Βρισκόμαστε στην Δεύτερη εβδομάδα των Νηστειών της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής.
Η Αγίας μας Εκκλησία μετά την Κυριακή της Ορθοδοξίας προβάλλει τον Άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά . Καθέ μέρα ιδιαίτερα την Αγία και μεγάλη Τεσσαρακοστή η Εκκλησία μας προσφέρει πνευματικά όπλα για να μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε της δυσκολίες του αγώνος με τους πειρασμούς στην πορεία μας προς το Πάσχα.
Τα όπλα λοιπόν που μας προσφέρει η Εκκλησία και είναι απαραίτητα για τον αγώνα εναντίον του διαβόλου, είναι: η ορθή Πίστη, η αληθινή προσευχή, η ελεημοσύνη και η νηστεία. Την πρώτη Κυριακή της Σαρακοστής, την Κυριακή της Ορθοδοξίας, η Εκκλησία μας μίλησε για το πρώτο όπλο, την ορθή Πίστη. Σήμερα, δεύτερη Κυριακή, η Εκκλησία μας μιλά για το δεύτερο όπλο, την προσευχή, μέσα από έναν μεγάλο Πατέρα της Εκκλησίας μας, τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά αρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης. Γιατί ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς ανακεφαλαιώνει όλη την ορθόδοξη παράδοση των πρώτων δεκατεσσάρων αιώνων για την ασκητική θεραπευτική μέθοδο της Εκκλησίας μας. Από τον Κύριό μας Ιησού Χριστό, τους αγίους Αποστόλους και Πατέρες της Εκκλησίας, ανόθευτη μέχρι την εποχή του, τον 14ο αιώνα.
Είναι μία πράξις συμβολική και αποφασιστική, διότι η σημερινή ημέρα τιμάται από τους Ορθοδόξους όλου του κόσμου ως επέκταση και προέκταση της Κυριακής της Ορθοδοξίας. Είναι συνέχεια της νίκης της Εκκλησίας ως σώματος Χριστού και εν Χριστώ κοινωνίας εναντίον της πλάνης. Δεν είναι νίκη προσώπων εναντίον άλλων προσώπων, δεν είναι νίκη παρατάξεων εναντίον άλλης παρατάξεως η άλλων παρατάξεων, αλλά είναι η νίκη της Πίστεως.
Ο θρίαμβος της Πίστεως ως τρόπου σκέψεως, ως τρόπου ζωής και εμπειρίας αγιοπνευματικής, που μπορεί να οδηγήσει τον άνθρωπο στην κατά χάριν θέωση.
Ένας τρόπος έκφρασης ζωής και εμπειρίας της πίστεως μέσα σε σχέση με το πρόσωπο του Χριστού είναι η προσευχή. Αν μπορούσαμε να δώσουμε έναν ορισμό για την ποιότητα της προσευχής αυτός δεν θα ήταν άλλος από μια ρήση του Αγίου Ιωάννου της Κλίμακος. Μια ρήση η οποία σκανδαλίζει τον λογικό και κοσμικό μας νου, προσευχή «είναι συνουσία και ένωση του ανθρώπου με τον Θεό». Μια φοβερή ερωτική θεολογική έκφραση η οποία δεν είναι ένας μόνος φιλοσοφικός όρος αλλά είναι ένα απόσταγμα που βγαίνει βιωματικά από την γαμήλια αυτή σχέση, η οποία λέγεται προσευχή .
Στην Εκκλησία δεν προσευχόμαστε διότι πρέπει, επειδή έτσι λένε τα υμνολογικά βιβλία. Η προσευχή είναι ανάγκη της ψυχής μας. Δεν έχει ανάγκη την προσευχή μας ο Θεός , εμείς την έχουμε ανάγκη, διότι δεν μπορούμε χωρίς εκείνον. Η προσευχή μάς ξεδιψά , μάς αναζωογονεί, τρέφει την ύπαρξη μας. Έχουν γραφτεί πολλά περι προσευχής , θεωρίες και εμπειρίες Αγίων, τις οποίες τις βλέπουμε από μακριά ως κάτι απόμακρο στον σημερινό τεχνολογικό κόσμο μας. Πολλοί θεωρούν την προσευχή ως ένα θρησκευτικό τελετουργικό που πρέπει να γίνει για να τα έχουν καλά με το Θεό και να αναπαύσουν ψυχολογικά κάποιο ίσως θρησκευτικό συναίσθημα.
Για να εξετάσουμε όμως το θέμα της προσευχής σε βάθος οφείλουμε να γνωρίσουμε τα πρόσωπα που εμπλέκονται σε αυτό το γεγονός. Αυτά τα πρόσωπα είναι δύο. Είμαι εγω ο άνθρωπος, το δημιούργημα και το άλλο είναι ο δημιουργός, ο πατέρας μου . Ξεκινάω να προσεύχομαι προς τον Πατέρα μου και αρχίζει η σχέση μας .
Όπως το νεογέννητο ανοίγει τα μάτια και αντικρύζει το πρόσωπο της μάνας και του πατέρα ,έτσι και με την προσευχή ξεκινάει το ταξίδι της σωτηρίας αρκεί να νιώσω ποιος ειμαι εγώ και σε ποιον απευθύνομαι. Αυτός ο διάλογος αποτελεί Μυστήριο. Ποιο είναι ο Μυστήριο; Ο δημιουργός και το δημιούργημα σε μια συγκλονιστική σχέση , αυτό τα λέει όλα .
Η προσευχή στην Ορθόδοξη πίστη δεν είναι απλά κάποιες κραυγές, ώστε να πούμε κάποια πράγματα διοτι πρέπει να τα πούμε. Έχω ανάγκη και θέλω να μιλήσω στον Θεό. Θέλω να μιλήσω στο Θεό να με ακούσει και να Τον ακούσω. Θέλω να μιλήσω στον πατέρα μου διότι τον χρειάζομαι. Η ύπαρξη μου αιμορραγεί και θέλω να μιλήσω σε Αυτόν που με έφτιαξε, ώστε να μου δείξει τον δρόμο της επαναφοράς, δηλαδή τον δρόμο της χάριτος μέσα από το βίωμα του Αγιασμού. Να βάλω την ύπαρξη μου από τον εκτροχιασμό πάλι επάνω στις ράγες για να ολοκληρώσω τον προορισμό μου. Να μεταμορφώσω την ύπαρξη μου εν Χριστώ. Να προχωρήσω στο καθ’ομοίωση και να στολίσω την ψυχή μου με τα διαμάντια των αρετών και τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος που μου χάρισε ο Βασιλέας εκείνη την ημέρα της βαπτίσεως μου.
Το φοβερό σε αυτή την σχέση είναι ότι μιλάω στον Θεό και μου απαντάει. Δεν εκφράζομαι κάπου αόριστα σε κάποια δύναμη εκεί ψηλά. Απευθύνομαι σε ένα πρόσωπο και αυτό το πρόσωπο είναι ο Θεάνθρωπος Κύριος. Του μιλάω και μου απαντάει μέσα στην ζωή μου, πολλές φορές δεν μου αρέσουν οι απαντήσεις αλλά ξέρω ότι είναι για το καλό μου. Τον παρακαλώ να με ακούσει. Να ακούσει ακόμα και τα πιο μικρά πραγματακια, όπως θα έλεγε και ένα παιδί τα παράπονά του στον πατέρα ακόμα και αν αυτά φαντάζουν ανόητα ή μικρά. Θέλω να ανοίξω το θέλημα μου και να δεχτώ αυτά που θα μου πει. Παρακαλώ να με ακούσει και άλλο τόσο ποθώ να Τον ακούσω διοτι Τον χρειάζομαι.
Όπως είπε και ο Αγιος Ιερώνυμος στην προσευχή του προς τον Χριστό «Τι άλλο να σου δώσω Κύριε;» και ο Χριστός του απάντησε :«Τις αμαρτίες σου Ιερώνυμε». Εδώ παίρνει σάρκα και οστά η φράση του Κυρίου : «Δεύτε πάντες οι κοπιώντες και πεφορτισμένοι καγώ αναπαύσω υμάς».
Το πρώτο βήμα είναι να θελήσω να Του μιλήσω. Να σταθώ μπροστά Του ενώπιος ενωπίω. Ο παντοκράτωρ και παντοδύναμος και εγώ ο αδύναμος που τον χρειάζομαι. Να γίνει η ύπαρξή μου υποδοχή της χάριτος. Με ποιόν τρόπο; Να ανοίξω το θέλημα μου στο θέλημα Του. Στην Κυριακή προσευχή , στο «Πάτερ υμών» ,που το έχουμε μάθει από παιδιά ,υπάρχει ένα συγκλονιστικό σημείο που το προσπερνάμε γρήγορα αλλά κανονικά εκεί μονο δάκρυ μπορούμε να δώσουμε : «Γενηθήτω το θέλημα Σου». Πόσο έτοιμοι είμαστε για αυτό; Πόσο προετοιμασμένοι είμαστε να ακούσουμε ακόμα και αυτό που δεν μας αρέσει αλλά το χρειαζόμαστε για να σωθούμε ;
Την προσευχή μπορεί να την ασκεί και να την βιώνει ο καθένας όπου και όπως και να βρίσκεται μέσα στην ημέρα ως έκφραση ανάγκης και πλήρωσης της υπάρξεως του. Τα βιώματα της προσευχής των Αγίων Πατέρων μας δείχνουν τον δρόμο που έχουμε ανάγκη να ακολουθήσουμε. Ο Άγιος Ισαάκ ο Σύρος έβαζε τα χέρια του πίσω για να νιώθει σαν κατάδικος που πάει στον κριτή για την μαρτυρική απολογία εν αναμονή της φρικτής αποφάσεως. Κάποτε υπήρχε ένα Άγιος γέροντας που του άρεσε να προσεύχεται στην εικόνας της Άκρας Ταπείνωσης και αυτό γιατί ο Χριστός έχει τα μάτια του κλειστά, και ο γέροντας κλαίγοντας στην προσευχή του έλεγε «Κύριε, μην ανοίξεις τα μάτια σου , δεν αξίζω να με δεις , δεν θέλω να δεις τα χάλια μου». Αυτά τα βιώματα είναι αποτελέσματα της αυτογνωσίας,όταν νιώθω δηλαδή ποιος είμαι εγώ και της θεογνωσίας , όταν νιώθω ποιος είναι απέναντί μου.
Όταν γνωρίζω ότι είμαι το τελειότερο δημιούργημά Του και ότι απέναντί μου έχω Αυτόν που πέθανε για μένα ,κατήργησε το θάνατο και μου χάρισε την αιώνια ζωή και με καλεί να γίνω μέτοχος σε αυτή την ζωή. Τι μπορώ να προσφέρω στην προσευχή μου ; Μόνο πόνο, δάκρυα , αγάπη και συγχώρηση.
Αλήθεια όμως θα μπορέσω να Τον ακούσω ; Πως θα ακούσω τον Χριστό όταν μέσα μου υπάρχει νύχτα χωρίς φεγγάρι ,όπως ομολογεί η πόρνη στο τροπάριο της Κασσιανής. Πως θα τον ακούσω όταν μέσα στην θάλασσα της ψυχής υπάρχει τρικυμία παθών; Πως θα μπορέσω να αγαπήσω τον Χριστό όταν αρνούμαι να γνωρίσω και να αγαπήσω τον εαυτό μου ; Όταν δεν Τον ακούω, δεν Τον προστατεύω αλλά Τον φορτώνω με τα βάρη της αμαρτίας, τα οποία μάλιστα πολλές φορές τα ονομάζω αρετές και ζητώ αυτοδικαίωση μέσα από το μυστήριο της ιεράς εξομολογήσεως. Όταν πάω να προσευχηθώ και αυτό που Του λέω είναι : Θέλω να γίνει το θέλημα μου, Κύριε, και θέλω εσένα συνένοχο σε αυτό. Ό,τι και να μου πει δεν θα μπορέσω να Τον ακούσω. Σε ένα σπίτι με κλειστά παράθυρα ο ήλιος δεν μπορεί να μπει όχι γιατί δεν θέλει ή δεν μπορεί αλλά διότι το θέλημα του σπιτονοικοκύρη είναι η άρνηση του φωτός και η αποδοχή του σκότους. Ο ήλιος απλά περιμένει να αλλάξω εγώ για να μπορέσω να τον υποδεχτώ. Αυτό το θέλημα της αρνήσεως να γίνει θέλημα αποδοχής. Αυτή η αποστροφή να γίνει αγκαλιά. «Γενηθήτω το θέλημα σου» δεν σημαίνει θέλω κάτι από σένα αλλά θέλω Εσένα. Γιατί ξέρω ότι στην Θεία Λειτουργία δεν μου δίνεις απλά κάτι από σένα ,αλλά μου δίνεις τον εαυτό σου, μου προσφέρεσαι ο ίδιος σε μένα τον ανάξιο για να γίνω μέτοχος της δικής Σου θυσιαστικής αγάπης.
Για αυτό αγαπητοί μου ερχόμαστε στην Εκκλησία , για να ανοίξουμε το θέλημά μας προς τον Χριστό. Αυτό το θέλημα το οποίο πάσχει.
Το θέλημα που περιέχει : απιστία, αδυναμία, αμφισβήτηση, πόνο, έπαρση, αμαρτία , ακηδία, υπερηφάνεια, εγωισμό και χίλια μύρια κακά. Αυτό το θέλημα να το καθαρίσω και να γίνει όλο Χριστός. Αυτό το βίωμα μάς μεταφέρει και ο Απόστολος Παύλος «Ζω δε ουκέτι εγώ , ζη δε εν εμοί Χριστός» ένα βίωμα μέσα από την εμπειρία της προσευχής και της ζωντανής σχέσης με τον Βασιλέα της Κτίσεως. Ο κάθε άνθρωπος είναι αυτό που αγαπάει. Ο καθένας μας θα αντικρύσει ακόμα και στην άλλη ζωή αυτό που αγάπησε. Αν αγαπήσαμε την αμαρτία μας περιμένει η απομόνωση της επιλογής μας . Αν αγαπήσαμε τον Χριστό θα μας περιμένει ο ίδιος να ορμήσουμε στην αγκαλιά του παραδείσου. Tην καλύτερη διδαχή σχετικά με το θέλημα μας το προσφέρει ο όσιος Νείλος «Όταν προσεύχεσαι μη θέλεις να σου έρχονται τα πράγματα όπως εσύ νομίζεις, αλλά όπως αρέσουν στον Θεό και τότε θα είσαι ειρηνικός και ευχάριστος στην προσευχή σου. » Δηλαδή το νόημα είναι όπως το έρμηνεύει ο γέροντας Αιμιλιανός Σιμωνοπετρίτης «Όταν πηγαίνεις να προσευχηθείς, μη πηγαίνεις με κάποιο θέλημα , με κάποια επιθυμία ή με κάποιον σκοπό. Το μόνο που πρέπει να υπάρχει μέσα σου είναι η διάθεση τής προσομιλίας με τον Θεό. Αν βάλεις οτιδήποτε άλλο στην συνείδησή σου , στην καρδιά σου ή στο νού σου αυτό θα γίνει αίτιο αποτυχίας σου και εκπτώσεως σου από την ένωση σου με το Θεο». Φοβερός λόγος.
Δυστυχώς όμως στην σημερινή εποχή ο σύγχρονος άνθρωπος αρνείται να γνωρίσει τον εαυτό του. Αρνείται να τον συναντήσει και για αυτό τον φοβίζει πολλές φορές η συνάντηση με τον Χριστό. Όλη μέρα μέσα στις μέριμνες , βυθισμένοι στην τεχνολογία και στην άνεση της ζωής. Που να χωρέσει ο Χριστός ; Τον βάζουμε στην άκρη , δυο τρία ψελλίσματα προσευχής το βράδυ και αυτό γιατί πρέπει να το κάνω και όχι γιατί το αισθάνομαι και το λαχταρώ.
Το δυσκολότερο πράγμα σήμερα είναι να πεις σε κάποιον να κάτσει 2 λεπτά με τον εαυτό του , εκεί μέσα στην βαθιά σιωπή της προσευχής. Μας τρομάζει αυτό. Διότι δεν είμαστε έτοιμοι να δούμε την αλήθεια, την προσωπική μας αλήθεια, να ακούσουμε τη ψυχή που σαν βρέφος λαχταρά το μητρικό γάλα της προσευχής και εμείς της λέμε να σωπάσει. Παρόλα αυτά ο Κύριος ακούει ακόμα και την πιο μικρή κραυγή προσευχής. Τί όμορφα μας το έχει παραδώσει η παράδοση : μια μικρή , γλυκιά , όμορφη εκφραστική προσευχή που τα περιέχει όλα, λέγεται παντού και πάντα «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησον με τον αμαρτωλό». Μέσα εδώ βρίσκονται τα πάντα. Σε αυτές τις λέξεις βρίσκουμε όλο το ασκητικό βίωμα και όλη την εμπειρία των Αγίων πατέρων. Απλά αυτή η φράση χρειάζεται μια μικρή προϋπόθεση, να βγαίνει από μια ταπεινή καρδιά · μόνο τότε αγγίζει τα κράσπεδα της Αγίας Τριάδος.
Ο μόνος πνευματικός χώρος για να ηρεμήσει η ψυχή και να μιλήσει στον Θεό έιναι ο χώρος της ησυχίας.
Ως ασκητικός όρος η «ησυχία» έχει κατεξοχήν υπαρξιακό και βιωματικό περιεχόμενο. Σημαίνει την ειρήνη του έσω ανθρώπου, που εγκαθίσταται σ’ αυτόν, όταν ο άνθρωπος δει, σιχαθεί και αφαιρέσει το «ειδεχθές προσωπείον» (την απαίσια μάσκα) του, που συστάθηκε από την περιπλάνηση του νου. Η ησυχία συνδέεται άρρηκτα με την νήψη του νου, την πνευματική εγρήγορση, και την βιωματική εμπειρία όλων εκείνων των καταστάσεων, που πραγματώνονται στη νήψη κατά πνευματικό και ανέκφραστο τρόπο.
Κατά συνέπεια, έργο του ησυχαστή είναι «η φυλακή της καρδίας» με την αγαπητική τήρηση των εντολών, την πνευματική καθαρότητα και την μυστηριακή ζωή. Με την τήρηση των εντολών αποβάλλει ο ησυχαστής τον νόμο της αμαρτίας και εισάγει στον εαυτό του την εποπτεία του νου.
Οι αισθήσεις του ελέγχονται με την εγκράτεια, ενώ το παθητικό της ψυχής κυριαρχείται από την αγάπη και το λογιστικό από την νήψη. Ο ησυχαστικός βίος παρέχει την λειτουργική δυνατότητα στην θεία Χάρη να «επισκευάσει»τον έσω άνθρωπο και να τον διαμορφώσει προς το πρωτότυπο, παρέχοντάς του «ανθισμένο» το αρχαίο και απερίγραπτο κάλλος του.
Ο ησυχαστικός βίος δεν πρέπει να μας τρομάζει. Δεν είναι μόνο μοναχικό βίωμα. Μπορεί να είσαι με χίλους ανθρώπους αλλά να έχεις μέσα σου γαλήνη και ησυχία. Ο Όσιος Πορφύριος απέκτησε πολλές αγιαστικές αρετές στην πλατεία Ομονοίας. Η ησυχία δεν είναι μόνο τόπος αλλά κυρίως τρόπος ηρεμίας και αγιαστικής εσωτερικής μεταμόρφωσης.
Για να αγαπήσουμε τον Χριστό , ώστε να μπούμε στην γαμήλια σχέση μαζί Του, οφείλουμε πρώτα να δούμε τον εαυτό μας σαν δημιούργημα Του. Να νιώσουμε παιδιά Του. Να φωνάξουμε Πάτερ ημών, όχι γιατί πρέπει αλλά γιατί προσδοκούμε να ακούσουμε την απάντηση: «Ναι παιδί μου , πες μου, είμαι εδώ για σένα».
Στην προσευχή γινόμαστε μέτοχοι της Τριαδικής αγάπης μέσα από την σχέση με το πρόσωπο του Κυρίου. Μπαίνουμε στον αγιαστικό χορό της Θείας αγάπης ,αλλά για να γίνει αυτό θα πρέπει να ακολούθησουμε τα βήματα του χορού, όχι να κάνουμε δικά μας βήματα δηλαδή δικά μας θελήματα. Όπως σε έναν χορό που χορεύουν και χαίρονται οι άνθρωποι ,όταν πάει κάποιος να χορέψει , ανοίγει ο κύκλος και τον υποδέχονται, αλλά για να μπορεί και ο καλεσμένος να απολαύσει τους καρπούς αυτής της χαράς, θα πρέπει να ακολουθήσει τα βήματα του χορού. Αν έστω και για λίγο κάνει τα δικά του, τότε δεν θα μπορέσει να συνεχίσει, κινδυνεύει ακόμα και να σκοντάψει και να βγεί εκτός.
Και όλα αυτά γιατί αρνήθηκε να ακολουθήσει τα βήματα της χαράς. Τα βήματα του εγωισμού τον έθεσαν στο περιθώριο.
Να μπούμε και εμείς ,αγαπητοί μου, σε αυτή την χαρά της προσευχής, να μιλήσουμε στον Τριαδικό Θεό, να ανοίξουμε την καρδιά μας ώστε να ακούσουμε ό,τι κι αν μας πει. Να νηστέψουμε αυτές τις μέρες όλες τις αισθήσεις μας από πόθο για τον Χριστό , από πείνα για να χορτάσουμε από την αγάπη Του. Να δούμε αυτές τις σαράντα ημέρες όχι ως θρησκευτική αγγαρεία αλλά ως ευκαιρία να αλλάξουμε, να υπάρξουμε μαζί Του μέσα στον διάλογο της προσευχής και να ζήσουμε βιωματικά τα μυστήρια της Εκκλησίας.
Είναι η ώρα, αγαπητοί μου, να ξυπνήσουμε από το μεθύσι της ψευτιάς, και της πλάνης , είναι ώρα να αντικρίσουμε τον Κύριο με όλη μας την ύπαρξη και να Του πούμε «Μνήσθητί μου, Κύριε, όταν έλθης εν τη βασιλεία Σου». Τέλος δεν θα ήθελα να κλείσω εγώ αυτή την ομιλία ας αφήσουμε καλύτερα να την κλείσει ο ίδιος ο Κύριος μέσα από τον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο από την ομιλία του Αγίου στο « Ματθαίου Ευαγγέλιον, Ομιλία ΟΣΤ ( 76 εβδομηκοστή έκτη ) »Λέει ο Κύριος : «Εγώ για σένα πατέρας, εγώ αδελφός, εγώ σύζυγος, εγώ σπίτι, εγώ τροφή, εγώ ρούχο, εγώ ρίζα, εγώ θεμέλιο, ό,τι θέλεις εγώ. Να μη σου λείψει τίποτα. Θα δουλέψω εγώ. Ήρθα να σε υπηρετήσω, όχι να με υπηρετήσεις. Εγώ και φίλος, και μέλος του σώματός σου και κεφάλι, και αδελφός και αδελφή και μητέρα, όλα εγώ. Μόνο να είσαι κοντά μου. Εγώ φτωχός για σένα και αλήτης για σένα. Στο σταυρό για σένα, στον τάφο για σένα. Στον ουρανό παρακαλώ για σένα τον Πατέρα μου, στη γη έρχομαι πρεσβευτής του Πατέρα μου για σένα. Εσύ είσαι τα πάντα για μένα, και αδελφός και συγκληρονόμος και φίλος μου και μέλος του σώματός μου. Τι άλλο θέλεις άνθρωπε; »Καλό υπόλοιπο σαρακοστής , αδελφοί, καλό αγώνα.