Αρχιμ. Δανιήλ Γούβαλη: Η Γλωσσολαλιά και τα “πνευματικά”

(απόσπασμα από το βιβλίο: ΝΕΦΕΛΑΙ ΑΝΥΔΡΟΙ)
Στις Πεντηκοστιανές ομάδες δίδεται μεγάλη έμφασις στα χαρίσματα της γλωσσολαλιάς και της προφητείας. Επειδή αυτά υπήρχαν στην πρώτη χριστιανική Εκκλησία, και μάλιστα σε μεγάλο βαθμό, σε αφθονία, συμπεραίνουν ότι και σήμερα πρέπει να συμβαίνη το ίδιο.
Δηλαδή σε όποια θρησκευτική ομάδα σήμερα παρατηρούνται προφητείες, γλωσσολαλιές, ενύπνια, οράματα, εκστατικά φαινόμενα κ.τ.τ., σ’ αυτήν υπάρχει το Άγιο Πνεύμα, αυτή θεωρείται Αποστολική Εκκλησία. Αυτή αποτελεί συνέχεια της πρώτης Εκκλησίας μετά την Πεντηκοστή.
Αφού, λένε, στην αρχή έτσι ήταν τα πράγματα, έτσι πρέπει να είναι και τώρα. Ο συλλογισμός τους όμως είναι επιπόλαιος. Στην αρχή της Παλαιάς Διαθήκης με τον Μωϋσή και τον Ιησού του Ναυή και στην αρχή της Χριστιανικής Εκκλησίας με την Πεντηκοστή και τους Αποστόλους λαμβάνουν χώρα έκτακτα, υπερφυή, καταπληκτικά φαινόμενα, τα οποία όμως δεν επαναλαμβάνονται στους επόμενους αιώνες. Στο βιβλίο των Πράξεων των Αποστόλων, βλέπουμε ότι οι Απόστολοι μετά την Πεντηκοστή παρουσίαζαν πρωτοφανείς υπερφυσικές εκδηλώσεις. Αλλά το ίδιο συνέβαινε ακόμη και με τους επτά βοηθούς των, όπως λ.χ. με τον Στέφανο και τον Φίλιππο (πρβλ. στ’ 8, 15, 55, η’ 13, 38). Τότε στην αρχή, στο ξεκίνημα της Παλαιάς ή της Καινής Διαθήκης χρειάζονταν αυτά τα μεγάλα έξοχα γεγονότα.

Επίσης στην αρχή τόσο της Παλαιάς όσο και της Καινής Διαθήκης έπεφταν φοβερές τιμωρίες, για να εδραιωθούν οι ηθικοί νόμοι πού προέβαλλε ο Θεός στον λαό. Θα σταθούμε λίγο σ’ αυτό το σημείο. Θα υπενθυμίσουμε την σκληρή τιμωρία του κλέφτη Άχαρ (Π. Διαθήκη) καθώς και την παρόμοια τιμωρία του ζεύγους Ανανία και Σάπφειρας (Κ. Διαθήκη).
Σήμερα στις μεγάλες εορτές κοινωνούν πολλοί Χριστιανοί. Παρά ταύτα, δεν βλέπουμε να παθαίνουν κάτι κακό όσοι κοινωνούν αναξίως.
Στις πρώτες όμως ημέρες της χριστιανικής Εκκλησίας όποιος προσερχόταν αναξίως στη Θεία Ευχαριστία, ετιμωρείτο παραδειγματικά. Και αυτό, για να συνειδητοποιήσουν οι πρώτοι Χριστιανοί το μέγεθος της αμαρτίας. Όχι μόνο με αρρώστιες, αλλά και με θάνατο. Στην Α’ προς Κορινθίους επιστολή του Αποστόλου Παύλου αναφέρεται ότι εκείνοι πού έτρωγαν τον άρτο της Ευχαριστίας και έπιναν από το ποτήριο του Κυρίου αναξίως και χωρίς να διακρίνουν σ’ αυτά το σώμα και το αίμα του Κυρίου ετιμωρούντο με αρρώστιες καθώς και με θανάτους – «δια τούτο εν υμίν πολλοί ασθενείς και άρρωστοι και κοιμώνται ικανοί» (ια’ 30). «Κοιμώνται ικανοί» θα πη «αρκετοί πεθαίνουν»
Βλέπουμε λοιπόν, ότι στην αρχή γίνονται κάποια πράγματα πολύ διαφορετικά.
Η ίδια κατάστασις επικρατεί αντίστοιχα και στην Π. Διαθήκη. Στις πρώτες ημέρες της Συναγωγής, στα χρόνια του Μωϋσή και του Ιησού του Ναυή, τότε πού δόθηκε ο Νόμος και η Γη της Επαγγελίας, όποιος παραβίαζε κάποια εντολή υφίστατο παραδειγματική τιμωρία.
Προηγουμένως κάναμε μνεία της τιμωρίας κάποιου κλέφτη. Ας δούμε το περιστατικό με λεπτομέρειες. Η εντολή του Ιησού του Ναυή ήταν να μην απλώση Ισραηλίτης χέρι σε αντικείμενα από την κυριευθείσα Ιεριχώ πού αφιερώθηκαν στον Θεό. Ας διαβάσουμε λίγο στο 7ο κεφάλαιο του βιβλίου του Ιησού του Ναυή.
«Και είπε ο Ιησούς προς τον Άχαρ (ή Αχάν): Παιδί μου δώσε τώρα δόξα στον Κύριο τον Θεό του Ισραήλ και εξομολογήσου σ’ αυτόν και πες μου τώρα τι έπραξες. Μη μου το κρύψης. Και αποκρίθηκε ο Άχαρ προς τον Ιησούν και είπε: Αληθινά, εγώ αμάρτησα στον Κύριο τον Θεό του Ισραήλ και έπραξα ως εξής· είδα ανάμεσα στα λάφυρα μία καλή βαβυλωνιακή στολή και διακόσιους σίκλους ασήμι και χρυσό έλασμα πενήντα σίκλων, τα επεθύμησα και τα πήρα- και να, είναι κρυμμένα στην γη, στην μέση της σκηνής μου- και το ασήμι από κάτω από αυτά.
»Και απέστειλε ο Ιησούς ανθρώπους και έτρεξαν στην σκηνή, και να, ήταν κρυμμένα στην σκηνή του και το ασήμι από κάτω. Τα πήραν από την σκηνή και τα έφεραν στον Ιησού και σε όλους τους Ισραηλίτες και τα τοποθέτησαν ενώπιον του Κυρίου.
»Τότε ο Ιησούς και όλοι οι Ισραηλίτες έπιασαν τον Άχαρ τον γιο του Ζερά και το ασήμι και την στολή και το χρυσό έλασμα και τους γυιούς του και τις θυγατέρες του και τα βόδια του και τους όνους του και τα πρόβατά του και την σκηνή του και όλα όσα είχε, και τους ωδήγησαν στην κοιλάδα Αχώρ. Και είπε ο Ιησούς: «Γιατί μας κατετάραξες; Ο Κύριος αυτή την ήμερα θα σε καταταράξη». Και ολόκληρος ο Ισραηλιτικός λαός τον λιθοβόλησε. Και τους κατέκαυσαν μέ φωτιά- και τους λιθοβόλησαν. Και πάνω του έφτιαξαν ένα σωρό από μεγάλες πέτρες, ό οποίος παραμένει μέχρι σήμερα» (Ίησοϋς τοϋ Ναυή, ζ’ 19-26).
Είδατε πόσο σκληρά τιμωρήθηκε μία κλοπή! Γιατί; Διότι τότε στην αρχή, μόλις οι Ισραηλίτες έμπαιναν στην Γη της Επαγγελίας, ίσχυαν άλλα μέτρα. Μήπως λιγώτερο τιμωρήθηκαν τρία άτομα, ο Κορέ, ο Δαθάν και ο Αβειρών πού σήκωσαν μπαϊράκι εναντίον του Μωυσή; Άνοιξε η γη και τους κατάπιε. Και μάλιστα μαζί με τις οικογένειες τους και τις περιουσίες τους (Πρβλ. 16ο κέφ. Αριθμών).
Στην αρχή λοιπόν, στις πρώτες ημέρες του λαού της Παλαιάς Διαθήκης, αλλά και του λαού της Καινής Διαθήκης όλα έχουν ένα ιδιαίτερο χαρακτήρα. Όχι μόνο οι ευλογίες είναι πρωτοφανείς, αλλά και οι τιμωρίες. Ασυνήθιστα θαύματα. Πρωτάκουστες επεμβάσεις της ευλογούσης αλλά και της τιμωρούσης δεξιάς του Θεού.
Όταν αυτή η αλήθεια κατανοηθή καλά από τους Χριστιανούς, τότε θα φανή πόσο λανθασμένη είναι η θέσις των Πεντηκοστιανών, οι οποίοι νοσούν ότι κάποια έκτακτα και υπερφυσικά σημεία πού εμφανίσθηκαν στο ξεκίνημα της χριστιανικής Εκκλησίας, στις πρώτες ημέρες της, στις πρώτες δεκαετίες της μπορούν να συνεχίζωνται μέσα σ’ ένα συγκεκριμένο θρησκευτικό χώρο δηλαδή στον χώρο των δικών τους συνάξεων.
Όταν λοιπόν ένας Πεντηκοστιανός κηρύττη ότι πρέπει στην θρησκευτική σύναξι να υπάρχη γλωσσολαλιά, διότι έτσι γινόταν στην αρχή του Χριστιανισμού, δεν σκέπτεται σωστά. Αν ήταν σωστό αυτό, θα έπρεπε σήμερα στις εκκλησιαστικές συνάξεις όσοι κοινωνούν αναξίως να πέφτουν βαρειά άρρωστοι ή και να πεθαίνουν. Θα έπρεπε όποιος πει ψέματα στον ποιμένα της Εκκλησίας, σαν τον Ανανία και την Σάπφειρα, να πέφτη κάτω νεκρός.
Να σημειώσουμε ότι τα βιβλία της Κ. Διαθήκης πού γράφτηκαν στην δεκαετία του 60 μ.Χ. ή του 70 ή αργότερα δεν κάνουν την παραμικρή μνεία γλωσσολαλιάς.
Στα τέλη του 1ου, στον 2ο, στον 3ο και στους επόμενους αιώνες δεν υπήρχε στην Εκκλησία χάρισμα γλωσσολαλιάς. Μόνο σε κάποιες σπάνιες περιπτώσεις, όταν μεταδιδόταν ο Χριστιανισμός σε χώρες βάρβαρες, σε χώρες πού επί αιώνες επικρατούσε ειδωλολατρία, γινόταν κάποια εξαίρεσις του κανόνος.
Κάτι τέτοιο σημειώνει ο άγιος Ειρηναίος, ομιλώντας για την διάδοσι του Χριστιανισμού στους βαρβάρους της περιοχής της Γαλλίας.
Και σήμερα στην Ορθόδοξο Ιεραποστολή της Κορέας, υπήρξαν κάποιες περιπτώσεις κατά τις οποίες νεοφώτιστοι μετά την λήψι του χρίσματος παρουσίασαν γλωσσολαλιά. Επίσης άγιοι Γέροντες της Ορθοδοξίας, όπως ο αγιορείτης π. Ιλαρίων ο Ίβηρ (ΙΘ’ μ.Χ. αι.) όπως ο γνωστός π. Παΐσιος, όπως ο π. Πορφύριος έτυχε να συνομιλήσουν με ξενόγλωσσους ανθρώπους και να συνεννοηθούν μαζί τους, παρ’ όλο πού δεν γνώριζαν την γλώσσα τους. Αυτά βέβαια είναι σπάνια περιστατικά και συμβαίνουν μόνο στον χώρο της αληθινής Εκκλησίας και όχι των αιρέσεων.
Το ότι στα πρώτα βήματα του Χριστιανισμού εμφανίσθηκε, και μάλιστα σε έντασι και αφθονία το χάρισμα της γλωσσολαλιάς, είχε τότε κάποιο λόγο. Έφερε ένα μήνυμα. Ποιο; Ότι ο Θεός με την έναρξι τής Κ. Διαθήκης δέχεται στις αγκάλες του όλα τα έθνη. Όλες οι γλώσσες είναι ευλογημένες, όχι μόνο αυτή πού μιλούσαν οι Εβραίοι. Αποτελούσε ακόμη μία εντυπωσιακή παρουσία της θείας Χάριτος, η οποία χρειαζόταν τότε, διότι οι διάνοιες των ανθρώπων είχαν παχυνθή από την ειδωλολατρία αιώνων.
Πάνω σ’ αυτό το θέμα, ο ιερός Χρυσόστομος τονίζει τα εξής:
«Για ποιόν λοιπόν λόγο αυτή η χάρις (δηλ. η γλωσσολαλιά) περιωρίσθηκε κι εξαφανίσθηκε τώρα από τους ανθρώπους; Αυτό έγινε, όχι γιατί ο Θεός μας περιφρόνησε, αλλα γιατί μας τίμησε υπερβολικά. Πώς; Θα σάς το πω. Οι άνθρωποι τότε ήταν πιο ανόητοι, διότι μόλις απηλλάγησαν από την λατρεία των ειδώλων και το μυαλό τους ήταν ακόμη πιο παχύ και πιο αναίσθητο. Είχαν μεγάλη αδυναμία στα σωματικά και παραδίδονταν σ’ αυτά και καθόλου δεν γνώριζαν τι ακριβώς είναι η νοητή και αόρατη χάρις, η οποία γίνεται αντιληπτή μόνο με την πίστι. Γι’ αυτόν τον λόγο γίνονταν υπερφυσικά σημεία. Διότι άλλα από τα πνευματικά χαρίσματα είναι αόρατα και κατανοούνται μόνο με την πίστι και άλλα παρουσιάζουν κι ένα αισθητό σημάδι για να καταλάβουν κάτι οι άπιστοι.
»Ένα παράδειγμα. Η άφεσις των αμαρτιών είναι ένα πράγμα νοητό και αόρατο, διότι δεν βλέπουμε με τα σωματικά μάτια πώς καθαριζόμαστε από τις αμαρτίες. Γιατί έτσι; Διότι αυτή πού καθαρίζεται είναι η ψυχή, και η ψυχή βέβαια δεν βλέπεται με τα σωματικά μάτια. Λοιπόν, η κάθαρσις από τα αμαρτήματα είναι μία νοητή και πνευματική δωρεά, πού δεν μπορεί να γίνη αντιληπτή με τα σωματικά μάτια- αλλά η ομιλία ξένων γλωσσών, ενώ ανήκει και αυτή στην νοητή και αόρατη ενέργεια του Αγίου Πνεύματος, παρουσιάζει όμως και αισθητό σημάδι, εύκολα αντιληπτό και στους απίστους…
»Εγώ λοιπόν τώρα δεν έχω ανάγκη από υπερφυσικά σημεία. Γιατί; Διότι έμαθα να πιστεύω στον Δεσπότη Χριστό και χωρίς να μου δώση υπερφυσικό σημείο. Εκείνος βέβαια πού απιστεί, χρειάζεται ενέχυρο, ενώ εγώ πού πιστεύω δεν έχω ανάγκη ούτε από ενέχυρο ούτε από υπερφυσικό σημείο. Γνωρίζω ότι καθαρίσθηκα από τις αμαρτίες, και χωρίς να γλωσσολαλήσω. Εκείνοι όμως τότε δεν επίστευαν, εάν δεν τους εδίδετο υπερφυσικό σημείο».
Στην συνέχεια ο Χρυσορρήμων τονίζει ότι τότε πού υπήρχε άγνοια του Χριστιανισμού και απιστία, χρειαζόταν η γλωσσολαλιά προς βοήθειαν των απίστων. Παραπέμπει και σε σχετικό χωρίο της Α’ προς Κορινθίους επιστολής (Πρβλ. ιδ’ 22). Για τους ανθρώπους της εποχής εκείνης, οι χριστιανικές διδασκαλίες ήταν απρόσιτες. Για να γίνουν προσιτές χρειάζονταν ενέχυρα, εγγυήσεις, αποδείξεις και θαύματα. Όσα τους δίδασκαν οι Απόστολοι ήταν αόρατα και αφανή. Ο νέος Θεός ήταν άγνωστος και αφανής. «Εκείνοι ει μη έλαβον πρώτον σημείον και ενέχυρον, ουκ αν αύτω επίστευον περί των αφανών». Δηλαδή «εκείνοι αν δεν έπαιρναν πρώτα κάποιο σημάδι και κάποιο ενέχυρο, δεν θα επίστευαν στον Θεό, δεν θα επίστευαν σε πράγματα αόρατα». Και καταλήγει: «Εγώ και χωρίς αυτά παρουσιάζω τέλεια πίστι. Και γι’ αυτόν τον λόγο δεν γίνονται σήμερα υπερφυσικά σημεία» (πρβλ. Ιωάννου Χρυσοστόμου, Α’ ομιλία εις την Πεντηκοστήν).
Υπογραμμίζουμε μία φράσι του αγίου Πατρός, «ουχί ατιμάζοντος ημάς Θεού, αλλά τιμώντος έστι το συστείλαι την των σημείων επίδειξιν». Συνεστάλη η επίδειξις σημείων. Δηλαδή περιωρίσθηκε η πληθώρα των πνευματικών χαρισμάτων, τα οποία υπήρχαν στην αρχέγονο Εκκλησία. Αυτή η ενέργεια του Θεού σημαίνει τιμή προς τους Χριστιανούς. Δεν τους θεωρεί πια ο Θεός τους Χριστιανούς νήπια πού χρειάζονται ένα σωρό δωράκια, παιγνιδάκια και αρκουδάκια πού γεμίζουν ολόκληρο δωμάτιο.
Τότε στην αρχή, τότε παλαιά χρειάζονταν τα πολλά δωράκια. Γράφει ο ιερός Χρυσόστομος: «Παλαιά πολλοί προσεύχονταν σε ξένη γλώσσα… Περσικά ή λατινικά χωρίς ο νους τους να γνωρίζη αυτό πού λεγόταν στην ξένη γλώσσα» (ομιλία 35η στην Α’ Κορινθίους). «Το παλαιόν», στα παλαιά χρόνια, στο ξεκίνημα του Χριστιανισμού, όχι τώρα.
Ο Ειρηναίος, ενώ σ’ ένα σημείο αναφέρει γλωσσολαλιές, σε άλλο απαριθμώντας τα πνευματικά χαρίσματα, τις παραλείπει. Αυτό σημαίνει ότι στις ημέρες του άρχισε να εκλείπη το χάρισμα της γλωσσολαλιάς. «Άλλοι εκδιώκουν δαίμονες βέβαια και αληθινά, ώστε πολλές φορές αυτοί πού καθαρίσθηκαν από τα πονηρά πνεύματα να πιστέψουν και να γίνουν μέλη της Εκκλησίας. Άλλοι έχουν το χάρισμα να προγνωρίζουν τα μέλλοντα, άλλοι να βλέπουν οπτασίες και άλλοι να εκφέρουν προφητικές ρήσεις. Άλλοι θεραπεύουν τους αρρώστους επιθέτοντας σ’ αυτούς τα χέρια. Τους καθιστούν υγιείς. Ήδη, όπως το αναφέραμε, και νεκροί αναστήθηκαν και έμειναν κοντά μας αρκετά χρόνια…». (Έλεγχος ψευδωνύμου γνώσεως, απόσπασμα 11). Εδώ βλέπουμε να αναφέρονται το κατά δαιμόνων χάρισμα, το προορατικό, των οπτασιών, των προφητικών εμπνεύσεων, το ιαματικό και το θαυματουργικό. Το χάρισμα της γλωσσολαλιάς απουσιάζει.
Εάν μελετήσουμε το έργο του Ιουστίνου, συγχρόνου του Ειρηναίου, «Διάλογος προς Τρύφωνα» θα ιδούμε διάφορα χαρίσματα, όχι όμως γλωσσολαλιά. Συγκεκριμένα γίνεται λόγος για το ιαματικό χάρισμα, για το προορατικό, για το διδακτικό (πρβλ. 39, 2), για το χάρισμα της προφητείας. Επειδή ο Τρύφων ήταν Ιουδαίος, ο Ιουστίνος του είπε ότι την πάλαιαν εποχή το φαινόμενο της προφητείας υπήρχε στον Ιουδαϊκό λαό, άλλα στην συνέχεια έφυγε από τους Ιουδαίους και ήλθε στους Χριστιανούς και διατηρείται μέχρι τώρα. Ας ιδούμε το κείμενο: «Παρά γαρ ημίν μέχρι και νυν προφητικά χαρίσματα έστιν, εξ ου και αυτοί συνιέναι οφείλετε, ότι το πάλαι εν τω γένει υμών οντά εις ημάς μετετέθη» (82, 1).
Δηλαδή στα χρόνια του Ιουστίνου δεν υπήρχε χάρισμα γλωσσολαλιάς. Αυτό το χάρισμα, το τόσο εντυπωσιακό, δεν το αναφέρει.
Να σημειώσουμε ότι ο Ιουστίνος γεννήθηκε γύρω στο 110 μ.Χ. Έζησε στην Παλαιστίνη, στην Κόρινθο, στην Αθήνα, ιδιαίτερα στην Ρώμη. Σ’ αυτές τις περιοχές δεν συνάντησε χάρισμα γλωσσολαλιάς. Σ’ αυτές τις περιοχές ο Χριστιανισμός είχε εδραιωθή και δεν χρειαζόταν γλωσσολαλιές. Εάν ο Ειρηναίος, πού σαν επίσκοπος Λυώνος (Νότιος Γαλλία) διαδίδοντας τον Χριστιανισμό σε βαρβάρους λαούς τής κοιλάδος του Ροδανού, στους Κέλτες και σε πιο μάκρυνες περιοχές, πληροφορήθηκε για ύπαρξι γλωσσολαλιάς και την ανέφερε, αυτό είναι κάτι διαφορετικό. Οι βάρβαροι εκείνοι λαοί, πού δεν είχαν ούτε γραφή, βρίσκονταν σε νηπιακή ηλικία και χρειάζονταν κάποια εντυπωσιακά δωράκια. Ωστόσο, αργότερα πού εδραιώνεται κι εκεί ο Χριστιανισμός, ο Ειρηναίος, όπως το είπαμε απαριθμεί τα άλλα χαρίσματα, αλλά δεν κάνει λόγο για την γλωσσολαλιά.
Ας έλθουμε στον Ωριγένη (γεννήθηκε το 185 μ.Χ.). Στο σύγγραμμά του «Κατά Κέλσου», παρουσιάζονται οι κατηγορίες του εθνικού φιλοσόφου Κέλσου εναντίον των χριστιανικών δογμάτων. Ελέγχονται και τα χαρίσματα των χριστιανών και αντιπαρατίθενται «χαρίσματα των εθνικών». Για γλωσσολαλιά δεν γίνεται λόγος. Εάν υπήρχε τότε, θα έδινε μεγάλη τροφή στον Κέλσο για περισσότερη κατηγορία.
Και ο Ωριγένης αναφέρεται σε διάφορα χαρίσματα των Χριστιανών της εποχής του, αλλά για γλωσσολαλιά όχι. Λ.χ. στην εποχή του υπήρχαν Χριστιανοί πού θεράπευαν ανθρώπους πού βασανίζονταν από δαιμονοκαταληψία. «Όχι λίγοι Χριστιανοί απομακρύνουν το γένος των δαιμόνων από τους πάσχοντες, χρησιμοποιώντας όχι κάποιο τρόπο παράδοξο, μαγικό, με φίλτρα φαρμακευτικά, αλλά μόνο με την προσευχή και με πολύ απλό εξορκισμό» (Κατά Κέλσου, ζ’ 4). Για χάρισμα όμως γλωσσολαλιάς δεν αναφέρει.
Γνωρίζω ότι Πεντηκοστιανοί ερευνητές έχουν μελετήσει όλα τα έργα του Ωριγένους. Έχουν βρη ένα κατάλογο χαρισμάτων. Τον δημοσιεύουν στα έντυπά τους, αλλά το χάρισμα της γλωσσολαλιάς δεν το συνάντησαν. Στα μέρη όπου έδρασε ο Ωριγένης, Αίγυπτο και Παλαιστίνη, λίγο στην Αραβία και στην Νικομήδεια (επισκέφθηκε και την Ρώμη και την Αθήνα) ο Χριστιανισμός είχε εδραιωθή. Δεν βρισκόταν σε νηπιακή ηλικία για να χρειάζεται δεκανίκια.
Μάλιστα ο Ωριγένης μας δίδει μία πολύ σημαντική μαρτυρία, την οποία φυσικά παραβλέπουν οι Πεντηκοστιανοί πού μελετούν τα έργα του. Μας λέει ότι στην αρχή πού εμφανίσθηκε σαν διδάσκαλος ο Ιησούς γίνονταν υπερφυσικά σημεία, θαύματα. Μετά την Ανάληψί του αυτά εμφάνισαν μεγάλη έξαρσι. Ύστερα όμως άρχισαν να ελαττώνονται, και στις ημέρες πού ζούσε ο Ωριγένης ήταν ελάχιστα. Τα είχαν λίγοι Χριστιανοί, αφοσιωμένοι στον λόγο του Χριστού, που τηρούσαν πιστά τις εντολές του και είχαν καθαρισθή από τα πάθη. «Σημεία του Αγίου Πνεύματος, κατ’ αρχάς μεν της Ιησού διδασκαλίας, μετά δε την ανάληψιν αυτού πλείονα εδείκνυντο, ύστερον δε ελάττονα- πλην και νυν έτι ίχνη εστίν αυτού παρ’ ολίγοις, τας ψυχάς τω λόγω και ταίς κατ’ αυτόν πράξεσι κεκαθαρμένοις» (Κατά Κέλσου, ζ’ 8).
Ανάμεσα στά χαρίσματα πού μπορούσε κανείς να συνάντηση σε κάποιους αγιασμένους Χριστιανούς, ο Ωριγένης αναφέρει την εκδίωξι δαιμόνων, την θεραπεία ασθενών και την προόρασι -«εξεπάδουσι δαίμονας και πολλάς ιάσεις επιτελούσι και ορώσι τίνα κατά το βούλημα του λόγου περί μελλόντων». (Κατά Κέλσου, α’ 46). Για γλωσσολαλιά δεν ομιλεί. Αυτό βέβαια δεν προξενεί χαρά στους Πεντηκοστιανούς, διότι δεν ενισχύει τις απόψεις τους.
Στην εν λόγω περικοπή ο Ωριγένης αναφέρει ότι ο Κύριος και οι Απόστολοι έκαναν πολλά υπερφυσικά. Και χρειαζόταν τότε να γίνη έτσι, για να μπορέσουν οι άνθρωποι να απαγκιστρωθούν από την πατροπαράδοτη θρησκεία και ν’ ακολουθήσουν μία καινούργια πίστι, η οποία μάλιστα τους εξέθετε και σε πολλούς κινδύνους, μέχρι και τον θάνατο.
«Χωρίς δυνάμεων και παραδόξων» δεν θα κατώρθωναν τίποτε. Τώρα όμως σημειώνει ο Αλεξανδρινός διδάσκαλος απουσιάζει η άφθονη υπερφυσική παρουσία. Σώζονται όμως κάποια ίχνη -«και έτι ίχνη του Αγίου εκείνου Πνεύματος, οφθέντος εν είδει περιστεράς, παρά Χριστιανοίς σώζεται».
Τότε όμως στην αρχή του Χριστιανισμού απαιτούντο πολλά. «Ουκ αν γαρ χωρίς δυνάμεων και παραδόξων εκίνουν τους καινών λόγων και καινών μαθημάτων ακούοντας προς το καταλιπείν μεν τα πάτρια, παραδέξασθαι δε μετά κινδύνων των μέχρι θανάτου τα τούτων μαθήματα».
Δηλαδή, ανεξάρτητα από τις γλωσσολαλιές, τα άλλα πνευματικά χαρίσματα πού αφθονούσαν και υπεραφθονούσαν στα πρώτα βήματα τού Χριστιανισμού, στον Β’ και στον Γ’ μ.Χ. αιώνα λιγόστευσαν τόσο, ώστε ο Ωριγένης να ομιλεί για «ίχνη σημείων τού Αγίου Πνεύματος».
Αυτό, όπως είδαμε, μας το είπε και ο ιερός Χρυσόστομος, ο οποίος μάλιστα μας εξήγησε και για ποιόν λόγο έγινε.
Μερικοί Ορθόδοξοι, μόλις πλησιάσουν τους Πεντηκοστιανούς, εντυπωσιάζονται από την ομιλία ξένων γλωσσών. Νομίζουν ότι αυτό συνδέεται με το Άγιο Πνεύμα. Ας μάθουν όμως ότι η ξενογλωσσία μπορεί να είναι νερό πού προέρχεται από ακάθαρτη πηγή.
Ας ξεκινήσουμε με τον Μοντανισμό. Στην καταδικασμένη από την Εκκλησία «αίρεσι των Φρυγών» τού Β’ μ.Χ. αιώνος πού ίδρυσε ο πρώην ιερεύς της Κυβέλης Μοντανός, άνθρωπος πολύ αλαφροΐσκιωτος, και την επεξέτεινε με την συνεργασία δύο «προφήτιδων» γυναικών, της Πρίσκιλλας και της Μαξιμίλλας, συνέβαιναν πολλά ενθουσιαστικά, εκστατικά και «προφητικά» φαινόμενα όμοια με των Πεντηκοστιανών. Παρετηρείτο και το «λαλείν εκφρόνως και ακαίρως και αλλοτριοτρόπως», και το «ξενοφωνείν» (Ευσεβίου, Εκκλ. Ιστορία Ε’ 7 και 9).
Δηλαδή μιλούσαν σαν τρελλοί, έβγαζαν περίεργες φωνές την ώρα πού δεν περίμενες, φώναζαν με αλλοιωμένα τα χαρακτηριστικά του προσώπου, και επί πλέον λαλούσαν και ξένες γλώσσες.
Και στον Πνευματισμό παρατηρείται ομιλία ξένων γλωσσών. Αναφέρονται μέντιουμ πού μιλούσαν δεκάδες γλωσσών, ακόμη και νεκρές γλώσσες αρχαίων λαών.
Γλωσσολαλιές συναντούνται και στο Ισλάμ, στους ορχούμενους δερβίσηδες, και σε δαιμονισμένους και σε παραθρησκευτικές ομάδες όπου είναι ανακατεμένη και η ινδουιστική θεολογία.
Αν θέλουμε να πάμε πολύ μακρυά και πολύ πίσω, θα συναντήσουμε ομιλία ξένων γλωσσών και στις Πυθίες της αρχαίας Ελλάδος.
Και αν θέλουμε να έλθουμε στις ημέρες μας και πολύ κοντά μας, θα πρέπει να πούμε ότι και εντός των μελών της Ορθοδόξου Εκκλησίας υπάρχουν οι λεγόμενες «οραματίστριες» και «φωτισμένες», οι οποίες μέσα στα ενθουσιαστικά τους φαινόμενα έχουν και τις γλωσσολαλιές.
Μου έτυχε μία περίπτωσι, πού δεν πρόκειται να την ξεχάσω. Συνέβη στην Αθήνα. Συγκεκριμένα στο Γαλάτσι. Εκεί κάποτε σ’ ένα σπίτι συζητούσαμε συνεχώς δογματικά θέματα με την Αγία Γραφή ανοιγμένη μπροστά μας. Γινόταν αγώνας προκειμένου μία Χριστιανή να αποβάλη από πάνω της ιεχωβιτικές επήρειες. Κάποια ημέρα βρέθηκε στην συνάντησι μία Πεντηκοστιανή και μία «φωτισμένη». Η πρώτη έλεγε ότι «εμείς έχουμε γνήσιες γλωσσολαλιές. Εσείς δέν έχετε διότι είσθε ειδωλολάτρες». Εννοούσε την τιμή προς τις ιερές εικόνες. Και η «φωτισμένη» με έντονο ύφος αντέτεινε, «εσείς δεν μπορεί να έχετε γλωσσολαλιές, διότι είσαστε αιρετικοί».
Στην δεκαετία του 1980 γνώρισα ένα νεαρό πού έμπλεξε με μία παραθρησκευτική ομάδα, επικεφαλής της οποίας ήταν ένας Έλληνας πού παρίστανε τον μεγάλο διδάσκαλο και παιδαγωγό. Αυτός κατά καιρούς διωργάνωνε διάφορα σεμινάρια, επί πληρωμή, για να ανεβάση το πνευματικό επίπεδο των ακροατών του. Κάθε φορά, και διαφορετικό θέμα. Συχνά, το θέμα, «σεξουαλική αλχημεία», για το οποίο «αισχρόν έστι και λέγειν». Τότε ζούσε ένας μεγάλος Γέροντας και μου είπε, «Αυτός ο άνθρωπος είναι πολύ παλιάνθρωπος»!
Κάποια άλλη φορά διωργάνωνε το Σεμινάριο, «Τα δώρα του Πνεύματος». Στο πρόγραμμα προβλεπόταν μία τελετή, κατά την οποία, ο σοφός διδάσκαλος ακουμπούσε τα χέρια του πάνω στο κεφάλι των μαθητευομένων και τους χορηγούσε δύναμι πνευματική και γλωσσολαλιά.
Έτυχε να γνωρίσω μία δαιμονισμένη, πού καταγόταν από την Πάτρα, η οποία όταν κατεχόταν από την δαιμονική ενέργεια μιλούσε ξένες γλώσσες. Κάποτε πού την επήγαν στα Ιεροσόλυμα, έλεγε σε διάφορους τουρίστες και προσκυνητές τις αμαρτίες πού έκαναν, στην γλώσσα τους.
Παλαιότερα στις αρχές του εικοστού αιώνος, στον Πειραιά, υπήρχε μία κοπέλλα η Αικατερίνη Κράκαρη πού την ώρα τής κρίσεως μιλούσε πολλές και διάφορες ξένες γλώσσες. Σ’ έναν ορθολογιστή Ελληνοαιγύπτιο είπε στην αραβική ό,τι κακό και αμαρτωλό έκανε στην ζωή του. Αυτήν τελικά την εθεράπευσε ο Άγιος Νεκτάριος και έγινε μοναχή στην Μονή του στην Αίγινα με το όνομα Παρθενία. Διετέλεσε Γραμματέας του Μοναστηρίου. Ήξερε κάποια γράμματα. Γνώριζε και λίγα γαλλικά- αλλά όταν υπέφερε από την κατοχή του πονηρού πνεύματος μιλούσε όλες τις γλώσσες.
Τα πονηρά πνεύματα γνωρίζουν όλες τις ανθρώπινες γλώσσες. Σε κάθε άνθρωπο κάθε εθνότητος, μόλις του βάζουν μία κακή σκέψι στον νου, την λένε στην δική του γλώσσα.
Εκστατικές καταστάσεις και γλωσσολαλιές εμφανίσθηκαν παλαιότερα και στους Ουγενότους τον ΙΖ’ αιώνα (πρόκειται για Προτεστάντες της Γαλλίας πού συγκρούονταν συνεχώς με τους Ρωμαιοκαθολικούς).
Ίδιες καταστάσεις παρατηρήθηκαν τον ΙΗ’ αιώνα στους Ιανσενίτες (πρόκειται για κίνησι μεταξύ Ρωμαιοκαθολικισμού και Προτεσταντισμού με πολλούς οπαδούς από την γαλλική διανόησι. Ο Πάπας τους αποκήρυξε).
Οι γλωσσολαλιές είναι γνωστές και στους Κουάκερους και στους Μορμόνους. Όλοι τους βέβαια τις δέχονται ως προερχόμενες από το Άγιο Πνεύμα.
Οι Πεντηκοστιανοί βέβαια έχουν κι αυτοί την εντύπωσι ότι η γλωσσολαλιά τους οφείλεται στο Άγιο Πνεύμα. Αφού πάρουν πρώτα το βάπτισμα του ύδατος, λαμβάνουν κατόπιν το βάπτισμα του Πνεύματος. Τότε εμφανίζεται η γλωσσολαλιά.
Εμείς δεν δεχόμαστε ότι σε μία αίρεση δρα το Άγιο Πνεύμα και χαρίζει γλωσσολαλιές. Οι ίδιοι λένε ότι αυτά πού γίνονται στις συνάξεις τους, γίνονται στο όνομα του Κυρίου. Εφ’ όσον πιστεύουν στον Κύριο και τον επικαλούνται, δεν μπορεί να προέρχωνται τα χαρίσματα τους από άλλη πηγή.
Κατ’ αρχήν δεν πιστεύουν ορθά στον Κύριο. Έτυχε να συζητήσω με Πεντηκοστιανούς και η Χριστολογία τους έμοιαζε με των Νεστοριανών. Δεν πιστεύουν σωστά για τα Μυστήρια του Κυρίου, για την Μητέρα του, για τους Αγίους του, για τον ερχομό του στις έσχατες ήμερες. Δεν ερμηνεύουν σωστά τα λόγια του Κυρίου, λ.χ. ο Κύριος είπε ότι θα στείλω το Άγιο Πνεύμα στην Εκκλησία και θα παραμένη πάντοτε, αιωνίως, σ’ αυτήν. Έπ’ αυτού οι Πεντηκοστιανοί λένε τα εντελώς αντίθετα.
Έπειτα, οι αιρετικοί αυτοί διακατέχονται από πρωτοφανή υπερηφάνεια. Κάποιος ποιμένας τους εδώ στην Ελλάδα έχει τέτοια ιδέα για το άτομο του, πού ούτε Πάπας της Ρώμης να ήταν… Περί της υπερηφάνειας τους όμως θα ομιλήσουμε σε επόμενο κεφάλαιο.
Όπου υπάρχει υπερηφάνεια, απουσιάζει η χάρις του Παρακλήτου. Τότε εμφανίζεται κάποιο άλλο πνεύμα πού παριστάνει το Άγιο Πνεύμα.
Ο Χριστός στην επί του Όρους ομιλία του είπε: «Ο καθένας πού λέγει «Κύριε, Κύριε» δεν θα εισέλθη στην βασιλεία των ουρανών, αλλά θα εισέλθη εκείνος πού εφαρμόζει το θέλημα του ουρανίου Πατρός μου. Πολλοί θα μου ειπούν εκείνη την ημέρα (της Κρίσεως), «Κύριε, Κύριε, στο όνομά σου δεν προφητέψαμε, και στο όνομά σου δεν βγάλαμε δαιμόνια και στο όνομά σου δεν επιτελέσαμε μεγάλα θαύματα»; Και τότε θα ομολογήσω σ’ αυτούς, «ποτέ δεν σας εγνώρισα. Φύγετε μακρυά μου, οι εργάτες της ανομίας» (Ματθ. ζ’ 21-23).
Οι Πεντηκοστιανοί πού καυχώνται ότι μελετούν την Αγία Γραφή, ας προσέξουν και κάτι πού αναφέρεται στις Πράξεις των Αποστόλων, τον καιρό που δρούσε ο Απόστολος Παύλος στην Έφεσο. Κάποιοι περιοδεύοντες εξορκιστές χρησιμοποιούσαν το όνομα του Ιησού να θεραπεύσουν δαιμονισμένους. Όχι μόνο δεν τα κατάφεραν, αλλά όπως λέμε «έφαγαν το ξύλο της χρονιάς τους» (Πρβλ. Πράξ. ιθ’ 13-17).
Επειδή έκαναν εξορκισμούς στο όνομα του Κυρίου, δεν εσήμαινε ότι συνεργάζονταν με το Άγιο Πνεύμα.
Πολλά αναφέρονται στην Αγία Γραφή γι’ αυτό το θέμα. Στα βιβλία Γ’ Βασιλειών και Β’ Παραλειπομένων αναγράφεται μία πολεμική επιχείρησις του Βασιλέως Αχαάβ (9ος π.Χ. αι.) εναντίον των Σύρων. Τετρακόσιοι προφήτες, αναγνωρισμένοι από τον βασιλέα και ευνοούμενοι από αυτόν, συνιστούσαν να την κάνη την επιχείρησι. «Ο Κύριος το είπε. Να πολεμήσης στην Ραμώθ Γαλαάδ. Ο Κύριος θα σου την παραδώση». Τους άκουσε και καταστράφηκε. Παρόλο πού προφήτευαν στο όνομα του Κυρίου ήταν ψεύτικοι προφήτες κι έλεγαν ψευδοπροφητείες. (Για περισσότερα βλέπε Αρχιμ. Δανιήλ Γούβαλη, Περίπατοι στην Αγία Γραφή, κεφ. «Ανάβαινε εις Ραμώθ Γαλαάδ»).
Όποιοι έτυχε να βρεθούν σε συνάξεις Πεντηκοστιανών και άκουσαν γλωσσολαλιές, κατάλαβαν ότι αυτές, μόνο με το Άγιο Πνεύμα δεν είχαν σχέσι. Κάτι αντίστοιχο με τον βασιλέα Ιωσαφάτ, σύμμαχο του Αχαάβ, ο οποίος βλέποντας τον τρόπο και το ύφος και τις φωνές και τις κινήσεις των τετρακοσίων προφητών του Αχαάβ, κατάλαβε ότι αυτοί δεν ήταν γνήσιοι προφήτες, έστω κι αν επεκαλούντο το όνομα του Κυρίου. Τους ωσφραινόταν ως ψευδοπροφήτες.
Όποιος έχει υγιή αισθητήρια, καταλαβαίνει. «Και γαρ η όψις δήλον ποιεί» το ποιόν ενός προσώπου ή ενός πράγματος.
Συνέβη, πολλοί ορθόδοξοι πού έμπλεξαν με την Πεντηκοστιανή αίρεση και πού έφθασαν στο σημείο να γλωσσολαλούν, να επιστρέψουν στην Εκκλησία.
Τους ερωτήσαμε τι ένοιωθαν την ώρα πού γλωσσολαλούσαν. Τους ερωτήσαμε για το ξεκίνημά τους στην γλωσσολαλιά. Μάθαμε ενδιαφέροντα πράγματα.
Προσέξετε.
Τον Μάρτιο του 2002 είχα καλέσει ένα πρώην Πεντηκοστιανό να κάνη ομιλία στα Νέα Παλάτια Ωρωπού, γιατί άρχισε να δημιουργήται εκεί μία εστία αυτών των αιρετικών. Ο ομιλητής είχε κάνει δώδεκα χρόνια κοντά τους και είχε αναπτύξει σπουδαία δράσι. Το μικρό του όνομα, Αναστάσιος.
Σε κάποιο σημείο της ομιλίας του, αναφέρθηκε στην πρώτη προσπάθεια πού κατέβαλε, σε μία πεντηκοστιανή σύναξι στην Καλαμάτα, για να γλωσσολαλήση. Ας τον ακούσουμε.
«Άφησε τον εαυτό σου», μου έλεγαν εκείνο το βράδυ. «Μη σκέπτεσαι τίποτα λογικά. Θα δοξάζης τον Θεό και θα λες συνέχεια, «δόξα, δόξα, δόξα», «αλληλούια, αλληλούια…». Εγώ επί μία ώρα φώναζα, φώναζα συνεχώς «δόξα» και «αλληλούια». Είχα ιδρώσει. Ήταν τότε και καλοκαίρι. Και κάποια στιγμή άρχισα να χάνωμαι. Εν τω μεταξύ δίπλα μου ήταν ένα ανδρόγυνο, ο άνδρας από το ένα μέρος και η γυναίκα από το άλλο. Και οι δυο τους λαλούσαν σε μία γλώσσα εντελώς ακαταλαβίστικη. Ούτε εκείνοι καταλάβαιναν τι έλεγαν ούτε εγώ. Σε μένα άρχισε να συμβαίνη κάτι σαν αυθυποβολή. Από αριστερά μου και δεξιά μου ακούονταν συνεχώς αυτά τα ακαταλαβίστικα λόγια. Ένοιωθα ότι με επηρέαζαν. Ήταν, για να χρησιμοποιήσω ένα παράδειγμα, σαν να είχαν τον ιό της γρίπης πού εύκολα μεταδίδεται στον διπλανό τους. Έτσι καθώς είχα αφήσει τον εαυτό μου ελεύθερο, άρχιζα να φωνάζω κι εγώ. Έλεγα, ό,τι μου κατέβαινε.
»Μάλιστα, έλεγα ό,τι μου κατέβαινε! Άλλωστε δεν μου είπαν να λέω κάτι συγκεκριμένο. «Ο,τι σου έρθη θα λες». Έτσι με συμβούλευαν. Μου έφεραν κι ένα λογικό επιχείρημα.
«Εμείς μοιάζουμε με τα νήπια. Είμαστε σαν τα μωρά. Είμαστε νήπιοι εν Χριστώ. Τα νήπια δεν καταλαβαίνουν τι λένε. Λοιπόν θα λες λογάκια, κι όσο αυξάνεις στην πνευματική ηλικία, θα αρχίζης να το καλλιεργής αυτό. Έτσι θα έρθη μία πιο ξεκάθαρη γλώσσα. Και στην συνέχεια ακόμη πιο ξεκάθαρη. Και θα αρχίσης να λαλής τα μεγαλεία του Θεού».
»Μου έβαλαν στο μυαλό την ιδέα πώς, ό,τι θ’ αρχίσω να λέω, μου το βάζει στο στόμα ο Θεός, οπότε δεν έχει σημασία αν εγώ δεν το καταλαβαίνω. Εκείνο πού είναι το σπουδαίο είναι ότι ο Θεός μου τα δίνει αυτά τα λόγια».
Λοιπόν, ο ένας γλωσσολαλούσε αριστερά του, ο άλλος δεξιά του. Αυτός έφθασε στο σημείο να χάνη τον εαυτό του. Θα άφηνε ελεύθερο το στόμα του να βγάλη οποιοδήποτε φθόγγο. Όλα αυτά Δαν αποτελούν μία καλά μεθοδευμένη τεχνική; Έχουν την εντύπωσι οι Πεντηκοστιανοί ότι έτσι γλωσσολαλούσαν στην αρχαία Εκκλησία; Κάνουν μεγάλο λάθος.

Ας ακούσουμε και μία άλλη εμπειρία. Ομιλεί μία κυρία πού κατάγεται από την Κρήτη – το μικρό της όνομα Δέσποινα.
«Κάποια στιγμή άνοιξα, άφησα ελεύθερο το στόμα μου και άρχισα να λέω πράγματα ακαταλαβίστικα… Στις συνάξεις εγώ έλεγα αυτά τα ακαταλαβίστικα. Και οι άλλοι πάλι έλεγαν γλώσσες ακαταλαβίστικες. Και κανένας δεν καταλάβαινε κανένα. Εγώ όταν έλαβα αυτό πού έλαβα, ένοιωσα μέσα μου ένα βάρος ασήκωτο. Αμφέβαλλα ότι ήταν Πνεύμα Άγιο».
Αυτά μας είπε η Δέσποινα.
Συνέβη, πολλές φορές ν’ ακούσω κασσέτες με ηχογραφημένες γλωσσολαλιές από Πεντηκοστιανές συνάξεις. Θεέ μου! Τι άκουσμα ήταν αυτό; Υστερικές κραυγές, ασυγκράτητο παραλήρημα, νευρικό ξέσπασμα, ξέφρενος ενθουσιασμός, ένα ξενόγλωσσο αλαλούμ ανακατεμένο και με λίγα ελληνικά, αγριεμένο ύφος, θρησκευτικές αναφωνήσεις με τεντωμένο λαρύγγι… Αν ήταν δυνατό να προέρχωνται όλα αυτά από το Άγιο Πνεύμα! Έτσι γλωσσολαλούσαν στην πρώτη Εκκλησία; Θεός φυλάξοι!
Έχω ένα φίλο γιατρό. Το μικρό του όνομα, Παναγιώτης. Και η γυναίκα του γιατρός. Αυτός για ένα διάστημα είχε επηρεασθή πολύ από τους Πεντηκοστιανούς. Έτυχε κάποιοι γιατροί να ανήκουν σ’ αυτόν τον χώρο, και σαν συνάδελφο τον παρέσυραν. Αυτός προσπάθησε να οδηγήση εκεί και την γυναίκα του. Εκείνη πήγε μία φορά. Όταν άρχισαν οι ομαδικές προφητείες και γλωσσολαλιές με όλο τους το νευρωτικό και παραληρηματικό μεγαλείο, έφριξε. Αργότερα που κουβεντιάσαμε, μου είπε: «Μα πώς να με παρασύρουν; Τους γνώρισα από κοντά. Πρόκειται για παλαβούς»!
Ένας φίλος μου ερωτοτροπούσε με τους Πεντηκοστιανούς, παρακολουθούσε τις συνάξεις τους, τραγουδούσε τους ύμνους των, συμμετείχε στις προσευχές τους. Αυτό, στην δεκαετία του 1990. Ωρισμένες φορές έπειθε μερικούς φίλους του να τον συνοδεύουν στις Πεντηκοστιανές συνάξεις. Είχε καλή κοινωνική θέσι, και οι φίλοι του ήταν κι αυτοί επίσημοι.
Ακούστε τι συνέβη. Πήγε στην σύναξι παίρνοντας μαζί ένα φίλο του πού εργαζόταν στην κορεατική πρεσβεία των Αθηνών. Όταν ήλθε η ώρα των προφητειών και των γλωσσολαλιών, άκουε κάτι και έφριττε. Σκούντησε τον φίλο του. «Αυτός εκεί», λέει, «ομιλεί στην κορεατική. Και ξέρεις τι λέει; Βρίζει τον Χριστό στα κορεατικά»!
Ποιος μπορεί να ξέρη, τι λένε οι γλωσσολαλούντες Πεντηκοστιανοί, όταν χρησιμοποιούν τις διάφορες γλώσσες, γνωστές και άγνωστες!
Κάτι σαν προσωπική εξομολόγησι. Έτυχε να μου φέρουν ηχογραφημένες γλωσσολαλιές Πεντηκοστιανών καθώς και δικών μας φωτισμένων. Κατώρθωσα να ξεχωρίσω μερικές φράσεις. Τις κατέγραψα, όπως λ.χ. «Ραχάμπι οντού γιαχά αχάν χούμπζε γιαμπά αναχά κούμπα». Κατόπιν σκέφθηκα, «μήπως εδώ λέει κάτι άσχημο, κάτι βλάσφημο». Σ’ αυτό επηρεάσθηκα από εκείνο πού αποκάλυψε ο υπάλληλος της κορεατικής πρεσβείας. Πάντως ο Θεός αυτόν τον άνθρωπο ήθελε να τον σώση, καθώς και τον φίλο του, ο όποιος δεν άργησε να απομακρυνθή από τους Πεντηκοστιανούς.
Με όσα είπαμε, κατατοπίσαμε τους αναγνώστες στο θέμα της γλωσσολαλιάς.
Κλείνοντας αυτό το κεφάλαιο, θα επαναλάβουμε ότι τα έντονα και πλούσια πνευματικά χαρίσματα στις πρώτες ημέρες του Χριστιανισμού είχαν καιρικό χαρακτήρα. Ήταν μόνο για τότε. Τότε συνέβαιναν πράγματα πού ήταν μόνο για τότε.
Εκείνες τις ημέρες υπήρχε το Αποστολικό χάρισμα. Οι Απόστολοι, πού είχαν όλες τις δωρεές του Αγίου Πνεύματος πού είχαν συναναστραφή τον Χριστό, πού γέμισαν την ημέρα της Πεντηκοστής με Άγιο Πνεύμα και έγιναν πάνσοφοι, οι Απόστολοι ήταν μόνο για τότε. Δεν ξαναπαρουσιάσθηκαν. Στο όραμα της Άνω Ιερουσαλήμ αποτελούν τους δώδεκα θεμέλιους λίθους, τα δώδεκα πολύτιμα πετράδια του τείχους της θεοκατασκεύαστης πόλεως. Έχουν μοναδική θέσι. Είναι μοναδικοί και ανεπανάληπτοι.
Για τότε ήταν οι Απόστολοι. Για τότε ήταν και τα άφθονα και υπεράφθονα πνευματικά χαρίσματα.
Σ’ ένα αντιαιρετικό βιβλίο του Δημ. Κόκκορη διαβάζουμε τα εξής:
«Κατά τα πρώτα βήματα του Χριστιανισμού έκτακτα, έντονα, ποικίλα και πληθωρικά τέρατα, σημεία και θαύματα επιτελούμενα υπό χαρισματικών συνόδευαν το κήρυγμα. Όταν εμπεδώθηκε και εξαπλώθηκε η πίστις και στερεώθηκε η Εκκλησία, και οι Χριστιανοί είχαν αγκαλιάσει και εβίωναν πλέον ως τρόπον ζωής την διδασκαλία του Ευαγγελίου, και μετά ζήλου ειργάζοντο για την διάδοσί της, και έως θανάτου έφθαναν υπέρ της πίστεως, τα χαρίσματα άρχισαν να ελαττώνονται βαθμιαία και σταδιακά -δεν είχαν ανάγκη πλέον από δεκανίκια θαυμάτων- μέχρις ενός σημείου πού το Άγιο Πνεύμα έκρινε σκόπιμο και αναγκαίο. Έτσι οι νεκραναστάσεις έπαυσαν, οι προφητείες περιωρίσθηκαν, η γλωσσολαλιά εξέλιπε».

Share Button