Άγιος ο “ασυρματιστής” του Θεού, Γέρων Παΐσιος!

  Η Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου αποφάσισε να αναγράψει το Αγιολόγιο της Ορθοδόξου Εκκλησίας τον μοναχό Παϊσιο Αγιορείτη μετά από εισήγηση της Κανονικής Επιτροπής. Ο κατά κόσμον Αρσένιος Εζνεπίδης, εκοιμήθη στις 12 Ιουλίου του 1994 και ενταφιάστηκε στο Ησυχαστήριο του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου στη Σουρωτή Θεσσαλονίκης.Το επίσημο ανακοινωθέν του Οικουμενικού Πατριαχείου αναφέρει:Συνῆλθεν, ὑπό τήν προεδρίαν τῆς Α. Θ. Παναγιότητος, ἡ Ἁγία καί Ἱερά Σύνοδος εἰς τήν τακτικήν συνεδρίαν αὐτῆς σήμερον, Tρίτην, 13ην Ἰανουαρίου 2015, πρός ἐξέτασιν τῶν ἐν τῇ ἡμερησίᾳ διατάξει ἀναγεγραμμένων θεμάτων.

Κατ᾿ αὐτήν, ἡ Ἁγία καί Ἱερά Σύνοδος: α) ὁμοφώνως ἀποδεχθεῖσα εἰσήγησιν τῆς Κανονικῆς Ἐπιτροπῆς ἀνέγραψεν εἰς τό Ἁγιολόγιον τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τόν μοναχόν Παΐσιον Ἁγιορείτην καί β) προτάσει τῆς Α. Θ. Παναγιότητος, τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. κ. Βαρθολομαίου, διά ψήφων κανονικῶν ἐξελέξατο παμψηφεί τόν Πανοσιολ. Ἀρχιμανδρίτην κ. Εἰρηναῖον Ἀβραμίδην, διακονοῦντα ἐν Παρισίοις, Βοηθόν Ἐπίσκοπον παρά τῷ Σεβασμιωτάτῳ Μητροπολίτῃ Γαλλίας κυρίῳ Ἐμμανουήλ, ὑπό τόν τίτλον τῆς πάλαι ποτέ διαλαμψάσης Ἐπισκοπῆς Ρηγίου.

Ἐν τοῖς Πατριαρχείοις, τῇ 13ῃ Ἰανουαρίου 2015
Ἐκ τῆς Ἀρχιγραμματείας τῆς Ἁγίας καί Ἱερᾶς Συνόδου

Ποιος ήταν ο κατά κόσμον Αρσένιος Εζνεπίδης

Μικρασιάτης στη καταγωγή ο Παίσιος (κατά κόσμον Αρσένιος Εζνεπίδης) γεννήθηκε στις 25 Ιουλίου του 1924. Παιδί πολύτεκνης οικογένειας (είχε οχτώ αδέλφια) βαφτίστηκε από τον ιερέα Αρσένιο (το 1988 αναγνωρίστηκε ως Άγιος). Τότε ο Αρσένιος επέμενε να του δώσει το δικό του όνομα για να αφήσει, όπως λέγεται «καλόγερο στο πόδι του».

Μαζί με τα καραβάνια των προσφύγων, η οικογένειά του φτάνει το 1924 στον Πειραιά. Στη συνέχεια πήγε στη Κέρκυρα ενώ επόμενος σταθμός υπήρξαν η Ηγουμενίτσα και η Κόνιτσα. Εκεί ο Παϊσιος ολοκλήρωσε το Δημοτικό. Από παιδί είχε πάντα μαζί του ένα χαρτί. Έγραφε συνεχώς τα θαύματα του Αγίου Αρσενίου. Τάση προς το μοναχισμό είχε δείξει από πολύ μικρός. «Βγάλε πρώτα γένια και μετά θα σε αφήσουμε…» λέγεται ότι τον συμβούλευαν οι γονείς του.

Στα εφηβικά του χρόνια έβγαζε μεροκάματο ως ξυλουργός. Μάλιστα όταν του παραγγελλόταν να κατασκευάσει κάποιο φέρετρο, δεν ζητούσε ποτέ χρήματα από τους φτωχούς.
Υπηρέτησε στο Στρατό (1945) και ως ασυρματιστής στον Εμφύλιο. Για αυτό και τον έχουν χαρακτηρίσει και ως «ασυρματιστή του Θεού». Μάλιστα, όταν κάποιοι αμφισβητούσαν τον μοναχισμό εκείνος συνήθιζε να λέει ότι οι μοναχοί είναι «ασυρματιστές του Θεού» εννοώντας τη θερμή τους προσευχή.

Όπως λέγεται, κατά τον Εμφύλιο ήθελε να βρίσκεται στη πρώτη γραμμή και αυτό για να μην χαθούν άνθρωποι που είχαν οικογένειες. Αφού απολύθηκε αποφάσισε να μονάσει (1949). Δεν έμεινε για πολύ στο Άγιο Όρος διότι ήθελε πρώτα να αποκαταστήσει τις αδελφές του. Μόλις το έκανε, μετά από ένα χρόνο τότε επέστρεψε. Από το 1964 και έπειτα δεν το εγκατέλειψε ποτέ.

Έμεινε, μεταξύ άλλων, στη σκήτη του Αγίου Παντελεήμονος, στη Μονή Εσφιγμένου όπου εκεί στη τελετή «ρασοευχής» πήρε το όνομα Αβέρκιος. Έπειτα πήγε στη Μονή Φιλοθέου όπου εκεί διαμορφώθηκε ο απόλυτα μοναχικός χαρακτήρας. Χάρη στο Μητροπολίτη Καισαρείας Παίσιο τον Β ονομάστηκε Παίσιος.

Ο γέροντας το 1966 ασθένησε σοβαρά και υπεβλήθη, στο Νοσοκομείο Παπανικολάου σε μερική αφαίρεση πνεύμονα. Ύστερα από ένα διάστημα ανάρρωσης στην Μονή Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου, στη Σουρωτή, επέστρεψε στο Άγιο Όρος και λίγο αργότερα μετακινήθηκε στα Κατουνάκια, στο Λαυρεώτικο κελί του Υπάτου.

Από τότε άρχισε να δέχεται πολλές επισκέψεις. Άνθρωποι από όλα τα μέρη της χώρας τον επισκέπτονται. «Πέρασε» και από τη Μονή Σταυρονικήτα. Εκεί ασχολήθηκε με χειρονακτικές εργασίες και βοήθησε στην ανακαίνιση του μοναστηριού. Βοήθησε και ως ψάλτης στη Σκήτη Τιμίου Προδρόμου του Γέροντα Τύχωνα.

Στην σκήτη Παναγούδα

Έζησε εκεί ως το τέλος της ζώής του. Ήταν τότε όπου δέχονταν δεκάδες ανθρώπους. Ήταν τόσες πολλές και καθημερινές οι επισκέψεις για αυτό και υπήρχαν ειδικές σημάνσεις που επεσήμαναν τον δρόμο προς το κελί του, ώστε να μην ενοχλούνται οι άλλοι μοναχοί.

Και δεν ήταν μόνο οι επισκέψεις. Ήταν και οι επιστολές τις οποίες ελάμβανε από τον κόσμο. Τις διάβαζε και όπως έλεγε, του προκαλούσαν στεναχώρια καθώς μάθαινε μόνο για διαζύγια, ασθένειες. Η ασκητική του ζωή υπήρξε έντονη και ξεκουράζονταν ελάχιστες ώρες. Μάλιστα έφτιαχνε «σταμπωτά» εικονάκια τα οποία χάριζε στους επισκέπτες σαν ευλογία.

Η ασθένεια

«Όλα θα βολευτούν με το χώμα» έλεγε όταν άρχισε (1993) να παρουσιάζει σοβαρότατο πρόβλημα υγείας, όπως αιμορραγίες. Ο Παίσιος δεν δέχτηκε να νοσηλευτεί.

Μετά από λίγο μεταφέρεται στο Θεαγένειο νοσοκομείο. Οι γιατροί τον ενημερώνουν ότι έχει όγκο στο παχύ έντερο και χειρουργείται. Έπειτα πάλεψε με τις μεταστάσεις στον πνεύμονα και το ήπαρ όμως οι γιατροί δεν έδιναν πολλά περιθώρια ζωής. Κοινώνησε για τελευταία φορά στο κρεβάτι του ενώ προς το τέλος δεν έπαιρνε φάρμακα παρά τους φρικτούς πόνους που είχε.

Εκοιμήθη στις 12 Ιουλίου του 1994 και ενταφιάστηκε στο Ησυχαστήριο του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου στη Σουρωτή Θεσσαλονίκης.

[Όποιος έχει διαβάσει τα βιβλία με τις αφηγήσεις του Αγίου Γέροντος Παϊσίου, όποιος έχει προσευχηθεί και επικαλεστεί την βοήθειά του, όποιος έχει νοερά ακουμπήσει τον πόνο και την δοκιμασία του στα χέρια του Γέροντος, έχει αίσθηση, άποψη, ίσως και γνώση της αγίας απλότητας και αμεσότητάς του.]

Share Button