Το όνομά μου είναι Βαρτίμαιος
“Τι θέλεις να σου κάνω;” τον ρώτησε ο Ιησούς.
Κατά Μάρκον Ευαγγέλιο 10:51
Λες και δεν ήξερε, λες και δεν καταλάβαινε τον λόγο που Του φώναζα, με ρώτησε: “Τι θέλεις να σου κάνω;
Και το πρώτο Πρόσωπο που είδα ήταν Εκείνος να παίρνει μια θέση που δεν του άξιζε.
Από Δημιουργός μου, έγινε.. υπηρέτης και με ρώτησε:
“Τι θέλεις να σου κάνω;”
Κι έτσι από εκεί που είχα την τελευταία θέση ανάμεσα στους ανθρώπους, με πήρε και με σήκωσε. Μου έδωσε αξία. Ήμουν εκείνος που ο ίδιος ο Μεσσίας, ο Δάσκαλος ενδιαφέρθηκε να μάθει τι με βασανίζει..
“Θέλω να δω το φως μου” του είπα. Θέλω να βλέπω.
Κι εκείνος μου είπε “Πήγαινε“, είσαι.. ελεύθερος. Μπορείς να φύγεις με ειρήνη. Δε χρειάζεται να κάθεσαι στη γωνία σου.
Δε χρειάζεται πια να μένεις στα σκοτεινά. “Η Πίστη Σου Σε Έσωσε”.
Η πίστη μου; Ποια πίστη μου;
Φήμες είχα ακούσει για Κείνον.
Δεν Τον ήξερα. Δεν Τον εμπιστευόμουν.
Απλά δεν είχα άλλη επιλογή.
Ήταν οι φήμες γι’ αυτόν που με ενθάρρυναν.
Φήμες ότι θεραπεύει εκ γενετής αρρώστους, ανασταίνει νεκρούς κι αποδέχεται τους αμαρτωλούς που τους δίνει συγχώρεση.
Γι’ αυτό, όταν με ζήτησε, έσπρωξα τους ανθρώπους από μπροστά μου κι έτρεξα γρήγορα να πάω μπροστά Του.
Ήταν η μόνη μου ελπίδα.
Κι εκείνος μου έδωσε κάτι παραπάνω από αυτό που περίμενα.
Μου είπε “Πήγαινε”. Με ελευθέρωσε
Έτσι, ελεύθερος πια Τον ακολούθησα στην πορεία Του.
Και δεν ήμουν πια τυφλός, δεν ήμουν καθισμένος σε μιαν άκρη, δεν ήμουν μόνος μου.
Ο Ιησούς μου έδωσε αξία. Φανέρωσε μέσα από τη ζωή μου τη δόξα Του.
Πώς μπορεί να αγγίξει κάποιον που κανείς δε θα άγγιζε και να τον μεταμορφώσει.
Ποιος ξέρει πόσα χρόνια ήταν ο Βαρτίμαιος.. τυφλός. Ίσως όλη του την ζωή, χωρίς να έχει καμιά οπτική επαφή με το περιβάλλον, καθόταν εκεί, κοντά στον δρόμο..ίσως πάλι όχι..
¨παρά τη οδώ¨ μας λέει το Ευαγγελιο..
δηλ. στο περιθώριο της ζωής.. και ζητιάνευε.
Σίγουρα θα είχε ακούσει για τα όσα ο Ιησούς είχε κάνει σε άλλους το ίδιο τυφλούς με αυτόν, και πως εκείνοι είδαν το φως τους. Πόσο άραγε θα λαχταρούσε να είναι και αυτός ένας από αυτούς που τον είχαν ανταμώσει. Και ξαφνικά διαπίστωσε ότι βρέθηκε μέσα στην περίπτωση που τόσο ποθούσε .
Τυφλός ο Βαρτίμαιος, όπως.. όλοι μας, μόνο που αυτός είχε την σωματική και όχι την… πνευματική τύφλωση ..δεν έβλεπε με τα μάτια του σώματος, αλλά έβλεπε με τα μάτια της ψυχής.
Πολλοί νομίζουμε ότι το κυριότερο, είναι τα μάτια του σώματος, αλλά όταν είσαι πνευματικά τυφλός, τα σωματικά μάτια δεν πρόκειται να σε ωφελήσουν…χώρια που μπορεί και να σε καταστρέψουν. …
Είδε λοιπόν με τα ματιά της ψυχής του, τον Χριστό και κατάλαβε ότι ήταν η ευκαιρία της ζωής του γι΄ αυτό και …την άρπαξε από τα μαλλιά. …Και πέτυχε .. ό,τι ζητούσε το έλαβε…
Ο Βαρτίμαιος Ήθελε Το Φως Του, γιατί είχε γι αυτόν μεγάλη σημασία (ίσως, είπαμε, δεν ήταν εκ γενετής τυφλός) όμως ήταν… ανοιχτομάτης ..κι έτσι ζητάει..( σε ενεστώτα..ο Βαρτίμαιος είναι σύγχρονός μας…) το έλεος του Χριστού, γιατί αυτό είχε πιο μεγάλη σημασία από το φως του ..
¨Ιησού υιέ Δαβίδ ελέησόν με¨
Και έτσι βγήκε από μέσα του η ευχή …η μετέπειτα δική μας..
νοερα προσευχη.
¨ήρξατο κράζειν και λέγειν¨ Ελέησέ με Ιησού
φώναζε δυνατά ο Βαρτιμαίος.
Και συνεχώς επαναλάμβανε..
¨Ιησού, υιέ Δαβίδ, ελέησόν με¨
Δεν Υπελογιζε Τα.. Εμπόδια Του Κόσμου.
Οι Προάγοντες Επιτίμων Αυτώ Ινα Σιωπήσει , Αυτός Δε Πολλώ Μάλλον Έκραζαν΄
¨Υιέ Δαυϊδ Ελέησόν Με¨.
Οι άλλοι, οι γύρω άρχισαν τα παράπονα.
Πολύ φασαρία κάνει αυτός ο Βαρτίμαιος.
Εκείνος όμως φώναζε πολυ δυνατοτερα:
Υιέ του Δαβίδ ελέησέ με
Για μας όμως, Ο Βαρτίμαιος μένει ο Προάγγελος της ευχης :
Ιησού υιέ Δαβίδ ελέησόν με.
Για μας προτυπώνει την Μονολόγιστη ευχή..
¨Κύριε Ιησού Χριστέ, υιέ του Θεού, ελέησόν με¨ .
Προσεύχεται ο τυφλός Βαρτίμαιος στο Χριστό και βρίσκει το φως του.