(Ὁμιλία στήν Ἑστία Νέας Σμύρνης, 14.11.2018)
Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καί ἡ ἑλληνική γλῶσσα εἶναι ἄρρηκτα δεμένες μεταξύ τους. Ἡ Ὀρθοδοξία ὡς Ἀποκάλυψη τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ ἀξιοποίησε τόν γλωσσικό καί ἐννοιολογικό πλοῦτο τῆς ἑνιαίας ἑλληνικῆς καί χρησιμοποίησε διάφορες μορφές της (Ἀττική, Ἑλληνιστική Κοινή, Καθαρεύουσα, Δημοτική κ.λπ), γιά νά ἐκφράσει τά δόγματα τῆς Πίστεως, νά καταγράψει τόν ἐπίγειο βίο καί τή διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ, νά ὑμνήσει τόν Θεό μέσῳ τῆς Θείας Λειτουργίας καί τῆς Ὑμνογραφίας καί γιά νά κατηχήσει τόν λαό.
Ἀπό ἱστορικῆς πλευρᾶς ἀξίζει νά τονισθεῖ ὅτι ἕνα ἀπό τά πρῶτα Συνταγματικα΄κείμενα τοῦ Νέου Ἑλληνισμοῦ, ἢ Διακήρυξη τοῦ Ἀρείου Πάγου (Βουλῆς) τῆς Ἀνατολικῆς Χέρσου Ἑλλάδος πού εἶχε ἕδρα τήν Ἄμφισσα (Σάλωνα) τό 1821, συνδέει τήν Ὀρθόδοξη Πίστη καί τήν ἑλληνική γλῶσσα χαρακτηρίζοντάς τις ὡς τήν «ἐπικρατοῦσαν γλῶσσαν καί θρησκείαν» τοῦ ἀγωνιζομένου Ἔθνους. Ἡ ἀναφορά τῆς Ὀρθοδόξου Ἀνατολικῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία ὠς ἐπικρατούσης καί προστατευομένης -χωρίς νά παραβιάζεται βεβαίως ἡ θρησκευτική ἐλευθερία τῶν μή Ὀρθοδόξων- ὑπάρχει ἔκτοτε σέ ὅλα τά ἑλληνικά Συντάγματα. Ὅμως ἡ προστασία τῆς γλώσσας μας ὡς στοιχείου ἐθνικῆς ταυτότητος δέν κατοχυρώνεται σήμερα συνταγματικῶς, ἄν καί θά ἔπρεπε κατά τήν ἄποψή μου.
Τά Εὐαγγέλια καί γενικῶς τά κείμενα τῆς Καινῆς Διαθήκης ἐγράφησαν στήν Ἀλεξανδρινή Κοινή, δηλαδή στήν ἁπλοποιημένη ἐξελικτική μορφή τῆς ἀρχαίας ἀττικῆς διαλέκτου (μέ στοιχεῖα καί ἀπό ἄλλες διαλέκτους), ἡ ὁποία διαμορφώθηκε στά χρόνια τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου καί τῶν Ἐπιγόνων του. Στήν ἴδια γλωσσική μορφή μεταφράσθηκε ἀπό Ἑλληνιστές Ἑβραίους καί ἡ Παλαιά Διαθήκη. Αὐτή ἡ μετάφραση, γνωστή ὡς Μετάφραση τῶν Ο΄ (Ἑβδομήκοντα) χρησιμοποιήθηκε διεθνῶς περισσότερο καί ἀπό τό Ἑβραϊκό πρωτότυπο!
Τόν Δ΄ μ.Χ. αἰῶνα οἱ μεγάλοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, καί συγκεκριμένα ὁ Μέγας Βασίλειος καί ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, προτίμησαν νά στραφοῦν ὀκτώ αἰῶνες πίσω καί χρησιμοποίησαν τήν κλασσική ἀττική διάλεκτο τοῦ Δ΄ πρό Χριστοῦ αἰῶνος γιά νά συνθέσουν τά κείμενα καί τίς εὐχές τῆς Θείας Λειτουργίας. Δέν χρησιμοποίησαν τήν καθομιλουμένη τῆς ἐποχῆς τους, διότι θεώρησαν ὅτι ἡ ἀττική ἐκφράζει μέ μεγαλύτερη εὐκρίνεια τήν ἱεροπρέπεια, τό μυστήριο καί τήν ἀκρίβεια τῶν δογμάτων. Τήν ἴδια γλωσσική μορφή, τήν ἀττική, χρησιμοποιοῦν καί οἱ Βυζαντινοί Ὑμνογράφοι καθώς καί οἱ θεόπνευστοι Πατέρες τῶν Οἱκουμενικῶν Συνόδων, μέ χαρακτηριστικό παράδειγμα τό Σύμβολον τῆς Πίστεως.
Οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες βοήθησαν μέ τίς σπουδές καί μέ τό παράδειγμά τους στήν προσέγγιση τῶν Χριστιανῶν πρός τά κλασσικά ἐλληνικά κείμενα. Ὁ Βασίλειος μέ τήν περίφημη ἐπιστολή του «Πρός τούς Νέους ὅπως ἄν ἐξ Ἑλληνικῶν ὠφελοῖντο λόγων» καί ὁ Ἄγιος Γργηγόριος ὁ Ναζιανζηνός μέ τίς δύο Στηλιτευτικές Ἐπιστολές του πρός τόν Αὐτοκράτορα Ἰουλιανό καταγράφουν ποιά στοιχεῖα ἀπορρίπτουν κάι ποιά κρατοῦν οἱ Χριστιανοί ἀπό τά ἀρχαῖα ἐλληνικά κείμενα. Ἀπορρίπτουν τήν εἰδωλολαττρική πλάνη, αλλά θεωροῦν ὅτι τά Ὁμηρικά ἔπη, τά κλασσικα κείμενα καί τά παραδείγματα ἀπό τήν ζωή ἐναρέτων ἀνδρῶν μποροῦν νά διδαχθοῦν στά παιδιά τῶν Χριστιανῶν ὡς εἰσαγωγικά μάθήματα πριν ἀπό τήν Χριστιανική Ἀγωγή. Ἡ χρήση ὅλων τῶν τότε γνωστῶν μορφῶν τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας ἀπό τούς Τρεῖς Ἱεράρχες καί ἄλλους Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας (π.χ. Γρηγόριος Παλαμᾶς τόν ΙΔ ΄αἰῶνα) εἶναι ἀξιοθαύμαστη καί συνετέλεσε στήν καθιέρωση τοῦ Ὁμήρου καί τῶν κλασσικῶν κειμένων ὡς βασικῶν διδακτικῶν ἐγχειριδίων τῶν βυζαντινῶν ἐκπαιδευτηρίων.
Παραθέτω χαρακτηριστικά ἕνα ἀπό τα «Ἒπιγράμματα εἰς ἑαυτόν τοῦ Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου καί Ναζιανζηνοῦ, στό ὁποῖο ὑμνεῖ τήν Ἑλλάδα, ὅπου σπούδασε, καί μέ τό ὁποῖο καταδεικνύει τήν ἱκανότητά του νά μιμεῖται ἄριστα τούς ἀρχαίους ἐπιγραμματοποιούς:
«Ἑλλάς ἐμή, νεότης τε φίλη καί ὅσσα πέπασμαι καί δέμας, ὡς Χριστῶ εἴξετε προφρονέως» (1). Δηλαδή: Ἑλλάδα μου, σέ ἀγαπῶ, διότι σέ σένα πέρασα τή νεότητά μου. Ἐσύ εῖσαι τό σῶμα μου καί ὅσα μέ συγκροτοῦν. Ἀλλά σέ ἀγαπῶ ίδιαιτέρως, διότι προσεχώρησες προθύμως στόν Χριστιανισμό.
Στή διάρκεια τῆς Τουρκοκρατίας στά φανερά καί κρυφά σχολειά-ἀναλόγως τῆς ἐποχῆς καί τῆς περιοχῆς- τά ἐκκλησιαστικά καί λειτουργικά βιβλία ἦσαν τά πρῶτα ἀναγνώσματα τῶν ὑποδούλων μαθητῶν. Ὁ Ὀρθόδοξος κληρικός ἤ μοναχός δίδασκε ἀπό τό Ψαλτήριον καί τήν Ὀκτώηχο τά Ἐλληνικά γράμματα στά παιδιά. Σέ ἀνώτερο ἐπίπεδο ἐχρησιμοποιεῖτο μία ἐπιλογή κειμένων τοῦ Ἀγίου Ἰωάννου Χρυσοστόμου, τά γνωστά ὡς Μαθηματάρια. Ἡ Ἐκκλησία κυριολεκτικά διέσωσε τήν ἑλληνική γλῶσσα σέ μία ἐποχή διωγμῶν, ἀμάθειας, φτώχειας καί πολλαπλῶν κατακτήσεων (Φράγκοι, Βενετοί, Ὀθωμανοί) καί καταπιέσεων.
Ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αίτωλός (1714-1779) προέτρεπε τούς Ἕλληνες τῶν χωριῶν, τά ὁποῖα ἐπεσκέπτετο, νά ἀνοίξουν σχολεῖο Ἑλληνικό, διότι «καί ἡ Ἐκκλησία μας εἶναι εἰς τήν ἑλληνικήν»! Σημαντική παρατήρηση πού ἀπαντᾶ σέ ὁρισμένους δῆθεν ἀνανεωτές τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ λόγου: Παρά τήν ἀμάθεια τοῦ λαοῦ ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς δέν σκέφθηκε ποτέ νά μεταφράσει τή Θεία Λειοτουργία καί τίς ἄλλες Ἀκολουθίες στή δημώδη καθομιλουμένη τῆς ἐποχῆς του. Ἀντιθέτως προέτρεπε τούς Ἕλληνες νά στέλνουν τά παιδιά στό σχολεῖο γιά νά μάθουν τήν ἑνιαία Ἑλληνική καί μάλιστα τήν ἐκκλησιαστική ἑλληνική γλῶσσα..
Ἐξ ἄλλου ὁ Πατροκοσμᾶς καταπολέμησε τή χρήση διαλέκτων ξενικῶν ἀπό τούς κατοίκους τῆς Ἠπείρου καί τῆς Μακεδονίας ἐνθαρρύνοντάς τους νά μιλοῦν μόνον Ἐλληνικά στό σπίτι τους. Τούς ὑποσχόταν μάλιστα ὅτι ἄν ακολουθήσουν τήν συμβουλή του θά πάρει ἐπάνω του ὅλες τίς ἀμαρτίες τους!
Σπουδαία ἐκκλησιστική μορφή καί ἄριστος χρήστης ὅλων –κυριολεκτικά- τῶν μορφῶν τῆς ἑνιαίας ἑλληνικῆς γλώσσας ὑπῆρξε ὁ Ἄγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης (1749-1809). Ὁ Νάξιος λόγιος καί μοναχός ἀπέδωσε στό Ὅμηρικό Ἡρωικό Ἑξάμετρο τήν εὐαγγελική περικοπή πού ἀναγιγνώσκεται στόν Ἑσπερινό τῆς Ἀγάπης, τήν ἡμέρα τοῦ Πάσχα. Χρησιμοποίησε δηλαδή κατά τρόπο ἔντυπωσιακό τόν γλωσσικό τύπο τῶν Ὁμηρικῶν ἐπῶν γιά νά μεταγλωττίσει τήν περικοπή. Διερωτῶμαι εἰλικρινά: Πῶς κατόρθωναν τά φτωχά Ἑλληνόπουλα ἐπί Τουρκοκρατίας, μέ ἕνα τριμμένο ράσο καί ἕνα κερί γιά νά φωτίζονται, χωρίς ἀνέσεις καί Ἠλεκτρονικούς Ὑπολογιστές, καί μάθαιναν ἄριστα ὅλες τίς γλωσσικές μορφές τῆς ἑλληνικῆς ἀπό τόν Ὅμηρο μέχρι τήν ἐποχή τους, ἐνῶ σήμερα πτυχιοῦχοι Πανεπιστημίου δυσκολεύονται νά βάλουν μία δασεῖα ἤ μία περισπωμένη;
Στά μαῦρα χρόνια τῆς δουλείας ἡ Θεία Λειτουργία διέσωσε τή γλῶσσα καί τήν ἑλληνική συνείδηση ἀκόμη καί σέ πληθυσμούς, οἱ ὁποῖοι ἀναγκάσθηκαν, λόγῳ καταπιέσως ἀπό τούς Τούρκους, νά μιλοῦν ὡς κύρια γλῶσσα τήν τουρική. Οἱ Τουρκόφωνοι Ὀρθόδοξοι Ἔλληνες τῆς Καππαδοκίας κράτησαν μόνο τή Θεία Λειτουργία στήν ἑλληνική. Στό σπίτι μιλοῦσαν τουρκικά. Δέν γνώριζαν τήν καθομιλουμένη ἑλληνική γλῶσσα, ἀλλά συμμετεῖχαν χωρίς πρόβλημα κατανοήσεως στή Θεία Λατρεία. Ἡ Ἐκκλησία γιά ἄλλη μία φορά διέφύλαξε τή διαχρονική συνέχεια τῆς γλώσσας καί τοῦ Ἑλληνισμοῦ γενικότερα. Τό μόνο στοιχεῖο, τό ὁποῖο θύμιζε στούς τουρκόφωνους ὅτι εἶναι Ἕλληνες ἦταν ἐπί 5 αἰῶνες ἡ Θεία Λειτουργία!
Στήν ἐποχή μας οἰ παλιότερες μορφές τῆς διαχρονικὴς ἑλληνικῆς ἀξιοποιοῦνται ἀπό τούς συγχρόνους ὑμνογράφους τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Ὁ μακαριστός Μητροπολίτης Σερβίων καί Κοζάνης Διονύσιος, ὁ αοίδιμος μοναχός Γεράσιμος Μικραγιανναναίτης, ὁ νῦν Μητροπολίτης Ἐδέσσης, Πέλλης κάι Ἀλμωπίας κ. Ἰωήλ, ὁ ὑμνογράφος τοῦ Πατριαρχείου Ἀλεξανδρείας Δρ. Χαραλάμπης Μπούσιας καί ἄλλοι χρησιμοποιοῦν τόν πλοῦτο τῆς ἀρχαίας καί τῆς ἐκκλησιαστικῆς γλωσσικῆς παραδόσεως γιά νά ὑμνήσουν τούς νέους Ἁγίους, οἱ ὁποῖοι κατατάσσονται συτό Ἁγιολόγιο τῆς Ἐκκλησίας μας. Ὅποιος μένει κοντά στή λατρευτική καί πνευματική ζωή τῆς Ὀρθοδοξίας μαθαίνει, ὁμιλεῖ καί γράφει καλύτερα τήν ἐνιαία ἐλληνική, σέ ὅλες τίς μορφές της
Κατόπιν ὅλων αὐτῶν ἡ πρότασή μου εἶναι νά παραμείνει Ὀρθόδοξο Χριστιανικό τό περιεχόμενο τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν, νά ἀξιοποιηθοῦν τά Πατερικά Κείμενα καί ἠ ἐκκλησιαστική ὑμνογραφία γιά τήν ἐκμάθηση τῶν Ἀρχαίων Ἑλληνικῶν στό σχολεῖο καί νά αὐξηθοῦν οἱ ὧρες διδασκαλίας τῶν Ἀρχαίων Ἑλληνικῶν κειμένων ἀπό τό πρωτότυπο στό Λύκειο. Ἡ Ἑλληνορθόδοξη Παιδεία μπορεῖ καί σήμερα νά καλλιεργήσει ἦθος, ἀνθρωπιά, δημοκρατική συνείδηση, γλωσσική καλλιέπεια καί ἐθνική ταυτότητα στούς νέους μας.
Migne Ἑλληνική Πατρολογία, τόμος 37, ἐπίγραμμα ἀριθμ. 1449..