«῾Η προσευχή» κατά τόν Εὐάγριο Ποντικό «εἶναι ἡ συνομιλία τοῦ νοῦ μέ τόν Θεό. Γιά τόν ᾽Ισαάκ τόν Σύρο ἡ συνομιλία τοῦ νοῦ μέ τόν Θεό εἶναι ἡ σημαντικότερη πνευματική δραστηριότητα ἑνός χριστιανοῦ καί δέν μπορεῖ νά συγκριθεῖ μέ ὁποιαδήποτε ἄλλη προσπάθεια: «῞Οπως ἀκριβῶς τίποτα δέν μοιάζει μέ τόν Θεό, ἔτσι δέν ὑπάρχει ἐργασία πού νά μοιάζει μέ τή συνομιλία μέ τόν Θεό. Μέ τόν ὅρο προσευχή, ὁ ὁ ἅγιος ᾽Ισαάκ ἀντιλαμβάνεται ὁλόκληρο τό φάσμα τῶν δραστηριοτήτων πού συνοδεύουν τή συνομιλία τοῦ νοῦ μέ τόν Θεό.
Ἡ προσευχή εἶναι ἡ βάση τῆς πνευματικῆς ζωῆς τοῦ χριστιανοῦ, ἡ πηγή καί ἡ αἰτία ὅλων τῶν καλῶν πραγμάτων. ῾Ο ᾽Ισαάκ ὁρίζει τήν προσευχή ὡς καταφύγιο βοήθειας, πηγή σωτηρίας, λιμάνι πού γλιτώνει ἀπό τήν τρικυμία, φῶς γιά ἐκείνους πού βρίσκονται στό σκοτάδι, στήριγμα τῶν ἀσθενῶν, σκέπη στόν καιρό τῶν πειρασμῶν, φάρμακο κατά τήν ἀκμή τῆς ἀσθένειας, βέλος ἀκονισμένο κατά τοῦ ἐχθροῦ, καί γιά νά τό ποῦμε πιό ἁπλά, ὅλο τό πλῆθος αὐτῶν τῶν ἀγαθῶν πραγμάτων βρίσκει τήν εἴσοδό του μέσω τῆς προσευχῆς.
Ἀλλοῦ ὁρίζει τήν προσευχή ὡς καρδιά πού ἔχει τελείως στρέψει τό βλέμμα της πρός τόν πόθο τῆς ἐλπίδας τῶν μελλόντων».
Τήν ὥρα τῆς προσευχῆς, ὅταν συνάζεται ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου καί ὅλες οἱ αἰσθήσεις ἐναρμονίζονται, πραγματοποιεῖται μιά συνάντηση μεταξύ τοῦ Θεοῦ καί τοῦ προσευχόμενου ἀνθρώπου. Αὐτό ἐξηγεῖ γιατί ὅλα τά πνευματικά χαρίσματα καί ὅλες οἱ μυστικές ὁράσεις δίνονται στούς ἁγίους κατά τή διάρκεια τῆς προσευχῆς. Τήν ὥρα τῆς προσευχῆς ἦταν πού ἐμφανίστηκε ἕνας ἄγγελος στόν Ζαχαρία καί ἀνήγγειλε τή σύλληψη τοῦ ᾽Ιωάννη τοῦ Βαπτιστῆ· τήν ὥρα τῆς προσευχῆς κατά τήν ἕκτη ὥρα ἦταν πού ὁ ἀπόστολος Πέτρος εἶδε τό θεῖο ὅραμα· καί στόν ἑκατόνταρχο Κορνήλιο καθώς προσευχόταν ἐμφανίσ-τηκε ἄγγελος.
῞Οταν ὁ Ἀρχιερέας, μία φορά τό χρόνο, εἰσερχόταν στά Ἅγια τῶν Ἁγίων κατά τή φοβερή ὥρα τῆς προσευχῆς, ἄκουγε τούς λόγους τοῦ Θεοῦ μέσα ἀπό μιά τρομερή καί ἄφατη ἀποκάλυψη. Πόσο τρομερό ἦταν τό μυστήριο πού ἱερουργεῖτο σ’ ἐκείνη τήν τελετουργία; Παρόμοια κατά τήν ὥρα τῆς προσευχῆς φανερώνονταν στούς ἁγίους ὅλες οἱ ὁράσεις καί οἱ ἀποκαλύψεις. Γιατί ποιά ἄλλη ὥρα εἶναι τόσο ἅγια καί τόσο κατάλληλη λόγω τῆς ἁγιότητάς της γιά νά δοθοῦν τά χαρίσματα, ὅσο ἡ ὥρα τῆς προσευχῆς κατά τήν ὁποία ὁ ἄνθρωπος συνδιαλέγεται μέ τόν Θεό; Σ’ αὐτή τήν ὥρα, πού κάνουμε τίς παρακλήσεις καί τίς δήσεις μας πρός τόν Θεό καί συνδιαλεγόμαστε μαζί του, ὁ ἄνθρωπος συγκεντώνει βίαια ὅλες τὶς κινήσεις καί σκέψεις τῆς ψυχῆς του καί διαλογιζεται μέ τόν Θεό μόνο, καί εἶναι ἡ καρδιά του γεμάτη ἀπό τόν Θεό.
Ποιές εἶναι οἱ κύριες ἀπαιτήσεις πού θέτει ὁ ἅγιος ᾽Ισαάκ γιά τήν ἀλη-θινή προσευχή;
Πρῶτον, πρέπει νά προσεύχεται κανείς μέ προσοχή καί χωρίς περισπασμούς: ἡ ἐξωτερική δραστηριότητα δέν πρέπει νά ἀποσπᾶ τήν προσοχή ἀπό τήν προσευχή. ῾Ο ᾽Ισαάκ ἀναφέρει ὡς παράδειγμα ἕναν ἀσκητή, ὁ ὁποῖος εἶπε: «῎Εμεινα ἔκπληκτος ἀκούγοντας γιά μοναχούς πού κάνουν τό ἐργόχειρο στά κελιά τους καί μποροῦν νά ἐκτελοῦν τόν κανόνα τῆς προσευχῆς τους ἀνελλιπῶς χωρίς νά ταράζονται… Ἀλήθεια σοῦ λέγω, πώς ἄν βγῶ ἔξω γιά νά φέρω νερό, ἀπομακρύνομαι ἀπό τή συνήθεια τοῦ νοῦ μου καί ἀπό τήν τάξη του καί ἐμποδίζομαι νά ὁλοκληρώσω τά ἔργα τῆς ἀρετῆς».
Δεύτερον, πρέπει κανείς νά προσεύχεται μέ ταπεινοφροσύνη. ῾Η προσ-ευχή τοῦ ταπεινοῦ πηγαίνει κατευθείαν στὸ Θεό.
῞Οταν προσπέσεις μπροστά στόν Θεό κατά τήν προσευχή γίνε στό λογισμό σου σάν τό μυρμήγκι, σάν βδέλλα καί σάν παιδάκι πού ψελλίζει, καί μήν πεῖς τίποτε μπροστά Του μέ γνώση, ἀλλά προσέγγισε τόν Θεό καί πορεύσου ἐνώπιόν Του μέ τό φρόνημα ἑνός παιδιοῦ, γιά νά ἀξιωθεῖς τῆς πατρικῆς ἐκεινης πρόνοιας πού οἱ πατέρες ἔχουν γιά τά μικρά τους παιδιά. Τρίτον, πρέπει νά προσεύχεται κανείς μέ βαθιά ἀγάπη καί δάκρυα. ῾Η αἴσθηση τῆς θλίψης τῆς καρδιᾶς, πού συνοδεύεται ἀπό σωματική ἐργασία δηλ. τίς μετάνοιες, πρέπει νά γίνει ἀναπόσπαστο μέρος τῆς προσευχῆς: Νά λογαριάζεις κάθε προσευχή, ὅπου δέν μοχθεῖ τό σῶμα καί ἡ καρδιά δέν θλίβεται, ὡς ἔκτρωμα· γιατί αὐτή ἡ προσευχή δέν ἔχει ψυχή». Τήν ἴδια στιγμή ὅπως παραθέτει ὁ ᾽Ισαάκ ἀπό τόν Εὐάγριο «ἡ προσευχή εἶναι χαρά πού ἀναπέμπει εὐχαριστία». ῾Ο παράδοξος συνδυασμός τῆς θλίψεως τῆς καρδιᾶς καί τῆς πνευματικῆς χαρᾶς τῆς εὐχαριστίας, γίνεται πηγή δακρύων πού συνοδεύουν τήν προσευχή εἰδικά στά ἀνώτερα στάδιά της. «῾Η πληρότητα τῆς προσευχῆς εἶναι χάρισμα τῶν δακρύων», λέγει ὁ Ἰσαάκ.
Τά δάκρυα τήν ὥρα τῆς προσευχῆς εἶναι ἕνα σημάδι πώς ἡ ψυχή ἀξιώθηκε τοῦ ἐλέους τοῦ Θεοῦ ἐν τῆ μετανοίᾳ της καί ὅτι ἔχει γίνει δεκτή ἡ μετάνοιά της, καί ἡ ψυχή, διά τῶν δακρύων της, ἄρχισε νά εἰσέρχεται στό πεδίο τῆς διαυγοῦς καθαρότητος.
Τέταρτον, πρέπει κανείς νά προσεύχεται μέ τήν ὑπομονή καί τό ζῆλο πού συνδέονται μέ τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ:
῾Η ἀγάπη εἶναι καρπός τῆς προσευχῆς πού, ἀπό τή θεωρία τῆς προσευχῆς, σύρει τό νοῦ ἀκόρεστα πρός αὐτό πού ποθεῖ, ὅταν ὁ νοῦς ἐμμένει ὑπομονετικά στήν προσευχή χωρίς ἀκηδία, εἰτε προσεύχεται μέ ὁρατό τρόπο, χρησιμοποιώντας τό σῶμα, ἤ μέ τίς σιωπηλές σκέψεις τοῦ νοῦ. ῾Ο ἄνθρωπος πού προσεύχεται σωστά ἰσοδυναμεῖ μέ αὐτόν πού ἔχει νεκρωθεῖ γιά τόν κόσμο. Καί τό νόημα τοῦ «ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν» εἶναι τό ἑξῆς: τό νά ἐπιμένει κανείς θαρραλέα στήν προσευχή.
Πέμπτον, κάθε λέξι τῆς προσευχῆς πρέπει νά προέρχεται ἀπό τά βάθη τῆς καρδιᾶς. Κι ὅταν ἀκόμη τά λόγια τῆς προσευχῆς εἶναι δάνεια ἀπό τούς ψαλμούς, πρέπει νά προφέρονται σάν νά ἀνήκουν σ’ αὐτόν πού προσεύχεται:
Νά μήν εἶσαι στήν ψαλμωδία σου σάν νά δανείζεσαι τά λόγια ἀπό ἄλλους, μήπως στερηθεῖς τελείως τήν κατάνυξη καί τή χαρά πού βρίσκεται στήν ψαλμωδία. Ἀλλά νά ἀπαγγέλλεις τούς στίχους τῆς ψαλμωδίας σάν νά ἦταν ἀπόλυτα δικοί σου, ὥστε νά ἐκστομιζεις τά λόγια τῆς δεήσεώς σου μέ κατάνυξη καί διακριτική ἐπίγνωση.
῾0 ᾽Ισαάκ ἐκτιμοῦσε τήν ψαλμωδία καί τόνιζε τήν ἀνάγκη τῆς μελέτης τῶν λόγων τῶν Ψαλμῶν:
«Τά θαυμαστά λόγια πού παραθέτονται στίς ᾽Ωδές πού καθορίζει ἡ Ἁγία ᾽Εκκλησία, μαζί μέ ὅλα τά εἴδη τῶν ὑψηλῶν λόγων πού ἔχουν ὁριστεῖ ἀπό τό Πνεῦμα σὲ ἁρμονικοὺς ψαλμούς μποροῦν νά ἀναπληρώσουν σέ κάποιον τόν τόπο τῆς τέλειας προσευχῆς: μέ τή μελέτη τους γεννοῦν μέσα μας καθαρές προσευχές. Διαλέγεις ἐκείνους τούς στίχους πού εἶναι κατάλληλοι καί τούς προσφέρεις στόν Κύριό σου δεόμενος κατά τήν πρόθεσή σου, ἐπαναλαμβάνοντάς τους ἐπί μακρόν καί μέ ἠρεμία.
Τέλος, ἡ προσευχή πρέπει νά βασίζεται στήν πίστη καί στήν ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη στόν Θεό. Ἔτσι δέν πρέπει νά ζητᾶμε ἀπό τόν Θεό ἐπίγεια ἀγαθά, τά ὁποῖα ὁ Θεός θά μᾶς δώσει ἀκόμη κι ἄν δέν τοῦ ἀπευθύνουμε εἰδικό αἴτημα:
Μή ζητᾶς ἀπό τόν Θεό κάτι τό ὁποῖο ὁ ἴδιος, δίχως νά τό ζητᾶμε, ἔχει ἤδη τήν πρόνοια νά μᾶς δώσει... Ὁ υἱός δέν ζητᾶ ψωμί ἀπό τόν πατέρα του, ἀλλά ζητᾶ τά μεγάλα καί ὑψηλά πράγματα τοῦ σπιτιοῦ τοῦ πατέρα του. Λόγω τῆς ἀδυναμίας τῆς διάνοιας τῶν κοινῶν ἀνθρώπων, ὁ Κύριος μᾶς ὥρισε νά ζητᾶμε τό καθημερινό μας ψωμί…
᾽Εκεῖνοι πού ὄντως πιστεύουν στόν Θεό δέν ζητοῦν ἀπ’ Αὐτόν «δῶσε μας αὐτό» ἤ πάρε αὐτό ἀπό μᾶς, οὔτε φροντίζουν γιά τόν ἑαυτό τους, ἐπειδή αἰσθάνονται στή ζωή τους τήν πατρική Πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Ἀντί νά ρωτᾶ τόν Θεό «τί θά μοῦ δώσεις·» ἡ ἐλεύθερη ψυχή ζητᾶ ἀπό τόν Θεό νά τή βοηθήσει νά συντηρήσει τό θησαυρό τῆς πίστης στήν καρδιά της ἄν καί στήν πραγματικότητα ὁ Θεός δέν χρειάζεται οὔτε κἄν αὐτή τήν προσευχή.
Οἱ κύριες ἀπαιτήσεις λοιπόν, πού εἶναι ἀπαραίτητες στήν προσευχή, κατά τόν ᾽Ισαάκ εἶναι οἱ ἑξῆς: προσοχή καί ἀπουσία περισπασμῶν, ταπεινοφροσύνη, βαθιά αἴσθηση συντριβῆς πού συνοδεύεται ἀπό δάκρυα, ὑπομονή καί ζέση, λόγια τῆς προσευχῆς πού ἐκφέρονται ἀπό τά βάθη τῆς καρδιᾶς, ἀληθινή πίστη καί ἐμπιστοσύνη στόν Θεό. Μιά τέτοια προσευχή εὔκολα καί γρήγορα φτάνει στὸ Θεό.
Μερικές φορές, ἐντούτοις, ὁ Θεός μπορεῖ νά φανεῖ πώς ἀργεῖ νά ἀπαντήσει στήν προσευχή καί πώς δέν ἐκπληρώνει πάντα τά αἰτήματά μας. ῾Ο ᾽Ισαάκ δίνει δύο λόγους γι’ αὐτό. ῾Ο πρῶτος εἷναι ἡ Πρόνοια τοῦ Θεοῦ, μέ τήν ὁποία ὁ Θεός δίδει στόν καθένα σύμφωνα μέ τό μέτρο καί τήν ἱκανότητά του νά λαμβάνει:
Ἄν πρέπει νά ἱκετεύσεις τόν Θεό γιά κάποιο πράγμα καί Αὐτός ἀργεῖ νά σέ εἰσακούσει, μή θλίβεσαι, γιατί δέν εἶσαι σοφότερος τοῦ Θεοῦ. Αὐτό σοῦ συμβαίνει εἴτε γιατί δέν εἶσαι ἄξιος νά λάβεις αὐτό πού ζητᾶς, εἴτε γιατί οἱ ὁδοί τῆς καρδιᾶς σου δἐν συμφωνοῦν μέ τά αἰτήματά σου, ἤ γιατί τό κρυφό σου μέτρο είναι πολύ ἀνώριμο γιά τό μεγαλεῖο τοῦ πράγματος πού ζητᾶς.
Ἕνας ἄλλος λόγος πού ὁ Θεός φαίνεται νά μήν εἰσακούει τήν προσευχή μας εἶναι οἱ ἁμαρτίες μας :
Ἀφοῦ λέμε πώς ὁ Θεός εἶναι πολυέλεος, τότε γιατί ὅταν βρισκόμαστε στή μέση τῶν πειρασμῶν, κρούοντας ἀκατάπαυστα καί προσευχόμενοι, δὲν εἰσακουγόμαοτε καί ᾽Εκεῖνος παρορᾶ τήν προσευχή μας; Τοῦτο μᾶς τό διδάσκει σαφῶς ὁ προφήτης ὅταν λέγει: «αἱ ἁμαρτίαι ἡμῶν διεχώρισαν ἡμᾶς ἀπ’ αὐτοῦ, καί αἱ ἀνομίαι ἡμῶν ἀπέστρεψαν τό πρόσωπον αὐτοῦ, τοῦ μή εἰσακούειν». Μνημόνευε τόν Θεό ἀνά πᾶσα στιγμή καί θά σέ μνημονεύει καί Αὐτός ὅταν ἐμπέσεις σέ θλίψεις.
\
Η ΑΝΑΓΝΩΣΙΣ
Μία ἄλλη σημαντικὴ πρακτικὴ ἦταν ἡ εὐλαβὴς ἀπαγγελία ἤ ἀνάγνωσις. Ὁ ὅρος αὐτὸς παραπέμπει πρώτιστα, στήν ἀνάγνωση τῆς Γραφῆς. Γιά τόν ᾽Ισαάκ, ἡ ἀνάγνωση τῆς Γραφῆς δέν εἶναι τόσο ἡ μελέτη τοῦ βιβλικοῦ κειμένου μέ ἕνα γνωστικό στόχο, ὅσο διάλογος, συνάντηση, ἀποκάλυψη: τό κείμενο τῆς Βίβλου εἶναι ἕνα μέσο μέ τό ὁποῖο μποροῦμε νά βιώσουμε ἄμεσα τή συνομιλία μέ τόν Θεό, μιά μυστική συνάντηση πού προσφέρει ἐνοράσεις στά βάθη τῆς θείας πραγματικότητας,
῾Ο ἀββᾶς ᾽Ισαάκ μιλᾶ γιά τήν ἀνάγνωση τῆς Ἁγίας Γραφῆς ὡς τό κύριο μέσο ἑνός πνευματικοῦ μετασχηματισμοῦ, πού συνοδεύεται ἀπό τήν ἀπόρριψη τῆς ἁμαρτωλῆς ζωῆς:
῾Η ἀρχή τῆς ὁδοῦ τῆς ζωῆς εἶναι ἡ συνεχής ἄσκηση τῆς διάνοιας στά λόγια τοῦ Θεοῦ. Δέν ὑπάρχει τίποτε πιό ἱκανό νά ἐκτοπίσει τίς ροπές τῆς ἀκολασίας ἀπό τήν ψυχή καί νά ἀποδιώξει ἐκεῖνες τίς ἐνεργητικές μνῆμες πού ἐπαναστατοῦν στή σάρκα μας καί προκαλοῦν μιά ταραγμένη φλόγα, ἀπό τό νά βυθιστοῦμε στόν πόθο τῆς μαθήσεως καὶ νά ψάξουμε καλά στό βάθος τῶν νοημάτων τῆς θείας Γραφῆς. ῞Οταν οἱ λογισμοί βυθιστοῦν στήν ἡδονή τῆς ἀναζήτηοης τῆς σοφίας πού εἶναι θησαυρισμένη στά λόγια τῆς Αγίας Γραφῆς, μέσω τῆς δυνάμεως πού ἀποκομίζει τό φωτισμό ἀπ’ αὐτά, τότε ὁ ἄνθρωπος γυρίζει τά νῶτα του στόν κόσμο καί ξεχνᾶ τά πάντα σ’ αὐτόν.
῾Η Ἁγία Γραφή καί ἡ πατερική γραμματεία εἶναι τά δύο εἴδη ἀνάγνωσης πού συστήνει ὁ ἀββᾶς ᾽Ισαάκ:
Πρέπει νά θεωροῦμε τό μόχθο τῆς ἀνάγνωσης ὡς κάτι τό πολύ ὑψηλό· ἡ σημασία της δέν μπορεῖ νά ξεπεραστεῖ. Χρησιμεύει ὡς πύλη ἀπό τήν ὁποία ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου εἰσέρχεται στά θεῖα μυστήρια καί παίρνει δύναμη γιά νά ἐπιτύχει τή φωτεινότητα στήν προσευχή: περιλούεται μέ τέρψη καθώς περιπλανιέται στίς πράξεις τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ πού ἔχουν συμβεῖ πρός ὄφελος τῆς ἀνθρωπότητας... ῾Η προσευχή φωτίζεται καί ἐνισχύεται ἀπό αὐτές τίς πράξεις εἲτε λαμβάνονται ἀπό τίς πνευματικές Γραφές ἤ ἀπό τά πράγματα πού ἔγραψαν οἱ μεγάλοι δάσκαλοι τῆς ᾽Εκκλησίας πάνω στό θέμα τοῦ θείου θελήματος, ἤ ἀπό αὐτούς πού διδάσκουν τά μυστήρια τῆς ἀσκητικῆς ζωῆς. Αὐτά τά δύο εἴδη ἀνάγνωσης εἶναι χρήσιμα στόν ἄνθρωπο τοῦ πνεύματος. Χωρίς ἀνάγνωση ἡ διάνοια δέν ἔχει κανένα μέσο γιά νά πλησιάζει τόν Θεό. Ἡ Γραφή ἀνυψώνει τό νοῦ καί τόν στρέφει κάθε στιγμή πρός τήν κατεύθυνση τοῦ Θεοῦ. Τόν βαφτίζει ἀπό αὐτό τόν ὑλικό κόσμο μέ τίς ἐνοράσεις της καί τόν κάνει νά βρίσκεται συνεχῶς ὑπεράνω τοῦ σώματος. Δέν ὑπάρχει κανένας ἄλλος μόχθος μέ τόν ὁποῖο νά μπορεῖ κανείς νά σημειώσει καλύτερη πρόοδο. Αὐτά εἶναι τά εἴδη τῶν πραγμάτων πού ὁ ἄνθρωπος θά ἀνακαλύψει σ’ αὐτήν, ὑπό τόν ὅρο ὅτι θά διαβάζει τήν Ἁγία Γραφή χάριν τῆς ἀλήθειας. ῾Η ἀνάγνωση τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί τῶν Πατέρων, καθώς καί τῶν βίων τῶν ἁγίων εἶναι, ὅπως καί ἡ προσευχή , συνομιλία μέ τόν Θεό. ῾Ο ἅγιος ᾽Ισαάκ συνιστᾶ ἐναλλασσόμενη προσευχή καί ἀνάγνωση, ἔτσι ὥστε, κατά τή διάρκεια τῆς προσευχῆς, νά γεμίζουν τό νοῦ ἰδέες πού προέρχονται ἀπό τίς Γραφές. Περνώντας, κατ’ αὐτό τόν τρόπο, ἀπό τό ἕνα εἶδος συνομιλίας στό ἄλλο, ὁ ἄνθρωπος κρατᾶ συνεχῶς μέσα στό νοῦ του τή μνήμη τοῦ Θεοῦ:
Διάβαζε συνεχῶς καί ἀκόρεστα τά βιβλία τῶν δασκάλων τῆς ᾽Εκκλησίας γιά τήν Πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Διάβαζε ἐπίσης τίς δύο Διαθῆκες, τίς ὁποῖες ὁ Θεός θέσπισε γιά ἐπίγνωση πάσης τῆς οἰκουμένης... Γιά νά ἀνταλλάσσεις τή μία συνομιλία μέ τήν ἄλλη, ἀσχολήσου μέ τήν ἀνάγνωση βιβλίων πού θά σοῦ φανερώσουν τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καί τούς βίους τῶν ἁγίων. Καί ὅταν σηκωθεῖς γιά προσευχή καί γιά τόν κανόνα τῆς προσευχῆς σου, ἀντί νά σκεφτεσαι τί εἶδες καί τί ἄκουσες στόν κόσμο, θά βρεθεῖς νά στοχάζεσαι τίς θεῖες Γραφές πού διάβασες. Μέ τήν ἀνάγνωση ἡ ψυχή φωτίζεται ἐκ νέου καί ἐνισχύεται πάντοτε νά προσεύχεται ἀόκνως καί χωρίς σύγχυση.
Μέ αὐτή τήν ἔννοια, ἡ ἀνάγνωση εἶναι πηγή τῆς καθαρῆς προσευχῆς.
῾Ωστόσο δέν εἶναι ὅλα τά βιβλία ὠφέλιμα γιά τή συγκέντρωση τοῦ νοῦ. Πρέπει νά ἀπέχει, πάνω ἀπ’ ὅλα, ἀπό τήν ἀνάγνωση ἑτερόδοξων βιβλίων: «Ἀποφεύγετε νά διαβάζετε βιβλία πού περιγράφουν τά δόγματα τῆς πίστης μέ σκοπό τήν ἑρμηνεία τους, ἐπειδή, περισσότερο ἀπό κάθε τι ἄλλο, μποροῦν νά ὁπλίσουν τό πνεῦμα τῆς βλασφημίας ἐναντίον σας.
Ὅσο γιά τά ὑπόλοιπα, ὁποιοδήποτε ἀνάγνωσμα πού θά μποροῦσε ὄντως νά τοῦ προκαλέσει βλάβη καί νὰ σκοτίσει τό νοῦ του, ἀποκρύβοντας τό στόχο του, πού εἶναι ὁ Θεός. Αὐτά τά ἄλλα διαβάσματα θά φέρουν μέσα του σκοτάδι καί νωθρότητα τήν ὥρα τῆς ἀκολουθίας καί τῆς προσευχῆς.
῎Οχι μόνο ἡ κοσμική γραμματεία, ἀλλά ἀκόμη καί τόι βιβλία τῶν Πατέρων γιά δογματικά ζητήματα δέν εἶναι πάντα χρήσιμα γιά κάποιον πού ἡ διάνοιά του δέν ἔχει ἀκόμη καθαριστεῖ ἀπό τά πάθη.
Βλέπουμε ὅτι ἡ μόνη σημασία πού ἔχει ἡ ἀνάγνωση εἶναι ἡ βελτίωση τῆς ζωῆς κάποιου. ῾Ο χριστιανὸς δέν εἶναι ὑποχρεωμένος νά εἶναι μορφωμένος: ἀντιθέτως, εἶναι ὑποχρεωμένος νά ἔχει καθαρό νοῦ. ῾Ως ἐκ τούτου ἡ σύσταση τοῦ ᾽Ισαὰκ εἶναι:
῾Η ἀνάγνωση πρέπει νά βαίνει παράλληλα πρός τό σκοπό τῆς ζωῆς σου... Τά περισσότερα βιβλία πού περιέχουν διδασκαλίες πάνω στό δόγμα δέν εἶναι χρήσιμα γιά τόν ἐξαγνισμό. ῾Η ἀνάγνωση πολλῶν διαφορετικῶν βιβλίων προκαλεῖ τόν περισπασμό τοῦ νοῦ.
῎Ας συνοψίσουμε τώρα τίς προτάσεις τοῦ ἁγίου ᾽Ισαάκ γιά τό πῶς πρέπει νά διαβάζονται οἱ Γραφές.
Πρώτη προϋπόθεση εἶναι πώς κάθε εἶδος ἀνάγνωσης στό δωμάτιο πρέπει νά γίνεται στή σιωπή καί στήν ἡσυχία. ᾽Επίμενε νά διαβάζεις στήν ἡσυχία, γιά νά ὁδηγεῖται πάντοτε ὁ νοῦς σου πρός τά θαυμάσια τοῦ Θεοῦ. Ἄς γίνεται ἡ ἀνάγνωσή σου μέ ἠρεμία πού δέν τήν ταράζει τίποτα.
Δεύτερη προϋπόθεση εἷναι ἡ περισυλλογή τοῦ νοῦ καί ἡ ἀπουσία ἐξωτερικῶν λογισμῶν: ῾Ελευθερώσου ἀπό κάθε μέριμνα τοῦ σώματος καί τῆς ταραχῆς τῶν πραγμάτων, γιά νά γευτεῖς ἐκείνη τήν πολύ γλυκιά γεύση στήν ψυχή σου μέ τή γλυκιά κατανόηση, πού βρίσκεται πάνω ἀπό κάθε αἴσθητήριο.
Τρίτη προυπόθεση εἶναι ἡ προσευχή πρίν ἀπό τήν ἀνάγνωση: «Μήν προσεγγίσεις τούς λόγους τῶν μυστηρίων πού βρίσκονται στή θεία Γραφή χωρίς προσευχή καί παράκληση πρός τόν Θεό γιά βοήθεια, ἀλλά νά λέγεις: Κύριε, δῶσε μου νά ἔχω αἴσθηση τῆς δυνάμεώς τους! Νά θεωρεῖς τήν προσευχή ὡς τό κλειδί γιά τήν ἀληθινή κατανόηση τῶν θείων Γραφῶν.
῾Ο ἅγιος ᾽Ισαάκ δίνει ἔμφαση στήν ὑποκειμενική στάση τοῦ ἀνθρώπου πού διαβάζει, ὡς πρός τό κείμενο πού διαβάζεται: ὑπάρχουν λόγια καί φράσεις πού τόν ἀφήνουν ψυχρό καί ἀδιάφορο καί ὑπάρχουν ἄλλες πού ἀνάβουν τή φλόγα τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ μέσα του, Τό σημαντικό εἶναι νά μή χάσει κανείς αὐτές τίς «πλήρεις νοήματος φράσεις τῆς Γραφῆς καί νά μή στερηθεῖ τῶν πνευματικῶν ἐνοράσεων πού περιέχονται σ’ αὐτές.
῞Οταν ἕνας διαβάζει τήν Αγία Γραφή, παλεύοντας νά συλλάβει τό κρυμμένο περιεχόμενό της, ἡ κατανόησή του αὐξάνεται ὅσο τή διαβάζει, καί βαθμιαῖα ὁδηγεῖται στήν κατάσταση τοῦ πνευματικοῦ θάμβους. Μόλις τό ἐπιτύχει, βυθίζεται ὁλοκληρωτικά στόν Θεό. ῞Ενας χριστιανὸς, μᾶς λέγει ὁ ἀββᾶς Ἰσαάκ, θά παραμείνει σίγουρα ἀνενόχλητος ἀπό τά πάθη ἄν σχολάζει μελετώντας καί ἐξετάζοντας τά νοήματα τῶν θείων Γραφῶν. Διότι, λόγω τῆς αὐξανόμενης κατανόησης τῶν Γραφῶν πού παραμένει μέσα του, ἐξαφα-νίζονται ἀπ᾽ αὐτόν οἱ μάταιοι λογισμοί καί ὁ νοῦς του δέν μπορεῖ νά ἀποκολληθεῖ ἀπό τήν ἐπιθυμία τῶν Γραφῶν καί τήν ἐνθύμησή τους, καί δέν δίνει τήν παραμικρή προσοχή σ᾽ αὐτήν τή ζωή, λόγω τῆς μεγάλης γλυκύτητας τῆς περισυλλογῆς διά τῆς ὁποίας ἐξυψώνεται, στήν πολλή ἡσυχία..
῾Η ἀνάγνωση, μᾶς διαβεβαιώνει ὁ ἅγιος ᾽Ισαάκ, εἶναι ἡ πηγή τῆς προσευχῆς. Μέ τή βοήθεια τῆς ἀνάγνωσης καί τῆς προσευχῆς, μεταφερόμαστε στήν κατεύθυνση τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, πού ἡ γλυκύτητά της ξεχύνεται συνεχῶς στίς καρδιές μας σάν τό μέλι στήν κηρήθρα, καί οἱ ψυχές μας ἀγάλλονται μέ τή νοστιμιά ποὺ ἡ κρυφή λειτουργία τῆς προσευχῆς καί ἡ ἀνάγνωση τῶν Γραφῶν χύνουν στίς καρδιές μας.
Μέ τήν προσευχή καί τήν ἀνάγνωση, ὅπως καί μέ τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πού γεννιέται ἀπ’ αὐτά, ἡ ἀνθρώπινη καρδιά φλογίζεται. ῾Η ἀναζήτηση τῶν πνευματικῶν νοημάτων τῶν λόγων τῆς Γραφῆς, ὁδηγεῖ σέ μιά κατάσταση βαθιᾶς ἐσωτερικῆς χαρᾶς:
Καί τί εἶναι μεγαλύτερο ἀπό τό εὐφραίνεται κανείς συνεχῶς μέ τόν Θεό, δοξολογώντας Τον κάθε στιγμή μ’ ἕνα νέο ὕμνο δοξολογίας, πού ὡς ἀπο-τέλεσμα τοῦ θάμβους ξεπηδᾶ ἀπό τήν καρδιά πού εὐφραίνεται μαζί μέ ἄλλα τέτοια πράγματα πού γεννιοῦνται ἀπό αὐτή τήν πηγή, ὅπως ἡ προσευχή πού ἀναβλύζει ξαφνικᾴ συνεχῶς καί ἀκούσια, ἀπό τά βάθη τῆς καρδιᾶς πού ἔχει γίνει ὁ ἀναζητητής τῶν πνευματικῶν νοημάτων!
῾Ο ἅγιος ᾽Ισαάκ κατόπιν καταγγέλλει ἐκείνους πού διαβάζουν τίς Γραφές μέ μοναδικό σκοπό νά «πάρουν ἀπό τίς Γραφές τό ὑλικό γιά τήν ἀνθρώπινη δόξα». Πρέπει νά διαβάζουμε τίς Γραφές μόνο «χάριν τῆς ἀλήθειας». Μόνο τότε ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου, κατοικεῖ συνεχῶς στόν οὐρανό, συνομιλώντας κάθε στιγμή μέ τόν Θεό, μέ τούς λογισμούς του νά περιφέρονται μέ πόθο γύρω ἀπό τό μέλλοντα κόσμο.
Σ’ αὐτή τήν κατάσταση ὁ ἄνθρωπος γίνεται σάν τούς ἀγγέλους καί συλλογιέται μόνο τόν Θεό καί τά θεῖα πράγματα.
Παρά τή μεγάλη ἀγάπη του γιά τήν ἀνάγνωση, ἰδιαίτερα τῆς Ἁγίας Γραφῆς, ὁ ᾽Ισαάκ παραδέχεται πώς μπορεῖ κανείς νά φθάσει σέ πνευματική κατάσταση ὅπου καμιά ἀνάγνωση δέν εἶναι ἀπαραίτητη :
Τότε ὁ ἄνθρωπος διδάσκεται κρυφά ἀπό τό Πνεῦμα, καί δέν χρειάζεται τή βοήθεια τῆς αἰσθητῆς ὕλης.
Ἔτσι ἡ ἀνάγνωση, ὡς μορφή συνομιλίας μέ τόν Θεό, ὁδηγεῖ σέ μιά συνομιλία ὅπου παύει ἡ δραστηριότητα τοῦ νοῦ, καθώς εἰσερχόμαστε σέ ἄμεση ἐπαφή μέ τόν Θεό.
ΝΥΧΤΕΡΙΝΗ ΠΡΟΣΕΥΧΗ
῾Η νυκτερινή προσευχή εἶναι κάτι τό συνηθισμένο γενικά στήχριστιανική λειτουργική πρακτική, καί εὶδικότερα στή μοναχική ἄσκηση τῆς προσευχῆς. Συστήνοντας τίς ἀγρυπνίες, οἱ δάσκαλοι τῆς ἀσκητικῆς ζωῆς τόνιζαν πώς ἡ νύχτα εἶναι ὁ πιό κατάλληλος χρόνος γιά προσευχή, γιατί τότε ὁλόκληρος ὁ κόσμος εἶναι βυθισμένος στόν ὕπνο καί δέν ὑπάρχει τίποτα πού νά μπορεῖ νά περισπάσει τόν ἄνθρωπο. Ἄς εἶναι κάθε προσευχή πού προσφέρεις τή νύχτα» λέγει, πιό πολύτιμη στά μάτια σου ἀπό ὅλες τίς δραστηριότητες τῆς ἡμέρας». ῾Η διαφύλαξη τῆς ἀγρυπνίας τή νύχτα εἶναι μιά «ἐργασία γεμάτη ἡδονή, κατά τή διάρκεια τῆς ὁποίας ἡ ψυχή αἰσθάνεται τήν ἀθάνατη ἐκείνη ζωή, ἀπεκδύεται τό ἔνδυμα τοῦ σκότους καί ὑποδέχεται τό Πνεῦμα τό Ἅγιον».
Σε κάποιον ἀπὸ τοὺς λόγους του γιὰ τὴν ἀγρυπνία ὁ ἅγιος ᾽Ισαάκ τὴν θεωρεῖ ὡς ἀγγελική δραστηριότητα πού ὁδηγεῖ στόν Θεό:
Μή φανταστεῖς, πώς ἀνάμεσα στίς ἐργασίες μας ὑπάρχει ἄσκηση μεγαλύτερη ἀπό τήν ἀρυπνία κατά τή νύχτα. Ὅποιος ἐμμένει οτήν ἀγρυπνία, φαίνεται σάν νά μή φορᾶ σάρκα, ἐπειδή ἡ ἀγρυπνία εἶναι ἀληθῶς ἔργο τάξεως ἀγγελικῆς. ῾Η ψυχή πού κοπιάζει στήν ἄσκηση τῆς ἀγρυπνίας καί διακρίνεται σ’ αὐτήν, θά ἔχει τά μάτια τῶν Χερουβείμ, γιά νά ἀτενίζει διαπαντός καί νά κατοπτεύει τήν ἐπουράνιο θεωρία.
Τονίζεται βέβαια ὅτι, ὁ κόπος τῆς ἀγρυπνίας εἶναι χρήσιμος μόνον ὅταν ὁ χριστιανὸς κρατιέται, κατά τή διάρκεια τῆς ἡμέρας, μακριά ἀπό περισπασμούς. Διαφορετικά, ὅσο θά στέκεται στήν ἀγρυπνία, δέν θά εἶναι σέ θέση νά συγκεντρώσει τό νοῦ του, καί ὁλόκληρη ἡ νυκτερινή ἐργασία του θά εἶναι ἄκαρπη.
Γιατί καταπονεῖσαι, ὅταν τή νύχτα σπέρνεις ἐνῶ τήν μέρα σπαταλᾶς τόν κόπο σου πού μένει ἔτσι χωρίς καρπό; Ἄν ὅμως ἡ νυκτερινή μελέτη ἀκολουθοῦσε τήν καλλιέργεια τῆς ἡμέρας καί τή θέρμη τῆς καρδιακῆς ὁμιλίας, καί δέν εἶχες ὑψώσει κανένα διαχωριστικό τοῖχο ἀνάμεσά τους, τότε σέ σύντομο χρόνο θά εἶχες ἀγκαλιάσει τό στῆθος τοῦ ᾽Ιησοῦ.
῾Ο ἄνθρωπος πού προσέχει τόν ἑαυτό του κατά τή διάρκεια τῆς ἡμέρας, γνωρίζει τή δύναμη τῆς ἀγρυπνίας, ἡ ὁποία ἀπό μόνη της μπορεῖ νά ἀναπληρώσει ἄλλες ἀρετές: ...᾽Αν τό σῶμα τοῦ ἀνθρώπου ἀτονήσει ἀπό τήν ἀσθένεια καί δέν μπορεῖ νά νηστέψει, μπορεῖ καί μόνη ἡ ἀγρυπνία νά πετύχει τή σταθερότητα τῆς διάνοιας στήν προσευχή καί νά δώσει στήν καρδιά νόηση, γιά νά καταλάβει τή φύση τῆς πνευματικῆς δύναμης». ῾Επιπλέον, ἄν κάποιος δέν ἔχει τή δύναμη νά κάνει μετάνοιες καί νά ψάλλει τούς ψαλμούς λόγω πνευματικῆς σκότωσης καί χαυνότητας, τότε μόνη ἡ ἀγρυπνία, κι ἄν ἀκόμη εἶναι καθιστός, θά τοῦ εἶναι ἀρκετή.
Ἄν αὐτά τά ἔργα (μετάνοιες καὶ ψαλμωδία) φεύγουν ἀπό σένα καί δέν μπορεῖς νά τά ἐκτελέσεις, μεῖνε τουλάχιστον ἐν ἐρηγόρσει ἔστω καί καθιστός, προσευχήσου μέσα στήν καρδιά σου, καί κάνε ὅ,τι μπορεῖς. Κι ἄν δέν σκληρύνεις τήν καρδιά σου καί τή σκοτίσεις μέ τόν ὕπνο, τότε διά τῆς Χάριτος θά σοῦ ἔρθει πάλι ἐκείνη ἡ πρώτη θέρμη, ἡ ἐλαφράδα καί ἡ δύναμη καί θά σκιρτᾶς ἀπό χαρά, εὐχαριστώντας τόν Θεό.
Ἄς δοῦμε τίς πρακτικές συστάσεις του, γιὰ τό πῶς μπορεῖ κάποιος νά διαφυλάξει τήν νυκτερινὴ προσευχή .
Λέγει: ῞Οταν θελήσεις, συνεργοῦντος τοῦ Θεοῦ, νά σταθεῖς στήν νυκτερινὴ σου προσευχή, κάνε ὅπως σοῦ λέω: Λύγισε τά γόνατά σου ὅπως συνηθίζεται, καὶ ἀφοῦ πεῖς πρῶτα μιά προσευχή καί τήν ὁλοκληρώσεις, καί σφραγίσεις τὸν ἑαυτὸ σου μέ τό ζωοποιό τύπο τοῦ σταυροῦ, μεῖνε μιά στιγμή σιωπηλός, ἕως ὅτου γαληνέψουν οἱ λογισμοί σου, κατόπιν ὕψωσε τήν ἐσωτερική σου θεωρία στόν Κύριο καί ἱκέτευσέ Τον μέ θλιμμένη ψυχή νά ἐνισχύσει τήν ἀδυναμία σου, ὥστε οἱ διαθέσεις τῆς καρδιᾶς σου νά εἶναι εὐάρεστες στό θέλημά Του, λέγοντας ἥσυχα στήν προσευχή τῆς καρδιᾶς σου τά ἑξῆς: «Κύριε ᾽Ιησοῦ, ὁ Θεός μου, Ἐσὺ πού ἐπιβλέπεις τήν κτίση Σου, στόν ῾Οποῖο εἶναι φανερά τά πάθη μου, ἡ ἀδυναμία τῆς φύσεώς μας καί ἡ ἰσχύς τοῦ ἀντιπάλου μας, προστάτευσέ με ἀπό τήν κακία τοῦ κοινοῦ μας ἐχθροῦ... Φύλαξέ με ἀπό τήν ταραχή τῶν λογισμῶν καί τόν κατακλυσμό τῶν παθῶν καί κάνε με ἄξιο νά τελέσω αὐτή τήν ἅγια Λειτουργία, μήπως μέ τά πάθη μου φθείρω τή γλυκύτητά της καί βρεθῶ ἀναιδής καί θρασύς ἐνώπιόν Σου».
Αὐτή τὴν εὐχή τή συνέθεσε ὁ ἴδιος ὁ ἀββᾶς ᾽Ισαάκ ὁ ὁποῖος ἔδινε μεγάλη ἀξία στήν προσευχή πού ἔλεγε κανείς μέ δικά του λόγια, καί συνιστοῦσε νά μήν περιορίζεται ὁ χριστιανός νά ἀπαγγέλλει προσευχές πού καθορίζονται ἀπό κάποιον κανόνα, ἀλλά νά βρίσκει δικά του λόγια γιά νά συνομιλήσει μέ τόν Θεό. Συγχρόνως, ἡ ἀγρυπνία καθενὸς περιλάμβανε ἕναν ὁρισμένο «κανόνα» δηλαδή, μιά διαδοχή εὐχῶν, ψαλμῶν, ὕμνων, ἀναγνώσεων καί γονυκλισιῶν. Αὐτός ὁ κανόνας, ὡστόσο, κατά τόν ἀββᾶ ᾽Ισαάκ, δέν χρειάζεται νά περιέχει κάποιον σταθερό ἀριθμό εὐχῶν. Εἶναι πολύ πιό σημαντικό νά παραμένει κανείς στόν Θεό μέ τή διάνοιά του, παρά νά ἐμμένει μέ τρόπο ἄκαμπτο σέ ἕνα συγκεκριμένο κανόνα.
Γι’ αὐτόν ἀκριβῶς τό λόγο, δέν πρέπει κανείς νά λέγει τούς ψαλμούς βιαστικά, προκειμένου νά τελειώσει ὅσο πιό γρήγορα γίνεται, χάνοντας ἔτσι τή γεύση τῆς ἱερῆς ἀκολουθίας.
«Ἄν, ἐνῶ προσεύχεσαι, πεταχτεῖ ὁ λογισμός καί σοῦ φιθυρίσει· Βιάσου λίγο, τελείωνε γρήγορα», μήν τοῦ δίνεις σημασία. Ἀλλά ἄν ό λογισμός σέ ἐνοχλεῖ περισσότερο, πήγαινε ἀμέσως πίσω στήν τελευταία στιχολογία, ἤ σέ ὅσες θέλεις, καὶ ψάλε τόν κάθε στίχο πολλές φορές καί μέ κατανόηση. Κι ἄν καί πάλι σέ ταράξει ὁ λογισμός ἤ σέ στενοχωρήσει, λύγισε τά γόνατά σου σέ προσευχή λέγοντας: Δέν θέλω νά μετράω λόγια, ἀλλά νά φτάσω στίς θεϊκὲς μονές».
Κατά τήν ἄποψη τοῦ ἁγίου ᾽Ισαάκ, ὁ πρῶτος τρόπος ἀντίστασης κατά τῶν λογισμῶν συνίσταται στήν ἀργή ἀπαγγελία τῶν Ψαλμῶν, ἐπα-ναλαμβάνοντας πολλές φορές κάθε στίχο, ἐνῶ ὁ δεύτερος, ἀπό τό νά ἀφήσει κανείς τούς καθορισμένους ψαλμούς καί νά προσευχηθεῖ μέ δικά του λόγια.
῎Αν νιώθεις ἀδύνατος ἀπό τήν κούραση, συνεχίζει ὁ ἀββᾶς ᾽Ισαάκ, καθώς στέκεσαι πολύ ὥρα ὄρθιος κατά τήν προσευχή καί ὁ λογισμός σέ ἐνοχλεῖ λέγοντας : «Τελείωνε γιατί δέν μπορεῖς πιά νά σταθεῖς, τότε ἀπάντησε: ῎Οχι, ἀλλά θά καθίσω, γιατί αὐτό εἶναι καλύτερο ἀπό τόν ὕπνο. Καί ἄν ἡ γλώσσα μου σιωπᾶ καί δέν λέγει κανένα ψαλμό, ὅμως ἡ διάνοιά μου συνδέεται μέ τόν Θεό στήν προσευχή καί στή συνομιλία μου μαζί Του. ῾Η ἐγρήγορση εἶναι πάντοτε πιό ὠφέλιμη ἀπό τόν ὕπνο.
Λέγει ἀκόμη ὁ ἅγιος ᾽Ισαάκ πώς ἡ τάξη τῆς νυκτεερινῆς προσευχῆς δέν εἶναι ἡ ἴδια γιά ὅλους. ῞Οπως ὑπάρχουν πολυάριθμοι τρόποι γιά τήν ἐπίτευξη τῆς προσοχῆς καί τῆς ταπεινότητας, ἔτσι ὑπάρχουν πολλοί τύποι ἀγρυπνίας καί μποροῦν νά διαβαστοῦν διάφορες σειρές προσευχῶν. Εἰδικό ἐνδιαφέρον ἔχει ἡ ἀναφορά του στήν προσευχή μέ σύντομα λόγια καί στήν ἄσκηση τῆς προσευχῆς χωρίς γονυκλισία:
Οὔτε ἡ προσευχή, οὔτε ἡ ἁπλή φαλμωδία περιλαμβάνουν ἐντελῶς τήν νυκτερινὴ προσευχὴ κάποιου. Κάποιος μπορεῖ νά ψέλνει συνέχεια, ἄλλος νά περνᾶ μέ κατανυκτικές εὐχές καί γονυκλισίες, καί ἕνας ἄλλος μέ κλαυθμό, μέ δάκρυα καί θρήνους γιά τίς ἁμαρτίες του. Λέγεται γιά κάποιον ἀπ’ τούς Πατέρες πώς γιά σαράντα χρόνια τήν προσευχή του συνιστοῦσε μιά πρόταση: «᾽Εγώ ὡς ἄνθρωπος ἁμάρτησα, ἀλλά Ἐσύ, ὡς Θεός, συγχώρεσέ με». Οἱ Πατέρες τόν ἄκουγαν νά μελετᾶ λυπημένα αὐτή τή φράση καί τόσο πολύ ἔκλαιγε πού δέν μποροῦσε νά ἡσυχάσει. Ἀντί γιά ἀκολουθία, αὐτή ἡ προσευχή εἶχε πάρει τή θέση της, νύχτα καί μέρα. ῞Ενας μπορεῖ νὰ περνᾶ μέρος λέγοντας τούς ψαλμούς καί κατόπιν νὰ ψέλνει δοξολογίες, ὕμνους καί ἄλλες πένθιμες μελωδίες. Κάποιος ἄλλος δοξολογεῖ τόν Θεό καί διαβάζοντας … φωτίζεται, καί ἄλλος περνᾶ σέ σιωπὴ καὶ μόνο μὲ τὴν εὐχή.
Ἔτσι ὅσοι ἀγωνίζονται βρίσκουν εὐχαρίστηση σέ τόσο διαφορετικά πράγματα καί περνοῦν τίς ὧρες τῆς προσευχῆς χωρίς ἀπελπισία, Οἱ ψυχές τους θάλλουν καί χαίρονται καί ξεχνοῦν τό ἔνδυμα τῆς σάρκας. Ἀπό τήν ἡδονή καί τό σκίρτημα τῆς καρδιᾶς τους δέν ἀφήνουν τό νοῦ νά κοιμηθεῖ...
Πολλά παραδείγματα μεγάλων Πατέρων ὑπάρχουν πού κοπίασαν στή νυκτερινή προσευχή.
Θυμούμενος κανεὶς τούς βίους τῶν ἁγίων, πού ἡ διάνοιά του συλλαμ-βάνει μέ τήν ἀνάμνηση τῶν ἱστοριῶν τους, καί καθώς τούς συλλογίζεται, ἡ λύπη του ἀμέσως ἐξαφανίζεται, ἡ νωθρότητα φεύγει, τά μέλη του ἐνισχύονται, καί ἄφατη χαρά γεμίζει τήν ψυχή του. Κι ἀκόμη, ἡ πνευματική ἀγαλλίασι μεθᾶ τή διάνοιά του, ἡ ψυχή δέχεται ἀπερίγραπτες παρηγοριές, ἡ ἐλπίδα στηρίζει τήν καρδιά καί τήν κάνει θαρραλέα. Τότε φαίνεται σ’ ἐκεῖνον τόν ἄνθρωπο πώς κατοικεῖ στόν οὐρανό στή διάρκεια τῆς προσευχῆς του, πού εἶναι τόσο γεμάτη μέ πράγματα ἀγαθά.
῾Η προσευχή πού προσφέρεται τή νύχτα κατέχει μεγάλη δύναμη, μεγαλύτερη ἀπό τήν προσευχή τῆς ἡμέρας. Αὐτός εἶναι καί ὁ λόγος πού ὁ
Σατανάς φοβᾶται τόν κόπο τῆς ἀγρυπνίας καί χρησιμοποιεῖ κάθε μέσο γιά νά μᾶς ἐμποδίσει ὅπως συνέβαινε μέ τόν Μεγάλο Ἀντώνιο, καί τούς ἄλλους Αἰγύπτιους Πατέρες. ῞Ομως οἱ ἅγιοι ἐπέμεναν φιλόπονα στίς ἀγρυπνίες καί ὑπερνικοῦσαν τή δύναμη τοῦ διαβόλου. Ἡ νυκτερινὴ προσευχὴ εἶναι τό φῶς τῆς σκέψης καί μ’ αὐτήν ἐξυφώνεται ἡ κατανόηση, συνάζεται ὁ νοῦς καί ἡ δι-άνοια ἀπογειώνεται καί ἀτενίζει τά πνευματικά πράγματα, καί μέ τήν προσ-ευχή ἀναζωογονεῖται καὶ λάμπει ἔντονα.
῾Η νυκτερινή προσευχή ἔχει, κατά τόν ᾽Ισαάκ, καθολικό χαρακτήρα καί θεωρεῖται ὡς ἕνα καθολικό μέσο γιά τήν ἐπίτευξη τοῦ φωτισμοῦ τοῦ νοῦ. ῾Ο ἀββᾶς Ἀρσένιος, τονίζει ὁ ἀββᾶς Ἰσαάκ, τήν παραμονή τῆς ἡμέρας τοῦ Κυρίου ἔστρεφε τήν πλάτη του στόν ἥλιο καί ἅπλωνε τά χέρια του στὸν οὐρανό, ἕως ὅτου ἀνέτειλε ὁ ἥλιος και ἔλαμπε στὸ προσωπό του». Μέ τίς συνεχεῖς ἀγρυπνίες, ὁ Ἀρσένιος ἔφθασε σέ μιά τέτοια κατάσταση, ὥστε ὁλόκληρο τό σῶμα του γινόταν σὰν φλόγα ὅταν προσευχόταν. Μέ τόν ἴδιο τρόπο ὁ ἅγιος Παχώμιος, πού ἦταν ἴσος μέ τόν Ἀρσένιο, ἀγρυπνοῦσε καί ἔγινε τόσο καθαρός στήν καρδιά, ὥστε εἶδε τόν ἀόρατο Θεό, σάν νά ἦταν μέσα σέ καθρέφτη. Αὐτοί εἶναι οἱ καρποί τῆς ἀγρυπνίας, τονίζει ὁ ἅγιος ᾽Ισαάκ»῾αὐτές εἶναι οἱ εὐλογίες ἐκείνων πού τήν ἀσκοῦν, καί αὐτά εἶναι τά στέφανα τοῦ ἀγώνα της.
῾Η μεταμόρφωση τοῦ νοῦ, ἡ καθαρότητα τῆς καρδιᾶς καί ἡ μυστική θεωρία τοῦ Θεοῦ εἶναι οἱ καρποί τῆς ἀγρυπνίας. ῾0 ἀββᾶς ᾽Ισαάκ καταλήγει καλώντας τόν ἀναγνώστη του νά μιμηθεῖ τούς ἀρχαίους ἁγίους προκειμένου νά γίνει «μέτοχος αὐτῶν τῶν ἁγίων καί κληρονόμος τοῦ τρόπου τῆς ζωῆς τους».
ΕΞΩΤΕΡΙΚΕΣ ΟΨΕΙΣ ΤΗΣ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ
ΕΞΩΤΕΡΙΚΕΣ ΟΨΕΙΣ ΤΗΣ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ
Μέσα στὰ ἔργα του βρίσκουμε πολλές περιγραφές ἐξωτερικῶν μορφῶν προσευχῆς πού βασίζονται στή δική του πρακτική. Ἀναφέρει:
῞Ενας ἄνθρωπος μπορεῖ νά περνᾶ ὁλόκληρη τήν ἡμέρα στήν προσευχή καί στήν ἀνάγνωση τῶν Γραφῶν, αὐξάνοντας ἕτσι μέ τόν καλύτερο τρόπο μέσα του τή συνεχή μνήμη τοῦ Θεοῦ. ῞Ενας ἄλλος μπορεῖ νά ἀπασχολεῖται ὅλη μέρα μόνο μέ τήν ψαλμωδία, δίχως νά γνωρίζει εἰδικά τίποτε γιά τήν προσευχή. Κάποιος ἄλλος μπορεῖ νά ἀσχολεῖται ὅλη τή μέρα μέ τήν ἀνάγνωση τῶν Γραφῶν, μέ σκοπό νά ξεχάσει αὐτό τόν παροδικό κόσμο καί νά νεκρώσει τή διάνοιά του ὡς πρός τήν ἀνάμνηση τῶν παροδικῶν ζητημάτων του... Καί θαυμάζοντας κάθε στιγμή τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, θά δοθεῖ γιά λίγο στήν προσευχή καί τήν ψαλμωδία. Ἀλλά τό μέρος τῆς ἀνάγνωσής του εἶναι μεγαλύτερο ἀπ’ ἐκεῖνο τῆς προσευχῆς.
Ὁ ἅγιος ᾽Ισαάκ ἀποδίδει μεγάλη ἀξία στίς γονυκλισίες μετάνοιες, θεωρώντας τις ὡς μιά ἀπό τίς σημαντικότερες πνευματικές ἀσκήσεις «Περισσότερο ἀπό τήν ἄσκηση τῆς ψαλμωδίας, νά ἀγαπᾶς τίς μετάνοιες τήν ὥρα τῆς προσευχῆς». Συνιστᾶ τὸ χριστιανὸ νά κάνει πολλές μετάνοιες κατά τή διάρκεια τῆς προσευχῆς:
῾Οποιαδήποτε στιγμή ὁ Θεός ἀνοιξει τήν καρδιά σου ἐκ τῶν ἔνδον, παραδόσου στίς ἀδιάλειπτες μετάνοιες καί γονυκλισίες. Δέν ὑπάρχει μεγαλύτερο καί πιό ἐπίμοχθο πράγμα στούς ἀσκητικούς ἀγῶνες, καί τίποτε ἄλλο δέν διεγείρει πιό πολύ τό φθόνο στούς δαίμονες, ἀπό τό νά ρίξει κάποιος τόν ἑαυτό του μπροστά στό σταυρό τοῦ Χριστοῦ καὶ νά δέεται νύχτα καί μέρα, καί νά εναι σάν τόν κατάδικο πού ἔχει τά χέρια δεμένα πίσω του.
Οἱ εὐλαβικές ἐξωτερικές στάσεις συμβάλλουν στήν ἐσωτερική πρόοδο τοῦ ἀνθρώπου πρός τήν καθαρή προσευχή :
Ἄν κάποιος ἀποφασίσει νά ἐγκαταλείψει αὐτό πού ἀνήκει στήν πρώτη θέση, χωρὶς νά ἔχει βρεῖ τί ἔρχεται μετά, τότε εἶναι σαφές πώς χλευάζεται ἀπό τούς δαίμονες... Εἶναι ἀνάλογο πρός τήν τιμή πού δείχνει κανείς ἐν ἑαυτῷ στόν Θεό τήν ὥρα τῆς προσευχῆς, τόσο μέ τό σῶμα ὅσο καί μέ τό νοῦ του, ὅτι ἡ θύρα τῆς βοηθείας θά ἀνοίξει γι᾽ αὐτόν, ὁδηγώντας στόν ἐξαγνισμό τῶν ὁρμῶν καί στό φωτισμό μέ τήν προσευχή. ῾Ο ἄνθρωπος πού δείχνει μιάν εὐλαβική στάση τήν ὥρα τῆς προσευχῆς, καθώς στέκεται μέ σεμνότητα, θά λογαριαστεῖ ὡς ἄξιος μεγάλης χάριτος ἀπό ψηλά. Ὅποιος συνεχῶς κοσμεῖ τήν προσευχή του μέ τέτοιες ἐξωτερικές στάσεις, γρήγορα θά λογαριαστεῖ ἄξιος τῆς ἐπίνοιας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ταυτόχρονα ὑπογραμμίζει πώς ὁ Θεός δέν χρειάζεται τά ἐξωτερικά σημάδια τῆς εὐλαβείας μας. ῾Εντούτοις, ἡ θεοσεβής ἐξωτερική στάση εἶναι ἀπαραίτητη γιά μᾶς, ὥστε νά συνηθίσουμε σέ μιά εὐλαβική στάση ἀπέναντι στόν Θεό: Πρέπει νά συνειδητοποιήσετε, ἀδελφοί μου, πώς σέ κάθε ἐργασία μας ὁ Θεός θέλει πάρα πολύ τίς ἐξωτερικές μας στάσεις τοῦ σώματος, συγκεκριμένα εἴδη τιμῆς καί ὁρατές μορφές προσευχῆς – ὄχι γιά χάρη Του, ἀλλά γιά δικό μας ὄφελος. ῾Ο ἴδιος δέν ὠφελεῖται ἀπό τέτοια πράγματα, οὔτε καί χάνει τίποτα ὅταν παραμελοῦνται· ἀντίθετα, εἶναι γιά χάρη τῆς ἀδύναμης φύσης μας. Ἄν αὐτά τά πράγματα δέν ἦταν ἀναγκαῖα, ὁ ἴδιος δέν θά εἶχε υἱοθετήσει τέτοιου εἰδους ἐξωτερικές στάσεις κατά τήν ᾽Ενσάρκωσή Του μιλώντας ἔτσι μαζί μας στήν Ἁγία Γραφή. ῾Ο Θεός δέν μπορεῖ νά ἀτιμαστεῖ ἀπό τίποτα, καθώς τοῦ ἀνήκει ἡ τιμή ἀπό τήν ἴδια Του τή Φύση. Ἀλλά ἐμεῖς, ὡς ἀποτέλεσμα τῶν φαύλων συνηθειῶν μας καί τῶν διαφόρων ἐξωτερικῶν πράξεων πού τούς λείπει τό σέβας, ἔχουμε ἀποκτήσει μιά νοητική στάση πού δείχνει περιφρόνηση πρός Αὐτόν. Συνεπῶς ἐκπίπτουμε ἀπό τή Χάρη μέ δική μας βούληση, καθώς ὑποκείμεθα στό ξανακύλισμα: τότε ὑφιστάμεθα ἀκατάπαυστες ἐπιθέσεις καί τή συνεχή ἐξαπάτηση τῶν δαιμόνων, καθώς ἀποκτᾶμε μιά φύση πού ἀγαπᾶ τήν ἄνεση καί εὔκολα ἐπηρεάζεται ἀπό τίς κακές πράξεις.
Οἱ ἅγιοι Πατέρες, συνεχίζει ὁ ᾽Ισαάκ, προσεύχονταν μέ εὐλάβεια, πέφτοντας καταπρόσωπο μπροστά στό σταυρό, κάνοντας μετάνοιες, φιλώντας τον, καί μερικές φορές περνώντας πολλές ὧρες γονατιστοί.
Αὐτές οἱ πράξεις λατρείας τῶν Πατέρων ἦταν πολύ πραγματικές, καί εἰδικά μέσω αὐτῶν εἶναι πού ἡ ψυχή τους κρατήθηκε ταπεινή. Τίς ἐκτελοῦσαν φροντίζοντας νά σηκώνονται ἀπό τή θέση τους μέ μεγάλο σεβασμό καί βαθειά ταπεινότητα τοῦ νοῦ καί τοῦ σώματος. Αὐτές οἱ πράξεις λατρείας ἦταν ἀρκετά διαφορετικές ἀπ’ ἐκεῖνες πού συνέβαιναν στήν καρδιά. Μερικές φορές θά στεκόταν κάποιος ὄρθιος ἤ γονατιστός, μέ τό νοῦ του ἁρπαγμένο ἀπό τό θάμβος τῆς προσευχῆς. Ἤ μποροῦσε νὰ βρίσκεται σὲ μία ἀπό τὶς καταστάσεις τῆς ἁγνότητος τῆς προσευχῆς.
Ὁ ᾽Ισαάκ ἐπίσης ὑπογραμμίζει τὴν ἀναγκαιότητα νά γίνεται ἡ προσευχὴ μὲ λόγια τοῦ προσευχομένου γνωρίζοντας τὴν ὠφέλεια ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὴν παρόμοια προσευχή.
Οἱ περισσότερες προσευχές, στήν πραγματικότητα, ἀποτελοῦνται ἀπό λόγια πού διαλέχτηκαν ἀπό τούς ψαλμούς, καί περιέχουν ἰδέες καί αἰσθήματα θλίψης καί ἱκεσίας, ἤ εὐχαριστίας καί δοξολογίας. ῎Ετσι, μερικές φορές, ὅταν κάποιος γονατίζει μέ τό πρόσωπο στό ἔδαφος καί ὁ νοῦς του εἶναι ὑψωμένος στόν οὐρανό, ἐπαναλαμβάνοντάς τις ἀργά, προσθέτει στίς λέξεις τό δικό του αἰσθημα. Στήν περίπτωση πού ἡ δυστυχία καί ὁ πόνος τῆς καρδιᾶς του κάνουν νά ἀναδυθοῦν ὅλα τά λόγια τῆς προσευχῆς πού αἰσθάνεται βαθιά μέσα του, ἡ χαρά ξεσπᾶ ὡς ἀπάντηση σέ κάτι.
Τό πλεονέκτημα τοῦ νά προσεύχεται κανείς μέ δικά του λόγια, εἶναι πώς δέν ἀπαιτεῖ τήν ἀπαγγελία κειμένων ἀπό κάποιο βιβλίο ἤ τήν ἀποστήθιση κειμένων γιά νά τά ἐπαναλάβει. Μερικοί παλαιοί ἅγιοι, σημειώνει ὁ ἀββᾶς ᾽Ισαάκ, δέν ἤξεραν καθόλου τούς ψαλμούς, ὅμως ἡ προσευχή τους ἔφθανε στόν Θεό λόγω τῆς ταπεινότητάς τους:
῞Ενας ἄνθρωπος ἤ πλησιάζει τόν Θεό ἤ ἐκπίπτει ἀπό τήν ἀλήθεια. Αὐτό ἐξαρτᾶται ἀπό τήν κατεύθυνση στήν ὁποία στρέφεται ὁ νοῦς του. Πολλοί ἀπό τούς παλαιούς Πατέρες δέν γνώριζαν καθόλου τούς ψαλμούς, ὡστόσο οἱ προσευχές τους ἀνέβαιναν στόν Θεό σάν φωτιά, ὡς ἀποτέλεσμα τῶν ἄριστων τρόπων τους καί τῆς ταπεινότητας τοῦ νοῦ πού εἶχαν ἀποκτήσει. Τά λόγια τους κυνηγοῦσαν τούς δαίμονες σάν τίς μύγες· ἀπομακρύνονταν βουΐζοντας μόλις πλησίαζαν. … ἄλλοι, βασιζόμενοι ἁπλῶς στήν παιδεία πού εἶχαν ἀποκτήσει. Στηριζόμενοι στόν κοσμικό πολιτισμό καὶ στή συνηθισμένη ἀνάγνωση ἐξέπεσαν ἀπό τήν ἀλήθεια καί ἀπέτυχαν νά ταπεινωθοῦν ὥστε νά σηκωθοῦν πάλι ὄρθιοι.
Βλέπουμε ποιά σημασία εἶχαν οἱ ἐξωτερικές μορφές προσευχῆς γιά τόν ἅγιο ᾽Ισαάκ. Πίστευε πώς ἡ προσευχή, μέ ὅλες τίς ἐξωτερικές μορφές της, εἶναι «ἡ ἐκπλήρωση ὅλων τῶν ἀρετῶν».
Ταυτόχρονα καταλαβαίνει πώς οἱ ἐξωτερικές μορφές, ὅσο σημαντικές κι ἄν εἶναι, δέν ἀποτελοῦν παρά βοήθεια γιὰ τήν ἀπόκτηση τῆς καθαρῆς προσευχῆς. Γιά τούς ἡλικιωμένους ὅμως καί τούς ἀρρώστους, πρέπει νά ὑπάρχουν εἰδικοί κανόνες πού ἀποκλείουν τό σωματικό κόπο:
Δέν ἐξαναγκάζουμε τούς ἄρρωστους ἤ τούς ἀδύνατους νά τηροῦν τόν κανόνα, οὔτε λέμε πώς πρέπει νά ὑποβάλουμε κάποιον σέ ἀκατόρθωτα πράγματα. Κάθε τι πού γινεται μέ σεβασμό καὶ δέος, θεωρεῖται ἀπό τόν Θεό ὡς ἐκλεκτή προσφορά. ῎Οχι μόνο δέν ἀποδίδει καμιά μομφή στόν ἄνθρωπο πού ἐνεργεῖ μ’ αὐτό τόν τρόπο, ἀλλά δέχεται τά μηδαμινά καί ἀσήμαντα πράγματα πού ἔγιναν ἀπό καλή θέληση γιά χάρη Του, ὅπως καί τίς σθεναρές καί τέτοιες πράξεις.
Οἱ ἐξωτερικές μορφές προσευχῆς εἶναι ἀπαραίτητες, ἀλλά πρέπει νά ἐκτιμῶνται ἀνάλογα μέ τή δύναμη τοῦ κάθε ἀνθρώπου. Δὲν εἶναι μόνον οἱ ἡλικιωμένοι καὶ οἱ ἀδύνατοι ποὺ ἀποδεσμεύονται ἀπὸ τὴν ἀνάγκη νὰ κάνουν πολλὲς μετάνοιες. Κάθε ἕνας ποὺ κουράζεται ἀπὸ τὴν προσευχὴ χρειάζεται κάποια ἀνάπαυσι:
Ἄν κάποια στιγμή νιώσεις ἀδύνατος καί κουρασμένος ἀπό τήν ψαλμωδία... καὶ λόγω ἤ τῆς μεγάλης ἀδυναμίας τοῦ σώματος δέν εἶσαι πλέον ἱκανός νά κοπιάσεις ὅσο κάποτε κοπίαζες, τότε μπορεῖς νά μοχθεῖς στήν προσευχή δεόμενος ἤ μεσιτεύοντας γιά κάποιον ἄλλον καί σέ πράγματα σάν κι αὐτά, Νά προσφέρεις τή δέησή σου γιά πολλή ὥρα καί μέ ζέση. Νά ὑποβάλεις τά αἰτήματά σου μέ προσοχή καί νά κοπιάζεις στήν ἱκεσία σου μέ τό μόχθο τῆς καρδιᾶς σου. Νά εἶσαι ἐπίμονος, νά παρατείνεις τήν προσευχή σου καί νά καρτερεῖς, μέχρι νά σοῦ ἀνοιχτεῖ ἡ πόρτα. ῾Ο Κύριός μας εἶναι φιλεύσπλαχνος καί θά σέ δεχθεῖ – ὄχι μέ βάση τό μόχθο σου, ἀλλά σύμφωνα μέ τήν κατεύθυνση πού ἔχει ὁ νοῦς σου. Τότε θά φωτιστεῖ ἡ ψυχή σου, καθώς παρατείνεις τή δέησή σου, καί οἱ λογισμοί σου θά φλέγονται ἀπό τήν ἀγάπη Του. Μ’ αὐτό τόν τρόπο θά λάβεις τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ στούς πενιχρούς κόπους πού ἀναλαμβάνει τό ἀδύναμο σῶμα σου.
῾Ο ἄνθρωπος μπορεῖ νά προσευχηθεῖ ὄρθιος, καθιστός ἤ γονατιστός. Τό πιό σημαντικό εἶναι ἡ προσευχή νά προσφέρεται μέ φόβο Θεοῦ:
Οὔτε θά ὑπῆρχε τίποτε τό ἀξιοκατάκριτο ἄν, σύμφωνα μέ τό χρόνο πού ἀντιστοιχεῖ στή δύναμή μας στεκόμαστε ἤ καθόμαστε, ὑπό τόν ὅρο νά μᾶς κατέχει μεγάλο δέος καί ἐγρήγορση τὴν ὥρα τῆς προσευχῆς. Στόχος μας πρέπει νά εἶναι νά βροῦμε ἕναν τρόπο πού ἡ καρδιά μας νά μπορεῖ νά πλησιάσει τόν Θεό κατά τήν Ἀκολουθία καί τήν προσευχή. ῾Ο ἄνθρωπος μπορεῖ νά προσεύχεται ἐνῶ στέκεται ὄρθιος ἤ κάθεται, ἐνῶ ἐργάζεται ἤ περπατᾶ μέσα στό κελί του, ἐνῶ πηγαίνει γιά ὕπνο, μέρι τή στιγμή πού τόν παίρνει ὁ ὕπνος, ἐνῶ κάθεται μέσα ἤ ἐνῶ ταξιδεύει, ἀσχολούμενος μυστικά μέ αὐτή μέσα στήν καρδιά του. ῾Ομοίως, ὄντας συνεχῶς γονατισμένος στό ἔδαφος ἤ ὁπουδήποτε τυχαίνει νά βρίσκεται.
ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ
Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ
Τὸ παράξενο τῆς ἀναχωρητικῆς ζωῆς εἶναι τὸ ἑξῆς: ἀποσυρόμενος ἀπό τούς ἀνθρώπους, ὁ ἀναχωρητὴς, ἀπαρνούμενος τόν κόσμο, δέν παύει νά προσεύχεται γι’ αὐτόν. ῾Ο ἀββᾶς ᾽Ισαάκ ἀγαποῦσε τήν ἀναχώρηση καί τήν ἡσυχία, ἀλλά τοῦ ἦταν ἐντελῶς ξένη κάθε σκέψη σωτηρίας μακριά ἀπό τούς ἀδελφούς του, κάθε ἰδέα κλεισίματος στόν ἑαυτό του. Κατεῖχε αὐτή τήν »ἐλεήμονα καρδία» πού χαρακτηρίζεται ἀπό τό ἔλεος γιά ὅλα τά πλάσματα, ὄχι μόνο γιά τούς χριστιανούς, ἀλλά καί γιά τούς ἀποστάτες, τά ζῶα καί τούς δαίμονες. ῾Η προσωπική του προσευχή, σάν λειτουργική προσευχή, ἔφθασε σέ κοσμική κλίμακα, ἀγκαλιάζοντας ὄχι μόνο τούς γείτονες καί τούς ξένους, ἀλλά τό σύνολο τῆς ἀνθρωπότητας καί ὁλόκληρο τόν κόσμο.
Αὐτή τήν ἐξαιρετική ἐμπειρία τῆς καθολικῆς προσευχῆς, μποροῦμε νά τή δοῦμε σέ μιά μεγάλη εὐχή του γιά ὁλόκληρο τόν κόσμο. ῾Ο ἅγιος ᾽Ισαάκ ἀρχίζει εὐχαριστώντας τόν Θεό γιά τήν ῾Ενσάρκωσή Του:
«Καθὼς ἡ ψυχὴ μου ἐγγίζει στυὸ ἔδαφος, σοῦ προσφέρω μὲ ὅλα τὰ ὀστᾶ μου καὶ ὅλη μου τὴν καρδιά την λατρεία ποὺ σοῦ ἀρμόζει. Ὦ δοξασμένε Θεὲ, ποὺ κατοικεῖς στὴν ἄφατη σιωπή. Οἰκοδόμησες γιά τήν ἀνακαίνισή μου ἕνα σκήνωμα ἀγάπης πάνω στή γῆ, ὅπου σοῦ ἀρέσει νά ἀναπαύεσαι, ἕνα ναό φτιαγμένο ἀπό σάρκα καί πλασμένο μέ τό πιό ἱερό λάδι. Μετά τόν γέμισες μέ τήν ἁγία παρουσία Σου, ὥστε νά ἐκπληρώνεται σ’ αὐτόν ὅλη ἡ λατρεία, ὑποδεικνύοντας τή λατρεία τῶν αἰώνιων Προσώπων τῆς Τριάδος Σου καί ἀποκαλύπτοντας στούς κόσμους, πού μέ τή Χάρη Σου δημιούργησες, ἕνα ἄφατο μυστήριο, μιά δύναμη πού δέν μπορεῖ νά γίνει αίσθητή ἤ νά πιαστεῖ ἀπό κανένα τμῆμα τῆς δημιουργίας Σου πού ἦρθε στό φῶς. Τὰ ἀγγελικά ὄντα, ἔκθαμβα, βυθίζονται στή σιωπή, ἱστάμενα μέ δέος μπροστά στό γνόφο αὐτοῦ τοῦ αἰώνιου μυστηρίου».
῾Ο ᾽Ισαάκ μιλᾶ γιά τόν ἑαυτό του ὡς παιδί, καί ἐκλιπαρεῖ τόν Θεό νά τόν μεταχειριστεῖ μέ πατρική φροντίδα:
«Προσπίπτω, Κύριε, στό ὑποπόδιο τῶν ποδῶν σου καί στήν ἁγία δεξιά Σου πού μέ ἔπλασε καί μέ ἔκανε ἄνθρωπο ἱκανό νά Σέ γνωρίσει. Ἀλλά ἁμάρτησα ἐπειδή ἐγκατέλειψα τήν ἅγια συνομιλία μαζί Σου καί πέρασα τίς ἡμέρες μου συνομιλώντας μέ τίς σαρκικές ἐπιθυμίες, Σέ ἱκετεύω, Κύριε, μή θέσεις ἀπέναντί μου τίς ἁμαρτίες τῆς νεότητας μου, τήν ἄγνοια τῶν γηρατειῶν μου καί τήν ἀδυναμία τῆς φύσης μου... Αντίθετα, στρέφε τήν καρδιά μου πρός ᾽Εσέ, μακριά ἀπό τούς ἐνοχλητικούς περισπασμούς τῶν σαρκικῶν ἐπιθυμιῶν. Κάνε νά κατοικήσει μέσα μου ἕνα κρυφό φῶς. Ποτέ δέν συγκράτησες τή φροντίδα Σου νά δοκιμάσει τήν ἐλεύθερη θέλησή μου· ἀντίθετα, ὅπως ὁ πατέρας φροντίζει τό μικρό του γιό, ἔτσι μέ ἀκολούθησε ἡ φροντίδα Σου, ἐπειδή γνώριζες κάθε στιγμή πώς ἀκόμη πιό λίγο κι ἀπό ἕνα παιδί γνωρίζω πρός τά ποῦ ταξιδεύω.
Κατόπιν ζητᾶ ἀπό τόν Θεό νά τοῦ δώσει ἀληθινή μετάνοια γιά νά μπορέσει νά δεῖ τίς ἁμαρτίες του :
«Τήν πόρτα τῆς φιλευσπλαχνίας Σου κτυπῶ, Κύριε. Στεῖλε βοήθεια στίς διάσπαρτες ὁρμές μου, τίς μεθυσμένες ἀπό τό πλῆθος τῶν παθῶν καί τή δύναμη τοῦ σκότους. Βλέπεις τίς πληγές μου πού εἶναι κρυμμένες μέσα μου. Ἄν ὅμως συνειδητοποιήσω πλήρως τήν ἔκταση τῶν ἁμαρτιῶν μου, ἡ ψυχή μου θά ἀφανισθεῖ ἀπό τόν πικρό πόνο... ῏Ω, ὄνομα τοῦ ᾽Ιησοῦ, κλειδί γιά ὅλα τά χαρίσματα, ἄνοιξέ μου τή μεγάλη θύρα τοῦ θησαυροφυλακίου Σου, γιά νά μπορέσω νά είσέλθω καί νά Σέ δοξολογήσω, μέ τή δοξολογία πού προέρχεται ἀπό τήν καρδιά, ἀνταποδίδοντας τά ἐλέη Σου πού ἔχω δοκιμάσει τίς τελευταῖες ἡμέρες. Γιατὶ ἦρθες καί μέ ἀνακαίνισες μέ τή γνώση τοῦ Καινοῦ Κόσμου.
Στρεφόμενος πάλι στήν ᾽Ενσάρκωση τοῦ Θεοῦ καί Λόγου Ἰσαάκ ζητᾶ ἀπό τόν Θεό νά τόν καταστήσει ἄξιο νά εἰσέλθει διορατικά στό μυστήριο τοῦ φόνου τοῦ ἀγαπημένου Υἱοῦ του. Ἡ ἐνθύμησις τοῦ θανάτου τοῦ Χριστοῦ στό σταυρό προκαλεῖ ἕναν ὕμνο εὐχαριστίας, στόν ὁποῖο ἡ προσευχή του φτάνει σέ μιά δραματική ἔνταση:
«῎Εδωσες ὁλόκληρο τό θησαυρό Σου στόν κόσμο... Ἀληθινά αὐτό τό μυστήριο εἶναι ἀπέραντο,. ῾Η πλημμύρα τῶν μυστηρίων τοῦ Χριστοῦ πιέζει τό νοῦ μου σάν τά κύματα τῆς θάλασσας. Θέλησα νά μείνω σιωπηλός μπροστά τους και νά μή μιλήσω, ἀλλά ἀποδείχθηκαν πώς εἶναι σάν φλέγον πῦρ πού ἄναψε στά ὀστά μου, ῾Ο νοῦς μου μέ ἐπιπλήττει, ἀποκαλύπτοντας τίς ἁμαρτίες μου. Τό μυστήριό Σου μέ ἐκπλήσσει... ῏Ω, ᾽Ελπίδα μου· χύσε μέσα στήν καρδιά μου τή μέθη πού συνίσταται στήν ἐλπίδα σέ Σένα. ῏Ω, ᾽Ιησοῦ Χριστέ, ἡ ἀνάστασι καί τό φῶς ὅλων τῶν κόσμων, ἄνοιξε ξαφνικά μπροστά μου τή θύρα τοῦ ἐλέους Σου, κάνε τίς ἀκτῖνες τῆς Χάριτός Σου νά λάμψουν στήν καρδιά μου.
Μετά στρέφεται στήν προσευχή ὑπέρ τῶν μοναχῶν καί τῶν ἀσκητῶν, ζώντων καί τεθνεώτων. ῾Η προσευχή του παίρνει ἐκεῖνο τόν καθολικό τόνο, πού χαρακτηρίζει τίς εὐχαριστιακές ἀναφορές τῆς ᾽Εκκλησίας:
Μνήσθητι, Κύριε, στό ἅγιο θυσιαστήριό Σου, τή φοβερή στιγμή πού θυσιάζονται τό Σῶμα καί τό Αἷμα Σου γιά τή σωτηρία τοῦ κόσμου, ὅλους τούς Πατέρες καί τούς ἀδελφούς πού βρίσκονται στά βουνᾴ σέ σπήλαια, πού εἶναι κρυμμένοι ἀπό τόν κόσμο καί εἶναι γνωστοί μόνο σέ Σένα... Συντρόφεψέ τους μέ τή βοήθειά Σου, Κύριε, καί εἴθε ἡ δύναμη τῆς Τριάδος Σου νά κατοικεῖ μέσα τους.
Μετά τήν προσευχή γιά τούς μοναχούς καί τούς ἀναχωρητές, ἀκολουθεῖ μιά προσευχή γιά τούς ἀρρώστους καί τούς αἰχμαλώτους:
Μνήσθητι καί ὅλων ὅσοι πάσχουν ἀπό φρικτές καί θλιβερές ἀσθένειες τοῦ σώματος. Στεῖλε τους ἄγγελο εὐσπλαχνίας καί καταπράυνε τίς φυχές τους, πού βασανίζονται οἰκτρά ἀπό τίς φοβερές ὀδύνες τῶν σωμάτων τους.
᾽Ελέησε, ἀκόμη, Κύριε, ἐκείνους πού πέφτουν στά χέρια κακῶν, καί ἄθεων ἀνθρώπων. Στεῖλε τους γρήγορα ἕναν ἄγγελο εὐσπλαχνίας καί σῶσε τους ἀπό τή δύσκολη θέση τους. ῏Ω. Κύριε καί Θεέ μου, στεῖλε παρηγοριά σέ ὅλους ἐκείνους πού ὑποφέρουν ἀπό κάθε εἴδους κακουχίες.
Ἡ εὐχή του πάλι γιά ἀπαλλαγή τῆς ᾽Εκκλησίας ἀπό διωγμούς καί ἐσωτερικές συγκρούσεις καί γιά τή διατήρηση τῆς ἀγάπης καί τῆς ὁμοφωνίας ἀνάμεσα στούς ἄρχοντες καί στούς ἱερεῖς δηλ. ἀνάμεσα στό κράτος καί στήν ᾽Εκκλησία εἶναι ἡ ἑξῆς:
Κύριε, σκέπασε τήν ἁγία ᾽Εκκλησία Σου πού ἔχει ἐξαγοραστεῖ μέ τό αἷμα Σου. Κάνε νά κατοικεῖ μέσα της ἡ ἀληθινή εἰρήνη πού ἔδωσες στούς ἁγίους Ἀποστόλους Σου. Δέσε τά τέκνα της μέ τούς ἱερούς δεσμούς τῆς ἀκατάλυτης ἀγάπης. Εἴθε οἱ ἄρχοντες καί οἱ ἱερεῖς νά συνδεθοῦν μέ μεγάλη εἰρήνη καί ἀγάπη καί ἡ διάνοιά τους νὰ εἶναι πάντα στραμμένη πρός ᾽Εσένα καί ἄς γίνει ἡ ἅγια πίστη τεῖχος γιά τό ποίμνιό Σου.
Στίς καταληκτικές παρακλήσεις του, ὁ ἅγιος ᾽Ισαάκ θυμᾶται αὐτούς πού ἔχουν παρεκκλίνει καί ἐκείνους πού ἀναχώρησαν ἀπό αὐτήν τή ζωή χωρίς νά μετανοήσουν καί χωρίς τήν ἀληθινή πίστη:
Σέ ἱκετεύω καί σέ παρακαλῶ, Κύριε: χάρισε σέ ὅλους ὅσοι ἔχουν παρεκκλίνει τήν ἀληθινή γνώση Σου, ἔτσι ὥστε ὁ κάθε ἕνας καί ὅλοι νά γνωρίσουν τή δόξα Σου. Καί γι᾽ αὐτούς πού ἔφυγαν ἀπ᾽ αὐτό τόν κόσμο χωρίς ἐνάρετη ζωή καί χωρίς πίστη, γίνε συνήγορός τους, Κύριε, γιά χάρη τοῦ σώματος πού πῆρες ἀπ’ αὐτούς, ὥστε ἀπό τό μοναδικό ἑνωμένο σῶμα τοῦ κόσμου νά προσφέρουμε δοξολογία στόν Πατέρα, στόν Υἱό καί στό Ἅγιο Πνεῦμα στή Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν, τήν ἀτελεύτηη πηγή τῆς αἰώνιας χαρᾶς.
Αὐτή ἡ τελευταία παράκληση γιά ἐκείνους πού πέθαναν χωρίς νά ἔχουν ἀληθινή πίστη, δείχνει πώς ἡ ἰδέα τῆς ἀδυναμίας προσευχῆς ὑπέρ τῶν μή χριστιανῶν νεκρῶν, ἦταν ὁλοκληρωτικά ξένη στόν ἀββᾶ ᾽Ισαάκ. Δέν φανταζόταν κάποια οὐράνια βασιλεία πού θά ἦταν προσιτή μόνο σἐ κάποιο περιούσιο λαό, ἐνῶ ἡ ὑπόλοιπη ἀνθρωπότητα θά παρέμενε ἔξω ἀπ’ αὐτήν. ῞Οπως μποροῦμε νά διαπιστώσουμε, ὁ ἅγιος ᾽Ισαάκ θεωρεῖ ὁλόκληρο τόν κόσμο ὡς ἕνα «μοναδικό ἑνωμένο σῶμα, τοῦ ὁποίου ὁ κάθε ἄνθρωπος εἶναι μέλος. Στό μέλλοντα αἰώνα, ὁλόκληρος ὁ κόσμος θά μεταμορφωθεῖ σέ Σῶμα Χριστοῦ, πού εἶναι ἡ Ἐκκλησία τῶν σεσωσμένων ἀπό Αὐτόν.
῾Ο ἅγιος ᾽Ισαάκ πιστεύει πώς οἱ χριστιανοί πρέπει νά προσεύχονται γιά ὅλους τούς ἀνθρώπους, ἀνεξάρτητα ἀπό τίς ἀρετὲς ἤ τίς πεποιθήσεις τους:
Πρέπει νά προσευχόμαστε μέ πάθος, καί πρέπει νά ἱκετεύουμε τόν Θεό γιά ὅλα αὐτά τά πράγματα μέ πόνο. Αὐτή εἶναι ἡ στάση πού ὀφείλουμε νά ἕχουμε γιά ὅλους τούς ἀνθρώπους: νά προσευχόμαστε γι’ αὐτούς μέ πάθος, ὅπως γιά τόν ἑαυτό μας, ἐπειδή μ’ αὐτό τόν τρόπο ἡ Θεότητα θά ἔρθει νά ἀναπαυθεῖ μέσα μας καί θά γίνει αἰτία τό θέλημά Της νά κατοικήσει ἐντός μας «ὡς ἐν οὐρανῷ καὶ ἐπί τῆς γῆς». Ἀμὴν.