Ο Χριστός κατά την ιστορική παρουσία του στη γη φανέρωσε στους επίλεκτους των μαθητών του την άκτιστη θεότητα του με την μεταμόρφωσή του στο Θαβώρ. Κατά την θεολογική αποτίμηση του αγίου Γρηγορίου Παλαμά, οι μαθητές είδαν εκεί «την ουσιώδη ευπρέπεια του Θεού…την υπέρφωτη λαμπρότητα του αρχέτυπου κάλλους, το άμορφο είδος της θεϊκής ωραιότητας…είδαν αυτό το υπέρ νουν απρόσιτο φως …είδαν την χάρη του Αγίου Πνεύματος, την οποία έπειτα έλαβαν και κατοίκησε μέσα τους»11.
Η χάρη του Θεού είναι ο αρραβώνας της κληρονομιάς των αγίων, το Πνεύμα της υιοθεσίας12, και η επαγγελία του Πνεύματος, την οποία έλαβε από τον Πατέρα ο Υιός και χάρισε στους πιστούς του. Είναι το Πνεύμα του Χριστού, το Πνεύμα του Θεού, το Πνεύμα το Άγιο13.
Την θεία Χάρη λαμβάνει ο πιστός στο άγιο βάπτισμα, και ειδικότερα κατά το μυστήριο του ιερού Χρίσματος, οπότε καθίσταται χαρισματικό γένος της, αφού από αυτήν γεννήθηκε κατά το θείο λουτρό και έτσι απέκτησε το αρχαίο κάλλος14. Στο εξής η άκτιστη Χάρη ενυπάρχει αδιαλείπτως στον πιστό και τον οικονομεί σωτηριολογικώς κατά ποικίλλους τρόπους, ενώ το θείο φως της λάμπει σ’ αυτόν άλλοτε περισσότερο και άλλοτε λιγότερο15.
Το φως αυτό γίνεται θεατό πνευματικά με την νοερά αίσθηση και αποτελεί την αχώριστη δόξα και λαμπρότητα της θείας φύσεως16.
Αποτελεί όμως και την στολή της ψυχής του πιστού, αφού επαναφέρει σ’ αυτήν το αρχαίο και υπέρτατο κάλλος, αλλά ταυτόχρονα συνιστά και την αληθινή τροφή τόσο των αγγέλων όσο και των δικαίων17.
Δεν έχει δική του υπόσταση18, γι’ αυτό και λέγεται «ενυπόστατο» και όχι ευθυπόστατο19. Έτσι, εύλογα γίνεται λόγος για έλλαμψη υποστατικού φωτός στις ψυχές των πιστών20, που ενεργεί σ’ αυτές δίχως να χωρίζεται από το Άγιο Πνεύμα21.
Ως άκτιστη δόξα του Θεού, προαιώνια και ατελεύτητη, το θείο φως δεν είναι αισθητό22, αλλά νοητό23, και νοερό η καλύτερα πνευματικό, που προσεγγίζεται πνευματικώς και οράται πνευματικώς24. Είναι άϋλη θεία έλλαμψη και Χάρη, που «οράται κατά αόρατο τρόπο και κατανοείται κατά ακατανόητο τρόπο»25. Είναι «φυσική ακτίνα της θεότητος»26, και «θεότητα που φανερώθηκε στους μαθητές πάνω στο όρος»,κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο27.
Η θεία έλλαμψη προϋποθέτει για την θέα της την καθαρότητα της καρδιάς και αξιολογικώς βρίσκεται πάνω από λόγο για τον Θεό και πάνω από την λογική. Βέβαια, η θεία έλλαμψη παρέχει γνώση του Θεού, αλλά αυτή η νόηση και η γνώση χορηγείται στο νου από το Άγιο Πνεύμα. Αν λοιπόν μερικές φορές αυτή η θεία έλλαμψη ονομάζεται γνώση και νόηση, θα πρέπει να νοηματοδοτείται διαφορετικά, επειδή εννοείται άλλο είδος νοήσεως, πνευματικό28.