Γέροντος Φιλοθέου Ζερβάκου – Επιστολές
ΠΡΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΝ ΜΟΝΑΧΟΝ
ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 1977
…Η ταπεινή μου γνώμη, αναφορικώς με το ενωτικόν πνεύμα προς την παναίρεσιν του Οικουμενισμού το οποίον διακατέχει το Οικουμ. Πατριαρχείον, είναι, ότι οφείλομεν ως ορθόδοξοι Χριστιανοί και μάλιστα ως μοναχοί να ακολουθήσωμεν όχι την γνώμην την ιδικήν μας, αλλά την γνώμην των Αγίων Πατέρων μας, Προφητών, Αποστόλων, Διδασκάλων και κηρύκων της αληθούς πίστεως ημών.
Ο προφητάναξ Δαβίδ λέγει, επειδή είδον ανομίαν και αντιλογίαν εν τη πόλει, ιδού εμάκρυνα φυγαδεύων και ηυλίσθην εν τη ερήμω, προσδεχόμενος τον Θεόν τον σώζωντά με από καταιγίδος και ολιγοψυχίας. Ο δε κορυφαίος των Αποστόλων Πέτρος προς τους πρώτους χριστιανούς τους βαπτισθέντας και πιστεύσαντας εις το αληθινόν Θεόν, τους έδωκε τας αναγκαίας νουθεσίας και τους είπε, Σώθητε από της γενεάς της σκολιάς ταύτης. Επίσης και ο έτερος των κορυφαίων Αποστόλων Παύλος, το στόμα του Χριστού μας παραγγέλλει λέγων, Μη συγκοινωνείτε τοις έργοις τοις ακάρποις του σκότους, μάλλον δε και ελέγχετε, τα γαρ κρυφή υπ αυτών γινόμενα αισχρόν εστί και λέγειν. Έργα άκαρπα του σκότους είναι αι αμαρτίαι παντός είδους και αι αιρέσεις, και η εσχάτη παναίρεσις του Οικουμενισμού την οποίαν μας προσφέρουν οι εργάται του σκότους, δόλιοι, με πονηρίαν και πανουργίαν δια να δηλητηριάσουν και θανατώσουν τας ψυχάς μας τας αθανάτους.
Ότε κατ’ αρχάς ο μη δια της θύρας εισελθών εις την αυλήν των προβάτων, αλλά αλλαχόθεν εκ της θύρας της μασσωνίας εισελθών Αρχιμασσώνος Αθηναγόρας. Ο μη ούτε Θεόν φοβούμενος ούτε ανθρώπους εντρεπόμενος εις τον ενθρονιστήριον λόγον του εν μέσω της Εκκλησίας ομολόγησε ότι είναι Τούρκος και θα ενδιαφερθή πρώτον δια τους συμπατριώτας του και έπειτα δια τους ξένους Έλληνας. Ο μεταβάς εις Ρώμην προς τον Πάπαν Ρώμης τον οποίον ανεγνώρισε ως πρώτον άρχοντα και κεφαλήν της Εκκλησίας και πεσών εις τας αγκάλας του τον εξελειπάρει, ως ο Άσωτος Υιός, να τον δεχθή και τον καταξιώση της κοινωνίας εκ του ακαθάρτου ποτηρίου της παπικής αιρέσεως.
Ταύτα πληροφορηθείς εστοχάσθην, ότι δεν έπρεπε να σιωπήσω, αλλά να κηρύξω την αλήθειαν και χωρίς να χάσω καιρόν τω έγραψα επιστολήν. Εις οποίαν τω γράφω, Μακαριώτατε, εάν αληθώς ηγάπας τον Πάπα έπρεπε να του είπης την αλήθειαν. Άκουσον φίλε Πάπα, συ είσαι πρώτος εις την υπερηφάνειαν και δεύτερος εγώ, διότι συ λέγεσαι Αλάθητος και εγώ Παναγιώτατος, η αλήθεια εστίν ότι ούτε συ είσαι αλάθητος ούτε εγώ Παναγιώτατος.
Μέρη της επιστολής εδημοσίευσα εις το φυλλάδιον 4ον σωτήριον σάλπισμα η Ταπείνωσις. Αλλ’ ούτε ο Πατριάρχης ούτε ο Πάπας ωφελήθησαν εκ της αληθείας. Ο μεν Πατριάρχης μου επέστρεψε την επιστολήν με παράπονον ότι δεν υποφέρεται τοιαύτη επιστολή από τον Ηγούμενον Λογγοβάρδας και τοιαύτη επιστολή δεν έπρεπε να φυλαχθή εις τα αρχεία της Μεγάλης Εκκλησίας. Ο δε Πάπας μοι έγραψε όχι ο ίδιος αλλά διά τινος ιδικού του. Ότι να μη εμποδίζω την ένωσιν διότι θα υπάγω εις την κόλασιν. Εγώ τω απήντησα να είπη εις τον πάτρωνά του Πάπαν, εφ’ όσον ο Θεός τον έκανε άνδρα, έπρεπε να ακούση τον Θεόν και ουχί τον διάβολον που τον εδίδαξε να μεταφορφωθή εις γυναίκα όπως εκείνος μεταμορφώνεται. Να επανέλθη εις την ανδρικήν του μορφήν να βαπτισθή εις το βάπτισμα που μας παρέδωκαν οι στύλοι της Εκκλησίας, και εις όλα όσα μας παρέδωσαν να φυλάξωμεν και εκείνος ηθέτησε.
Επανέρχομαι εις το προηγούμενον ζήτημα. Η γνώμη των Αγίων Πατέρων είναι να κάμης διαμαρτυρίαν ενώπιον του Ηγουμένου και της αδελφότητος, να είπης ευθαρσώς, εγώ δεν συμφωνώ με την γνώμην του Οικουμενιστού Πατριάρχου και των άλλων οικουμενιστών και αιρετικών, Λατινοφρόνων και Διαμαρτυρομένων. Εάν η Μονή συμφωνή με τους τοιούτους, εγώ θα προτιμήσω να ακούσω την φωνήν την οποίαν ήκουσε αοράτως ο Μέγας Αρσένιος.
Φεύγε – σιώπα – σώζου.
Μετά πατρικής αγάπης και ευχών εγκαρδίων
Αρχιμ. Φιλόθεος