– Γέροντα, ένας άνθρωπος πού έχει αγιότητα δέν μπορεί νά ξεσκεπάση ή νά φρενάρη έναν μάγο;
– Πώς νά τόν φρενάρη; Έδώ λες σέ κάποιον πού έχει λίγο φόβο Θεού νά προσέξη, γιατί έτσι όπως ζή δέν πάει καλά, καί πάλι δέν βγαίνει άπό τό δικό του, πόσο μάλλον ό μάγος πού συνεργάζεται μέ τόν διάβολο. Αυτόν τί νά τόν κάνης; Θά τού πής ορισμένα πράγματα, άλλά αυτός πάλι μέ τόν διάβολο θά είναι. Δέν γίνεται τίποτε. Μόνον όταν είναι μπροστά σου ό μάγος καί λές τήν ευχή, εκείνη τήν στιγμή μπορεί νά μπερδευτή τό δαιμόνιο καί νά μήν μπορή ό μάγος νά κάνη τήν δουλειά του.
Κάποιος είχε ένα πρόβλημα, καί ένας μάγος, πού ήταν μεγάλος απατεώνας, πήγε στό σπίτι του νά τόν βοηθήση. Εκείνος έλεγε τήν ευχή. Ό καημένος ήταν απλός δέν ήξερε ότι ό άλλος ήταν μάγος, γι’ αυτό επενέβη ό Θεός. Καί νά δήτε τί επέτρεψε ό Θεός, γιά νά καταλάβη! Άρχισε νά δέρνεται ό μάγος άπό τούς δαίμονες καί ζητούσε βοήθεια άπό τόν άνθρωπο τού οποίου θά έλυνε τό πρόβλημα!
– Γέροντα, εκείνος έβλεπε τούς δαίμονες;
– Εκείνος δέν έβλεπε τούς δαίμονες έβλεπε μιά σκηνή. Ό μάγος φώναζε βοήθεια, έκανε τούμπες, έπεφτε κάτω, έβαζε τό χέρι του, γιά νά προφύλαξη τό κεφάλι του. Γιατί μή νομίζετε ότι οί μάγοι καλοπερνούν, ότι οί δαίμονες τούς κάνουν όλες τις φορές τό χατίρι. Τό ότι αρνήθηκαν μιά φορά τόν Χριστό, αυτό τούς είναι αρκετό. Στήν άρχή οί μάγοι κάνουν συμβόλαιο μέ τούς δαίμονες, γιά νά τούς βοηθούν, καί οί δαίμονες υποτάσσονται γιά μερικά χρόνια στις διαταγές τους. Έπειτα όμως άπό λίγο καιρό τούς λένε: Μ’ εσάς θά ασχολούμαστε τώρα;. Ειδικά, όταν οί μάγοι δέν καταφέρνουν νά κάνουν αυτό πού θέλουν οί δαίμονες, ξέρετε τί τραβούν μετά;
Θυμάμαι, μιά φορά πού συζητούσα έξω άπό τό Καλύβι μέ εκείνον τόν νεαρό μάγο άπό τό Θιβέτ, ξαφνικά σηκώθηκε, μού έπιασε τά χέρια καί μού τά γύρισε προς τά πίσω. Άς έρθη νά σ’ ελευθέρωση τώρα ό Χατζεφεντής, μού είπε. Άντε, βρέ διάβολε, φύγε άπό ‘δώ, τού είπα καί τόν έρριξα κάτω. Ακούς εκεί νά βλασφημήση τόν Άγιο! Πήγε μετά νά μέ χτυπήση μέ τό πόδι του, άλλά δέν τά κατάφερε τό πόδι του σταμάτησε κοντά στό στόμα μου. Μέ φύλαξε ό Θεός. Τόν άφησα καί μπήκα στό κελλί. Ύστερα άπό λίγη ώρα τόν είδα νά έρχεται άπο πέρα, γεμάτος αγκάθια. Ό Σατάν μέ τιμώρησε, μου είπε, γιατί δέν σέ νίκησα. Μέ έσυρε μέσα στά ρουμάνια. Οί μαύρες δυνάμεις του σκότους είναι αδύνατες. Οί άνθρωποι τις κάνουν δυνατές μέ τήν απομάκρυνση τους άπό τόν Θεό, γιατί έτσι δίνουν δικαιώματα στόν διάβολο.
– Πώς νά τόν φρενάρη; Έδώ λες σέ κάποιον πού έχει λίγο φόβο Θεού νά προσέξη, γιατί έτσι όπως ζή δέν πάει καλά, καί πάλι δέν βγαίνει άπό τό δικό του, πόσο μάλλον ό μάγος πού συνεργάζεται μέ τόν διάβολο. Αυτόν τί νά τόν κάνης; Θά τού πής ορισμένα πράγματα, άλλά αυτός πάλι μέ τόν διάβολο θά είναι. Δέν γίνεται τίποτε. Μόνον όταν είναι μπροστά σου ό μάγος καί λές τήν ευχή, εκείνη τήν στιγμή μπορεί νά μπερδευτή τό δαιμόνιο καί νά μήν μπορή ό μάγος νά κάνη τήν δουλειά του.
Κάποιος είχε ένα πρόβλημα, καί ένας μάγος, πού ήταν μεγάλος απατεώνας, πήγε στό σπίτι του νά τόν βοηθήση. Εκείνος έλεγε τήν ευχή. Ό καημένος ήταν απλός δέν ήξερε ότι ό άλλος ήταν μάγος, γι’ αυτό επενέβη ό Θεός. Καί νά δήτε τί επέτρεψε ό Θεός, γιά νά καταλάβη! Άρχισε νά δέρνεται ό μάγος άπό τούς δαίμονες καί ζητούσε βοήθεια άπό τόν άνθρωπο τού οποίου θά έλυνε τό πρόβλημα!
– Γέροντα, εκείνος έβλεπε τούς δαίμονες;
– Εκείνος δέν έβλεπε τούς δαίμονες έβλεπε μιά σκηνή. Ό μάγος φώναζε βοήθεια, έκανε τούμπες, έπεφτε κάτω, έβαζε τό χέρι του, γιά νά προφύλαξη τό κεφάλι του. Γιατί μή νομίζετε ότι οί μάγοι καλοπερνούν, ότι οί δαίμονες τούς κάνουν όλες τις φορές τό χατίρι. Τό ότι αρνήθηκαν μιά φορά τόν Χριστό, αυτό τούς είναι αρκετό. Στήν άρχή οί μάγοι κάνουν συμβόλαιο μέ τούς δαίμονες, γιά νά τούς βοηθούν, καί οί δαίμονες υποτάσσονται γιά μερικά χρόνια στις διαταγές τους. Έπειτα όμως άπό λίγο καιρό τούς λένε: Μ’ εσάς θά ασχολούμαστε τώρα;. Ειδικά, όταν οί μάγοι δέν καταφέρνουν νά κάνουν αυτό πού θέλουν οί δαίμονες, ξέρετε τί τραβούν μετά;
Θυμάμαι, μιά φορά πού συζητούσα έξω άπό τό Καλύβι μέ εκείνον τόν νεαρό μάγο άπό τό Θιβέτ, ξαφνικά σηκώθηκε, μού έπιασε τά χέρια καί μού τά γύρισε προς τά πίσω. Άς έρθη νά σ’ ελευθέρωση τώρα ό Χατζεφεντής, μού είπε. Άντε, βρέ διάβολε, φύγε άπό ‘δώ, τού είπα καί τόν έρριξα κάτω. Ακούς εκεί νά βλασφημήση τόν Άγιο! Πήγε μετά νά μέ χτυπήση μέ τό πόδι του, άλλά δέν τά κατάφερε τό πόδι του σταμάτησε κοντά στό στόμα μου. Μέ φύλαξε ό Θεός. Τόν άφησα καί μπήκα στό κελλί. Ύστερα άπό λίγη ώρα τόν είδα νά έρχεται άπο πέρα, γεμάτος αγκάθια. Ό Σατάν μέ τιμώρησε, μου είπε, γιατί δέν σέ νίκησα. Μέ έσυρε μέσα στά ρουμάνια. Οί μαύρες δυνάμεις του σκότους είναι αδύνατες. Οί άνθρωποι τις κάνουν δυνατές μέ τήν απομάκρυνση τους άπό τόν Θεό, γιατί έτσι δίνουν δικαιώματα στόν διάβολο.