Πρόσωπα που προγεύονται την αιώνια ζωή(Λυδίας Στανιλοάε)
…Αύτη ή καθαρή και άμεση σχέση ανάμεσα στο υπερβατικό και τον άνθρωπο εκδηλώνεται σε όλες τις περιστάσεις καί τις καταστάσεις της ζωής. Ή συναίσθηση ότι οϋτε μια τρίχα της κεφαλής μας δεν μπορεί να πέσει χωρίς τη θέληση του Θεού, προσφέρει γαλήνη καί ειρήνη εσωτερική, πού φαίνονται καθαρά στα πρόσωπα των πιστών. “Ετσι συναντά κανείς, μερικές φορές, κυρίως σε μοναστήρια, πρόσωπα μοναχών πού θα νόμιζες πώς έχουν κατέβει απευθείας από κάποια παλιά εικόνα.
“Ενας γέροντας μοναχός, ό πατήρ Κόνων, διηγόταν πώς στα νειάτα του, ως υποτακτικός ενός αγίου γέροντα, αρρώστησε βαριά. Ό γιατρός του έγραψε φάρμακα, πού έπρεπε να τα παίρνει μαζί με γάλα. Άλλα τότε ήταν Μεγάλη Σαρακοστή και ό νεαρός μοναχός ρώτησε σχετικά τον πνευματικό του. Ό γέροντας ήταν κατηγορηματικός: “Οχι γάλα κατά τη διάρκεια της Σαρακοστής. « Άλλα ό γιατρός —αντέτεινε ό μοναχός— μου είπε πώς αν δεν πάρω γάλα θα πεθάνω». «Καλώς, ας πεθάνεις λοιπόν, παιδί μου, ας πεθάνεις», του αποκρίθηκε. «Είναι, ίσως, θέλημα τον Θεού». Φυσικά, ό νεαρός μοναχός υπάκουσε στο γέροντα του. «Καί, όπως βλέπετε, είμαι ακόμη εν ζωή», μας έλεγε χαμογελώντας.
Ό πατήρ Κόνων πάντα χαμογελάει. Είναι ό Αγιος Νικόλαος του μοναστηρίου. Καλεί στο κελλί του όλους τους προσκυνητές του μοναστηρίου και τους προσφέρει καρύδια, ψωμί, μήλα, μέλι. Το κελλί του είναι πάντα γεμάτο από κόσμο. “Ολοι του ζητούν μια συμβουλή ή, απλά, μια ζεστή λέξη. «Όταν δεχόμαστε τους ξένους, είναι ο Θεός που επισκέπτεται το σπίτι μας», τους λέει. Στά μάτια του, όλοι είναι καλοί, όλοι είναι θαυμάσιοι. Είναι ό δοχειάρης του μοναστηρίου και φροντίζει για όλους. Αλλά ποτέ δεν βάζει τροφή στο στόμα του. “Οταν κάποιος επιμείνει, παίρνει ένα κομμάτι ψωμί, πού το ξεχνά στο χέρι του. «Μόλις σηκώθηκα όπ’ το τραπέζι», δικαιολογείται. Περνάει με διακριτικότητα από όλα τα πράγματα, λες καί είναι μια αυλή ύπαρξη, πού ζει μονάχα από το πνεύμα.Ό ορθόδοξος μοναχισμός έχει πολλούς τέτοιους εκπροσώπους, πού τα πρόσωπα τους, θα έλεγα, είναι άυλα: “Εχουν εκλείψει άπ’ αυτά τα σημάδια των παθών, του άγχους, των μερίμνων. Εΐναι πρόσωπα πού προγεύονται, από τώρα, την αιώνια ζωή, πού ακτινοβολεί το φως του πνεύματος — ζωή της απόλυτης γαλήνης. Είναι πολυάριθμοι ούτοι οί μοναχοί, διαφόρου ηλικίας, ιδιοσυγκρασίας καί θεολογικής μορφώσεως, αλλά έχουν ως κοινό τους γνώρισμα μια διαφάνεια, μια ανέκφραστη οντότητα, ξεχωριστή ό καθένας, άλλα όμοια, έχουν ευγένεια, χιούμορ —ναί, χιούμορ— και μια απεριόριστη δεξιότητα ν’ ανακαλύπτουν την ομορφιά του κόσμου, για τούς ίδιους και για τους άλλους, να την αξιοποιούν ως ανεκτίμητο δώρο του Θεού. Καί πάνω απ” όλα μια ψυχική ισορροπία: αύτη ή σοφία, για την οποία μιλούν οί Πατέρες — πέρα από κάθε αυστηρότητα, πέρα από την ενόχληση του αμαρτωλού καί την ανέκκλητη καταδίκη.