Σκήτη Σύχλα. Ἀναμνήσεις μου ἀπό τόν Ρουμάνο γέροντα π.Ἰωαννίκιο Μπάλαν

Σκήτη Σύχλα. Ἀναμνήσεις μου ἀπό τόν Ρουμάνο γέροντα π.Ἰωαννίκιο Μπάλαν

Σκήτη Σύχλα

 

Σκήτη στήν Ρουμανία δέν εἶναι καλογερικό χωριό, ὅπως τοῦτο ὀνομάζεται στό Ἅγιον Ὄρος, ἀλλά εἶναι μικρό μονύδριο πού ὑπάγεται διοικητικῶς ἀπό κάποια κυρίαρχη μονή. Ἡ Σύχλα ὑπάγεται στήν μονή Συχαστρία. Περιφρουρεῖται ἀπό αἰωνόβια δένδρα. Ὁ δρόμος εἶναι λασπώδης καί σταματήσαμε 300 μέτρα χαμηλότερα μέ τό αὐτοκίνητο. Ἐστρίψαμε δεξιά προκειμένου πρῶτα, σύμφωνα μέ τήν καθοδήγησι τοῦ π. Ἰωαννικίου, νά ἐπισκεφθοῦμε τό ἀσκητήριο ἑνός ἀπό τούς μεγαλυτέρους ἐκπροσώπους τοῦ ρουμανικοῦ μοναχισμοῦ.

Εἶναι ἡ ὁσία Θεοδώρα τῆς Σύχλας τῆς ὁποίας τά ἱερά Λείψανα σήμερα εὑρίσκονται στίς κατακόμβες τοῦ μοναστηριοῦ Πετσέρσκα τοῦ Κιέβου. Δεξιά μας λοιπόν στό δασῶδες μονοπάτι βλέπουμε δίπλα, ἐπάνω σ᾿ ἕνα βράχο, τό λεγόμενο «Φρέαρ τῆς ὁσίας Θεοδώρας». Εἶναι ἕνα κοίλωμα ἐπάνω στόν βράχο, ὅπου συγκεντρωνόταν τό βρόχινο νερό, ἀπό τό ὁποῖο ἔπινε ἡ Ὁσία. Τό παράδοξο εἶναι ὅτι καί τό καλοκαίρι, ὅσο μεγάλη καί νά εἶναι ἡ ἀνομβρία, διατηρεῖται μικρή ποσότης νεροῦ. Πιό πάνω στά 20 μέτρα, ἀριστερά τοῦ μονοπατιοῦ, ὑπάρχει ἡ σπηλιά τῆς ὁσίας Θεοδώρας. Μία κάθετος σχισμή μέ πέτρινες πλευρές ἀποτελεῖ τήν εἴσοδο τῆς σπηλιᾶς. Στό ἐσωτερικό της ὑπάρχει ὑγρασία καί ὀλίγο φῶς. Εἶναι σχεδόν κυκλοτερής μ᾿ ἕνα μεγάλο βράχο στό κέντρο, ὁ ὁποῖος ἐχρησίμευε ὡς κάθισμα καί κρεββάτι γιά τήν Ὁσία. Ὅταν ἐμπήκαμε μέσα, μερικές εὐλαβεῖς γυναῖκες εἶχαν ἀνάψει 5-6 κεριά  καί ἄλλα τόσα καντήλια. Δεξιά καί ἐντός τῆς σπηλιᾶς φαίνεται τό ἄνοιγμα, πού σχηματίσθηκε θαυματουργικῶς, κατόπιν προσευχῆς τῆς Ὁσίας, προκειμένου νά γλυτώση ἀπό τήν ξαφνική ἐπίθεσι δύο ληστῶν. Ἔξω ἀπό τήν σπηλιά εὑρίσκεται ἐντοιχισμένη ἡ ἀσκητική μορφή τῆς Ἁγίας, τῆς ὁποίας τά ἀγωνίσματα ὁμοιάζουν ὑπερβολικά μέ ἐκεῖνα τῆς ὁσίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας. Ἐψάλαμε ἐκεῖ τό τροπάριο της: «Ἐν σοί Μῆτερ ἀκριβῶς…» καί ἀνηφορίσαμε.Ἐδῶ εἶναι τό βασίλειο τής ἡσυχίας καί τῶν αἰωνοβίων δασῶν, μοῦ ἔλεγε ὁ πατήρ Ἰωαννίκιος. Ἄλλοι ὀνομαστοί ἡσυχασταί πού ἀγωνίσθηκαν ἐδῶ ἦταν ὁ ὅσιος μεγαλόσχημος ἱερομόναχος Παῦλος, Πνευματικός τῆς ὁσίας Θεοδώρας, ὁ ὅσιος Χριστόφορος, ὁ ὅσιος Ἰωσήφ ὁ Ἐρημίτης, ὁ ὅσιος Ἐλευθέριος καί μέχρι τῶν ἡμερῶν μας συνεχίζουν τήν ἡσυχαστική παράδοσι ρουμᾶνοι μοναχοί, ὅπως ὁ π. Σωφρόνιος, ὁ π. Ἀνατόλιος, ὁ ἱερομ. Κασσιανός, ὁ π. Γερβάσιος καί ἄλλοι.

Ἡ τελευταία ἀσκήτρια στά βουνά τῆς Σύχλας ἦταν ἡ μοναχή Αἰμιλιανή, ἡ ὁποία ἐκοιμήθη ἔξω ἀπό τήν καλύβα της τό 1979, ἐνῶ ἑτοιμαζόταν νά κατέβη στό μοναστήρι Συχαστρία γιά πάρη παξιμάδι. Ἀσκήτευε μέ τήν μητέρα της Βαλεντίνα ἐπί 30 χρόνια καί ἐκοιμήθη τό 1964. Ἡ ὁσία Θεοδώρα ἔζησε πέντε χρόνια στήν σπηλιά καί τριάντα σ᾿ ἕνα ξύλινο κελλί πού εὑρίσκεται 200 μέτρα ὑψηλότερα βορειοανατολικά, κάτω ἀπό ἕνα ἐπιμήκη βράχο. Ἐκεῖ κοντά ὑπάρχει καί μία μικρή ξύλινη ἐκκλησία πρός τιμήν τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος, στήν ὁποία τελοῦν ἐνίοτε οἱ πατέρες τῆς Σκήτης τήν Θεία Λειτουργία.

Κατηφορίζοντας σ᾿ ἕνα δαντελωτό δρομάκι πνιγμένο στήν ἄγρια βλάστησι, φθάνουμε σέ πέντε λεπτά στήν Σκήτη. Τήν κεντρική θέσι κατέχει ἡ ξύλινη μέ τροῦλλο ἐκκλησία, πού εἶναι σύγχρονη καί τιμᾶται στό Γεννέσιο τοῦ Τιμίου Προδρόμου. Ἡ παλαιά έπάνω στήν ὁποία κατασκευάσθηκε ἡ καινούργια ἐχρονολογεῖτο ἀπό τό 1813 καί ἦταν ἔργο τοῦ ἀρχιμανδρίτου Βενεδίκτου, ἡγουμένου τῆς μονῆς τοῦ Σέκου, ὁ ὁποῖος τήν εἶχε ἀνακαινίσει στά θεμέλια ἄλλης παλαιοτέρας. Ἐκτός τῆς ἐκκλησίας σήμερα ὑπάρχουν δύο πτέρυγες ξυλίνων κελλιῶν, τό καμπαναριό, τό πηγάδι σκεπασμένο μέ τό ὡραῖο ξύλινο κουβούκλιο, πού εἶναι χαρακτηριστικό τῆς μολδοβεάνικης ἀρχιτεκτονικῆς καί ἄλλα μικρότερα κτίσματα ὅλα μέ ξύλο φτιαγμένα. Ἡγούμενος τῆς Σκήτης πρόσωπο δηλαδή πού ἀσχολεῖται κυρίως μέ τά διοικητικά καί οἰκονομικά προβλήματα, εἶναι ὁ ἀπόφοιτος τῆς Χημείας τριακονταετής ἱερομόναχος Λαυρέντιος, ἔχων στήν συνοδεία του 12 ἀδελφούς.

Τό στήριγμα καί ὁ ὁδηγός τῶν μοναχῶν γιά τήν σωτηρία εἶναι ὁ Πνευματικός τῆς Σκήτης Γέρων Παΐσιος Ὀλάρου, ἡλικίας τώρα 90 ἐτών. Εἶναι καί ὁ καθ᾿ ἑαυτοῦ Πνευματικός τοῦ ἄλλου ἰσαξίου στήν ἀρετή καί ἁγιότητα μαθητοῦ του, ἀρχιμανδρίτου Κλεόπα Ἠλιε. Τόν εὑρήκαμε καθισμένον σέ μία στενή καί ἁπλή πολυθρόνα. Ἦταν χλωμός, ἀδύνατος, ἀλλά μέ γαλήνια καί ὁσιακή τήν μορφή του. Τά γηρατειά τόν ἔχουν σχεδόν ὁλημερίς στήν καρέκλα, τό φρόνημά του ὅμως εἶναι ἀκμαῖο καί πτερουγίζει γιά τίς οὐράνιες μονές. Ἡ καρδιά του λυώνει στά κλάμα, ὅταν ἀρρωστημένες ψυχές γονατίζουν κάτω ἀπό τό πετραχήλι του γιά ν᾿  ἀποθέσουν τό φορτίο τῶν ἁμαρτιῶν τους. Ὁ Γέρων Παΐσιος εἶναι ὁ ἄνθρωπος τῆς ἀγάπης. Κλαίει μετά κλαιόντων καί χαίρει μετά χαιρόντων.

Γεννήθηκε τό 1897 ἀπό εὐσεβῆ οἰκογένεια χωρικῶν στόν νομό Μποντοσάνι τῆς παλαιᾶς Μολδαβίας. Τό 1921 εἰσῆλθε στήν μοναχική ζωή στήν σκήτη Κοζάντσεα, ἐνῶ τό 1948 ἐγκαταστάθηκε στήν μονή Συχαστρία, κατά προτροπή τοῦ μαθητοῦ του καί τότε ήγου- μένου τῆς Μονῆς π. Κλεόπα Ἠλίε. Ἐδῶ λοιπόν, μέ μόνο μία μετάθεσι γιά μία πενταετία στήν μονή Σλάτινα, ὁ πατήρ Παΐσιος ἦταν ἐπί τρεῖς δεκαετίες ὁ Πνευματικός ὅλων, ἀπό τόν ἡγούμενο ἕως τόν τε¬λευταῖο δόκιμο, ἀλλά καί πολλῶν ἄλλων μοναχῶν ἀπό τά μοναστήρια τῆς Μολδαβίας.

Ἑορτή  Γεννήσεως τῆς Παναγίας μας, Μοναχός Δαμασκηνός Γρηγοριάτης Ἱερά Μονή τοῦ Ὁσίου Γρηγορίου ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ. 2010

***

Τό κείμενο προέρχεται ἀπό τά ἀρχεῖα τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου,  ἀπό τήν ἱεραποστολή τοῦ Κογκό, τόν ὁποῖον καί εὐχαριστοῦμε θερμά γιά τήν παραχώρηση τῶν ἀρχείων, ὅπως ἐπίσης εὐχαριστοῦμε καί τόν γέροντα τῆς  Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου πατέρα Γεώργιο Καψάνη γιά τήν εὐλογία καί τήν  ἄδεια δημοσίευσης.

Αναβάσεις

Share Button