθεία ουκ εστίν εν ημίν…, εάν είπωμεν ότι ούχ ημαρτήκαμεν, ψεύστην ποιούμεν αυτόν, και ο λόγος αυτού ουκ έστιν εν ημίν» ( Α’ Ιωάν. 1, 8-10). Βλέπεις αγαπητέ, ότι ο Αγ. Ιωάννης ο θεολόγος καθαρά, καθαρά λέγει ότι, εάν είπωμεν ότι δεν είμεθα αμαρτωλοί, πλανώμεθα και δεν λέγωμεν την αλήθειαν, λέγομεν ψεύματα. Ο Πάπας, όλοι οι μαθηταί και οπαδοί του λέγετε ότι είναι αλάθητος!
Πώς είναι δυνατόν, αγαπητέ να δεχθώμεν ένωσιν, εφ’ όσον ο Πάπας και υμείς οι Παπικοί είσθε ασύμφωνοι και ενάντιοι της διδασκαλίας του Ευαγγελίου του Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού και των Αγ. Αποστόλων; Ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός έδωκεν εντολήν εις τους μαθητάς του λέγων: «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τα έθνη, βαπτίζοντες αυτούς εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος» (Ματθ. 28,19), και «ο πιστεύσας και βαπτισθείς σωθήσεται»(Μαρκ.16, 16). Και ταύτην την εντολήν του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού ο Πάπας και υμείς οι οπαδοί του αθετήσατε και, αντί να βαπτίζετε, ραντίζετε. Ο Χριστός δεν είπε ραντίζοντες αυτούς, άλλ’ είπε βαπτίζοντες, ούτε είπεν ο ραντισθείς σωθήσεται, άλλ’ ο βαπτισθείς σωθήσεται.
Ο οικουμενικός Διδάσκαλος, ο θεοκήρυξ Απόστολος των εθνών Παύλος, το στόμα του Χριστού, γράφει: «εις Κύριος, μία πίστις, εν βάπτισμα» ( Εφες. 4, 5). Και η πρώτη αγία Οικουμρνική Σύνοδος (εις την οποίαν ο Πάπας Ρώμης Σίλβεστρος είχεν αποστείλει αντιπροσώπους του τον Κορδούης Επίσκοπον και τους Πρεσβυτέρους Βίκτωρα και Βικέντιον) συνωδά με τον Απόστολον Παύλον μίαν πίστιν και εν βάπτισμα εις το σύμβολον της πίστεως εξέθεντο. «Πιστεύω εις ένα θεόν, Πατέρα Παντοκράτορα… και εις ένα Κύριον Ιησούν Χριστόν… και εις το Πνεύμα το Άγιον, το Κύριον, το Ζωοποιόν, το εκ του Πατρός εκπορευόμενον… Εις Μίαν, Αγίαν, Καθολικήν και Αποστολικήν Εκκλησίαν. Ομολογώ εν βάπτισμα εις άφεσιν αμαρτιών».
Τούτο το άγιον Σύμβολον της πίστεως εδέχθησαν και κατείχον όλοι οι Πάπαι και άπαντες οι της Δύσεως Χριστιανοί άχρι του 10ου αιώνος, οπότε αποχωρήσαντες και αποσχισθέντες της μίας αγίας Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας και καταφρονήσαντες τον κορυφαίον Θεοκήρυκα απόστολον Παύλον, τας επτά αγίας Οικουμενικάς Συνόδους και τους συγκροτήσαντας αυτάς αγίους Πατέρας, ίδρυσαν δευτέραν, νέαν Εκκλησίαν, την οποία ψευδώς ωνόμασαν Καθολικήν. Έκαναν προσθήκην εις το της πίστεως Σύμβολον και αντικατέστησαν το «εν Βάπτισμα» με ράντισμα και επίχυσιν ύδατος επί της κεφαλής του βαπτιζομένου. Εν συνεχεία οι κατά καιρούς Πάπαι ήλλαξαν, αντικατέστησαν όλα σχεδόν τα μυστήρια, κατεφρόνησαν τους ιερούς κανόνας, τας ιεράς Παραδόσεις, τας οποίας παρελάβομεν από τους αγίους Αποστόλους και αγίους Πατέρας.
Τας καταφρονήσεις και τας καινοτομίας των κατά καιρούς Παπών της Δύσεως βλέπων ο Λούθηρος, διαμαρτυρηθείς και μη εισακουσθείς, απεχώρησε της Δυτικής Εκκλησίας και αντί να επιστρέψει και αυτός εις την πρώτην Μίαν, Αγίαν, Καθολικήν και Αποστολικήν Εκκλησίαν, ίδρυσεν ιδικήν του, την των Προτεσταντών-Διαμαρτυρομένων. Οι τούτου δε διάδοχοι και οι του Καλβίνου ίδρυσαν πολλάς εκκλησίας και εξακολουθούν ακαταπαύστως να ιδρύουν. Ούτω η Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία εγένετο πολλαί, η μία πίστις πολλαί, το εν Βάπτισμα πολλά βαπτίσματα. Πάσαι δε αι αταξίαι, πλάναι και αιρέσεις επήγασαν από την Δυτικήν Εκκλησίαν, από τους πάπας, οι οποίοι τον άνωθεν της εκκλησίας υφαντόν χιτώνα διήρεσαν και εξέσχισαν εις πολλά τεμάχια. Ακολούθως οι Πάπαι δεν έπαυσαν, δεν εσταμάτησαν τας καινοτομίας. Έφθασαν εις το σημείον να καινοτομήσουν και εις εαυτούς, εις τα σώματά των. Ενώ ο Θεός, ο ποιητής και δημιουργός των απάντων, τους έπλασεν άνδρας, αυτοί ήλλαξαν την ανδρικήν των μορφήν και ξυρίσαντες τον πώγωνα και τον μύστακα μετεμορφώθησαν εις γυναίκας εναντίον του θελήματος του Θεού, δια να φανούν και εις τούτου ότι είναι ενάντιοι του θεού, ο Οποίος παρήγγειλε δια του Μωϋσέως εις τους Ισραηλίτας, και ιδιαιτέρως εις τους υιούς Ααρών, τους ιερείς, άλλα και εις ημάς και εις τους άνδρας όλων των γενεών: «ου φθαρείτε τον πώγωνα υμών» (Λευϊτ. 19,27). Πάντες οι άγιοι Προφήται, Απόστολοι, Όσιοι με γένεια ήσαν, και αυτός ο Θεός εφάνη ως παλαιός των ημερών εις τον Δανιήλ με γένεια. Ο Μονογενής Υιός και Λόγος του Θεού και Πατρός, ο Οποίος κατήλθεν εκ των ουρανών εις την γήν και έγινεν άνθρωπος όμοιος κατά πάντα με ημάς, εκτός της αμαρτίας, δια την σωτηρίαν ημών, με γένεια ήτο. Άλλα και οι εν Ιταλία Πάπαι προ του σχίσματος με γένεια ήσαν και οι άγιοι της Ιταλίας με γένεια εις παλιούς ναούς φαίνονται εζωγραφισμένοι.
Βλέπεις, αγαπητέ, είς πόσα λάθη και πλάνας η υπερηφάνεια εκρήμνισε τους Πάπας; Με το να υψώθησαν και εφαντάσθησαν ότι είναι ανώτεροι πάντων, συμπαρέσυραν και υμάς και όλους τους Δυτικούς εις την πλάνην να τους παραδέχεσθε ως αλάθητους! Πώς είναι δυνατόν να δεχθώμεν ένωσιν με εκείνους, που λέγουν και φρονούν και πράττουν εναντίον του θεού, ενάντια των πατρικών Παραδόσεων; Ο Θεοκήρυξ απόστολος Παύλος γράφει: «στήκετε και κρατείτε τας πααδόσεις, ας εδιδάχθητε είτε δια λόγου είτε δι’ επιστολής ημών» (Β’ Θεσς. 2,15). Και πάλιν: «αλλά και εάν ημείς ή άγγελος εξ ουρανού ευαγγελίζηται υμίν παρ’ ό παραλάβετε, ανάθεμα έστω» (Γαλ. 1,8-9). Ωσαύτως ο θεοφόρος Ιγνάτιος λέγει: «πάς αξιόπιστος ή, καν νηστεύη, καν παρθενεύη, καν σημεία ποιή, λύκος σοί φαινέσθω εν προβάτου δορά, φθοράν προβάτων κατεργαζόμενος». Η δε Ζ’ Οικουμενική Σύνοδος ορίζει: «άπαντα τα παρά την εκκλησιαστικήν παράδοσιν και την διδασκαλίαν και καινοτομηθέντα η μετά τούτο πραχθησόμενα ανάθεμα γ’» (Συνοδικόν της αγίας Οικουμ. Ζ’ Συνόδου υπέρ της Ορθοδοξίας. Τριώδιον Κυριακή της Ορθοδοξίας). Ο δε σοφός Βρυένιος λέγει: «εί τι των δοκούντων τοις θεοφόροις Πατράσι σαλεύει τις τούτο ουκέτι οικονομίαν κλητέον, άλλα παράβασιν και προδοσίαν πίστεως και περί το θείον ασέβειαν».
Κατόπιν όλων αυτών και άλλων πολλών καινοτομιών, καταργήσεων, καταφρονήσεων πολλών ιερών Κανόνων και Πατερικών παραδόσεων κρίνατε, αγαπητέ μοι, μόνος σας, εάν πρέπη και ένα συμφέρη να γίνη ένωσις. Νομίζομεν ότι δεν συμφέρει, εφ’ όσον αυτή γίνη κατά Πάπαν και υμάς τους παπικούς. Και αν γίνη, θα επιτευχθή το αντίθετον αποτέλεσμα, ήτοι διαίρεσις. Θα γίνει αιτία δημιουργίας νέων εκκλησιών, πρόξενος φιλονικειών και ερίδων. Θα γίνει ό,τι εγένετο με την ένωσιν εν Φερράρα και Φλωρεντία κατά τα έτη 1438-39, την οποίαν Ένωσιν, επειδή ακριβώς δεν ήτο κατά Χριστόν, άλλα κατά Πάπαν Ευγένιον και Ιωσήφ Β’ τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, ανέτρεψε και ηκύρωσεν εις και μόνος Επίσκοπος, ο Άγιος Μάρκος Εφέσου, κάμνοντας τον μεγάλαυχον και υπερήφανον Πάπαν Ευγένιον να αναφωνήση το «εποιήσαμεν ουδέν».
Αγαπητέ φίλε, βλέπω ότι επιθυμείς πολύ την ένωσιν, της οποιάς ουδέν γλυκύτερον και ωφελιμότερον εις τον κόσμον. Αυτή άλλωστε είναι και η επιθυμία και ευχή του Σωτήρος ημών. Ταύτην και εγώ ο ελάχιστος περισσότερον από σε επιθυμώ. Να παύσης δε του λοιπού να λέγης ότι εμποδίζω την ένωσιν, καθόσον ούτω λέγων είσαι εκτός αληθείας και αμαρτάνεις.
Ας προσευχώμεθα, αγαπητέ, εν ταπεινοφροσύνη και πίστει. Ας έχωμεν υπ’ όψιν μας ότι το καλόν δεν είναι καλόν αν δεν γίνει και καλώς. Τι μεγαλύτερον καλόν από την ένωσιν! Αλλά όταν γίνη κατά θεόν και όχι κατά τους ιδιοτελείς σκοπούς και επιδιώξεις και την ύποπτον ιδιογνωμοσύνην εκάστου. Διά να συμβή τούτο, «η ένωσις», θ’ απαιτηθή- οσονδήποτε οδυνηρόν και εάν είναι το πράγμα και οσονδήποτε και αν κοστίση-να καταβή από της κορυφής του όρους της επάρσεως και υψηλοφροσύνης εις τα χαμηλά, εις το έδαφος ο Ποντίφηξ ( δεν εννοούμε να απολεσθή ο βαθμός της αρχιερωσύνης και το του αρχηγού Εκκλησίας αξίωμα), και να ταπεινωθή η Δυτική όφρυς. Μόνον με την υψοποιόν ταπείνωσιν θα δυνηθή αυτός και εσείς να ιδήτε και αναγνωρίσητε και ομολογήσετε που εύρηται η αλήθεια, και εις την ταπείνωσιν ταύτην θα ενεργήση και η θεία Χάρις, της οποίας και έργον είναι η ποθητή ένωσις.
Τώρα που είναι περίοδος περισυλλογής, ας «εγκοβοθώμεν», αγαπητέ, την «στολήν της θεότητας» (την ταπείνωσιν) αμφότεραι αι Εκκλησίαι και με γνώμονα και βάσιν και πυξίδα τας πυγάς και τους ειερούς Κανόνας ας χωρήσωμεν εις την εκπλήρωσιν και ικανοποίησιν της θείας επιθυμίας «ίνα πάντες εν ώσιν». Άλλη οδός δεν υπάρχει, μηδέ συμβιβασμός είς τά ασυμβίβαστα δίναται να δοθή ουδέ οικονομία να νοηθή. Εκτός πλέον εάν επιδιώκωμεν μίαν εξωτερικήν, γενικήν και φαινομενικήν ένωσιν, εν άλλοις λόγοις, μίαν συμμαχίαν και σύμπραξιν, δια να κτυπήσωμεν δήθεν κοινούς εχθρούς, μη απτόμενοι ουδόλως των εσωτερικών λόγων και αδιαφορούντες διά την εσωτερικήν, ουσιαστικήν ενότητα, άνευ της οποίας και πάσα εξωτερική τοιαύτη σύντομα θα σπάση και θ’ αποδειχθεί συμβατική, ως επίπλαστος και κατά κόσμον, απλώς φιλική.
Εκείνο που προέχει και διά το οποίον πρέπει να γίνεται κυρίως λόγος είναι να ενωθούν αι Εκκλησίαι εξ’ επόψεως της μίας και της αυτής πίστεως, του ενός και του αυτού βαπτίσματος, ως αυτά παρέδωκαν ο Κύριος και οι Απόστολοι, διέπτυξαν δε και διεφύλαξαν, δίκην κόρης οφθαλμού, και μας παρέδωκαν αι επτά Οικουμενικαί Σύνοδοι, τα οποία και παρεβίασαν και ηθέτησαν οι εκάστοτε μετά το σχίσμα Πάπαι, διά των πονηρών και ιδιοτελών καινοτομιών αυτών, των οποίων τας συνέπειας υφίστασθε εσείς ως θύματα εις την παρούσαν ζωήν, άλλα και το… φρικτότερον θα υποστήτε και εις την μέλλουσαν, εφ’ όσον δεν θα συνέλθητε και αποτινάξητε τον ζυγόν ουχί του Κυρίου, άλλα του Πάπα. Διότι ο ζυγός του Κυρίου είναι χρηστός και το φορτίον του ελαφρόν, ενώ του Πάπα ο ζυγός είναι ανθρώπινος και ημαρτημένος και το φορτίον ένοχον και δυσβάστακτον.
Είθε ο νέος Πάπας να είναι ειλικρινής και ανυστερόβουλος. Η αρχιερατία του δε να σημειώση τα πρώτα βήματα επαναφοράς και επανόδου της προ του σχίσματος Μίας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας. ¨όταν η επάνοδος αυτή, θεία Χάριτι, συμβή, τότε. Και μόνον τότε θ’ αντιμετωπισθούν αποτελεσματικώς και όλαι αι σκοτειναί δυνάμεις, αι αντιστρατευόμεναι εις την Πίστην και την Εκκλησίαν του χριστού, και θ’ αποδειχθεί διά μίαν ακόμην φοράν ότι «και πύλαι άδου ού κατισχύσουσιν αυτής».
Απο το βιβλίο “Επίκαιρα κείμενα Ορθοδόξου ομολογίας και πατερικής γραμμής για την αίρεση του παπισμού και την ένωση των εκκλησιών”
Εκδόσεις “ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ”

Share Button