Ο Πατήρ… είχε έρθει στον Άγιον Όρος μαζί με έναν φίλο του για να γίνουν Μοναχοί, μετά από ένα θαύμα που είδαν στη Μεγαλόχαρη της Τήνου, όταν έγινε καλά ένας παράλυτος εκ γενετής. Ο μεν φίλος του έμεινε στη Νέα Σκήτη, ο δε Πατήρ… ήρθε από την Βόρειο – ανατολική πλευρά και έγινε Μοναχός σ’ένα Ιδιόρρυθμο Μοναστήρι. Επειδή στα Ιδιόρρυθμα υπάρχει ελευθερία, χρειάζεται φυσικά και μεγάλη προσοχή, διότι, εάν δεν την αξιοποιήσει σωστά κανείς, μπορεί να γίνει χειρότερος και από κοσμικός, μπορεί και να πλανεθεί. Ο Πατήρ… λοιπόν είχε αγωνιστικό πνεύμα, αλλά το πνεύμα του Ιδιόρρυθμου τον έριξε κατ’αρχάς στην υπερηφάνεια και την έπαρση. Όσο έκανε σκληρούς αγώνες με υπερηφάνεια, άλλο τόσο σκλήραινε και η καρδιά του. Δεν τον ενδιέφερε εάν ο διπλανός του κινδύνευε ή σπαρταρούσε αρκεί να συμπλήρωνε τα κομποσχοίνια του τα πολλά και τις πολλές μετάνοιες. Είχε γεμίσει όλες τις ώρες, ακόμη και τα λεπτά, με αγώνες, Παρακλήσεις κλπ. και πίεζε τον εαυτό του εγωιστικά, για να αγιάσει μέχρι που δημιούργησε άγχος στον εαυτό του. Νήστευε δε τρομερά, έκανε συνέχεια ενάτες και τριήμερα. Όποιος τον έβλεπε εξωτερικά, σκυφτό, σκελετωμένο με σοβαρό ύφος κτλ, σχημάτιζε τη γνώμη ότι είναι μεγάλος Ασκητής. Επειδή και το διακόνημά του ήταν Δασονόμος, και τον περισσότερο χρόνο τον περνούσε στο δάσος, και αυτό τον έβλαψε. Όταν επέστρεφε στη Μονή λες και κατέβαινε ο Μέγας Αντώνιος από το Όρος! Δεν μιλούσε με κάνεναν αδελφό, κλεινόταν στο κελί του, όπως ανέφερα, και πίεζε τον εαυτό του στους αγώνες εγωιστικά για να αγιάσει. Μια μέρα, λοιπόν, είχε πέσει ένας εργάτης από ένα δένδρο στο δάσος και σακατεύτηκε ο καημένος. Αμέσως ο γιος του τον φορτώθηκε και τον κατέβασε στη Μονή, για να ειδοποιήσει τον διακονητή του δάσους, τον Πατέρα… για το συμβάν και να του ζητήσει μια κουβέρτα, για να μεταφέρει στο μουράγιο τον σακατεμένο πατέρα του, για να τον πάει στη Θεσσαλονίκη. Ο Πατήρ, δυστυχώς, όχι μόνο δεν του έδωσε κουβέρτα, αλλά σκεφτόταν τον χρόνο που του έτρωγε ο νέος με την υπόθεση του πατέρα του. Φυσικά, ήταν υποχρεωμένος όχι μόνο να τον ακούσει αλλά και να τον βοηθήσει, επειδή ήταν ο Διακονητής του δάσους, αλλά και Προϊστάμενος. Δυστυχώς, όμως έκλεισε την πόρτα του κελιού του για να μην καθυστερήσει και να συμπληρώσει τα πνευματικά του. Οι Πατέρες της Μονής, όταν είδαν τον νέο να κλαίει, τον πλησίασαν και του συμπαραστάθηκαν. Παρηγόρησαν το παιδί, βοήθησαν για τη μεταφορά του πληγωμένου πατέρα του και φρόντισαν να τακτοποιηθεί σε νοσοκομείο. Μετά από τέτοια ασπλαγχνία (!) επόμενο ήταν να απομακρυνθεί τελείως η Χάρη του Θεού και να σκοτισθεί σιγά – σιγά ο ταλαίπωρος. Άρχισε δε να καυχάται ότι έφθασε στα μέτρα των Αγίων Πατέρων και βλέπει Αγίους, Αγγέλους, φώτα κτλ. Μια μέρα λοιπόν του είχε παρουσιασθεί πάλι ένας δήθεν Άγγελος και του λέει: – Ετοιμάσου γρήγορα Πάτερ…γιατί σε λίγο θα περάσω να σε πάρω. Εκείνος απήντησε: – Να ‘ναι ευλογημένο! και βιαστικά – βιαστικά φόρεσε τα καινούρια του ράσα και το Σχήμα. Εν τω μεταξύ του ξαναφωνάζει: – Άντε γρήγορα, ανέβα στο παράθυρο να σε πάρω. Και ο Πατήρ απήντησε: – Κάνε υπομονή να βρω ένα σκαμνί, για να ανέβω. Μετά από αυτό τον διάλογο, μου έλεγε ο Προηγούμενος …., ακούστηκε ένα πέσιμο και ένα “Ωχ!”. Ώσπου να τρέξουν οι Πατέρες, είχε τελειώσει. Είχε γίνει σύντριμμα, γιατί ήταν σωματώδης και το ύψος ήταν πολύ, διότι έπεσε από τον τρίτο όροφο κάτω στην πλακοστρωμένη αυλή. Οι Πατέρες τον συμμάζεψαν στην κουβέρτα με διπλό πόνο, γιατί περισσότερο σκέφτονταν την απώλεια της ψυχής του. Ανέβηκαν μετά στο κελί του για να το τακτοποιήσουν και βρήκαν μια κόλλα με μεγάλα γράμματα να λέει τα εξής: “Κάτω από αυτή την κόλλα έχω τρεις χιλιάδες δραχμές για ένα Σαρανταλείτουργο, Εάν δεν μου το κάνετε, να έχετε τη λέπρα του Γιεζή, την αγχόνη του Ιούδα και την αρά των 318 Θεοφόρων Πατέρων της Πρώτης Οικουμενικής Συνόδου” και στο τέλος είχε την υπογραφή του. Ο Καλός Θεός, που είναι όλο σπλάγχνα, ας λυπηθεί το ταλαίπωρο πλάσμα του, και η διπλή αυτή πτώση του πλανεμένου αδελφού ας γίνει διπλό φρένο για μας, για να αγωνιζόμαστε με πολλή ταπείνωση και αγάπη, να πλησιάσουμε στον Θεό. Αμήν. (Απόσπασμα από το βιβλίο Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου “Αγιορείται Πατέρες και Αγιορείτικα” (Έκδοση Ιερού Ησυχαστηρίου Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος, Σουρωτή Θεσσαλονίκης)