Με μια βιαιότητα και έναν φανατισμό συνηθισμένο στις διαμάχες μεταξύ χριστιανών, η κολλυβαδική έρις σύντομα κατέληξε σε βιαιοπραγίες και ηθικές αυτουργίες δολοφονιών, ώστε κάποιοι Κολλυβάδες να αναγκαστούν να φύγουν από το Άγιον Όρος, ζητώντας καταφύγιο σε νησιά του Αιγαίου. Οπωσδήποτε, τις ακραίες αυτές συμπεριφορές υιοθέτησαν κυρίως οι αντικολλυβάδες, αν και οι ίδιοι οι Κολλυβάδες συχνά διακρίθηκαν για «πεισματικότητα και άμετρο ζήλο». Πρέπει ωστόσο να παρατηρηθεί εδώ ότι το μεγαλύτερο μέρος των αγιορειτών μοναχών δεν κράτησε ακραία στάση και δεν φατριάστηκε. Την ίδια περίπου εποχή, στο δεύτερο μισό του ταραγμένου και πνευματικά καρποφόρου 18ου αι., εκδηλώθηκε και το φιλοκαλικό κίνημα, με γενάρχη τον άγιο Μακάριο Νοταρά, μητροπολίτη πρ. Κορίνθου και θερμό αυτουργό τον άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη. Πρόκειται για τη συλλογή και μετάφραση νηπτικοασκητικών κειμένων πατέρων της Εκκλησίας, που συνεχίζει την βυζαντινή παράδοση του ησυχασμού, συγκεντρωμένων σε μια συλλογή υπό τον εύγλωττο τίτλο Φιλοκαλία. ……
.
ΑΓΙΟΡΗΤΕΣ ΚΟΛΛΥΒΑΔΕΣ ΚΑΙ ΦΙΛΟΚΑΛΙΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΣΑΜΟ 18ος-19ος αι.
.
Όπως είναι γνωστό στα μέσα Περίπου του 18ου αιώνα στο Άγιον Όρος ξέσπασε η μεγάλη έρις των κολλύβων, με αφορμή την αντίδραση ικανού αριθμού ευσεβών και παραδοσιακών αγιορειτών μοναχών στην τακτική των μοναχών της Σκήτης της Αγίας Άννης, οι οποίοι από το 1754 περίπου άρχισαν να τελούν μνημόσυνα με κόλλυβα την Κυριακή, αντί του Σαββάτου, για πρακτικούς κυρίως λόγους. Σύντομα οι σχετικές αντιπαραθέσεις οξύνθηκαν, καθώς οι μοναχοί αυτοί θεωρούσαν όσους ακολουθούσαν την αγιαννανίτικη πρακτική νεωτεριστές, καταλυτές των ιερών κανόνων και αιρετικούς, ενώ οι αντίπαλοι τους αποκαλούσαν αιρετικούς και σχισματικούς. Σταδιακά, η διχογνωμία πήρε ευρύτερες διαστάσεις, καθώς οι παραδοσιακοί μοναχοί, στους οποίους δόθηκε το προσωνύμιο «Κολλυβάδες», άρχισαν να κηρύττουν γενικότερα την επιστροφή στην αρχαία παράδοση της Εκκλησίας, τόνιζαν τον αναστάσιμο χαρακτήρα της Κυριακής, την συχνότερη συμμετοχή των πιστών στην μυστηριακή ζωή, την ανάγκη της συχνής θείας μετάληψης, την αξία του ησυχασμού και την ευεργετική πνευματική επίδραση του ασκητικού ήθους.