Διάλογος π. Σωφρονίου και Μπάλφουρ (Α΄)
Διάλογος π. Σωφρονίου και Μπάλφουρ (Α΄)
Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου
Από το έτος 1976 κάθε χρόνο επισκεπτόμουν την Ιερά Μονή του Τιμίου Προδρόμου ESSEX Αγγλίας και είχα μια επικοινωνία με τον αείμνηστο Αρχιμ. Σωφρόνιο Σαχάρωφ και τους αδελφούς της Ιεράς αυτής Μονής. Η επικοινωνία μου με την Ιερά αυτή Μονή είναι από τις πιο αγαθές αναμνήσεις της ζωής μου και θεωρώ μεγάλη ευλογία του Θεού που μου έδωσε αυτήν την δωρεά.
Το έτος 1978 δοκίμασα μια μεγάλη έκπληξη.
Ένα Σάββατο γινόταν θεία Λειτουργία στο μικρό εκκλησάκι της Ιεράς Μονής που βρίσκεται στο κεντρικό κτήριο της Ιεράς Μονής. Στην θεία Λειτουργία παρευρισκόταν και ο αείμνηστος Γέροντας Σωφρόνιος, -δέν λειτουργούσε εκείνη την ημέρα- και καθόταν στην ιδιαίτερη θέση που υπήρχε στο δεξιό μέρος του Ιερού Ναού. Δίπλα από τον Γέροντα Σωφρόνιο, σε μια διακεκριμένη θέση, ευρισκόταν ένας μεγαλόσωμος Άγγλος. Δεν έδωσα μεγάλη σημασία, όταν εισήλθα στον Ιερό Ναό, γιατί αφ’ ενός μεν η ατμόσφαιρα ήταν πολύ κατανυκτική, αφ’ ετέρου δε συνήθως το Σάββατο και τις καθημερινές εκκλησιάζονταν αρκετοί ορθόδοξοι ξένοι από όλον τον κόσμο και γι’ αυτό δεν φαινόταν παράξενη κάθε παρουσία ενός αλλοεθνούς.
Όταν ήλθε η ώρα να διαβαστή το “Σύμβολο της πίστεως”, τότε έκπληκτος άκουγα ότι αυτός ο μεγαλόσωμος Άγγλος ανέγνωσε το “Πιστεύω” με την βροντερή φωνή του σε τέλεια Ελληνικά, με προφορά που δεν διέκρινες αν ήταν ξένος και όχι Έλληνας. Αυτό μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση και προσπάθησα να τον δώ, μια και βρισκόμουν σχεδόν δίπλα του. Διεπίστωσα ότι καθ’ όλη την διάρκεια της θείας Λειτουργίας έκλαιγε. Έπειτα από λίγο διάβασε πάλι με την βροντώδη και χαρακτηριστική του φωνή την Κυριακή προσευχή, το “Πάτερ ημών” και έπειτα από λίγο, μετά το “μετά φόβου Θεού, πίστεως και αγάπης προσέλθετε” κοινώνησε των Αχράντων Μυστηρίων με δάκρυα στα μάτια.
Μόλις τελείωσε η θεία Λειτουργία ρώτησα κάποιον αδελφό της Ιεράς Μονής να μου πη ποιός ήταν αυτός ο άνθρωπος. Μου απήντησε: “Είναι ο Δαυΐδ Μπάλφουρ. Γνωστός του Γέροντα από τότε που ησκείτο στο Άγιον Όρος”.
Αισθάνθηκα βαθειά έκπληξη. Βρισκόμουν μπροστά στον Δαυΐδ (πρώην π. Δημήτριο) Μπάλφουρ!
1. Συνάντηση και συνομιλία με τον Μπάλφουρ
Είχα ακούσει πολλά γι’ αυτόν από τους γονείς μου και από άλλους ευσεβείς κύκλους ότι ζούσε στην Αθήνα και ήταν Εφημέριος στο Θεραπευτήριο “Ευαγγελισμός”, πριν και κατά την διάρκεια του πολέμου του 1940, ότι ο τότε Αρχιμανδρίτης Δημήτριος Μπάλφουρ είχε μεγάλη απήχηση στην αθηναϊκή κοινωνία της εποχής εκείνης, είχε επικοινωνία με τον θεολογικό κόσμο της (Θεολογική Σχολή), ήταν γνώστης πολλών πραγμάτων και πολύγλωσσος, συνδεόταν με την Βασιλική οικογένεια, η οποία και εκκλησιαζόταν στον “Ευαγγελισμό” και μερικά μέλη της εξομολογούντο σε αυτόν, συνδεόταν με την Αδελφότητα Θεολόγων “Ζωή” και πριν την είσοδο των Γερμανών στην Αθήνα και έφυγε στην Αίγυπτο, όπου και αποσχηματίσθηκε.
Αμέσως μετά την μεταπολίτευση (1974) είχα διαβάσει και μάλιστα πολύ κοντά στην περίοδο που τον συνάντησα στην Αγγλία, σε αριστερές εφημερίδες και διάφορα περιοδικά ότι ήταν κατάσκοπος των Άγγλων στην Αθήνα πριν τον πόλεμο και ότι δεν ήταν πραγματικός Κληρικός, ότι είχε εμπαίξει και τον π. Σωφρόνιο, ότι ήλθε στην Αθήνα μετά την απελευθέρωση και έπαιξε σημαντικό ρόλο στα πράγματα της εποχής εκείνης και κατά την διάρκεια του εμφυλίου πολέμου, εργαζόμενος για την Βρεττανική διπλωματία-κατασκοπεία, ότι αυτός συνετέλεσε στο να αναλάβη την Αντιβασιλεία ο Αρχιεπίσκοπος Δαμασκηνός κλπ. Επίσης, επισκεπτόμενος το Άγιον Όρος άκουσα μερικούς μοναχούς να εμπλέκουν και τον Γέροντα π. Σωφρόνιο στις επιδιώξεις και την προοπτική του Μπάλφουρ. Αυτό διεδίδονταν και δημιουργείτο ένας μύθος.
Όλα αυτά ήταν φυσικό να προξενήσουν το ενδιαφέρον μου με την συνάντηση μαζί του και γι’ αυτό επειδή παραμέναμε λίγες ημέρες στον ίδιο χώρο χρειάσθηκε πολλές φορές να συζητήσω μαζί του για διάφορα ζητήματα. Μια φορά ενθυμούμαι ότι τον συνάντησα στην Βιβλιοθήκη της Ιεράς Μονής και αρχίσαμε μια ενδιαφέρουσα συζήτηση.
Μεταξύ των άλλων, όπως τα ενθυμούμαι ζωηρά στην μνήμη μου, μου είπε ότι στις αρχές της δεκαετίας του ’30 επισκέφθηκε το Άγιον Όρος για να κάνη έρευνα σε χειρόγραφα. Επειδή γνώριζε την ρωσική γλώσσα, μαζί με άλλες γλώσσες, ήταν φυσικό να επισκεφθή το Ρωσικό Μοναστήρι του Αγίου Πεντελεήμονος. Ο πρώτος μοναχός που συνάντησε στο μουράγιο της Ιεράς Μονής ήταν ο άγιος Σιλουανός που τον οδήγησε στο αρχονταρίκι. Κατά την διάρκεια του Εσπερινού, ενώ καθόταν σε ένα στασίδι και προσευχόταν, τον πλησίασε ο άγιος Σιλουανός και του είπε: “έχω ένα μήνυμα για σάς. Κάνετε προσευχή για το θέμα που σάς απασχολεί και ο Θεός θα σάς αποκαλύψη τί πρέπει να κάνετε”. Πράγματι εκείνο τον καιρό τον απασχολούσε η προσχώρησή του στην Ορθόδοξη Εκκλησία και ο άγιος Σιλουανός κατάλαβε τον λογισμό του και τον προβληματισμό του. Στην συνέχεια ο άγιος Σιλουανός τον συνέδεσε με τον π. Σωφρόνιο, τότε Ιεροδιάκονο στην Ιερά Μονή.
Μου είπε ακόμη ότι όταν έφυγε από το Μοναστήρι, επειδή είχε πολλά προβλήματα και αμφιταλαντεύσεις, ο π. Σωφρόνιος του έστελνε επιστολές για να τον ενδυναμώση και να τον εμψυχώση στην απόφασή του. Μου είπε επί λέξει: “Έχω πολλά γράμματα του π. Σωφρονίου. Στα γράμματά του αυτά επειδή ήθελε να με ενισχύση στην απόφασή μου, μου έγραφε πολλές εμπειρίες του. Φαίνεται καθαρά σε αυτά ότι έβλεπε το άκτιστο Φώς. Αν κάποια μέρα δημοσιευθούν τα γράμματα αυτά θα φανή ότι ο Γέροντας Σωφρόνιος είναι μεγάλος άγιος, ανώτερος από τον άγιο Σιλουανό”. Το γράφω όπως ακριβώς μου το είπε.
Κατόπιν μου μίλησε για τις θεολογικές του σπουδές στην διδασκαλία του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, το ενδιαφέρον του για τον ησυχασμό και τις έρευνές του για τα κείμενα του αγίου Συμεών Αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης. Μου είπε: “γνώρισα τον αληθινό ησυχασμό στο Άγιο Όρος την δεκαετία του ’30”. Και ακόμη μου ανέφερε, ότι ύστερα από διακοπή πολλών ετών άρχισε να ασχολήται εκ νέου με τα θεολογικά γράμματα και μάλιστα επρόκειτο να εκδώση ανέκδοτα κείμενα του αγίου Συμεών Θεσσαλονίκης.
Πράγματι το έτος 1981 εξεδόθη από το Πατριαρχικό Ίδρυμα Πατερικών Μελετών το βιβλίο με τίτλο “Αγίου Συμεών Αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης (1416/17 – 1429), έργα θεολογικά”, στο οποίο δημοσιεύθηκαν κείμενα του αγίου Συμεών Θεσσαλονίκης με κριτική έκδοση και εισαγωγή του David Balfour. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Πατρολόγος Καθηγητής Παναγιώτης Χρήστου, Διευθυντής τότε του Πατριαρχικού Ιδρύματος στο “σημείωμα του εκδότου”, αφού μας πληροφορεί ότι ο Μπάλφουρ ήταν συμφοιτητής του στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, γράφει γι’ αυτόν:
“Ο κ. Δαβίδ Balfour είναι εκείνος, ο οποίος εκοπίασε περισσότερον παντός άλλου ερευνητού εις την μελέτην του έργου του Αγίου Συμεών, αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης. Κατόπιν διερευνήσεως των ιστορικών συνθηκών των χρόνων του, της δραστηριότητός του και της χειρογράφου παραδόσεως των έργων του κατώρθωσε ν’ αποκτήση όλα τα στοιχεία τα οποία τον κατέστησαν αυθεντικόν εμπειρογνώμονα επί της μεγάλης αυτής εκκλησιαστικής, θεολογικής και πολιτικής προσωπικότητος του Βυζαντίου κατά τας τελευταίας ημέρας του βίου του”.
Η γνώμη του Πατρολόγου αυτού Καθηγητού, διεθνούς ακτινοβολίας, δείχνει και την μεγάλη ερευνητική προσωπικότητα του Μπάλφουρ.
Κατά την συζήτηση που είχα μαζί του, από ευγένεια, δεν θέλησα να τον ρωτήσω για τα όσα είχα ακούσει και διαβάσει γι’ αυτόν, σχετικά με λεγόμενα περί κατασκοπείας και της αποβολής του ιερατικού σχήματος. Πάντως έμαθα και πληροφορήθηκα από άλλα πρόσωπα που τον γνώριζαν ότι όσα διαδίδονταν γι’ αυτόν ήταν υπερβολικά. Βεβαίως απέβαλε την ιερατική ιδιότητα και είχε περιπετειώδη βίο, και αυτό ήταν αποτέλεσμα ανυπακοής του στον λόγο του αγίου Σιλουανού, ο οποίος του συνέστησε να μη κατέβη στην Ελλάδα γιατί αυτό θα γίνη αιτία καταστροφής του. Δεν τον ρωτούσα για τα θέματα αυτά γιατί στέκομαι με μεγάλο σεβασμό μπροστά σε έναν άνθρωπο που μετανοεί και κλαίει για τις αμαρτίες του παρελθόντος.
Ενθυμούμαι, όμως, ότι ο αείμνηστος Γέροντας Σωφρόνιος του έδειχνε μεγάλη αγάπη. Και ακόμη ενθυμούμαι ένα χαρακτηριστικό περιστατικό. Καθόμουν με τον Μπάλφουρ δίπλα-δίπλα στην Τραπεζαρία της Ιεράς Μονής κατά την διάρκεια του γεύματος και συζητούσαμε. Τον ρωτούσα διάφορα θεολογικά ζητήματα και διαπίστωνα ότι ήταν γνώστης πολλών θεολογικών θεμάτων, αλλά και νοοτροπιών και ρευμάτων που επικρατούσαν στον θεολογικό και εκκλησιαστικό “χώρο” της Ελλάδος. Σε κάποια στιγμή στράφηκα προς τον Γέροντα Σωφρόνιο που καθόταν λίγο πιο πέρα στην κεφαλή της Τραπέζης. Είδα τον Γέροντα να ρίχνη ένα στοργικό βλέμμα στον Μπάλφουρ, να τον κυττάζη με το ιλαρό διαπεραστικό του βλέμμα και έρρευσαν δάκρυα από τα μάτια του. Δεν προσπάθησα ποτέ να εξηγήσω τί σήμαιναν τα δάκρυα αυτά του Γέροντος Σωφρονίου. Το γεγονός είναι ότι διεπίστωσα την φιλανθρωπία και την αγάπη του Γέροντος προς τους ανθρώπους, κυρίως προς τους πονεμένους και μετανοημένους, περισσότερο όμως στον Μπάλφουρ όπως θα φανή πιο κάτω.
Στα αυτιά του Μπάλφουρ έφθαναν πολλές πληροφορίες για το τί λέγονταν γι’ αυτόν στην Ελλάδα, ότι, δηλαδή ήταν κατάσκοπος και χρησιμοποιούσε τήν… ανύπαρκτη, κατ’ αυτούς, ιερωσύνη για να εκτελή το κατασκοπευτικό του έργο, πράγμα το οποίο δεν φαίνεται να αληθεύη, αφού εισήλθε στην βρεττανική αποστολή μετά την αποχώρησή του από την Ελλάδα. Ο ίδιος πολλές φορές σκέφθηκε να απαντήση στις κατηγορίες – συκοφαντίες αυτές, αλλά είχε μάθει από τον Γέροντα Σωφρόνιο να λαμβάνη άλλη στάση στους πειρασμούς και με την εκούσια σιωπή του να θεραπεύη τα ακούσια και εκούσια σφάλματά του. Έτσι λειτουργεί ο πνευματικός νόμος.
Είναι σημαντική μια επιστολή που απέστειλε ο Μπάλφουρ στον πρώην Αρχιεπίσκοπο Θυατείρων Κ. Μεθόδιο, στην οποία μεταξύ των άλλων αναφέρεται στο θέμα αυτό που σχολιάζουμε εδώ. Γράφει:
“Είμαι 85 ετών (γράφει τον Απρίλιο του 1988, ενάμιση χρόνο πριν κοιμηθή που έγινε τον Οκτώβριο του 1989) και τα τελευταία 42 χρόνια υπήρξα αντικείμενο της πιο χυδαίας συκοφαντίας, η οποία, ανθρωπίνως ειπείν, έχει καταστρέψει ανεπανόρθωτα την ζωή μου· εν τούτοις, υπακούοντας στον πνευματικό μου πατέρα, τον Αρχιμανδρίτη Σωφρόνιο, δεν έχω ποτέ ανταπαντήσει ή εκστομίση μια λέξη για αυτοάμυνα, αλλά έχω μάθει να παίρνω κυριολεκτικώς κατά λέξη τους λόγους του Χριστού: “Μακάριοι εστε όταν ονειδίσωσιν υμάς και διώξωσι και είπωσι πάν πονηρόν ρήμα καθ’ υμών ψευδόμενοι ένεκεν εμού” (Ματθ. ε’, 11)”. (Μητροπολίτου Πισιδίας Μεθοδίου Φούγια: Θεολογικαί και ιστορικαί μελέται, συλλογή δημοσιευμάτων και μή, σύμμικτα εκκλησιαστικά, τόμοι Δέκατος Τέταρτος και Δέκατος Πέμπτος, Αθήνα 2003 σελ. 263).
Η επιστολή αυτή είναι μια προσωπική ομολογία ότι ο Μπάλφουρ συκοφαντήθηκε και συκοφαντείται για την κατηγορία της κατασκοπείας, αλλά εξ αιτίας της πτώσης του με την αποβολή του ιερατικού σχήματος, ζούσε με μετάνοια, υπακούοντας στην συμβουλή του Γέροντος Σωφρονίου και σιωπούσε για τις συκοφαντίες που ελέγοντο εναντίον του.
Όσα εγράφησαν είναι μια αναγκαία εισαγωγή για τα ακόλουθα.
2. Το βιβλίο “αγώνας Θεογνωσίας”
Όλα όσα έγραψα προηγουμένως ήλθαν στην μνήμη μου ύστερα από την έκδοση ενός βιβλίου από την Ιερά Σταυροπηγιακή και Πατριαρχική Μονή Τιμίου Προδρόμου Έσσεξ Αγγλίας με τίτλο “αγώνας Θεογνωσίας” και υπότιτλο “η αλληλογραφία του Γέροντος Σωφρονίου με τον Δ. Μπάλφουρ”. Το βιβλίο αυτό μου προκάλεσε ιδιαίτερο ενδιαφέρον, γιατί, όπως ανέφερα προηγουμένως, μου είχε μιλήσει ο ίδιος ο Μπάλφουρ για την αλληλογραφία αυτή, και μάλιστα μου είχε αποκαλύψει την αξία των επιστολών του Γέροντος Σωφρονίου που εστάλησαν σε αυτόν προκειμένου να τον στηρίξη στην Ορθόδοξη πίστη.
Στην αρχή του βιβλίου αυτού υπάρχει ενδιαφέρουσα εισαγωγή από τον Ιεροδιάκονο Νικόλαο, ανηψιό του Γέροντος Σωφρονίου, στην οποία καταγράφονται τα βιογραφικά στοιχεία της ζωής του Γέροντος Σωφρονίου και του Μπάλφουρ, καθώς επίσης καταγράφονται και διάφορα στοιχεία γύρω από την επικοινωνία μεταξύ των δύο, όπως φαίνεται στις επιστολές, αλλά και όπως διασώζονται στην προφορική παράδοση. Το σημαντικό είναι ότι αναφερόμενος ο π. Νικόλαος στην κατηγορία πολλών εναντίον του Μπάλφουρ ότι ήταν κατάσκοπος των Άγγλων και χρησιμοποιούσε υποκριτικά την Ορθόδοξη πίστη, γράφει: “Πολλοί πιστεύουν ότι ο Μπάλφουρ έζησε χρησιμοποιώντας υποκριτικά την Ορθοδοξία. Και η άποψη αυτή ίσως στηρίζεται στις παλινωδίες του, όπως και σε ορισμένες συγκυρίες της περιπετειώδους ζωής του. Τα κείμενα όμως που διαθέτουμε δεν οδηγούν σε τέτοια συμπεράσματα”. Όταν δε καταγράφεται το πώς ζούσε στο Κάϊρο μετά την αποχώρησή του από την Ελλάδα και πριν καταταγή στο Βρεττανικό σώμα, δεν φαίνεται ότι ήταν κατάσκοπος στην Ελλάδα. Πράγματι η αλληλογραφία αυτή δεν αφήνει να φανή κάτι τέτοιο. Αλλά, όπως φαίνεται και από τις επιστολές, για την πτώση του δεν ευθύνεται καθόλου ο Γέροντας Σωφρόνιος, ο οποίος εργάσθηκε δυνατά και φιλότιμα για να τον καλλιεργήση πνευματικά.
Έπειτα στην εισαγωγή του βιβλίου καταγράφονται τα βασικά σημεία της διδασκαλίας του Γέροντος Σωφρονίου, όπως εξάγονται από την ανάγνωση των επιστολών του που απέστειλε στον Μπάλφουρ.
Μετά την εισαγωγή δημοσιεύονται οι τριάντα (30) επιστολές του Γέροντος Σωφρονίου, που αναφέρονται στην ζωή του Μπάλφουρ και σχολιάζουν θεολογικά διάφορες πτυχές της ζωής του ενδιαφέροντος αυτού ανθρώπου οι οποίες, διαιρούνται σε πέντε μέρη, τα οποία έχουν γενικούς τίτλους και σε κάθε θεματολογία υπάρχουν επιστολές με σημαντικό περιεχόμενο. Και μόνον η ανάγνωση της θεματολογίας των επιστολών δείχνει ότι ο Μπάλφουρ αναζητούσε την Ορθόδοξη πίστη.
Το πρώτο μέρος με τίτλο “η θεία κλήση” αναφέρεται στα θέματα: “έξοδος από τον Ρωμαιοκαθολικισμό”, “στά πρόθυρα της ορθοδοξίας”, “αμφιβολίες”.
Το δεύτερο μέρος με τίτλο “αποδοχή της Ορθοδοξίας”, αναφέρεται στα θέματα: “αποδοχή της Ορθοδοξίας”, “η σταυρική οδός της Ορθοδοξίας”, “οι βάσεις της πνευματικής ζωής”, “η επιστήμη της υπακοής”, “νοερά εργασία”, “ο μοναχισμός και η θλίψη της μητέρας”, “παραμονή της κουράς”, “ο Γέροντας Σιλουανός”, “μετάνοια θεμέλιο της πνευματικής εργασίας”, “η πνευματική πρόοδος”, “η αγάπη ως σκοπός της ασκήσεως”.
Το τρίτο μέρος με τίτλο “δοκιμασίες” αναφέρεται στα θέματα: “οι θλίψεις-σημείο θείας εκλογής”, “οι συγγενείς”, “η κουρά”, “η βίωση πειρασμού”, “η χριστιανική ζωή είναι αγώνας”, “η απόφαση του Γέροντος Σιλουανού”, “η πάλη για την αγάπη του Χριστού”, “ζωή, θάνατος και αιωνιότητα”.
Το τέταρτο μέρος με τίτλο “η ρήξη” αναφέρεται στα θέματα: “άς ζήσει κατά το θέλημά του”, “τό θείο θέλημα που οδηγεί στον Γολγοθά”, “ο αληθινός μοναχισμός”.
Το πέμπτο μέρος με τίτλο “εκτός Εκκλησίας” αναφέρεται στα θέματα: “υπέρ της ειρήνης του σύμπαντος κόσμου”, “ελευθερία ψυχής και εκκλησιαστικά δεσμά”, “ορθόδοξη δογματική συνείδηση”, “ο σταυρός του Χριστού”.
Ακολουθεί ο επίλογος του βιβλίου που είναι μια επιστολή του Γέροντος στην οποία δόθηκε ο τίτλος “ο Θεός αγάπη εστι”.
Μετά το κύριο μέρος του βιβλίου δημοσιεύονται δύο παραρτήματα.
Το πρώτο παράρτημα έχει τίτλο “από τις επιστολές του Γέροντος Σωφρονίου” και περιλαμβάνει τα θέματα: “η υπακοή κατά την απουσία Γέροντα”, “η Χάρη και το ψυχικό-πνευματικό”, “η θεία Χάρη και η ελευθερία του ανθρώπου”, “μετάνοια”, “πώς πρέπει να αγωνιζόμαστε νοερά”, “η σημασία του θαύματος”, “η θεία ενανθρώπηση”.
Το δεύτερο παράρτημα έχει τίτλο “από τις επιστολές του Δ. Μπάλφουρ” και αναφέρεται στα θέματα: “ο Γέροντας δεν είναι μαντείο”, “ο ίδιος για τον εαυτό του”, “ο Ιωάννης του Σταυρού”, “Θαρσείτε”, “Καιρός πολέμου”, “τά χρόνια της αθεΐας”, “αφύπνιση”, “ο αρχάριος”.
Συνολικά το βιβλίο αυτό περιλαμβάνει τριάντα (30) επιστολές του Γέροντος Σωφρονίου, επτά (7) αποσπάσματα από επιστολές του ιδίου και οκτώ (8) επιστολές του Μπάλφουρ.
Στο τέλος δε του βιβλίου παρατίθεται “ευρετήριο ονομάτων, εννοιών και πραγμάτων”, καθώς επίσης το βιβλίο περιλαμβάνει και “πίνακα αγιογραφικών χωρίων”.