— anaxoriti
Συμπληρωματικά για τον πνευματικό αγωνιστή και ερημίτη, στα ησυχαστικά Καλύβια των Καρουλίων, Γέρο – Φιλάρετο, αναφέρουμε ένα θαύμα που ενήργησε η Θεία Πρόνοια, για να βγάλει τον εργάτη αυτόν της αρετής, από κάθε σκέψη και φροντίδα, για τα υλικά πράγματα, τα οποία πάντοτε είναι εμπόδιο στην πρόοδο και την είσοδο μας στην πνευματική ζωή και κυρίως είναι το μεγαλύτερο εμπόδιο να αποκτήσει κανείς την δωρεά του θεού, που είναι η συνεχής και αδιάλειπτη νοερά προσευχή.
Για να ελευθερώσει λοιπόν ο Πανάγαθος θεός την καρδιά του Γερο – Φιλάρετου από περιττή φροντίδα και να γίνει σ’ εμάς ένα μάθημα σύμφωνα με το οποίο θα πρέπει να έχουμε πίστη και ελπίδα στο Θεό και αγάπη και σεβασμό στους συνανθρώπους μας, συνέβη το ακόλουθο γεγονός:
Κατά το έτος 1935 ο Γέρο Φιλάρετος είχε απόλυτη ανάγκη για διακόσιες δραχμές. Τούτο είχε απασχολήσει πολύ την σκέψη και την καρδιά του Γέροντος, τον οποίον είδε μια μέρα, ο υμνογράφος Πάτερ Γεράσιμος Μακραγιαννανίτης, να περνάει από το Καλύβι του «Τίμιος Πρόδρομος» και να είναι πολύ στενοχωρημένος. Στην ερώτησή του: «Τί έχεις Γέρο – Φιλάρετε, τί σου συμβαίνει Αββά και είσαι τόσο στενοχωρημένος;».
Ο Γέρο – Φιλάρετος είπε το θέμα που τον βασάνιζε και ο Πατήρ Γεράσιμος του έδωσε τις διακόσιες (200) δραχμές και τον παρακάλεσε λέγοντας: «Σεβαστέ Γέρο – Φιλάρετε, πάρε τα χρήματα αυτά που θέλεις και δεν χρειάζεται να μου τα επιστρέψεις, αλλά αν μπορείς, κάνε σε παρακαλώ καμιά προσευχή στον Πανάγαθο Θεό να μας ελεήσει».
Ο Γέρο – Φιλάρετος πήρε τα χρήματα αυτά και αφού ευχαρίστησε τον Π. Γεράσιμο, πήγε να δώσει τις 200 δραχμές εκεί που είχε το χρέος αυτό.
Την άλλη μέρα ο Γέρο – Φιλάρετος, πήγαινε στην Σκήτη της Αγίας Άννης. Στο δρόμο κατά την συνήθεια των Μοναχών έλεγε συνέχεια την ευχή το «Κύριε Ιησού Χριστέ Υιέ του Θεού ελέησόν με και ελέησον τον κόσμον Σου». Εκεί που βάδιζε βλέπει κάτω τέσσερα χαρτιά να είναι το ένα κοντά στο άλλο απλωμένα. Τα πήρε στα χέρια του, τα περιεργάστηκε και του έκαναν εντύπωση, που δεν έμοιαζαν με τ’ αλλά χαρτιά.
Τότε γύρισε πίσω και πήγε στο ησυχαστήριο του πατρός Γερασίμου στη Μικρή Αγία Άννα, του έδειξε τα χαρτιά που βρήκε και τον ρώτησε με τη μακαρία απλότητα που τον διέκρινε, τί χαρτιά είναι αυτά Π. Γεράσιμε; Τα βρήκα τώρα λίγο πιο κάτω εδώ που πήγαινα στην Αγιάννα, ήταν κάτω απλωμένα στο δρόμο!!
Ο Π. Γεράσιμος είπε στον Γερο – Φιλάρετο: «Γέροντα αυτά είναι τέσσερα πενηντόδραχμα, σου τα έστειλε ο Θεός για τις ανάγκες σου». Πράγματι όπως μου είπε ο Π. Γεράσιμος, ήταν τέσσερα πενηντόδραχμα καινούργια και τελείως αμεταχείριστα. Θέλω σεβαστέ μου Γέροντα, πρόσθεσε ο Π. Γεράσιμος στον Γέρο Φιλάρετο, να μου πεις, τί έλεγες, τί σκεφτόσουνα όταν πήγαινες στην Άγιάννα; Ο Γέρο – Φιλάρετος είπε: «Τί άλλο, Π. Γεράσιμε να έλεγα, εκτός από την ευχή το «Κύριε Ιησού Χριστέ…» δεν έλεγα τίποτε αλλά, παρά κάπου κάπου έφευγε ο λογισμός μου και πήγαινε στο χρέος που μου έδωσες τις 200 δραχμές και έλεγα πώς θα ξεχρεώσω και εκελι που σκέφτηκα αυτά τα πράγματα, βλέπω στη γη τα χαρτιά αυτά, πάρτα σε παρακαλώ να ελευτερωθεί το μυαλό μου από αυτή τη σκέψη και το χρέος».
Ο Πατήρ Γεράσιμος θαύμασε τη θεία Πρόνοια, δόξασε τον Πανάγαθο Θεό και παρακάλεσε τον Γέροντα Φιλάρετο να καταδεχθεί και να κρατήσει τα χρήματα που του έστειλε ο Θεός και να παρακαλεί τον Κύριο και για τη σωτηρία της ψυχής του.