Καθώς και αυτός οπού λέει ότι δεν μπορεί κάποιος στην παρούσα γενιά να γίνει μέτοχος του Αγίου Πνεύματος, αλλά και αυτός που δυσφημεί τις ενέργειες του Πνεύματος και τις αποδίδει στο αντίθετο πνεύμα, εισάγει νέα αίρεση στην Εκκλησία του Θεού.
Αγαπητοί μου αδελφοί το ιερότατο απόφθεγμα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού λέει, ότι «Κάθε αμαρτία και βλασφημία θα συγχωρηθεί στους ανθρώπους, όποιος όμως βλασφημήσει κατά του Αγίου Πνεύματος, δεν θα συγχωρηθεί ούτε στον παρόντα αιώνα ούτε στον μέλλοντα».
Ας εξετάσουμε λοιπόν ποια είναι η βλασφημία κατά του Αγίου Πνεύματος. Βλασφημία λοιπόν κατά του Αγίου Πνεύματος είναι το να αποδίδουμε τις ενέργειές του στο αντίθετο Πνεύμα, καθώς αναφέρει ο Μέγας Βασίλειος.
Πώς όμως το κάνει κάποιος αυτό; Όταν ή ενώ γίνονται θαύματα δια του Αγίου Πνεύματος, ή ενώ βλέπει κάποιο άλλο θείο χάρισμα σε έναν από τους αδελφούς του -εννοώ δηλαδή, κατάνυξη, δάκρυα, ταπείνωση, θεία γνώση, λόφο της άνωθεν σοφίας ή κάποιο άλλο που χαρίζεται από το Άγιο Πνεύμα σε όσους αγαπούν τον Θεό- ισχυρίζεται ότι αυτό προέρχεται από απάτη του διαβόλου.
Αλλά και όποιος λέει ότι ότι πλανώνται από τους δαίμονες όσοι οδηγούνται από το θείο Πνεύμα ως υιοί του Θεού, και πράττουν τις εντολές του πατέρα τους και Θεού, και αυτός βλασφημεί το Άγιο Πνεύμα που ενεργεί σε αυτούς, όπως ακριβώς δηλαδή έπραξαν κάποτε και οι Ιουδαίοι στον Υιό του Θεού.
Εκείνοι έβλεπαν δαίμονες να διώχνονται από τον Χριστό, και βλασφημούσαν κατά του Αγίου Πνεύματος κι έλεγαν οι αναιδείς με αναίδεια: «Δια του Βεελζεβούλ του άρχοντα των δαιμονίων, βγάζει τα δαιμόνια».
Αλλά μερικοί ενώ τα ακούνε αυτά, δεν τα ακούνε, και ενώ τα βλέπουν, και όλα τα έργα που αναφέρει η θεία Γραφή ότι γίνονται από το Άγιο Πνεύμα και από θεία ενέργεια- σαν να έχασαν τα λογικά τους και απέρριψαν όλη τη θεία Γραφή από την ψυχή τους και απέβαλαν τη γνώση της διανοίας τους που προέρχεται από αυτή- δεν φρίττουν να λένε ότι γίνονται από μέθη και δαιμονική ενέργεια.
Όπως λοιπόν οι άπιστοι και τελείως αμύητοι στα θεία μυστήρια, κι αν ακόμη ακούσουν περί θείας έλλαμψης, κι αν περί φωτισμού της ψυχής και του νου, κι αν περί θεωρίας και απαθείας, κι αν περί ταπείνωσης και δακρύων που ρέουν με την ενέργεια και τη χάρη του Αγίου Πνεύματος, αμέσως, σαν να μην μπορούν να αντέξουν την υπερβολική αίγλη και δύναμη των λόγων, επειδή μάλλον σκοτίζονται, παρά φωτίζονται τα μάτια της καρδιάς, αποφαίνονται με θράσος ότι αυτά προέρχονται από την πλάνη των δαιμόνων.
Και δεν φρίττουν ούτε με την κρίση του Θεού, ούτε για την βλάβη που προκαλούν σε όσους την ακούν, αλλά οι θρασείς σε όλους με αναίδεια διακηρύσσουν ότι τίποτε τέτοιο δεν γίνεται από τον Θεό σε κανέναν από τους πιστούς.
Αυτό είναι ασέβεια μάλλον παρά αίρεση.
Αίρεση είναι μεν το να παρεκκλίνει ένας σε κάποιο από τα υπάρχοντα δόγματά μας σχετικά με την ορθή πίστη μας, το να λέει όμως ότι στα τελευταία χρόνια δεν υπάρχουν αυτοί που αγαπούν τον Θεό, ούτε αξιώνονται να λάβουν το Άγιο Πνεύμα και να βαπτιστούν από αυτό ως υιοί του Θεού, ώστε να γίνουν θεοί με γνώση και εμπειρία και θεωρία, ανατρέπει ολόκληρη την οικονομία του Θεού και σωτήρα μας Ιησού Χριστού, και αρνείται φανερά την ανακαίνιση και ανάκληση της φθαρμένης και θανατωμένης εικόνας, που πλάστηκε για να μείνει άφθαρτη και να κληθεί στην αθανασία.
Και όπως δεν είναι ποτέ δυνατόν να σωθεί εκείνος που δεν βαπτίσθηκε δι΄ύδατος και Πνεύματος, έτσι ούτε αυτός που μετά το βάπτισμα αμάρτησε, αν δεν βαπτισθεί άνωθεν και δεν αναγεννηθεί, καθώς ο Κύριος βεβαιώνοντας αυτό, είπε στον Νικόδημο: «Εάν δεν γεννηθεί κανείς άνωθεν, δεν θα εισέλθει στην βασιλεία των ουρανών» και προς τους αποστόλους πάλι: «ο Ιωάννης βάπτισε με νερό εσείς όμως θα βαπτισθείτε με το Άγιο Πνεύμα».
Αυτός λοιπόν που αγνοεί και το βάπτισμα που έλαβε σε νηπιακή ηλικία μέσα στο νερό, και δεν γνωρίζει καν ότι βαπτίσθηκε, αλλά δέχθηκε με το βάπτισμα με την πίστη μόνο και το αποδυνάμωσε με μύριες αμαρτίες, και αρνείται το δεύτερο- εννοώ αυτό που δίνεται άνωθεν από το Πνεύμα με την φιλανθρωπία του Θεού σε όσους το ζητούν με μετάνοια-, με ποιόν άλλον τρόπο θα μπορέσει ποτέ να σωθεί; Με κανέναν.
Για αυτό σας λέγω, και δεν θα πάψω να λέγω: «Όσοι μολύνατε το πρώτο βάπτισμα με την παράβαση των εντολών του Θεού, να μιμηθείτε την μετάνοια του Δαυίδ και των άλλων αγίων, και με κάθε προσπάθεια με ποικίλα έργα και λόγια να επιδείξετε άξια μετάνοια, ώστε να προσελκύσετε πάνω σας την χάρη του Πνεύματος».
Διότι αυτό το Πνεύμα, αφού κατέλθει πάνω σας, θα γίνει για σας κολυμπήθρα φωτόμορφη, και αφού αγκαλιάσει όλους σας με ανείπωτο τρόπο, θα σας αναγεννήσει και θα σας καταστήσει, από φθαρτούς, άφθαρτους και από θνητούς αθάνατους, και από παιδιά ανθρώπων υιούς του Θεού και θεούς δια της υιοθεσίας και της χάριτος- αν βέβαια και θέλετε να αναδειχθείτε συγγενείς και συγκληρονόμοι των αγίων, και να εισέλθετε στη βασιλεία των ουρανών μαζί με όλους αυτούς.
Όσα θαυμάσια του Θεού είδα, και γνώρισα έμπρακτα και με την πείρα, τα διακηρύσσω ως ευρισκόμενος ενώπιον του Θεού και φωνάζω με δυνατή φωνή: «Τρέξτε όλοι πριν κλειστεί για σας με το θάνατο η θύρα της μετανοίας. Τρέξτε για να προλάβετε πριν από το θάνατο. Βιαστείτε, για να λάβετε. Κτυπήστε ώστε, πριν πεθάνετε, να σας ανοίξει ο Δεσπότης τις πύλες του Παραδείσου και να σας εμφανιστεί. Βιαστείτε να αποκτήσετε μέσα σας συνειδητά τη βασιλεία των ουρανών, η οποία είναι το Άγιο Πνεύμα, και να μη φύγετε από δω χωρίς αυτήν, και μάλιστα, όσοι φαντάζεστε ότι την έχετε μέσα σας χωρίς να το γνωρίζετε, ενώ δεν έχετε τίποτα εξαιτίας της υπερηφάνειας σας».
Πώς λοιπόν, πες μου σε παρακαλώ, μπορεί να δει τον Πατέρα του Χριστού αυτός που δεν απέκτησε νου Χριστού; Διότι λέει: «Εμείς έχουμε νου Χριστού, και με τούτο ξέρουμε ότι ο χριστός είναι μέσα μας, από το Πνεύμα το οποίο μας έδωσε. Διότι δεν λάβαμε πνεύμα δουλείας που φέρει πάλι την κατάσταση του φόβου, αλλά πνεύμα υιοθεσίας, δια του οποίου φωνάζουμε αββά, Πατέρα», και «ο Θεός που είπε να λάμψει φως από το σκοτάδι, αυτός έλαμψε μέσα μας».
Και πάλι «Αν ζητάτε απόδειξη για τον Χριστό ο οποίος μιλά δι’ εμού» διότι όπως η γυναίκα δεν χρειάζεται να πληροφορηθεί από άλλον ότι συνέλαβε στην κοιλιά της, αλλά αυτή η ίδια μέσα της αντιλαμβάνεται από το σταμάτημα των αιμάτων, από τα σκιρτήματα του βρέφους εντός της και από την ανορεξία για πολλές τροφές, ότι έχει συλλάβει, έτσι και η ψυχή, όταν ο Χριστός δια του Αγίου Πνεύματος κατοικήσει μέσα της, δεν χρειάζεται να το πληροφορηθεί από άλλον.
Η ίδια βλέπει ευθύς να σταματούν τα ακάθαρτα αίματα των συνηθισμένων της παθών και να κόβεται η όρεξη για πολλές τροφές και να μισεί υπερβολικά κάθε ηδονή. Τότε και αυτή που έγινε πνευματοφόρος, μαζί με τον προφήτη λέει στον Θεό: «Για τον φόβο σου Κύριε, συνελάβαμε και νιώσαμε τους πόνους του τοκετού και γεννήσαμε πνεύμα σωτηρίας σου πάνω στη γη». Αυτός όμως που δεν βλέπει μέσα του τον Χριστό να λαλεί, δια μέσου ποιού ή πως θα πει «Αββά ο Πατήρ»; Και αυτός που δεν απέκτησε ενσυνείδητα μέσα του την βασιλεία των ουρανών, πως θα εισέλθει σε αυτήν μετά τον θάνατο;
Αυτός που δεν βλέπει να μένει μέσα του δια του Πνεύματος ο Υιός μαζί με τον Πατέρα, πως είναι δυνατόν στον μέλλοντα αιώνα να βρεθεί μαζί τους, καθώς ο Κύριος είπε: «Πατέρα , θέλω όπου είμαι εγώ, να είναι μαζί μου και εκείνοι που μου έδωσες», και πάλι «Δεν παρακαλώ μόνο για αυτούς αλλά και για εκείνους που θα πιστέψουν με το κήρυγμά τους σε μένα, για να είναι όλοι ένα, καθώς εσύ Πατέρα είσαι ενωμένος με εμένα κι εγώ με σένα, να είναι ενωμένοι και εκείνοι με εμάς. Κι εγώ τους έδωσα τη δόξα που μου έδωσες, για να είναι ένα μεταξύ τους, όπως είμαστε εμείς ένα. Εγώ ενωμένος μαζί τους και εσύ ενωμένος μαζί μου, ώστε να αποτελούν μια τέλεια ενότητα, κι έτσι ο κόσμος να καταλαβαίνει ότι με έστειλες εσύ και τους αγάπησες όπως αγάπησες εμένα».
Απαντήστε μου, παρακαλώ στην ερώτηση: «Τι λοιπόν, ο Πατήρ αγαπά τον Υιό χωρίς να τον γνωρίζει και να τον βλέπει;» Ασφαλώς θα απαντούσατε «Όχι».
Γιατί αν παραδεχθούμε αυτό και δογματίσουμε ότι ο πατέρας και ο υιός δεν γνωρίζονται μεταξύ τους, η πίστη μας εξαφανίζεται και χάνεται. Και αν εκείνοι δεν γνωρίζονται μεταξύ τους, τότε είμαστε υποχρεωμένοι να δεχθούμε ότι κι εμείς δεν τους γνωρίζουμε καθόλου.
Αν συμβαίνει αυτό, τότε είμαστε άθεοι μη έχοντας γνώση. Εάν όμως- καθώς εκείνος λέει- «γνωρίζει ο Πατέρας τον υιό και ο Υιός γνωρίζει τον Πατέρα» και ως Θεός συνυπάρχει με τον Θεό και Πατέρα, και ο Πατέρας ομοίως συνυπάρχει με τον Υιό, όπως όταν λέει: «Όπως εσύ Πατέρα είσαι ενωμένος με εμένα και εγώ με εσένα, έτσι και αυτοί να μείνουν ενωμένοι μαζί μου και εγώ μαζί τους» δηλώνει ότι στη μεταξύ τους ένωση είναι καθ΄ όλα ίσοι.
Με την διαφορά ότι η μεν ένωση του Υιού με τον πατέρα είναι φυσική και συνάναρχη, ενώ η δική μας ένωση με τον Υιό γίνεται δια της υιοθεσίας και της χάριτος, όμως όλοι είμαστε ενωμένοι με τον Θεό και αχώριστοι επί το αυτό, καθώς ο ίδιος πάλι λέει: «Εγώ ενωμένος μαζί τους και εσύ ενωμένος μαζί μου, ώστε να αποτελούν μια τέλεια ενότητα» διατί; «για να γνωρίζει ο κόσμος ότι συ με έστειλες και ότι τους αγάπησα καθώς εσύ αγάπησες εμένα» και ο Παύλος λέει: «Τώρα δεν υπάρχει πια Έλληνας και Ιουδαίος, βάρβαρος, Σκύθης, δούλος, ελεύθερος, αλλά ο Χριστός είναι τα πάντα και εις πάντας».
Αυτά λοιπόν να τα ακούσετε όσοι νομίζετε ότι είστε πνευματικοί, και να πιστεύετε σε εκείνον που τα λέει, και εμένα που σας μιλώ με τα λόγια της χάριτος και τις δωρεές τις οποίες λαμβάνουν από τον Θεό όσοι με πίστη θερμή προστρέχουν σε αυτόν και πράττουν τις εντολές του, να με απαλλάξετε από κάθε κατηγορία. «Εάν όμως», λέει, «δεν υπάρχει τέτοιος άνθρωπος στους σημερινούς καιρούς, τι απαντάς;»
Γιατί δεν υπάρχει, πες μου; «Διότι», λέει «και να θέλει κάποιος δεν μπορεί να γίνει τέτοιος στους σημερινούς καιρούς, αλλά και εκείνος που δεν θέλει, δεν μπορεί να γίνει».
Εάν λοιπόν ισχυρίζεται ότι και αν θέλει δεν μπορεί, τότε που θα αποδώσουμε το «Όσοι όμως τον δέχτηκαν, τους έδωσε την εξουσία να γίνουν υιοί του Θεού» και το «Εγώ είπα, είσαστε θεοί και υιοί του Υψίστου όλοι σας» και το «Να γίνεσθε άγιοι, διότι εγώ είμαι άγιος».
Εάν όμως αυτός που δεν θέλει δεν γίνεται, βλέπε ότι συ καταδίκασες τον εαυτό σου, με το να μην θέλεις και να μην έχεις την προαίρεση να γίνεις. Γιατί αν θέλεις, μπορείς να γίνεις.
Κι αν εσύ δεν συγκαταλέγεσαι στους αγίους, όμως υπάρχουν πάρα πολλοί, Θεού θέλοντος, τους οποίους εσύ δεν γνωρίζεις. Γιατί αν στην εποχή του Ηλία ο Θεός είχε επτά χιλιάδες που δεν προσκύνησαν τον Βάαλ, πολύ περισσότερο τώρα, που σκόρπισε πλουσιοπάροχα πάνω μας το Άγιο Πνεύμα του. Αν κάποιος δεν πετάξει από πάνω του, όλα όσα τον εμποδίζουν να εισέλθει στην βασιλεία των ουρανών και δεν προσέλθει γυμνός και δεν ζητήσει να λάβει, η αιτία έγκειται σε αυτόν που δεν θέλει κι όχι στον Θεό.
Διότι όπως ακριβώς η φωτιά με σφοδρότητα και φυσιολογικά πλησιάζει τα ξύλα και τα ανάβει, με τον ίδιο τρόπο και η χάρις του παναγίου και προσκυνητού Πνεύματος, ζητεί να αγγίξει τις ψυχές μας για να φωτίσει όσους βρίσκονται στον κόσμο και, δια μέσου των φωτιζόμενων, να κατευθύνει τα βήματα των πολλών, ώστε προχωρώντας και αυτοί καλά να πλησιάσουν στη φωτιά, και ένας ένας ή όλοι μαζί, εάν είναι δυνατόν, να ανάψουν μαζί και να λάμψουν ως θεοί ανάμεσά μας, για να ευλογείται και πληθύνεται το σπέρμα του Θεού του Ιακώβ και πάντα να υπάρχει ο θεοειδής άνθρωπος που θα λάμπει ως φως επάνω στη γη.
Γι΄ αυτό λοιπόν, όπως βλέπετε, φωνάζω προς εσάς, χρησιμοποιώντας τα προφητικά λόγια: «Προσέλθετε προς αυτόν και φωτισθείτε και τα πρόσωπα των συνειδήσεων σας, δεν θα καταισχυνθούν».
Γιατί αφού παραδώσατε τους εαυτούς σας στην ραθυμία και στην αμέλεια και στις επιθυμίες και ηδονές της σάρκας, ισχυρίζεστε ότι σας είναι αδύνατον να καθαρισθείτε με την μετάνοια και να προσεγγίσετε τον Θεό; Και όχι μόνον αυτό, αλλά και ότι τάχα δεν είναι δυνατόν να λάβετε τη χάρη του Πνεύματος του, και με αυτή να αναγεννηθείτε και να υιοθετηθείτε και να ομοιωθείτε με αυτόν; Δεν είναι αυτό αδύνατον, δεν είναι!
Ήταν βέβαια αδύνατον, πριν από την παρουσία του πάνω στη γη από τότε όμως που ευδόκησε να γίνει άνθρωπος και να εξομοιωθεί μαζί μας κατά πάντα εκτός της αμαρτίας ο δεσπότης των όλων Θεός τα έκανε αυτά δυνατά και εύκολα για μας, δίνοντας μας την εξουσία να γίνουμε παιδιά Θεού και συγκληρονόμοι του.
Άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος