“Η αμαρτία, που ποτέ δεν κοιμάται και ατονεί, αφού είναι πρωτότοκο γέννημα της δαιμονικής βίας, έλαβε αφορμή από την εντολή, που απηγόρευε την επιθυμία, και ξύπνησε μέσα μου, με κάθε δαιμονική λογική και “σοφία”, κάθε επιθυμία”.
“ Όσο δεν υπήρχε ο νόμος, η αμαρτία ήταν νεκρή (σαν να μην υπήρχε)”. “Μόλις όμως ήλθε η εντολή (η απαγόρευση), η αμαρτία ξαναζωντάνευσε και αφού έλαβε την αφορμή από την απαγόρευση αυτή, με εξαπάτησε και με την απαγόρευση αυτή με εφόνευσε”.
Το ξύπνημα (η συνειδητοποίηση) της αμαρτίας, μέσα στο ανθρώπινο πνεύμα, με αφορμή την απαγόρευση της επιθυμίας, έδωσε τη δυνατότητα στην αμαρτία (την πάντοτε ανύστακτη και άγρυπνη δαιμονική βία) να παίξει το γνωστό ρόλο της, να ενεργήσει την άπατη της αυτοσυνειδησίας αυτής.
-Πώς όμως διεργάσθηκε η αμαρτία αυτή την απάτη και βέβαια πώς εξακολουθεί πάντοτε να την μεθοδεύει και να την “κατεργάζεται”, ώστε να φονεύει πραγματικά την ανθρωπίνη αυτοσυνειδησία, όταν αυτή εμπλέκεται στο θανατηφόρο της δόκανο;
Η αμαρτία, όπως γεννήθηκε από τη μητέρα της τη δαιμονική βία, κάτω από το δένδρο του απαγορευμένου καρπού, ως καρπός απάτης, λειτουργεί έκτοτε και πάντοτε ως άπατη. Και όπως τότε, η ουσία της απάτης συνίστατο στη δαιμονική κολακεία της ανθρωπίνης φιλαυτίας, και φιλαρέσκειας, έτσι και τώρα, μόλις ο νόμος με την εντολή απαγόρευσε την επιθυμία, η αμαρτία λειτουργούσε ως θωπεία, υποστήριξη, και γοητεία της επιθυμίας, που εκφράζει τον εσώτατο πυρήνα της φιλαυτίας και του εγωκεντρισμού του ανθρωπίνου προσώπου.
Είναι γεγονός αναμφισβήτητο! Η δαιμονική βία ενεδρεύει και περιμένει υπομονετικά να κτυπήσει, μόλις το πρόσωπο αυτό βρεθεί μπροστά σε μια απαγόρευση, προστατευτική της υπαρξιακής του αξιοπρέπειας.
Η απαγόρευση, κάθε απαγόρευση και ιδιαίτερα εκείνη, που αποτρέπει από κάθε πονηρή επιθυμία, ελκύει και δραστηριοποιεί και αφυπνίζει (αν κοιμάται ποτέ!) το θανατηφόρο δυναμισμό της δαιμονικής βίας, εναντίον του ανθρωπίνου προσώπου, προκειμένου να φονεύσει οριστικά κάθε πιθανή ζωντανή αντίδρασή του, στην απόρριψη της πονηρής επιθυμίας του και επομένως στην αποδοχή της απαγορευτικής εντολής και στη συμμόρφωσή του με την αξιολογική της επιταγή!
Από την άποψη αυτή, κάθε απαγόρευση, ενέχει, για τον παραλήπτη της, τον κίνδυνο να τον φέρει πιό κοντά στο αδηφάγο στόμα της δαιμονικής βίας, επειδή μια απαγόρευση λειτουργεί συχνά και ως ισχυροποίηση του ψυχοδυναμισμού της επιθυμίας!
Έτσι, όπου απαγόρευση, εκεί και η δαιμονική βία. Στημένη πάντα κάτω από το “δένδρο” του απαγορευμένου καρπού της επιθυμίας, ελπίζει σε μια πρόθυμη συνεργασία, με τον αμαρτητικό αυτό ψυχοδυναμισμό, για να εκτελέσει το καταχθόνιο έργο της να φονεύσει την αξιολογική συνείδηση του θύματος της!
Ναι! Είναι γεγονός! Ό,τι απαγορεύεται, σε προτρέπει, μάλλον σε εκβιάζει, να το επιθυμήσεις, κι’ αν ακόμη το έχεις ξεχάσει ή δεν σε ενδιαφέρει! Όταν στέκεσαι μπροστά σε μια απαγορευτική εντολή, αφυπνίζεται συχνά μέσα σου η δαιμονική υποβολή να την αθετήσεις, να την παραβείς!
Ιδιαίτερα όταν μια απαγόρευση σου κλείνει το δρόμο στην ικανοποίηση μιας ενσυνείδητης επιθυμίας σου, σου συνειδητοποιεί πιό έντονα την άμεση υπαρξιακή, για σένα, σημασία και “αξία” αυτής της ικανοποιήσεως.
Τότε ίσως ξαναβλέπεις (όπως η Εύα) την απαγόρευση, την εξετάζεις προσεκτικά, με τα γυαλιά μιας εσωτερικής προτροπής δαιμονικής αποχρώσεως, και βλέπεις (και πείθεσαι) “ότι καλόν”, ότι δηλ. αυτό που απαγορεύεται έχει και καλά και χρήσιμα προσόντα, για την αμεσότητα (εδώ και τώρα) της προσωπικής σου ζωής και υπάρξεως. Και τότε γυρίζεις… την πλάτη στην απαγόρευση!
Είναι αλήθεια! Η αμαρτία είναι πάντοτε ο συνήγορος της επιθυμίας στην αντιδικία της με την εντολή. Ο μακρινός απόηχος της αρχέγονης θανάσιμης, για το ανθρώπινο πρόσωπο, δαιμονικής διαβεβαιώσεως• “Ου θανάτω αποθανείσθε”, λειτουργεί και πάλι ως επιχείρημα απάτης, δηλ. εγκλωβισμού του ανθρωπίνου ψυχισμού στην παγίδα της δαιμονικής βίας, που εκείνη στήνει στον “ιερό” βωμό της επιθυμίας!
Η αποκάλυψη από τον Μωσαϊκό νόμο της απάτης της αμαρτίας, που λειτουργεί δυνάμει του ψυχαναγκασμού της επιθυμίας (και που μπορεί να αποτείνει την ανθρωπίνη συνείδηση) αποτελεί φωτιστική εισαγωγή στο πρόβλημα της απελευθερώσεως του ανθρώπου από τα θανάσιμα δεσμά της δαιμονικής βίας.
Η αποκάλυψη αυτή δείχνει ότι η λύση του προβλήματος αυτού είναι συγχρόνως λύση του προβλήματος (δηλ. της δυνατότητος) της αυτογνωσίας του ανθρώπου, ο οποίος λειτουργεί (είτε το γνωρίζει είτε όχι) δυνάμει της κυριαρχικής πάνω σ’ αυτόν εξουσίας της δαιμονικής βίας.
Κι’ αυτό σημαίνει ότι, όσο προχωρεί κανείς στον εσώτερο χώρο του ανθρωπίνου ψυχισμού, που δαιμονοποιήθηκε με την πράξη της παραβάσεως του θελήματος του Θεού, τόσο περισσότερο καθαρώτερα αντιλαμβάνεται το μέγεθος της δυσκολίας και μάλλον το εντελώς αδύνατο της αυτοδύναμης απελευθερώσεως και απεμπλοκής του ανθρώπου από τη δαιμονοποίηση αυτή!
Αυτό θέλει να καταδείξει ο Απ. Παύλος με την παρουσίαση της αδυσώπητα προβληματισμένης αυτοσυνειδησίας του σαρκικού ανθρώπου, του “πεπραμένου”, δηλ. του πουλημένου και παραδομένου ολοκληρωτικά στα δεσμά της αμαρτίας, της πρωτότοκης θυγατέρας της δαιμονικής βίας!
(Ιωάννη Κορναράκη, «Βία. Η οδός του Θεού», εκδ. Αφων Κυριακίδη, Θεσ/νἰκη, σ. 87-97)