Η ΑΝΩ ΙΕΡΟΥΣΑΛΗΜ «Δεδοξασμένα ελαλήθη περί σου, η πόλις του Θεού» (Ψαλμ. 86ος)Αρχιμανδρίτου ΔΑΝΙΗΛ ΓΟΥΒΑΛΗ

 

«Δεδοξασμένα ελαλήθη περί σου, η πόλις του Θεού»

(Ψαλμ. 86ος)

 

Θα επισκεφθούμε μία πόλη. Μία ασύγκριτη και υπερθαύμαστη πόλη. Αν συνεργάζονταν οι καλύτεροι αρχιτέκτονες και μηχανικοί της γης και αν χρησιμοποιούνταν τα εκλεκτότερα οικοδομικά υλικά και αν διατίθενταν κολοσσιαία χρηματικά ποσά, τέτοια πόλις δεν θα χτιζόταν.
Αν την γέμιζαν με τα πιο ωραία οικοδομήματα, τους πιο όμορφους κήπους, με θαυμαστά πάρκα και άλση, με ονομαστά μουσεία, με βιβλιοθήκες, με αγορές, με τόπους ψυχαγωγίας, δεν θα έλεγε τίποτε μπροστά στην πόλι πού εμείς θα επισκεφθούμε.
Πώς ονομάζεται αυτή η απαράμιλλη πόλις; Έχει διάφορες ονομασίες: Πόλις αγία, πόλις του Θεού, μέλλουσα πόλις, σκηνή του Θεού, νέα Σιών, νέα Ιερουσαλήμ, «καινή» (καινούργια) Ιερουσαλήμ.
Ονομάζεται και άνω πόλις, άνω μητρόπολις, άνω Ιερουσαλήμ. Ξεχωρίζει από κάθε γνωστή μας πόλη, γιατί δεν σχεδιάσθηκε και δεν χτίσθηκε από ανθρώπους, αλλά από τον Ίδιο τον Θεό. Τι ωραία πού το διατυπώνει ο Απόστολος Παύλος στην προς Εβραίους επιστολή!
«Εξεδέχετο γαρ την τους θεμελίους έχουσαν πάλιν ης τεχνίτης και δημιουργός ο Θεός»…πού σημαίνει: «Περίμενε ο Αβραάμ να κατοικήση κάποτε στην πόλη με τα γερά θεμέλια, την οποία τεχνούργησε και δημιούργησε ο Θεός», (11,10).
Συγκλονιστικό και να το σκεφθεί κανείς. Ο αιώνιος Θεός με την ανεξιχνίαστη σοφία του, την απεριόριστη δύναμί του και τον άπειρο πλούτο του κατασκεύασε μια πόλη. Πώς να συλλάβη ανθρώπινο μυαλό το μεγαλείο, τον πλούτο, την δόξα της, τα κάλλη της.
Το χρυσό στόμα της Εκκλησίας μας, ο Ιερός Χρυσόστομος στην 25η ομιλία του στο κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο νουθετεί: «Ας φροντίσουμε να γίνουμε πολίτες της «άνω πόλεως». Μέχρι πότε θα μένουμε στην εξορία»; Και ερμηνεύοντας τον 47ο ψαλμό σημειώνει; «Συνεχώς και πάντοτε να στρέφουμε το νου μας προς την πόλι μας, την Ιερουσαλήμ και να φανταζόμαστε πάντα τις ομορφιές της – «αυτής τα κάλλη διαπαντός φανταζόμενοι».
Είναι η μητρόπολις του βασιλέως των αιώνων. Σ’ αυτήν υπάρχουν τα πνεύματα των δικαίων, οι χοροί των Πατριαρχών, των Αποστόλων και όλων των αγίων. Σ’ αυτήν όλα είναι σταθερά και αμετακίνητα. Σ’ αυτήν υπάρχουν οι ομορφιές πού δεν φθείρονται και πού δεν φαίνονται – «τα άφθαρτα και αθέατα κάλλη».

Πόλις πανέμορφη, πόλις με άφθαρτα και αθέατα κάλλη. Η ωραιότερη πόλις των αιώνων, των εθνών, του σύμπαντος. Εμπρός λοιπόν να την γνωρίσουμε.
Με ξεναγούς πρώτα τους Αγίους της Π. Διαθήκης και στην συνέχεια της Κ. Διαθήκης. Με την βοήθεια των πρώτων θα την αντικρίσουμε θαμπά, «σκιωδώς», ενώ με των δεύτερων καθαρώτερα.
Αρχίζουμε με τον μεγάλο Αβραάμ. Στην χώρα της Παλαιστίνης όπου μετώκησε με εντολή του Θεού δεν ήθελε να εγκατασταθεί κάπου μόνιμα. Περιφρονούσε κώμες και πόλεις. Γυρνούσε πότε εδώ και πότε εκεί μαζί με τους πολυάριθμους δούλους του και τα ποίμνια του. Κάθε τόσο έλεγε «πάροικος και παρεπίδημος εγώ ειμί». Το ίδιο ισχύει και για τους διαδόχους του Πατριάρχες Ισαάκ και Ιακώβ. Όταν έλεγε ο Αβραάμ στους Χαναναίους ότι είναι πάροικος και παρεπίδημος νόμιζαν ότι οφειλόταν αυτά στην απομάκρυνση από την πατρίδα του. Αλλά εκείνος εννοούσε το ότι βρισκόταν μακριά από την πόλη του Θεού. Ο Αβραάμ δεν σκεφτόταν την επίγεια πατρίδα του, αλλά την επουράνια.
Οπωσδήποτε ο Θεός του την είχε δείξει σε όραμα. Μαγεύτηκε ο νους του και δεν έβλεπε τον καιρό να εγκαταλείψη την γη για να κληρονομήσει την ουρανιά πόλη.
«Ομολόγησαν – γράφει ο Απόστολος Παύλος – ότι είναι ξένοι και παρεπίδημοι πάνω στην γη. Με αυτά τα λόγια δείχνουν ότι επιζητούν πατρίδα. Και αν βέβαια είχαν στον νου τους εκείνη από όπου έφυγαν, είχαν τον χρόνο να ξαναγυρίσουν. Αλλά τώρα λαχταρούν καλύτερη πατρίδα, δηλαδή επουράνια. Γι’ αυτό και ο Θεός δεν ντρέπεται να ονομάζεται δικός τους Θεός. Και τους έχει ετοιμάσει πόλη» (Έβρ. 11,13-16).
Οι Πατριάρχες λοιπόν της Π. Διαθήκης το γνώριζαν πολύ καλά πώς υπάρχει στον ουρανό μία θεοκατασκεύαστη πόλη, πού τους περιμένει. Η ομορφιά της Ουρανίας αυτής πατρίδας έσβηνε κάθε πόθο προς την επίγεια. Και ο Δαβίδ επίσης είδε την άνω Ιερουσαλήμ. Και μάλιστα αντίκρισε κι ένα ποτάμι να κυλάει ανάμεσά της. Άκουσε και τον ευχάριστο ήχο των ζωηρών υδάτων του:
«Του πόταμου τα ορμήματα ευφραίνουσι την πόλιν του Θεού» (ψαλμ, 45ος)
Ας μη νομίσει κανείς ότι πρόκειται για την κάτω Ιερουσαλήμ, γιατί απ’ αυτήν δεν περνάει κανένας ποταμός με ορμητικά ύδατα. Σχετικά παρατηρεί ο αδελφός του Μ. Βασιλείου άγιος Γρηγόριος Νύσσης: «Τα ορμητικά νερά του θεϊκού ποταμού, δηλαδή τα διάφορα χαρίσματα του αγίου Πνεύματος ευφραίνουν την επουράνια πόλη του Θεού…».
Αλλά και ο Δαβίδ και η πόλις του έχουν να μας μιλήσουν για την άνω Ιερουσαλήμ. Μετέβαλε μία άσημη πόλη την Ιεβούς σε Ιερουσαλήμ, σε πολιτικό και θρησκευτικό κέντρο του Ισραηλιτικού λάου. Την έκανε πρωτεύουσα πού ένωσε το δωδεκάφυλο. Εβασίλευσε σ’ αυτήν με δικαιοσύνη, «ποιών κρίμα και δικαιοσύνην επί πάντα τον λαόν αυτού» (Β’ Βασ. 8,15). Την περιέβαλε με επιβλητικά τείχη και ισχυρές πύλες. Και η τοποθεσία, άκρως κατάλληλη. Μέρος υψηλό και απόρθητο. Ο δρόμος προς αυτήν, ανηφορικός. Πορεία ανοδική. Όλα αυτά με μυστικό τρόπο μιλούν για την άνω Ιερουσαλήμ. Μυστικές προεικονίσεις.
Το ύψος της κάτω Ιερουσαλήμ εικονίζει το ουράνιο ύψος της άνω πόλεως. Η ανάβασις προς αυτήν, την ιερή άνοδο προς τις αρετές, τον Θεό, την Ουρανία πατρίδα. Τα ισχυρά τείχη της μίας, τα αντίστοιχα απόρθητα τείχη της άλλης. Η δίκαιη βασιλεία του Δαβίδ, τον βασιλέα της άνω Ιερουσαλήμ πού «αγάπησε την δικαιοσύνη και εμίσησε την ανομία». Τι ωραίο πού ήταν στο χρόνια του Δαβίδ να βλέπεις να συρρέουν στην Ιερουσαλήμ όλες οι φυλές του Ισραήλ, και μάλιστα στις ωραίες θρησκευτικές τελετές. Αυτό αινιγματικά προτυπώνει την μελλοντική συγκέντρωση όλων των κατά πνεύμα Ισραηλιτών από όλα τα έθνη στην ουράνια πόλη.
Υπέροχα λόγια για την άνω Ιερουσαλήμ σημειώνει ο προφητάναξ στον 86ο ψαλμό. Την αντιδιαστέλλει από την κάτω Ιερουσαλήμ, την αποκλειστική κατοικία των Εβραίων. Σ’ αυτήν θα συγκεντρωθούν σεσωσμένοι από όλα τα έθνη. Χαναναίοι πού αντιπροσωπεύονται από την Ραάβ. Ανατολικοί λαοί πού εκπροσωπούνται από τους Βαβυλωνίους. Λαοί των περιοχών της Μεσογείου πού υποδηλώνονται από την φοινικική Τύρο. Φυλές της Αφρικής πού επισημαίνονται με τους Αιθίοπες.
Για όλους αυτούς η πόλις του Θεού θα είναι μητέρα. Ο καθένας, θα αναφωνεί: «Μητέρα μου, Σιών»! («Μήτηρ Σιών ερεί άνθρωπος» – στ. 51.)
Γίνεται λόγος σ’ αυτόν τον Ψαλμό για την υψηλή θέση της πόλεως και για τα ισχυρά θεμέλια της πού κατασκευάσθηκαν από τον ίδιο τον Θεό: «Οι θεμέλιοι αυτού εν τοις όρεσι τοις αγίοις… Αυτός εθεμελίωσεν αυτήν ο Ύψιστος» (στ. 1 και 5).
Όλοι οι κάτοικοί της θα πλέουν σε πέλαγος ευτυχίας. «Ως ευφραινομένων πάντων η κατοικία εν σοί» (στ. 7). Ορισμένες έννοιες αυτού του Ψαλμού αναφέρονται στην Εκκλησία. Μεταξύ όμως της Εκκλησίας και της άνω Ιερουσαλήμ δεν υπάρχουν διαφορές, αφού η δεύτερη αποτελεί την φυσική κατάληξη της πρώτης. Πόλις του θεού είναι η Εκκλησία και «δεδοξασμένα ελαλήθη περί αυτής». Όμοια και η άνω Ιερουσαλήμ είναι Εκκλησία, «Εκκλησία πρωτοτόκων» όπως το λέει ο Απόστολος Παύλος.
Αλλά και ο Τωβίτ μας ομιλεί για την ένδοξη πόλη. Βρέθηκε αιχμάλωτος των Ασσυρίων στην Νινευή, μετά την καταστροφή του βορείου βασιλείου των Εβραίων. Πόσο εντυπωσιακά είναι τα λόγια του στην δοξολογητική του προσευχή! Πόσο περίλαμπρη οραματίζεται την πόλη του Θεού!
«Ας δοξάζη η ψυχή μου των Θεό
τον μεγάλο βασιλέα,
διότι θα οικοδομηθή η Ιερουσαλήμ
με ζαφείρι και σμαράγδι·
τα τείχη σου με πολύτιμα πετράδια·
και οι πύργοι και οι προμαχώνες με καθαρό χρυσάφι.
Και οι πλατείες της Ιερουσαλήμ
θα κατασκευασθούν με πολύτιμα πετράδια,
βήρυλλο, άνθρακα και λίθο από το Σουφείρ».
(Τωβίτ, 13,15-18)
Αυτά δείχνουν την μελλοντική δόξα, όχι της επίγειας αλλά της άνω Ιερουσαλήμ και μας φέρνουν στο νου τα οράματα του θεολόγου, στην Πάτμο. Ακόμη στα μάτια του Τωβίτ η Ιερουσαλήμ προβάλλει σαν ένας απέραντος ναός πού αντηχεί από δοξαστικές υμνωδίες:
«Και θ’ αναφωνούν όλοι οι δρόμοι της,
αλληλούια,
και θ’ ακούγωνται τα δοξολογικά λόγια:
Ευλογητός ο Θεός
πού ύψωσε όλους τους αιώνες».(13,18)
Πιο ενθουσιαστικά μας ομιλεί για την Θεοκατασκεύαστη πόλη ο προφήτης Ησαΐας:
«Να φωτίζεσαι, να φωτίζεσαι, ω Ιερουσαλήμ,
διότι ήρθε το φως σου.
και η δόξα του Κυρίου
ανέτειλε σε σένα». (60,1)
Ποιος δεν θα ζήλευε τα μάτια του μεγάλου προφήτη πού αντίκρισαν το υπέρλαμπρο φως της αχειροποίητης πόλεως! Την αντίκρισαν μέσα σε αστραφτερή θεϊκή δόξα, μέσα σε Ιερή φωτοπλημμύρα. Τέτοια υπερβολή φωτός αχρηστεύει κάθε ανάγκη υλικού φωτισμού:
«Και δεν θα έχεις τον ήλιο
για να σε φωτίζει την ημέρα
ούτε το φεγγάρι
για να σε φωτίζει τη νύκτα,
αλλά θα είναι για σένα ο Κύριος
φως αιώνιον». (60,19)
Γεμάτη φως, αλλά και γεμάτη πλούτη. Χάνεται το μυαλό του ανθρώπου από τον πλούτο και την πολυτέλεια της ουράνιας πόλεως. Τα πλούτη της Νινευή ή της Βαβυλώνας δεν δέχονται την παραμικρή σύγκριση. Αυτή είναι η πλουσιότερη πόλη του σύμπαντος. Σ’ αυτήν θα συρρέουν όλα τα πλούτη της οικουμένης, οι στίχοι του προφήτου είναι πολύ εκφραστικοί:
«θα θηλάζεις από τα έθνη γάλα, και θα τρως τον πλούτο των βασιλέων» (60,16). «Ο πλούτος της θάλασσας θα έρθει σε σένα, και ο πλούτος των εθνών και των λαών… θα κουβαλήσουν χρυσάφι και λιβάνι και πολύτιμους λίθους» (60,5-6). Αντί για χαλκό θα σου φέρω χρυσάφι, και αντί για σίδερο ασήμι» (60,17). «θα κάνω τα θεμέλια σου με ζαφείρι. θα κάνω τις επάλξεις σου με ίασπι (διαμάντι πού κρυσταλλίζει, συνήθως κόκκινο), τις πύλες σου με κρυστάλλινες πέτρες και το τείχος σου με εκλεκτά πετράδια (54, 1 1-12).
Οι εχθροί της θα έχουν νικηθεί και θα υπάρχει τέτοια ασφάλεια πού οι πύλες της θα παραμένουν συνεχώς ανοιχτές: «Και θα ανοιχθούν οι πύλες σου για πάντα. Ημέρα και νύχτα δεν θα κλείνουν» (60,11).
Απερίγραπτη χαρά θα βασιλεύει εκεί, «Θα έρθουν στην Σιών με ευφροσύνη και με αιωνία αγαλλίαση. Πάνω στο κεφάλι τους θα υπάρχει μεγάλη χαρά και δοξολογία, θα τους καταλάβει ευφροσύνη. Έφυγαν η οδύνη, η λύπη και ο στεναγμός» (51,11). «θα σε καταστήσω γεμάτη αιωνία αγαλλίαση και γεμάτη ευφροσύνη σ’ όλες τις γενεές (60,15). «Θα είσαι στεφάνι ομορφιάς στο χέρι του Κυρίου και βασιλικό στέμμα στο χέρι του Θεού σου» (62,3). «Όπως ακριβώς ευφραίνεται ο νυμφίος με τη νύφη, έτσι θα ευφρανθεί ο Κύριος με σένα» (62,5). Θα είναι η πόλις του Θεού παγκοσμία μητέρα. Απ’ όλα τα μέρη της οικουμένης θα ξεκινήσουν γι’ αυτήν τα παιδιά της. Θα πετάνε προς αυτή όπως τα περιστέρια και θα τρέχουν όπως τα σύννεφα. «Σήκωσε γύρω τα μάτια σου και δες συγκεντρωμένα τα παιδιά σου. Να, έφθασαν όλοι οι γιοί σου από μακριά» (60,4).
Ας έρθουμε στην Καινή Διαθήκη. Ο Κύριος έμμεσα ομιλεί για την άνω Ιερουσαλήμ όταν λέει το βράδυ του Μυστικού Δείπνου: «Στο σπίτι του Πατέρα μου υπάρχουν πολλοί τόποι διαμονής. Αν δεν υπήρχαν θα σας το έλεγα. Πηγαίνω να σας ετοιμάσω τόπο. Και αφού θα πάω και θα σας ετοιμάσω τόπο, θα έρθω πάλι για να σας παραλάβω κοντά μου, ώστε να βρισκόσαστε και σεις οπού βρίσκομαι εγώ. (Ιωάν.14,2-3).
Μ’ αυτά τα λόγια η άνω Ιερουσαλήμ χαρακτηρίζεται σαν «οικία του Πατρός». Εκεί θα κατοικεί ο μόνος φυσικός Υιός αλλά και οι μυριάδες κατά χάριν υιοί. Όλα τα παιδιά του Θεού στο σπίτι του Πατέρα. Το πατρικό σπίτι βρίσκεται στην πατρίδα. Και η πατρίδα είναι για τον καθένα μια άλλη μητέρα. Αυτήν την αλήθεια την τονίζει ο Απόστολος Παύλος στην επιστολή του προς Γαλατάς, όταν συγκρίνει τις δύο διαθήκες και τις δύο Ιερουσαλήμ:
«Η δε άνω Ιερουσαλήμ
ελευθέρα εστίν,
ήτις εστί μήτηρ πάντων ημών».
(Γαλάτ. 4.26)
Μητέρα όλων των Χριστιανών, όλων των ευσεβών. Μητέρα πού προεικονίζεται όχι από την Άγαρ, αλλά από την Σάρρα, όχι δηλαδή από την δούλη αλλά από την ελεύθερη. Η δούλη Άγαρ εικονίζει την επίγεια Ιερουσαλήμ. Κι αυτό σημαίνει ότι εκεί στην ουρανιά πατρίδα θα απελευθερωθούμε από κάθε κακό, κάθε πειρασμό, κάθε εχθρό κάθε στεναγμό. Όλα τα δεσμά, της αμαρτίας, της φθοράς, του θανάτου θα σπάσουν. Ελεύθεροι στην αγκαλιά της μητέρας μας. Σαν τον Ισαάκ στην αγκαλιά της Σάρρας κάτω από την σκέπη του μεγάλου Αβραάμ. Σάρρα η άνω Ιερουσαλήμ και Αβραάμ ο οικοδεσπότης και πατέρας Θεός. Έτσι παρουσιάζει τα πράγματα ο ουρανοβάμων Παύλος στην προς Γαλατάς επιστολή.
Στην προς Εβραίους κάνει εκτενέστερο λόγο, καθώς αναφέρεται στους Πατριάρχες της Π. Διαθήκης πού είχαν στραμμένο το βλέμμα τους προς την επουράνια πόλη και πατρίδα. Πολύ ενθουσιαστικά ομιλεί γι’ αυτήν όταν παραλληλίζει τα δύο όρη (11,18-22). Το ένα, το Σινά, και το άλλο, την ουράνια Σιών:
«Προσήλθατε στην Σιών,
στο όρος και στην πόλη του ζωντανού θεού
στην επουράνια Ιερουσαλήμ
και στους αναρίθμητους αγγέλους,
στο πανηγύρι και στην εκκλησία των πρωτοτόκων
πού είναι γραμμένοι στους ουρανούς,
και στον θεό τον κριτή όλων,
και στα αγιασμένα πνεύματα των δικαίων».
(12, 22-23)
Στην ίδια επιστολή ξεπροβάλλει και άλλη αλήθεια. Ο Χριστιανός δεν μπορεί να συνδέεται με κάποια επίγεια πόλη και πατρίδα. Ο Εβραίος σκέπτεται την Ιερουσαλήμ στην Παλαιστίνη. Ο Χριστιανός όμως στρέφεται προς την πόλη πού θα εμφανιστεί σε χρόνο μελλοντικό.
«Ου γαρ έχομεν ώδε μένουσαν πόλιν,
αλλά την μέλλουσαν επιζητούμεν».
«Δεν έχουμε εδώ πόλη πού μένει, αλλά λαχταρούμε την μελλοντική πόλη» (13,14)
Και τώρα ταξιδεύουμε στην Πάτμο, για να πληροφορηθούμε από ένα γέροντα Απόστολο με μεγαλύτερη ακρίβεια για την πόλη των επιθυμιών μας. Δύο φορές την αντίκρισε ο άγιος Ιωάννης. Την πρώτη -πράγμα παράδοξο – σαν πόλη και συγχρόνως σαν νύμφη. Πόλις – νύμφη! Τέτοια παράδοξα μόνο στην Αγία Γραφή υπάρχουν. «Είδα την πόλι την αγία, την Ιερουσαλήμ, να κατεβαίνη από τον ουρανό από τον Θεό ετοιμασμένη σαν νύμφη, στολισμένη για τον άνδρα της» (21,2). Θαυμαστό το όραμα. Μεγαλειώδες και το άκουσμα: «Και άκουσα δυνατή φωνή από τον ουρανό να λέει: Ιδού η σκηνή του Θεού και των ανθρώπων. Θα σκηνώση μαζί τους. Αυτοί θα είναι ο λαός του. Και αυτός ο Θεός θα είναι μαζί τους» (21,3).
Νύμφη η αγία Ιερουσαλήμ. Νυμφίος ο Χριστός. Και η νύμφη «κεκοσμημένη». Με τι στολίδια; Με καθαρότητα, με πραότητα, με εγκράτεια, με ταπείνωση, με αγάπη, με κάθε αρετή, με αγώνες, με νίκες, με αίματα, με θυσίες. Η ώρα του Ιερού γάμου πλησιάζει. Μας έρχονται στον νου τα λόγια κάποιας παραβολής: «Παρομοιάσθηκε η βασιλεία των ουρανών με άνθρωπο βασιλέα πού έκανε γάμους στον γιό του» (Ματθ. 22,2).
Ο Θεός και οι άνθρωποι στην ίδια σκηνή! Ο Θεός ομόσκηνος μ’ εμάς! Πλήρης Θεοκοινωνία. Θεία και θεοποιός μέθεξις. Στο δεύτερο όραμα της Νέας Ιερουσαλήμ διευκρινίζονται καλύτερα τα πράγματα. Παρέχονται λεπτομέρειες, και πολλά σημεία θυμίζουν τον προφήτη Ησαΐα. Ένας άγγελος παίρνει τον ηγαπημένο μαθητή και τον ανεβάζει ψηλά για να του δείξη την γυναίκα του Αρνίου – «δεύρο δείξω σοι την νύμφην την γυναίκα του Αρνίου» (21,9). Ανέβασμα σε μεγάλο και ψηλό βουνό. Και να! Από τα βάθη του ουρανού ξεπροβάλλει η αγία πόλις και κατεβαίνει. Και όλο και καθαρότερα φαίνεται. Ολόκληρη αστράφτει από θεϊκή δόξα. Η λάμψις της μοιάζει με διαμαντιού πού κρυσταλλίζει. Περιβάλλεται με ψηλό και με μεγάλο τείχος. Οι πύλες της, δώδεκα, τρεις σε κάθε πλευρά. Σε κάθε μία, και το όνομα μιας φυλής του Ισραήλ. Άλλα δώδεκα ονόματα βλέπουμε στα δώδεκα θεμέλια του τείχους. Των δώδεκα Αποστόλων.

Ο άγγελος πού συνόδευε τον Ιωάννη κρατούσε ένα χρυσό καλάμι για μέτρο, για να μετρήση την πόλη και τις πύλες της και το τείχος της. Η πόλις είναι τετράγωνη, με ίσα το μήκος, το πλάτος. Και το υψηλότερο της σημείο, εκεί πού είναι ο θεϊκός θρόνος έχει πάλι την ίδια διάσταση. Το μέτρο έδειξε ότι κάθε πλευρά της ανερχόταν στα 12.000 στάδια. (Το στάδιο αντιστοιχεί με 185 μέτρα. Έτσι έχουμε 2.220 χιλιόμετρα). Πόλις υπερμεγέθης. Πλούσια σε άνεση χώρου. Να σημειώσουμε ότι της Βαβυλώνας της μεγαλύτερης πόλεως του αρχαίου κόσμου κάθε πλευρά είχε μήκος 120 στάδια. Μετρήθηκε και το ύψος του τείχους και βρέθηκε 144 πήχεις. Σχετικά χαμηλό σε σύγκριση με το ύψος της πόλεως, αλλά δεν χρειαζόταν περισσότερο, και γιατί η πόλις δεν θέλει προστασία και για να μη κρύβεται η θέα της. Και το υλικό του τείχους, ίασπις.
Καθώς κατερχόταν η αγία πόλις, ο θεολόγος την διέκρινε πιο καθαρά. Τώρα ξεχώριζε και το υλικό των οικοδομών της. Όχι πλίνθοι, Όχι πέτρες, αλλά χρυσάφι. Τα πάντα ολόχρυσα. Και το χρυσάφι, εκλεκτής ποιότητος, ανάλαφρο, στιλπνό, διαυγές σαν γυαλί:
«Και η πόλις χρυσίον καθαρόν,
όμοιον υάλω καθαρώ». (21,18)
Ω, τι ανείπωτο μεγαλείο! Μία απέραντη πόλις να πλέει μέσα στο χρυσάφι. Τι θα ένοιωσε ο άγιος Ευαγγελιστής σαν την αντίκρισε. Τώρα διακρίνεται καλύτερα το τείχος της. Και πρώτα απ’ όλα οι πελώριοι θεμέλιοι λίθοι. Ο καθένας έχει μήκος 3.000 στάδια, δηλαδή 555 χιλιόμετρα. Κι’ ο καθένας ξεχωριστή λάμψη και ομορφιά. Δώδεκα γιγαντιαία πολύτιμα πετράδια: ίασπις, ζαφείρι, χαλκηδών, σμαράγδι, σαρδόνυχας, σάρδιο, χρυσόλιθος, βήρυλλος, τοπάζιο, χρυσόπρασος, υάκινθος και αμέθυστος.
Πω, πω! Τι ομορφιές, τι χρώματα! Από το ζαφείρι και τον υάκινθο γαλάζιες λάμψεις, από τον βήρυλλο πρασινογάλαζες. από τον χρυσόπρασο χρυσοπράσινες, από τον χαλκηδόνα (=αχάτη) καφετιές και άσπρες και άλλες, από τον ίασπι διαμαντένιες, από τον σαρδόνυχα καστανοκόκκινες, από τον χρυσόλιθο χρυσοκίτρινες, από τον αμέθυστο μενεξεδένιες. Χάρμα Οφθαλμών! Και από το τοπάζιο πάλι, τι λάμψεις! Αυτό το πολύτιμο πετράδι διαθέτει την χάρη του κρυστάλλου, την διαύγεια του νερού και χρώματα άλλοτε κίτρινο, άλλοτε γαλάζιο, υπέρυθρο, κόκκινο. Αλλά και το σάρδιο; Πολύτιμο πετράδι πού έβγαινε στις Σάρδεις, με κοκκινωπό χρωματισμό σαν της φωτιάς και του αίματος – «πυρωπόν και αιματοειδή». Λες και ξεχύθηκαν πανέμορφα ουράνια τόξα. «Οι θεμέλιοι του τείχους της πόλεως παντί λίθω τιμίω κεκοσμημένοι» (21,19)
Ανεκλάλητα κάλλη. Διαχύσεις και αντανακλάσεις λάμψεων και χρωμάτων. Μαγευτική χρωματοφωτοπλημμύρα. Ξεχείλισμα Ουρανίας ομορφιάς και δόξας. Τα δώδεκα πανέμορφα θεμέλια εικονίζουν τους Αποστόλους.
«Επάνω σ’ αυτά είναι τα δώδεκα ονόματα των δώδεκα Αποστόλων του Αρνίου» (21,14). Αν ήθελε κανείς να περιγράφη την πνευματική χάρη των Αποστόλων την ημέρα της Πεντηκοστής, καθώς κι εκείνη πού απέκτησαν αργότερα με την δράση τους και τα παθήματά τους, δεν θα εύρισκε καλύτερη εικόνα απ’ αυτή, θεϊκές λάμψεις από ουράνια πολύτιμα πετράδια είναι οι αρετές, η σοφία, η δύναμις, η αξία, τα χαρίσματα, η δόξα των Αποστόλων. «Έθετο ο Θεός εν τη εκκλησία πρώτον μεν αποστόλους» (Α’ Κορ. 12.28).
Και κάτι για τους ετεροδόξους: Τα δώδεκα θεμέλια όλα ίσα. Δεν ξεχωρίζει κανένα πάνω από τα άλλα. Ισότης μεταξύ των Αποστόλων πού σημαίνει ισότητα και μεταξύ των διαδόχων των Αποστόλων. Ίση χάρις και εξουσία και δόξα. Διαφορετική πίστις «εκ του πονηρού εστίν». Κύριε, «ρύσαι ημάς από του πονηρού».
Και να, τώρα ξεχωρίζουν και οι πύλες της θεοκατασκεύαστης πόλεως. Γεμάτες κάλλος, στιλπνότητα και διαύγεια. Μαργαριταρένιες. «Και οι δώδεκα πυλώνες δώδεκα μαργαρίται» (21,21). Κάθε πύλη κι ένα θεόρατο μαργαριτάρι. Σύμβολο πνευματικής καλλονής. Μακάριοι όσοι αξιωθούν να περάσουν τις λαμπρές μαργαριταρένιες πύλες.
Τώρα φαίνεται και το κέντρο της πόλεως. Μια πλατειά με παραμυθένια ομορφιά, ολόχρυση, με χρυσάφι καθαρό και διαυγές σαν το γυαλί. «Και η πλατεία της πόλεως χρυσίον καθαρόν ως ύαλος διαυγής»(21,21). Αλλά περίεργο πράγμα! Εκεί στο κέντρο θα έπρεπε να ανυψώνεται περίλαμπρος Ναός. Πουθενά όμως Ναός. Ούτε σε άλλα σημεία της πόλεως. Παράδοξο! Αντί η πόλις να διαθέτη Ναό, δηλαδή κατοικία του Θεού, συμβαίνει το αντίθετο, ο Θεός και ο Χριστός αποτελούν το κατοικητήριο της πόλεως. Όλη η πόλις είναι βουτηγμένη μέσα στον Θεό. Όλη η πόλις, ένας υπερμεγέθης Ναός. «Ο γαρ Κύριος ο Θεός ο παντοκράτωρ ναός αυτής εστί, και το Αρνίον» (21,22).
Η πόλις, όπως το σημείωσε και ο προφήτης Ησαΐας, δεν χρειάζεται ήλιο και φεγγάρι για να φωτίζουν. Φωτίζεται από την δόξα του Θεού, και για λάμπα της έχει τον Χριστό – «ο λύχνος αυτής το Αρνίον» (21,23). Το φως πού πάνω στο Θαβώρ ξεχύθηκε από το σώμα του Χριστού και ξεπέρασε σε λάμψη το φως του ήλιου, αυτό το θαβώριο φως σε μεγαλύτερη ένταση καταυγάζει τα μήκη, τα πλάτη και τα ύψη της Ουρανίας πόλεως. Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς ονόμασε το θαβώριο φως «καλλονήν του μέλλοντος αιώνος». Και αυτήν την υπερκαλλή ωραιότητα αντίκρισαν τα μάτια του Ιωάννου σκορπισμένη στην πόλη του Θεού. Το υψηλότερο σημείο της πόλεως φθάνει τα δώδεκα χιλιάδες στάδια. Εκεί είναι στημένος ο θρόνος του Κυρίου. Από εκεί ξεπηγάζουν οι χάριτες οι δωρεές και οι ευλογίες του Αγίου Πνεύματος. Σ’ αυτήν την πόλη τελείται μια διαρκής Πεντηκοστή. Το πράγμα παρουσιάζεται συμβολικά, με την εικόνα του ποταμού. Για τον ίδιο ποταμό μίλησε, όπως αναφέραμε, και ο Δαβίδ. Τα νερά του πόταμου σκορπίζουν την ζωή, είναι γεμάτα φως, λάμπουν, διασχίζουν χαρούμενα την πόλη και την πλατεία. Η μέση της πλατείας συμπίπτει με την μέση του πόταμου.

Εκεί ακριβώς στο κέντρο του ξεπροβάλλει το μυριοπόθητο, το αξιομακάριστο και πολυύμνητο δένδρο της ζωής. Τα νερά του Ιερού ποταμού το χτυπούν, το χαϊδεύουν και το δροσίζουν απ’ όλες τις πλευρές. Η γονιμότητα του πρωτοφανής και ακατάπαυστος. Όχι μία αλλά δώδεκα φορές το έτος καρποφορεί. Κάθε μήνα νέα φρουτοπαραγωγή. Και τα φύλλα του θεραπεύουν κάθε αρρώστια. Μακάριος όποιος γευθεί τους γλυκύτατους, τους μυρωδάτους, τους ζωοποιούς και θεοποιούς καρπούς του. Μακάριος κι όποιος τους προγεύθηκε εδώ κάτω στο Μυστήριο της θείας Ευχαριστίας. Υπάρχουν και κάποιες σπάνιες περιπτώσεις πού στο στόμα των πιστών η θεία Κοινωνία πήρε την γλυκύτητα και την ευωδιά ουρανίου καρπού. «Μακάριοι όσοι εφαρμόζουν τις εντολές του θεού. Αυτοί θα έχουν δικαίωμα να γεύωνται το δένδρο της ζωής. Αυτοί θα έχουν δικαίωμα να περάσουν από τις πύλες μέσα στην πόλη» (22,14).
Χωρίς τήρηση των θείων εντολών, ας μη περιμένουμε μελλοντική μακαριότητα. Φορτωμένοι με κακίες δεν θα μπορέσουμε να μπούμε στην ουρανιά πόλι. «Δεν πρόκειται να μπει σ’ αυτήν τίποτε το μολυσμένο και όποιος πράττει βδελυκτά πράγματα και ακολουθεί το ψεύδος» (21,27). «Έξω τα σκυλιά και οι μάγοι και οι ανήθικοι και οι φονιάδες και οι ειδωλολάτρες» (22,15).
Η άνω Ιερουσαλήμ είναι γεμάτη φως και ζωή. Όποιος ζει αμαρτωλά, βρίσκεται μέσα στο σκοτάδι και τον θάνατο. Πώς να συνταιριάξουν αυτά; Ο άγιος Μακάριος ο Αιγύπτιος, στην 30η πνευματική του ομιλία σημειώνει σχετικά: «Όπως ο νεκρός σε μία πόλη είναι εντελώς άχρηστος και τον βγάζουν έξω και τον θάβουν, έτσι και η ψυχή πού δεν έχει επάνω της την επουράνια εικόνα του θεϊκού φωτός, πού είναι η ζωή της, είναι αποτυχημένη και απόβλητη. Δεν μπορεί σε τίποτε απολύτως να χρησιμεύσει στην πόλη εκείνη των αγίων, αφού δεν φορεί την φωτεινή και θεϊκή χάρη του Πνεύματος. Είναι γι’ αυτούς νεκρή και άχρηστη».
Εκεί όλα είναι φωτεινά και ένδοξα. Καμιά φορά ταξιδεύοντας έτυχε ν’ αντικρίσω σε ώρες δειλινού προς την δύση κάποια φαντασμαγορικά ηλιοβασιλέματα με διάχυτες φωτεινόχρωμες ομορφιές. Κι αυτά τα ουράνια κάλλη μου θύμισαν τις ένδοξες φωτοχυσίες της άνω Ιερουσαλήμ. «Ο Κύριος εβασίλευσεν, ευπρέπειαν ενεδύσατο».
Εκεί, αν με ελεήσει ο Θεός, αναλογίζομαι πώς θα συναντήσω τα πιο αγαπημένα μου πρόσωπα ντυμένα με ηλιοειδή ενδύματα. Τους μεγάλους πατριάρχες της Π. Διαθήκης με την αλύγιστη πίστη. Τούς θαυμαστούς προφήτες, κι ανάμεσά τους τον ευλογημένο εκ κοιλίας μητρός Σαμουήλ και τον χαριτωμένο Ελισαίο πού κάποτε είχα αποστηθίσει τα θαύματά του. Τον σοφώτατο Δανιήλ πού αναξίως φέρω το όνομά του. Τον ηγαπημένο Ιωάννη με τις θεολογίες του και τα συγκλονιστικά του οράματα. Τον πεφιλημένο Απόστολο Παύλο πού έχει γίνει ένα κομμάτι της ζωής μου. Τον τρισευλογημένο άγιο Ιγνάτιο πού τόσο με γοήτευσαν τα λόγια των θεσπέσιων επιστολών του. Εκεί και τον Γρηγόριο τον θεολόγο, την συμπάθειά μου, πού κάποτε στον επιτάφιο της αδελφής του είχε πει:
«Γοργονία,
πατρίς μεν η ανω Ιερουσαλήμ,
η μη βλεπομένη
νοούμενη δε πόλις,
εν ή πολιτευόμεθα
και προς ην επεινόμεθα»
Εκεί και την οσιομάρτυρα Παρασκευή, πού βασανίσθηκε και απετμήθη την κεφαλήν για τον Κύριο, ιδιαιτέρως προστάτιδά μου. Εκεί και την νεαρή μεγαλομάρτυρα Αγία Μαρίνα, πού αξιωθήκαμε να της φτιάξουμε ένα όμορφο εξωκλήσι. Εκεί και τον σεβάσμιο Ρώσο ερημίτη π. Τύχωνα, πού τον γνώρισα σε ηλικία εικοσιέξι ετών σε ερημικό κελί του Αγίου Όρους – εκείνος ήταν ογδόντα, ο πρώτος θεοφόρος πού συνάντησα στην ζωή μου. Δίπλα του στεκόταν ένα μικρό αγρίμι, μία νυφίτσα, πού του συμπεριφερόταν σαν ήμερη γάτα. Σε ερώτηση γιατί όλοι οι χριστιανοί δεν έχουν την ίδια χάρη από το Άγιο Πνεύμα, ενώ αυτό είναι το ίδιο, έδωσε σοφή απάντηση: «Στην Εκκλησία πού πας ν’ ανάψεις κερί, αν δώσεις δέκα δραχμές παίρνεις μικρό, αν δώσεις είκοσι, μεγαλύτερο. Κι αν δώσεις εκατό, παίρνεις λαμπάδα. Έτσι γίνεται και με την χάρη του Αγίου Πνεύματος, όσο πιο πολλά δίνεις, τόσο πιο πολλά παίρνεις».
Εκεί ο κάθε πιστός θ’ αντικρίσει τους προσφιλείς αγίους και προστάτες, τους πνευματικούς του πατέρες και καθοδηγητές, σαν λαμπερά αστέρια να περιχορεύουν γύρω από τον Ήλιο της δικαιοσύνης.
Ας οπλιστούμε λοιπόν με θάρρος κι ας αγωνισθούμε να κατακτήσουμε τις άγιες αρετές του Χριστού, την εγκράτεια, την υπομονή, την ταπείνωση, την αγάπη και μέσα σ’ αυτές θα βρούμε τον δρόμο προς τις μαργαριταρένιες πύλες της άνω Ιερουσαλήμ, όπου ο υπέρφωτος θρόνος του Θεού και το ύδωρ της αθανάτου ζωής και οι καρποί του Ιερού δένδρου και το ανέσπερο φως της θεϊκής δόξης – «φως ιλαρόν αγίας δόξης».
Ω Ουρανία Πατρίδα, μη μας απορρίψης από τις μητρικές σου αγκάλες. Αξίωσέ μας να βαδίσουμε υπομονετικά και αθλητικά την στενή οδό για να καταλήξουμε στην αιθέρια απλοχωριά και απεραντοσύνη σου.
Αμήν
Και όποιος ακούει ας πει «γένοιτο»!

Share Button