Γέροντας Πορφύριος
Ἡ κυρία Ἀ.Σ., πνευματικὸ παιδὶ τοῦ ὁσίου Γέροντος Πορφυρίου, ἀφηγεῖται ἕνα θαυμαστὸ γεγονός, ποὺ μᾶς ἀποκαλύπτει τὴν δυνατὴ πίστη ἀλλὰ καὶ τὴν εὐαισθησία τοῦ ὁσίου Γέροντος καὶ μᾶς ταξιδεύει σὲ ὀνειρικοὺς κόσμους τοῦ ἐπέκεινα, ὅπου αἴρεται ἡ νομοτελειακὴ τάξη τοῦ φυσικοῦ κόσμου καὶ ἡ παραδοξότητα τῶν φαινομένων προκαλεῖ τὸν ὀρθὸ λόγο: «Τὸ φθινόπωρο τοῦ 1986 εἶχα ξεκινήσει μὲ τὴν εὐλογία καὶ καθοδήγηση τοῦ πατρὸς Πορφυρίου ἔργο προνοίας.
Ἐπισκεπτόμουν ἄπορες οἰκογένειες, κυρίως πολυτέκνων, μὲ οἰκονομικὰ προβλήματα, ἄλλες οἰκογένειες μὲ χρόνια προβλήματα ὑγείας καὶ ἰδιαιτέρως μὲ προβλήματα συναισθηματικῆς καὶ ψυχολογικῆς φύσεως. Τὸ βασικὸ ἔργο μου ἦταν ἡ λειτουργία ἀντιμετώπισης τῶν προαναφερθέντων προβλημάτων, ἀλλὰ καὶ ἡ συμβουλευτικὴ καὶ ψυχολογικὴ ὑποστήριξη τῶν πασχόντων. Τὸ προνοιακὸ αὐτὸ ἔργο συνέχισα καὶ μετὰ τὴν κοίμηση τοῦ Ἁγίου Γέροντος μέχρι σήμερα.
Ἕνα χειμωνιάτικο ἀπόγευμα τοῦ 1986 βρισκόμουν στὸ κελλὶ τοῦ πατρὸς Πορφυρίου στὸ Μήλεσι. Ὁ οὐρανὸς ἦταν συννεφιασμένος. Βαριὰ καταχνιὰ παντοῦ καὶ ψιλόβροχο. Καθόμουν μπροστὰ στὸ κρεβάτι τοῦ Γέροντα καὶ μιλούσαμε γιὰ τὸ ἔργο ποὺ εἶχα ἀναλάβει, ἀκούγοντας τὶς συμβουλές του. Φαίνεται πὼς ὁ Παππούλης μᾶς προετοίμαζε γιὰ δυσκολότερες μέρες. Ἐνῶ μιλούσαμε, ξαφνικὰ μὲ διακόπτει: – Νά, μοῦ λέει, αὐτὴ τὴ στιγμὴ μᾶς παίρνει ἀπὸ τὴ Λάρισα τηλέφωνο μιὰ κυρία. Πράγματι, ἐκείνη τὴν ὥρα χτύπησε τὸ τηλέφωνο. Σηκώνω τὸ ἀκουστικὸ καὶ τὸ δίνω στὸν Γέροντα. – Γέροντα, τὴν εὐχή σου. – Εὔχομαι, παιδί μου, ἀπαντᾶ ἐκεῖνος. – Γέροντα, ἔχω τὴν κόρη μου στὸ Λονδίνο. Σπουδάζει στὸ Πανεπιστήμιο. Ζεῖ μόνη της. Μὲ παίρνει συνεχῶς τηλέφωνο καὶ μοῦ λέει ὅτι νιώθει μοναξιὰ κι ἀπογοήτευση. Εἶναι κουρασμένη συνεχῶς καὶ θλιμμένη. Ἀλλὰ κι ὁ οὐρανὸς τῆς πλακώνει τὴν ψυχή. Ὁ λονδρέζικος οὐρανὸς εἶναι πάντοτε μουντός, συννεφιασμένος καὶ βρέχει. Φοβᾶμαι, Γέροντα, ὅτι ἡ κόρη μου ὁδηγεῖται στὴν κατάθλιψη. – Εὔχομαι, εὔχομαι, εὔχομαι, παιδί μου… ἀπήντησε ὁ Γέροντας καὶ ἔκλεισε τὸ τηλέφωνο. Σὲ λίγο, πολὺ συγκινημένος ὁ Παππούλης λέει: – Νά! Τῆς ἔστειλε παρέα ὁ Θεός, τῆς ἔστειλε παρέα στὸ Λονδίνο. Ὁ καλὸς Θεὸς μᾶς ἄκουσε κι ἔστειλε στὴν κοπέλα συντροφιὰ ἕνα πουλάκι. Δόξα τῷ Θεῷ, τῆς ἔστειλε ἕνα ὡραῖο πουλάκι, πάρα πολὺ ὄμορφο. Δὲν εἶναι συνηθισμένο πουλί, εἶναι ἕνα ξεχωριστὸ πουλί. Δὲν εἶναι αὐτὸ τυχαῖο γεγονός.Τὸ πουλάκι αὐτὸ θὰ εἶναι ὁ φίλος της. Θὰ κάνουν παρέα, θὰ τὴν βοηθήσει νὰ τελειώσει τὶς σπουδές της. Σὲ λίγο, τὴν ὥρα ποὺ μιλάει ἀκόμη ὁ Γέροντας, χτυπάει τὸ τηλέφωνο. Τὸ σηκώνω ἐγὼ καὶ τοῦ τὸ δίνω. Εἶναι ἡ κυρία πάλι ἀπὸ τὴ Λάρισα. – Γέροντα, μὲ πῆρε πρὸ ὀλίγου πάλι στὸ τηλέφωνο ἡ κόρη μου ἀπὸ τὸ Λονδίνο καὶ μοῦ εἶπε χαρούμενη πὼς στὸ παράθυρό της εἶναι ἕνα πουλάκι καὶ τῆς χτυπάει τὸ τζάμι! – Νὰ τῆς πεῖς νὰ τοῦ ἀνοίξει τὸ παράθυρο καὶ νὰ τὸ βάλει μέσα. Αὐτὸ τὸ πουλάκι θὰ εἶναι στὸ ἑξῆς ἡ ἀχώριστη συντροφιά της. Εἶναι ἕνα ξεχωριστὸ πουλάκι, πολὺ ὄμορφο καὶ φωτεινό… Τῆς τὸ ἔστειλε ὁ Θεὸς νὰ διαλύσει τὰ νέφη τῶν θλίψεων καὶ νὰ φωτίσει τὰ σκοτάδια τῆς μοναξιᾶς. Θὰ ζήσουν εἰς τὸ ἑξῆς μαζί… Νὰ προσεύχεσθε μὲ θέρμη στὸ Θεό. Σᾶς ἀγαπάει πολύ! Καὶ ὁ ὅσιος Γέροντας συνέχισε μὲ πρακτικές συμβουλές: – Τὶς πρωινὲς ὥρες, νὰ πεῖς στὴν κορούλα σου, νὰ ἀερίζει τὸ δωμάτιο. Νὰ ἀνοίγει τὰ παράθυρα νὰ βγαίνει λίγο ἔξω τὸ πουλάκι, νὰ πετᾶ στὸν οὐρανό. Ἔπειτα ἐκεῖνο θὰ ἐπιστρέφει μόνο του στὴν ὥρα του. Νὰ προσέχει τί θὰ τὸ ταΐζει. Νὰ μάθει νὰ τοῦ μιλάει, νὰ ἀκούει τὸ κελάηδημά του, νὰ τὸ χαϊδεύει. Ὅταν θὰ φεύγει γιὰ τὰ μαθήματά της στὸ Πανεπιστήμιο, αὐτὸ θὰ τῆς «προσέχει» τὸ σπίτι. Ὅταν θὰ γυρίζει, θὰ εἶναι ἡ καλύτερή της συντροφιά. Ἔτσι θὰ ζήσουν μαζὶ μὲχρι νὰ πάρει τὸ πτυχίο της. Ὅλη τὴν ὥρα ποὺ μιλοῦσε, ὁ ὅσιος Γέροντας ἔλαμπε. Βρισκόταν σὲ ἕναν ἄλλο κόσμο, μέσα σὲ ἕνα ἄπλετο φῶς. Ἔβλεπε καὶ ζοῦσε καταστάσεις ποὺ μόνο αὐτὸς ἦταν δυνατὸ νὰ περιγράψει. Μετεῖχε σὲ μιὰ ὑπερκόσμια πνευματικὴ πανδαισία. Ὁ Ἅγιος εὐχήθηκε καὶ ὁ Θεὸς ἔδωσε τὴ λύση: πρόληψη καὶ θεραπεία διὰ τῆς ἐπενέργειας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Τὸ θαυμαστὸ αὐτὸ συμβάν, ἀλλὰ καὶ ὁ συμβολισμός του, ὅπως ἐπίσης καὶ ὁ συμβουλευτικὸς λόγος τοῦ Γέροντος, ποὺ ἀκολούθησε, αἰσθάνθηκα ἐκείνη τὴν ὥρα πὼς λειτούργησαν καὶ γιὰ μένα προσωπικὰ ὡς ὑποστηρικτικὸ καὶ παιδευτικὸ μήνυμα. Μὲ βοήθησαν νὰ συλλάβω στὶς πραγματικές του διαστάσεις τὸ «θαῦμα» τῆς συμβουλευτικῆς λειτουργίας. Φωτίστηκε ὁ νοῦς καὶ ἡ ψυχή μου καὶ δόθηκε ἀπάντηση σὲ καίρια ἐρωτήματα ποὺ μὲ ἀπασχολοῦσαν ἐκεῖνο τὸν καιρὸ σχετκὰ μὲ τὸ συμβουλευτικὸ ἔργο ποὺ πρόσφατα μοῦ εἶχε ἀνατεθεῖ: Κατάλαβα κυρίως πὼς μοναχικοὺς ἀνθρώπους καὶ πρόσωπα βυθισμένα στὸ τέλμα τῆς θλίψης καὶ τῆς ὀδύνης δὲν μπορεῖς νὰ συναντήσεις, παρὰ μόνο ἀκολουθώντας τὸ δρόμο τὸ λιγότερο ταξιδεμένο, τῆς πίστης στὸν Θεὸ καὶ τῆς ἀγάπης.
Ἡ κυρία Ἀ.Σ., πνευματικὸ παιδὶ τοῦ ὁσίου Γέροντος Πορφυρίου, ἀφηγεῖται ἕνα θαυμαστὸ γεγονός, ποὺ μᾶς ἀποκαλύπτει τὴν δυνατὴ πίστη ἀλλὰ καὶ τὴν εὐαισθησία τοῦ ὁσίου Γέροντος καὶ μᾶς ταξιδεύει σὲ ὀνειρικοὺς κόσμους τοῦ ἐπέκεινα, ὅπου αἴρεται ἡ νομοτελειακὴ τάξη τοῦ φυσικοῦ κόσμου καὶ ἡ παραδοξότητα τῶν φαινομένων προκαλεῖ τὸν ὀρθὸ λόγο: «Τὸ φθινόπωρο τοῦ 1986 εἶχα ξεκινήσει μὲ τὴν εὐλογία καὶ καθοδήγηση τοῦ πατρὸς Πορφυρίου ἔργο προνοίας.
Ἐπισκεπτόμουν ἄπορες οἰκογένειες, κυρίως πολυτέκνων, μὲ οἰκονομικὰ προβλήματα, ἄλλες οἰκογένειες μὲ χρόνια προβλήματα ὑγείας καὶ ἰδιαιτέρως μὲ προβλήματα συναισθηματικῆς καὶ ψυχολογικῆς φύσεως. Τὸ βασικὸ ἔργο μου ἦταν ἡ λειτουργία ἀντιμετώπισης τῶν προαναφερθέντων προβλημάτων, ἀλλὰ καὶ ἡ συμβουλευτικὴ καὶ ψυχολογικὴ ὑποστήριξη τῶν πασχόντων. Τὸ προνοιακὸ αὐτὸ ἔργο συνέχισα καὶ μετὰ τὴν κοίμηση τοῦ Ἁγίου Γέροντος μέχρι σήμερα.
Ἕνα χειμωνιάτικο ἀπόγευμα τοῦ 1986 βρισκόμουν στὸ κελλὶ τοῦ πατρὸς Πορφυρίου στὸ Μήλεσι. Ὁ οὐρανὸς ἦταν συννεφιασμένος. Βαριὰ καταχνιὰ παντοῦ καὶ ψιλόβροχο. Καθόμουν μπροστὰ στὸ κρεβάτι τοῦ Γέροντα καὶ μιλούσαμε γιὰ τὸ ἔργο ποὺ εἶχα ἀναλάβει, ἀκούγοντας τὶς συμβουλές του. Φαίνεται πὼς ὁ Παππούλης μᾶς προετοίμαζε γιὰ δυσκολότερες μέρες. Ἐνῶ μιλούσαμε, ξαφνικὰ μὲ διακόπτει: – Νά, μοῦ λέει, αὐτὴ τὴ στιγμὴ μᾶς παίρνει ἀπὸ τὴ Λάρισα τηλέφωνο μιὰ κυρία. Πράγματι, ἐκείνη τὴν ὥρα χτύπησε τὸ τηλέφωνο. Σηκώνω τὸ ἀκουστικὸ καὶ τὸ δίνω στὸν Γέροντα. – Γέροντα, τὴν εὐχή σου. – Εὔχομαι, παιδί μου, ἀπαντᾶ ἐκεῖνος. – Γέροντα, ἔχω τὴν κόρη μου στὸ Λονδίνο. Σπουδάζει στὸ Πανεπιστήμιο. Ζεῖ μόνη της. Μὲ παίρνει συνεχῶς τηλέφωνο καὶ μοῦ λέει ὅτι νιώθει μοναξιὰ κι ἀπογοήτευση. Εἶναι κουρασμένη συνεχῶς καὶ θλιμμένη. Ἀλλὰ κι ὁ οὐρανὸς τῆς πλακώνει τὴν ψυχή. Ὁ λονδρέζικος οὐρανὸς εἶναι πάντοτε μουντός, συννεφιασμένος καὶ βρέχει. Φοβᾶμαι, Γέροντα, ὅτι ἡ κόρη μου ὁδηγεῖται στὴν κατάθλιψη. – Εὔχομαι, εὔχομαι, εὔχομαι, παιδί μου… ἀπήντησε ὁ Γέροντας καὶ ἔκλεισε τὸ τηλέφωνο. Σὲ λίγο, πολὺ συγκινημένος ὁ Παππούλης λέει: – Νά! Τῆς ἔστειλε παρέα ὁ Θεός, τῆς ἔστειλε παρέα στὸ Λονδίνο. Ὁ καλὸς Θεὸς μᾶς ἄκουσε κι ἔστειλε στὴν κοπέλα συντροφιὰ ἕνα πουλάκι. Δόξα τῷ Θεῷ, τῆς ἔστειλε ἕνα ὡραῖο πουλάκι, πάρα πολὺ ὄμορφο. Δὲν εἶναι συνηθισμένο πουλί, εἶναι ἕνα ξεχωριστὸ πουλί. Δὲν εἶναι αὐτὸ τυχαῖο γεγονός.Τὸ πουλάκι αὐτὸ θὰ εἶναι ὁ φίλος της. Θὰ κάνουν παρέα, θὰ τὴν βοηθήσει νὰ τελειώσει τὶς σπουδές της. Σὲ λίγο, τὴν ὥρα ποὺ μιλάει ἀκόμη ὁ Γέροντας, χτυπάει τὸ τηλέφωνο. Τὸ σηκώνω ἐγὼ καὶ τοῦ τὸ δίνω. Εἶναι ἡ κυρία πάλι ἀπὸ τὴ Λάρισα. – Γέροντα, μὲ πῆρε πρὸ ὀλίγου πάλι στὸ τηλέφωνο ἡ κόρη μου ἀπὸ τὸ Λονδίνο καὶ μοῦ εἶπε χαρούμενη πὼς στὸ παράθυρό της εἶναι ἕνα πουλάκι καὶ τῆς χτυπάει τὸ τζάμι! – Νὰ τῆς πεῖς νὰ τοῦ ἀνοίξει τὸ παράθυρο καὶ νὰ τὸ βάλει μέσα. Αὐτὸ τὸ πουλάκι θὰ εἶναι στὸ ἑξῆς ἡ ἀχώριστη συντροφιά της. Εἶναι ἕνα ξεχωριστὸ πουλάκι, πολὺ ὄμορφο καὶ φωτεινό… Τῆς τὸ ἔστειλε ὁ Θεὸς νὰ διαλύσει τὰ νέφη τῶν θλίψεων καὶ νὰ φωτίσει τὰ σκοτάδια τῆς μοναξιᾶς. Θὰ ζήσουν εἰς τὸ ἑξῆς μαζί… Νὰ προσεύχεσθε μὲ θέρμη στὸ Θεό. Σᾶς ἀγαπάει πολύ! Καὶ ὁ ὅσιος Γέροντας συνέχισε μὲ πρακτικές συμβουλές: – Τὶς πρωινὲς ὥρες, νὰ πεῖς στὴν κορούλα σου, νὰ ἀερίζει τὸ δωμάτιο. Νὰ ἀνοίγει τὰ παράθυρα νὰ βγαίνει λίγο ἔξω τὸ πουλάκι, νὰ πετᾶ στὸν οὐρανό. Ἔπειτα ἐκεῖνο θὰ ἐπιστρέφει μόνο του στὴν ὥρα του. Νὰ προσέχει τί θὰ τὸ ταΐζει. Νὰ μάθει νὰ τοῦ μιλάει, νὰ ἀκούει τὸ κελάηδημά του, νὰ τὸ χαϊδεύει. Ὅταν θὰ φεύγει γιὰ τὰ μαθήματά της στὸ Πανεπιστήμιο, αὐτὸ θὰ τῆς «προσέχει» τὸ σπίτι. Ὅταν θὰ γυρίζει, θὰ εἶναι ἡ καλύτερή της συντροφιά. Ἔτσι θὰ ζήσουν μαζὶ μὲχρι νὰ πάρει τὸ πτυχίο της. Ὅλη τὴν ὥρα ποὺ μιλοῦσε, ὁ ὅσιος Γέροντας ἔλαμπε. Βρισκόταν σὲ ἕναν ἄλλο κόσμο, μέσα σὲ ἕνα ἄπλετο φῶς. Ἔβλεπε καὶ ζοῦσε καταστάσεις ποὺ μόνο αὐτὸς ἦταν δυνατὸ νὰ περιγράψει. Μετεῖχε σὲ μιὰ ὑπερκόσμια πνευματικὴ πανδαισία. Ὁ Ἅγιος εὐχήθηκε καὶ ὁ Θεὸς ἔδωσε τὴ λύση: πρόληψη καὶ θεραπεία διὰ τῆς ἐπενέργειας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Τὸ θαυμαστὸ αὐτὸ συμβάν, ἀλλὰ καὶ ὁ συμβολισμός του, ὅπως ἐπίσης καὶ ὁ συμβουλευτικὸς λόγος τοῦ Γέροντος, ποὺ ἀκολούθησε, αἰσθάνθηκα ἐκείνη τὴν ὥρα πὼς λειτούργησαν καὶ γιὰ μένα προσωπικὰ ὡς ὑποστηρικτικὸ καὶ παιδευτικὸ μήνυμα. Μὲ βοήθησαν νὰ συλλάβω στὶς πραγματικές του διαστάσεις τὸ «θαῦμα» τῆς συμβουλευτικῆς λειτουργίας. Φωτίστηκε ὁ νοῦς καὶ ἡ ψυχή μου καὶ δόθηκε ἀπάντηση σὲ καίρια ἐρωτήματα ποὺ μὲ ἀπασχολοῦσαν ἐκεῖνο τὸν καιρὸ σχετκὰ μὲ τὸ συμβουλευτικὸ ἔργο ποὺ πρόσφατα μοῦ εἶχε ἀνατεθεῖ: Κατάλαβα κυρίως πὼς μοναχικοὺς ἀνθρώπους καὶ πρόσωπα βυθισμένα στὸ τέλμα τῆς θλίψης καὶ τῆς ὀδύνης δὲν μπορεῖς νὰ συναντήσεις, παρὰ μόνο ἀκολουθώντας τὸ δρόμο τὸ λιγότερο ταξιδεμένο, τῆς πίστης στὸν Θεὸ καὶ τῆς ἀγάπης.
Γεωργίου Κρουσταλάκη “Γέρων Πορφύριος. Ὁ πνευματικὸς πατέρας